Η Επανάσταση των «Σπαρτακιστών» και η προδοσία του Λένιν

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

Οι σελίδες Ιστορίας της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» της 19ης Ιανουαρίου 2014, ήταν αφιερωμένες στην εξέγερση των «Σπαρτακιστών»  στη Γερμανία (5-15 Ιανουαρίου 1919) και στο τέλος των Λούξεμπουργκ και Λίμπνεχτ.  Στο αφιέρωμα συμμετέχουν οι Λέανδρος Μπόλαρης και Χρήστος Κεφαλής.

σάρωση0004

Η άγνωστη εργατική επανάσταση στη Γερμανία
.

FREIHEIT IST IMMER DIE FREIHEIT DER ANDERS DENKENDEN
(Ελευθερία νοείται, η ελευθερία του διαφορετικά σκεπτόμενου)
Ρόζα Λούξεμπουργκ

Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ*

Στις 15 Ιανουαρίου του 1919 έπεσε η αυλαία για τη μοναδική εργατική επανάσταση του 20ού αιώνα, που ήταν συμβατή με τη μαρξιστική θεώρηση για την κοινωνική εξέλιξη.

3 Νοεμβρίου 1918 ξεκίνησε η εξέγερση των ναυτών στο Κίελο της Γερμανίας
Στις 3 Νοεμβρίου 1918 ξεκίνησε η εξέγερση των ναυτών στο Κίελο της Γερμανίας που οδήγησε στην κατάρρευση της καϊζερικής μοναρχίας και στο τέλος του Α΄παγκοσμίου Πολέμου

Ισως γι’ αυτό παρέμεινε τόσο πολύ άγνωστη η επανάσταση των «Σπαρτακιστών» στη Γερμανία, σε αντίθεση με πλειάδα άλλων επαναστάσεων και κινημάτων που χαρακτηρίστηκαν εξ αρχής από στρεβλώσεις, απολυταρχικές πρακτικές και περιφρόνηση της δημοκρατικής έκφρασης, θεωρήσεις που υποβάθμιζαν την εργατική τάξη προς όφελος επαγγελματιών κινηματιών, αντιλήψεις που προέκριναν τις κομματικές οργανώσεις και καταργούσαν τα αυθεντικά λαϊκά συμβούλια.

Ο Βίκτορ Σερζ έγραψε: «Η 15η Ιανουαρίου αποτελεί από το 1919 ημέρα πένθους για όλους τους επαναστάτες σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Στις 15 Ιανουαρίου 1919, η νεαρή γερμανική επανάσταση αποκεφαλίστηκε και η μοίρα της Ευρωπαϊκής Επανάστασης σφραγίστηκε με το διπλό φόνο του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Τίποτα από κείνη τη μέρα δεν πρέπει να ξεχαστεί».

Αιτίες της ήττας και η «προδοσία» του Λένιν

Οι εξελίξεις στη Γερμανία του Κάιζερ είχαν ξεκινήσει το Νοέμβρη του 1918 με τη λαϊκή εξέγερση εναντίον του πολέμου. Στην ηγεσία της εξέγερσης είχαν βρεθεί οι σοσιαλδημοκράτες του SPD, καθώς και η αριστερή πτέρυγα των Ανεξάρτητων Σοσιαλιστών, εντός των οποίων δρούσαν και οι «Σπαρτακιστές». Η συντηρητική στάση του SPD, που απέρριψε τις ιδέες για δημιουργία μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης βασισμένης στα λαϊκά συμβούλια, οδήγησε στη ρήξη. Η εργατική εξέγερση τελικά θα ηττηθεί.

Γιατί όμως οι επαναστάτες αντιμετώπισαν μόνοι τους εχθρούς τους, ενώ μόλις ένα χρόνο πριν οι σύντροφοί τους είχαν επικρατήσει στη Ρωσία;

Υπάρχει μια πλευρά εκείνης της άτυχης γερμανικής επανάστασης που σχετίζεται με την απόφαση του Λένιν να συνάψει με τους Γερμανούς -λίγους μήνες πριν (Μάρτιος του ’18)- μια επονείδιστη ειρήνη στο Μπρεστ-Λιτόφσκ, με το πρόσχημα ότι έτσι σώζει την κυριαρχία του επί της υπόλοιπης Ρωσίας. Παραδίδοντας στο γερμανικό ιμπεριαλισμό τα οικονομικά αναπτυγμένα δυτικά εδάφη (Ουκρανία και Κριμαία) και στους ακροδεξιούς Νεότουρκους μιλιταριστές εδάφη του Καυκάσου (Καρς, Αρνταχάν) και τον Ανατολικό Πόντο, ουσιαστικά εγκαινίασε το μοιραίο δόγμα «σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα».

Ετσι, τη στιγμή της επανάστασης στη Γερμανία, οι μπολσεβίκοι είχαν αποφασίσει να αποχωρήσουν από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αφήνοντας μόνο και αβοήθητο το ευρωπαϊκό κίνημα. Η απόφαση του Λένιν -μειοψηφική κατ’ αρχάς στο στρατόπεδο των επαναστατών- ήταν μοιραία και για το ίδιο το εγχείρημα των μπολσεβίκων, οξύνοντας την κρίση στη Ρωσία, οδηγώντας την στον απολυταρχισμό.

Οι σχέσεις με την αριστερή πτέρυγα διερράγησαν οριστικά και δόθηκε το έναυσμα για τον εμφύλιο πόλεμο. Αντί η ένταση να μεταφερθεί στην καρδιά της Ευρώπης με τη μετατροπή του πολέμου σε επαναστατικό, επιλέχθηκε η εσωστρέφεια και η εγωιστική διατήρηση των «κεκτημένων» του Οκτώβρη.

Οι συνέπειες της ήττας

Το πλήγμα που υπέστη το γερμανικό επαναστατικό κίνημα με την αποτυχία της εξέγερσης των «Σπαρτακιστών» ήταν συντριπτικό.

Παρά τη δημιουργία μιας σύντομης Δημοκρατίας των Σοβιέτ στη Βαυαρία (6 Απριλίου-1 Μαΐου 1918), η ενίσχυση των μοναρχικών και της ακροδεξιάς θα οδηγήσει έπειτα από λίγο καιρό στην εμφάνιση του ναζιστικού κινήματος και στην άνοδο στην καγκελαρία του Αδόλφου Χίτλερ.

* Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός, ttps://kars1918.wordpress.com


«….η Γερμανική επανάσταση είχε ξεκινήσει στο Κίελο στις 4 Νοεμβρίου του 1918, όταν σαράντα χιλιάδες ναυτικοί και πεζοναύτες κατέλαβαν το λιμάνι ως διαμαρτυρία σε μια προτεινόμενη από την Γερμανική Ναυτική Διοίκηση συμπλοκή με το Βρετανικό Ναυτικό, παρά το γεγονός πως ήταν ξεκάθαρο πια πως ο πόλεμος είχε χαθεί.

Μέχρι τις 8 Νοεμβρίου, Συμβούλια Εργατών και Στρατιωτών είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Γερμανίας, θέτοντας τα θεμέλια για την αποκαλούμενη Räterepublik («Δημοκρατία Συμβουλίων») βασισμένη στο σύστημα των Σοβιέτ που παρατηρήθηκαν στη Ρωσία στις επαναστάσεις του 1905 και του 1917……....»


 

 cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

.
Η εξέγερση των «Σπαρτακιστών»
.

Του ΛΕΑΝΔΡΟΥ ΜΠΟΛΑΡΗ*
.

Η «εξέγερση των Σπαρτακιστών» δεν ξεκίνησε ως εξέγερση. Ξεκίνησε ως μια καλά υπολογισμένη πρόκληση της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης στην εργατική τάξη και στην επαναστατική Αριστερά του Βερολίνου.


Η κυβέρνηση είχε προκύψει από την επανάσταση των στρατιωτών και εργατών στις αρχές του Νοέμβρη, που κατέληξε στην ανατροπή του Κάιζερ και στον τερματισμό του πολεμικού σφαγείου. Σε εκατοντάδες σημεία σε όλη τη Γερμανία, οι εργάτες και οι φαντάροι συγκροτούσαν συμβούλια, όπως τα σοβιέτ στη Ρωσία ενάμιση χρόνο πριν.

Τα κόμματα που κυριαρχούσαν σε αυτό το κίνημα ήταν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD) και το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (USPD). Οι Ανεξάρτητοι είχαν διαγραφεί το 1917 από το SPD λόγω της εντεινόμενης αντίθεσής τους στη στήριξη που έδινε η κομματική ηγεσία στην κυβέρνηση και στον πόλεμο. Η Ενωση Σπάρτακος, της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ, συμμετείχε ως ιδιαίτερο ρεύμα σε αυτό το κόμμα μέχρι το τέλος του 1918, όταν αποτέλεσε τον κορμό του νέου Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας.

Η ηγεσία του SPD σύρθηκε τον Νοέμβρη στην επανάσταση. Ηταν αποφασισμένη να μην την αφήσει να προχωρήσει περισσότερο από τα όρια μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αφήνοντας άθικτη την οικονομική εξουσία των καπιταλιστών και τον παλιό κρατικό μηχανισμό. Οι Ανεξάρτητοι Σοσιαλιστές, ενώ αρχικά συμμετέχουν στην κυβέρνηση (των «επιτρόπων του λαού») μαζί με το SPD, κάτω από την πίεση της βάσης τους αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν στις 28-29 Δεκέμβρη. Καθημερινά γίνονταν μαζικές διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων εργατών και φαντάρων ενάντια στην κυβέρνηση…

Στις 4 Γενάρη η κυβέρνηση απέλυσε τον Εμιλ Αϊχορν από τη θέση του διοικητή της Αστυνομίας του Βερολίνου, του «Σώματος Ασφαλείας». Ο Άιχορν ήταν βετεράνος σοσιαλδημοκράτης που το 1917 είχε ενταχθεί στο USPD. Στις 9 Νοέμβρη 1918 είχε ηγηθεί της εφόδου στο αρχηγείο της Αστυνομίας και κατόπιν το Εκτελεστική Επιτροπή των Συμβουλίων του Βερολίνου τον είχε διορίσει σε αυτή τη θέση.

Ο Άϊχορν αρνήθηκε να υποταχτεί στην κυβερνητική απόφαση. Δήλωσε ότι η «επανάσταση με έβαλε σε αυτή τη θέση, η επανάσταση θα με βγάλει». Αν η κυβέρνηση επιθυμούσε απλά να αντικαταστήσει τον Άϊχορν, δεν είχε παρά να χρησιμοποιήσει τα μέλη του κόμματός της στην εκτελεστική επιτροπή των συμβουλίων.

Όμως, ο στόχος δεν ήταν ο συμβιβασμός, ήταν η σύγκρουση. Ο Νόσκε, ο υπουργός Άμυνας, είχε ήδη συνεννοηθεί με το Γενικό Επιτελείο για τη συγκέντρωση των Freikorps («Ελεύθερα Σώματα») έξω από το Βερολίνο. Τα Freikorps ήταν εθελοντικές μονάδες μοναρχικών και ακροδεξιών αξιωματικών και βετεράνων του μετώπου.

Η απάντηση στην κυβέρνηση ήταν η κήρυξη μιας γενικής απεργίας που συνάντησε τεράστια ανταπόκριση. Η συγκέντρωση της 5 Γενάρη ήταν η μεγαλύτερη από τη μέρα που έπεσε ο Κάιζερ. Πολλοί εργάτες κατέβηκαν οπλισμένοι στην συγκέντρωση. Και ομάδες διαδηλωτών άρχισαν να καταλαμβάνουν κτίρια, όπως τα γραφεία της σοσιαλδημοκρατικής καθημερινής εφημερίδας Vorwärts (Εμπρός) την Πύλη του Βρανδεμβούργου. 

Την επόμενη μέρα η Επαναστατική Επιτροπή κάλεσε σε ανατροπή της κυβέρνησης «Έμπερτ-Σάιντεμαν». Την Επιτροπή αποτελούσαν εκπρόσωποι του USPD του νεοϊδρυμένου Κομμουνιστικού Κόμματος (KPD-Spartakusbund) και των Revolutionäre Obleute (επαναστάτες συνδικαλιστές αντιπρόσωποι της βάσης) ένα δίκτυο αγωνιστών στα εργοστάσια και τα συνδικάτα που είχε παίξει σημαντικό ρόλο σε αντιπολεμικές απεργίες –πολιτικά η πλειοψηφία του κοίταζε στο USPD.

Η ηγεσία του KPD είχε αποφασίσει ομόφωνα ότι πρέπει να αποφευχθεί μια ένοπλη αναμέτρηση –μιας και η πλειοψηφία των εργατών εντός και εκτός Βερολίνου είχε αυταπάτες για τον χαρακτήρα των δυο σοσιαλιστικών κομμάτων.

Όμως, τα περισσότερα μέλη του κόμματος είχαν διαφορετική γνώμη. Στο ιδρυτικό του συνέδριο λίγες μέρες πριν, η ηγεσία είχε μειοψηφήσει όταν πρότεινε τη συμμετοχή του κόμματος στις επερχόμενες εκλογές για την Εθνοσυνέλευση. Ούτε στα συνδικάτα ήθελαν να συμμετέχουν. Η «άμεση δράση» ήταν πιο ελκυστική προοπτική. Κάτω από τέτοιες πιέσεις ο Λήμπνεχκτ και ο Βίλχελμ Πίκ, εκπρόσωποι του κόμματος στην Επαναστατική Επιτροπή έδωσαν την συγκατάθεσή τους στην έκκληση για ένοπλη ανατροπή της κυβέρνησης.   

Οι ηγέτες των Ανεξάρτητων πίστευαν ότι με ένα μικρό σπρώξιμο η κυβέρνηση θα έπεφτε και θα σχημάτιζαν δική τους. Οταν διαπίστωσαν ότι η κυβέρνηση δεν υποχωρούσε, πανικοβλήθηκαν και προσπάθησαν να ανοίξουν διαπραγματεύσεις με αυτήν.

Οι Σπαρτακιστές έμειναν μόνοι τους. Η συνέχεια ήταν η καταστολή της εξέγερσης. Τις βασικές αποστολές τις έφεραν εις πέρας τα δύο συντάγματα της Δημοκρατικής Φρουράς, που τα αποτελούσαν εθελοντές σοσιαλδημοκράτες φαντάροι. Ομως η κυβέρνηση και το Γενικό Επιτελείο ήθελαν περισσότερα. Στις 11 Γενάρη τα Freikorps άρχισαν να βαδίζουν προς το Βερολίνο. Τους πήρε 36 ώρες. Οταν έφθασαν, έπνιξαν στο αίμα τις τελευταίες εστίες αντίστασης.

Ακολούθησε ένα όργιο τρομοκρατίας, με συλλήψεις, βασανισμούς, συνοπτικές εκτελέσεις. Η επταμελής αντιπροσωπεία που στάλθηκε να διαπραγματευτεί την εκκένωση του κτηρίου της «Vorwarts» εκτελέστηκε επιτόπου. Το ίδιο έγινε με τους άνδρες του Αϊχορν στο αρχηγείο της Αστυνομίας, που παραδόθηκαν.

Στις 15 Γενάρη η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ συνελήφθησαν στο κρησφύγετό τους. Οδηγήθηκαν στο ξενοδοχείο «Ιντεν», το αρχηγείο των Freikorps. Μετά την ανάκριση, έβγαλαν έξω τον Λίμπκνεχτ, του έσπασαν το κεφάλι με μια κοντακιά και τον πήγαν σε ένα πάρκο όπου τον αποτελείωσαν. Με τον ίδιο τρόπο δολοφόνησαν τη Ρόζα και πέταξαν το πτώμα της σε ένα κανάλι.

* Ιστορικός, συγγραφέας αρκετών βιβλίων για διάφορες πλευρές του επαναστατικού φαινομένου. Στα βιβλία του «Επανάσταση και αντεπανάσταση στην Ελλάδα: Ο εμφύλιος πόλεμος 1946-1949» και «Αντίσταση, η επανάσταση που χάθηκε» επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα.

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ
.

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΕΦΑΛΗ*
.

Η ήττα των Γερμανών Σπαρτακιστών στις συγκρούσεις του Ιανουαρίου 1919 σφραγίστηκε με την ωμή δολοφονία των δύο επιφανών ηγετών τους, της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ. Μετά τη σύλληψη και το βασανισμό τους, στις 15 Ιανουαρίου, πυροβολήθηκαν από τα Φράικορπς, με τις ευλογίες του τότε υπουργού Αμυνας, σοσιαλδημοκράτη Γκούσταβ Νόσκε.

 Το σώμα της Λούξεμπουργκ πετάχτηκε σε ένα κανάλι του Βερολίνου, ενώ ο Λίμπκνεχτ μεταφέρθηκε ανώνυμα στο νεκροτομείο. Με τη δολοφονία τους, η αντίδραση της εποχής απαλλάχτηκε από τους δύο πιο «επικίνδυνους» σπαρτακιστές ηγέτες που φοβόταν βάσιμα ότι θα έδιναν ώθηση στην επαναστατική εξέλιξη.

Η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ γεννήθηκαν κατά μια παράξενη σύμπτωση την ίδια χρονιά, το 1871, χρονιά της παρισινής Κομμούνας. Μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1914, ξεχώρισαν ως οι κύριοι εκπρόσωποι της επαναστατικής πτέρυγας του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Σχεδόν όλη η ηγεσία του κόμματος, περιλαμβανόμενου του βασικού θεωρητικού του, του Κάουτσκι, θα υποστηρίξει τότε την πολεμική προσπάθεια, υιοθετώντας μια «σοσιαλπατριωτική» θέση. Η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ, αντίθετα, μαζί με την Κλάρα Τσέτκιν, αποκαλύπτουν το χαρακτήρα του πολέμου ως μιας ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, αποτέλεσμα των ανταγωνισμών των μεγάλων δυνάμεων για το μοίρασμα του κόσμου.

Ο Λίμπκνεχτ, γιος του σημαντικού Γερμανού σοσιαλιστή Βίλχελμ Λίμπκνεχτ, ήταν πρώτιστα ένας πολιτικός ηγέτης. Παράγοντας της Αριστεράς του SPD ήδη πριν από τον πόλεμο, έγραψε αρκετές μελέτες για το μιλιταρισμό… Ωστόσο είναι η Ρόζα Λούξεμπουργκ εκείνη που περισσότερο ενέπνευσε τους αγώνες των καταπιεσμένων τις επόμενες δεκαετίες ώς τις μέρες μας. Και αυτό δεν ήταν τυχαίο.

Δαιμόνια επαναστάτρια, προικισμένη με οξυδερκή διάνοια, η πολωνοεβραϊκής καταγωγής Λούξεμπουργκ ήταν πολιτική ηγέτις της πολωνικής και κατόπιν της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά ταυτόχρονα επιφανής μαρξίστρια θεωρητικός, οικονομολόγος και φιλόσοφος. Ηδη από τη δεκαετία του 1900 διακρίθηκε στις πολεμικές της ενάντια στη ρεφορμιστική πτέρυγα του SPD, εκπροσωπούμενη αρχικά από τον Μπέρνσταϊν και κατόπιν από τον Κάουτσκι, που μετά το 1910 μετατοπίστηκε προς τα δεξιά. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η μελέτη της «Η συσσώρευση του κεφαλαίου», που κυκλοφόρησε το 1913, όπως και οι αναλύσεις της για το θέμα της γενικής απεργίας.

Ενάντια στη γραφειοκρατικοποίηση

Τον Αύγουστο του 1914, η Λούξεμπουργκ πήρε θέση ενάντια στον πόλεμο, εκτιμώντας πως η συμβιβαστική στάση του SPD και των άλλων κομμάτων της Β’ Σοσιαλιστικής Διεθνούς σήμαινε την ιστορική χρεοκοπία τους. Το αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί και να φυλακιστεί, τον Ιούνιο του 1916. Τότε έγραψε ένα από τα πιο σημαντικά έργα της, την «Μπροσούρα του Γιούνιους». Εκεί ανέλυσε τα αίτια του πολέμου, αποκαλύπτοντας τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς που είχαν οδηγήσει σε αυτόν και αναπτύσσοντας τις θέσεις της για την τακτική της επαναστατικής πτέρυγας της σοσιαλδημοκρατίας.

Η Λούξεμπουργκ ήρθε σε σύγκρουση και με τον Λένιν, σε έναν αριθμό θεμάτων. Αρκετά διορατική, αντιλήφθηκε τον κίνδυνο του γραφειοκρατικού εκφυλισμού που απειλούσε τη νεαρή Ρωσική Επανάσταση.

Πάνω σε αυτό, επέκρινε τον Λένιν ότι με τη συγκεντρωτική οργανωτική του αντίληψη μπορούσε να υποθάλψει μια τέτοια εξέλιξη (γι’ αυτές τις απόψεις της παραγκωνίστηκε και συκοφαντήθηκε αργότερα από τους απολογητές του σταλινισμού). Υπήρξαν όμως και θέσεις της που δεν επαληθεύτηκαν, όπως η εναντίωσή της στην αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών, την οποία στήριζε στο επιχείρημα ότι η τάση του ιμπεριαλισμού για διαρκή όξυνση της καταπίεσης έκανε αδύνατη την εφαρμογή της.

Μετά την απελευθέρωσή της, το 1918, η Λούξεμπουργκ πήρε και αυτή δραστήρια μέρος στα επαναστατικά γεγονότα. Ταυτόχρονα προσπάθησε να προλάβει τις βεβιασμένες ενέργειες των Σπαρτακιστών που οδήγησαν στην πρόωρη σύγκρουση του Ιανουαρίου 1919, με αναπόφευκτη έκβαση την ήττα.

Το τελευταίο άρθρο της, «Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο», είναι ένα συνταρακτικό ντοκουμέντο. Διαισθανόμενη το τέλος της να πλησιάζει, μετά το θρίαμβο της αντίδρασης, αναλύει εκεί τα λάθη του κινήματος, χωρίς να εγκαταλείπει ούτε στιγμή την ιστορικά αισιόδοξη προοπτική της. Οικτίρει προκαταβολικά τους διώκτες της:

«Ω, ηλίθιοι λακέδες! Η «τάξη» σας είναι χτισμένη πάνω στην άμμο. Αύριο η επανάσταση θα «σηκωθεί ξανά», υψώνοντας την κλαγγή των όπλων της. Τρομαγμένοι θα ακούσετε το νικητήριο σάλπισμά της: Ημουν, είμαι και θα είμαι!».

* Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Μαρξιστική Σκέψη».

Luxemburg-tomb

Δες:  Η μοιραία αλλά άγνωστη Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ

 https://kars1918.wordpress.com/2013/03/01/brzesc-litewski/

32 Σχόλια

  1. Χαρακτηριστικός είναι ο ύμνος των μαχνοβιτών της περιοχής του Ντονιέτσκ-Μαριούπολη (νοτιοανατολική Ουκρανία), όπου αναφέρεται αποδοκιμαστικά η παράδοση της περιοχής από τον Λένιν στους Γερμανούς την άνοιξη του ’18.

    Μεταξύ άλλων αναφέρει:

    Μαχνοβτσίνα Μαχνοβτσίνα,
    μαύρα λάβαρα βαμμένα.
    Μαύρα είναι από τον πόνο,
    κόκκινα από το αίμα.

    Ο Λένιν μας έδωσε στους Γερμανούς.
    Το φθινόπωρο η Μαχνοβτσίνα
    στον αέρα τους σκορπά.

    Του Ντενίκιν οι Λευκορώσοι
    στην Ουκρανία τραγουδούν
    γρήγορα οι Μαχνοβίτες
    στον αέρα τους σκορπούν.

    Μαύρος στρατός των ανταρτών
    μάχεται στην Ουκρανία
    στρατούς Κόκκινων-Λευκών

    ………….

    Για το μαχνοβίτικο κίνημα δείτε εδώ: http://pontosandaristera.wordpress.com/2010/01/21/greeks-in-machnovtsina/

  2. Σπαρτακιστής on

    Το αφιερώνω στο σύντροφο Λένιν που πούλησε λαούς και κινήματα για να κάθεται άνετα στηνκαρέκλα του:
    Η περιγραφή του Μαγιακόφσκι ταιριάζει στον τρόπο που οι επαγγελματίες κομματάνθρωποι έκλεψαν τα πάντα από την εργατική τάξη… και στη συνέχεια τον οδήγησαν κι αυτόν στην αυτοκτονία:
    ——————————————————-

    Τη πρώτη νύχτα πλησιάζουνε
    και κλέβουν ένα λουλούδι
    από τον κήπο μας
    και δε λέμε τίποτα.

    Τη δεύτερη νύχτα δε κρύβονται πλέον
    περπατούνε στα λουλούδια,
    σκοτώνουν το σκυλί μας
    και δε λέμε τίποτα.

    Ώσπου μια μέρα
    -την πιο διάφανη απ” όλες-
    μπαίνουν άνετα στο σπίτι μας
    ληστεύουν το φεγγάρι μας
    γιατί ξέρουνε το φόβο μας
    που πνίγει τη φωνή στο λαιμό μας.

    Κι επειδή δεν είπαμε τίποτα
    πλέον δε μπορούμε να πούμε τίποτα.

    Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

  3. εκ μέρους σας on

    ___________________________________________________________________
    Λένιν: …καταλαμβάνουμε την εξουσία εκ μέρους τους
    —————————————————————————————–

    Γράμμα στα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, του Β.Ι. Λένιν

    » Εάν καταλάβουμε την εξουσια σήμερα, την καταλαμβάνουμε όχι εναντίον των Σοβιέτ αλλά εκ μέρους τους«.

    Με αφορμή την επέτειο θανάτου του Βλαντίμιρ Ιλίτς Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924), ηγέτη της Ρωσικής Επανάστασης και του μπολσεβικικού κόμματος, το tvxs.gr αναδημοσιεύει από το Ελληνικό Αρχείο Μαρξιστών την επιστολή του στα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, κείμενο που γράφτηκε στις 24 Οκτωβρίου του 1917. Πρόκειται για το τελευταίο γραπτό κείμενο πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917.

    «Σύντροφοι, Γράφω αυτές τις γραμμές το απόγευμα της 24ης. Η κατάσταση είναι κρίσιμη στο έπακρο. Στην πραγματικότητα είναι τώρα απολύτως σαφές ότι το να καθυστερήσουμε την εξέγερση θα είναι μοιραίο.

    Με όλη μου την δύναμη ωθώ τους συντρόφους να καταλάβουν ότι όλα κρέμονται τώρα από ένα νήμα’ ότι ερχόμαστε αντιμέτωποι με προβλήματα που δεν πρόκειται να λυθούν από τις διασκέψεις ή τα συνέδρια (ακόμα και από τα συνέδρια των Σοβιέτ), αλλά αποκλειστικά από τους λαούς, από τις μάζες, από τον αγώνα του ένοπλου λαού.

    Η αστική επίθεση των Κορνιλοβιτών και η απομάκρυνση του Βερκχόφσκι δείχνουν ότι δεν πρέπει να περιμένουμε. Πρέπει με οποιοδήποτε κόστος, αυτό το ίδιο απόγευμα, αυτή την ίδια η νύχτα, να συλλάβουμε την κυβέρνηση,αφού πρώτα έχουμε αφοπλίσει τους μαθητές της στρατιωτικής σχολής ανώτερων αξιωματικών ( νικώντας τους, εάν αντισταθούν), και πάει λέγοντας.

    Δεν πρέπει να περιμένουμε! Μπορεί να χάσουμε τα πάντα!

    Η αξία της άμεσης κατάληψης της εξουσίας θα είναι η υπεράσπιση του λαού (όχι του συνεδρίου, αλλά του λαού, του στρατού και των αγροτών αρχικά) από την κυβέρνηση των Κορνιλοβιτών, η οποία έδιώξε τον Βερκχόφσκι και εκκόλάψε μια δεύτερη πλεκτάνη τύπου Κόρνιλοβ.

    Ποιος πρέπει να πάρει την εξουσία;

    Αυτό δεν είναι σημαντικό αυτή τη στιγμή. Αφήστε την Επαναστατική Στρατιωτική Επιτροπή να το κάνει, ή «κάποιο άλλο ίδρυμα» το οποίο θα διακυρήξει ότι θα αφήσει την εξουσια μόνο στους αληθινούς αντιπροσώπους των ενδιαφερόντων του λαού, των ενδιαφερόντων του στρατού (την άμεση πρόταση για ειρήνη), τω ενδιαφερόντων των αγροτών (η γη να δοθεί αμέσως και η ιδιωτική ιδιοκτησία να καταργηθεί), των ενδιαφερόντων αυτών που λιμοκτονούν.

    Όλες οι περιοχές, όλα τα συντάγματα, όλες οι δυνάμεις πρέπει να κινητοποιηθούν αμέσως και πρέπει αμέσως να στείλουν τις αντιπροσωπείες τους στην Επαναστατική Στρατιωτική Επιτροπή και στην Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων με την επίμονη απαίτηση οτι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφεθεί η εξουσία στα χέρια του Κερένσκι και Σια μέχρι την 25η’ κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις’ το θέμα πρέπει να αποφασιστεί σίγουρα αυτό το ίδιο απόγευμα, ή αυτήν την ίδια την νύχτα.

    Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει τους επαναστάτες για τη χρονοτριβή τους όταν μπορούσαν να είναι νικηφόροι σήμερα (και βεβαίως θα είναι νικηφόροι σήμερα), ενώ διακινδυνεύουν πολύ αύριο, στην πραγματικότητα, αυτοί διακινδυνεύουν να χάσουν τα πάντα.

    Εάν καταλάβουμε την εξουσια σήμερα, την καταλαμβάνουμε όχι εναντίον των Σοβιέτ αλλά εκ μέρους τους.

    Η κατάληψη της εξουσίας είναι δουλειά της εξέγερσης’ ο πολιτικός σκοπός της θα γίνει σαφής μετά από την κατάληψη.

    Θα ήταν μια καταστροφή, ή μια καθαρή τυπικότητα, να περιμένουμε τη διστακτική ψηφοφορία της 25ης Οκτωβρίου. Ο λαός έχει το δικαίωμα και είναι δεσμευμένος με το καθήκον να αποφασίσει τέτοιες ερωτήσεις όχι από μια ψηφοφορία, αλλά από την δύναμη’ στις κρίσιμες στιγμές της επανάστασης, ο λαός έχει το δικαίωμα και είναι δεσμευμένος με το καθήκον να δώσει τις κατευθύνσεις στους αντιπροσώπους του, ακόμη και στους καλύτερους αντιπροσώπους του, και να μην τους περιμένει.

    Αυτό αποδεικνύεται από την ιστορία όλων των επαναστάσεων’ και θα ήταν ένα άπειρο έγκλημα εκ μέρους των επαναστατών αυτών να αφήσουν την ευκαιρία να χαθεί, ξέροντας ότι η σωτηρία της επανάστασης, η προσφορά της ειρήνης, η σωτηρία του Πέτρογκραντ,η σωτηρία από την πείνα, η μεταφορά της γης στους αγρότες εξαρτάται από αυτούς.

    Η κυβέρνηση είναι ετοιμόρροπη. Πρέπει να δοθεί το τελειωτικό χτύπημα με οποιοδήποτε κόστος. Tο να καθυστερήσουμε την ενέργεια αυτή είναι μοιραίο».

    Γράφτηκε: 24 Οκτωβρίου (6 Νοεμβρίου), 1917
    Πηγή: Ολοκληρωμένα Έργα του Λένιν, Εκδότες Progress, Μόσχα, αριθμ. 26, 1972, σελ. 234-235
    Αγγλική Μετάφραση: Yuri Sdobnikov και George Hanna, επιμέλεια George Hanna
    Ελληνική Μετάφραση: Λεωνίδας
    HTML Markup: Aντώνης Μεγρέμης για το ελληνικό Αρχείο των Μαρξιστών στο Internet

    Πηγή: Ελληνικό Αρχείο Μαρξιστών

  4. Καραϊσκάκης on

    ΥΠΑΛΛΗΛΑΡΑ

    Εμφανίστηκαν
    νέοι
    Καλοαναθρεμμένοι άνθρωποι –
    του ΜΟΠΡ
    σήματα χρυσά
    Του στολίζουν το στήθος.
    Κομματικό κουνούπι
    από το ΜΚΚ
    δεν θ’ αγγίξει
    Του παλικαριού
    τη μύτη:
    Έγκαιρα
    είναι γραμμένη
    άλλη γραμμή
    συνδικαλιστική
    και κομματική
    και άλλη συνδρομή.

    Τίμιος είναι,
    σαν τίμιο βόδι.
    Στη θέση
    τη δική του
    ρίζωσε
    και τίποτα
    δε βλέπει
    πέρα
    Απ’ τη δική του μύτη.
    Τον κομμουνισμό
    τον έμαθε απ’ το βιβλίο.
    παπαγαλίζοντας κάθε «ισμό»,
    αυτός
    τέλειωσε για πάντα
    με τις σκέψεις
    για τον κομμουνισμό!

    Γιατί να κοιτάξει παραπέρα;!
    Την εγκύκλιο
    θα καθίσει
    να περιμένει.
    -Εμείς, λοιπόν,
    δε χρειάζεται
    να σκεφτούμε,
    ‘όταν
    σκέφτονται οι ηγέτες.
    Των μικροεργασιών
    τις παρωπίδες
    τις φόρεσε
    στα δυό του
    μάτια,
    για να δουλεύει
    πιο καλά,
    ήσυχα
    και στενοκέφαλα.

    Ημέρα – σταθμός
    σπατάλης και κολακείας,
    ημέρα,
    με πεδίο για τους γλείφτες, –
    αυτό
    είναι γι’ αυτόν
    ο πιο καλός
    σοσιαλισμός.
    Της κομμούνας
    το δρόμο
    δεν θα περάσεις
    μ’ αυτό το ψωράλογο,
    λες κι έχει γίνει
    ειδικά
    για υπαλληλικές δουλίτσες.

    Λάμπουν
    τα σήματα τα χρυσά,
    περήφανα,
    φουσκώνουν
    τα στήθη,
    κυκλοφορούν
    σιωπηλά
    οι νέοι
    προσαρμοσμένοι άνθρωποι.
    Στα κούτσουρα
    Ρίχνουν άγκυρα
    εκεί
    που τα νερά είναι ήρεμα…
    Και τον τοίχο
    διακοσμούν
    ο Καρλ κι ο Μαρλ και τα γενάκια.
    Κι εμείς παιδευόμαστε μην ξέροντας,
    τι να την κάνουμε
    την τιμιότητά τους:
    Κομσομόλε,
    που ζεις
    σ’ αυτή την ηλικία,
    το οχτωβριάτικο
    όζο
    ανασαίνοντας,
    να θυμάσαι,
    πώς κάθε μέρα –
    είναι σταθμός,
    για του στόχου
    το δρόμο
    καθώς προχωράς.

    Δεν είναι δικοί μας –
    αυτοί
    που στα πισινά του χρόνου
    κόλλησαν
    τα κεφάλια τους
    σαν σε μέλι,
    να είσαι κομμουνιστής –
    σημαίνει ν’ αποτολμάς,
    να σκέφτεσαι,
    να θέλεις,
    να μπορείς.
    Σε μας
    ακόμα
    Εδέμ και Παράδεισος δεν είναι –
    η μικροαστική
    αράχνη η μουχλιασμένη.
    Δουλεύοντας,
    τα μικροπράγματα να συγκρίνεις,
    με τον τεράστιο
    στόχο που έχουμε βάλει.

    (μτφ. Χρήστος Τρικαλινός
    Από τον ιστότοπο: Πολιτικό Καφενείο)

    ………………………………………….. …………………………

    Σε όλους

    Για το θάνατό μου μην κατηγορήσετε κανένα
    και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά.
    Το απεχθανόταν αυτό φοβερά ο μακαρίτης.
    Μητέρα, αδελφές και σύντροφοι, συγχωρέστε με- αυτός δεν είναι τρόπος-
    (δεν τον συμβουλεύω σε άλλους)
    μα δεν έχω διέξοδο. Λίλια αγάπαμε.

    Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι
    η Λίλια Μπρικ, η μητέρα, οι αδελφές και η
    Βερόνικα Βιτόλοτοβα Πολόνσκαγια.
    Αν τους εξασφαλίσεις μια υποφερτή ζωή,ευχαριστώ.
    Τ’ αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ.
    Αυτοί θα τα ξεδιαλύνουν.
    “Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν” καθώς λεν
    και εμείς ας πούμε
    τη βάρκα του έρωτα
    τη συνέτριψε η ζωή.
    Είμαστε πάτσι τώρα οι δυό μας
    και δεν έχει νόημα να καταγραφούνε
    κάθε αμοιβαίος πόνος, συμφορά και προσβολή.
    Να ‘στε καλά.
    Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

    Υστερόγραφο 12.IV.30

    Σύντροφοι της ΡΑΠΠ. Μη με θεωρήσετε λιγόψυχο.
    Σοβαρά, τίποτα δεν μπορεί να γίνει.
    Γειά σας.
    Πέστε του Γιερμίλοφ, λυπάμαι που έβγαλα το σύνθημα,
    έπρεπε να συνεχίσω τον καυγά ως το τέλος.
    Β.Μ.
    Στο τραπέζι μου είναι 2.000 ρούβλια – δώστε τα
    στην Εφορία.
    Τα υπόλοιπα πάρτε τα απ’ τις Κρατικές Εκδόσεις.
    Β.Μ.

    Ο «Ρωσικός Σύνδεσμος Προλεταρίων Συγγραφέων» στη νέα «μετοίκιση» του μεγάλου ποιητή της Σοβιετικής Επανάστασης αυτό που αμήχανα μπόρεσε να ψελλίσει ήταν πως «δεν έχει καμιά σχέση». Οι κομματικοί εξουσιαστές απέδωσαν την αυτοκτονία σε λόγους προσωπικούς («ερωτική απογοήτευση»). Ο σοβιετικός τύπος επιτέθηκε χαρακτηρίζοντάς τον ποιητή «Φορμαλιστή», «Συνοδοιπόρο» και όχι «Καλλιτέχνη του Λαού». Η Λίλια Μπρικ γράφει στο Στάλιν ζητώντας του την αποκατάσταση του Μαγιακόβσκη. Ο Στάλιν ανταποκρινόμενος τον αποκαλεί «καλύτερο και πιο ταλαντούχο ποιητή της σοβιετικής μας εποχής». Αυτό είναι ο «δεύτερος θάνατος του Μαγιακόβσκη» θα πεί ο φίλος του Μπόρις Πάστερνακ. Ιδρύματα, δρόμοι και πλατείες παίρνουν το όνομα του. «Πετρωμένος» πια ο ποιητής μπορεί να σωπαίνει…

    Ο υπεραισιόδοξος φουτουρισμός του Μαγιακόβσκη απαίτησε από νωρίς την αυτο-πυρπόληση του ποιητή που ένιωθε να σηκώνει δυο αβάστακτα φορτία. Την επαναστατική απελπισία και την απελπισία της επανάστασης.. Το νεανικό του έργο «Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Μια τραγωδία» ήταν φαίνεται η δραματουργική προαναγγελία τούτης της αυτο-πυρπόλησης που ως εντελέχεια αμετάκλητη κορυφώθηκε τελεσίδικα στη στιγμή του αυτο-πυροβολισμού.

  5. Κονδύλης on

    …………….
    μια διαμάχη μεταξύ αυτών των δύο διαφορετικών αντιλήψεων πάνω σε μια συγκλονιστική φράση του Καρλ Μαρξ:

    «Κάθε καινούργια τάξη, που παίρνει τη θέση της τάξης που κυριαρχούσε πριν από αυτήν, είναι υποχρεωμένη, και μόνο για να πετύχει τους σκοπούς της, να παρουσιάσει το συμφέρον της σαν κοινό συμφέρον όλων των μελών της κοινωνίας ή, για να εκφράσουμε τα πράγματα στο πεδίο των ιδεών, αυτή η τάξη είναι υποχρεωμένη να δώσει στις σκέψεις της τη μορφή της καθολικότητας, να τις παρουσιάσει σαν τις μόνες λογικές, σαν τι μόνες με καθολική ισχύ. Από το γεγονός και μόνον ότι αντιμετωπίζει μια άλλη τάξη, η επαναστατική τάξη παρουσιάζεται αμέσως όχι σαν τάξη αλλά σαν ν’ αντιπροσωπεύει ολόκληρη την κοινωνία, εμφανίζεται σαν ολόκληρη η μάζα της κοινωνίας απέναντι στη μόνη κυρίαρχη τάξη» (Η Γερμανική ιδεολογία).

    Γνωρίζουμε ότι ο Μαρξ αποκαλούσε «ιδεολογία» αυτήν ακριβώς την −από αξίωση κυριαρχίας ορμώμενη− παρουσίαση του μερικού συμφέροντος μιας τάξης σαν καθολικού. Γνωρίζουμε ακόμη ότι ουσιαστικά γι’ αυτό το λόγο θεωρούσε την ιδεολογία ως μια μορφή «ψευδούς συνείδησης», εφόσον αυτή εκλαμβάνει ως καθολικό κάτι που στην πραγματικότητα είναι μερικό. Γνωρίζουμε τέλος ότι για το Μαρξ, η «ιδεολογία» θα εκλείψει χάρη στην τελική επιτυχία της προλεταριακής επανάστασης, επειδή υποτίθεται ότι το προλεταριάτο, αντίθετα απ’ όλες τις προηγούμενες επαναστατικές τάξεις στην ιστορία, δεν ενσαρκώνει ένα ψευδώς καθολικό συμφέρον αλλά το γνήσια καθολικό συμφέρον όλης της ανθρωπότητας – οπότε η κυριαρχία του δεν θα είναι τελικώς εξουσιαστική αλλά αμιγώς απελευθερωτική για όλη την οικουμένη.

    Κονδύλης
    Η θέση του Κονδύλη είναι σαφής. Αρνείται τον «οραματιστή» Μαρξ και τους επιγόνους του· απορρίπτει δηλαδή την ιδέα ότι είναι δυνατόν κάποια στιγμή να εκλείψει η ιδεολογία, δηλαδή η αξίωση κυριαρχίας και η εξουσία, στις οποίες στηρίζεται κάθε ιδεολογία. Δέχεται όμως την «επιστημονική» διαπίστωση του Μαρξ ότι η ιδεολογία γεννιέται από την αξίωση κυριαρχίας (η οποία κάποια στιγμή μετεξελίσσεται σε εξουσία), και εμβαθύνει σε αυτήν φτάνοντας μάλιστα έως του σημείου, γενικεύοντας υπέρμετρα, να συνταυτίζει «ιδεολογία», «κοσμοθεωρία» και «νοηματοδότηση» της ζωής.

    Κατ’ αυτόν, καίριο χαρακτηριστικό κάθε ιδεολογίας είναι μια ορισμένη «εννοιολογική δομή», η οποία θεμελιώνεται στη διαστολή μεταξύ «Εντεύθεν» και «Εκείθεν», ή με άλλα λόγια μεταξύ Πραγματικότητας και Οράματος. Δεδομένης αυτής της κοινής σε όλες τις ιδεολογίες «εννοιολογικής δομής», τα επιμέρους, διαφορετικά και πιθανώς αλληλοσυγκρουόμενα «περιεχόμενα» κάθε ιδεολογίας δεν έχουν για τον Κονδύλη καμμία ουσιαστική σημασία. Η αντιπαλότητα μεταξύ λ.χ. είτε δύο διαφορετικών θρησκειών, είτε μεσαιωνικού θεϊσμού και νεωτερικού αθεϊσμού, είναι κατ’ αυτόν μιά φαινομενική και τελικώς ψευδής αντιπαλότητα επιμέρους «περιεχομένων», η οποία αποκρύβει την θεμελιακή κοινότητά τους. Πού βρίσκεται, βαθύτερα ακόμη, αυτή η κοινότητα; Στο ότι τούτη η κοινή σε κάθε ιδεολογία δεν εκφράζει παρά μια «αξίωση κυριαρχίας». Πάντοτε; Πάντοτε. Σε όλες τις περιπτώσεις; Σε όλες τις περιπτώσεις. Γι’ αυτό, σύμφωνα με τον Κονδύλη, η καταδίκη π.χ. των Μέσων Χρόνων από το Διαφωτισμό δεν στηρίχθηκε σε επιστημονικές αλήθειες και ορθολογικά πορίσματα, όπως πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν, αλλά σε «ιδεολογικά πυροτεχνήματα» που επιστρατεύτηκαν για «πολεμικούς» σκοπούς. Τούτο φυσικά ισχύει, κατά τον Κονδύλη −και από εδώ ξεκινάει η διαμάχη του με τον Λυκιαρδόπουλο−, και για τα κάθε λογής καθολικά απελευθερωτικά Οράματα: όποια περιεχόμενα κι αν λαμβάνει η διαστολή μεταξύ «Εντεύθεν» και «Εκείθεν», στην οποία ριζώνουν, αποτελούν πάντοτε έκφραση μιάς «αξίωσης κυριαρχίας» και καταδυνάστευσης.
    ………………………..

    Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, «Σχόλιο στη διαμάχη Π. Κονδύλη – Γ. Λυκιαρδόπουλου», Αντίφωνο, 27 Ιανουάριος 2014 http://goo.gl/R5sF9X

  6. Ανδρέας Ζ. on

    Ανέκδοτο: O Λένιν στην Γενεύη

    Έγινε μια φορά μια μεγάλη δημοπρασία έργων τέχνης όπου είχαν μαζευτεί οι μεγαλύτεροι συλλέκτες όλου του κόσμου. Φυσικά δεν μπορούσε να λείπει και αυτός που είχε συγκεντρώσει τα περισσότερα έργα τέχνης στον κόσμο. Άρχισε η δημοπρασία και το πρώτο έργο ήταν ένας πίνακας του Ρέμπραντ που τον είχε φτιάξει όταν είχε ιλαρά. Σηκώνεται τότε πάνω ο μεγάλος
    συλλέκτης και με ύφος περιφρονητικό λέει:
    – Σιγά το έργο, εγώ έχω τον πίνακα του Ρέμπραντ που τον είχε φτιάξει και με αφθώδη πυρετό! Αυτό εδώ δεν αξίζει μία!

    Το επόμενο έργο ήταν ένας πίνακας του Πικάσο που τον είχε ζωγραφίσει σε ηλικία 10 ετών.
    Πετάγεται πάλι πάνω ο μεγάλος συλλέκτης και με το ίδιο ύφος λέει:
    – Σιγά τον πίνακα, έχω όλα τα έργα του Πικάσο που τα είχε ζωγραφίσει από τα πέντε του μέχρι και τα εννιά του!

    Νευριασμένος τότε ένας άλλος συλλέκτης σηκώνεται πάνω και του λέει:
    – Καλά, ρε φίλε, εσύ που έχεις όλους τους πίνακες, τον ‘Λένιν στη Γενεύη’ τον έχεις;
    – Τι είναι αυτό; Που βρίσκεται; αναφωνεί κατάπληκτος ο μεγάλος συλλέκτης.
    – Στο μουσείο της Καζαμπλάνκα, του απαντούν.

    Αμέσως ο μεγάλος συλλέκτης βάζει τα τσιράκια του να βρουν το τηλέφωνο του μουσείου. Τελικά παίρνει τηλέφωνο:
    – Γεια σας, ενδιαφέρομαι για έναν πίνακα σας, τον ‘Λένιν στη Γενεύη’.
    – Μα δε γίνεται να σας τον δώσουμε, είναι μουσειακό κομμάτι, του απαντά ο διευθυντής του μουσείου.
    – Σας πληρώνω όσο-όσο, λέει ο συλλέκτης και ρίχνει τον διευθυντή.

    Μετά από λίγες μέρες φτάνει ο πίνακας στο σπίτι του συλλέκτη. Γρήγορα γρήγορα τον ανοίγει και τι βλέπει σοκαρισμένος; Βλέπει μια γυναίκα στα τέσσερα να την πηδάει ένας με μεγάλο μουστάκι. Παίρνει αμέσως τηλέφωνο αυτόν που του είχε πει για τον πίνακα:
    – Καλά ρε, με κορόιδεψες;
    – Για ποιο πράγμα μου μιλάς;
    – Για το Λένιν στη Γενεύη, τον πήρα και μου στείλανε έναν πίνακα με μια γυναίκα στα τέσσερα να το κάνει με ένα μουστακαλή!
    – Ε, αυτός είναι ο πίνακας.
    – Μα καλά, η γυναίκα ποια είναι;
    – Η γυναίκα του Λένιν.
    – Και ο μουστακαλής;
    – Ο Στάλιν.
    – Και ο Λένιν;
    – Στη Γενεύη!

    Σχόλιο από Ανδρέας Ζ.

  7. ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    του Δημήτρη Γρηγορόπουλου

    εφημερίδα ΠΡΙΝ, 26/1/2014

    Λένιν και Λούξεμπουργκ για τη δημοκρατία

    Ρόζα

    Τον Γενάρη συμπληρώθηκαν 95 χρόνια απ’ την άγρια δολοφονία της Λουξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ και 90 χρόνια απ’ το θάνατο του Λένιν.

    Η αναφορά στα τρία «Λ» της επανάστασης δεν γίνεται για λόγους επετειακών τιμών, τις οποίες δεν έχουν εξάλλου ανάγκη. Γίνεται πρωτίστως για να κεντριστεί ο στοχασμός μας αλλά και να γαλβανιστεί η ψυχή μας στους χαλεπούς καιρούς της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας απ’ την κορυφαία θεωρητική τους συνεισφορά, την τόσο αρμονικά συνταιριασμένη με την άκαμπτη αγωνιστική συνέπεια και τη γενναιότητα τους.Η ζωή και το έργο τους συνδέονται απ’ τον κοινό θεωρητικό και πολιτικό προσανατολισμό. Αφιερώνουν τη ζωή τους με αυτοθυσία στην επαναστατική αποστολή. Επιστέγασμα τους είναι η βάρβαρη δολοφονία της Ρόζας και του Λίμπκνεχτ απ’ τις συμμορίες του σοσιαλδημοκράτη Νόσκε, ο θάνατος του Λένιν στο κρίσιμο σταυροδρόμι της επανάστασης, φόρος στις κακουχίες και στις ασήκωτες ευθύνες στον απάτητο δρόμο για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας. Αντιτάσσονται στον Α ‘ Παγκόσμιο Πόλεμο κι αρνούνται να συναινέσουν στην αλληλοσφαγή των εργατών. Για τον αντιπολεμικό λόγο της στη Φραγκφούρτη, η Ρόζα καταδικάζεται σ’ ένα χρόνο φυλάκιση. Το 1914 Λούξεμπουργκ, Λίμπκνεχτ, Μέριγκ, Τσέτκιν καταψηφίζουν τις πολεμικές δαπάνες. Ο Λένιν, απ τη μεριά του, δεν αποδοκιμάζει απλώς τον πόλεμο αλλά προωθεί τον ντεφετισμό, για να μετατρέψει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε επαναστατικό εμφύλιο.

    Διεξάγουν αμείλικτη πάλη κατά της αστικής τάξης αλλά και εναντίον των ρεφορμιστικών ρευμάτων της Αριστεράς. Η Ρόζα γράφει το περίφημο έργο της Μεταρρύθμιση και επανάσταση, για να καταπολεμήσει το αναθεωρητικό ρεύμα Μπερνστάιν στους κόλπους του SPD. Απ’ τη μεριά του ο Λένιν είναι σε συνεχή αντιπαράθεση με τη ρωσική εξουσία, καταδικάζεται σε εξορία, είναι πρωταγωνιστής στη δράση και τη συγκρότηση της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, συνεργάζεται και διαφωνεί με τους μενσεβίκους και άλλα ριζοσπαστικά ρεύματα. Η Λούξεμπουργκ το 1907 παραδίδει μαθήματα πολιτικής οικονομίας στην κομματική σχολή. Στη βάση των παραδόσεων της εκδίδει το 1913 το έργο της Η συσσώρευση του κεφαλαίου.
    Ο Λένιν, αντίστοιχα, έπειτα από πολύχρονη ερευνητική εργασία σε συνθήκες φυλακής και εξορίας συγγράφει το έργο του Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία. Το έργο τυπώθηκε το 1899 σε νόμιμη έκδοση. Στη βάση της επιστημονικής ανάλυσης της οικονομίας απ’ τον Λένιν στηρίχτηκε η τακτική των μπολσεβίκων στην επανάσταση του 1905-1907. Λούξεμπουργκ και Λένιν διασταυρώνουν τα ξίφη τους στο θέμα της κομματικής οικοδόμησης. Η Λούξεμπουργκ, επαινώντας τη συνεισφορά του Λένιν στο Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω, επισημαίνει υπερσυγκεντρωτικές τάσεις στο ρωσικό κίνημα. Ιστορική έχει μείνει η διαφορά Λένιν και Λούξεμπουργκ για το θέμα της κατάργησης ή όχι της συντακτικής συνέλευσης. Η διαφορά αυτή διογκώνεται απ’ τον παλαιό και σύγχρονο ρεφορμισμό στην προσπάθεια του να αμαυρώσει τη σοσιαλιστική δημοκρατία και να προβάλει την ανωτερότητα της αστικής δημοκρατίας.

    Σε αφιερώματα στον Τύπο και το διαδίκτυο, για τη Λούξε­μπουργκ ιδίως, επιχειρείται απ’ τον ρεφορμιστικό χώρο η κάθετη αντιπαράθεση της με τον Λένιν. Στόχος η ιδεολογική (με την αντι-επιστημονική έννοια) ανάγνωση της ιστο­ρίας και η χρήση της για τη νομιμοποίηση,μέσω μιας μαρξίστριας του κύρους της Λούξεμπουργκ, της μεταρρύθμισης ένα­ντι της επανάστασης με αξία χρήσης για τη συγκυρία.

    Οι ανα­λύσεις τους δεν είναι πρωτότυπες. Θεωρη­τική μήτρα τους είναι οι οι αναλύσεις του Πουλατζά, αν και είναι σα­φώς πιο προωθημένες απ’ τον αγοραίο ρεφορμισμό των επιγόνων.
    Συγκεκριμένα, επι­καλείται την κριτική της Λούξεμπουργκ στον Λένιν για την κατάλυση της αντιπροσωπευ­τικής δημοκρατίας, αποπέμποντας τη συντα­κτική συνέλευση που είχε εκλεγεί λίγο μετά τη νίκη της επανάστασης και στην οποία οι μπολσεβίκοι ήταν μειοψηφία. Στη δυσπιστία του Λένιν για την αντιπροσωπευτική δημο­κρατία είναι εγγεγραμμένη κατά τον Πουλα­τζά η γενικότερη δυσπιστία του για πς πολιτι­κές ελευθερίες, για τον πολυκομματισμό, αλ­λά και η γραφειοκρατικοποίηση, η υποβάθ­μιση τελικά και των ίδιων των σοβιέτ, η περι­θωριοποίηση και των εργατικών συμβουλί­ων και των άλλων εργατικών θεσμών, η εργαλειακή αντίληψη για το κράτος, η εξωτερικότητα των λαϊκών μαζών και των αγώνων τους ως προς αυτό. Η απολυτοποίηση της αντιπροσωπευτικής αστικής δημοκρατίας ως κριτηρίου ορθότητας των θεωριών περί κράτους προδίδει τις αστικές πολιτικές προ­καταλήψεις του Πουλατζά και πολύ περισσό­τερο βέβαια των σύγχρονων θαυμαστών του.
    Προβάλλεται η γνωστή αντίληψη που το­ποθετεί στον Λένιν και στην επαναστατική αντίληψη τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό του επαναστατικού καθεστώτος.

    Αν και ο Πουλατζάς δεν ταυτίζει τη σκέψη και τη δράση του Λένιν με το γραφειοκρατικό μόρφωμα, απ’ την άλλη δεν το ανάγει σε απλή παρέκκλι­ση απ’ τις λενινιστικές αντιλήψεις ούτε στις ιστορικές ιδιομορφίες της τσαρικής Ρωσίας που είχε ν’ αντιμετωπίσει ο Λένιν, αλλά το­ποθετεί τη φύτρα του στον Λένιν, όχι όμως και στον Μαρξ, υιοθετώντας και τη γνωστή αντίληψη του αναθεωρητισμού για τη δια­φοροποίηση Λένιν και Μαρξ.
    Ποια είναι η αλήθεια; Η Ρόζα δεν κατη­γορεί τον Λένιν γιατί στηρίχθηκε στη δημο­κρατία των συμβουλίων καταργώντας τους αστικούς αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, των οποίων τη διατήρηση και τον «ριζο­σπαστικό μετασχηματισμό» θεωρεί ανα­γκαία η αναθεωρητική αντίληψη. Η Ρόζα εκφράζει το φόβο μήπως με την κατάργη­ση της συντακτικής συνέλευσης τα σοβιέτ απολυτοποιηθούν ως μοναδική αντιοροσώπευση των μαζών χωρίς να υπάρξει γενική αντιπροσώπευση του πληθυσμού. Γράφει η Λούξεμπουργκ στη «Ρωσική επανάσταση»: «Ο Λένιν και ο Τρότσκι, αρνούμενοι τα αντιπροσωπευτικά σώματα που βγήκαν από τις γενικές λαϊκές εκλογές, εγκατέστησαν τα σοβιέτ ως τη μοναδική γνήσια αντιπρο­σώπευση των εργα­ζόμενων μαζών. Αλ­λά με την κατάπνιξη της πολιτικής ζω­ής σ’ όλη τη χώρα, η ζωή των ίδιων των σοβιέτ δεν θα μπορέ­σει να ξεφύγει από εκτεταμένη παράλυση. Δίχως γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευ­θερία Τύπου και συγκεντρώσεων, χωρίς ελεύθερη διαπάλη των διάφορων απόψε­ων, η ζωή σβήνει σε κάθε πολιτικό θεσμό και θριαμβεύει μόνη η γραφειοκρατία».

    Η Λούξεμπουργκ δεν ταυτίζει τη γενι­κή αντιπροσώπευση με κάποιο τύπο αστι­κής βουλής αλλά μ’ ένα είδος αντιπροσω­πευτικού οργάνου από γενικές εκλογές, που θα συνυπάρχει αρμονικά με τα επαναστατικά σοβιέτ, χωρίς όμως να καθορίζει επακρι­βώς τη σχέση τους.
    Γενική όμως αντιπροσώπευση υπήρχε στο σύστημα των σοβιέτ με την καθιέρωση του πανρωσικού συνεδρίου των σοβιέτ.

    Το πρώτο συνέδριο συνήλθε προεπαναστατικά (3 Ιουνίου 1917) δημιουργώντας το γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο του συστήματος των σοβιέτ και αντικαθιστώντας σ’ αυτό το ρόλο τα σοβιέτ Πετρούπολης και Μόσχας, που άτυπα αποτελούσαν το κεντρικό όργα­νο, ένα είδος κυβέρνησης των σοβιέτ, όπως έλεγε ο Λένιν.
    ΛένινΤο δεύτερο συνέδριο των σο­βιέτ συνέρχεται μετεπαναστατικά (25 Οκτω­βρίου) με πλειοψηφία τους μπολσεβίκους. Όσο η επανάσταση εξαπλώνεται, το σύστη­μα των σοβιέτ εξαπλώνεται επίσης αγκαλιά­ζοντας τη χώρα, ενώ συνέδρια συγκαλού­νται περισσότερα από ένα το χρόνο (στις 23 Ιανουαρίου 1918 συγκαλείται το τρίτο συνέ­δριο των σοβιέτ). Αν θα έπρεπε να καταργηθεί η συντακτική συνέλευση είναι ιστορικό θέμα, που για να αξιολογηθεί θα πρέπει να υπολογιστούν και να εκτιμηθούν οι όροι της συ­γκυρίας. Τα επιχειρήματα των μπολσε­βίκων φαίνονται βάσιμα: Οι εκλογές για τη συντακτική συνέλευση πραγματοποι­ήθηκαν με νόμο που έφερνε σε μειονε­κτική θέση τους υποστηρικτές της σο­βιετικής εξουσίας, με προεπαναστατι­κούς εκλογικούς καταλόγους, η σοβιε­τική εξουσία δεν είχε επικρατήσει ή δεν είχε εδραιωθεί σ’ ολόκληρη την αχανή χώρα κ.ο.κ. Εξάλλου η συντακτική συ­νέλευση αρνήθηκε να συνεργαστεί και να υιοθετήσει τις αποφάσεις των σοβι­έτ. Αποδείχτηκε ιστορικά αναντίστοιχη με τη νικηφόρα επανάσταση, γι’ αυτό και το συνέδριο των σοβιέτ, ως κυρίαρ­χο και αντιπροσωπευτικό όργανο τους, ζήτησε την έκπτωση της. Και εν πάση περι­πτώσει είναι άλλο πράγμα η σκοπιμότητα ή όχι της κατάργησης της συντακτικής συνέλευσης και άλλο η ύπαρξη γενικής αντιπρο­σώπευσης, που υπήρχε πάντως με τη μορ­φή των συνεδρίων των σοβιέτ.

    Η έκπτωση της συντακτικής συνέλευ­σης καθόλου δεν κατέπνιξε την πολιτική ζωή στα σοβιέτ, όπως φοβόταν η Λουξε­μπουργκ, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια. Το συνέδριο των σοβιέτ συνδυάζει την κα­τοχή, σε αντιδιαστολή με το αστικό κρατι­κό σύστημα, της νομοθετικής και της εκτε­λεστικής εξουσίας, ορίζει την κυβέρνηση, που ονομάστηκε σοβιέτ των επιτρόπων του λαού (Σοβναρκόμ), εντεταλμένη να εφαρ­μόζει τις αποφάσεις του ανώτατου σοβι­έτ. Με αποφάσεις των πρώτων συνεδρίων των σοβιέτ, τα σοβιέτ όλων των μορφών αναγνωρίζονται σαν πηγή και κάτοχοι της νέας εξουσίας. Είναι απολύτως κυρίαρχα όσον αφορά τα προβλήματα τοπικού χα­ρακτήρα, έχουν όμως και γενικά καθήκο­ντα, όπως η διάλυση των αντεπαναστατικών οργανώσεων, η δήμευση των περιου­σιών, η συμβολή στο σχεδιασμό της οικο­νομικής πολιτικής κ.ο.κ.

    Δεν επαληθεύτηκαν επίσης (πάντα όσον αφορά τα πρώτα χρόνια) οι φόβοι της Ρόζας ότι η έκπτωση της συντακτικής συνέλευσης και η κατάργηση των γενικών εκλογών αστικο-κοινοβουλευτικού τύπου οδηγούν στο μονοκομματισμό, στην κατάπνιξη της πολιτικής ζωής στα ίδια τα σοβιέτ και σε κάθε πολιτικό θεσμό, στην κατάργηση της ελευθερίας του Τύπου, των συγκεντρώσεων, της ελεύθερης διαπάλης ιδεών.
    Γενική εκπροσώπηση υπάρχει με την εκλογή απ’ το σύνολο των σοβιέτ αντιπρο­σώπων που συγκροτούν το συνέδριο των σο­βιέτ (ανώτατο σοβιέτ). Το όργανο αυτό είναι κυρίαρχο, συνδυάζει νομοθετικές και εκτε­λεστικές εξουσίες, είναι κατά πολύ υπέρτερο απ’ τα υποβαθμισμένα και υποκείμενα στην εκτελεστική εξουσία αστικά κοινοβούλια. Και το κυριότερο, δεν αποξενώνεται απ’ την κοι­νωνία όπως τα αστικά κοινοβούλια, που επι­κοινωνούν μέσω των κομμάτων με τους πο­λίτες στις εθνικές εκλογές, αλλά και στρεβλώ­νουν τη λαϊκή ετυμηγορία.

    Παράλληλα, με ης ενισχυμένες αρμοδιότητες των σοβιέτ και των άλλων θεσμών εξασφαλίζεται μια μορφή άμεσης δημοκρατίας. Αυτή θα ενισχύεται με την ανάληψη όλο και περισσότερων εξουσι­ών όσο θα αναβαθμίζεται και θα οδεύει προς την απονέκρωση της η εργατική δημοκρατία.
    Στο σύνολο της άρθρωσης της συμβουλιακής (σοβιετικής) δημοκρατίας, απ’ το ερ­γοστασιακό σοβιέτ ως την ανώτατη συνέλευ­ση των σοβιέτ, ισχύουν οι βασικές αρχές του προλεταριακού κράτους που πρωτοεφαρμόστηκαν στην Παρισινή Κομμούνα, σαν δι­κλείδα ασφαλείας κατά της γραφειοκρατί­ας: η εκλογιμότητα όλων των εκλεγμένων, ο διαρκής έλεγχος τους, η ανακλητότητα, η εναλλακτικότητα.
    Απ’ την άλλη, μετά την επανάστα­ση οι μπολσεβίκοι απέκτησαν μεν την πλειοψηφία στο συνέδριο των σοβι­έτ, όμως και τα άλλα κόμματα δρού­σαν ελεύθερα. Μάλιστα, οι αριστεροί εσέροι συμμετείχαν στη σοβιετική κυ­βέρνηση μέχρι τη συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ. Δεν υπήρξε νόμος κατάρ­γησης του πολυκομματισμού. Η κα­τάργηση των κομμάτων είναι απόρ­ροια της εχθρικής στάσης τους απέ­ναντι στη σοβιετική εξουσία στη δι­άρκεια του εμφυλίου.

    Η δημοκρατία των συμβουλίων εξασφαλίζει τη δυνατότητα άσκησης των δημοκρατικών ελευθεριών απ’ τους εργαζόμενους στο πλαίσιο βέ­βαια της σοσιαλιστικής νομιμότη­τας. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν μό­νο το δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης, δραστηριότητας, εκδηλώσεων και συγκε­ντρώσεων αλλά τους εξασφαλίζεται και η δυνατότητα άσκησης αυτών των ελευθε­ριών με πρόσβαση στα μαζικά μέσα ενη­μέρωσης, στο υλικό προπαγάνδας, στην εξασφάλιση αιθουσών και ανοιχτών χώ­ρων συγκέντρωσης κ.ά. Μέχρι τον εμφύ­λιο, αλλά σ’ ένα βαθμό και στη διάρκεια του, κυκλοφορούσαν ελεύθερα εφημερί­δες όλων των πολιτικών αποχρώσεων. Εί­ναι χαρακτηριστικό ότι οι μπολσεβίκοι, ενώ είχαν απαγορεύσει την έκδοση της εφημερίδας των μενσεβίκων, μετά τον Ιού­νη του 1918 και το 1919 επέτρεψαν την έκδοση της. Ακόμη και για το πολυσυζη­τημένο θέμα αν παραχωρούνται δημοκρα­τικά δικαιώματα στους αστούς, ο Λένιν τό­νιζε ότι δεν είναι θέμα αρχής αλλά θέμα συσχετισμού δυνάμεων.

    Η στρατηγική ανατροπής του καπιταλισμού
    ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ, ΟΧΙ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΜΕΣΩ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΩΝ

    Την κριτική της Ρόζας Λούξε­μπουργκ για την έκπτωση της συντακτικής συνέλευσης την ταυτίζει ο δεξιός και αριστερός ρεφορμισμός, στα χνάρια του Πουλατζά, με την αστικοκοινοβουλευτική αντιπροσώπευση, ενώ η Ρόζα την αντιλαμ­βανόταν ως στοιχείο της συμβουλιακής δια­δικασίας. Τη λενινιστική εχθρότητα υποτίθε­ται προς την αντιπροσωπευτική δημοκρατία αξιοποιούν και σήμερα αυτά τα ρεύματα, για να αναιρέσουν την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και να αναδείξουν τον ρε­φορμιστικό δρόμο. Με βάση αυτή την αντί­ληψη, κατασκευάζουν μιαν αυθαίρετη συλ­λογική σύνθεση. Η απόρριψη της αστικής αντιπροσώπευσης ταυτίζεται με την αντίλη­ψη του κράτους-εργαλείου, το οποίο χειρί­ζεται κατά βούληση η αστική τάξη και είναι αδιαπέραστο (ακόμη κι οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί του) απ’ τους αγώνες των λαϊκών μα­ζών. Μ’ αυτή την κατασκευή παρωδείται συ­νολικά η επαναστατική στρατηγική. Το κρά­τος αλληγορικά παρουσιάζεται σαν φρούριο.

    Οι λαϊκές μάζες με πόλεμο κινήσεων προ­σπαθούν να περικυκλώσουν το φρούριο δη­μιουργώντας παράλληλα (δυαδική) εξουσία. Σαν φρούριο που είναι, η κρατική εξουσία δεν μπορεί παρά να αλωθεί εξ εφόδου, για να σαρωθεί μετά την άλωση μεμιάς ο κρα­τικός μηχανισμός και να υποκατασταθεί απ’ την παράλληλη εξουσία (τα σοβιέτ). Με τέ­τοια κατασκευάσματα ο ρεφορμισμός, δεξιός και αριστερός, ανασκευάζει την επιστημονι­κή επαναστατική θεωρία ανατροπής του κα­πιταλισμού. Ταυτίζει την επαναστατική δια­δικασία με μια στιγμή της (εξέγερση, γενική απεργία, «κατάληψη των Χειμερινών Ανα­κτόρων»). Ο δεξιός ρεφορμισμός απορρίπτει λόγω αστικής νομιμοφροσύνης τη δυαδική εξουσία. Ο αριστερός ρεφορμισμός (νεορεφορμισμός) την υιοθετεί φραστικά αλλά ως διαρκή διαδικασία και όχι ως αντιεξουσία, που απ’ τη φύση της εμφανίζεται μόνο στη φάση όξυνσης των αντιθέσεων και της ταξι­κής πάλης και δεν μπορεί να είναι διαρκής. Στην εξελικτική θεωρία φυσικά δεν υπάρ­χει χώρος και για τη θεμελιώδη έννοια της επαναστατικής κατάστασης. Ο Πουλατζάς κάνει μια απόπειρα περιγραφής της, μιλώ­ντας για κρίση του κράτους. Σπεύδει όμως να διευκρινίσει ότι αυτή η κρίση δεν ανάγε­ται στην κατάρρευση και κατάκτηση του κρά­τους απ’ την παράλληλη αντιεξουσία του κοι­νωνικοπολιτικού επαναστατικού μετώπου. Σε πλήρη αντίθεση ο ρεφορμισμός επικεντρώ­νει το θέμα της εξουσίας στη «δομή» αστικό κράτος, που αποτελεί τη συμπύκνωση ενός συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των τάξεων. Σύμφωνα με τη στρουκτουραλιστική αντί­ληψη, το ζητούμενο δεν είναι η καταστροφή της δομής-κράτος αλλά οι ποσοτικές μετατο­πίσεις στο εσωτερικό της. Δηλαδή, με πολιτική ορολογία, «η ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ των λαϊκών μαζών πάνω στο στρατηγικό έδαφος του (σ.α: αστικού) κρά­τους». Αυτή η αντίληψη παρακάμπτει και την επαναστατική θεωρία της καταστροφής των κρατικών μηχανισμών, ιδιαίτερα των κατα­σταλτικών, αντικαθιστώντας την καταστρο­φή με τη θεωρία της αλλαγής του συσχετι­σμού στο εσωτερικό τους!

    ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    Εξουσία πλειοψηφίας των εργαζομένων

    Η προσφιλέστερη κατηγορία κατά της εργα­τικής δημοκρατίας είναι ο υποτιθέμενος αντιδη-μοκρατισμός της, η καταστρατήγηση ελευθεριών και δικαιωμάτων, η επιβολή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ωστόσο η εργατική δημοκρατία είναι η μόνη πραγματική δημοκρατία με την κυ­ριολεκτική έννοια του όρου.
    Είναι η εξουσία της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζόμενων τάξεων και όχι μιας δράκας εκμεταλλευτών. Εί­ναι εξουσία με κοσμοϊστορική αποστολή, εφό­σον δεν καταργεί μόνο την καπιταλιστική αλλά γενικά την κάθε είδους κοινωνική εκμετάλλευ­ση. Συγκεράζει την άμεση δημοκρατία της αρχαί­ας Αθήνας με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία των σύγχρονων πολυάνθρωπων κοινωνιών, χω­ρίς να αποξενώνεται απ’ την κοινωνία, όπως η αστική εξουσία, αλλά συναρθρώνεται διαλεκτικά μ’ αυτήν συγκροτώντας απ’ τα κάτω προς τα πά­νω ένα πλέγμα δομημένο στις αρχές της Παρισι­νής Κομμούνας, με βάση τις οποίες ο Μαρξ ανα­φώνησε ότι ανακαλύφθηκε η μορφή του εργατι­κού κράτους. Οι αρχές αυτές είναι η εκλογιμότη­τα, ο έλεγχος, η ανακλητότητα, η εναλλαγή των εκλεγόμενων.
    Η εργατική δημοκρατία δεν θεσπί­ζει απλώς δικαιώματα πρωτόγνωρα στην ιστορία, όπως η δυνατότητα ανάκλησης των εκλεγμένων, και στο πιο υψηλό επίπεδο, την ιδιοκτησία αλλά και τη διαχείριση των μέσων παραγωγής. Εξα­σφαλίζει και τους όρους για την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων: Οικονομική άνεση, ελεύθερο χρόνο, τα απαιτούμενα υλικά μέσα (ΜΜΕ, χώ­ρους, σχολεία, νοσοκομεία, φυσικό περιβάλλον κ.ά.), εκπαίδευση όχι μόνον ειδική – επαγγελμα­τική αλλά και γενική ανθρωπιστική.
    Η αγοραία κατασυκοφάντηση του πολιτικού εποικοδομήματος της σοσιαλιστικής κοινωνίας απ’ τους αστούς ιδεολόγους και πολιτικούς τρο­φοδοτείται από αντικειμενικούς παράγοντες αλ­λά και απ’ τις ταξικές ιδεοληψίες τους.

    Οι πρώ­τοι αφορούν την παραμόρφωση και τον γραφει­οκρατικό εκφυλισμό του εργατικού κράτους στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη με­τάλλαξη τους σε ιδιότυπα εκμεταλλευτικά κα­θεστώτα. Αυτή είναι η πραγματικότητα και δί­καια δέχεται τα βέλη της κριτικής. Η αστική κρι­τική όμως είναι κακόπιστη και στρεβλωτική, γιατί παραγνωρίζει τα ιστορικά επιτεύγματα της εργα­τικής δημοκρατίας που αποτελούν παρακαταθή­κη ιστορικής εμβέλειας (νικηφόρα λαϊκή επανά­σταση, κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, εξουσία των συμβουλίων ερ­γατών και αγροτών κ.ά.). Αλλά και μετά τον γρα­φειοκρατικό εκφυλισμό του εργατικού κράτους διατηρήθηκαν ορισμένες σημαντικές κατακτή­σεις σαν αποτέλεσμα της αρχικής δυναμικής της επανάστασης, όπως η εξάλειψη της φτώχειας και της ανεργίας, η δωρεάν παιδεία και περίθαλψη, η στέγαση, η ενέργεια, οι συγκοινωνίες, η κατάρ­γηση της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων πα­ραγωγής, ο κεντρικός, αν και γραφειοκρατικός, σχεδιασμός της οικονομίας.
    Τη λυσσαλέα επίθεση όχι απλώς κατά του «υπαρκτού σοσιαλισμού» αλλά κατά των δυνα­τοτήτων της εργατικής δημοκρατίας υποθάλ­πει και η πανσπερμία των ενδοαριστερών αντι­λήψεων και η οξύτητα σε αρκετές περιπτώσεις των αντιπαραθέσεων τους για το εργατικό κρά­τος. Στο έδαφος τους όμως κερδοσκοπεί και η αστική ιδεολογία, για ν’ απαξιώσει γενικά και να αμαυρώσει το εργατικό κράτος. Όπως συνέβη, για παράδειγμα, με την κριτική της Ρόζας Λού­ξεμπουργκ στους μπολσεβίκους για την έκπτω­ση της συντακτικής συνέλευσης, που από επι­τήδειους ιδεολόγους περίπου παρουσιάστηκε σαν υπεράσπιση της αστικής αντιπροσωπευτι­κής δημοκρατίας.
    Εντούτοις οι αμύντορες της αστικής δημοκρα­τίας δεν δικαιούνται να κομπορρημονούν για τον «παράδεισο» της δημοκρατίας τους. Στην πραγ­ματικότητα, η δημοκρατία τους είναι επιτροπή διαχείρισης των καπιταλιστικών συμφερόντων!

    http://goo.gl/UzWDrq

  8. Kostas Svolis

    Λίγα λόγια για την θεωρητική συμβολή της Ρόζας Λούξεμπουργκ
    «Τίποτα δεν θα μπορούσε να υποτάξη ασφαλέστερα ένα νέο ακόμη εργατικό κίνημα σε μια διψασμένη για εξουσία ελίτ διανοουμένων, από τη γραφειοκρατική θωράκιση που παγιώνουν για να κατασκευάσουν ένα έρμαιο κατευθυνόμενο από μια «επιτροπή»
    Ρόζα Λούξεμπουργκ «Σοσιαλισμός και Δημοκρατία»

    Στις 15 Γενάρη του 1919 η Ρόζα Λούξεμπουργκ δολοφονείται από τα ακροδεξιά τάγματα εφόδου των Freikorps, τα οποία χρησιμοποίησε η Σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Έμπερτ για να καταστείλει την εξέγερση των Σπαρτακιστών. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ πέρα από τον ενεργό της ρόλο στην εξέγερση του Σπάρτακου και την δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Γερμανία, υπήρξε μια σπουδαία θεωρητικός.
    Με βάση το θεωρητικό της έργο θα μπορούσαμε να την κατατάξουμε πιο κοντά στο ρεύμα του Δυτικού Μαρξισμού παρά στον Μπολσεβικισμό και τον Λένιν.

    Στο βιβλίο της η «Ρώσικη Επανάσταση» (εκδόσεις Ύψιλον) ασκεί μια οξυδερκής από τα αριστερά κριτική στο κόμμα των Μπολσεβίκων.

    Στο βιβλίο της «Μαζική απεργία, κόμμα συνδικάτα» (εκδ Κοροντζη) η Ρόζα αναπτύσσει τις θέσεις για το κόμμα, που είναι προφανός τελείως διαφορετικός από το συγκεντρωτικό κόμμα που υποκαθιστά την τάξη, όσο φυσικά και από το κόμμα- κράτος.

    Στο βιβλίο της «Επανάσταση ή μεταρρύθμιση» (εκδ Κοροντζή ασκεί κριτική στις κυρίαρχες απόψεις της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας της εποχή της.

    Στο βιβλίο της «Η εργατική τάξη και ο πόλεμος» αναδεικνύει τον εργατικό διεθνισμό, την αντίθεση στο Α Παγκόσμιο Πόλεμο και την αντίθεση της στην φιλοπολεμική γραμμή που επικράτησε στα πιο πολλά Σοσιαλδημοκρατικά Κόμματα.

    Στο βιβλίο της «Απεργία και αυθορμητισμός των μαζών» (εκδ Διεθνής Βιβλιοθήκη) εξετάζει το κλασικό ζήτημα του αυθόρμητου και της οργάνωσης και ασκεί κριτική στις θέσεις που θέλουν την επαναστατική συνείδηση να συγκροτείται από μια πρωτοπορία που συγκροτήται έξω από την εργατική τάξη, γιατί η εργατική τάξη από μόνη της είναι ικανή μόνο για οικονομικό αγώνα.
    Σε ένα παρόμοιο πλαίσιο κινείτε και το «Σοσιαλισμός και Δημοκρατία» (εκδ Κοροντζή)
    Στο δίτομο βιβλίο της «Η Συσώρευση του Κεφαλαίου» (εκδ Κοροντζη) η Λούξεμπουργκ εκθέτει τις θέσεις της σε σχέση με την ανάγκη του Κεφαλαίου επεκτείνεται συνεχώς σε νέες σφαίρες, είτε στο εσωτερικό των καπιταλιστικών χωρών, είτε σε χώρες που είναι στην περιφέρεια της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ακριβώς για να μπορεί να ξεπερνάει τις αντιφάσεις που δημιουργούνται από την υπερσυσώρευση και την πτώση του ποσοστού κέρδους.

    Αυτό το έργο της Λούξεμπουργκ υπήρξε και το πιο υποτιμημένο, ακόμα και από τα πιο κριτικά κομμουνιστικά ρεύματα. Που μπορεί να εκτιμούσαν την πολιτική θεωρία της Λούξεμπουργκ όχι όμως και την κριτική της πολιτικής οικονομίας που έκανε. Χρειάστηκε να ξανανοίξει η συζήτηση για τον διαρκεί- περιοδικό χαραχτήρα της πρωταρχικής συσσώρευσης από από τις διάφορες τάσεις του κριτικού αυτόνομου Μαρξισμού για να δοθεί στο συγκεκριμένο έργο της η δέουσα σημασία και να τοποθετηθεί και αυτό μαζί τα υπόλοιπα βιβλία της.

    Στην πραγματικότητα παρόλο που η Λούξεμπουργκ συγκινεί την Αριστερά και τον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο για την συνεπής της επαναστατική στάση, το ανεκτίμητο θεωρητικό της έργο δεν έχει τύχει της προσοχής που θα του άξιζε. Τα παρακλάδια του μπολσεβικισμού δεν θα τις συγχωρήσουν ποτέ την κριτική στον Λένιν, ενώ τα πιο ριζοσπαστικά Μαρξιστικά ρεύματα δεν θα μπορέσουν να αποδεχθούν ότι δεν ήταν κάθετη στην κριτική της όσο πχ ο Αντόν Πάνεκουκ, ο Κάρλ Κόρς ή ο Πόουλ Μάτικ.

    Ένας χαιρετισμός σε μια μεγάλη επαναστάτρια που δεν δίστασε ούτε στιγμή να βρεθεί μέσα στα επαναστατικά γεγονότα και τους ταξικούς αγώνες, χωρίς να σταματήσει ούτε για ένα λεπτό να στοχάζεται πάνω στην επαναστατική υπόθεση. Για τις εμπνεύσεις που βρήκαμε μέσα στα γραπτά της, που μας έμαθαν ότι «οι καινούργιοι καιροί θέλουν καινούργια τραγούδια»

  9. […] [Διαβάστε για τη στάση του Λένιν προς το ευρωπαϊκό επαναστατικό κίνημα, το οποίο εγκατέλειψε υπογράφοντας τη Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ: https://kars1918.wordpress.com/2014/01/21/freiheit-ist-immer-die-freiheit-der-anders-denkenden/] […]

  10. Β. Ι . Λένιν προς Φ. Ε. Τζερζίνσκι: συλλάβετε τους διανοούμενους

    Επιστολή του Β. Ι. Λένιν προς τον Φ. Ε. Τζερζίνσκι

    19 Μαΐου 1922

    Σύντροφε Τζερζίνσκι!

    Αναφορικά με το ερώτημα για την απέλαση συγγραφέων και καθηγητών που βοηθούν την αντεπανάσταση.
    Η προετοιμασία θα πρέπει να είναι λεπτομερής. Χωρίς προετοιμασία θα κάνουμε ανοησίες. Παρακαλώ να συζητηθούν τα παρακάτω μέτρα προετοιμασίας.

    Να συγκληθεί σύσκεψη με τον Μέσσινγκ, Μάντσεφ και ορισμένους άλλους στη Μόσχα.
    Να υποχρεωθούν τα μέλη του Πολίτμπιρό να αφιερώνουν 2 – 3 ώρες την εβδομάδα για να εξετάζουν σειρά εκδόσεων και βιβλίων, ελέγχοντας το περιεχόμενο, απαιτώντας γραπτές κριτικές και να εργάζονται για την εκτόπιση από την Μόσχα, χωρίς καθυστέρηση, όλων των μη κομμουνιστικών εκδόσεων.

    Να ζητήσουν κριτικές από σειρά κομμουνιστών λογοτεχνών (Στεκλόφ, Ολμίνσκι, Σκβορτσόφ, Μπουχάριν κλπ)
    Να συλλέγουν συστηματικά στοιχειά για την πολιτική διαδρομή, την εργασία και τη λογοτεχνική δραστηριότητα των λογοτεχνών και των καθηγητών.

    Να ανατεθούν τα παραπάνω και σε έναν έξυπνο, καλλιεργημένο στέλεχος της Κε.Μπε.Ου.

    Η κρίση μου για τις εκδόσεις της Πετρούπολης:
    «Νέα Ρωσία», την έκλεισαν οι σύντροφοι μας στην Πετρούπολη.
    Μήπως την κλείσαμε πρόωρα; Το θέμα αυτό να διανεμηθεί στα μέλη του Πολιτμπιρό και να συζητηθεί λεπτομερώς. Ποιος είναι ο διευθυντής της Λεζνιόφ; Δεν μπορούμε να μαζέψουμε στοιχεία γι’ αυτόν; Εννοείται πως ορισμένοι μόνο από τους συνεργάτες αυτού του περιοδικού είναι υποψήφιοι για απέλαση.

    Εντελώς διαφορετική περίπτωση είναι το περιοδικό «Εκονομίστ» που εκδίδει το ΧΙ τμήμα του Ρωσικού Τεχνικού Επιμελητηρίου. Κατά την γνώμη μου είναι κέντρο δράσης των λευκοφρουρών. Στο τεύχος Νο 24 (μόνο!nota benne!!!) διαβάζουμε: ολόκληρο τον κατάλογο των συνεργατών. Νομίζω πως όλοι τους είναι οριστικά υποψήφιοι για απέλαση.

    Είναι γνωστοί αντεπαναστάτες, σύμμαχοι της Αντάντ, η οργάνωση τους είναι υπηρέτης κατασκόπων και διαφθορέων της σπουδάζουσας νεολαίας. Θα πρέπει να οργανώσουμε τις ενέργειές μας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ψαρέψουμε αυτούς τους «στρατιωτικούς κατασκόπους», να τους συλλάβουμε μια για πάντα και να τους απελάσουμε.

    Σας παρακαλώ να μην γίνουν αντίγραφα αυτού του σημειώματος, να παραμείνει άκρως απόρρητο, να το δείξετε μόνο στα μέλη του Πολίτμπιρο, στη συνέχεια να μου το επιστρέψετε με τα σχόλια τους.

    Β. Ι. Λένιν

    Φυλάσσεται στα Κρατικά Αρχεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Τμ.1 Φάκελος 1, Ντ.23211, Σελ 2 χειρόγραφη.

    Δημοσιεύτηκε στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 54, σελ 265 – 266

    Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©

  11. Απόπειρα δολοφονίας του Λένιν

    Στις 30 Αυγούστου 1918 η Φάνια Καπλάν, μέλος του Σοσιαλιστικού Επαναστατικού Κόμματος, πλησίασε το Λένιν μετά από μία ομιλία του σε κάποια συνεδρίαση και ενώ βρισκόταν στο δρόμο για το αυτοκίνητό του. Τον φώναξε και όταν αυτός γύρισε τον πυροβόλησε τρεις φορές, δύο από τις σφαίρες τον βρήκαν στον ώμο και τον πνεύμονα. Ο Λένιν οδηγήθηκε στο διαμέρισμά του στο Κρεμλίνο, και αρνήθηκε την εισαγωγή του σε νοσοκομείο, πιστεύοντας πως άλλοι δολοφόνοι θα τον περίμεναν εκεί. Οι γιατροί κλήθηκαν, αλλά αποφάσισαν ότι ήταν πάρα πολύ επικίνδυνο να αφαιρεθούν οι σφαίρες. Ο Λένιν συνήλθε τελικά, αν και η υγεία του εξασθένησε από αυτό το σημείο. Θεωρείται ότι το γεγονός αυτό συνέβαλε στον πρόωρο θάνατό του.

    ———————————————————————–
    ΦΑΝΥ ΚΑΠΛΑΝ

    Η γυναίκα που πυροβόλησε τον Λένιν φωνάζοντας «προδότη»

    Στις 30 Αυγούστου 1918 αυτή η ρωσο-εβραία επαναστάτρια τράβηξε πιστόλι και έριξε τρεις σφαίρες στον Βλαντιμίρ Λένιν την ώρα που έβγαινε από ομιλία σε εργοστάσιο της Μόσχας.

    «Λέγομαι Φάνυ Κάπλαν. Εγώ πυροβόλησα τον Λένιν σήμερα. Το έκανα με τη θέλησή μου. Δεν θα σας πω πού βρήκα το περίστροφο. Ήθελα από καιρό να τον σκοτώσω. Πιστεύω ότι είναι προδότης της επανάστασης. Έχω εξοριστεί στο Ακατούι γιατί συμμετείχα στην απόπειρα δολοφονίας ενός αξιωματούχου του τσάρου στο Κίεβο. Πέρασε 17 χρόνια εκεί δουλεύοντας σκληρά. Απελευθερώθηκα μετά την επανάσταση».

    Αυτά ήταν τα λόγια που κατέγραψε η αστυνομία από την κατάθεση της γυναίκας που έμελε να περάσει στην ιστορία, μαζί με τον Λένιν, γιατί αποπειράθηκε να τον δολοφονήσει. Η Κάπλαν εκτελέστηκε τέσσερις ημέρες αργότερα, χωρίς δίκη ή έρευνα, με μια σφαίρα στο κεφάλι. Το σώμα της διαμελίστηκε για να μη μείνει κανένα ίχνος.

    Κόκκινη τρομοκρατία

    Η εκτέλεση της Κάπλαν ανοίγει το χορό της κόκκινης τρομοκρατίας. Ο Ιωσήφ Στάλιν που δεν βρισκόταν στη Μόσχα την ημέρα της απόπειρας δολοφονίας του Λένιν στέλνει τηλεγράφημα με εντολή να δοθεί τέλος στην ανοχή απέναντι σε επαναστατικά κινήματα. 800 μέλη του κόμματος της Κάπλαν εκτελούνται χωρίς δίκη.

    Εκείνη την ημέρα, στις 30 Αυγούστου 1918, ο Λένιν επισκεπτόταν το εργοστάσιο του Μίχελσον στη Μόσχα, χωρίς σωματοφύλακες. Κάνει την ομιλία του και γύρω στις 10 το βράδυ βγαίνει και ετοιμάζεται να ανέβει στο αυτοκίνητό του. Εργάτες τον περιτριγυρίζουν και συνομιλούν. Η Κάπλαν βρίσκεται μέσα στο πλήθος και τον ρωτάει κάτι για τον τρόπο που εφαρμόζει το επαναστατικό πρόγραμμα των μπολσεβίκων. Εκείνος γυρίζει για να κοιτάξει. Η νεαρή γυναίκα βγάζει ένα πιστόλι και τον πυροβολεί τρεις φορές. Μια σφαίρα τον πετυχαίνει στον πνεύμονα, μια στον ώμο και μια στο σαγόνι.

    Οι εργάτες ακινητοποιούν την Κάπλαν ενόσω άλλοι σέρνουν τον Λένιν, βαριά τραυματισμένο, στο αυτοκίνητο. Ο ηγέτης ζητάει από τον οδηγό του να τον οδηγήσει στο Κρεμλίνο γιατί φοβάται ότι στο νοσοκομείο μπορεί να συμβεί άλλη απόπειρα δολοφονίας. Ήδη με εξασθενημένη υγεία ο Λένιν δεν συνήλθε ποτέ από αυτό το ατύχημα και πέθανε τρία χρόνια αργότερα.

    Στη Σιβηρία

    Η Φάνυ Κάπλαν, Φέιγκα Τσεμόβνα Ρόιτμπλατ στο πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε σε μια φτωχή ρωσοεβραική οικογένεια επτά παιδιών. Έγινε από μικρή μέλος ενός επαναστατικού κόμματος, με αναρχικές απόψεις, που είχε στόχο να εκθρονίσει τον τσάρο. Το 1906 συνελήφθη στο Κίεβο για συμμετοχή σε απόπειρα δολοφονίας και έμεινε σε καταναγκαστικά έργα ως το 1917 σε στρατόπεδο στη Σιβηρία, όπου έχασε εν μέρει την όρασή της.

    Παρέμεινε μέλος του επαναστατικού κόμματος που μετά την επανάσταση του 1917 θεωρεί ως αντίπαλό του τον ηγέτη της Βλαδίμηρο Λένιν . Κάποια μέλη του κόμματος αποφασίζουν να τον δολοφονήσουν και ξεκινάει κύκλος παρακολούθησής του. Η Κάπλαν κρατούσε πραγματικά το περίστροφο; Ορισμένοι ιστορικοί αμφισβητούν τα γεγονότα αλλά η σοβιετική ιστορία δεν παραχώρησε σελίδες γι’ αυτή την υπόθεση.

  12. Η δολοφονία της Ρόζα Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ
    Σαν σήμερα 15 Ιανουαρίου 1919 δολοφονούνται η Ρόζα Λούξεμπουργκ και

    Η άνοδος του Σπάρτακου, Γερμανική Επανάσταση 1918-1919

    Η άνοδος και η προσπάθεια να οργανωθεί μια δυναμική λαϊκή επανάσταση ανατροπής, ξεκίνησε από μια χούφτα στρατιώτες που ενήργησαν αυθόρμητα, και τελείωσε με βία, αίμα και εκτελέσεις κομμουνιστών οι οποίοι προσπάθησαν να οδηγήσουν την Γερμανική κοινωνία στον σοσιαλισμό.

    Στις 5 Οκτωβρίου του 1918, το ανεξάρτητο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα Γερμανίας (ο Σπάρτακος είναι μέλος του από 1917) συνέταξε επιτροπή αγώνα, με σκοπό να οργανώσει το εργατικό κίνημα και να προχωρήσει σε γενική απεργία στις 6 Νοεμβρίου.

    Διαφωνίες μεταξύ της ομάδας διαχείρισης της επιτροπής αγώνα και πολλές συλλήψεις ηγετικών μελών της, σήμαναν και το τέλος στις όποιες προσπάθειες για οργάνωση των γενικών απεργιών του Νοέμβρη.

    Τη πρώτη Νοεμβρίου του 1918 συστάθηκε, στο Κιντ της Γερμανίας, το πρώτο συμβούλιο ναυτικών με σκοπό την διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών εργασίας. Στις 3 Νοεμβρίου κατέβηκαν στους δρόμους χιλιάδες ναυτικοί και διαδήλωσαν κατά της κυβέρνησης. Αντιμετωπίστηκαν με πρωτοφανή βία, με αποτέλεσμα να πεθάνουν 3 και να τραυματιστούν άλλοι 29.

    Η βία των δυνάμεων καταστολής συσπείρωσε το κίνημα με αποτέλεσμα τις επόμενες μέρες, στις 4-7 Νοεμβρίου, να κατέβουν στους δρόμους 100.000 ναυτικοί του πολεμικού ναυτικού, μετά από μέρες κινητοποιήσεων μελών του Σπάρτακος, και να καταλάβουν την πόλη Wilhelmshaven. Αξιωματικοί του ναυτικού συλλήφθηκαν ως υπαίτιοι των ταραξιών και εκτελέστηκαν.

    Οι μόνοι που μπορούσαν να ελέγξουν τις ετερόκλιτες δυνάμεις του αυθόρμητου κινήματος οργής, ήταν οι δυνάμεις του Σπάρτακος.

    Μέχρι τις 7 Νοεμβρίου η ανταρσία των ναυτικών του πολεμικού ναυτικού είχε γενικευθεί σε όλη την χώρα, από το Μόναχο μέχρι και το Αμβούργο. Στο πλευρό των διαδηλωτών είχαν προστεθεί και στρατιώτες του πεζικού.

    Η δυναστεία Wittelsbach και η κυβέρνηση της Βαυαρίας υπέστησαν βαριές ήττες από τους στασιαστές στρατιώτες και τους χωρικούς. Με ηγέτη τους τον Kurt Eisner κατέλαβαν την πόλη του Μονάχου και ανακήρυξαν την Βαυαρία, σοσιαλιστική δημοκρατία.

    Σε όλη την χώρα οργανώθηκαν συμβούλια εργατών και στρατιωτών. εκλέγοντας οργανωτικές επιτροπές αγώνα. Ο Κάιζερ Wilhelm II αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Γερμανία και υποχώρησε στην Ολλανδία.

    Το Γερμανικό Κοινωνικό Δημοκρατικό κόμμα που είχε προδώσει τις αρχές του και είχε στηρίξει τον Κάιζερ στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, συνεπής στις αντιλαϊκές του πολιτικές κατευθύνσεις προσπάθησε να καπελώσει το κίνημα και εναντιώθηκε στην ηγεσία του Σπάρτακου, οργανώνοντας τις δικές του επιτροπές «αντίστασης».

    Στις 9 Νοεμβρίου ο Philipp Scheidemann, Γερμανός σοσιαλδημοκράτης, αντιλαμβανόμενος ότι Karl Liebknecht ήταν προ των πυλών αποφασισμένος να ανακηρύξει σοσιαλιστικό κοινωνικό κράτος, οργάνωσε συγκέντρωση στο Reichstag και ανακήρυξε πρώτος την δημοκρατία της Wiemer ( Δημοκρατία της Βαϊμάρης).

    Εν τω μεταξύ, πολλοί πολιτικοί ηγέτες του Σπάρτακου ήταν φυλακισμένοι εξαιτίας της επαναστατικής δράσης τους, με συνέπεια να μην μπορούν να αντιδράσουν άμεσα στην προσπάθεια καπελώματος του κινήματος από τους σοσιαλδημοκράτες. Μεταξύ των φυλακισμένων ήταν και η Rosa Luxemburg.

    Ρόζα Λούξεμπουργκ – Θάνος Μικρούτσικος

    Στις 6 Δεκεμβρίου κορυφώθηκαν οι συγκρούσεις μεταξύ Σπαρτακιστών και Σοσιαλδημοκρατικών. Το τραγικό αποτέλεσμα ήταν 16 νεκροί Σπαρτακιστές και 12 τραυματίες. Ο τακτικός στρατός είχε πάει με το μέρος των σοσιαλδημοκρατών, οδηγητής των στρατευμάτων ήταν ο Otto Wels.

    Τον Γενάρη του 1919, το κίνημα των Σπαρτακιστών, οργανωμένο από την Rosa Luxemburg, τον Leo Jogiches, την Clara Zetkin και τον Karl Liebknecht, έλαβε χώρα στο Βερολίνο σαν μια απέλπιδα προσπάθεια να δημιουργηθεί σοσιαλιστική δημοκρατική κυβέρνηση.

    Μέχρι τις 13 Ιανουαρίου η ανταρσία του Βερολίνου είχε διαλυθεί και οι Σοσιαλδημοκράτες σε μια επίδειξη κτηνωδίας και δύναμης εκτέλεσαν, χωρίς δίκη, την Rosa Luxemburg και τον Karl Liebknecht, κατηγορώντας τους ως κύριους υπαίτιους της «προδοσίας» των Σπαρτακιστών.

    http://www.stokokkino.gr/article/4870/San-simera-15-Ianouariou-1919

  13. Rosa Luxemburg, » Το ζήτημα των εθνοτήτων”, από Η Ρωσική Επανάσταση (κεφ. 3), Οκτώβριος 1918.

    “Οι Μπολσεβίκοι είναι, εν μέρει, υπεύθυνοι, για το γεγονός ότι η στρατιωτική ήττα, μετασχηματίστηκε, σε κατάρρευση και διάσπαση της Ρωσίας. Επιπλέον, οι ίδιοι οι μπολσεβίκοι όξυναν, σε μεγάλο βαθμό, τις αντικειμενικές δυσκολίες αυτής της κατάστασης, με ένα σύνθημα, το οποίο τοποθέτησαν, στο προσκήνιο της πολιτικής τους: Το επιλεγόμενο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών – ή κάτι που, ουσιαστικά, ενυπήρχε, σε αυτό το σύνθημα – την διάσπαση της Ρωσίας.

    Η φόρμουλα του δικαιώματος των διαφόρων εθνοτήτων της ρωσικής αυτοκρατορίας να καθορίσουν την μοίρα τους, ανεξάρτητα, «ακόμη και μέχρι του σημείου να έχουν το δικαίωμα της κυβερνητικής αυτονομίας, από την Ρωσία», διακηρύχθηκε και πάλι, με δογματικό πείσμα, ως μια ειδική πολεμική ιαχή του Λένιν και των συντρόφων του, κατά την αντίθεσή τους, με τον ιμπεριαλισμό του Μιλιούκωφ και του Κερένσκυ. Αποτελούσε, επίσης, τον άξονα της εσωτερικής πολιτικής τους, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και ολόκληρη την πλατφόρμα των Μπολσεβίκων, στο Μπρεστ Λιτοφσκ. Ήταν το μόνο, που είχαν να αντιπαραθέσουν, στην επίδειξη δύναμης του γερμανικού ιμπεριαλισμού.

    Εντυπωσιάζεται κανείς, αμέσως, με την ισχυρογνωμοσύνη και την άκαμπτη συνέπεια, με την οποία ο Λένιν και οι σύντροφοί του έμειναν πιστοί, σε αυτό το σύνθημα, ένα σύνθημα, που έρχεται, σε έντονη αντίφαση, με τον, κατά τα άλλα, εκφρασμένο συγκεντρωτισμό τους, στην πολιτική, καθώς και με την στάση, που υιοθέτησαν, απέναντι σε άλλες δημοκρατικές αρχές. Ενώ έδειξαν μια πολύ ψυχρή περιφρόνηση, για την Συντακτική Συνέλευση, το καθολικό δικαίωμα ψήφου, την ελευθερία του τύπου και του συνέρχεσθαι, με λίγα λόγια, για όλον τον μηχανισμό των βασικών δημοκρατικών ελευθεριών του λαού, που, στο σύνολό τους, αποτελούν το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης», μέσα στην Ρωσία, χειρίστηκαν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών, ως ένα κόσμημα της δημοκρατικής πολιτικής, για χάρη του οποίου πρέπει να σιγήσουν όλα τα πρακτικά μελήματα της πραγματικής κριτικής. Αν και δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να ενοχληθεί καθόλου από την εκλογική διαδικασία, για την Συντακτική Συνέλευση της Ρωσίας, μια εκλογική διαδικασία βασισμένη, στην πιο δημοκρατική ψηφοφορία, στον κόσμο, που πραγματοποιήθηκε, μέσα στα πλαίσια της πλήρους ελευθερίας μιας λαϊκής δημοκρατίας και ενώ, απλώς, κήρυξαν αυτήν την εκλογική διαδικασία άκυρη, με βάση μια πολύ νηφάλια αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της, παρ’ όλ’ αυτά, υπεράσπισαν την «λαϊκή ψήφο» των ξένων εθνοτήτων της Ρωσίας, όταν αυτές ερωτήθηκαν, σε ποιά χώρα ήθελαν να ανήκουν, ως κάτι που διασφάλιζε κάθε ελευθερία και δημοκρατία, ως την ανόθευτη ουσία της θέλησης των λαών και τελικό γνώμονα, στα θέματα της πολιτικής μοίρας των εθνών…..

    Ενώ ο Λένιν και οι σύντροφοί του, προφανώς, περίμεναν ότι, ως υπερασπιστές της εθνικής ελευθερίας, ακόμη και μέχρι του σημείου της αυτονομίας, θα μετέτρεπαν την Φινλανδία, την Ουκρανία, την Πολωνία, την Λιθουανία, τις Βαλτικές χώρες, του Καυκάσου κλπ, σε πιστούς συμμάχους της Ρωσικής Επανάστασης, είδαμε να συμβαίνει, ακριβώς, το αντίθετο. Το ένα μετά το άλλο, αυτά τα «έθνη» χρησιμοποίησαν την νεοπαραχωρημένη ελευθερία τους, για να συμμαχήσουν, με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό, κατά της Ρωσικής Επανάστασης, ως θανάσιμοι εχθροί της και υπό την γερμανική προστασία, να μεταφέρουν την σημαία της αντεπανάστασης, μέσα στην ίδια την Ρωσία. Το μικρό παιχνίδι με την Ουκρανία, στο Μπρεστ, που προκάλεσε μια αποφασιστική τροπή των διαπραγματεύσεων και δημιούργησε όλη την εσωτερική και εξωτερική πολιτική κατάσταση, που επικρατεί αυτή την στιγμή, για τους Μπολσεβίκους, είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα. Η συμπεριφορά της Φινλαδίας, της Πολωνίας, της Λιθουανίας, των Βαλτικών χωρών, των λαών του Καυκάσου, δείχνει, πολύ πειστικά, ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μια εξαιρετική περίπτωση, αλλά με ένα τυπικό φαινόμενο.
    ……………………..

  14. ………………….

    Οπωσδήποτε, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δεν ήταν πραγματικά, ο «λαός», εκείνος, που επιδόθηκε, σε αυτές τις αντιδραστικές πολιτικές, αλλά, μόνο, η αστική και μικροαστική τάξη, η οποία – σε αντίθεση με τις προλεταριακές μάζες – διαστρέβλωσε το εθνικό δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και το μετέτρεψε, σε ένα όργανο της αντεπαναστατικής πολιτικής τους. Όμως – και εδώ φθάνουμε στην καρδιά του θέματος -, εδώ, ακριβώς, έγκειται ο ουτοπικός μικροαστικός χαρακτήρας αυτού του εθνικιστικού συνθήματος : Ότι στην μέση της σκληρής πραγματικότητας της ταξικής κοινωνίας και όταν οι ταξικοί ανταγωνισμοί οξύνονται, στο έπακρο, το σύνθημα αυτό, απλώς, μετατρέπεται, σε ένα μέσο κυριαρχίας της αστικής τάξης. Οι Μπολσεβίκοι θα μάθαιναν, προς μεγάλη βλάβη των ιδίων και της Επανάστασης, ότι, υπό την κυριαρχία του καπιταλισμού, δεν υπάρχει αυτοδιάθεση των λαών, ότι, σε μια ταξική κοινωνία, κάθε τάξη του έθνους προσπαθεί να «αυτοδιατεθεί», με διαφορετικό τρόπο και ότι, για τις αστικές τάξεις, η εθνική ελευθερία υποτάσσεται, πλήρως, στην ταξική κυριαρχία. Η φινλανδική μπουρζουαζία, όπως και η ουκρανική, προτίμησαν, ομόφωνα, την βίαιη κυριαρχία της Γερμανίας, από την εθνική ελευθερία, αν η δεύτερη συνδεόταν, με τον Μπολσεβικισμό.
    Η ελπίδα ότι αυτές οι υπαρκτές ταξικές σχέσεις θα μετασχηματίζονταν, με κάποιον τρόπο, στο αντίθετό τους και θα εξασφαλιζόταν, έτσι, μια πλειοψηφική ψήφος ένωσης, με την Ρωσική Επανάσταση, που θα στηριζόταν στις επαναστατικές μάζες – αν ήταν, όντως, αυτός ο σκοπός του Λένιν και του Τρότσκυ -, αντιπροσώπευε έναν ακατανόητο βαθμό αισιοδοξίας. Και αν ο σκοπός τους ήταν, απλώς, να κάνουν έναν εντυπωσιακό τακτικό ελιγμό, στην μονομαχία, με την γερμανική πολιτική της δύναμης, τότε αντιπροσώπευε ένα επικίνδυνο παιχνίδι με την φωτιά…..

    Το γεγονός και μόνο ότι μπήκε ο θέμα των εθνικών βλέψεων και τάσεων, προς την αυτονομία, στην μέση της επαναστατικής πάλης και μάλιστα, προωθήθηκε, στο προσκήνιο, ως αποτέλεσμα της ειρήνης του Μπρεστ Λιτόφσκ, προκάλεσε την μεγαλύτερη σύγχυση, στις σοσιαλιστικές τάξεις και ουσιαστικά, κατέστρεψε την θέση του προλεταριάτου, στις μεθοριακές χώρες.
    Στην Φινλανδία, όσο το σοσιαλιστικό προλεταριάτο πολεμούσε, ως μέρος της κλειστής ρωσικής πεαναστατικής φάλαγγας, διέθετε μια κυρίαρχη θέση δύναμης : Είχε την πλειοψηφία, στο φινλανδικό κοινοβούλιο και στον στρατό, είχε υποβαθμίσει την αστική τάξη της Φινλανδίας, σε μια θέση ολοκληρωτικής αδυναμίας και ήταν κυρίαρχο της κατάστασης, μέσα στα σύνορά του.

    Ή πάρτε την Ουκρανία. Στην αρχή του αιώνα, πριν επινοηθεί η ανοησία του «ουκρανικού εθνικισμού» … και το χόμπυ του Λένιν, για μια «ανεξάρτητη Ουκρανία», η χώρα ήταν το προπύργιο του ρωσικού επαναστατικού κινήματος. Από εκεί, από το Ροστόφ, από την Οδησσό, από την περιοχή του Ντόνετς, ξεχύθηκαν τα πρώτα ποτάμια λάβας της επανάστασης (ήδη, από το 1902 – 1904), που μετέτρεψαν όλη την νότια Ρωσία, σε μια θάλασσα φωτιάς, προετοιμάζοντας, έτσι, την εξέγερση του 1905. Το ίδιο επαναλήφθηκε, στην τωρινή επανάσταση, στην οποία το προλεταριάτο της νότιας Ρωσίας παρείχε τα επίλεκτα στρατεύματα της επαναστατικής φάλαγγας. Η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής ήσαν το 1905, οι πιο ισχυρές και αξιόπιστες εστίες της επανάστασης και σε αυτές, το σοσιαλιστικό προλεταριάτο έπαιξε έναν εξέχοντα ρόλο.

    Πώς γίνεται, λοιπόν, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, να θριαμβεύει, ξαφνικά, η αντεπανάσταση; Το εθνικιστικό κίνημα, επειδή απέσπασε το προλεταριάτο, από την Ρωσία, το εξάρθρωσε και το παρέδωσε στα χέρια της μπουρζουαζίας των μεθοριακών χωρών……….

    …. οι Μπολσεβίκοι, με την κούφια εθνικιστική φρασεολογία τους, για το «δικαίωμα αυτοδιάθεσης, μέχρι σημείου αυτονομίας» … εφοδίασαν την μπουρζουαζία, σε όλες τις μεθοριακές χώρες, με την καλύτερη την πιο επιθυμητή πρόφαση, την ίδια την σημαία των αντεπαναστατικών προσπαθειών. Αντί να προειδοποιήσουν το προλεταριάτο των μεθοριακών χωρών, ενάντια σε όλες τις μορφές αυτονομισμού, χαρακτηρίζοντάς τες αστικές παγίδες, δεν έκαναν τίποτε άλλο, από το να προκαλέσουν σύγχυση στις μάζες, σε όλες τις μεθοριακές χώρες, με το σύνθημά τους και να τις παραδώσουν, στην δημαγωγία των αστικών τάξεων. Με αυτό το εθνικιστικό αίτημα, προκάλεσαν την διάσπαση της Ρωσίας και έβαλαν, στο χέρι του εχθρού, το μαχαίρι, που θα έμπηγε, στην καρδιά της Ρωσικής Επανάστασης.

    Οπωσδήποτε, χωρίς την βοήθεια του γερμανικού ιμπεριαλισμού, χωρίς «τα γερμανικά τουφέκια, στα γερμανικά χέρια», όπως το έθεσε η «Neues Zeit», του Κάουτσκυ, οι Λουμπίνσκι και οι άλλοι αχρείοι της Ουκρανίας, οι Έριχ και οι Μάνερχαϊμ της Φινλανδίας και οι βαρώνοι της Βαλτικής, δεν θα είχαν επιβληθεί, ποτέ, στις σοσιαλιστικές μάζες των εργατών, στις αντίστοιχες χώρες τους. Όμως, ο εθνικός αυτονομισμός ήταν ο δούρειος ίππος, μέσα στον οποίο οι Γερμανοί «σύντροφοι», με τις μπαγιονέτες, στα χέρια, έκαναν την είσοδό τους, σε όλες αυτές τις χώρες. Οι πραγματικές ταξικές αντιπαλότητες και οι σχέσεις της στρατιωτικής δύναμης επέφεραν την γερμανική παρέμβαση. Αλλά, οι Μπολσεβίκοι παρείχαν την ιδεολογία, που έκρυψε αυτήν την εκστρατεία της αντεπανάστασης. Αυτοί δυνάμωσαν την θέση της μπουρζουαζίας και εξασθένισαν εκείνη του προλεταριάτου.

    Η καλύτερη απόδειξη είναι η Ουκρανία, που θα έπαιζε έναν τόσο τρομερό ρόλο, στην μοίρα της Ρωσικής Επανάστασης. Ο ουκρανικός εθνικισμός, στην Ρωσία, ήταν κάτι πολύ διαφορετικό, από τον τσεχικό, ή τον πολωνικό, ή τον φινλανδικό εθνικισμό, για παράδειγμα, γιατί ο πρώτος ήταν ένα καπρίτσιο, μια ανοησία μερικών δεκάδων μικροαστών διανοουμένων, χωρίς τις παραμικρές ρίζες, στις οικονομικές, πολιτικές, ή ψυχολογικές σχέσεις της χώρας, που δεν είχε καμμιά ιστορική παράδοση, αφού η Ουκρανία δεν σχημάτισε, ποτέ, έθνος, ή κυβέρνηση και δεν είχε καμμία εθνική κουλτούρα, πέρα από τα αντιδραστικο-ρομαντικά ποιήματα του Σεβτσένκο. Είναι, ακριβώς, λες και μιά ωραία πρωΐα, οι κάτοικοι του Βασερκάντε να θελήσουν να ιδρύσουν ένα νέο Κάτω-Σαξονικό έθνος, με δική του κυβέρνηση! Και αυτή η γελοία πόζα μερικών φοιτητών και καθηγητών πανεπιστημίου διογκώθηκε, σε πολιτική δύναμη, από τον Λένιν και τους συντρόφους του, μέσα από την δογματική τους αγκιτάτσια, για το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, συμπεριλαμβανομένου κλπ». Έτσι, έδωσαν τόση σπουδαιότητα, σε κάτι, που, αρχικά, ήταν μια φάρσα, ώστε αυτή η φάρσα έγινε ένα, θανάσιμα, σοβαρό θέμα – όχι με την μορφή ενός σοβαρού εθνικού κινήματος, για το οποίο, τόσο πριν, όσο και μετά, δεν υπάρχουν, καθόλου, ρίζες, αλλά, με την μορφή μιας ενιαίας σημαίας συσπείρωσης, για την αντεπανάσταση! Στο Μπρεστ (Λιτόφσκ), μέσα από αυτό το κλούβιο αυγό, βγήκαν, ύπουλα, οι γερμανικές μπαγιονέτες.

    Υπάρχουν φορές, που τέτοιες φράσεις έχουν ένα πολύ πραγματικό νόημα, στην ιστορία των ταξικών αγώνων. Ήταν η άτυχη μοίρα του σοσιαλισμού, σε αυτόν τον Παγκόσμιο Πόλεμο, να δώσει τα ιδεολογικά παραπετάσματα, για την αντεπαναστατική πολιτική. Με το ξέσπασμα του πολέμου, η Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία έσπευσε να στολίσει την αρπακτική πολιτική του γερμανικού ιμπεριαλισμού, με μια ιδεολογική ασπίδα, από την αποθήκη αχρήστων του Μαρξισμού, δηλώνοντας ότι πρόκειται για μια απεπευθερωτική αποστολή, κατά του ρωσικού τσαρισμού, σαν αυτή, που λαχταρούσαν να δουν οι παλιοί μας δάσκαλοι (ο Μαρξ και ο Ένγκελς). Και ήταν η μοίρα των Μπολσεβίκων, οι οποίοι ήσαν το άκρο αντίθετο των κυβερνητικών σοσιαλιστών μας, να τροφοδοτήσουν τον μύλο της αντεπανάστασης, με τις φράσεις τους, για την αυτοδιάθεση των λαών, παρέχοντας, με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο την ιδεολογία, για τον στραγγαλισμό της ίδιας της Ρωσικής Επανάστασης, αλλά, ακόμη και τα σχέδια, για τον κατευνασμό της κρίσης, που προκλήθηκε, από τον Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Έχουμε κάθε λόγο να εξετάζουμε, πολύ προσεκτικά, την πολιτική των Μπολσεβίκων, από αυτή την άποψη. Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών, σε συνδυασμό, με την Κοινωνία των Εθνών και τον αφοπλισμό, ελέω του προέδρου Ουΐλσον, αποτελεί την πολεμική ιαχή, κάτω από την οποία θα διευθετηθεί η επερχόμενη αναμέτρηση του διεθνούς σοσιαλισμού, με την μπουρζουαζία. Είναι φανερό ότι οι φράσεις, που αφορούν την αυτοδιάθεση των λαών και το όλο εθνικιστικό κίνημα, που, αυτή την στιγμή, αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, για τον διεθνή σοσιαλισμό, ενισχύθηκαν, εξαιρετικά, από την Ρωσική Επανάσταση και τις διαπραγματεύσεις του Μπρεστ (Λιτόφσκ). Θα πρέπει να εξετάσουμε αυτήν την πλατφόρμα, διεξοδικά. Η τραγική μοίρα αυτών των φράσεων, στην Ρωσική Επανάσταση, πάνω στα αγκάθια των οποίων θα μάτωναν οι Μπολσεβίκοι, πρέπει να χρησιμεύσει, ως προειδοποίηση και μάθημα, στο διεθνές προλεταριάτο.

    Και μετά από αυτό, ακολούθησε η δικτατορία της Γερμανίας, στο διάστημα, από την Συνθήκη του Μπρεστ (Λιτόφσκ), μέχρι την «συμπληρωματική Συνθήκη». Οι διακόσιες εξιλαστήριες θυσίες, στην Μόσχα. Από αυτή την κατάσταση, προήλθε ο τρόμος και η καταπίεση της δημοκρατίας.»
    http://tassosanastassopoulos.blogspot.gr/2014/02/1918-2014-rosa-luxemburg-fuck-eu.html

  15. Διευκρίνηση του Τάσου Αναστασόπουλου:
    ————————————————————–

    (Εδώ πρέπει να κάνω κάποιες επεξηγήσεις. Η «συμπληρωματική συνθήκη», στην οποία αναφέρεται η Ρόζα Λούξεμπουργκ, στο κείμενό της, αναφέρεται στην υπογραφή, έξι μήνες, μετά την Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ, ενός παραρτήματος της Συνθήκης αυτής. Η αναφορά της, στις διακόσιες εξιλαστήριες θυσίες, έχει γίνει για τις εκτελέσεις των μελών του κόμματος των Σοσιαλεπαναστατών, που σκότωσαν τον Γερμανό πρέσβη στην Μόσχα κόμη Μίρμπαχ. Οι Ρώσοι Σοσιαλεπαναστάτες, που συμμετείχαν, όπως είπαμε, μαζύ με τους μπολσεβίκους, στην πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού των εργατοαγροτικών συμβουλίων στην Ρωσία, διαφώνησαν, με την σύναψη Συνθήκης Ειρήνης, με την Γερμανία και αποχώρησαν από την κυβέρνηση, για να προσπαθήσουν, στην συνέχεια, να αποτρέψουν την υπογραφή και την εφαρμογή της, με διάφορους τρόπους, ανάμεσα στους οποίους ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Λένιν, από την Φανή Καπλάν, καθώς και άλλων στελεχών του μπολσεβίκικου κόμματος, όπως, επίσης και η δολοφονία του Γερμανού πρέσβη, στην Μόσχα. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν τραγικό και εν πολλοίς, αναπότρεπτο. Από αυτό το χρονικό σημείο και πέρα – Μάρτιος 1918 – η κυβέρνηση των συμβουλίων, μετατράπηκε, σε μονοκομματική κυβέρνηση των μπολσεβίκων, για να εξελιχθεί, σε μια τυπική σοβιετική κυβέρνηση, με την τρέχουσα έννοιά της. Ο δρόμος προς την μπολσεβικική αυταρχία και τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό ήταν, πλέον, ανοικτός, γεγονός, το οποίο η Ρόζα διείδε και το κατήγγειλε, χωρίς περιστροφές. Και οι μπολσεβίκοι τον δρόμο αυτόν τον διήνυσαν, πλήρως. Όταν, πια, η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν απούσα)…

    Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν (22/4/1870 – 21/1/1924). Ο αταλάντευτος στους στόχους του, ηγέτης των μπολσεβίκων, ακόμη και όταν αυτοί επαναπροσανατολίζονταν και άλλαζαν κατεύθυνση, τα έκανε σαλάτα, με το ουκρανικό ζήτημα – και όχι μόνο…

    Η σαρωτική κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ, για την άκριτη υποστήριξη, από τους Λένιν και Τρότσκυ, του συνθήματος για την αυτοδιάθεση των λαών, μια υποστήριξη – η οποία ξεκίνησε, ως προϊόν του ιδεολογικού δογματισμού των μπολσεβίκων, της καχυποψίας τους, απέναντι στο μεγαλορωσικό έθνος, που ήταν κυρίαρχο, μέσα στον χώρο της καταρρέουσας αυτοκρατορίας και ενός τακτικισμού, απέναντι, στην Γερμανία του Κάϊζερ, καθώς και απέναντι στις παλιές κυρίαρχες τάξεις των διαφόρων εθνοτήτων, που ζούσαν, μέσα στην εδαφική περιοχή του παλαιού καθεστώτος, στην περίπτωση της επιλεγόμενης Ουκρανίας -, που έφθασε και ξεπέρασε τα όρια της ιδεοληψίας, αφού, στην περιοχή αυτή, που ομιλούντο διάφορες διάλεκτοι και παραλλαγές της ρωσικής γλώσσας, δεν υπήρχαν «Ουκρανοί», ως χωριστή εθνότητα. Υπήρχαν Ρώσοι, που μιλούσαν διάφορες διαλέκτους της ρωσικής και μειοψηφικές εθνότητες (Πολωνοί, Γερμανοί, Βούλγαροι, ακόμη και Έλληνες της Κριμαίας και των γύρω περιοχών, καθώς και άλλοι), που μιλούσαν τις δικές τους γλώσσες.

    Όμως, ο λενινιστικός δογματισμός και ο ανελέητος ταξικός πόλεμος, που ξέσπασε, ανάμεσα στην διαπλασσόμενη νεοπαγή «σοβιετική» γραφειοκρατία – η οποία, για να ανέλθει στην εξουσία, στηρίχθηκε, στο προλεταριάτο – και στις παλιές κυρίαρχες τάξεις, που ηττήθηκαν (μαζύ με το προλεταριάτο), μέσα από την εξέλιξη αυτού του ταξικού πολέμου και στα γεγονότα, που ακολούθησαν, μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917 και το μπολσεβίκικο κίνημα του Οκτωβρίου του ίδιου έτους, οδήγησαν – μεταξύ των πολλών άλλων – και στην έναρξη της διαδικασίας μιας νέας εθνογένεσης. Της γέννησης του ουκρανικού έθνους, η οποία, αν και ακόμη, δεν έχει ολοκληρωθεί, συνεχίζει τον δρόμο της και τώρα, βρίσκεται, σε μια νέα κρίσιμη καμπή, η οποία, προφανώς, θα είναι και καθοριστική, αφού η ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας υποστηρίζεται, αναφανδόν, από την Δύση……………..

    http://tassosanastassopoulos.blogspot.gr/2014/02/1918-2014-rosa-luxemburg-fuck-eu.html

  16. Η δολοφονική απόπειρα κατά του Λένιν

    Σε μια περίοδο κατά την οποία η Οκτωβριανή Επανάσταση προσπαθούσε να παγιώσει την εξουσία της στη νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση, ο ηγέτης της Βλαντιμίρ Ουλιάνωφ, γνωστότερος ως Λένιν, έπεφτε θύμα δολοφονικής επίθεσης στη Μόσχα.

    Στις 30 Αυγούστου του 1918 ο Λένιν ολοκλήρωσε μια ομιλία του σε εργοστάσιο της σοβιετικής πρωτεύουσας. Τη στιγμή που ήταν έτοιμος να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε πίσω στο Κρεμλίνο, μια μικροκαμωμένη γυναίκα τον πλησίασε και του ζήτησε το λόγο για τη διακυβέρνηση της χώρας. Προτού ο Λένιν της απαντήσει, αυτή τον πυροβόλησε τρεις φορές.

    Δύο από τις σφαίρες βρήκαν τον στόχο, η μία σφηνώθηκε στον πνεύμονα του Λένιν και η άλλη στον ώμο του. Η τρίτη τρύπησε το κασκέτο του χωρίς να αγγίξει κάποιο ζωτικό όργανο. Ο βαριά τραυματισμένος Λένιν μεταφέρθηκε αμέσως στο Κρεμλίνο. Για λόγους ασφαλείας, οι γιατροί πραγματοποίησαν επί τόπου την επέμβαση για την αφαίρεση των βολίδων και όχι σε κάποιο νοσοκομείο.

    Δράστης της απόπειρας ήταν η Φάνια Καπλάν, μία 35χρονη εβραία από φτωχή πολυμελή οικογένεια. Συνελήφθη αμέσως και οδηγήθηκε στα κρατητήρια της ΤσεΚά, της πανίσχυρης μυστικής αστυνομίας των Μπολσεβίκων, προδρόμου της γνωστής μας Κα-Γκε-Μπε.

    Φάνια ΚαπλάνΣτους πράκτορες που την ανέκριναν δήλωσε αβίαστα ότι προσπάθησε να σκοτώσει τον Λένιν, επειδή τον θεωρούσε «προδότη της επανάστασης», όταν έκλεισε την Καταστατική Συνέλευση, στην οποία πλειοψηφούσαν οι Σοσιαλεπαναστάτες (Εσέρους), τους οποίους υποστήριζε. Το Σοσιαλεπαναστατικό Κόμμα, μεγάλος αντίπαλος των Μπολσεβίκων, ήταν μια μη μαρξιστική σοσιαλδημοκρατική παράταξη με σημαντική απήχηση στην αγροτιά της Ρωσίας.

    Η Φάνια Καπλάν δεν ήταν μια τυχαία γυναίκα. Από μικρή στον αντιτσαρικό αγώνα κατηγορήθηκε το 1906 ως συνεργός στη δολοφονία ενός αξιωματούχου του καθεστώτος και καταδικάσθηκε σε ισόβια καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία. Εξέτισε 12 χρόνια από την ποινή της και αποφυλακίστηκε μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917, που κατέλυσε την τσαρική εξουσία και έφερε στην εξουσία τον ομοϊδεάτη της Αλεξάντρ Κερένσκι.

    Η Καπλάν καταδικάσθηκε σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκε από τον ναύτη Πάβελ Μάλκοφ στις 3 Σεπτεμβρίου 1918. Ο Λένιν, παρά τη σοβαρότητα των τραυμάτων του, επέζησε. Η υγεία του, όμως, κλονίστηκε σημαντικά και έξι χρόνια μετά, μια σειρά αλλεπάλληλων εγκεφαλικών επεισοδίων τον οδήγησαν στον θάνατο.

    Η απόπειρα δολοφονίας του Λένιν και η δολοφονία του Μοϊζέι Ουρίτσκυ, ενός εξέχοντος στελέχους της ΤσεΚα, σηματοδότησε την έναρξη μιας περιόδου της σοβιετικής ιστορίας, που αποκλήθηκε «Ερυθρά Τρομοκρατία». Υπολογίζεται ότι μέσα σε ένα χρόνο πάνω από 6.000 αντίπαλοι του κομμουνιστικού καθεστώτος συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς δίκη, ανάμεσά τους και 800 σοσιαλιστές.

    https://www.sansimera.gr/articles/167

  17. […] [Διαβάστε για τη στάση του Λένιν προς το ευρωπαϊκό επαναστατικό κίνημα, το οποίο εγκατέλειψε υπογράφοντας τη Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ: https://kars1918.wordpress.com/2014/01/21/freiheit-ist-immer-die-freiheit-der-anders-denkenden/] […]

  18. Dominique Venner

    Οι Μπολσεβίκοι
    της Δεξιάς

    ΕΚΔ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ
    …………………………………………….
    Η συντριβή
    των Σπαρτακιστών

    Όπως θα μπορούσε να περιμένει κανείς, την πρωτοβουλία
    για τη σωτηρία της Γερμανίας ανέλαβαν όχι στρατηγοί
    ή, έστω, συνταγματάρχες, αλλά υπαξιωματικοί. Η τιμή,
    πράγματι, της αρχικής κίνησης ανήκει στον ανθυπασπιστή
    Suppe, που υπηρετούσε στο Βερολίνο, στο 2ο
    σύνταγμα της Φρουράς.

    Ο Suppe είχε το κοντό μουστάκι των πολεμιστών του
    Μετώπου· στο χιτώνιό του άστραφτε ο Πολεμικός Σταυρός
    Α΄ Τάξεως – παράσημο που απονεμόταν μόνο σε αποδεδειγμένα
    γενναίους. Παράλληλα, στη ζώνη του κρεμόταν,
    όλο απειλή, μια βαρειά πιστόλα Parabellum, που προκλητικώς
    αναζητούσε ευκαιρία να δικαιολογήσει την ονομασία
    της. (Para bellum= ετοίμασε/ετοιμάσου [για] τον πόλεμο
    [στα λατινικά].) Πολλοί άλλοι υπαξιωματικοί έσπευσαν να
    ακολουθήσουν το παράδειγμά του – και συσπειρώθηκαν
    γύρω του, μέσα στο γραφείο όπου αυτός είχε εγκατασταθεί.

    Ο αέρας μύριζε τσιγάρο· στον τοίχο, απέναντι από το
    τραπέζι του ανθυπασπιστή, ήταν αραδιασμένα τα γυαλιστερά
    και έτοιμα προς χρήσιν τουφέκια Mauser, που οι συνάδελφοι
    του Suppe είχανε φέρει μαζί τους. Η πόρτα του
    θαλάμου παρέμενε ανοιχτή· πίσω της φαινόταν η κομψή,
    όλο χάρη σιλουέττα ενός πολυβόλου Maxim. Παντού αλλού
    μέσα στο στρατόπεδο επικρατούσε ατμόσφαιρα τρελλοκομείου:
    την εξουσία ασκούσαν τα σοβιέτ των φαντάρων.

    Εδώ όμως όπου βρίσκονταν ο Suppe και οι σύντροφοί του το
    Μέτωπο παραμένει ζωντανό. Ο ίδιος ο ανθυπασπιστής άλλωστε
    διέλυσε μια και καλή οποιοδήποτε ίχνος αμφιβολίας:
    «Αυτό είναι το αμπρί μου» (στα γερμανικά: Bunker),
    δήλωσε. Έμεινε για λίγο σιωπηλός και μετά συνέχισε: «Ο
    δικός μας πόλεμος δεν τελείωσε.»
    Το γραφείο του; Ένα ξύλινο τραπέζι, απλωμένο πάνω σε
    κασόνια με χειροβομβίδες. Δίπλα του ήτανε απλωμένος ο
    χάρτης της γερμανικής πρωτεύουσας: με κόκκινες σημαιούλες
    δηλώνονταν οι συνοικίες που ελέγχανε οι Κομμουνιστές·
    και με μαύρες οι ζώνες που παρέμεναν ελεύθερες
    από την «κόκκινη πανούκλα».
    Οι υπαξιωματικοί, με μάτια πυρετικά, μάγουλα βαθουλωμένα
    και λιγνά σώματα όλο πληγές, ρωτούσαν τον Suppe
    τι έπρεπε να κάνουν, από ποιον «ανώτερο» τελοσπάντων
    όφειλαν να πάρουν εντολές. Αυτός τους άκουγε – δήθεν
    υπομονετικά· μετά έρριξε γύρω του ματιά προκλητική και
    δήλωσε: «Ποιος, ειδικά αυτές τους ώρες, είναι σε θέση να
    μας δώσει εντολές; Μήπως μας έδωσε κανείς διαταγή να
    μαζευτούμε εδώ; Ένα και μόνο καθήκον έχουμε πια: Να
    επιβάλουμε την ύπαρξη, την παρουσία μας – και όποιου
    του αρέσει! Εγώ, προσωπικά εγώ παίρνω πάνω μου την
    ευθύνη να φτιάξουμε Σώμα Ελεύθερο. Ποιος έρχεται μαζί
    μου;»
    Ο ανθυπασπιστής μιλούσε όχι σε «στρατιωτικούς» ούτε
    σε μαγαζάτορες και υπαλλήλους που είχανε φορέσει τη
    στολή, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουνε αλλιώς: απευθυνόταν
    σε πολεμιστές – και έγινε αμέσως αντιληπτός και αποδεκτός.
    Ένα τριπλό, βροντερό «Μπράβο!» ξέσπασε, ευθύς
    μετά το τέλος της δήλωσής του. Όλοι τους ήτανε στο πλευρό
    του· το Ι Ελεύθερο Σώμα ήταν γεγονός.

    Η ατμόσφαιρα στο στρατόπεδο τους γινόταν αποπνικτική.
    Τα μπουλούκια των φιλελεύθερων, δημοκρατικών φαντάρων
    παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα από μακριά,
    εμφανώς φοβισμένοι. Ήταν όμως πάρα πολλοί – και κοντά
    στην ανοιχτή πόρτα του Bunker μαζεύονταν ολοένα και
    περισσότεροι. Ήταν πολύ εύκολο για τον Suppe και τους
    συντρόφους του να τους κάνουνε πέρα με λίγες χειροβομβίδες
    και ριπές πολυβόλου. Καλλίτερα όμως να αποφευχθεί
    η αιματοχυσία μέσα στον στρατώνα… Αυτό σκέφτηκε
    ο Suppe – και πήρε απόφαση αυτόχρημα ιδιοφυή: Θα
    εγκαθιστούσε τη διοίκηση του Ι Ελεύθερου Σώματος που
    μόλις είχε ιδρύσει μέσα στο ίδιο το… πανεπιστήμιο! Εκεί
    δεν πήγαινε να σχηματιστεί, λόγω της μαρξιστικής προπαγάνδας,
    μία μεγάλη εστία αναταραχής; Άψογα! Εκεί λοιπόν
    αυτός θα έστηνε την έδρα του επιτελείου του!

    Προτού
    να αφήσει, όμως, το καταφύγιό του, χάρη σε συνάδελφο
    που είχε «άκρες» στο υπουργείο Στρατιωτικών, έστειλε το
    ακόλουθο μήνυμα σε όλα τα στρατόπεδα τους περιοχής:
    «Οι υπαξιωματικοί του Μετώπου που είναι σε θέση να αποδείξουν
    τον βαθμό και την πολεμική τους υπηρεσία καλούνται
    να έρθουν σε επαφή με το γραφείο του Εθελοντικού
    [μας] Σώματος, μέσα στο κτήριο του πανεπιστήμιου… Εκεί
    θα τους δοθούν και πληροφορίες σχετικώς με τον μισθό, το
    συσσίτιο, τη στολή και την εξάρτυση.» Και υπέγραψε όχι ως
    ανθυπασπιστής αλλά ως Führer.

    Τα όπλα μαζεύτηκαν και οι υπαξιωματικοί μας, με τον
    Suppe μπροστά, βγήκαν στον δρόμο. Προχώρησαν στην
    περίφημη λεωφόρο Υπό τας Φιλύρας (Unter-den-Linden),
    με πρόσωπα σκυθρωπά αλλά περήφανα. Ήτανε μόνο καμιά
    πενηνταριά· οι έτοιμοι για κάθε συμβιβασμό αστοί τους
    κυττούσαν με δύσκολα καμουφλαρισμένη αντιπάθεια. Αυτοί
    όμως, οι άνδρες του Ι Ελεύθερου Σώματος, χτυπούσαν
    με δύναμη τους μπότες τους πάνω στο έδαφος και τραγουδούσαν
    τους στίχους που, σε λίγο, έμελλαν να ακουστούν
    σε όλες τις πόλεις της Γερμανίας:

    Οι δρόμοι ανήκουν σε όποιους εκεί κατεβαίνουν.
    Οι δικές μας σημαίες όμως παντού κυματίζουνε πια.

    Γύρω μας το μίσος· καρφί δεν μας καίγεται,
    Γιατί εμείς σαρώνουμε τις σάπιες ιδέες.
    Και πάνω από τη βρώμικη λάσπη τους
    υψώνουμε τα λάβαρά μας!

    Τελικά συγκινήθηκαν ακόμα και οι αξιωματικοί· και
    προτού ακόμα να τελειώσει η πορεία του Suppe και των
    ανθρώπων του, εμφανίστηκε κάποιος ταγματάρχης Wels,
    που δήλωσε ότι σε αυτόν είχε ανατεθεί από τη νέα, σοσιαλιστική
    κυβέρνηση του Ράιχ, η ευθύνη του εφοδιασμού
    τους στρατιωτικής φρουράς του Βερολίνου και κάλεσε τον
    ανθυπασπιστή μας να εντάξει το Σώμα του στη στρατιωτικού
    χαρακτήρα «Δημοκρατική Άμυνα» (Republikanische
    Soldatenwehr), την οποία διοικούσε. Ο ταγματάρχης μίλησε
    κοφτά, χωρίς περιστροφές και αποκάλεσε τον Suppe
    «σύντροφο» (Kamerad)· εξήγησε παράλληλα πως η ένταξη
    την οποία πρότεινε δεν θα ανέστελλε την αυτονομία του
    Ελεύθερου Σώματος του Suppe. Αυτός ο τελευταίος δεν είχε
    γίνει αποδεκτός ως Führer από τους άνδρες του; Ωραία! Το
    αξίωμά του αυτό θα παρέμενε σεβαστό…

    * * *

    Παντού και πάντοτε, αυτοί που λιγότερο από όλους
    θέλουνε τον πόλεμο είναι οι αξιωματικοί τους καρριέρας
    – και ειδικά οι ανώτεροι και ανώτατοι. Αυτό δεν μπορεί
    να θεωρηθεί παράδοξο: η –όποια- «Επετηρίδα», από την
    οποία απορρέουν οι βάσει «αρχαιότητας» προαγωγές, ανατρέπεται
    και τελικώς εξαφανίζεται μέσα στον ορυμαγδό του
    πραγματικού πολέμου. Ο επαγγελματίας στρατιωτικός, που
    παίρνει τα γαλόνια του μέσα σε γραφεία, σπανίως αποδεικνύεται
    και πολεμιστής ικανός να πάρει την προαγωγή
    του πολεμώντας και καταβάλλοντας τον εχθρό. Συνεπώς,
    σταθερή τάση των επαγγελματιών αξιωματικών είναι να
    «τελειώνουνε το ταχύτερο με τον πόλεμο», ώστε να μπορούν
    να επιστρέψουνε στη ζωή του στρατοπέδου, των γραφείων
    και των υπουργείων, με τα προνόμια και το κύρος τους. Στο
    μέτωπο, πράγματι, οι πολεμιστές τείνουν χαιρετούν μόνο
    τον ανώτερο τον οποίο αυτοί θεωρούν άξιο του χαιρετισμού
    τους· στα μετόπισθεν και σε περίοδο ειρήνης, αντίθετα, οι
    χαιρετισμοί πέφτουνε βροχηδόν, επί δικαίων και αδίκων.
    Τυχόν εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουνε τον κανόνα…

    Οι ανώτατοι αξιωματικοί ήταν εκείνοι που –εμμέσως
    έστω- υποχρέωσαν σε παραίτηση τον Αυτοκράτορα τους
    Ρωσίας Νικόλαο Β΄ το 1917 και τον ομόλογό του της Γερμανίας
    κατά το 1918. Στη Ρωσία, μάλιστα, οι αξιωματικοί,
    στους οποίους συγκαταλέγονταν ορισμένοι από τους καλλίτερους
    στρατιωτικούς ηγήτορες του παλιού, αυτοκρατορικού
    στρατεύματος, έσπευσαν, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση
    του 1917, να ενταχθούν μαζικώς στον «Κόκκινο
    Στρατό» του Τρότσκυ και των ομοίων του. Το σύνολό τους;
    Εκπληκτικό – ακόμη και για τον πολυπληθή Ρωσικό Στρατό:
    85.000! Η δικαιολογία τους; Υπηρετούσαν την πατρίδα
    τους, ανεξάρτητα από την πολιτική κατάσταση. Την άποψη
    αυτή, βέβαια, δεν τη συμμεριζόταν η μεγάλη πλειοψηφία
    των υπαξιωματικών, οι οποίοι καθόλου δεν φάνηκαν διατεθειμένοι
    να υπερασπιστούν μία «πατρίδα» που ποδοπατούσε
    τα ιδεώδη με τα οποία είχαν γαλουχηθεί.

    Τα ίδια περίπου έγιναν και στη Γερμανία: Υπαξιωματικοί
    και όχι αξιωματικοί πήραν την πρωτοβουλία και σχημάτισαν
    το πρώτο Freikorps. Κανονικά λοιπόν θα έπρεπε ο
    ταγματάρχης Wels, που έστερξε να αποκαλέσει τον Suppe
    «σύντροφο», να χτυπήσει αυτόν και τους άνδρες του και όχι
    να τους ζητήσει να ενταχθούν στη «Δημοκρατική» του «Άμυνα».
    Για να λυθεί όμως το ‘αίνιγμα’ της συμπεριφοράς του
    εν λόγω ταγματάρχη, πρέπει κανείς να ανατρέξει στην Πολιτική
    Ιστορία της Γερμανίας της τότε εποχής – και συγκεκριμένα
    στις απαρχές τους περιβόητης «Δημοκρατίας της

    Βαϊμάρης». Και η αρχή της εν λόγω Δημοκρατίας εντοπίζεται
    σε γεγονότα του θέρους και του φθινόπωρου του 1918.
    Τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, πράγματι, τέταρτης
    αφότου είχε αρχίσει ο Μεγάλος Πόλεμος, η Γερμανία ήτανε
    σε θέση δύσκολη αλλά καθόλου ηττημένη. Οι σύμμαχοί
    της, Βουλγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία, Αυστροουγγαρία,
    είχανε ήδη συνάψει ανακωχή με τις Δυνάμεις
    της Εγκάρδιας Συνεννόησης, Γαλλία και Βρεταννία, και
    τις Η.Π.Α.· ο στρατός του Β΄ Ράιχ όμως, της Γερμανικής
    Αυτοκρατορίας με άλλα λόγια, παρέμενε αήττητος. Η πορεία
    προς το Παρίσι βέβαια, την οποία επιχείρησε από
    τον Μάρτιο του 1918 ο στρατηγός Erich Ludendorff και η
    οποία είχε κορυφωθεί τον Ιούλιο, δεν είχε τους καρπούς
    που προσδοκούσαν οι Γερμανοί ηγήτορες. Η Ρωσία όμως
    είχε ήδη ηττηθεί από τους Γερμανούς και είχε δεχτεί να
    αναγνωρίσει την ήττα της με τη συνθήκη του Brest Litovsk·
    κάτι ανάλογο είχε υποστεί και κάνει (με τη συνθήκη του
    Βουκουρεστίου) και άλλη σημαντική σύμμαχος των Αγγλογάλλων,
    η Ρουμανία. Το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο καθώς
    και μεγάλα κομμάτια της βόρειας Γαλλίας κατέχονταν από
    τον Γερμανικό Στρατό. Σύμφωνα με ποια λογική λοιπόν θα
    έπρεπε η Γερμανία να συνθηκολογήσει; Μήπως οι Σύμμαχοι
    είχανε κατορθώσει να διαρρήξουν το Δυτικό Μέτωπο;
    Όχι βέβαια! Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν, ο πόλεμος,
    έστω και «ολόκληρου του κόσμου» κατά της Γερμανίας θα
    παρατεινόταν μερικά χρόνια ακόμη – και, όπως ορθά είχε
    προβλέψει ο Βασιλιάς των Ελλήνων Κωνσταντίνος ΙΒ΄- θα
    κατέληγε σε συμβιβασμό.
    Αυτήν τη γενικευμένη εντύπωση οπωσδήποτε ενίσχυσε
    και η εξαγγελία των Δέκα Τεσσάρων Σημείων (Fourteen
    Points) του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Thomas
    Woodrow Wilson, τον Ιανουάριο του 1918. Τα Σημεία αυτά
    προέβλεπαν τη, σε παγκόσμια κλίμακα, αναδιοργάνωση
    των Διεθνών Σχέσεων και, ευρύτερα, του πολιτικού βίου
    των επιμέρους Κρατών βάσει των αρχών του Δυτικού/Ατλαντικού
    Κόσμου, δηλαδή τα «δημοκρατικά ιδεώδη», τη «διαφάνεια
    των συμφωνιών και συνθηκών», την «ελευθερία του
    εμπορίου» και τα σχετικά. Ήταν γενικώς αποδεκτό όμως
    πως τυχόν αποδοχή τους ειδικώς από τη Γερμανία έμελλε
    να επιφέρει όχι ήττα αυτής της τελευταίας αλλά συμβιβασμό
    της με τους αντιπάλους της. Αυτό είχε κατά νουν
    η ηγεσία του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Στρατού, όταν,
    το φθινόπωρο του 1918, υιοθέτησε την άποψη να ζητήσει
    ανακωχή.

    Στο μεταξύ όμως η Γερμανία είχε ήδη δεχτεί, καθώς
    στροβιλιζόταν στη δίνη του πολέμου, την πρώτη μεγάλη
    «μαχαιριά στην πλάτη». Ανήμερα τα Χριστούγεννα του
    1917, πράγματι, συνήλθε στο Βερολίνο η γενική συνέλευση
    των σιωνιστικών συλλόγων της Γερμανίας και με μεγάλη
    χαρά επιδοκίμασε τη Δήλωση Balfour, που είχε γίνει λίγες
    εβδομάδες πρωτύτερα. Σύμφωνα με τη Δήλωση αυτήν, που
    προκάλεσε η οικογένεια Rotschild, «μια εθνική ιουδαϊκή
    εστία» έμελλε να δημιουργηθεί στην Παλαιστίνη, μέρος,
    έως τότε, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με άλλα λόγια,
    οι Σιωνιστές της Γερμανίας τάσσονταν απροκάλυπτα στο
    πλευρό των εχθρών της χώρας όπου ήταν εγκατεστημένοι
    – και όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, τα υπόλοιπα δεν
    αποτελούσαν παρά ζήτημα χρόνου…

    Τα υπόλοιπα έσπευσε να αναλάβει -ποιος άλλος;- προσωπικώς
    ο τότε Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Όταν,
    πράγματι, στις 4 Οκτωβρίου 1918, διατυπώθηκε, από τη
    Γερμανία στον ίδιο τον Wilson αίτημα ανακωχής και ειρήνευσης,
    ο τελευταίος απέρριψε κάθε μορφής συμβιβασμό
    και εξήγησε ότι το γερμανικό αίτημα θα γινόταν δεκτό,
    μόνο εφόσον το Ράιχ «γινόταν ανίκανο για οποιαδήποτε,
    στο μέλλον, πολεμική προσπάθεια» και, παράλληλα,
    «απαλλασσόταν από το μοναρχικό του καθεστώς». Με λίγα
    λόγια, η Γερμανία «όφειλε» να παραδοθεί, αφοπλισμένη, στους εχθρούς της.
    Αυτό ο μόνος Γερμανός στρατιωτικός ηγήτορας που δεν
    το δέχτηκε υπήρξε ο Erich Ludendorff· και ο Κάιζερ, μάταια
    επιχειρώντας να κατευνάσει τους εχθρούς του, τον υποχρέωσε
    να παραιτηθεί. Οι διαλυτικές δυνάμεις, όμως, στο
    εσωτερικό της Γερμανίας πήρανε θάρρος από τις δηλώσεις
    του Wilson και την πτώση του στρατηγού, που, μέχρι τότε,
    ενσάρκωνε τη θέληση αντίστασης του Γερμανικού Λαού,
    και πέρασαν σε ανοιχτή δράση.

    Οι μαχαιριές στην πλάτη του Στρατού, ο οποίος συνέχιζε να πολεμάει μέσα στα χαρακώματα της Γαλλίας, έπεφταν πια η μία μετά την άλλη:
    Στις 3 Νοεμβρίου, στασίασαν τα πληρώματα ελλιμενισμένων
    στο Κίελο σκαφών του Αυτοκρατορικού Ναυτικού. Στις
    8 του ίδιου μήνα εκδηλώθηκε, στα μεγάλα αστικά κέντρα
    του Ράιχ, επαναστατικό κίνημα της Αριστεράς. Στις 9, αυτή
    η τελευταία επικράτησε στο Βερολίνο, ανακήρυξε τη Δημοκρατία
    και υποχρέωσε τον Αυτοκράτορα να καταφύγει
    στην Ολλανδία. Στις 11 Νοεμβρίου, τέλος, υπογράφηκε στη
    Γαλλία, στον σιδηροδρομικό σταθμό της Rethondes, μέσα
    στο βαγόνι του στρατάρχη Ferdinand Foch, αρχιστράτηγου
    των συμμαχικών στρατευμάτων στο Δυτικό Μέτωπο, η περιβόητη
    ανακωχή. Αυτή όμως με τίποτα δεν αποτελούσε
    «έντιμο συμβιβασμό» μεταξύ των έως τότε εμπολέμων Δυνάμεων:
    η Γερμανία απλώς παραδινόταν δέσμια στα χέρια
    των εχθρών της.

    Στο μεταξύ τα μοναρχικά καθεστώτα καταλύθηκαν σε
    όλη την έκταση της Γερμανίας (που, ως γνωστόν, αποτελούσε
    ομοσπονδία βασιλείων ή δουκάτων μορφής, η οποία
    εν πολλοίς θύμιζε τον κόσμο τους Ιλιάδος) και την εξουσία
    στο Βερολίνο ανέλαβε κυβέρνηση υπό τον Friedrich Ebert,
    πρόεδρο της πλειοψηφικής πτέρυγας (Μ.S.P.D.) του Σοσιαλδημοκρατικού
    Κόμματος της Γερμανίας (S.P.D.). Στην
    πτέρυγα –ή, μάλλον, το κόμμα αυτό- είχαν συσπειρωθεί
    οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές του Β΄ Ράιχ. Από την άλλη
    πλευρά τους, εχθρικώς προς το Μ.S.P.D. πια ορθωνόταν
    το κόμμα των ριζοσπαστικών τάσεων «Ανεξάρτητων Σοσιαλιστών»
    (U.S.P.D.), στους κόλπους του οποίου είχε αποκρυσταλλωθεί
    ομάδα ακραιφνών Μαρξιστών, των περίφημων
    Σπαρτακιστών, των μελών δηλαδή της Spartakusbund
    (= Σύνδεσμος «Σπάρτακος»). Αυτοί, υπό την ηγεσία του K.
    Liebknecht και της Rosa Luxemburg, επιδίωκαν τη μετατροπή
    της Γερμανίας σε Κράτος σοβιετικού τύπου – πάνω
    στο πρότυπο της Ρωσίας.

    Η κατάσταση πάντως στη Γερμανία του 1918 ήταν διαμετρικώς
    αντίθετη προς εκείνη της Ρωσίας του 1917. Και το
    ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα είχε, ως γνωστόν, διασπαστεί
    σε Μπολσεβίκους (=πλειοψηφικούς) και Μενσεβίκους
    (= μειοψηφικούς). Οι Μπολσεβίκοι όμως, με ηγέτη
    τον Λένιν, ήταν υπέρ των ριζοσπαστικών λύσεων – και έτσι
    έγινε η Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 στην Πετρούπολη,
    ο ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος και όλα τα σχετικά.
    Στη Γερμανία αντιθέτως, οι πλειοψηφικοί του M.S.P.D. δεν
    ήθελαν ούτε εμφύλιο ούτε τη σοβιετοποίηση του Κράτους.
    Ο Λένιν π.χ. ήτανε πεπεισμένος άθεος και εκνευριζόταν με
    οποιονδήποτε παρατηρούσε επί πολλή ώρα τον έναστρο
    ουρανό, επιδιώκοντας να εντοπίσει εκδηλώσεις της Θείας
    Πρόνοιας. Ο Ebert αντιθέτως, παρά την εργατική του προέλευση
    και παρελθόν, παρέμενε Χριστιανός ευσεβής και
    δήλωνε σε όποιους τον ρωτούσανε σχετικώς πως «μισούσε
    την επανάσταση όπως τις αμαρτίες του». Έτσι, οι υπό την
    ηγεσία του «πλειοψηφικοί» Γερμανοί σοσιαλιστές επιδίωκαν
    απλώς ένα –θεωρητικώς έστω- ήπιο σοσιαλισμό. Και, φυσικά,
    το αποτέλεσμα ήταν γρήγορα να βρεθούν αντιμέτωποι
    με τους «Ανεξάρτητους» ομοϊδεάτες τους και κυρίως με τους
    Σπαρτακιστές. Και ποιος, ενάντια σε αυτούς τους τελευταίους,
    θα υποστήριζε τους «πλειοψηφικούς σοσιαλιστές» του
    Ebert; Μα ποιοι άλλοι; Οι εθελοντές των Freikorps!

    …………………………………………….

  19. ———————————–
    ………………………………………………..

    Τώρα μπορούμε να ανακεφαλαιώσουμε. Ο Ebert και οι
    «πλειοψηφικοί», μετριοπαθείς σοσιαλιστές του έπαιξαν καίριο ρόλο στην ανατροπή της μοναρχίας στη Γερμανία. Έτσι
    αυτός ο τελευταίος έγινε καγκελλάριος (= πρωθυπουργός)
    του Γερμανικού Κράτους στις 9 Νοεμβρίου 1918, την ημέρα δηλαδή κατά την οποία η επανάσταση της Αριστεράς
    επικράτησε και στο Βερολίνο. Για να κατευνάσει, πάντως,
    τους πιο αριστερά από αυτόν «συντρόφους» του, ο νεόκοπος
    καγκελλάριος έσπευσε να απονείμει στους υπουργούς του
    τη βαρύγδουπη ονομασία: «λαϊκοί επίτροποι». Αδίκως!

    Οι Σπαρτακιστές φαίνονταν αποφασισμένοι να επιχειρήσουν
    ακόμη μία επανάσταση, η επιτυχία της οποίας θα μετέτρεπε τη χώρα τους σε ιδεολογικό και θεσμικό συνοδοιπόρο
    της Ρωσίας του Λένιν. Και ο Ebert τι να κάνει… στράφηκε
    προς τους –έως τότε- ‘ουδέτερους’ στρατηγούς και άφησε
    να κυκλοφορήσει μεταξύ τους το νέο ότι το «Συμβούλιο των
    Λαϊκών Επιτρόπων» δεν ήταν αντίθετο στην υποστήριξη γενικώς των Freikorps από τα στελέχη του τακτικού Στρατού.
    Όπως ήδη έχει επισημανθεί, ο Suppe και το Ι Ελεύθερο
    Σώμα του είχανε προσχωρήσει στη «Δημοκρατική Άμυνα»
    του ταγματάρχη Wels, ο οποίος, προκειμένου να επιτύχει
    αυτήν την προσχώρηση, είχε ‘τάξει λαγούς με πετραχήλια’
    στον ανθυπασπιστή και τους άνδρες του. Ευνόητο παραμέ

    νει πως καμιά από τις ανωτέρω υποσχέσεις δεν τηρήθηκε·
    έτσι ο Suppe και οι σύντροφοί του άρχισαν να αρπάζουν
    τρόφιμα, ρουχισμό και όπλα από όπου μπορούσανε (όπως
    ακριβώς και οι αρχαίοι Σπαρτιάτες). Μετά από την είδηση της στάσης που υιοθέτησε το «Συμβούλιο των Λαϊκών
    Επιτρόπων» του Ebert, όμως, τα πράγματα μεταβλήθηκαν
    εν ριπή οφθαλμού. Εμφανίστηκε κάποιος Märker, στρατηγός αυτός, που συγκρότησε πρώτο μεγάλο Freikorps,
    το Σώμα, συγκεκριμένα, Εθελοντών Κυνηγών τους Περιοχής (Freiwilligen Landesjaeger Korps). Ο μισθός; Τριάντα μάρκα τον μήνα συν πέντε ακόμα ημερησίως για όσους ήτανε υπαξιωματικοί ή αξιωματικοί. Η διάρκεια της
    αρχικής κατάταξης ήταν τριάντα μέρες. Μετά έπρεπε να
    υπάρξει ανανέωση. Ένα προσόν παρέμενε απαραίτητο: ο
    υποψήφιος πολεμιστής να έχει κάνει τη στοιχειώδη, έστω,
    στρατιωτική εκπαίδευση· και, εφόσον γινόταν δεκτός, να
    δώσει τον ακόλουθο γραπτό όρκο: «Ορκίζομαι να υπηρετήσω
    πιστά την προσωρινή κυβέρνηση του καγκελλάριου
    Ebert, μέχρις ότου μία Εθνοσυνέλευση αποφασίσει το ποια
    θα είναι η οριστική κυβέρνηση της Γερμανίας.»

    O όρκος αυτός σύντομα επιβλήθηκε σε όλα τα Freikorps – και αυτά
    που ήτανε κιόλας σχηματισμένα και σε όσα έμελλαν να δημιουργηθούν.
    Εννοείται πως οι πολεμιστές των Freikorps δεν έδιναν
    πεντάρα ούτε για τον Ebert ούτε, πολύ περισσότερο, για
    τους «Λαϊκούς Επιτρόπους» του. Το μόνο που τους ενδιέφερε
    ήτανε να συντρίψουν τους ακραίους αριστερούς και
    να υπερασπιστούν τα σύνορα της Πατρίδας τους. Αντικατέστησαν
    λοιπόν τη «μηχανική πειθαρχία» που είχαν επιβάλει
    οι αξιωματικοί της καρριέρας στο παλιό αυτοκρατορικό
    στράτευμα και η οποία «ταίριαζε μόνο σε ψοφίμια»
    (Kadaverdisziplin), με μια νέα πειθαρχία, τη «σιδερένια»·
    αυτή είναι η μόνη που άρμοζε σε ελεύθερους ανθρώπους
    και τίμιους πολεμιστές και πήγαζε αποκλειστικώς από την
    πίστη στο πρόσωπο του Οδηγού (Führer) που αυτοί οι ίδιοι
    είχαν εκλέξει. Είχαν τεθεί πια τόσο το σκηνικό της μεγάλης
    σύγκρουσης για τη σωτηρία τους Γερμανίας όσο και τα ψυχικά
    θεμέλια του Εθνικοσοσιαλισμού.

    * * *

    Ήταν τα Χριστούγεννα του 1918. Οι Σπαρτακιστές κυριαρχούσαν
    στο Βερολίνο. Στις διασταυρώσεις των οδών και
    των λεωφόρων οι πολιτοφύλακές τους είχανε στήσει πολυβόλα.
    Διαδηλώσεις με ρυπαρούς φαντάρους και ναύτες
    επικεφαλής περνούσαν από τις κεντρικές αρτηρίες με πελώριες
    κόκκινες σημαίες και πλακάτ, όπου ήταν γραμμένα
    τα πιο απίθανα συνθήματα και αιτήματα. Οι τηλεπικοινωνίες,
    ο τύπος, τα τραίνα ελέγχονταν πλήρως από αυτούς.
    Ήτανε, με λίγα λόγια, ‘έργο που έχει ξαναπαιχτεί’: ακριβώς
    ό,τι είχε γίνει στην Πετρούπολη τον Οκτώβριο του 1917.
    Το γερμανικό «συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων» συνεδρίαζε
    όχι βέβαια σε Χειμερινά Ανάκτορα, αλλά στην ίδια
    την Καγκελλαρία του Ράιχ. Οι κομισσάριοι (= επίτροποι/
    υπουργοί) έπρεπε ή να παραδώσουνε την εξουσία στους
    Liebknecht και Luxemburg ή να φύγουνε «σε άλλη γη,
    σ’άλλα μέρη».

    Μόνο ο Ebert παρέμεινε ψύχραιμος και προσπάθησε να
    συνεννοηθεί με τους στρατηγούς, που ήτανε διατεθειμένοι
    να υπηρετήσουν «τη χώρα τους» ανεξάρτητα από ιδεολογίες,
    καθεστώτα και πολιτικές καταστάσεις. Αυτοί όμως, καθώς
    διαισθάνθηκαν πως σε αυτούς μεταπηδούσε η ισχύς,
    απαίτησαν, ως αντάλλαγμα για τη σωτηρία της κυβέρνησης,
    την αποπομπή από αυτήν των κομισσάριων που εμφανώς
    συμπαθούσαν τους Σπαρτακιστές. Ο Ebert δεν είχε καμία
    εν προκειμένω αντίρρηση – και, μάλιστα, προχώρησε ένα
    βήμα παραπάνω: Ανέθεσε τους Στρατιωτικές Υποθέσεις (το
    υπουργείο Εθνικής Άμυνας, όπως θα λεγόταν σε μία φυσιολογική
    κυβέρνηση) στον Gustav Noske. Αυτός σιχαινόταν
    την επανάσταση των φανατικών Μαρξιστών πιο πολύ και
    «από τις δικές του αμαρτίες» και, συνεπώς, δεν είχε κανένα
    απολύτως πρόβλημα να αναθέσει την πάταξη των Σπαρτακιστών
    και των συνοδοιπόρων τους στα Freikorps…
    Οι
    Σπαρτακιστές πάλι, εν είδει διαμαρτυρίας, επισήμως αυτομετονομάστηκαν,
    στις 29 Δεκεμβρίου 1918-1η Ιανουαρίου
    1919 σε «Κομμουνιστικό Κόμμα [της] Γερμανίας» (K.P.D.)
    Τότε ακριβώς οι εθελοντές ανέλαβαν δράση. Στις 5 Ιανουαρίου,
    ο γνωστός μας Suppe και τα παλληκάρια του
    προσέτρεξαν στο κτήριο της Καγκελλαρίας, που από μέρες βρισκόταν πολιορκημένο από σμήνη κόκκινων φαντάρων,
    ναυτών και εργατών. Οι Εθελοντές όμως ήτανε λίγοι, πολύ
    λίγοι. Πώς θα διέσχιζαν τα πλήθη των εξεγερμένων Κομμουνιστών;

    Ο Suppe σκέφτηκε λίγο και –χωρίς να έχει εντρυφήσει
    σε κανένα απολύτως εγχειρίδιο ή βιβλίο- πήρε την απόφασή
    του: Έβαλε μπροστά από τη μικρή του φάλαγγα μια
    αυτοσχέδια στρατιωτική ορχήστρα που έπαιζε πολεμικά
    εμβατήρια. Πίσω από τα ταμπούρλα και τα πίφερα βαδίζανε
    οι άντρες του ένοπλοι, καμαρωτοί, με σφιγμένα δόντια,
    άγρια μάτια και χτυπώντας με δύναμη τις μπότες τους στο
    κατάστρωμα του δρόμου. Τα πλήθη τα χάσανε, σαστίσανε
    – και παραμέρισαν. Το Freikorps έφτασε κανονικά στην
    Καγκελλαρία και μπήκε στη μεγάλη της αυλή. Οι «λαϊκοί
    επίτροποι» είχαν προς στιγμήν σωθεί από την αιματηρή
    μανία των ομοϊδεατών τους, αλλά δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένοι
    από τους σωτήρες τους. Ο Ebert, μάλιστα, επέπληξε
    τον Suppe: «Τι τρόποι είναι αυτοί; Τι εμφάνιση; Αυτή
    η στάση δεν ταιριάζει στις δημοκρατικές και φιλειρηνικές
    διαθέσεις του νέου καθεστώτος!» «Λυπάμαι», έσπευσε να
    απαντήσει ο Führer του Ελεύθερου Σώματος. «Αυτοί είναι
    οι τρόποι μας. Άλλους δεν διαθέτουμε.»

    Ευτυχώς που αυτοί ήταν οι τρόποι τους και δεν διέθεταν
    άλλους. Όταν τελικά οι Κομμουνιστές πήραν την απόφαση
    να καταλάβουν εξ εφόδου το κτήριο της Καγκελλαρίας, δεν
    επαναλήφθηκε εκείνο που είχε γίνει στα Χειμερινά Ανάκτορα
    της Πετρούπολης τον Οκτώβριο του 1917. Οι Κόκκινοι,
    πράγματι, αντιμετώπισαν εδώ μία θύελλα φωτιάς και
    η επίθεσή τους απέτυχε. Τελικώς υποχώρησαν αφήνοντας
    πίσω τους 20 νεκρούς και πάνω από 40 τραυματίες. Αυτή
    ήτανε η πρώτη φορά που ηττήθηκαν, αφότου, τους 9 Νοεμβρίου
    1918, είχε, στο Βερολίνο, ανατραπεί η Μοναρχία και
    ανακηρυχθεί η εγκαθίδρυση τους Δημοκρατίας.
    Τώρα πια μπορούσε να αρχίσει η ανακατάληψη τους
    γερμανικής πρωτεύουσας – ή, μάλλον, η απελευθέρωσή
    της…

    … Που, βέβαια, συντελέστηκε με ρυθμούς ταχύτατους.
    Στις 6 Ιανουαρίου 1919, ο Noske, αποφασισμένος να τελειώνει
    μια και καλή με τους Σπαρτακιστές/Κομμουνιστές,
    έφυγε από το Βερολίνο, που ακόμη αναστάτωναν αυτοί οι
    τελευταίοι με τις διαδηλώσεις τους, και μετέφερε το στρατηγείο
    του στο Dahlem, ένα ήσυχο χωριό στα νοτιοδυτικά της
    πρωτεύουσας. Εκεί, όχι χωρίς δόση ειρωνείας, κατέλαβε τις εγκαταστάσεις ενός φημισμένου… παρθεναγωγείου και
    κάλεσε γύρω του τους επικεφαλής των Freikorps που, σαν
    μανιτάρια μετά από βροχή, ξεφύτρωναν πια παντού στη
    γη της Πρωσσίας. Μαζί τους κατέστρωσε επιτελικό σχέδιο,
    που, όπως κάθε τι το ιδιοφυές, ήταν απλούστατο: Με κεραυνοβόλες
    επιθέσεις τα Freikorps έπρεπε να καταλάβουνε
    το Spandau, όπου βρίσκονταν μεγάλες αποθήκες όπλων
    τις οποίες, περιέργως, δεν είχανε ακόμα αξιοποιήσει οι
    επαναστάτες, καθώς και την περίφημη πλατεία (την οποία
    θύμιζε αμυδρώς η δική μας, παλιά Ομόνοια) της Ωραίας
    Συμμαχίας (Belle-allianceplatz [σήμερα: Mehringplatz]),
    όπου βρίσκονταν τα γραφεία των κυριότερων επαναστατικών
    εφημερίδων.

    Η ταχύτητα των κινήσεων είχε μεγάλη
    σημασία, διότι οι παγγερμανικές εκλογές για την ανάδειξη
    Συντακτικής Συνέλευσης είχανε κιόλας οριστεί για τις 19
    Ιανουαρίου 1919. Δεν έπρεπε με τίποτα να επαναληφθεί το
    προηγούμενο της Ρωσίας, όπου οι Μπολσεβίκοι του Λένιν,
    έχοντας προλάβει να καταλάβουνε την εξουσία, διέλυσαν
    ενόπλως τη Συντακτική Συνέλευση, που θα καθόριζε το
    μελλοντικό καθεστώς της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας.

    Πάντως, και οι δύο αντικειμενικοί στόχοι που είχε θέσει
    ο Noske επιτεύχθηκαν ευχερώς. Τη νύχτα της 9ης προς τη
    10η Ιανουαρίου 1919, πράγματι, καταλήφθηκε ολόκληρη
    η περιοχή του Spandau, ενώ, παράλληλα, τα γραφεία των
    εφημερίδων στην πλατεία της Ωραίας Συμμαχίας πλήττονταν
    με βλήματα τηλεβόλων. Το πρωί όλα είχανε τελειώσει·
    και τέσσερις μέρες αργότερα ολόκληρη η περιοχή του
    Μείζονος Βερολίνου πλήρως ελεγχόταν από τα Freikorps.

    Τώρα ήτανε η σειρά του Liebknecht και της Luxemburg
    να εγκαταλείψουνε την πρωτεύουσα. Κατέφυγαν, πράγματι,
    σε μια συγγενή του πρώτου, σε ένα –πλούσιο- προάστειο
    του Βερολίνου. Ένας γείτονας όμως τους κατάλαβε,
    τους κατέδωσε – και στις 21 Ιανουαρίου η μπροστινή πόρτα
    του σπιτιού όπου κρύβονταν έπεσε κάτω από τα χτυπήματα
    ενός αποσπάσματος Εθελοντών.

    Οι δύο κομμουνιστές ηγέτες
    πιάστηκαν και μεταφέρθηκαν στην έδρα του Freikorps,
    άνδρες του οποίου τους είχανε συλλάβει. Στη συνέχεια, είπαν
    στον Liebknecht να ανεβεί σε ένα αυτοκίνητο, προκειμένου
    να μεταφερθεί σε φυλακή. Αυτός υπάκουσε… αλλά,
    καθώς ανέβαινε στο αμάξι, έφαγε δυο φοβερές κλωτσιές
    που τον έρριξαν κάτω αναίσθητο. Τον έβαλαν τότε στο όχημα
    σηκωτό και, όταν μετά από λίγη ώρα ξαναβρήκε τις αισθήσεις
    του, σταμάτησαν το αυτοκίνητο και του υπέδειξαν
    να κάνει λίγα βήματα «για να συνέλθει». Τους υπάκουσε…,
    και δέχτηκε από πίσω δυο σφαίρες που τον άφησαν νεκρό.

    To ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και με τη Luxemburg,
    την κόκκινη Ρόζα (rote Rosa). Τη φόρτωσαν σε αυτοκίνητο,
    αυτό κάποια στιγμή σταμάτησε, της είπανε να κατεβεί και
    τη σκοτώσανε με δύο απανωτούς πυροβολισμούς.

    Φριχτό το τέλος των δύο Σπαρτακιστών ηγετών; Βεβαίως…
    αλλά πριν από αυτούς τέλος όχι ανάλογο αλλά πολύ
    χειρότερο είχανε πολλοί αξιωματικοί του Γερμανικού Στρατού,
    που, έχοντας πίστη στο γόητρο των παρασήμων που,
    με κίνδυνο της ζωής τους, είχανε κερδίσει στα πεδία των
    μαχών, υπήρξαν τόσο θαρραλέοι, ώστε να κυκλοφορούν
    ένστολοι σε ζώνες του Βερολίνου που ελέγχονταν από τους
    Σπαρτακιστές. Το εξαγριωμένο πλήθος κυριολεκτικώς τους
    κομμάτιασε και στη συνέχεια περιέφερε θριαμβευτικώς,
    σε κεντρικά σημεία τη πρωτεύουσας, τα ματωμένα απομεινάρια
    της στολής τους. Είχε σπαρεί η θύελλα και τώρα είχε
    φτάσει η ώρα να θεριστεί η συγκομιδή των ανέμων…

    Η Συντακτική, πάντως, Συνέλευση των Γερμανών μπορούσε
    να συγκληθεί και να συνεδριάσει ανενόχλητη: Τα
    ρωσικά προηγούμενα δεν έμελλαν να επαναληφθούν στη
    Γερμανία.

    file:///C:/Users/V.Agtzidis/Documents/PDF/%CE%9F%CE%B9%20%CE%BC%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%83%CE%B5%CE%B2%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B9%20%CF%84%CE%B7%CF%82%20%CE%94%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%AC%CF%82,%20%CF%84%CE%BF%20%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%BF%CF%82%20%CF%84%CF%89%CE%BD%20%CE%A3%CF%80%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%B1%CE%BA%CE%B9%CF%83%CF%84%CF%8E%CE%BD%20%CE%BA%CE%B1%CE%B9%20%CE%B7%20%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%82%20%CF%84%CE%BF%CF%85%20%CE%BD%CE%B1%CE%B6%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D%20%CF%83%CF%84%CE%B7%20%CE%93%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1.pdf

  20. Όταν ο Κάιζερ βοήθησε τους Μπολσεβίκους

    100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση των Μπολσεβίκων κατά του Τσάρου το 1917, λίγοι γνωρίζουν ότι ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ είχε στηρίξει ενεργά τις ανατρεπτικές δράσεις.

    Roter Oktober – Russland Okotberrevolution (picture-alliance/akg)

    Ζυρίχη, 9 Απριλίου 1917. Στον σιδηροδρομικό σταθμό 32 Ρώσοι είναι έτοιμοι προς αναχώρηση. Ορισμένοι αποδοκιμάζουν φωνάζοντας «προδότες, αλήτες, γουρούνια». Παρούσα είναι και μια ομάδα, η οποία τραγουδά τη Διεθνή. Οι ράγες μπλοκάρονται προς στιγμήν, αλλά το τρένο τελικά αναχωρεί. Πρόκειται για ένα τρένο που διέθεσε ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ με σκοπό να αναζωπυρώσει την επανάσταση στη Ρωσία. Σε ένα από τα βαγόνια επιβαίνει και Λένιν. Με γερμανική βοήθεια εγκαταλείπει τον τόπο εξορίας του στην Ελβετία και μία εβδομάδα αργότερα φτάνει στον προορισμό του, το Πέτρογκραντ, τη σημερινή Αγία Πετρούπολη. Η Φεβρουαριανή Επανάσταση έχει μόλις τελειώσει, ο Τσάρος Νικόλαος Β’ δεν βρίσκεται πια στον θρόνο, μια προσωρινή κυβέρνηση έχει αναλάβει τα ηνία και η Οκτωβριανή Επανάσταση που επρόκειτο να επακολουθήσει δεν ήταν ακόμη ορατή.

    Ο εχθρός του εχθρού είναι φίλος

    Ομιλία του Λένιν στο Πέτρογκραντ (σημερινή Αγ. Πετρούπολη) το 1917
    Ομιλία του Λένιν στο Πέτρογκραντ (σημερινή Αγ. Πετρούπολη) το 1917
    Η επιστροφή του Λένιν στην πατρίδα του παρακολουθείται με εξαιρετική προσοχή στο Βερολίνο. «Η είσοδος του Λένιν στη Ρωσία ήταν επιτυχής. Εργάζεται εξ ολοκλήρου κατά τις επιθυμίες μας», πληροφορεί τότε η γερμανική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών. Φαινομενικά ένα πολιτικό παράδοξο να συμμαχεί ο Γουλιέλμος Β’ με τον κομμουνιστή Λένιν. Στόχος του Κάιζερ είναι όμως να αποδυναμώσει οριστικά το τσαρικό βασίλειο, το οποίο βρισκόταν από το 1914 σε πόλεμο με τις λεγόμενες Κεντρικές Δυνάμεις (Γερμανία και Αυστροουγγαρία). Το Βερολίνο επεδίωκε την αποσταθεροποίηση της Ρωσίας από τους Μπολσεβίκους του Λένιν κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ώστε να περιορίσει τις πιέσεις στο ανατολικό μέτωπο. Και το σχέδιο πετυχαίνει βασισμένο σε έναν παλιό κανόνα της διπλωματίας που υποστηρίζει ότι ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου.

    Η ιδέα για αυτήν την φαινομενικά παράδοξη συμμαχία δεν ήταν καινούρια. Εμπνευστής της ήταν ο επονομαζόμενος Πάρβους, ο Ισραήλ Λαζάρεβιτς Χέλφαντ, ένας Ρωσοεβραίος που είχε αποκτήσει πλούτο και προσπαθούσε να εκμεταλλευθεί την επιρροή του, προτείνοντας στα τέλη του 1914 στην Κωνσταντινούπολη στον γερμανό πρέσβη μια συμμαχία ανάμεσα «στις πρωσικές ξιφολόγχες και τις γροθιές των ρώσων προλετάριων». Σύμφωνα με τον Πάρβους, τα συμφέροντα της Γερμανίας και των ρώσων επαναστατών ταυτίζονταν. Μετά από αρχικές επιφυλάξεις, τελικά έγινε δεκτός τον Φεβρουάριο του 1915 στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών στο Βερολίνο. Ο ρώσος κομμουνιστής, ο οποίος είχε αρθρογραφήσει τα προηγούμενα χρόνια με ψευδώνυμο σε διάφορες αριστερές εφημερίδες της Γερμανίας και είχε σημειώσει επιχειρηματικές επιτυχίες στην Κωνσταντινούπολη, έγραψε το «σενάριο» για την επανάσταση στη Ρωσία για λογαριασμό του γερμανικού υπουργείο Εξωτερικών. Ήταν ο οδικός χάρτης όσων επρόκειτο να συμβούν μερικούς μήνες αργότερα. Ο Πάρβους περιέγραψε με λεπτομέρεια σε 23 σελίδες γραμμένες σε γραφομηχανή πώς θα μπορούσε να μεθοδευθεί η ανατροπή στη Ρωσία με υποστήριξη από το εξωτερικό. Το σχέδιο προέβλεπε χρηματοδότηση, σαμποτάζ και την ανατροπή της κυβέρνησης. Έναν μήνα αργότερα η υπηρεσία προϋπολογισμού της Γερμανίας ενέκρινε τη διάθεση δύο εκατομμυρίων μάρκων «για υποστήριξη της επαναστατικής προπαγάνδας στη Ρωσία».

    Το σχέδιο πετυχαίνει

    O Ισραήλ Λαζάρεβιτς Χέλφαντ, ο επονομαζόμενος Πάρβους

    Οι ρώσοι επαναστάτες δεν λαμβάνουν όμως μόνο προπαγανδιστικό υλικό εκ Γερμανίας, αλλά και όπλα και δυναμίτη. Τις δράσεις του Πάρβους συντονίζει ο γερμανός πρέσβης στην Κοπεγχάγη Γκραφ Ούλριχ φον Μπρόκντορφ-Ράντσαου, ο οποίος θεωρούσε δικαιολογημένη τη στήριξη των κομμουνιστών εάν αυτή επρόκειτο να προκαλέσει τη ρήξη του αντίπαλου πολεμικού συνασπισμού.

    Τελικά το παράτολμο σχέδιο του Πάρβους πέτυχε. Στις 7 Νοεμβρίου 1917 επέρχεται η ανατροπή που έμεινε στην Ιστορία ως Οκτωβριανή Επανάσταση. Η μεταβατική κυβέρνηση ανατρέπεται, τα σοβιέτ των εργατών και αγροτών καταλαμβάνουν την εξουσία και η Ρωσία ανακοινώνει μερικές εβδομάδες αργότερα ότι εγκαταλείπει τη συμμαχία της Αντάντ με τη Γαλλία και τη Μ. Βρετανία. Επρόκειτο ντε φάκτο για το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου για τη Ρωσία. Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β’ εκτιμάται ότι διέθεσε τελικά για την αποδυνάμωση του πολεμικού του αντιπάλου στη Ρωσία περί το μισό δισεκατομμύριο ευρώ με βάση τα σημερινά δεδομένα.

    Φόλκερ Βάγκενερ / Άρης Καλτιριμτζής

    https://www.dw.com/el/%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%BF-%CE%BA%CE%AC%CE%B9%CE%B6%CE%B5%CF%81-%CE%B2%CE%BF%CE%AE%CE%B8%CE%B7%CF%83%CE%B5-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%83%CE%B5%CE%B2%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%85%CF%82/a-41260530

  21. Agtzidis Vlassis on

    Άλλο Λένιν άλλο Μαρξ…
    Το απέδειξε με τον μαρξιστικότερο τρόπο η Λούξεμπουργκ

    https://www.marxists.org/archive/mattick-paul/1936/luxemburg-lenin.htm


Αφήστε απάντηση στον/στην Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Οργανωτικά ζητήματα της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας» | Und ich dachte immer Ακύρωση απάντησης