Η μάχη της Καλλίπολης (Β΄μέρος)

Στην εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσιεύτηκε στις 10 Μαϊου του 2015, το β’ μέρος του αφιερώματος στην εκστρατεία της Καλλίπολης.

————————————————————————
.
Η μάχη της Καλλίπολης και η Ελλάδα

.
ΒΛΑΣΗΣ ΑΓΤΖΙΔΗΣ*

Η εκστρατεία της Καλλίπολης αποτέλεσε ένα από τα μείζονα γεγονότα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, εκτός των δύο «κύριων» μετώπων, του Δυτικού και του Ανατολικού.
                                             
Kallipolis assets_LARGE_t_420_54497313

Η βία που άσκησαν οι Νεότουρκοι κατά των ελληνικών πληθυσμών της Ανατολικής Θράκης και της Δυτικής Μικράς Ασίας, από τον Απρίλιο του 1914, ανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να απειλήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία με νέο πόλεμο. Ο Ιωάννης Μεταξάς, ως υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, υπέβαλε Υπόμνημα προς τον Βενιζέλο, τον Μάιο του 1914, υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να γίνει άμεση πολεμική ενέργεια με την κατάληψη της χερσονήσου της Καλλίπολης: «…να καταληφθεί η περιοχή αυτή της οποίας η κατοχή θα ήτο απειλή κατά της Κωνσταντινουπόλεως».

Ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Στρέιτ, σε εντολή προς τον Ελληνα πρεσβευτή στην Πόλη, έγραφε στις 19 Ιουνίου 1914: «Ενώπιον αφορήτου καταστάσεως, γενικού συστηματικού διωγμού ομογενούς στοιχείου, αγόμεθα μοιραίως εις σύρραξιν προς Τουρκίαν…». Στο σημαντικό αυτό έγγραφο αναφέρεται ότι η ελληνική κυβέρνηση γνώριζε τους νεοτουρκικούς σχεδιασμούς και ότι «…βεβαίας ούσης της προθέσεως προς εξόντωσιν του εν Τουρκία ελληνισμού».

1913 Kallipoli-The Express and telegraph-13sep1913

Από την εφημερίδα: The Express and Telegraph, 13 Sep 1913. Οι εθνικές εκκαθαρίσεις κατά των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν ήδη ξεκινήσει από το 1913. Τα πρώτα θύματα ήταν οι Έλληνες της χερσονήσου της Καλλίπολης…

Μείζων η στρατηγική σημασία της περιοχής

Η στρατηγική σημασία της χερσονήσου της Καλλίπολης ήταν γνωστή στα στρατιωτικά επιτελεία από παλιά. Το ενδεχόμενο επιχείρησης κατάληψης είχε απασχολήσει το Βρετανικό Υπουργείο Πολέμου το 1904 και το 1911. Τα παλιά σχέδια επανεξετάστηκαν το 1914 με την έναρξη του πολέμου και με πρωτοβουλία του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Η έγκαιρη αδρανοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, του «μαλακού υπογάστριου του Κάιζερ», θα δημιουργούσε νέα δεδομένα στα πολεμικά μέτωπα και θα απέτρεπε φιλικές προς τους Γερμανούς χώρες, όπως η Βουλγαρία, να εισέλθουν στον πόλεμο.

Στο σημείο αυτό φάνηκε η σύμπτωση των ελληνικών και βρετανικών απόψεων. Τον Αύγουστο του 1914, μπροστά στο ενδεχόμενο ενός πολέμου μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τη μια και της Ελλάδας με τη Μεγάλη Βρετανία από την άλλη, ο Τσόρτσιλ ανέλυσε στον Αγγλο ναύαρχο τη βρετανική στρατηγική, που θα έπρεπε να ακολουθηθεί: «...ο ελληνικός στρατός θα όφειλε χάρις εις τη ναυτικήν του υπεροπλίαν να καταλάβει την χερσόνησο της Καλλιπόλεως. Ούτω θα ηνοίγοντο τα Δαρδανέλλια, θα ηδύνατο ο αγγλο-ελληνικός στόλος να εισδύσει εις την θάλασσαν του Μαρμαρά, να καταναυμαχήσει και να βυθίσει τα τουρκο-γερμανικά πολεμικά...».

Με την προτεινόμενη αξιοποίηση του ελληνικού παράγοντα, οι Βρετανοί επεδίωξαν να αμφισβητήσουν υπογείως την πρόθεση των Ρώσων να καταλάβουν αυτοί την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά.

Οι βρετανικές προθέσεις έγιναν άμεσα γνωστές στους Γερμανούς μέσω του φιλογερμανικού περιβάλλοντος της ελληνικής Μοναρχίας. Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε κάθε ελληνική εμπλοκή, παρόλο που την προηγουμένη είχε υιοθετήσει τη φιλοβρετανική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης του Ελ. Βενιζέλου. Τον Ιανουάριο του 1915 ο Βενιζέλος επανέρχεται στις προτάσεις του προς τον μονάρχη για την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων. Στην πολιτική αυτή αντιτάχθηκε το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Ο Ιωάννης Μεταξάς καταθέτει το δικό του υπόμνημα. Με αυτό υποστήριζε ότι θα νικήσουν οι Γερμανοί, θα ηττηθεί η Αντάντ και ότι δεν θα έπρεπε η Ελλάδα να διεκδικήσει τη δυτική Μικρά Ασία.

kallipoli

Διχασμένη η ελληνική ηγεσία

Η διαφαινόμενη έξοδος της Βουλγαρίας στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων επιτάχυνε τις προτάσεις για την επιχείρηση της Καλλίπολης, ώστε να τεθεί εκτός μάχης η Οθωμανική Αυτοκρατορία, να αποκτηθεί ευθεία σύνδεση με τη Ρωσία και να αποκοπεί η Γερμανία από τη Μέση Ανατολή και τις πλούσιες πρώτες ύλες που υπήρχαν εκεί. Το διπλωματικό παιχνίδι για την ελληνική πλευρά ήταν να μην επιτραπεί η τύχη της Πόλης να κριθεί μόνο από τη ρωσική βούληση. Η Αντάντ επιζήτησε την ελληνική συμμετοχή στην επιχείρηση. Ειδικότερα ζητήθηκε η ναυτική συνδρομή της Ελλάδας και η διάθεση στρατιωτικής δύναμης 15.000 ανδρών. Η Μεγάλη Βρετανία θεωρούσε ιδιαιτέρως αποτελεσματικό τον ελληνικό στόλο για την ευόδωση της επιχείρησης κατάληψης των Δαρδανελίων.

Η ελληνική απόφαση συμμετοχής στην επιχείρηση της Καλλίπολης θορύβησε τη Ρωσία, η οποία διεκδικούσε ως μεταπολεμικό λάφυρο την Πόλη και τα Στενά. Η πίεση της Ρωσίας προς τους Αγγλογάλλους εκφράστηκε με τη δήλωση ότι η Πόλη και τα Δαρδανέλια θα παραχωρηθούν στη Ρωσία.

Εκτός από τη ρωσική αντίδραση στο κοινό αυτό σχέδιο των Βενιζέλου και Κωνσταντίνου, σκληρή υπήρξε και η αντίδραση του Ι. Μεταξά, που χαρακτηρίστηκε «αντιπειθαρχική και στασιαστική» και εξέφρασε την ύστατη προσπάθεια του Επιτελείου να επιβάλει τη δική του πολιτική επί της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Κάποιοι εξ αυτών ζήτησαν να συνταχθεί η Ελλάδα στο πλευρό της Γερμανίας, επιτιθέμενη εναντίον της Σερβίας.

Η γερμανική παρέμβαση

Ενα επείγον τηλεγράφημα του Κάιζερ, γαμπρού του Ελληνα μονάρχη, με το οποίο του ζητούσε να ταχθεί με το μέρος της Γερμανίας και μια εντατικοποίηση των επαφών με τους υποστηρικτές της γερμανικής πολιτικής Στρέιτ, Δούσμανη και Μεταξά, ήταν αρκετά για να αλλάξουν και πάλι τη γνώμη του Κωνσταντίνου. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος που έγινε στις 5 Μαρτίου του 1915 μεταξύ Κωνσταντίνου και Βενιζέλου για την εκστρατεία της Καλλίπολης:

Κωνσταντίνος: Δεν στέκει στρατιωτικώς η επιχείρησις, κ. πρωθυπουργέ. Εχω εδώ τους επιτελείς διά να σας αναπτύξουν εκ νέου το ζήτημα.

Βενιζέλος: Γνωρίζω τα επιχειρήματά των. Σας επαναλαμβάνω τούτο: Εάν σπεύσωμεν, τα Δαρδανέλια θα πέσουν. Και αποτυγχάνοντες, όμως, εξασφαλίζομεν την Βόρειον Ηπειρον, την Κύπρον και την Μικράν Ασίαν...

Κωνσταντίνος: Θεωρείτε τόσο εύκολον την πλήρη ήτταν της Γερμανίας;

Βενιζέλος:Δεν υποτιμώ τη γερμανικήν δύναμιν. Επανειλημμένως εν τούτοις σας εξέθεσα διατί τελικώς θα επικρατήσει η Αγγλία. Εις την Ανατολήν ιδίως θα επιβληθεί καθ’ όλην την γραμμήν. Η Γερμανία υποστηρίζει την Τουρκία και εργάζεται διά λογαριασμόν της εις την Μικράν Ασίαν. Η Αγγλία θέλει τη συνεργασία και το μεγάλωμα της Ελλάδος. Μόνο διά της Αγγλίας θα κρατήσωμεν όσα έχομεν και θα επεκταθώμεν εκ νέου.

Κωνσταντίνος: Η Ρωσσία δεν μας αφήνει να πάμε εις την Πόλι.

Βενιζέλος: Δεν ημπορεί να μας εμποδίσει η Ρωσσία. Προσφέρομεν μικράν αλλά χρήσιμον δύναμιν εις στιγμήν αποφασιστικήν. Η Ρωσσία δεν διαθέτει προς το παρόν ούτε ένα σύνταγμα. Αυτό άλλωστε το απροπαράσκευον της τουρκικής αμύνης το ονομάζω ευκαιρίαν. Δεν ζητούμεν δε να γίνωμεν κύριοι της Κωνσταντινουπόλεως. Θα συντελέσωμεν προς κατάκτησιν και διεθνοποίησιν της πόλεως. Εις την Κωνσταντινούπολη Μεγαλειότατε θα πάμε από τη Μικρά Ασία...

Η απόλυτη απόκλιση των απόψεων του Βενιζέλου από αυτές του μονάρχη και η πλήρης ρήξη μεταξύ Στέμματος και κυβέρνησης ανάγκασε τον πρωθυπουργό να υποβάλει την παραίτηση, κάτι που έγινε αμέσως αποδεκτή.

Ο Διχασμός είχε ξεκινήσει.

Η τολμηρή εκστρατεία κατέληξε σε ήττα της Αντάντ

Η πολεμική περίοδος της άνοιξης του 1915 χαρακτηρίστηκε από τη μετατόπιση του κέντρου βάρους των πολεμικών επιχειρήσεων στο ρωσο-γερμανικό μέτωπο εξαιτίας της αποτυχίας του ρωσικού στρατού να καταλάβει την Ανατολική Πρωσία. Απέτυχε επίσης και η επίθεση του ρωσικού στρατού στα Καρπάθια. Η ρωσική αναποτελεσματικότητα θα μπορούσε να ξεπεραστεί μόνο με την απόκτηση ευθείας επαφής των αγγλο-γαλλικών στρατευμάτων με τα ρωσικά και την υλική ενίσχυση του ρωσικού στρατού, παράλληλα με την αδρανοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατάληψη των Στενών φάνηκε ως ένα μέσο επίτευξης του στόχου αυτού.

Η εκστρατεία της Καλλίπολης αποτέλεσε ένα από τα μείζονα γεγονότα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, εκτός των δύο «κύριων» μετώπων, του Δυτικού και του Ανατολικού.Η επιχείρηση της Καλλίπολης ξεκίνησε στις 18 Μαρτίου 1915. Η πρώτη πολεμική επιχείρηση είχε γίνει στις 3 Νοεμβρίου 1914, όταν μια μικρή μοίρα του βρετανικού πολεμικού στόλου βομβάρδισε τις τουρκικές θέσεις. Στη συνέχεια, ο οθωμανικός στρατός υπό την καθοδήγηση των Γερμανών αξιωματικών ναρκοθέτησαν τη θάλασσα των Στενών και βελτίωσαν τα οχυρά χωρίς να ενοχληθούν από τους συμμάχους για πέντε ολόκληρους μήνες. Αυτό θεωρήθηκε το πρώτο λάθος κατά την προετοιμασία της επιχείρησης. Το πρωί της 25ης Απριλίου ξεκίνησε η αποβατική προσπάθεια. Μέχρι το μεσημέρι της επόμενης μέρας είχαν αποβιβαστεί περισσότεροι από 30.000 άνδρες, Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Ινδοί, Γάλλοι και Σενεγαλέζοι.

Ο πόλεμος περί τη χερσόνησο της Καλλίπολης υπήρξε αμφίρροπος. Ανεξαρτήτως του τελικού αποτελέσματος, υπήρξαν στιγμές που η πλάστιγγα θα μπορούσε να κλίνει υπέρ των συμμαχικών στρατευμάτων. Τελικά, από τον Οκτώβριο του 1915 άρχισε η βαθμιαία μεταφορά των πρώτων μονάδων στη Θεσσαλονίκη. Εως τον Ιανουάριο του 1916, η χερσόνησος της Καλλίπολης εκκενώθηκε οριστικά από τα συμμαχικά στρατεύματα. (σ.τ.σ.Τα στρατιωτικά λάθη των Βρετανών, τα οποία εάν είχαν αποφευχθεί θα οδηγούσαν σε διαφορετικό αποτέλεσμα, έχουν αναλυθεί στο Eliot A. Cohen, and John Glock, «Military Misfortunes. The Anatome of Failure in War», εκδ. The Free Press, 1990, Νέα Υόρκη, 1990, σελ. 133-134, 141-163.)

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι 1915-kalipolis.jpg

Μια συγκλονιστική στιγμή της μάχης: Δύο σφαίρες που συγκρούστηκαν μεταξύ τους στην μάχη της Καλλίπολης (1915-1916 ) κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι συνέπειες για συμμάχους και Ελληνες

Σημαντικές ήταν οι συνέπειες από την αδυναμία των συμμάχων να καταλάβουν τα Στενά και την Κωνσταντινούπολη και να θέσουν εκτός του πολέμου τους Νεότουρκους. Τόσο στην εξέλιξη του πολέμου, όσο και στην ένταση της πολιτικής των Γενοκτονιών των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων. Η άρνηση της Ελλάδας να πάρει μέρος στη συμμαχική προσπάθεια είχε πολλαπλές επιπτώσεις στη θέση της στο μεταπολεμικό τοπίο.

Εξαιτίας της άρνησης, η Ιταλία κατάφερε να ενισχύσει τη θέση της για την απόκτηση των περιοχών Αϊδινίου και Σμύρνης, γεγονός που καθόρισε την ιταλική συμπεριφορά μετά τον Μάιο του 1919. Ο Ελληνας μονάρχης θα θεωρηθεί συνυπεύθυνος της συμμαχικής ήττας στα Δαρδανέλια και η επαναφορά του στον θρόνο μετά τις μοιραίες εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 θα οδηγήσει στη διάρρηξη του συμμαχικού μετώπου, στη βαθμιαία εγκατάλειψη της Ελλάδας την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας και την προσέγγιση προς τους Τούρκους εθνικιστές του Μουσταφά Κεμάλ.

Η νίκη των συμμάχων στην Καλλίπολη θα σήμαινε άμεσο τερματισμό της Γενοκτονίας των Αρμενίων, το σταμάτημα των διώξεων κατά των ελληνικών πληθυσμών της Ανατολικής Θράκης και της Ιωνίας, την αποφυγή της Γενοκτονίας στον Πόντο (1916), καθώς και μεταπολεμικά κέρδη ασυγκρίτως μεγαλύτερα από αυτά που έλαβε η Ελλάδα με την καθυστερημένη είσοδό της στον πόλεμο (Μάιος 1917), ενώ η κατευθείαν επαφή των συμμάχων με τα ρωσικά στρατεύματα θα απέτρεπε την εξάπλωση της οικονομικής και πολιτικής κρίσης στο εσωτερικό της Ρωσίας.

Η χερσόνησος της Καλλίπολης, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Θράκης, αποδόθηκε στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών (Αύγουστος 1920) και αποτέλεσε τμήμα του ελληνικού κράτους. Ομως με τη Συνθήκη της Λωζάννης (Ιούλιος 1923) θα χαθεί οριστικά για την Ελλάδα, εντασσόμενη στο νέο τουρκικό έθνος-κράτος που δημιούργησε ο Μουσταφά Κεμάλ.

—————————————————–

Το Α’ μέρος

Προς την εκστρατεία της Καλλίπολης
.

Kalipoli A' Παγκόσμιος Πόλεμος

Αφίσα της εποχής (εκδ. Βιέννη) που παριστά την φιλία Γερμανo-αυστριακών και Νεότουρκων

18 Σχόλια

  1. […] Η μάχη της Καλλίπολης (Β΄μέρος) […]

  2. Εγραψε το όνομα του παππού του στο μνημείο πεσόντων της Χηλής (Sile) της Μικράς Ασίας

    Μια αδικία αποκαταστάθηκε, έστω και με πρόχειρο τρόπο στο μνημείο των πεσόντων της πόλης Χηλή (Sile) της επαρχίας Χαλκηδόνας Κωνσταντινούπολης στη Μαύρη Θάλασσα. Το όνομα του παππού του Διονύσιου Βουλγαρόπουλου, έγραψε σε ένα χαρτόνι και το τοποθέτησε στο μνημείο ως φόρο τιμής ο εγγονός του Αλέκος Τσινάρας.

    Στην πλατεία του θερέτρου αυτού της Μικράς Ασίας που υπάγεται στην ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, (αποικία Θρακών με πολλούς Ελληνες μέχρι το 1922, σήμερα υπάρχει χωριό Χηλή, έξω από την Αλεξανδρούπολη), υπάρχει ένα ηρώο με τα ονόματα των πεσόντων από την πόλη αυτή στον Α” Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1915 στην μάχη της Καλλίπολης.

    Μόνο που γράφει το ονόματα μουσουλμάνων Τούρκων πεσόντων. Στην μάχη της Καλλίπολης όμως έχασαν την ζωή τους και 300 περίπου μη μουσουλμάνοι. Ανάμεσα τους Ρωμιοί και Αρμένιοι που ως Οθωμανοί υπήκοοι, τους έντυσαν στο χακί και τους έστειλαν στην πρώτη γραμμή. Ανάμεσα σε αυτούς που σκοτώθηκαν εκεί, εξαφανισθέντες κατά το επίσημο κράτος, ήταν και ο 20 χρονος τότε Διονύσιος Βουλγαρόπουλος.

    Κατά την πρόσφατη επίσκεψη στη Χηλή, με αφορμή τη συνάντηση των Ταταυλιανών, ο εγγονός του Αλέκος Τσινάρας (Τσινάρογλου), έγραψε το όνομά του σε ένα κομμάτι χαρτόνι και το τοποθέτησε στο μνημείο. Το εντυπωσιακό είναι πως όχι μόνο δεν τον απέτρεψαν οι ντόπιοι κάτοικοι, αλλά τον βοήθησαν κιόλας…

    tsinaras-alekos2

    Ο Αλέκος Τσινάρας, μιλάει στο Δίκτυο Μικρασιάτης, για την κίνηση του αυτή αλλά και το πως εξελίχθηκαν τα πράγματα για την οικογένεια του πατέρα του Παναγιώτη Τσινάρα, αείμνηστου εφημέριου του Πατριαρχικού Ναού Αγίου Γεωργίου:

    Μόλις είδα το μνημείο συνειδητοποίησα, πως από εδώ ξεκινά η οικογενειακή μου ιστορία. Λείπει από το μνημείο ένα όνομα, αυτό του παππού μου. Σίγουρα λείπουν κι άλλα, αλλά μιας και είμαι εδώ, ας το προσθέσω στη μνήμη του κι ότι γίνει. Ο παππούς μου Διονύσιος Βουλγαρόπουλος, εξαφανίσθηκε…στην μάχη της Καλλίπολης. Η γιαγιά μου Βασιλική Σολαγάνογλου, πέθανε λεχώνα στον πατέρα μου Παναγιώτη. Ως το 1922 ο πατέρας μου μεγάλωσε με τις αδελφές της μητέρας του. Το 1922 όταν οι Τσέτες μπήκαν στο χωριό λόγχιζαν όπου νόμιζαν ότι κρύβονταν οι Ρωμιοί. Ο πατέρας μου Παναγιώτης τρυπήθηκε με λόγχη στο λαιμό. Τραυματισμένος αρκετές ημέρες, τον άφησαν οι συγγενείς του στο Νοσοκομείο Saint George και έφυγαν για την Ελλάδα. Τον έβγαλαν έξω από το Νοσοκομείο και το μόνο που θυμόταν ήταν το όνομά του Πανανής (Παναγιώτης) και το όνομα του θείου του.. Φώναζε συνέχεια θείε Αποστόλη, θείε Αποστόλη…Τις φωνές του άκουσε ένας Ρωμιός αστυνομικός, ο Αθανάσιος Τσινάρογλου, ο οποίος τον πήρε και τον πήγε στο σπίτι του πατέρα του. Αυτός και η δασκάλα γυναίκα του Ευδοξία, υιοθέτησαν τον πατέρα μου Παναγιώτη και φρόντισαν για την μόρφωση του στο Αυστριακό Σχολείο της Πόλης. Οταν πέθανε ο αστυνομικός, αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές,μέχρι που παντρεύτηκε μια γειτόνισσα τους από τη Χηλή. Αυτή του είπε ότι είναι ο γιος του Βουλγαρόπουλου και οι συγγενείς του είναι στην Ελλάδα. Είχε πάθος με την κλασσική και την Βυζαντινή μουσική και αργότερα χειροτονήθηκε διάκος στον Αγιο Νικόλαο του Γαλατά. Σπούδασε ανατολική και ευρωπαϊκή μουσική και ήταν απόφοιτος του Ζωγραφείου. Το 1964 δίδαξε ως καθηγητής μουσικής στο Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο και δημιούργησε πολλές χορωδίες. Το 1967 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας τον χειροτόνησε ιερέα και μέχρι το 1996 που έφυγε από τη ζωή ήταν πρωτοπρεσβύτερος και εφημέριος του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου…

    http://mikrasiatis.gr/to-onoma-tu-pappou-tou-sto-mnimeio-pesonton-tis-xilis-mikras-asias/

  3. Τα 100 χρόνια από την απόβαση των συμμάχων στην Καλλίπολη και…
    η επέτειος της Γενοκτονίας των Αρμενίων
    Αρθρο της εφημερίδα «Αγκός»

    του Ζακάρια Μιλντάνογλου
    Μετάφραση: Βαρβάρα Αλατζίδου

    Η ημερομηνία 18 Μαρτίου 1915, η οποία είναι γραμμένη με γιγαντιαία γράμματα στην πλαγιά ενός λόφου, τραβά την προσοχή όσων διέρχονται από τα Δαρδανέλλια. Κάθε χρόνο, την ημερομηνία αυτή, γινόταν συλλογικό μνημόσυνο με συμμετοχή ντόπιων και ξένων. Την ίδια ημερομηνία επίσης, για τον εορτασμό της 100ης επετείου, η τουρκική κυβέρνηση «σοφά πράττοντας…» τη διέγραψε! Αντ’αυτού ανακοινώθηκε, πως ο εορτασμός της νίκης θα διεξαχθεί στις 24 Απριλίου, ημέρα της επετείου της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Μάλιστα, για το μνημόσυνο αυτό εστάλησαν προσκλήσεις σε όλα τα κράτη. Ο τρόπος που λειτούργησε η κυβέρνηση όσον αφορά αυτό το πρόσφατο γεγονός, δεν άφησε καθόλου καλές εντυπώσεις.
    Κατά την οθωμανική περίοδο, στα μέρη όπου βρίσκονταν εντός των ορίων της επαρχίας της Αδριανούπολης και στους γύρω οικισμούς των Δαρδανελλίων, ζούσαν πολλοί Αρμένιοι. Μιλώντας για τις εκδηλώσεις μνήμης του Τσανάκκαλε, θελήσαμε να τις αναλύσουμε και εμείς οι Αρμένιοι που ζούσαμε παλιότερα γύρω από τα Δαρδανέλλια.
    Η Καλλίπολη πέρασε στην οθωμανική κυριαρχία το έτος 1356 και βρίσκεται στο ανατολικό στόμιο του στενού των Δαρδανελλίων και διοικητικά και θρησκευτικά υπαγόταν στην Ραιδεστό. Στην πόλη υπήρχε και η αρμενική συνοικία. Τρεις αιώνες πριν, κατά το 16ο αιώνα είχαν μεταναστεύσει εδώ δώδεκα αρμενικές οικογένειες από Κεμάχ, Αμαντόρ και Αγκν (Εγίν/Κεμαλιγιέ). Με τα χρόνια ο αρμενικός πληθυσμός ανήλθε σε 200 νοικοκυριά. Υπήρχαν σχολές που παρείχαν ανώτερη μόρφωση, τα Σούρπ Λουσαβορτσιάν και Χριψανιάν, όπου φοιτούσαν 53 αγόρια και 58 κορίτσια αντίστοιχα.
    Στην πόλη κατοικούσαν 1300 τουρκικές οικογένειες, οι οποίες αποτελούσαν την πλειοψηφία, 800 ελληνικές και 250 εβραϊκές οικογένειες. Ο αρμενικός πληθυσμός ανέρχονταν στα 1.190 άτομα. Όπως συνέβαινε σε πολλά μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έτσι και στη πολυπολιτισμική Καλλίπολη ομιλούνταν η Ελληνική, η Αρμένικη και η Τουρκική. Αυτή η τρίγλωσση γραπτή έκφραση της Καλλίπολης αποτυπώνονταν σε όλες τις καρτ ποστάλ της εποχής.
    Οι επαρχίες Κασάν και Μουρεφτέ: Τα χωριά Σαρκιόι, Μαϊντός και Εβρεσέ υπάγονταν διοικητικά στην Καλλίπολη. Αν και σε μικρό αριθμό, ζούσαν και σ’ αυτά Αρμένιοι.
    Η μεγάλη πλειοψηφία των Αρμενίων που ασχολείτο με την γεωργία, την αλιεία, το εμπόριο και διάφορα τεχνικά επαγγέλματα, σε γενικές γραμμές ζούσε φτωχικά. Ασχολούνταν με την παραγωγή δημητριακών και φρούτων, όπως σιτάρι, κριθάρι, βαμβάκι, σταφύλια, πεπόνια και καρπούζια, ενώ η παραγωγή τσόχας ήταν σε ανταγωνιστικό επίπεδο με την Ευρώπη. Ένας μικρός αριθμός εμπόρων και πλουσίων ασχολούνταν με ακίνητα, ενοικιάσεις, τοκογλυφία και με επιχειρήσεις εισαγωγών-εξαγωγών.
    Ο Ταβίτ Μπαντριγκιάν, ιατρός του Ιατρικού Κέντρου «Αρμενία» θυμάται κι αφηγείται: «Είναι η γενέτειρά μου, η πατρίδα μου. Γεννήθηκα στο Ερεβάν. Γενέτειρα και πατρίδα… αν για κάποιον άλλον αυτές οι δύο αναντικατάστατες αξίες φέρουν το ίδιο όνομα, είναι μεγάλη ευτυχία. Διότι αν έχεις μεγαλώσει σε μια άλλη χώρα από αυτή που γεννήθηκες, όσο πατριώτης και αν είσαι, το χώμα, το νερό, ο αέρας της γενέτειράς σου έχουν αλλιώτικη μυρωδιά για σένα. Την παιδική σου ηλικία εκεί την πέρασες, εκεί ονειρεύτηκες και μεγάλωσες εκεί. Η γενέτειρα, είναι η χώρα των ονείρων. Κάθε φορά θυμάμαι με πόση λαχτάρα διηγούνταν στην οικογένειά μου για τα στενά των Δαρδανελλίων, τη θάλασσα, τα σπίτια, τους δρόμους, τις πέτρες και τους ανθρώπους».
    Η οικογένεια του Ταβίτ Μπαντριγκιάν, είχε ρίζες από την Κωνσταντινούπολη μα ζούσαν στην Καλλίπολη. Ο πατέρας Αρντασές Μπαντριγί, όταν μετανάστευσε από την Καλλίπολη στην Ελλάδα ήταν 20 χρονών. Ο παππούς ο Χαμπαρτσούμ ήταν σιδεράς και ο πατέρας του ο Αρντασές τσαγκάρης. Και οι δύο ήταν άνθρωποι που έζησαν και δημιούργισαν με τίμιες δουλειές. Η γιαγιά Κοχάρ ήταν τουρκόφωνη, μα γνώριζε απέξω όλο το «Ναρέκ» (αρμενικό βιβλίο προσευχής). Στην ζωή της επισκέφτηκε τρεις τόπους προσκυνήματος: την Ιερουσαλήμ, τη Μονή Θεοτόκου Αρμάς Σαρχάπ (Νικομήδεια) και στην Αρμενία το Ετσμιατζίν.
    Η μητέρα του Ταβίτ Μπαντριγκιάν, η Αζνίβ, ήταν 13 ετών όταν μαζί με την οικογένειά της εγκατέλειψαν τη γενέτειρά της το Σιλιμβρί για να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Ύστερα από 60 χρόνια, προκειμένου να επισκεφτεί τους συγγενείς της, επέστρεψε στον τόπο γέννησής της. Όταν έφτασαν κοντά στο Σιλιμβρί, άφησε το αμάξι και συνέχισε το δρόμο με τα πόδια. Οι μνήμες του δεκατριάχρονου κοριτσιού, την οδήγησαν κατευθείαν στο σπίτι όπου έζησε η οικογένειά της και το οποίο είχε χτίσει ο πατέρα της με τα ίδια του τα χέρια. Όταν χτύπησε την πόρτα αντίκρισε μπροστά της μία Τουρκάλα. Κατά τη διάρκεια των 60 χρόνων τα πάντα είχανε μείνει ίδια, μόνο οι ιδιοκτήτες είχαν αλλάξει.
    Η οικογένεια του Ταβίτ Μπαντριγκιάν, το 1946-47 επέστρεψε με πλοίο από την Ελλάδα στην Αρμενία λαμβάνοντας μέρος στην πρώτη αποστολή που καλούσε την αρμενική διασπορά για «επιστροφή στην πατρίδα». Καθώς το πλοίο περνούσε από τα Στενά των Δαρδανελλίων, είδαν τον τόπο γέννησής τους, την Καλλίπολη. Θυμήθηκαν τότε το 1922, όταν φεύγοντας αναγκαστικά λόγω της ανταλλαγής, είχαν κλειδώσει όλες τις πόρτες και είχαν κρατήσει τα κλειδιά με την πεποίθηση ότι μία ημέρα θα επέστρεφαν. Όταν το πλοίο πλησίασε αρκετά, η γιαγιά Κοχάρ αντίκρισε για τελευταία φορά το σπίτι όπου είχαν ζήσει. Έβγαλε τότε τα βαριά κλειδιά που τόσα χρόνια τα φύλαγε με ελπίδα, τα άφησε αργά και σιωπηλά από το χέρι της, πάνε, χάθηκαν στα νερά του στενού…

  4. Καλλίπολη-Κεφαλονιά-Κοκκινιά

    Κουήν Μινασιάν
    Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2015, τεύχος 86

    Ο παππούς μου Χατζη-Αγκόπ Κρικοριάν, που αργότερα για άγνωστους λόγους θα πάρει το επώνυμο Παλαντζιάν, ως κάτοικος της Καλλίπολης και μάλιστα Αρμένιος προύχοντας, υπηρέτησε στον οθωμανικό στρατό, στο ιππικό και πολέμησε στην «Μάχη της Καλλίπολης» ή του «Τσανάκ Καλε», όπως το ονόμαζαν. Η μοίρα το έφερε ο Χατζη-Αγκόπ, κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης να σώσει την ζωή ενός Τούρκου υψηλόβαθμου αξιωματικού. Βάζοντας ασπίδα το σώμα του προστατεύει τον αξιωματικό και η σφαίρα χτυπά τον παππού μου στο πόδι (το σημάδι και ένα ελαφρύ γέρσιμο στο περπάτημα υπήρχαν μέχρι τα βαθιά του γεράματα…). Ο Χατζη-Αγκόπ παρασημοφορείται αμέσως μετά την νίκη, ενώ ο Τούρκος αξιωματικός εξομολογείται δημοσίως πως του χρωστάει την ζωή του και πως δεν θα το ξεχάσει ποτέ. Ξεκινά από τότε -και παρά την διαφορά καταγωγής και θρησκείας- μια εγκάρδια φιλία μεταξύ των δυο αντρών. Είχαν και μια κοινή λατρεία: τα άλογα. Ο παππούς, λένε, εκτός από 40 διαλεχτά άλογα, είχε το ομορφότερο μαύρο αραβικό άλογο και είχε επιτρέψει μόνο στον Τούρκο φίλο του να το καβαλάει. Μάλιστα, την άνοιξη του 1919, στον γάμο του Χατζη-Αγκόπ με την Τακουή Παπαζιάν, κόρη ενός Αρμένιου άρχοντα από το Εντιρνέ (Ανδριανούπολη), ο αξιωματικός με όλη του την οικογένεια είναι από τους επίτιμους καλεσμένους. Και εκτός από τους Αρμένιους, καλεσμένοι είναι πολλοί οι Έλληνες, Τούρκοι και Εβραίοι κάτοικοι. Γλεντά όλη η Καλλίπολη. Όμως, αλλιώς τα υπολόγιζαν κι αλλιώς τους ήρθαν. Το 1922, κάμποσες μέρες πριν βγει η επίσημη ανακοίνωση εξορίας του χριστιανικού πληθυσμού της Καλλίπολης, ο αξιωματικός συναντά τον Χατζη-Αγκόπ και του μεταφέρει εμπιστευτικά τις ανησυχίες του: «Μεγάλο κακό μας έχει βρει, φίλε μου. Στα βάθη της ανατολής σφάζουν οι τσέτες τους δικούς σας. Δεν έχουν ιερό και όσιο, δεν αφήνουν τίποτε όρθιο, ούτε ακόμη και τις εκκλησιές σας. Θα αναγκαστείτε να φύγετε άρον-άρον από εδώ, δεν θα σας δώσουν χρόνο. Υπάρχει απόφαση από πολύ ψηλά. Να ειδοποιήσεις την ενορία σου, να πάρετε μαζί σας και τα ιερά κειμήλια της εκκλησίας σας, ετοιμαστείτε!».
    Ο παππούς μου καλεί άμεσα εκείνη τη νύχτα την ενοριακή επιτροπή της αρμενικής εκκλησίας Σουρπ Τορός (Αγίων Θεόδωρων), τους μεταφέρει τα δυσάρεστα νέα. Οι περισσότεροι δυσκολεύονται να τον πιστέψουν, δεδομένου ότι στην περιοχή τους ήταν άριστες οι σχέσεις μεταξύ όλων των εθνοτήτων. Τελικά όλοι αναλαμβάνουν να ειδοποιήσουν και να προετοιμάσουν τους υπόλοιπους, καταστρώνουν και σχέδιο φυγής με πλοία. Σ’ αυτό θα τους βοηθούσε κι ο αξιωματικός. Χάρη στην ψύχραιμη και ταχύτατη αντίδρασή τους, αρκετοί κατάφεραν να φύγουν τακτοποιώντας όσες υποθέσεις μπορούσαν και προπάντων να πάρουν μαζί τους όλα τα ιερά κειμήλια του Σουρπ Τορός. Ο παππούς μου ήταν από τους τυχερούς, κατάφερε να πουλήσει το αρχοντικό του στην πραγματική του αξία, αφού ο αξιωματικός πρότεινε να του το αγοράσει και δίχως καν να συζητήσουν την τιμή τού τα έδωσε με το παραπάνω. Μάλιστα ορκίστηκε να του επιστρέψει το σπίτι, αν και όταν ξαναγυρίσουν: «… έτσι θα γίνει, να δεις, θα ξανάρθετε, πολιτικές είναι, θα αλλάξουν…». Δυστυχώς ήταν η τελευταία φορά που είδαν ο ένας τον άλλον. Για τον Χατζη-Αγκόπ, η απώλεια αυτής της φιλίας ήταν μεταξύ άλλων ακόμη ένας ασήκωτος πόνος στην προσφυγιά του. Λες και είχε χάσει την δίδυμη ψυχή του.
    Εδώ στην Ελλάδα, το πλοίο από την Καλλίπολη αφού κάνει έναν τεράστιο κύκλο, τους αφήνει στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς. Μα οι περισσότεροι δεν μπορούν να προσαρμοστούν στο νησί. Στο μεταξύ έχουν μάθει ότι και άλλοι Αρμένιοι από πολλές περιοχές της Μικράς Ασίας έχουν φθάσει πρόσφυγες στην Ελλάδα, ότι οι περισσότεροι είναι στην Αθήνα και τον Πειραιά. Ο Χατζη-Αγκόπ και μερικοί ακόμη, αποφασίζουν να πάνε στην Αθήνα, να ψάξουν για συμπατριώτες, ίσως και συγγενείς. Η Κοκκινιά, μια περιοχή του Πειραιά, που κάποτε ήταν όλη περιβόλια, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή είχε μετατραπεί σε μια απέραντη έκταση γεμάτη παράγκες κι αντίσκηνα. Οι πρόσφυγες είναι από παντού. Από την Σμύρνη ως το Καρς, από την Καλλίπολη ως το Βαν, από την Τραπεζούντα ως τη Κιλικία, κι ακόμη πιο πέρα. Ρωμιοί, Πόντιοι, Καππαδόκες, Ασσύριοι, Γεζίντοι, Αρμένιοι κι Εβραίοι, όλοι ξεριζωμένοι από πανάρχαιες πατρίδες. Μια από τις παράγκες του αρμένικου μαχαλά λειτουργούσε ως εκκλησία, με ένας εξαθλιωμένο Αρμένιο παπά και με μοναδικό στολίδι στο ιερό έναν ξύλινο σταυρό. Οι Καλλιπολίτες επισκέπτες εκεί συνειδητοποιούν την έκταση της καταστροφής. Όλη η Μικρασία είχε καεί. Καταλαβαίνουν, πως το ταξίδι ήταν χωρίς επιστροφή, πως όπου κι αν έμεναν, θα ήταν για πάντα. Τι σκληρή απόφαση… Κι ενώ θα τους ήταν πολύ βολικό να μείνουν στην -ομώνυμη μετέπειτα- Καλλίπολη του Πειραιά, όπου ήδη ζούσαν οι Έλληνες Καλλιπολίτες φίλοι τους, για κάποιο λόγο υπερίσχυσε η κοινοτική κι όχι η ατομική ανάγκη. Προτιμούν να είναι κοντά στους Κοκκινιώτες συμπατριώτες τους, σκέφτονται μάλιστα να χτίσουν αντί της παράγκας μια κανονική εκκλησία, όπου θα αφιερώσουν τα ιερά κειμήλια που είχαν φέρει μαζί τους, εκείνα του ναού Σουρπ Τορός της Καλλίπολης. Πράγματι, ο ναός Σουρπ Αγκόπ στην Κοκκινιά, όπως τελικά ονομάστηκε, ανεγέρθηκε το 1933. Έκτοτε θα γίνει το κέντρο γύρω από το οποίο έχει οργανωθεί η αρμενική κοινότητα της Κοκκινιάς, του Πειραιά και των γύρω περιοχών.
    Στο μεταξύ ο Χατζη-Αγκόπ και οι αντιπροσωπία των Καλλιπολιτών, με αυτά τα σχέδια στο μυαλό τους, και αφού τακτοποιούν το θέμα της μελλοντικής τους διαμονής, επιστρέφουν στην Κεφαλλονιά, για να φέρουν τους υπόλοιπους στην Κοκκινιά. Στο Αργοστόλι έμειναν μόνο 2-3 οικογένειες, οι υπόλοιποι εμπιστεύτηκαν την αντιπροσωπία και ήρθαν στην πρωτεύουσα. Οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά, κάποιοι έφυγαν να μείνουν με συγγενείς που βρήκαν στο Δουργούτι ή στην Νέα Ερυθραία ή όπου αλλού. Προσφυγιά υπήρχε σχεδόν παντού στην ελληνική επικράτεια. Κάποιοι άνοιξαν πανιά και πήγαν Γαλλία, Αμερική, Καναδά, Αργεντινή, Βραζιλία, Αυστραλία… Σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους, σαν όλους τους Αρμένιους μετά την Γενοκτονία. Ο διώγμός δημιούγησε την διασπορά.
    ***
    Κάποτε, πολύ αργότερα, από κάποιαν επισκέπτη συγγενή μας, την Ελμάς γιαγιατζίκ όπως την φωνάζαμε (αποδιωγμένη κι αυτή από την Πόλη, μα σε μια από τις επόμενες συμφορές, στα γεγονότα του ’73 -ενδιάμεσός της σταθμός η Κοκκινιά πριν το μεγάλο ταξίδι στη Αμερική), είχαμε μάθει πως το σπίτι μας στην Καλλίπολη ήταν ακόμη εκεί, κι ότι η εκκλησία έστεκε ακόμη γερά, κι ας είχε μετατραπεί σε στάβλο και μετά σε αποθήκη. «Το ανατολικό παράθυρο του κάποτε ιερού της αρμένικης εκκλησίας Σουρπ Τορός της Καλλίπολης κοιτούσε στην είσοδο του σπιτιού μας», έλεγαν οι παλιοί…
    Με μοναδικό γνώμονα αυτή τη φράση, φέτος τον Αύγουστο 2015, κίνησα κι εγώ, παρέα με τον Καλλιπολίτη Τούρκο φίλο μου, τον Αλτούγ Γιλμάζ, για να βρούμε την αρμενική γειτονιά της Καλλίπολης. Με τον Αλτούγ είχαμε γνωριστεί πριν μερικά χρόνια, σε έναν αρμένικο γάμο στο χωριό Βακιφλί του ΜουσαΛερ στην Αντιόχεια της Τουρκίας. Εκεί, στο γλέντι του γάμου, καθισμένοι σε μιαν άκρη, αφηγηθήκαμε ο ένας στον άλλον τις οικογενειακές μας ιστορίες. Ο μουσουλμάνος παππούς του, είχε αναγκαστεί με την ανταλλαγή του 1923, να αφήσει τα Πορόια των Σερρών και είχε εγκατασταθεί στην ερημωμένη τότε Καλλίπολη. Για ακόμη μια φορά διαπιστώσαμε πως ο πόνος του ξεριζωμού είναι κοινός και διαχρονικός για όλους τους ανθρώπους και για τις επόμενές τους γενιές. Ο Αλτούγ πέρασε τα παιδικά κι εφηβικά του χρόνια στον τόπο των δικών μου. Είχε παίξει στις αυλές των εγκαταλελειμμένων αρμένικων σπιτιών. Ήξερε. Βρήκαμε μαζί το σπίτι του παπά («παπαζίν εβί» το λένε ακόμη), μερικά ακόμη παλιά αρμένικα σπίτια και το χαμάμ, για το οποίο τόσα μας έλεγε η γιαγιά μου. Μα όσο κι αν ψάξαμε, αρμένικη εκκλησία δεν βρήκαμε, μήτε και το ιερό για να προσανατολιστώ προς το σπίτι του παππού μου… Προφανώς τα κατάπιε η «ανοικοδόμηση!». Είχα πάρει μαζί μου μερικά αληθινά κεριά, από κερί μέλισσας, για να τα ανάψω στην μνήμη όσων έφυγαν από κει με το ανικανοποίητο πόθο της επιστροφής. Η γιαγιά μου η Τακουή ήταν μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση. Νοσταλγούσε την Καλλίπολη, αναπολούσε τον κήπο της, με τα όμορφά της λουλούδια. «Αχ, τι να έγιναν άραγε οι τριανταφυλλιές μου, οι γαρουφαλιές μου, τι να έγινε άραγε ο παράδεισός μου» έλεγε και ξανάλεγε, ως τα τελευταία της… «Τον βρήκα τον κήπο σου γιαγιάκα μου», ομολογούσα μέσα μου, το σούρουπο που πότιζα τα λουλούδια του κήπου της Γιαγμούρ, φίλης στο σπίτι της οποίας φιλοξενήθηκα στην Καλλίπολη. «Μην ανησυχείς, τα λουλούδια σου δεν διψάνε πια…».
    Τη νύχτα εκείνη, εκεί στο χώμα εκείνου του κήπου, άναψα όλα τα κεριά μου, σιγοτραγούδησα ως το ξημέρωμα τα τραγούδια που μου έλεγε η γιαγιά μου, προσευχήθηκα με τον δικό μου τρόπο στη μνήμη όλων τους…

    ————————————————————————–

    Η Μάχη της Καλλίπολης

    Αντζελα Γκιζιτριάν
    Eπιμέλεια-μετάφραση: Κουήν Μινασιάν

    Η 24η Απριλίου 2015 είναι παγκοσμίως και επί δεκαετίες αναγνωρισμένη ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Ναι! Αυτήν την ημέρα, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν την ανακήρυξε επίσημα ημέρα αφιερωμένη στον εορτασμό των 100 χρόνων για την νικηφόρα για τους Τούρκους Μάχη της Καλλίπολης (μέχρι πρόσφατα εορταζόταν κάθε χρόνο στις 18 Μαρτίου).
    Η πράξη αυτή απέδειξε ακόμη μια φορά την κυνικότητα με την οποία αντιμετωπίζει το σύγχρονο τουρκικό κράτος την γενοκτονία των Αρμενίων και γενικότερα την ιστορία της.
    Τι ήταν όμως η περίφημη «Μάχη της Καλλίπολης»; Ποίοι αποτελούσαν τις αντιμαχόμενες πλευρές; Γιατί έγινε; Ποια η σημασία της; «Η Μάχη της Καλλίπολης» ή «Η Μάχη του Τσανάκκαλε» ήταν επιχείρηση των δυνάμεων της Ανταντ, στην προσπάθειά τους να καταλάβουν τα στενά των Δαρδανελίων με επόμενο στόχο τον Βόσπορο και την Κωνσταντινούπολη, ώστε να εξουδετερώσουν την αντίπαλη Τουρκία.
    Την επιχείρηση οργάνωσε ο ίδιος ο Ουίστον Τσόρτσιλ, υπουργός τότε Ναυτικής Αμύνης της Μ. Βρετανίας. Επικεφαλής της τουρκικής πλευράς ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ (αργότερα Ατατούρκ). Οι σκληρές μάχες υποχρέωσαν τις συμμαχικές δυνάμεις σε υποχώρηση. Η νίκη αυτή ενθάρρυνε την Γερμανία και την σύμμαχο της Τουρκία, ενώ προκάλεσε μεγάλες απώλειες στους Δυτικούς. Έμεινε στην ιστορία ως μια από τις πιο αιματηρές μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αφού χιλιάδες ήταν οι ξένοι στρατιώτες που άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
    Κάθε χρόνο Αυστραλοί, Άγγλοι και Νεοζηλανδοί τιμούσαν εκεί στις 25 Απρίλη την μνήμη των θυμάτων τους. Οι Τουρκική πλευρά τιμούσε την Μάχη στις 18 Μαρτίου, ως: «Μια από τις λαμπρότερες νίκες του τουρκικού έθνους και του εθνάρχη μας Ατατούρκ!».
    Η ανακοίνωση του Ερντογάν φέτος ειδικά να τιμηθεί η Μάχη συγκεκριμένα στις 24 Απρίλη, προκάλεσε διφορούμενες αντιδράσεις εντός και εκτός Τουρκίας. Ξένοι ανταποκριτές αποκαλούσαν το όλο θέμα «ντροπιαστικό σε σχέση με την γενοκτονία» ή πως: «Η πράξη αυτή ντροπιάζει όλη την τουρκική κοινωνία». Μεγάλο μέρος του εσωτερικού τουρκικού τύπου κριτικάρει την επιλογή ως: «…μια ντροπή, που για ακόμη μια φορά χτυπά και πονά τον αρμενικό λαό». Είναι πολλοί οι οργισμένοι που αναρωτιούνται: «Πώς είναι δυνατόν να χτυπάς την πόρτα ενός σπιτιού που πενθεί και να τους καλείς σε γλέντι; Πώς είναι δυνατόν κύριε πρόεδρε της Τουρκίας να στέλνεις πρόσκληση για τις 24 Απρίλη στον Αρμένιο πρόεδρο, που να γράφει: Ελάτε να γιορτάσουμε μαζί το Τσανάκκλαλε;».
    Ιδιαίτερα οι αριστεροί αρθρογράφοι καλούν τον Ερντογάν: «Έσκυψες ποτέ σου στο πένθος τους; Άφησες ποτέ σου λουλούδια στο Τζιτζερνακαπέρτ, το μνημείο γενοκτονίας στο Έρεβάν; Στις 24 Απρίλη να είσαι εκεί και να αφήσεις τις φανφάρες και τις παρελάσεις της Καλλίπολης…».
    Οι περισσότεροι διανοούμενοι και προοδευτικοί Τούρκοι τελικά προτίμησαν να συμμετέχουν στις εκδηλώσεις μνήμης για την Γενοκτονία των Αρμενίων της πλατείας Ταξίμ, απορρίπτοντας την πρόσκληση του Ερντογάν στην Καλλίπολη.
    Η ακόμη μεγαλύτερη ειρωνεία είναι, ότι το 10% των Οθωμανών μαχητών εκείνης της μάχης αποτελούταν από τους «μειονοτικούς» (Έλληνες, Αρμένιους) άντρες της ετοιμόρροπης οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι οποίοι πολέμησαν και μάλιστα αρκετοί τιμήθηκαν και ως ήρωες από τον ίδιο τον Κεμάλ και την τριανδρία των Νεοτούρκων. Στον τουρκικό τύπο, αλλά και σε πολλές εκδόσεις πρόσφατα ήρθαν ξανά στο φως της δημοσιότητας περιπτώσεις σαν του Σαρκίς Τοροσιάν: «του Αρμένιου αξιωματικού του τουρκικού στρατού, τον οποίο η Τουρκία προτιμά να ξεχνά», όπως τόνιζαν. Την ώρα που πρόσφατα η Ανώτατη Στρατιωτική Αρχή της Τουρκίας αμφισβητούσε αν στην Μάχη της Καλλίπολης υπήρχε Τούρκος αξιωματικός με το όνομα Σαρκίς Τοροσιάν, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, στις Η.Π.Α. ο Τούρκος διανοούμενος κι ερευνητής Τανέρ Ακτσάμ συναντούσε την εγγονή του Τοροσιάν, η οποία του παρέδωσε τα δυο μετάλλια του παππού της. Στο ένα μετάλλιο μάλιστα υπάρχει ιδιόχειρη υπογραφή του πανίσχυρου τότε Εμβέρ πασά.
    Το τραγικό είναι ότι ο ίδιος ο Ενβέρ είχε υπογράψει τότε και την διαταγή εξολόθρευσης όλου του αρμενικού πληθυσμού της οθωμανικής επικράτειας.
    Όταν ο Τοροσιάν μετά την Μάχη της Καλλίπολης και μετά τις παρασημοφορήσεις επιστρέφει σπίτι του, βρίσκει όλη του την οικογένεια σφαγμένη από τον ίδιο εκείνο τουρκικό στρατό, τον οποίο ο ίδιος μόλις είχε υπηρετήσει…

    http://www.armenika.gr/istoria/149-a-pagkosmios-polemos/693-maxi-kallipolis

  5. Μ.Ρ. on

    Γιουτζίν Ρόγκαν στο βιβλίο του The Fall of the Ottomans (Η πτώση των Οθωμανών)

    Το σφαγείο της Καλλίπολης

    Η μάχη της Καλλίπολης είναι η πιο γνωστή του πολέμου στη Μέση Ανατολή από το 1914 ως το 1918 για δύο λόγους: πρώτον, επειδή υπήρξε πραγματικό σφαγείο και, δεύτερον, επειδή, καθώς έχει ειπωθεί, σε καμία μάχη ως τότε δεν υπήρξε στρατηγικό λάθος που να μη διαπράχθηκε.

    Από την αρχή του πολέμου οι Τούρκοι είχαν αποκλείσει τα Δαρδανέλια φράζοντας την έξοδο των Ρώσων στη Μεσόγειο, όπως αντίστοιχα είχαν κάνει οι Γερμανοί αποκλείοντας την έξοδό τους στη Βαλτική. Οι Ρώσοι στη συνέχεια ηττήθηκαν από τους Οθωμανούς στον Καύκασο και οι τελευταίοι, υπό την ηγεσία γερμανού στρατηγού, έφτασαν στο Βατούμ (που βρίσκεται στη σημερινή Γεωργία) και το κατέλαβαν. Τότε οι Ρώσοι ζήτησαν την επέμβαση των Συμμάχων τους στα Δαρδανέλια. Οι Βρετανοί, ακολουθώντας την πρόταση του Τσόρτσιλ, μέλους τότε του βρετανικού πολεμικού συμβουλίου και υπευθύνου για τις ναυτικές επιχειρήσεις, αποφάσισαν να στείλουν από κοινού με τους Γάλλους στόλο στην περιοχή.

    Η αγγλογαλλική αρμάδα που συγκροτήθηκε φθάνοντας άρχισε να κανονιοβολεί τις θέσεις των Οθωμανών στα Δαρδανέλια, που την οχύρωσή τους όμως είχαν αναλάβει οι Γερμανοί αναπτύσσοντας συστάδες βαρέος πυροβολικού και ποντίζοντας νάρκες κοντά στην ακτή. Η επιχείρηση από θαλάσσης στις 19 Μαρτίου είχε οικτρό τέλος για τους Αγγλογάλλους που έχασαν δύο θωρηκτά.

    Τον επόμενο μήνα οι Σύμμαχοι προέβησαν σε απόβαση στην Καλλίπολη (σήμερα Τσανάκαλε), στην ευρωπαϊκή πλευρά των Δαρδανελίων. Η επιχείρηση εξελίχθηκε σε πραγματικό σφαγείο. Οι Οθωμανοί, υπό την ηγεσία του Γερμανού Λίμαν φον Σάντερς, τους περίμεναν και μέσα σε οκτώ μήνες εξόντωσαν 130.000 άνδρες, ενώ άλλες 60.000 πέθαναν από τις επιδημίες. Οι δυνάμεις της Αντάντ αναγκάστηκαν στο τέλος να αποχωρήσουν. Οι συνολικές απώλειές τους ανήλθαν στις 252.000 άνδρες ενώ των Οθωμανών στις 218.000-251.000.

    Η συντριπτική ήττα των στρατευμάτων της Αντάντ στην Καλλίπολη δεν αρκούσε ώστε οι Οθωμανοί να επικρατήσουν τελικά σ’ αυτόν τον Μεγάλο Πόλεμο. Το 1918 με το τέλος του πολέμου η πάλαι ποτέ κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία (και μακροβιότερη ως τότε) ήταν πλέον παρελθόν. Στις πολύμηνες μάχες της Καλλίπολης όμως αναδείχθηκε η στρατιωτική ιδιοφυΐα ενός αξιωματικού τον οποίον οι Τούρκοι ονόμασαν «ήρωα της Καλλίπολης», που θα έπαιζε καταλυτικό ρόλο στην ήττα έπειτα από λίγα χρόνια του ελληνικού στρατού στη Μικρασία και στη δημιουργία του τουρκικού κράτους. Το όνομά του: Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.
    http://www.kemme.gr/p/blog-page_31.html

  6. […] Μια από τις πλέον αποφασιστικές στιγμές στην ελληνική ιστορία, που είχε καταλυτικές συνέπειες στα πράγματα της Εγγύς Ανατολής, αλλά και στη μοίρα των ελληνικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ο Διχασμός που άρχισε το 1915, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α’, συνεπικουρούμνεος από τους Μεταξά, Στρέιτ και Δούσμανη, εξυπηρετώντας τα γερμανικά συμφέροντα υποχρέωσε σε παραίτηση τον εκλεγμένο πρωθυπουργό της Ελλάδα Ελ. Βενιζέλο. Για τα όσα προηγήθηκαν δείτε ένα παλιότερο δικό μυ κείμενο για τη Μάχη της Καλλίπολης και την ελληνική στάση. […]

  7. […] Μια από τις πλέον αποφασιστικές στιγμές στην ελληνική ιστορία, που είχε καταλυτικές συνέπειες στα πράγματα της Εγγύς Ανατολής, αλλά και στη μοίρα των ελληνικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ο Διχασμός που άρχισε το 1915, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α’, συνεπικουρούμενος από τους Μεταξά, Στρέιτ και Δούσμανη, εξυπηρετώντας τα γερμανικά συμφέροντα υποχρέωσε σε παραίτηση τον εκλεγμένο πρωθυπουργό της Ελλάδα Ελ. Βενιζέλο. Για τα όσα προηγήθηκαν δείτε ένα παλιότερο κείμενο για τη Μάχη της Καλλίπολης και την ελληνική στάση. […]

  8. Διάφορα κείμενα
    —————————————-

    Τρίτη, 31 Μαΐου 2016
    Προβληματισμοί για την «Σάικς-Πικό» (Sykes-Picot)
    Αναδημοσιεύουμε 5 κείμενα: 1) «Λόγος υπερασπιστικός της Συμφωνίας Σάικς-Πικό του 1916» του Haas Richard N. από «ΤΟ ΒΗΜΑ», 2) «Eίναι νεκρή η Συμφωνία Σάικς – Πικό» του Γιόσκα Φίσερ από «ΤΟ ΒΗΜΑ», 3) «Η μάχη της Καλλίπολης και η Ελλάδα» του Βλάση Αγτζίδη από την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 4) «Θα μπορούσαν διαφορετικά σύνορα να είχαν σώσει τη Μέση Ανατολή;» του Nick Danforth από τους «NEW YORK TIMES», 5) «Συμφωνία Σάικς-Πικό ή Συνθήκη των Σεβρών» του Πάνου Ιγνατίου από «Geopolitics & Daily News».

    Διαβάστε περισσότερα…

    1) «Λόγος υπερασπιστικός της Συμφωνίας Σάικς-Πικό του 1916»
    του Haas Richard N.

    2) «Eίναι νεκρή η Συμφωνία Σάικς – Πικό»
    του Γιόσκα Φίσερ

    3) «Η μάχη της Καλλίπολης και η Ελλάδα»
    του Βλάση Αγτζίδη

    4) «Θα μπορούσαν διαφορετικά σύνορα να είχαν σώσει τη Μέση Ανατολή;»
    του Nick Danforth

    5) «Συμφωνία Σάικς-Πικό ή Συνθήκη των Σεβρών»
    του Πάνου Ιγνατίου

    http://akep.blogspot.gr/2016/05/sykes-picot-provlimatismoi.html

  9. Σελίδες Ιστορίας: Μια μεγάλη ευκαιρία για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, που χάθηκε

    Γράφει ο Δρ. Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή

    Ασφαλώς δεν είναι δυνατόν μέσα σε λίγες γραμμές να εξηγηθεί και να γίνει κατανοητό από ένα απλό και άσχετο με την κυπριακή ιστορία αναγνώστη η διαιώνια αιματηρή πορεία των Ελλήνων της Κύπρου για ΕΝΩΣΗ με την πηγή του οικουμενικού και διαχρονικού πολιτισμού, την οδηγήτρια Μητέρα Ελλάδα. Σήμερα θα περιοριστούμε σε γεγονότα που συνέβησαν στις αρχές του προηγούμενο αιώνα και κυρίως θα γίνει αναφορά σε μια από τις πιο σημαντικές στιγμές αυτής της μεγάλης αιματηρής διαδρομής, για μια ευκαιρία που χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα, το 1915. Όταν τον Σεπτέμβριο του 1907, ο Ουΐνστον Τσώρτσιλ επισκέφθηκε την Αμμόχωστο, τη Λευκωσία, τη Λεμεσό και τη Λάρνακα, ως Υφυπουργός των Αποικιών, οι Κύπριοι τον υποδέχθηκαν με μια μόνο κραυγή, «ΕΝΩΣΙΣ». Τ

    ον πόθο τους αυτόν τον ετόνισαν με παρρησία και οι Δήμαρχοι των πόλεων στις προσφωνήσεις τους προς τον Άγγλο πολιτικό. Στο ίδιο πνεύμα ήσαν και οι προσφωνήσεις των Δημάρχων και των άλλων πόλεων. Από κάθε γωνία της κυπριακής γης έφθασαν τηλεγραφήματα στο γραφείο του Τσώρτσιλ υπέρ της ΕΝΩΣΗΣ. Σε επίσημη συνεδρίαση του Νομοθετικού Συμβουλίου οι Έλληνες αντιπρόσωποι επέδωσαν υπόμνημα εις τον Άγγλο Υφυπουργό συνταχθέν σε ειδική σύσκεψη στην Αρχιεπισκοπή. Ο Τσώρτσιλ «σε προσφώνηση του προς τους Έλληνες Κυπρίους αντιπροσώπους, απέκλεισε οποιαδήποτε μεταπολίτευση, αλλά δήλωσε: “Νομίζω ότι είναι απολύτως φυσικόν, εφ’ όσον ο Κυπριακός λαός είναι ελληνικής καταγωγής, να αποβλέπη εις την ένωσίν του μετά της χώρας εκείνης, η οποία δύναται να ονομασθή μητρική του χώρα, όπως εις εν περιπόθητον ιδανικόν» (Ανδρέα Βαρνάβα «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΟΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚΑ. 1955-1959, σελ. 10).

    Η εντύπωση που απεκόμισε ο Τσώρτσιλ από την παλλαϊκή εκδήλωση υπέρ της ΕΝΩΣΗΣ κατά την «υποδοχή» του στην Κύπρο ήταν τέτοια, ώστε επιστρέφοντας εις την πατρίδα του, είπε εις τον Σερ Τζων Σταυρίδη: «Θα σου απαντήσω ελληνικά – Ζήτω η Ένωσις! Είναι τα μόνα Ελληνικά που έμαθα εις την Κύπρο». Θα ακολουθήσουν Ενωτικές διακηρύξεις το 1907, το Ενωτικό δημοψήφισμα το 1910 που διενεργήθηκε σε πολλά χωριά και πόλεις και άλλα τέσσερα στη συνέχεια, το 1912, το 1917, το 1919 και το 1921. Στο Δημοψήφισμα στις 25 Μαρτίου 1921 στο οποίο μετείχαν 500 χωριά, θα γεμίσουν 3 τόμοι με υπογραφές που θα παραδοθούν τόσο στον Βρετανό κυβερνήτη όσο και στον Έλληνα πρόξενο για να τα μεταβιβάσουν στις κυβερνήσεις τους. Ποιά, όμως, είναι η μεγάλη ευκαιρία για ΕΝΩΣΗ, στην οποία γίνεται αναφορά στην αρχή του κειμένου μας, που χάθηκε; Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή: Στις 5 Νοεμβρίου 1914 (23 Οκτωβρίου στο παλαιό ημερολόγιο), με σχετικό βασιλικό «Διάταγμα εν Συμβουλίω» και προκήρυξη του Μεγάλου Αρμοστή, που τοιχοκολλήθηκαν σε κεντρικές τοποθεσίες των κυπριακών πόλεων, η Κύπρος προσαρτήθηκε στο αγγλικό στέμμα.

    Η οριστική προσάρτηση της Κύπρου από την Αγγλία, αναπτέρωσε τις ελπίδες των Ελλήνων της Κύπρου για την επίτευξη του εθνικού στόχου της Ένωσης, αφού έπαυσε πλέον να υφίσταται το προβαλλόμενο πάντα εμπόδιο της αγγλο-τουρκικής Συνθήκης του 1878. Άνω των 11 χιλιάδων Ελλήνων Κυπρίων κατατάχθηκαν στις γραμμές της βρετανικής βοηθητικής δύναμης και πολέμησαν στο πλευρό των συμμάχων. Κατ’ επανάληψη οι Έλληνες Βουλευτές του Νομοθετικού Κυπριακού Συμβουλίου υπέβαλαν πρόταση «περί εφαρμογής και εις την περίπτωσιν της Κύπρου της Αρχής των Εθνοτήτων», δηλ. της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Όμως η ενωμένη αγγλο-τουρκική αντίδραση στο Κυπριακό ψευδο-κοινοβούλιο απέρριπτε αυτές τις προτάσεις.

    Γράφει ο Πέτρος Παπαπολυβίου: «Η προσάρτηση ήταν αναμενόμενη, ύστερα από τη συστράτευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη Γερμανία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εναντίον της Βρετανίας. Ακολούθησε η καταγγελία όλων των διμερών συνθηκών μεταξύ των δύο χωρών. Ανάμεσά τους και της “Κυπριακής Συνθήκης” του Ιουνίου 1878. Η προσάρτηση της Κύπρου “εις τας επικρατείας της Α. Μεγαλειότητος” έγινε με το πρόσχημα “ίνα πρέπουσα γένηται πρόνοια διά την διακυβέρνησιν και προστασίαν αυτής… ”. Η προσάρτηση χαρακτηρίστηκε ως «ο ύστατος και προσωρινός σταθμός ο άγων προς ταχείαν και οριστικήν αποκατάστασιν της πατρίδος ημών, τουτέστιν προς την ένωσιν αυτής μετά του ελευθέρου Ελληνικού Βασιλείου εις ο δικαιωματικώς ανήκει. Η προσάρτηση κατέρριπτε το κυριότερο, μέχρι τότε, προσχηματικό επιχείρημα του Υπουργείου Αποικιών εναντίον της ένωσης, δηλαδή την τουρκική “ιδιοκτησία” της Κύπρου, και η ελληνική πλευρά προσέβλεπε πλέον στη σύντομη διευθέτηση του ζητήματος.

    Στο γενικό κλίμα ευφορίας που επικράτησε, ακόμη και οι εκπρόσωποι των Τούρκων του νησιού έσπευσαν να δηλώσουν τη χαρά τους για τη νέα καθεστωτική πραγματικότητα, εκφράζοντας και αυτοί τη νομιμοφροσύνη τους στον Άγγλο βασιλιά (Πέτρος Παπαπολυβίου, «Εκατό χρόνια από την προσάρτηση στη Βρετανία», εφημερίδα «Φιλελεύθερος», 06-12-2014).

    Πολλοί ιστορικοί θεωρούν το 1915, ως πραγματικό έτος ενταφιασμού της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα. Τότε, δόθηκαν οι ευκαιρίες στην Ελλάδα να μεγαλώσει με αντάλλαγμα την είσοδό της στον Πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), εναντίον των Γερμανών, των Τούρκων και των Βούλγαρων. Η Αντάντ για να εντάξει την Ελλάδα στην συμμαχία, της υποσχέθηκε να τη μετατρέψει σε κράτος των δύο ηπείρων και 5 θαλασσών. Μεταξύ των τμημάτων που προσέφεραν οι Βρετανοί τον Οκτώβριο του 1915 στην κυβέρνηση Ζαΐμη ήταν και η Κύπρος! Η Αθήνα δεν αποδέχθηκε την πρόταση αυτή λόγω της διαφορετικής γνώμης και στάσης που είχε ο τότε γερμανόφιλος βασιλιάς Κωνσταντίνος! Αργότερα η Ελλάδα αναγκάστηκε να βγει στον πόλεμο παρά το πλευρό των «συμμάχων»!

    Η ευκαιρία όμως για ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την μητέρα Ελλάδα, χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα!

    Υστερόγραφο: Στις 10 Οκτωβρίου 1921, με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης συγκαλείται «Παγκύπρια Συνέλευσις» στη Λευκωσία, όπου οι Αντιπρόσωποι διεκήρυξαν ότι: «Η αξίωση του Κυπριακού λαού είναι μια μόνη και αναλλοίωτος – η Ένωσις μετά της Ελλάδος …

    Με την άνοδο στην εξουσία, στα 1924, των Εργατικών οι Κύπριοι ήλπιζαν ότι θα εφαρμοσθεί πλέον εκ μέρους του Εργατικού κόμματος η Αρχή των Εθνοτήτων και γι΄ αυτούς, όπως είχε δηλώσει ο Μακ Δόναλντ, στα 1919, στο Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Βέρνης. Δράττοντες δε την ευκαιρία απέστειλαν μέσω του Αρχιεπισκόπου υπόμνημα, στο οποίο τόνιζαν «την ομόφωνον θέλησίν των να ενωθούν με την Ελλάδα, με την οποίαν τους συνδέουν δεσμοί αίματος, θρησκείας, γλώσσας, ιστορίας, παραδόσεων, αυτή αύτη η εθνική τους συνείδησις». Απέστειλαν μάλιστα και Πρεσβεία στο Λονδίνο, για να αναπτύξει και προφορικά το πόθο τους και τα παράπονά τους. Οι ελπίδες τους και πάλιν διεψεύσθησαν…. Όπως διαψεύσθηκαν και όλες οι προσπάθειες που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια έως τον ένοπλο ενωτικό-αντιαποικιακό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. 1955-1959 … Μικρό απόσπασμα από το ανέκδοτο βιβλίο μου. Δρ. Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή Επίκουρος καθηγητής στο Τ.Ε.Ι. Λάρισας Από το Μονάγρι Λεμεσού a.avgoustis@hotmail.com

    Πηγή: Σελίδες Ιστορίας: Μια μεγάλη ευκαιρία για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, που χάθηκε http://mignatiou.com/2017/06/selides-istorias-mia-megali-efkeria-gia-tin-enosi-tis-kiprou-me-tin-ellada-pou-chathike/

  10. […] ζήτημα αυτό επιχείρησαν να επιλύσουν οι σύμμαχοι με την εκστρατεία της Καλλίπολης που άρχισε την άνοιξη του 1915. Η επιχείρηση απέτυχε και […]

  11. Τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και οι συνθήκες ειρήνης
    ——————————————————————————
    Στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφεται η πρώτη ανακωχή του πολέμου, η Συνθήκη ανακωχής του Μούδρου, μεταξύ του Άγγλου ναυάρχου Κάλθορπ, πληρεξούσιου των Συμμάχων της Αντάντ αφενός και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου. Αυτή η συνθήκη απετέλεσε και την απαρχή της λήξης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Την 11η Νοεμβρίου 1918 υπογράφηκε και η δεύτερη και ουσιαστικότερη επί της κεντρικής Ευρώπης ανακωχή, η ανακωχή της Κομπιέν, σε σιδηροδρομικό βαγόνι, που είχε εγκαταστήσει ο Γάλλος Στρατάρχης Φερντινάν Φος (Ferdinand Foch) το στρατηγείο του, κοντά στην Κομπιέν.

    Η «άνευ όρων» συνθηκολόγηση της Γερμανίας πάνω στα αποκαλούμενα Δεκατέσσερα Σημεία, που ήταν αποτέλεσμα αυτής της ανακωχής, αποτέλεσε τη βάση των συνθηκών ειρήνης, που συντάχθηκαν από τη Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης, η οποία συνήλθε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 και στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον (Woodrow Wilson), ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζωρζ Κλεμανσώ, ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Λόιντ Τζωρτζ, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ορλάντο και αντιπροσωπείες 32 συνολικά κρατών. Οι συνθήκες ειρήνης που υπογράφηκαν τότε κατά ημερολογιακή σειρά είναι οι παρακάτω:

    1. Συνθήκη των Βερσαλλιών, την 28η Ιουνίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Γερμανίας. Σύμφωνα με αυτή, η Γερμανία υποχρεώθηκε να πληρώσει αποζημιώσεις 226 δισεκατομ. χρυσών μάρκων για τις καταστροφές που προκάλεσε στη διάρκεια του πολέμου, να μειώσει το στρατό της σε 100.000 άνδρες και το στόλο της σε δυναμικό 108.000 τόνων. Υποχρεώθηκε επίσης σε μεγάλες εδαφικές παραχωρήσεις: έχασε περίπου 75.000 τ.χλμ. του εδάφους της με πληθυσμό 7.000.000 κατ. (το μεγαλύτερο μέρος παραχωρήθηκε στην Πολωνία και στη Γαλλία) και όλες τις αποικίες της, από τις οποίες τη μερίδα του λέοντος (73% του εδάφους και 47% του πληθυσμού) πήρε η Αγγλία. Οι υπόλοιποι όροι της συνθήκης αφορούσαν τη διεθνοποίηση των ποταμών της Γερμανίας, την αποστρατικοποίηση της περιοχής της Ρηνανίας για 15 χρόνια, τη δήμευση των κάθε είδους γερμανικών αξιών στο εξωτερικό, την παράδοση του 90% του γερμανικού εμπορικού στόλου στους Συμμάχους σε αντάλλαγμα για τις ζημιές που προκλήθηκαν στα συμμαχικά εμπορικά πλοία στη διάρκεια του πολέμου, την ακύρωση της συμφωνίας του Μπρεστ-Λιτόφσκ (με την ΕΣΣΔ το 1918). Επιπλέον, η Γερμανία περιορίστηκε αυστηρά τόσο σε θέματα διεθνούς εμπορίου όσο και σε στρατιωτικές δυνάμεις και οργάνωση. Η Συνθήκη αυτή αποτέλεσε μια από τις αιτίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

    2. Συνθήκη του Σεν Ζερμέν, (ή Συνθήκη Αγίου Γερμανού), στις 10 Σεπτεμβρίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Αυστρίας. Η Αυστρία υποχρεώθηκε να παραχωρήσει εδάφη με συνολική έκταση 220.000 τ.χλμ. και πληθυσμό 22.000.000 κατ., από τα οποία το μεγαλύτερο μέρος στην Πολωνία, στην Τσεχοσλοβακία και στην Ιταλία.

    3. Συνθήκη του Νεϊγύ, την 27η Νοεμβρίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Βουλγαρίας. Μ’ αυτήν αποσπάστηκαν από τη Βουλγαρία εδάφη συνολικής έκτασης 9.000 km2. με πληθυσμό 500.000 κατ., που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα (Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη) και στη Γιουγκοσλαβία.

    4. Συνθήκη του Τριανόν, την 4η Ιουνίου 1920. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Ουγγαρίας. Με αυτήν η Ουγγαρία έχασε τα 3/4 του εδάφους της και το 65% του πληθυσμού της. Το μεγαλύτερο μέρος παραχωρήθηκε στη Ρουμανία, στη Γιουγκοσλαβία και στην Τσεχοσλοβακία.

    5. Συνθήκη των Σεβρών, τη 10η Αυγούστου 1920. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Τουρκίας. Σύμφωνα μ’ αυτήν, η Τουρκία περιορίστηκε στο μικρασιατικό της τμήμα, η Συρία δινόταν στη Γαλλία, η Μεσοποταμία, η Αραβία, η Παλαιστίνη στην Αγγλία, τα Δωδεκάνησα και το Καστελόριζο στην Ιταλία, αναγνωρίστηκε η προσάρτηση της Κύπρου στην Αγγλία και δόθηκαν στην Ελλάδα η Ανατολική Θράκη (μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης) και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, καθώς και η δυνατότητα εξάσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή της Σμύρνης κ.λπ. Δύο χρόνια αργότερα, και ενώ είχε μεσολαβήσει η Μικρασιατική καταστροφή, η συνθήκη της Λωζάνης (23 Ιουλίου 1923) επέβαλε τελείως διαφορετικό ελληνοτουρκικό καθεστώς τόσο εδαφικά όσο και πληθυσμιακά.

  12. ALLEGED TURKISH ATROCITIES.
    TOWN AND VILLAGES BURNED.
    TROOPS COMMANDED TO MURDER AND PILLAGE.
    CHRISTIANS KILLED,TORTURED AND OUTRAGED.

    The Express and Telegraph, 13 Sep 1913.

    The «Daily News» of London has been calling public attention to the grave events which followed on the advance of the Ottoman troops from Chataldja and the re-occupation of the territory wrested from them by Bulgaria last Autumn. The, account given by Mr Noel Buxton of the indiscriminate vengeance and slaughter wrought by the Turks was confirmed two days later by telegrams from Constantinople, which quoted reports from the consuls of the Powers in Thrace and from the assistant bishop of the Metropolitan of Rodosto.

    Subsequently the London journal received from a source which places its authenticity beyond question, a summary of this latter report, which is of so terrible a character that it has been necessary to alter or suppress passages describing the worst forms of outrage.

    The assistant bishop was a member of a Commission sent out to investigate the charges of massacre which early had begun to reach Constantinople. He had as colleagues four Christians, of whom two were Greeks and two Armenians, and a Turkish mufti. His report is dated July 25 and reached Constantinople on July 30.

    Bombs and Petroleum.
    «On our arrival at Malgara,» he writes, «we saw burnt houses. We found on making enquiries that the Bulgarians left on the 15th, and had not done anything wrong. Then Mehmed Ali and Mustafa Pasha came from Gallipoli with the Turkish troops. They were met by the population, who saluted them.

    «On July 17 the army commenced pillaging the houses of Christians. At evening a fire broke out, caused by bombs thrown into Armenian houses by Turks. Petroleum carts went about the streets all night, and soldiers threw petroleum over everything. Panic occurred; people fled from the burning quarter to other houses, but were fired on by troops. Several fled to the bazaar, where thirteen Armenians and five Greeks, were at once killed. At night the town was abandoned to the troops. The bazaar and many Armenian houses were burnt. The wind changed and burnt some Turkish houses. Nearly 300 houses, of which 67 were Greek, 15 Ottoman, and the rest Armenian, were destroyed.

    Priest Tortured.
    «On the same day, July 17, the army passed to Kalivia. When they entered it a trumpet was sounded and an officer gave the order, ‘Plunder and massacre!’ (Yagma, Yakun, Kessin). Thereupon the army dispersed and killed all the Christians they met. All the houses were looted. A priest told us that they caught him by the beard, tortured him till he lost consciousness, and robbed him. Women were seized. An eye-witness tells us he saw a girl jump from a window to avoid a Turkish soldier. The Canon of the Greek Monastery, with his priests, took refuge in the belfry; but, seeing the danger, they tried to fly. They were caught by the troops, and ropes were put round their necks, but the canon had his throat cut at once; a priest was also killed. The village and neighborhood are full of corpses of men, women, and children. Many girls allowed themselves to be burned in their houses in order to save themselves from the soldiers. Several of the victims went mad.

    «Sakche was a hamlet of seven Greek families. When the army appeared an officer demanded of a man whether the hamlet was Christian or Moslem, and on his reply gave orders to burn it. The order was obeyed. The inhabitants who had not fled were burnt.

    «An eyewitness at Haskeuy said that after the entry of the army he heard shots; many women and girls were caught by soldiers and were taken to a windmill. Afterwards they were stripped naked and sent off. A little later Moslem villagers arrived, and pillaged everything belonging to the Christians. Then fire broke out, and the village was burned.

    Hunted by Dogs.
    «The Bashi-Bazouks had many dogs with them. They hunted refugees, and the Bashi-Bazouks shot them. Our informant saw Christe Lambro, a notable, who had had his eyes gouged out and his nose slit because he would not say where his valuables were hidden.»

    The report gives details not unlike those of Haskeuy, in regard to the villages of Thimitkeui, Kurtli and Temberitkeui.

    The entire news report can be viewed at the source below

    Source: ALLEGED TURKISH ATROCITIES. (1913, September 13). The Express and Telegraph (Adelaide, SA : 1867 – 1922), p. 6. Retrieved March 25, 2018, from http://nla.gov.au/nla.news-article210112629

    Note

    More information about the massacre of Greeks perpetrated by Ottoman authorities in the Malgara region in July 1913 can be found in The Persecution of Greeks in Turkey since the Beginning of the European War by Archimandrite Alexander Papadopoulos (pp. 32-52).

    In this document the following details were recorded:

    At Rodosto: 23 Greeks were killed.

    At Kalyvia: Wholesale massacre. On the 4th of July the Ottoman Army entered Kalyvia and began forcibly entering homes, firing at citizens and setting fire to houses. Many girls chose to stay in their homes and were burned to avoid being raped. The Abbot, the priest and an assistant were butchered. Wells were chocked with dead bodies. All houses were burnt. The church and monastery were destroyed.

    At Haskeuy: The Ottoman Army entered the village on the 4th of July and began firing at men, women and children killing a large number. Women were raped.

    At Thymetkioi: Ottoman soldiers entered the village on the 4th of July. The church was stripped and burned. All houses were looted and many were massacred. Women were raped. The village was burnt to ashes.

    At Kiourtle: Army entered on the 4th of July and for 2 days began to plunder, beat and murder the residents. They burned most of the houses and partly burned the church. Turks from the region entered and took everything including furniture, cattle and food.

    At Temberikioi: The Army entered on the 4th of July and burned the church and 30 houses. They then looted and massacred many of its inhabitants.

    http://www.greek-genocide.net/index.php/bibliography/newspapers/337-13-sep-1913-troops-commanded-to-murder-and-pillage?highlight=WyJnYWxsaXBvbGkiLCJnYWxsaXBvbGknIl0%3D&fbclid=IwAR0DnBZ43NdbyGTO2EEDsJYqgQbZsPG3N-oBx17YMGm0rBVnttCaghWtWk4

  13. […] Η μάχη της Καλλίπολης (Β΄μέρος) […]

  14. Ανδρέας on

    Από Βασιλική Τσακόγλου:

    Ο Πρώτος Διωγμός στην Ανατολική Θράκη. Μέρος 1.ένατο
    Οι εκτοπίσεις
    Και κατά τη δεύτερη φάση της καταστροφής εφαρμόστηκε σε όλα τα μέρη ο ίδιος απαράλλακτος τρόπος μέχρι και τις πιο μικρές λεπτομέρειες ,προδίδοντας έτσι την ύπαρξη γενικών και ταυτόσημων οδηγιών. Οι διοικητικές αρχές όριζαν μικρή προθεσμία στους κατοίκους, ώστε αυτοί να μην προλαβαίνουν να πάρουν ο,τιδήποτε σημαντικό μαζί τους. Μουσουλμάνοι συνέρρεαν από παντού. Και τη στιγμή που αρχίζει η λεηλασία, γέροντες και γυναικόπαιδα, των οποίων οι οικείοι βρίσκονταν στα εργατικά τάγματα της Ανατολής, βιάζονταν και σπρώχνονταν με τη χρήση του μαστιγίου από χωροφύλακες να επιβιβαστούν σε φορτηγίδες, όπου συσσωρευόταν φύρδην μίγδην σαν άψυχα αντικείμενα και οι οποίες οδηγούσαν ανεξάρτητα από τον καιρό, με τρικυμία ή με βροχή, το «θρηνώδεις εμπόρευμα» στην Πάνορμο, «λιμένα της εισαγωγής των προσφύγων» σύμφωνα με την έκφραση αναφοράς-έκθεσης μητροπολίτη. Εκεί,περίμεναν τη σειρά τους για μέρες χωρίς τροφή και σκέπασμα, χωρίς στέγη και ανάπαυση.Τους εκτοπισμένους δεν τολμούσε να τους πλησιάσει κανείς,διαφορετικά κινδύνευε να περιληφθεί και αυτός μεταξύ τους.Και όταν επιτέλους έφθανε η ημέρα της αναχώρηςης, εξαντλημένοι και άρρωστοι συνωθούνταν ασφυκτικά στα τραίνα για το Βαλίκεσερ (βιλαέτι της Προύσας).Όταν έφταναν οι συνοδείες στο Βαλίκεσερ, χωρίζονταν σε
    ομάδες τωνδύο έως δέκα οικογενειών και οδηγούνταν με αμάξια ή πεζή σε τουρκοχώρια, που απείχαν ώρες ολόκληρες, όπου κανείς δεν έδινε σ’ αυτούς κάτι και όπου μόλις εμφανίζονταν στους δρόμους, μουσουλμανόπαιδες τους έβριζαν και τους λιθοβολούσαν. Στα δικά του σπίτια εγκαθίστανταν μουσουλμάνοι από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
    Κατά την πρώτη φάση των διωγμών από την οθωμανική κυβέρνηση προβλήθηκε η δικαιολογία ότι, εξαιτίας των βαλκανικών πολέμων και της μετανάστευσης των μουσουλμάνων, ο μουσουλμανικός πληθυσμός είχε εξαγριωθεί και ότι η κυβέρνηση δεν ήταν ικανή να περιορίσει τις αυθαιρεσίες. Μετά την επίθεση της Αντάντ στα Δαρδανέλλια,γιατί οι Έλληνες, έλεγαν οι Νεότουρκοι και ο Λίμαν φον Σάντερς, διενεργούσαν κατασκοπεία υπέρ της Αντάντ και επομένως έπρεπε να απομακρυνθούν από τα παράλια για την σωτηρία του κράτους. Αλλά, ακόμα και εκεί, όπου δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί κατηγορία για κατασκοπεία, οι κάτοικοι έπρεπε να εγκαταλείψουν την γενέτειρα τους, γιατί η κυβέρνηση δεν μπορούσε να τους αφήσει εκτεθειμένους εντός της πολεμικής ζώνης. Οι μουσουλμάνοι όμως των ίδιων οικισμών παρέμειναν στις εστίες τους.
    Έτσι κατά τα μέσα του 1915 εφαρμόστηκε ο νόμος 26ης Μαΐου 1914, σύμφωνα με τον οποίο η στρατιωτική αρχή δικαιούνταν να εκτοπίσει μέσα στα όρια του κράτους μέρος ή και ολόκληρες κωμοπόλεις και χωριά για στρατιωτικούς λόγους ή αν ανακάλυπτε ύποπτη κίνηση των αλλογενών.
    Η χερσόνησος της Καλλίπολης, τα παράλια της Προποντίδας και τα νησιά της, μια ζώνη καθαρά ελληνική, με ακμάζοντα πληθυσμό ήταν καιρός πια να ερημωθεί. Σύμφωνα με το νόμο αυτό εκτοπίστηκαν πληθυσμοί των προαστίων της Κωνσταντινούπολης μέχρι τον Βαθυρρύακα (Μπουγιούκδερε) με την πρόφαση ότι βρέθηκε ασύρματος, που διοχέτευε πληροφορίες στον εχθρικό στόλο. Μετά ακολούθησε η εκτόπιση χωριών από τα παράλια της Μικράς Ασίας και της Θράκης χωρίς εύλογη αιτία, και αυτό συνέβαινε συνήθως μετά από την συγκομιδή της σοδειάς,της οποίας η πώληση ή η μεταφορά από τους ιδιοκτήτες της απαγορευόταν.
    Η χερσόνησος της Καλλίπολης εκκενώθηκε τον Απρίλιο του 1915 με το πρόσχημα ότι ο πληθυσμός της βρισκόταν στην πολεμική ζώνη, τα Γανόχωρα, γιατί κάποιοι θερμοκέφαλοι από τα χωριά Στέρνα και Λούπιδα ακούγοντας τις εκπυρσοκροτήσεις των πυροβόλων του συμμαχικού στόλου ενθουσιάστηκαν και κήρυξαν επανάσταση, τα χωριά που είχαν απομείνει στις περιοχές των Σαράντα Εκκλησιών και της Βιζύης, γιατί συμμετείχαν σε επαναστατικό κομιτάτο, τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, γιατί διέθεταν ασύρματο και διενεργούσαν κατασκοπεία υπέρ των Άγγλων.

  15. Ανδρέας on

    Πάντως ένας από τους λόγους της καθηλωσης των Ρώσων στο ανατολικό μέτωπο ήταν η έλλειψη υλικών και σύγχρονων μέσων. Οι υπόλοιποι σύμμαχοι στην Αντάντ δεν μπορούσαν να καλύψουν τα κενά γιατί δεν είχαν ευθεία επαφή με τους Ρώσους…

    Αυτό το κενό προσπάθησαν οι σύμμαχοι να καλύψουν με την εκστρατεία στην Καλλίπολη το 1915.

    Και ακριβώς η προστασία της Τουρκίας από τη συμμαχική επιθετικότητα οδήγησε τους Γερμανούς να οδηγήσουν την Ελλάδα σε φιλογερμανική ουδετεροτητα και στον Εθνικό Διχασμό, χρησιμοποιώντας όλο το φιλογερμανικο λόμπι που έξυπνα είχε αξιοποιήσει η γερμανική κατασκοπεία…

  16. ΓΙΑΤΙ ΕΓΙΝΕ Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΜΑΙΑ ΤΟ 1919;
    ——————————————————————————–

    Ο ελληνικός στρατός πήγε στη Ρωσία, εξηγεί ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, για «ν’ απαλλαγούμε από τις Ερινύες των Αθηνών και της Λαμίας και των Θηβών», την αντίσταση δηλαδή της Παλιάς Ελλάδας στην Αντάντ, και να βρούμε «τον δρόμο της τιμής και της αμοιβής στων Αρεοπαγιτών [= των συμμαχικών κυβερνήσεων] τα μάτια» (σ. 35).

    Ο ίδιος θα επινοήσει και το τραγουδάκι που συνέδεσε την ελληνική συμβολή στην καταστολή της ρωσικής επανάστασης με την αίσια έκβαση των εθνικών διεκδικήσεων: «Από τη Ρουσία σύρνει / δρόμος ίσια για τη Σμύρνη» («Αρχείο Δέλτα», τ.Δ’, σ. 135).

    Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, Ο στρατός μας στα ξένα (Σμύρνη 1919, εκδ. Τυπογραφείον «Αμαλθείας»).

  17. »Ο Τσόρτσιλ ήταν βέβαιος ότι σε δύο εβδομάδες θα ήταν δυνατόν να κριθεί η εκστρατεία και αυτό «ίσως δώσει τέρμα» στον πόλεμο, αφού θα υποχρέωνε τη Βουλγαρία να μείνει ουδέτερη και θα επέτρεπε στην Ελλάδα να σταθεί στο πλευρό των Αγγλων.

    »[Το 1959, μιλώντας στην Οξφόρδη, ο Τσόρτσιλ υποστήριξε ότι αν η εκστρατεία της Καλλίπολης ήταν νικηφόρα ίσως δεν θα κατέρρεε το τσαρικό καθεστώς γιατί δεν θα υπήρχαν οι συνθήκες που επέτρεψαν στον Λένιν να οδηγήσει την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917.]

    https://www.tovima.gr/2024/01/09/istoriko-arxeio/a-pagkosmios-polemos-to-fiasko-ton-symmaxon-stin-kallipoli/


Αφήστε απάντηση στον/στην Βλάσης Αγτζίδης Ακύρωση απάντησης