Μαρτυρίες για την βρετανική επέμβαση τον Δεκέμβριο του ’44

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

H σημασία των μαρτυριών για την πληρέστερη κατανόηση του βρετανικού ρόλου στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο υπήρξε το αντικέιμενο του αφιερώματος ιστορίας στη Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία στις 29 Δεκεμβρίου 2013.  Στο αφιέρωμα συμπεριλαμβάνονται δύο μαρτυρίες:  η συγκλονιστική αφήγηση του Βρετανού αξιωματικού Wilfred Byford-Jones για τις δολοφονίες των διαδηλωτών στις 3 Δεκεμβρίου στην Πλατεία Συντάγματος  και του  Χρήστου Κοσμίδη, μαχητή του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), για την εν γένει βρετανική στάση κατά την περίοδο της Κατοχής.

σάρωση0009

.

Η σημασία των μαρτυριών για τη βρετανική επέμβαση

  • Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ*
  • Μία από τις πλέον έντονες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας είναι η ένοπλη βρετανική επέμβαση του Δεκεμβρίου του ’44 κατά του μεγάλου αντιστασιακού κινήματος που είχε αναπτυχθεί στην κατεχόμενη Ελλάδα -ενώ ακόμα μαινόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.

    Η σημαντικότητα της βρετανικής επέμβασης οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Αρχικά γιατί η κύρια αιτία του ελληνικού εμφύλιου πολέμου υπήρξε η βρετανική επέμβαση. Επίσης, η επέμβαση των Βρετανών σταμάτησε εν τη γενέσει της μια πρωτοφανή κινητοποίηση και συμμετοχή του ελληνικού λαού στα κοινά, ανεξάρτητα εάν η κύρια δύναμη της Αντίστασης ελεγχόταν από ένα συγκεντρωτικά δομημένο κόμμα, θεολογικής υπόστασης, ενταγμένο σ’ ένα διεθνές σύστημα εξάρτησης.

    Η κίνηση των πολιτών επί της ουσίας -και ειδικά του ένοπλου τμήματος, όπως εκφράστηκε με τη σύσκεψη των καπεταναίων στη Λαμία- αμφισβητούσε εν δυνάμει τα δομικά και πολιτικά θέσφατα της κομματικής γραφειοκρατίας του ΚΚΕ, τα οποία οδήγησαν το αντιστασιακό κίνημα στη βρετανική παγίδα. Σε ηθικό επίπεδο, η επέμβαση αμφισβήτησε το δικαίωμα του ελληνικού λαού να αποφασίσει ελεύθερα για τη μοίρα του.

  • Το πιο συμβολικό σημείο αυτής της αμφισβήτησης υπήρξε η χρησιμοποίηση κατά του ΕΑΜικού κινήματος όλων των συνεργατών των προηγούμενων κατακτητών, δηλαδή των Γερμανών ναζί, των Ιταλών και Βούλγαρων φασιστών. Η μετατροπή τής απελευθερωμένης Ελλάδας σε προτεκτοράτο υπήρξε συνειδητή απόφαση των βρετανικών κυβερνήσεων. Η στρατηγική αντίληψη των Βρετανών, πολύ πριν από την Απελευθέρωση από τους ναζί, προέβλεπε τη βίαιη καταστολή της Αντίστασης και τη συντριβή της Αριστεράς, αλλά και τα όσα επακολούθησαν: λευκή τρομοκρατία, επανένταξη των δωσίλογων στη νέα εξουσία και την εκ νέου χρησιμοποίησή τους, παλινόρθωση της μοναρχίας, κυριαρχία της Ακρας Δεξιάς.

    Η σημασία των γραπτών μαρτυριών

    Η μελέτη των γεγονότων που σχετίζονται με τον Εμφύλιο υπήρξε για δεκαετίες μια υποβαθμισμένη σελίδα στις ιστοριογραφικές ιεραρχήσεις. Μόνο την τελευταία 20ετία ξεκίνησε μια συστηματικότερη μελέτη. Τμήμα των ιστορικών τεκμηρίων αποτελεί η κατάθεση της μαρτυρίας των «αυτοπτών μαρτύρων». Στις μαρτυρίες αυτές η προσωπική ματιά βασίζεται στη μνήμη, η οποία παρ’ ότι επηρεάζεται από το πέρασμα του χρόνου αλλά και από το κοινωνικό πλαίσιο που συνεχώς μεταβάλλεται, φέρνει στις μέρες μας τη συλλογική αντίληψη που επικρατούσε, αλλά και τις ιδιαίτερες σκέψεις του συγγραφέα. Είναι προφανές ότι οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ της ατομικής ματιάς και της συλλογικής αντίληψης καθορίζουν την προσωπική ματιά αυτού που αφηγείται εκείνη την επίμαχη εποχή.

    Παρ’ όλη την υποκειμενικότητα που αναπόφευκτα χαρακτηρίζει τη γραφή των συγγραφέων αυτής της κατηγορίας, η παρουσίαση συγκεκριμένων γεγονότων προσφέρει πλήθος στοιχείων στον ερευνητή. Ακόμα και η πολιτική τους ανάλυση αναδεικνύει τις συλλογικές εικόνες που είχαν οι πρωταγωνιστές για τα διαδραματιζόμενα στα οποία συμμετείχαν με συγκεκριμένους ιστορικούς ρόλους. Για τη μορφή που παραδίδεται στον ερευνητή μέσω της γραπτής μαρτυρίας, ο Θωμάς Κυριάκης στη μελέτη του «Αυτοβιογραφία και προσωπική ταυτότητα: οι γραπτές μαρτυρίες για τον Εμφύλιο» γράφει: «Οι φορείς προσωπικών τραυματικών βιωμάτων προσπαθούν αν όχι να επανακτήσουν, τουλάχιστον να επαναδομήσουν με την ανάκληση της μνήμης γραπτώς την προσωπική τους ταυτότητα. Ωστόσο, δεν πρόκειται πια για την ταυτότητα που αλλοιώθηκε στον Εμφύλιο, αλλά για την ταυτότητα μέσα στο χρόνο μέχρι τη στιγμή που εκδίδεται η μαρτυρία».

    Στο σημερινό αφιέρωμα παρουσιάζουμε δύο κείμενα, τη μαρτυρία του Βρετανού συγγραφέα και δημοσιογράφου Wilfred Byford-Jones (1907-1997), που τον Δεκέμβρη του ’44 υπηρετούσε ως αξιωματικός στην Αθήνα και έζησε την πρώτη μέρα των Δεκεμβριανών, και του αντιστασιακού Χρήστου Κοσμίδη, που άφησε ως παρακαταθήκη στους απογόνους του τις ανέκδοτες χειρόγραφες σημειώσεις.

    * Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός http://kars1918.wordpress. com/

  •  cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1
  • Πώς είδε τα Δεκεμβριανά ο Βρετανός αξιωματικός Wilfred Byford-Jones

  • Στις 10 το πρωί κυκλοφόρησαν οι φήμες πως η ηγεσία του ΕΑΜ εργαζόταν ολονυχτίς προετοιμάζοντας τη διαδήλωση, παρά την κυβερνητική απαγόρευση.

    Οι νεκροί στην πλατεία Συντάγματος μετά τους πυροβολισμούς της Αστυνομίας, όπως τους περιγράφει ο W. Byford-JonesΟι νεκροί στην πλατεία Συντάγματος μετά τους πυροβολισμούς της Αστυνομίας, όπως τους περιγράφει ο W. Byford-Jones

  • Πληροφοριοδότες της κυβέρνησης δήλωναν πως το ΕΑΜ καλούσε τον κόσμο χτυπώντας τις καμπάνες και τις σειρήνες και λέγοντας πως θα γίνει η πιο μεγάλη διαδήλωση-διαμαρτυρία ενάντια στην επέμβαση του στρατηγού Σκόμπι και στη διαταγή αφοπλισμού των ανταρτών…

    Γύρισα τρέχοντας στη «Μεγάλη Βρετάννια» για να έχω θέα στην πλατεία (…)

    Ολο το επόμενο τέταρτο της ώρας παρακολουθούσα τους διαδηλωτές να φτάνουν στην πλατεία ανεμίζοντας τα λάβαρα και τις σημαίες τους, βρετανικές, αμερικάνικες, ρώσικες κι ελληνικές. (…) Καθώς η μεγάλη αυτή συγκέντρωση συγκροτούνταν, οι τηλεβόες συνέχιζαν να φωνάζουν τα συνθήματα: «Κάτω η επέμβαση», «Τιμωρήστε τους δωσίλογους», «Κάτω ο βασιλιάς». (…)

    Η κεφαλή της είχε φτάσει μπροστά από την είσοδο των Παλαιών Ανακτόρων, όταν την προσοχή μου απέσπασαν οι φωνές μιας ομάδας αστυνομικών που στέκονταν στο μπαλκόνι του κτηρίου πάνω από το μπαρ. Προς μεγάλη μου έκπληξη, οι αστυνομικοί είχαν προτάξει τα όπλα τους. Μερικοί στόχευαν τη διαδήλωση στο ψαχνό. (…)

    Την επόμενη στιγμή οι αστυνομικοί τράβηξαν τη σκανδάλη, όχι ταυτόχρονα σαν ένα πειθαρχημένο σώμα, αλλά διστακτικά, ο ένας μετά τον άλλο, σαν μερικοί να δίσταζαν να υπακούσουν στη διαταγή. Νόμιζα ακόμα πως ήταν ένα προληπτικό μέτρο, και κοίταξα πάλι το πλήθος που πλησίαζε.

    Αυτό που έγινε στη συνέχεια ήταν τόσο ασύλληπτα εξωπραγματικό, που ένιωθα σαν να παρακολουθώ ταινία. Η αστυνομική διμοιρία από πάνω μας άδειασε τα όπλα της στη διαδήλωση. Είχα ακούσει ατελείωτες ιστορίες για μαζικές εκτελέσεις Ελλήνων από Γερμανούς, τις οποίες είχα και δεν είχα πιστέψει. Είχα δει ανθρώπους που γνώριζα και αγαπούσα πολύ να σκοτώνονται δίπλα μου στο πεδίο της μάχης, αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν δυνατόν να με προετοιμάσει γι’ αυτό που αντίκρισα σ’ εκείνον τον πλατύ, ηλιόλουστο, δεντροστοιχισμένο δρόμο, πλημμυρισμένο από ανθρώπους που αστειεύονταν και γελούσαν, μια αναπνοή από τα αρχαία μνημεία της πρώτης δημοκρατίας, με τη γλυκιά ηχώ της καμπάνας να αιωρείται ακόμα πάνω από το ήσυχο κυριακάτικο αεράκι. Στην αρχή νόμισα ότι η Αστυνομία έριχνε άσφαιρα, ή ότι πυροβολούσε στον αέρα πάνω από το συγκεντρωμένο πλήθος. Το ίδιο πίστεψαν και πολλοί άλλοι.

    Εσταζε το αίμα

    Ομως το χειρότερο είχε συμβεί. Αντρες, γυναίκες και παιδιά, που λίγο νωρίτερα φώναζαν και γελούσαν, γεμάτοι ψυχή και περηφάνια, κουνώντας τις σημαίες τους και τις σημαίες μας, έπεσαν στο έδαφος, με το αίμα να στάζει από τα κεφάλια και τα σώματά τους στο οδόστρωμα ή στις σημαίες που κρατούσαν. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη σκηνή. Μια νέα κοπέλα με λευκή μπλούζα, που σιγά σιγά κοκκίνιζε από το αίμα στο στήθος της. Ενας νέος άντρας, με ένα σημάδι σαν από αγκίστρι, να σφαδάζει κι έπειτα από λίγο να ξεψυχάει. Ενα παιδί που ούρλιαζε κρατώντας το κεφάλι του. Οι πυροβολισμοί συνεχίστηκαν πάνω από μισή ώρα, όλοι τους από την πλευρά της αστυνομίας, κι ενώ οι υποστηρικτές του ΕΑΜ παρέμεναν ξαπλωμένοι στο έδαφος…

    Οι συγγενείς έτρεξαν στα πτώματα κι άρχισαν να κλαίνε από πάνω τους υστερικά. Πάνω από εκατό διαδηλωτές, γυναίκες και άντρες όλων των ηλικιών, κείτονταν νεκροί ή τραυματίες. Πολλές χιλιάδες κόσμου φώναζαν δυνατά εκτοξεύοντας απειλές και βρισιές στην Αστυνομία.

    Ηταν η πιο αποκρουστική σκηνή που έχω ποτέ δει… Οι διαδηλωτές στρίγκλιζαν και ούρλιαζαν, έσκιζαν τα πουκάμισά τους και φώναζαν «Σκοτώστε με, δειλοί, τσιράκια του Παπαντρέου!»…

    W. Byford-Jones, «The Greek trilogy; resistance, liberation, revolution», εκδ. Hutchinson and Co., Λονδίνο, 1945, σελ. 137-139.

  • cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1
  • Ο βρόμικος ρόλος των Αγγλων ιμπεριαλιστών στα χρόνια της Κατοχής

  • Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΟΣΜΙΔΗ*
  • Με τις δόλιες ενέργειες τους εναντίον του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, οι Άγγλοι πράκτορες δεν προωθούσαν το συμμαχικό αγώνα αλλά έσκαβαν το λάκκο της εθνικής αντίστασης. Έκαναν το παν για να χτυπήσουν τον αγώνα του ελληνικού λαού.

  • Σπάνια στην Ιστορία συναντάμε συμπεριφορά παρόμοια με εκείνη των Αγγλων ιμπεριαλιστών απέναντι στην Εθνική μας Αντίσταση, που ήταν σύμμαχος της χώρας μας και πρόσφερε τα πάντα για την αντιφασιστική συμμαχική νίκη κατά των δυνάμεων του φασισμού.

    Η αντάρτικη ομάδα του Χρήστου Κοσμίδη κατά την απελευθέρωση των Σερρών (15.9.1944). Ο Κοσμίδης είναι ο πρώτος αριστερά στην κάτω σειράΗ αντάρτικη ομάδα του Χρήστου Κοσμίδη κατά την απελευθέρωση των Σερρών (15.9.1944). Ο Κοσμίδης είναι ο πρώτος αριστερά στην κάτω σειρά

  • Οι Αγγλοι δεν ενδιαφέρονταν για την ενίσχυση της πολεμικής προσπάθειας του ΕΛΑΣ, για τη γρήγορη απελευθέρωση της πατρίδας μας, αλλά κατά κύριο λόγο τους ενδιέφερε η πολιτική τους επικράτηση, στον οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο της χώρας μας μετά το τέλος του πολέμου. Αυτό ήταν που καθόριζε και την όλη στάση τους απέναντι στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, που αγωνίζονταν για εθνική ανεξαρτησία, για λαϊκή κυριαρχία.

    Τρία ολόκληρα χρόνια στα ελληνικά βουνά η Εθνική μας Αντίσταση είχε μια ιδιότυπη «συμβίωση» και «συνεργασία» με την αγγλική Συμμαχική Αποστολή, που αποτελούνταν από πολιτικούς πράκτορες ή συνδέσμους με αξιωματικούς Αγγλους. Οι Αμερικανοί ήλθαν αργότερα, ήταν λίγοι και έπαιζαν δευτερεύοντα ρόλο. Οι Σοβιετικοί αξιωματικοί ήταν ένα μικρό κλιμάκιο από τη Σοβιετική Αποστολή που βρίσκονταν στα γιουγκοσλαβικά παρτιζάνικα τμήματα και έφτασαν στα ελληνικά βουνά με αεροπλάνο στο τέλος σχεδόν της Κατοχής και δεν είχαν καμία ανάμιξη.

    Οι πρώτοι Αγγλοι αξιωματικοί έπεσαν με αλεξίπτωτο στα ελληνικά βουνά το φθινόπωρο του 1942 και εγκαταστάθηκαν σαν Συμμαχική Αποστολή στις αρχές του 1943, με αρχηγό τον ταξίαρχο Εντι, ο οποίος τάχατες εμφανιζόταν διαλλακτικός στις σχέσεις της Αγγλίας με την Εθνική ΕΑΜική Αντίσταση και γι’ αυτό αντικαταστάθηκε από τον έφεδρο συνταγματάρχη Κρις Γούντχαουζ, που ήταν συντηρητικός, αδίστακτος και πολύ σκληρός στις επεμβάσεις του.

    Το Λονδίνο ήταν το κέντρο όπου διαμορφωνόταν η βρετανική πολιτική για την Ελλάδα. Υπεύθυνο για την εφαρμογή της ήταν το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και ο Κρις υπεύθυνος στην Ελλάδα.

    Η «συμβίωση» (και η συνεργασία) Εθνικής Αντίστασης και Αγγλων μέσα στις πόλεις και στα ελληνικά βουνά τυπικά παρουσιαζόταν σαν συμμαχία. Απολάμβαναν όλες τις περιποιήσεις, τις διευκολύνσεις και την ασφαλισμένη ελευθερία κινήσεων που άρμοζε σε συμμάχους. Οι διαθέσεις τους όμως απέναντι στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν απροκάλυπτα εχθρικές. Με τις δόλιες ενέργειές τους οι Αγγλοι πράκτορες εναντίον του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν προωθούσαν το συμμαχικό αγώνα, αλλά έσκαβαν το λάκκο της θρυλικής Εθνικής Αντίστασης. Εκαναν το παν για να χτυπήσουν τον αγώνα του ελληνικού λαού. Η πολιτική τους ήταν διπρόσωπη, δόλια, ύπουλη και υποκριτική. Αρχισαν από τη συκοφαντία και την εχθρική προπαγάνδα, την κατασκοπία εις βάρος του ΕΛΑΣ. Συγκρότησαν οργανώσεις ακόμα και ένοπλα τμήματα, όπως τον ΕΔΕΣ, τον ΕΚΑ, τον Τσαούς Αντών, τους ταγματασφαλίτες, την ΠΑΟ, για να τις χρησιμοποιήσουν κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς, Ιταλούς, Βουλγάρους και τα Τάγματα Ασφαλείας, τις καταδόσεις στελεχών του ΚΚΕ και του ΕΑΜ μέσω αυτών των οργανώσεων στους κατακτητές και την υπονόμευση των διαπραγματεύσεων των αντιστασιακών οργανώσεων για ενότητα και συντονισμό της δράσης τους. Βασικός σκοπός τους ήταν η αποσύνθεση, η διάσπαση του ΕΑΜ και η διάλυση και συντριβή του ηρωικού ΕΛΑΣ.

    Οι Αγγλοι τούς ενίσχυσαν με πολλές λίρες για εξαγορά συνειδήσεων και στρατολογία πολλών πρακτόρων τους και σε πολεμικό οπλισμό με ρίψεις, ενώ αρνούνταν παρόμοια βοήθεια στον ΕΛΑΣ και ήθελαν να τον κρατήσουν άοπλο. Να δημιουργήσουν ισχυρές αντιΕΑΜικές δυνάμεις, αυτός ήταν ο σκοπός τους. Οι Αγγλοι πράκτορες της Συμμαχικής Αποστολής δεν αρκέστηκαν μόνο στις παραπάνω οργανώσεις και ένοπλα τμήματά τους, άπλωσαν τον έλεγχό τους και στις δυνάμεις του δωσιλογισμού. Εθεσαν κάτω από τον έλεγχό τους τις κυβερνήσεις των προδοτών της Αθήνας Γ. Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλου, Ι. Ράλλη, τα Τάγματα Ασφαλείας, τους Τσολιάδες, την ΠΑΟ, τον ΕΕΣ, τη «Χ», τον Γρίβα και άλλες προδοτικές οργανώσεις που εξόπλισαν οι Γερμανοί κατακτητές.

    Ετσι πίστευαν πως μπορούσαν να δημιουργήσουν ντόπιες δυνάμεις μαζί με τους συνεργάτες των Γερμανών ικανές να αντιπαρατάξουν και να συντρίψουν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.

    Η διοίκηση του αποσπάσματος της ΕΛΑΣ του ΜποζΔαγ Σερρών στις 18.9.1944. Από αριστερά, Ι. Βαφειάδης, λοχαγός, Χρ. Κοσμίδης, διοικητής αποσπάσματος, Ι. Τιμοθεάδης, πολιτικός επίτροπος, Λ. Χατζηελευθέρης λοχαγός, Ζ. Λιάσκος, επιτελάρχηςΗ διοίκηση του αποσπάσματος τoυ ΕΛΑΣ του Μποζ Δαγ Σερρών στις 18.9.1944. Από αριστερά, Ι. Βαφειάδης, λοχαγός, Χρ. Κοσμίδης, διοικητής αποσπάσματος, Ι. Τιμοθεάδης, πολιτικός επίτροπος, Λ. Χατζηελευθέρης λοχαγός, Ζ. Λιάσκος, επιτελάρχης

  • Οι Αγγλοι δεν ενδιαφέρονταν για την ενίσχυσή μας σε πολεμικό οπλισμό, για τη γρήγορη απελευθέρωση της πατρίδας μας από τους τρεις κατακτητές. Ηξεραν ότι ο πόλεμος κατά του Αξονα θα κριθεί οριστικά στα συμμαχικά μέτωπα και κυρίως στο Ανατολικό, που ήταν και το μεγαλύτερο βάρος. Γι’ αυτό στην αρχή ήθελαν μικρές ομάδες σαμποτάζ μόνο και όχι μαζικά παρτιζάνικα τμήματα. Ηλθαν στην Ελλάδα αποκλειστικά να εφαρμόσουν τη σχεδιασμένη πολιτική επικράτησή τους που θα εξασφάλιζε τα στρατηγικά και οικονομικά τους συμφέροντα στη λεκάνη της Μεσογείου, μετά τη συντριβή του φασισμού.

    Οι Αγγλοι έδειξαν πανουργία, δολιότητα και φανατισμό στην επιδίωξη των σκοπών τους. Παραβίασαν το δίκαιο και την ηθική που εκφράζονταν με τις αρχές του συμμαχικού αγώνα. Εδειξαν απίστευτη αναξιοπιστία. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε…

  • ——-

  • * Ο Χρήστος Κοσμίδης υπήρξε μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ). Γεννήθηκε το 1912 στον Πόντο. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην περιοχή Σιδηροκάστρου Σερρρών μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο Κοσμίδης φοίτησε στην Πάντειο. Το 1943 εντάχθηκε στην Αντίσταση και οργάνωσε το 21ο Σύνταγμα Σερρών του ΕΛΑΣ. Το 1948 ανέλαβε διοικητής της 132 Ταξιαρχίας της 6ης Μεραρχίας του ΔΣΕ. Τραυματίστηκε τον Μάρτη του ’48 στα Κερδύλλια. Εζησε στη Ρουμανία ως πολιτικός πρόσφυγας έως το 1987, που επαναπατρίστηκε.

  • cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

30 Σχόλια

  1. ΤΑ ΤΖΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΟΧΗ

    ΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΟΧΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

    Του Δημοσθένη Κούκουνα

    (Άρθρο στο περιοδικό CRASH, Δεκέμβριος 2013, σελ. 154-160)

    Στον σύγχρονο νομικό πολιτισμό δεν αναγνωρίζεται η συλλογική ή η οικογενειακή ευθύνη. Και καλώς, θα έλεγα. Υπάρχει όμως ένα ζήτημα, τουλάχιστον στην ελληνική πραγματικότητα, με την κληρονομική διαδοχή των πολιτικών οικογενειών. Δεν είναι τωρινό φαινόμενο, ούτε καν περιορίζεται στην Ελλάδα. Είναι σχεδόν καθιερωμένο οι πολιτικές οικογένειες να διαιωνίζονται και να ασκούν εξουσία. Υπό μία οπτική γωνία θα πρόσθετα μάλιστα ότι είναι και ένδειξη δημοκρατικής λειτουργίας. Δεν πρέπει να δίνονται σε όλους ίσες ευκαιρίες; Γιατί να μην παρέχεται και στους γόνους των πολιτικών οικογενειών η δυνατότητα να σταδιοδρομήσουν στην πολιτική;

    Αλλά αυτά δεν είναι παρά ένας καλοπροαίρετος θεωρητικός προβληματισμός. Όπως και να το κάνουμε, υπάρχουν στη χώρα μας πολιτικά τζάκια και επιβιώνουν μέσα από την κληροδοσία ενός προνομιακού «δαχτυλιδιού», όπως επίσης υπάρχουν και μεγαλοεπιχειρηματικά τζάκια. Και τα δύο είδη ανακυκλώνονται αενάως…

    Έχει διαπιστωθεί ότι οι πολιτικοί και οι μεγαλοεπιχειρηματίες έχουν μια ιδιότυπη αντίληψη περί του νομίμου και του ηθικού. Ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια, από του έτους 2010 και εξής, έχουν παραμερισθεί πολλές αναστολές που σε προηγούμενες εποχές είχαν μια κάποια αξία. Το γεγονός ότι πραγματικά και νομοθετικά η χώρα μας έχει περιέλθει σε μια υποτελή σχέση θα κριθεί ιστορικά εν καιρώ – υποθέτω ενδελεχώς.

    Δεν είναι η πρώτη φορά που η νεώτερη Ελλάδα φθάνει στη χρεοκοπία, ούτε η πρώτη φορά που χάνει την εθνική κυριαρχία της. Και βεβαίως ούτε η πρώτη φορά που μια μειοδοτική έως προδοτική πολιτική εξουσία αυθαιρετεί και επιβάλλει ασφυκτικά δεσμά στον λαό μας.Έχοντας ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη σύγχρονη ιστορία και ειδικά με την περίοδο της Κατοχής 1941-44, διαπιστώνω πολλά κοινά σημεία εκείνης της εποχής με τη σημερινή. Το ζήτημα είναι ότι αίφνης συναντώ συνεπώνυμα πρόσωπα να κυριαρχούν σήμερα όπως και τότε. Και εδώ ακριβώς ανακύπτει το μέγα ερώτημα: Πόσο συμπτωματικό είναι το γεγονός είναι ότι οδηγηθήκαμε στη σημερινή κατάσταση από τα ίδια «επώνυμα»; ΕΣτον χώρο του Τύπου σήμερα το πιο ισχυρό συγκρότημα είναι ο ΔΟΛ, ο οποίος μεταξύ άλλων ελέγχει και ορισμένα ηλεκτρονικά μέσα. Ακριβώς μια παρόμοια ισχύ είχε και επί Κατοχής.

    Όπως αναλύω λεπτομερέστερα στο βιβλίο μου «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια» (Εκδόσεις Ερωδιός), το Συγκρότημα Λαμπράκη είχε ευθέως συνεταιρισθεί από τις πρώτες μέρες της γερμανικής κατοχής με τη γερμανική ημικρατική εταιρία «Mundus», η οποία ανήκε κατά 50% στο υπουργείο Προπαγάνδας του Γκαίμπελς και κατά 50% στο υπουργείο Εξωτερικών του Ρίμπεντροπ. Τόσο απλά.

    Η πλευρά Λαμπράκη κατείχε το 49% της ελληνικής εταιρίας που ιδρύθηκε και η Mundus το 51%. Ο αείμνηστος Δημήτριος Λαμπράκης διά των εντολοδόχων του, των Γ. Συριώτη, Α. Ζαφειρόπουλου και Ι. Τζαρτίλη (διευθυντικών στελεχών του Συγκροτήματος πριν, κατά και μετά την Κατοχή), είχε επιτύχει έτσι ένα σημαντικό οικονομικό όφελος, χωρίς να χάσει την επιχείρησή του. Με την εκχώρηση του μεριδίου στους Γερμανούς μπόρεσε να αποκτήσει το γνωστό ακίνητο της οδού Αναγνωστοπούλου.

    Οι Γερμανοί που έστειλε ο Γκαίμπελς στην Ελλάδα μόλις η χώρα μας κατακτήθηκε είχαν και άλλες επιτυχείς δράσεις. Συνεταιρίσθηκαν με τον Ελευθερουδάκη και τον Κάουφμαν για να ελέγξουν τη διανομή βιβλίων, ενώ ο συνεταιρισμός τους με τον Λαμπράκη εξασφάλιζε την εκτύπωση ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων εφημερίδων και εντύπων. Ακόμη, συνεταιρίσθηκαν προνομιακά με τον Όθωνα Πικραμμένο και τη χήρα Τσιβόγλου (την πεθερά της Μαρίας Ρεζάν) για να ελέγχουν πλήρως τη διανομή των εφημερίδων και περιοδικών, ελληνικών και ξένων.

    Δημιουργήθηκε έτσι ένα νέο πρακτορείο εφημερίδων και η οικογένεια Πικραμμένου από την εκχώρηση μεριδίου μπόρεσε να αγοράσει το ακίνητο της οδού Ακαδημίας. Τα ονόματα αυτά δεν είναι φανταστικά, είναι αληθινά. Ούτε και τόσο απόμακρα από τη σημερινή πραγματικότητα, αν λάβουμε υπόψη ότι το Συγκρότημα Λαμπράκη εξακολουθεί να δεσπόζει, ο δε υιός Πικραμμένος είναι εκείνος που διεξήγαγε τις τελευταίες εθνικές εκλογές.

    Κάπως έτσι το 1941 είχε ήσυχο το κεφάλι του ο Γκαίμπελς στο Βερολίνο για ό,τι είχε να κάνει με την προπαγάνδα του στη μακρινή κατεχόμενη Ελλάδα. Χωρίς την παραμικρή δυσκολία τα είχαν ρυθμίσει καλά οι άνθρωποί του, ενώ για τα θέματα του χαρτιού υπήρχε ο έμπιστος των Γερμανών από την προπολεμική περίοδο Γιάννης Πετσόπουλος, ο οποίος παράλληλα δεν έπαυε να έχει την ιδιότητα του …μέλους του ΚΚΕ!

    Αλλά ας έρθουμε στην πραγματική οικονομία. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής η ελληνική οικονομία καταποντίσθηκε. Υπέστη μια άνευ προηγουμένου καταλήστευση εκ μέρους των κατακτητών, ώστε η επισιτιστική ανεπάρκεια να οδηγήσει στην τραγική πείνα. Ταυτόχρονα γιγαντωνόταν η μαύρη αγορά.
    Αν κανείς θα είχε την υπομονή να εντρυφήσει στους καταδικασμένους από τα αγορανομικά δικαστήρια της κατοχικής περιόδου, τι έπραξαν και γιατί καταδικάστηκαν, θα έφριττε για τους νεόκοπους «επιχειρηματίες» που θησαύρισαν. Και το θέμα δεν ήταν μόνον οικονομικό, αλλά είχε να κάνει με την εξαπάτηση των αγοραστών, όσων δηλαδή κατάφερναν να βρουν ρευστό για να αγοράσουν σε τιμές μαύρης αγοράς τρόφιμα. Κατά κανόνα αυτά τα τρόφιμα ήταν νοθευμένα με απίθανες αναμίξεις, εντελώς ακατάλληλα για βρώση.

    Και όμως. Όλοι οι αυτοί οι ασυνείδητοι εκμεταλλευτές επιβίωσαν της Κατοχής, έχοντας δημιουργήσει τεράστιες μαυραγορίτικες περιουσίες.

    Παράπλευρα σ’ αυτούς τους γλοιώδεις και κυνικούς μαυραγορίτες υπήρχαν και οι εργολάβοι μηχανικοί και οι προμηθευτές των στρατιωτικών αρχών κατοχής. Αυτοί αναλάμβαναν «νόμιμα», κάθε άλλο παρά ηθικά όμως, διάφορα οχυρωματικά έργα για την προστασία των κατοχικών στρατευμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις αναθέσεις τις έπαιρναν απευθείας από τους Γερμανούς, χωρίς κανένα έστω υποτυπώδη μειοδοτικό διαγωνισμό. Τιμολογούσαν κατά βούληση και αρκούσε η μονογραφή ενός Γερμανού ή Ιταλού αξιωματικού για να προσκομίσουν και να εισπράξουν το τιμολόγιό τους από την Τράπεζα της Ελλάδος. Χωρίς καμιά άλλη διαδικασία δημοσίου λογιστικού κ.ο.κ.

    Απέκτησαν τεράστιες περιουσίες όλοι αυτοί. Υπάρχει ένας κατάλογος των οικονομικών μεγαλοδοσιλόγων, που απέκτησαν τεράστιες περιουσίες. Ένας εξ αυτών, που αρχικά προμήθευε το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, για να περιφρουρούνται οι φυλακές και τα στρατόπεδα των Γερμανών, αλλά στη συνέχεια προμήθευε και κάθε είδους οικοδομικό υλικό, ήταν η εταιρία της οικογένειας Αγγελοπούλου. Οι γνωστοί αδελφοί Αγγελόπουλοι, ένας εκ των οποίων έγινε υπουργός του ΕΑΜ, ένας άλλος δολοφονήθηκε από τη «17 Νοέμβρη» και ένας τρίτος μέγας ευεργέτης του Πατριαρχείου. Χωρίς την περιουσία αυτή, είναι αμφίβολο τι καριέρα θα είχε κάνει η υπερφίαλη Γιάννα Δασκαλάκη-Αγγελοπούλου.

    Για όσους ξενίζονται από την ύπαρξη δοσιλόγων που συνεργάστηκαν με το ΕΑΜ, δεν έχουν παρά να το ερευνήσουν. Και σε επίπεδο οικονομικού δοσιλογισμού, όπως ο μηχανικός Δοανίδης ή ο εκπαιδευτικός Παπαμαύρος.
    Ένας άλλος τέτοιος οικονομικός μεγαλοδοσίλογος είχε εβραϊκή καταγωγή (ας μην απορεί ο αναγνώστης αν υπήρξαν και Εβραίοι δοσίλογοι – η δίωξή τους στην Ελλάδα άρχισε το 1943). Λεγόταν Λάζαρος ή Λεωνίδας Ροζενστάιν ή Ροζάκης και ο γιος του διέπρεψε στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, ενώ έγινε γνωστός ως πανεπιστημιακός καθηγητής και στενός συνεργάτης του Κώστα Σημίτη.

    Η περίπτωση Ροζάκη-Ροζενστάιν έχει μια ιδιαιτερότητα, που ανάγεται στον αρχικό προβληματισμό μας περί οικογενειακής ευθύνης. Μεταπολεμικά η ελληνική πολιτεία πήρε την απόφαση, στο πλαίσιο της τιμωρίας των οικονομικών δοσιλόγων, να εξορίσει σε νησιά του Αιγαίου ορισμένους απ’ αυτούς. Και, προφανώς για να τιμωρήσει μαζί και τις οικογένειές τους που στο διάστημα της Κατοχής δεν πείνασαν όπως όλοι οι άλλοι απλοί πολίτες, τους έστειλε οικογενειακώς… (Μια συγκυριακή λεπτομέρεια: Η κυβερνητική απόφαση για το πρωτοφανές αυτό μέτρο ανακοινώθηκε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1946 από τον υπουργό Σταμάτη Μερκούρη, πατέρα της Μελίνας και αδελφό του ιδρυτή του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος!).

    Βεβαίως και υπήρξαν πολλοί άλλοι συνεργάτες των κατακτητών που διέλαθαν και απέφυγαν την τιμωρία. Ίσως επειδή ήταν πιο προνοητικοί από τους πολλούς και εγκαίρως κατάλαβαν ότι η Γερμανία δεν επρόκειτο να κερδίσει τον πόλεμο. Ένας εξ αυτών, ο πολιτικός μηχανικός Μιχαήλ Αβέρωφ (αδελφός του γνωστού πολιτικού), κέρδισε τεράστια ποσά από τη συνεργασία του με τον κατακτητή στην κατασκευή οχυρωματικών έργων, αλλά είχε την πρόνοια από ένα ορισμένο χρονικό σημείο και ύστερα να συνεργασθεί με τους Συμμάχους.

    Άλλοι, όπως ο εφοπλιστής Βερνίκος, δεν είχε κανένα ενδοιασμό να πολιτευθεί μεταπολεμικά. Πολλές οι περιπτώσεις, που όμως δεν έχουν τόσο ιστορικό όσο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον.

    Θα σταθώ όμως σε μια άλλη περίπτωση, ενός ευφυούς και δραστήριου επιχειρηματία με τοπικό ορίζοντα, στη Δυτική Μακεδονία. Λεγόταν Γεώργιος Παπακωνσταντίνου και ίσως θα παρέμενε ασήμαντος αν ο συνονόματος εγγονός του δεν συνέπιπτε με την ιδιότητα του υπουργού Οικονομικών να είναι εκείνος που έδεσε χειροπόδαρα την Ελλάδα τον Μάιο του 2010 με το απεχθές και επαχθές Μνημόνιο. Σήμερα είναι υπόλογος όχι γι’ αυτό, αλλά για τις αλλοιώσεις που επέφερε στην περίφημη «Λίστα Λαγκάρντ».

    Ο παλαιός Γ. Παπακωνσταντίνου στην προπολεμική περίοδο είχε αναπτύξει δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης με ιδιόκτητο αλευρόμυλο και ελαιοτριβείο. Ήταν πληροφορημένος ότι κάποιοι Ελληνοαμερικανοί επιχειρηματίες είχαν ενδιαφερθεί για την περιοχή της Πτολεμαΐδας, όπου υπήρχαν πλούσια κοιτάσματα λιγνίτη, και τα σχέδιά τους να δημιουργήσουν μεγάλα λιγνιτωρυχεία εκεί ανατράπηκαν λόγω του πολέμου.

    Εν τω μεταξύ με την Κατοχή έμαθε από Γερμανούς στρατιωτικούς ότι, καθώς η μόνη πηγή ενέργειας θα μπορούσε πλέον – λόγω των πολεμικών συνθηκών – να είναι ο λιγνίτης, θα ήταν έξυπνο να ασχοληθεί με τέτοια επιχείρηση. Αγόρασε τα χωράφια, στα οποία γνώριζε ότι υπήρχε λιγνίτης και η κατοχική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να του παραχωρήσει προνομιακή άδεια για την ίδρυση εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για όλη την περιοχή.

    Η ηλεκτροδότηση της ευρύτερης περιοχής της Κοζάνης ήταν πλέον μια πολύ κερδοφόρα οικογενειακή επιχείρηση για τον Γ. Παπακωνσταντίνου και το τέλος της Κατοχής δεν μπορούσε να την ανατρέψει, ούτε οι μεταπελευθερωτικές κυβερνήσεις διανοήθηκαν να στερήσουν την περιοχή από ηλεκτρική ενέργεια. Αντίθετα οι δύο γιοι του, ο Μιχάλης και ο Στέλιος, συμμετείχαν στην επιχειρηματική προσπάθειά του, αυτή τη φορά σε μια νέα βάση: Να πωλήσουν τη μονάδα της Πτολεμαΐδας όσο γινόταν ακριβότερα.

    Με ομολογουμένως ευφυείς κινήσεις η οικογένεια Παπακωνσταντίνου κράτησε μια σκληρή διαπραγματευτική στάση και μόνον όταν πήρε το τίμημα που θεωρούσε λογικό, το 1958, παρέδωσε τη λιγνιτοφόρο περιοχή στη ΔΕΗ. Ένας πρόσθετος όρος ήταν η πρόσληψη του Στέλιου Παπακωνσταντίνου ως στελέχους της ΔΕΗ. Διατηρήθηκε σε κρίσιμες διευθυντικές θέσεις μέχρι που εμφανίστηκε το δικτατορικό καθεστώς και τον απέλυσε.

    Ο πρεσβύτερος αδελφός Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, που είχε σπουδάσει νομικός στη Γερμανία και την Αγγλία και μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1954 ανέλαβε μαζί με τον Στέλιο τα ηνία της μικρής αλλά περιζήτητης επιχείρησης, προτίμησε να ασχοληθεί με την πολιτική. Στην Κατοχή είχε υπηρετήσει ως διερμηνέας των Γερμανών στην Κοζάνη, αλλά κατά την τελευταία κατοχική χρονιά συνδέθηκε με αντιστασιακούς. Παρά ταύτα τον συνόδευε το ψευδώνυμο «Μποτάκιας», λόγω της εμμονής του να φοράει γερμανικές μπότες μέσα από τα πολιτικά ρούχα του. Πιο φανατικός ένας πρώτος εξάδελφός του, ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, φοιτητής της Νομικής, υπηρέτησε επίσης ως διερμηνέας και πράκτορας της Γκεστάπο στη Θεσσαλονίκη και αναμίχθηκε σε καταδόσεις Ελλήνων και Βρετανών – και όχι μόνο.

    Η αρχική ενασχόληση του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου με την πολιτική είχε τοποθέτηση ακροδεξιά. Κατέβηκε ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος του αινιγματικού «μακεδονάρχη» Σωτηρίου Γκοτζαμάνη, που επί Κατοχής είχε διατελέσει υπουργός Οικονομικών και εγκαίρως είχε διαφύγει στην Ιταλία πριν τελειώσει η Κατοχή. Εκεί, όπου είχε πολλούς δεσμούς από τα φοιτητικά του χρόνια, κρύφτηκε επί χρόνια φυγοδικώντας από την ελληνική δικαιοσύνη, που τον είχε καταδικάσει σε θάνατο. Στις αρχές της δεκαετίας 1950 επέτυχε να αμνηστευθεί και να του επιστραφεί η δημευθείσα περιουσία του (διασώζεται μεταξύ άλλων ένα σχετικό έγγραφό του προς τον τότε νεαρό υφυπουργό Οικονομικών Κωνσταντίνο Μητσοτάκη).

    Ο Γκοτζαμάνης επανήλθε στην Ελλάδα και τα πράγματα είχαν αλλάξει. Επιχείρησε να πολιτευθεί στις δημοτικές εκλογές του 1954 ως υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης και συγκέντρωσε πολύ υψηλό ποσοστό, αλλά δεν εξελέγη. Ένας εκ των πολύ φανατικών υποστηρικτών του ήταν ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, που τον θεωρούσε ως τον «μεγαλύτερο ζώντα πολιτικό στην Ελλάδα».

    Μετά την εξαγορά του εργοστασίου της Πτολεμαΐδας και αφού είχε αποβιώσει ο Γκοτζαμάνης, μεταπήδησε πολιτικά στον κεντρώο χώρο που πλέον άρχιζε βάσιμα να διεκδικεί την εξουσία. Αργότερα θα εκλεγεί επανειλημμένα βουλευτές και θα καταλάβει υπουργικά αξιώματα, ενώ μετά την πτώση της δικτατορίας θα προσχωρήσει στη Νέα Δημοκρατία.

    Μη έχοντας άρρενες απογόνους θα τον διαδεχθεί πολιτικά στην Κοζάνη ο ανιψιός του, ο γνωστός μας αρχιτέκτονας του «Μνημονίου» Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο οποίος σήμερα είναι υπόδικος για τη «Λίστα Λαγκάρντ», επειδή επιχείρησε να την αλλοιώσει για να μην είναι υπόλογες οι κόρες του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου.

    Αυτή είναι με λίγα λόγια η ιστορία της οικογένειας Παπακωνσταντίνου, που απέκτησε αμύθητο πλούτο από μια υπογραφή του Τσολάκογλου σε μια προνομιακή άδεια για τη δημιουργία ηλεκτρικού εργοστασίου στη μακρινή και ασήμαντη τότε Πτολεμαΐδα.

    ………………………………
    ………………………………

  2. …………………..
    …………………..
    ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

    Και τώρα τα πρόσωπα. Ας δούμε τους κύριους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής. Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους.

    Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αφαιρεθεί ούτε ένα όνομα, ο κατάλογος αυτός δεν είναι πλήρης. Τον δημοσιεύουμε λοιπόν μάλλον ενδεικτικά, ώστε να ανιχνεύσουμε κάποια γνωστά ονόματα που απέκτησαν την τεράστια περιουσία τους, ελισσόμενοι επί Κατοχής και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις. Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές.

    Είναι γνωστή η περίπτωση μεγαλοβιομηχάνου επίπλων, ο οποίος επέτυχε να διαφθείρει τους συνήθως άτεγκτους σε τέτοια θέματα Γερμανούς αξιωματικούς της επιμελητείας και μοιραζόμενος μαζί τους τα δυσθεόρατα κέρδη που τόσο ακόπως αποκόμιζε, προμήθευε με έπιπλα για την καθημερινή τους διαβίωση τους Γερμανούς. Π.χ. ερχόταν με μετάθεση στην Ελλάδα ένας αξιωματικός και, με μέριμνα της επιμελητείας, επιτασσόταν το δωμάτιο ενός καλού αστικού σπιτιού και του το παραχωρούσαν για να κατοικεί. Οι «μιλημένοι» της επιμελητείας πήγαιναν πριν για να το επιθεωρήσουν και διαπίστωναν ότι χρειαζόταν καινούργιο κρεβάτι, καινούργιο σαλόνι, καινούργιο γραφείο κ.ο.κ.

    Αλλά τα έπιπλα της κατάστασης δεν παραδίδονταν παρά μόνο στα χαρτιά, αφού άλλωστε τα έπιπλα της ελληνικής οικογενείας που είχε διαταχθεί να παραχωρήσει το επιταγμένο δωμάτιο ήταν σε καλή κατάσταση. Αυτό γινόταν συστηματικά και έτσι συνέρρεε στα ταμεία του Έλληνα προμηθευτή πλούτος και πάλι πλούτος. Αλλά πλούτος αθέμιτος, ούτως ή άλλως. Οι Γερμανοί «συνεταίροι» έπαιρναν τη μίζα τους και όλα κυλούσαν ομαλά, με μόνιμο χαμένο την Τράπεζα της Ελλάδος που όλο και πλήρωνε. Μέχρι που κάποια στιγμή η ειδική υπηρεσία «εσωτερικών υποθέσεων» της γερμανικής επιμελητείας εντόπισε την απάτη.

    Τόσο οι Γερμανοί όσο και ο Έλληνας «συνεταίρος» τους συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι ποινές ήταν εξοντωτικές, συνήθως θανατικές, ιδιαίτερα για τους Γερμανούς που ήταν αναμεμιγμένοι. Ειδικά μάλιστα τότε, την εποχή του πολέμου, η χιτλερική Γερμανία είχε εκδώσει έναν ιδιώνυμο νόμο «περί προσβολής της εθνικής τιμής» στο εξωτερικό, δηλ. στις κατεχόμενες χώρες. Όποιος Γερμανός αξιωματικός ή οπλίτης λοιπόν υπέπιπτε σε αδικήματα που διέσυραν τη χώρα του (π.χ. βιασμοί, κλοπές, διαφθορά, απρόκλητες προσωπικές επιθέσεις κλπ.) υφίστατο αυστηρότατες κυρώσεις.

    Θα αναρωτηθείτε τη συνέχεια. Ο Έλληνας επιπλοβιομήχανος (πρόκειται περί του Ελ. Σαρίδη) επέζησε. Ύστερα από κάποιων μηνών αγωνία για τη ζωή του, κατάδικος ων πλέον, επέτυχε να μετατραπεί η ποινή του. Για να το κατορθώσει αυτό, πλήρωσε ένα μυθώδες ποσόν σ’ έναν άλλον Έλληνα. Σ’ έναν γερμανομαθή νεαρό τότε Έλληνα δικηγόρο, ο οποίος ως «εξ απορρήτων» του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού είχε καλλιεργήσει ισχυρές φιλίες με τους εδώ Γερμανούς διπλωμάτες και στρατηγούς. Έχοντας τις κατάλληλες συστάσεις στην τσέπη του, ταξίδεψε στο Βερολίνο και κατόρθωσε να γλυτώσει τον πελάτη του. Όχι όμως και τους Γερμανούς «συνεταίρους» του τελευταίου.

    Ο Έλληνας προμηθευτής θα είχε μεταπολεμικά να διηγείται τις διώξεις που υπέστη από τους Γερμανούς, χωρίς βέβαια να αναφέρει στους αγνοούντες από τους συνομιλητές του περί τίνος επρόκειτο, ενώ ο νεαρός εκείνος δικηγόρος (ο Ιωάννης Γεωργάκης, έπειτα εξ απορρήτων του μεγαλοεφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση) επέπρωτο αργότερα να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών…

    Αν κάπως έτσι αντλούσαν τα αμύθητα κέρδη τους οι προμηθευτές των Αρχών Κατοχής, φαντασθείτε τι γινόταν με τους εργολάβους και τους κατασκευαστές τεχνικών έργων. Ας αναλογισθούμε την πρώτη ημέρα της Κατοχής πόσοι δρόμοι, πόσα γεφύρια, πόσα λιμάνια και πόσες εγκαταστάσεις είχαν καταστραφεί. Αλλά και στη συνέχεια πόσες ανάγκες προέκυπταν για τις Κατοχικές Αρχές να ανεγείρουν φυλάκια, διάφορες εγκαταστάσεις, στρατόπεδα, οικήματα, φυλακές, κτίρια, αποθήκες, να ιδρύουν ή να επεκτείνουν αεροδρόμια και λιμάνια, να κατασκευάζουν οχυρωματικά έργα κ.ο.κ.

    Έτσι άρχισε η «χρυσή εποχή» των διαπλεκομένων κατασκευαστών. Όμως πολλά γνωστά ονόματα συνεργάστηκαν.

    Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Έλληνας πολιτικός μηχανικός (που δεν καταδικάστηκε!) έφτασε στο σημείο να εφεύρει ένα υποκατάστατο των φορτηγίδων που οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά υλικών στα νησιά.

    Οι οι Γερμανοί ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ που είχαν εξασφαλίσει μια τέτοια καινοτόμο λύση για τις μεταφορές τους, ώστε έστειλαν αντίγραφα της εφεύρεσης στο Βερολίνο και από εκεί σε άλλες παραθαλάσσιες κατεχόμενες χώρες. Εννοείται ότι ο ίδιος θησαύρισε εξωφρενικά, αφού άλλωστε και εδώ το Ελληνικό Δημόσιο πλήρωνε.

    Οι πολιτικοί μηχανικοί που είχαν αναλάβει την εκτέλεση τεχνικών και οχυρωματικών έργων από τις αρχές της Κατοχής μέχρι την άνοιξη του 1944 κέρδισαν κυριολεκτικά αμύθητα ποσά.

    Στη συνέχεια σχεδόν όλοι αυτοί, χωρίς να πάψουν να παίρνουν αναθέσεις και να συνεχίζουν την είσπραξη των αμύθητων κερδών τους, περνούν σε ένα άλλο στάδιο: σκέπτονται και το αύριο.

    Αρχίζουν να ενισχύουν οικονομικά διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, να χρηματοδοτούν αντιστασιακά έντυπα, στέλνουν κάποιο από τα παιδιά τους στα βουνά ή ακόμα και στο εξωτερικό για να «συμμετάσχουν στον κατά του εχθρού πόλεμο», ή επιτυγχάνουν να διασυνδεθούν με πράκτορες των συμμαχικών υπηρεσιών, στους οποίους παραδίδουν τα τοπογραφικά των έργων που εκτελούν και σωρεία άλλων χρήσιμων πληροφοριών που υποπίπτουν στην αντίληψή τους περί οχυρώσεων, νηοπομπών, ελλιμενισμών κλπ. Πολλές φορές τα χρήσιμα στοιχεία που διοχετεύονται στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής καταλήγουν στον βομβαρδισμό των υπό εκτέλεση έργων.

    Αλλά αυτό δεν είναι άσχημο, διότι έτσι παίρνουν νέα ανάθεση να ξαναρχίσουν από την αρχή, οπότε αυξάνεται ο τζίρος.

    Με όλη αυτή τη διαδικασία, πολλοί από τους κατασκευαστές, που παραπέμφθηκαν μεταπολεμικά να δικαστούν για δοσιλογισμό στην Ελληνική Δικαιοσύνη, έφεραν ως μάρτυρες υπεράσπισης Βρετανούς αξιωματικούς ή αξιόπιστους αντιστασιακούς, οι οποίοι φυσικά κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνέβαλαν στη …συμμαχική νίκη. Ευνόητο είναι ότι σχεδόν όλοι αθωώθηκαν και οι θησαυροί-θησαυροί.

    Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν των μετόχων μιας τεχνικής εταιρίας, γνωστών ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας (ο αδελφός του ενός υπήρξε μάλιστα επί πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός), οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν, αλλά και …παρασημοφορήθηκαν! Φυσικά στα μεταπολεμικά χρόνια διατήρησαν όλη τους την αίγλη και συνέχισαν οι ίδιοι, και σήμερα οι κληρονόμοι τους, να παίρνουν μεγάλα δημόσια έργα με προϋπολογισμούς που καλύπτονταν από τις αμερικανικές βοήθειες.

    Κάπως έτσι έχει γραφεί η ιστορία των οικονομικών δοσιλόγων. Και αφού τελικά δεν τα κατάφεραν να γλυτώσουν τις καταδίκες και τις τιμωρίες, επανήλθαν λαύροι και στελέχωσαν τη νεώτερη μεγαλοαστική τάξη.
    Μεταπολεμικά η ελληνική πολιτεία, αν και τιμώρησε τους οικονομικούς δοσιλόγους, δεν εξάντλησε την αυστηρότητά της ώστε να τους απομονώσει.

    Ούτε και η κοινωνία τους απολάκτισε. Αντίθετα, οι αρχές τους αντιμετώπισαν συχνά ευνοϊκά, σεβόμενες προφανώς την ογκώδη οικονομική επιφάνεια που είχαν στο σκότος και σε βάρος του λιμώττοντος λαού αποκτήσει.
    Και όταν κάποτε ο οικονομικός δοσιλογισμός ξεχάστηκε, τα ίδια πρόσωπα, δηλ. πολλά απ’ αυτά, επανέκαμψαν με ζήλο στην επιχειρηματική δράση. Απαίτησαν προνόμια και τα έλαβαν.

    Με τα ισχυρά κεφάλαια, κεφάλαια που είχαν αποκτηθεί με κατοχικό «ιδρώτα» και υπό καθεστώς άκρατου αμοραλισμού, επένδυσαν σε μονοπωλιακά ή ολιγοπωλιακά είδη και τα πολλαπλασίασαν. Έγιναν οι Ηρακλείς της ελληνικής οικονομίας.
    Εκτός από τους αναφερόμενους οικονομικούς δοσιλόγους, υπάρχουν και άλλες παρεμφερείς κατηγορίες, όπως οι κατοχικοί μεγαλομαυραγορίτες. Διαθέτοντας και καλλιεργώντας πάσης φύσεως διασυνδέσεις με τις Αρχές Κατοχής συγκέντρωσαν στα χέρια τους ποσότητες δυσεύρετων ειδών, κυρίως τροφίμων ευρείας κατανάλωσης, που τις έσπρωχναν στην κατανάλωση με χιλιοπλάσιες τιμές.

    Το αποτέλεσμα ήταν οι μεν μαυραγορίτες να θησαυρίζουν ανενόχλητοι και φυσικά ανεξέλεγκτοι, ο δε λαός να στερείται τα στοιχειώδη αγαθά που θα μπορούσε να προμηθευθεί, εκτός αν ήταν έτοιμος να διαθέσει ένα ολόκληρο σπίτι για να εξασφαλίσει λίγα μόλις γεύματα. Οι θάνατοι από πείνα οφείλονται σ’ αυτό το κλίμα μαυραγοριτισμού που απλώθηκε επί Κατοχής, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο, τον φοβερό χειμώνα 1941-42.

    Το παράδοξο όμως είναι που μεταπολεμικά αυτοί οι μεγαλομαυραγορίτες επέζησαν οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, παρά το γεγονός ότι η κατοχική συμπεριφορά τους ήταν πάνω απ’ όλα αντικοινωνική και ανθελληνική. Και βεβαίως όσοι δεν επέζησαν βιολογικά, είχαν τους φυσικούς διαδόχους τους για να πάρουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν το μεσουράνημα των επιχειρήσεών τους. Και πάλι το κατοχικό παρελθόν ξεχάστηκε.

    Και έχουμε χαρακτηριστική περίπτωση τον γόνο ενός τέτοιου μεγαλομαυραγορίτη τροφίμων, διαθέτοντα πάντα το ισχυρότατο ταμείο που με τέτοια διαγωγή είχε σχηματίσει ο πατέρας ή ο παππούς του, να φθάσει – πενήντα χρόνια αργότερα – στη δημοσιότητα, ως αγοραστής της κληρονομητέας έπαυλης Μινέικο του Ψυχικού, την οποία αγόρασε από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι εκείνος που στη συνέχεια πάλι στη δημοσιότητα, ζητώντας να του επιστραφούν τα χρήματα που είχε διαθέσει για την αγορά, η οποία ύστερα από ένα περίπλοκο πλέγμα διαδικασιών, ακυρώθηκε. Και, να προσθέσουμε, είναι ο ίδιος που στα τελευταία χρόνια τιμήθηκε με ηγετική θέση στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών.

    Όλους αυτούς τους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, που απέκτησαν τέτοιες αμύθητες περιουσίες, ο πανδαμάτωρ χρόνος – όπως ήταν αναμενόμενο – δεν τους λησμόνησε και ελάχιστοι σήμερα ίσως επιζούν. Αλλά και εκείνοι που πέθαναν και εκείνοι που τυχόν ζουν ανάμεσά μας, έχουν επιμελώς αποκρύψει το πραγματικό παρελθόν τους. Θα ήταν έλλειψη στοιχειωδών φυσικών ανακλαστικών, αν γινόταν διαφορετικά.

    ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΩΝ ΣΕ ΑΘΗΝΑ-ΠΕΙΡΑΙΑ

    Αβραμίδης Ιωακείμ, Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, Αγιουτάντης Α., Αλβανόπουλοι Κ. και Ι., Αλεξάτος Ιωάννης, Αντωνόπουλος Α., Βαρχανέα Σ., Βασιλάκος Α., Βασιλειάδης Αθανάσιος, Βέλλιος Ε., Βερνίκος Αλέξανδρος, Βερνίκος Κωνσταντίνος, Βερνίκος Νικόλαος, Βόμβα Αφοί, Βόμβας Δημήτριος, Βορεάδης Ιωάννης, Γεωργιάδης Γ., Γεωργιάδης Σ., Γιαδικιάρογλου Ρ., Γιαδικιάρογλου Φ., Γιαννουλάτος Ε., Γιατζόγλου Ε., Γκέρτσος Δημήτριος, Γκέρτσος Θεόδωρος, Γκέρτσος Κωνσταντίνος, Γκορίτσας Ε., Γκουντελιάν Α., Γκουτρούμ Κ., Δαμιανός Μ., Δευκόπουλος Κ., Δήμας Σ., Διάκος Ε., Δοανίδης Πέτρος, Δολτσέτης Ι., Έμκε ή Αθηναίος Φραγκίσκος, Ευστρατίου Δ., Ζαλώνης Μαξ, Ζαννέτος Κ., Ζανουδάκης Α., Ζανουδάκης Σ., Ζαντεμίκωφ Ζωή, Ζαχάρωφ Γεώργιος, Ζήζηλας Ι., Θεοδωρόπουλος Ε., Ιγγλέσης Γ., Ιωαννίδης Β., Ιωαννίδης Γ., Καβαντζάς Δ., Καββαδίας Κ., Καϊβάνοι Αφοί, Καλημέρης Β., Καλιάζης Κ., Καλιαμπέτσος Α. και Σ., Κάμφωνας Α., Καραγιάννης Κ., Καράσσος Σ., Καρδασιλάρη Υιοί, Κατηφόρης Παναγιώτης, Κατσίγερας Σταύρος, Κατσουρόπουλος Λεωνίδας, Κεφάλας Κωνσταντίνος, Κεχαγιάς Χ., Κηρύκοι-Αλεξάτος, Κηρύκος Γεώργιος, Κιλιτζιάν Κιρκόρ, Κόβερης Ιωάννης, Κόκκινος Κίμων, Κολοβός Γ., Κολοζώφ Α., Κοραής Σ., Κορωναίος Α., Κουμς Δημήτριος, Κουρμούλης Μ., Κουρτ Μ., Κούρτογλου Ι., Κοφτ Βενιαμίν, Κρανιώτη Αφοί, Κριεζής Ιωάννης, Κρίκος Μ., Κυπαρισσόπουλος Ε., Κυφιώτης Α., Κωστάλας Σταύρος, Λαζαράκης Ανδρέας, Λαζαράκης Κωνσταντίνος, Λαζαρίδης Παναγιώτης, Λασκαρίδης Χ., Λιοπυράκης Θ., Λυμπεράκης Μ., Μαθιουδάκης Ι., Μανιάκης Α., Μάνος Α., Μαντζάκας Σ., Ματαρατζής Ιωάννης, Μάτσας Λουκάς & Υιοί, Μαυράγγελος Μ., Μαύρος Φ., Μεγαλοοικονόμου Λεωνίδας, Μεϊμαρίδης-Πιρπίρογλου, Μήκας Δημήτριος, Μικέλης Ν., Μόσχος Πασχάλης, Μπαντζάς Ν., Μπαρμπαγιαννάκης Ιωάννης, Μπαρμπαρής Σ., Μπρούνο Λ., Μωυσόγλου Α., Ναούμ Ανδρέας, Ναχνικιάν Ζ., Νισίμ Κ., Νταής Α., Ντεκιπέλο Κατάλιτο, Ντιλέρνια Γ., Ξανθόπουλος Α., Ξανθόπουλος Ιωάννης, Ξανθόπουλος Παναγιώτης, Παβεζόπουλος Αλέξανδρος, Παπαδάκης Ε., Παπαδόπουλος Γ., Παπαδόπουλος Κ., Παπαδόπουλος Ο.Ε., Παπανικολάου Π., Παπασταύρου Χ., Παραβάντος Ι., Πασσάς Ιωάννης, Περδικάρης Εμμανουήλ, Πετρίδης Ι., Πετρίδης Κ., Πετρόπουλος Κ., Πετυχάκης Φαίδων, Πλέσσας Αντώνιος, Πλέσσας Κωνσταντίνος, Πλέσσας Σπυρίδων, Πλέσσας Σταμάτης, Πουλάκος Β., Προφέτας Άρης, Ρεμέντζης Γ., Ρόζενσταϊν-Ροζάκης Λ., Ρουρούλης Σ., Ρούσσος Δ., Σαλαπάτας Α., Σαλαπάτας Β., Σαλαπάτας Σ., Σαλούστρος Παντελής, Σαραντάκης Ο., Σαράντης Ι., Σαράντης Ρ., Σαρφάτης Ρ., Σεραφειμίδης-Γεωργακάς, Σκλαβούνος Λ., Σουπίλας Ελευθέριος, Σοφιανόπουλος Π., Σταματόπουλοι Α., Λ., Θ., Ρ. & Ο., Στασινόπουλοι Ι., Η & Μ., Στίκας Α., Στίπας Π., Συριανάκης Θ., Τερζόγλου Νικόλαος, Τολιάς Β., Φερλάτσο Ουμβέρτος, Φουρναράκης-Ιωαννίδης, Φώκερ Σ., Χάινε Ε., Χαραλάμπους Μιχαήλ, Χασαπάκος Χρ., Χατζηνάκος Γ., Χατζηπαναγιώτης Ι., Χόχνετς Φραντς.

    ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

    …………………………………
    …………………………………

  3. ………………………
    ………………………
    ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

    Αδαμίδης Κωνσταντίνος, Ακρίτας Γεώργιος, Αλεξανδρίδου Καπνοβιομηχανία, Αλούπης Μάνος, Αναστασιάδης Χρήστος, Ανδρεάδη Αδελφοί, Ανεζίνης Σταύρος, Αντωνίου Ανδρέας, Βαρδαλής Γ., Βέλλος Μιχαήλ, Βοράκης Ιωάννης, Βουλώνης Απόστολος, Βουλώνης Γεώργιος, Γαρυφάλλου Περικλής, Γεωργιάδη Αδελφοί, Γεωργιάδης Βασίλειος, Γεωργιάδης Γεώργιος, Γιαγκόπουλος Γεώργιος, Γκέκας Ευάγγελος, Γκέκας Στέφανος, Γκίμπελ Ελένη, Γκλάνοβιτς Στέφανος, Γκοτζαμάνης Χριστόφορος, Γκρος Ροβέρτος, Δανέζη Φανουρία, Δανίδης Εμμανουήλ, Δάνου-Καραβάνη Έλλη, Δερζακαριάν Βαρτάν, Δημητρακούδης Περικλής, Δημητρίου Γεώργιος, Διαμαντής Μενέλαος, Διαμαντής Νικόλαος, Διβόλης, Ζάρος Χρήστος, Ηλιάδης Δημ., Ηλιάδης Ηλίας, Ηλιάδης Ιορδάνης, Θεοδοσιάδης Αλέξανδρος, Καβουνίδης Νικόλαος, Καμπάνης Νικόλαος, Καμπούρογλου Κοσμάς, Καρατζάς Σωτήριος, Καρράς Γεώργιος, Καρύδα Αδελφοί, Καρύδας Κωνσταντίνος, Καστάνης Νικ., Κεχαγιάς Χρήστος, Κιζιρίδης Παναγιώτης, Κιουτσής Χρήστος, Κλάιμπερ Αιμίλιος, Κοσμίδης Κωνσταντίνος, Κουλάκογλου Χαράλαμπος, Κουφοδόντης Κωνσταντίνος, Κυριακόπουλος Κυρ., Κύρου Αδελφοί, Κύρου Κύρος, Κυφιώτης Ιωάννης, Λαγουρός Λεωνίδας, Λαδόπουλος Πάνος, Λαζαρίδης Τηλέμαχος, Λαζόπουλος Γεώργιος, Λισσαίος Γεώργιος, Μανθόπουλος Πέτρος, Μανιάς Ν., Μανούζας Εμμανουήλ, Μαρατσίτας Σπύρος, Μαυρομμάτης Δ., Μελάς Αθανάσιος, Μήλιος Δημ., Μητσικολάβος, Μιχαηλίδης Αθ., Μιχαηλίδης Μιχαήλ, Μπλέκας Νικόλαος, Μπόζοβιτς Αντώνιος, Μπούσιος Ι., Μύλλερ Ιωάννης, Ναθαναήλ Κωνσταντίνος, Ναούμ Νικίας, Νικολαΐδης Α., Νικολαΐδης Όμηρος, Νικολαΐδης Περικλής, Νικολαΐδης Πρόδρομος, Νικόπουλος Δημ., Ξανθόπουλος Γεράσιμος, Ξανθόπουλος Παναγιώτης, Ξενάκης-Δημητρακόπουλος, Οικονομόπουλος Αντώνιος, Οικονόμου Ιωάννης, Παιονίδης Φιλ., εργολάβος, Πανίτογλου Βασίλειος, Παπαγεωργίου Αθ., Παπαγιαννόπουλος Δημ., Παπαδόπουλος Εμμανουήλ, Παπαδόπουλος Ζαχαρίας, Παπακώστας Χαρ., Παπαναούμ Λάσκαρης, Παπανικολάου Βάιος, Παπαζιάν Κιρκόρ, Παπαστρατηγάκης Μιχαήλ, Περδικάρης Ορέστης, Περτσινίδης Θεοχάρης, Πετράκης Νικόλαος, Πετρόπουλος Π., Πολλάτος Γεώργιος, Πράσινος Δημήτριος, Ριζόπουλος Άγγελος, Σαργός Παντελής, Σβες Χρ., Σεμερτζιάν Χατζίκ, Σκενδέρης Αναστάσιος, Στάθης Θεόδωρος, Σταματόπουλος Χρήστος, Στεργιάδης Νικόλαος, Ταμπακίδης Ανδρέας, Ταντές Αντίγονος, Ταπτικλής Θεόδωρος, Τορνιβούκας Καπνοβιομηχανία, Τρύφωνος Άννα, Τσέντελης Αθανάσιος, Τσιγαρίδας Θωμάς, Τσούρκας Δημοσθένης, Φέσσας-Δήμας, Φέσσας Μιχαήλ, Φόνσερ Παύλος, Φραγκόπουλος Στέργιος, Φωτιάδης Βασίλειος, Χαλατζιάν Αρτίν, Χαμπούρης Άρης, Χαριζάνης Απ., Χατζηγεωργίου Καπνοβιομηχανία, Χατζηγεωργίου Γεώργιος, Χατζηγεωργίου Νικ., Χατζηνάκου Αδελφοί, Χατζηχρήστου Αρ., εργολάβος, Χατζόπουλος Γ., Χατζόπουλος Δημ., Χουβαρδάς Δημ., Χριστόπουλος Ταξ., Ωρολογάς Αλέξανδρος, Ωρολογάς Πέτρος.».

    http://orionhellas.blogspot.gr/2014/02/blog-post.html

  4. Πετροπουλος Λευτέρης on

    http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=15201&m=A26&aa=1
    61 ΧΡΟΝΙΑ
    ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΑΝΤΑΡΤΩΝ
    Ηταν αναπόφευκτος ο εμφύλιος πόλεμος;
    Εικόνες και μνήμες της αναμέτρησης 1946-1949 μέσα από τη διαχρονική «ματιά» της κομμουνιστικής Αριστεράς

    Λ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

    Εξήντα ένα χρόνια μετά την ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών, προαγγέλου της συγκρότησης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) και της εμφύλιας αναμέτρησης 1946-1949, «Το Βήμα» επιχειρεί να φωτίσει εικόνες και μνήμες του Εμφυλίου μέσα από τη διαχρονική «ματιά» της κομμουνιστικής Αριστεράς. Μία από τις πιο αιματηρές σελίδες που γράφτηκαν σε αυτόν τον τόπο κατά τον 20ό αιώνα και στιγμάτισαν κοινωνικοπολιτικά τη μεταπολεμική Ελλάδα αφήνοντας ως τις ημέρες μας τα «ίχνη» τους ήταν δίχως αμφιβολία ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στις κομμουνιστογενείς δυνάμεις του ΔΣΕ και στις κυβερνητικές δυνάμεις με την έμπρακτη συμβολή των Αγγλοαμερικανών. Ηταν αναπόφευκτος ή όχι ο εμφύλιος πόλεμος; Η απόπειρα να δοθεί εκ των υστέρων απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα κινδυνεύει να είναι μια αναδρομική «ανάγνωση» της ιστορίας και των πεπραγμένων της, γεμάτη υποθετικά «εάν» και ερμηνείες κατά το δοκούν. Ηταν σίγουρα μια πολεμική αναμέτρηση για την εξουσία και την τελική επικράτηση της μιας ή της άλλης αντιμαχόμενης πλευράς σε ένα σύνθετο εσωτερικό πολιτικό πεδίο αστάθειας και βίας, άμεσα συνδεδεμένο με τις εξελίξεις σε ένα διεθνές περιβάλλον εύθραυστων ισορροπιών και αντιφάσεων και ως εκ τούτου τα περιθώρια για εξεύρεση μιας άλλης, ειρηνικής διευθέτησης των (αγεφύρωτων) διαφορών προφανώς ήταν εξ ορισμού περιορισμένα.

    Αριστερά, νέοι και, επάνω, γυναίκες μέλη του Δημοκρατικού Στρατού σε αναμνηστική φωτογραφία με εκπροσώπους του ΟΗΕ

    Το μεν εαμογενές κίνημα έβγαινε βαθιά τραυματισμένο από την ανοιχτή σύγκρουση του Δεκεμβρίου 1944 με τις κυβερνητικές δυνάμεις και τους βρετανούς επικυρίαρχους στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό – ως την «παράδοση της σκυτάλης» στους Αμερικανούς το 1947 με το Δόγμα Τρούμαν – και αυτοεγκλωβισμένο από τη συμβιβαστική συμφωνία που υπέγραψε τον Φεβρουάριο του 1945 στη Βάρκιζα με τους νικητές της αναμέτρησης. Το δε αντίπαλο στρατόπεδο επιχειρούσε να θέσει, με κάθε μέσον, εκτός πολιτικού παιχνιδιού το ισχυρό εαμικό κίνημα και τον στρατιωτικό βραχίονά του, τον ΕΛΑΣ, δηλαδή το ΚΚΕ, το οποίο αποτέλεσε τον κύριο στυλοβάτη ενός εκ των σημαντικότερων εθνικών αντιστασιακών κινημάτων στην κατοχική Ευρώπη.
    * Η «λευκή τρομοκρατία»
    Το κύμα τρομοκρατίας που ακολούθησε την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ, που έμεινε στην ιστορία ως «λευκή τρομοκρατία», την οποία ασκούσαν οι πολυάριθμες ακροδεξιές φιλομοναρχικές ομάδες και η χωροφυλακή ανά την Ελλάδα κατά των ΕΑΜιτών, αποτυπώνεται ευκρινώς στη δήλωση της 5ης Ιουνίου 1945 των αρχηγών των κομμάτων του τότε Κέντρου (Θεμ. Σοφούλη, Ν. Πλαστήρα, Γ. Καφαντάρη, Εμμ. Τσουδερού και Αλ. Μυλωνά): «Η εγκαθιδρυθείσα μετά το κίνημα του Δεκεμβρίου εις ολόκληρον την χώραν τρομοκρατία της άκρας Δεξιάς επεκτείνεται καθημερινώς, έχει δε προσλάβει ήδη έκτασιν και βιαιότητα καθιστώσαν αφόρητον την ζωήν των μη βασιλοφρόνων πολιτών, και αποκλείουσαν οιανδήποτε σκέψιν διεξαγωγής ελευθέρου δημοψηφίσματος ή εκλογών». Και ακόμη: «Αι τρομοκρατικαί οργανώσεις της άκρας Δεξιάς, εκ των οποίων αι κυριώτεραι είχον οπλισθή εν μέρει υπό των Γερμανών και παντειοτρόπως συνειργάσθησαν μετ’ αυτών, όχι μόνον δεν αφωπλίσθησαν, όχι μόνον δεν διώκονται, αλλά αναφανδόν συμπράττουν με τα όργανα της τάξεως προς τελείαν κάθε δημοκρατικής πνοής κατάπνιξιν».
    * Σαν σήμερα στην Τσούκα
    Σε αυτό το κλίμα σαν σήμερα πριν από 61 χρόνια, στις 28 Οκτωβρίου 1946, συγκροτήθηκε στην Τσούκα Αντιχασίων το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών με επικεφαλής τον Μάρκο Βαφειάδη και δύο μήνες αργότερα οι αντάρτικοι σχηματισμοί που δρούσαν στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα ως «ομάδες καταδιωκόμενων αγωνιστών» θα αποτελέσουν τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας με την υπ’ αριθμόν 19 διαταγή της 27ης Δεκεμβρίου 1946. Η διαταγή για την ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών ανέφερε τα εξής:
    «ΓΕΝΙΚΟ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΑΝΤΑΡΤΩΝ. Επιτελικό Γραφείο 1. Αριθ. Πρωτ. 1
    Η στυγνή δίωξη των αγωνιστών και του δημοκρατικού λαού από τον αγγλόδουλο μοναρχοφασισμό και τα όργανά του, που ανάγκασαν χιλιάδες δημοκράτες να βγούνε στα βουνά για να υπερασπίσουν τη ζωή τους, οδήγησε στη σημερινή ανάπτυξη του αντάρτικου κινήματος. Εχοντας υπόψη ότι είναι ώριμη πια η ανάγκη της δημιουργίας συντονιστικού οργάνου για το συντονισμό και την καθοδήγηση του όλου αντάρτικου αγώνα, αποφασίζουμε τη δημιουργία του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών, στο οποίο θα υπάγονται τα αρχηγεία Ανταρτών Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Ηπείρου και Ρούμελης.
    Σταθμός Διοίκησης Γενικού Αρχηγείου
    28 Οκτώβρη 1946».
    * Η «μαζική λαϊκή αυτοάμυνα»

    Ο Μάρκος Βαφειάδης

    Λίγους μήνες πριν (25-27 Ιουνίου 1945) – και λίγες ημέρες μετά τον τραγικό θάνατο του αποκηρυγμένου από το κόμμα του Αρη Βελουχιώτη στη χαράδρα του Φάγγου στη Μεσούντα της Αρτας (στις 16 Ιουνίου) – η 12η Ολομέλεια του ΚΚΕ αποφάσιζε να περάσει στη «μαζική λαϊκή αυτοάμυνα» και επεξεργαζόταν τη «νέα μορφή κρατικής εξουσίας της λαϊκής δημοκρατίας και τα προβλήματα της λαϊκής δημοκρατίας στην Ελλάδα», όπως αναφέρεται στο «Βοήθημα για την ιστορία του ΚΚΕ» που κυκλοφόρησε το 1952 και συντάχθηκε από το Τμήμα Σχολών και Κομματικής Μόρφωσης του Οργανωτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ «με βάση τις «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ» του σ. Νίκου Ζαχαριάδη και τις βασικές αποφάσεις του κόμματος». Ηταν η περίοδος κατά την οποία (ο έγκλειστος στο Νταχάου καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου) Νίκος Ζαχαριάδης, έχοντας επιστρέψει στην Ελλάδα από τις 29 Μαΐου 1945, αναλαμβάνει να αποκαταστήσει «θεωρητικά – πολιτικά – οργανωτικά την πορεία του κόμματος και του κινήματος πάνω στον σωστό μαρξιστικό – λενινιστικό δρόμο από τον οποίο είχε πολιτικά και οργανωτικά εκτραπεί στην πρώτη κατοχή».
    Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους συνέρχεται το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το οποίο μεταξύ άλλων επιβεβαιώνει την ανάγκη για «μαζική λαϊκή αυτοάμυνα ενάντια στη χίτικη δολοφονική τρομοκρατία», για «πανδημοκρατικό μέτωπο για την ομαλή δημοκρατική εσωτερική εξέλιξη σ’ ελεύθερες εκλογές» και αποφασίζει «να πάρει όλα τα στρατιωτικοτεχνικά μέτρα που θα του επιτρέψουν ν’ αντιτάξει την ένοπλη άμυνα του λαού σε κάθε προσπάθεια των μοναρχοφασιστών να επιβάλουν με οποιαδήποτε μορφή και με τη βία των όπλων ανοιχτό φασιστικό καθεστώς».
    Θα ακολουθήσει η 2η Ολομέλεια του Φεβρουαρίου 1946, όπου η «γραμμή» για την ένοπλη απάντηση στο «μοναρχοφασιστικό άγος» θα συνδυαστεί οργανικά με τον ήδη υπάρχοντα προσανατολισμό προς την αποχή από τις δρομολογούμενες εκλογές οι οποίες προετοιμάζονταν σε συνθήκες αμφιλεγόμενης εγκυρότητας και σε κλίμα διώξεων (το Κέντρο είχε ανοιχτά καταγγείλει την αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων από την κυβέρνηση Βούλγαρη ως «καθαράν πράξιν εκλογικής νοθείας»). Τότε θα αποφασιστεί η προοδευτική έναρξη του ένοπλου αγώνα, σε συνδυασμό με την πολιτική δουλειά και τη μαζική πάλη. Ωστόσο εκτιμήθηκε ως σημαντικό λάθος (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, Αθήνα, 1988) το γεγονός ότι η Ολομέλεια, «ενώ προσανατόλισε το κίνημα και προς την ένοπλη πάλη, δεν επεξεργάστηκε ένα συγκεκριμένο σχέδιο για τον ένοπλο αγώνα και δεν έδωσε σαφείς οδηγίες στις οργανώσεις, αφήνοντας έτσι να χαθεί η μεγάλη ευκαιρία για γρήγορη ανάπτυξη του ένοπλου αγώνα».
    * Λάθη στρατηγικής και τακτικής
    Την ίδια άποψη είχε άλλωστε και ο Ζαχαριάδης, ο οποίος ωστόσο έβλεπε τα λάθη στρατηγικής και τακτικής στην πρώτη φάση (ως την 3η Ολομέλεια του Σεπτεμβρίου 1947) ως απόρροια της «αρνητικής κληρονομιάς της πρώτης κατοχής και του πρώτου ένοπλου αγώνα στον δεύτερο αγώνα». Μάλιστα στα «Δέκα χρόνια πάλης» θα γράψει ότι «ο ΕΛΑΣ ούτε σα συγκρότηση, διάρθρωση, ούτε στον πολιτικό προσανατολισμό του, ούτε στη στελέχωση, μα ούτε και στην ταχτική και στρατηγική ανοικοδομήθηκε σαν όργανο της σωστής λαϊκής επαναστατικής πολιτικής». «Επρεπε λοιπόν να απαλλαγεί ο ΔΣΕ από την αρνητική, απαράδεχτη κληρονομιά του ΕΛΑΣ, να γίνει ένα καινούργιος λαϊκοεπαναστατικός στρατός», όπως αναφέρεται στο «Βοήθημα» του 1952.
    Η επιλογή του ΚΚΕ για αποχή από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 ερχόταν εκ των πραγμάτων σε ευθεία ταύτιση με την άλλη επιλογή του Ζαχαριάδη για την ένοπλη σύγκρουση. Εκ των υστέρων αναγνωρίστηκε από τον ίδιο ως «ένα άλλο σοβαρό λάθος ταχτικής», διότι, όπως παραδέχθηκε (στα «Δέκα χρόνια πάλης»), με την αποχή «πιστεύαμε ότι θα καλλιεργούσαμε τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες στις μάζες, τη στιγμή που ξέραμε ότι οι Αγγλοι και οι μοναρχοφασίστες θα χρησιμοποιούσαν τα εκλογικά αποτελέσματα για να δυναμώσουν την τρομοκρατική επίθεσή τους», αλλά και γιατί «πιστεύαμε ότι με την αποχή αφαιρούμε αυτή τη δυνατότητα απ’ τον εχθρό και προετοιμάζουμε καλύτερα το λαό για τη νέα ένοπλη αντιπαράθεση».
    Ετσι η επίθεση ανταρτών κατά του Σταθμού Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο ανήμερα τις εκλογές ήταν η έμπρακτη απόδειξη της επιλογής του ΚΚΕ για ένοπλη αναμέτρηση με τον αντίπαλο. Το Γ´ Ψήφισμα της Γ´ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων περί «εκτάκτων μέτρων» που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 1946 και προέβλεπε την ποινή του θανάτου «κατά των επιβουλευομένων την δημοσίαν τάξιν και την ακεραιότητα του κράτους» επισφράγισε την επιλογή της κυβερνητικής πλευράς – με τη συγκατάθεση πάντοτε των Βρετανών – για το «ξεκαθάρισμα των λογαριασμών», ενώ η επάνοδος του βασιλιά Γεωργίου Β´ με το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, το οποίο διεξήχθη σε ασφυκτικό πολιτικό κλίμα, σηματοδοτούσε την οριστική απόφαση της φιλομοναρχικής Δεξιάς για εξοβελισμό του ΕΑΜικού κινήματος από τη μεταβαρκιζιανή πολιτική σκηνή. Θα ακολουθήσει εντός του 1947 η ψήφιση του περιβόητου Νόμου 509 «περί μέτρων ασφαλείας του κράτους» (διατηρήθηκε ως τη Μεταπολίτευση) ως απάντηση της κυβέρνησης Σοφούλη στη δημιουργία της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης του βουνού, υπό τον Βαφειάδη. Με τον Νόμο 511, εξάλλου, δημιουργήθηκαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μακρονήσου, της Γυάρου κ.ά.
    * «Αγόμεθα προς δύσκολον θέσιν»

    Ο Νίκος Ζαχαριάδης

    Ο Εμφύλιος, έπειτα από μια δυναμική αρχικά εμφάνιση των δυνάμεων του ΔΣΕ, η οποία απείλησε στρατιωτικά τον αντίπαλο («αγόμεθα μοιραίως προς δύσκολον θέσιν» έγραφε σε αναφορά του ο στρατηγός Κ. Βεντήρης), θα οδηγήσει σταδιακά σε ήττα του ΚΚΕ και στην κυριαρχία των κυβερνητικών δυνάμεων, τον Αύγουστο του 1949. Σε αυτό επέδρασαν καθοριστικά μια σειρά λάθη (όπως η μη έγκαιρη επίλυση του προβλήματος των εφεδρειών και του ανεφοδιασμού των τμημάτων του Κλιμακίου του Γενικού Αρχηγείου στη Νότια Ελλάδα κτλ.) και αντικειμενικά εμπόδια που έθετε η στάση ουδετερότητας που τήρησε ο Στάλιν στο πλαίσιο των συμφερόντων της ΕΣΣΔ και των «παζαριών» με τον Τσόρτσιλ, αλλά και το γύρισμα της πλάτης που επεφύλαξε στον Ζαχαριάδη η «φασιστική κλίκα του Τίτο», όπως την αποκαλούσε.
    Ως προς την πολιτική «γραμμή» πάντως, το ΚΚΕ θεωρούσε ότι «ήταν βασικά σωστή» όπως εκτιμούσε ο Ζαχαριάδης, ο οποίος ερμήνευε την ήττα ως αναγκαστική «προσωρινή υποχώρηση» και καλούσε τις αποδεκατισμένες δυνάμεις των μαχητών του ΔΣΕ – η πλειονότητα των οποίων διέφυγε μέσω Αλβανίας προς τις σοσιαλιστικές χώρες – να είναι με «το όπλο παρά πόδα»!
    * Η σύγκρουση ΕΛΑΣ και ΔΣΕ
    Οπως σχολιάζει σχετικά ο ιστορικός κ. Ν. Μαραντζίδης, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και μέλος του Δικτύου για τη Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων, κατά την περίοδο των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων «της ζαχαριαδικής – σταλινικής παντοδυναμίας» για το ΚΚΕ «δεν επρόκειτο περί εμφυλίου πολέμου, αλλά για απελευθερωτικό πόλεμο ενάντια στην ξένη κατοχή και στα φασιστικά όργανά τους που στην πρώτη φάση είναι οι Γερμανοί και τα τάγματα ασφαλείας και στη συνέχεια οι Αγγλοαμερικανοί και οι ελληνικές κυβερνήσεις». Επισημαίνει δε, ότι στη φάση αυτή «η σύγκριση ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τον ΔΣΕ απέβαινε εις βάρος του πρώτου, καθώς ήταν φανερό πως η προηγούμενη σταδιοδρομία του ΕΛΑΣ όχι μόνο δεν ενθουσίαζε τη ζαχαριαδική ηγεσία, αλλά αντιμετωπιζόταν με περιφρόνηση και καχυποψία, όπως επίσης και η μάζα των καπεταναίων που τον είχε στελεχώσει».
    Κατά τον κ. Μαραντζίδη η εικόνα και η μνήμη του Εμφυλίου στην κομμουνιστική Αριστερά υπόκειται στη μεταζαχαριαδική περίοδο και σε βάθος χρόνου (1956-1990) μια συστηματική προσπάθεια αναθεώρησης της κυρίαρχης εικόνας της περιόδου της Κατοχής. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά, το 1959 αποφασίστηκε η συγκρότηση κύκλου Ιστορίας με αντικείμενο τη μελέτη του 20ού αιώνα, με ιδιαίτερο στόχο την ανάδειξη της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης. Σύμφωνα μάλιστα με γράμμα του υπεύθυνου του ιστορικού κύκλου Α. Παπαναγιώτου, «η σχετική καθυστέρηση εκ μέρους του κόμματος να αναδείξει την ΕΑΜική Αντίσταση οφείλεται βέβαια στην κατάσταση που διαμορφώθηκε μεταπολεμικά στη χώρα μας και στην πολιτική Ζαχαριάδη που έκανε ό,τι μπόρεσε για να σβήσει και να συκοφαντήσει το υπέροχο αυτό κίνημα».
    Στη Μεταπολίτευση, τα πράγματα κινήθηκαν προς την ίδια κατεύθυνση με μια βασική ιδιαιτερότητα, όπως σημειώνει ο κ. Μαραντζίδης: τον ανταγωνισμό μεταξύ κομμουνιστικής Αριστεράς και ΠαΣοΚ για τη μνήμη της Εθνικής Αντίστασης. «Σε ό,τι αφορά τον εμφύλιο πόλεμο, η μνήμη της Αριστεράς κόπηκε κατά κάποιο τρόπο στα δύο: από τη μια αυτή του ΚΚΕ εσωτερικού που επέμεινε να αναδεικνύει τον τυχοδιωκτισμό της ηγεσίας του ΚΚΕ και ιδιαίτερα του Ζαχαριάδη, όπως επίσης και τα στρατηγικά της λάθη (αποχή από τις εκλογές) και από την άλλη το ΚΚΕ έμοιαζε να στέκεται αμήχανο απέναντι στη ζαχαριαδική κληρονομιά που ενώ δεν υιοθετούσε, δεν έδειχνε να απορρίπτει κιόλας» υπογραμμίζει.
    Οσον αφορά την περίοδο της συγκυβέρνησης Δεξιάς – Αριστεράς, το 1989, ο κ. Μαραντζίδης θεωρεί ότι «τότε γίνεται μια ακόμη «αναθεώρηση» της ματιάς για τον Εμφύλιο από το ΚΚΕ και μάλιστα στο κρίσιμο θέμα της περιοδολόγησής του». Η κυβέρνηση Τζαννετάκη ψήφισε νόμο για την άρση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου, ο οποίος προσδιόριζε ως εμφύλιο πόλεμο τη χρονική περίοδο αμέσως μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων (1944) ως το 1949. «Ετσι όλες οι αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ του ΕΛΑΣ και των ταγμάτων ασφαλείας στην Πελοπόννησο και τις διάφορες ένοπλες ομάδες στη Βόρεια Ελλάδα γίνονταν τώρα αποδεκτές από τη θεσμική μνήμη της χώρας ως εμφύλιος πόλεμος» σχολιάζει, διευκρινίζοντας ότι το γεγονός αυτό ανέτρεπε το πάγιο σχήμα περιοδολόγησης που προώθησε συστηματικά η Αριστερά: Κατοχή 1941-1944, Λευκή Τρομοκρατία 1945-1946, Εμφύλιος Πόλεμος 1946-1949.
    Από τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991 και μετά, παρατηρείται κατά τον κ. Μαραντζίδη «η φανερή ωραιοποίηση και μυθοποίηση του ΔΣΕ, καθώς ο εμφύλιος πόλεμος παρουσιάζεται τώρα από το ΚΚΕ ως μια «δικαιωμένη πολιτική», η δε ηρωοποίηση του ΔΣΕ μετατρέπεται σε πράξη «προάσπισης της ιστορίας της Αριστεράς, υπόμνησης των αγώνων της και υπενθύμισης πως η ιστορία δεν τελείωσε»».
    * Η καθυστερημένη προβολή του ΔΣΕ
    Στο ερώτημα γιατί το ΚΚΕ ασχολήθηκε καθυστερημένα με την προβολή του ΔΣΕ και της ιστορίας του και αν αυτό υπέκρυπτε κάποιου είδους πολιτικό και ιστορικό «κόμπλεξ» γύρω από το ζήτημα του Εμφυλίου, ο ιστορικός και δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη» κ. Γ. Πετρόπουλος σχολιάζει ότι «αυτό δεν είναι ορθό διότι ο αγώνας του ΔΣΕ δεν σταμάτησε ποτέ να θεωρείται κορυφαία στιγμή στην κομματική ιστορία». Κατά την άποψή του η πραγματικότητα έχει ως εξής: «Για δεκαετίες ολόκληρες η ΕΑΜική Αντίσταση δεν αναγνωριζόταν από την Πολιτεία, συκοφαντούνταν και οι αγωνιστές της βρίσκονταν υπό καθεστώς παντός είδους διωγμού. Η ανάγκη να σταματήσει αυτό συσπείρωνε ευρύτατες δυνάμεις, πολύ πέρα από το ΚΚΕ, και υποχρέωνε το κόμμα, στην πολιτική του προς τα έξω, να προβάλλει περισσότερο το ζήτημα της αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης, γεγονός που δημιουργούσε την εντύπωση πως ο ΔΣΕ είτε περνούσε σε δεύτερη μοίρα, είτε είχε «πέσει» στη σιωπή».
    Εκπρόσωπος μιας άλλης «σχολής» της αριστερής ιστοριογραφίας, ο κ. Πετρόπουλος πιστεύει ότι «αν περιοριστούμε στην ερμηνευτική έννοια του όρου «εμφύλιος πόλεμος» ως πολέμου μεταξύ ατόμων της ίδιας φυλής, τότε συσκοτίζουμε – αν δεν διαστρεβλώνουμε – την ιστορική αλήθεια, αφού ισοπεδώνουμε τις ταξικές διαφορές που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία με αποτέλεσμα να παραβλέπουμε ή να υποβαθμίζουμε τις κοινωνικές αιτίες που οδηγούν σε μια τέτοια εξέλιξη».
    Θεωρεί δε, ότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ «δεν είχαν κανένα λόγο να καταφύγουν στα όπλα για να πάρουν την εξουσία, καθώς την είχαν και την παρέδωσαν». Ετσι, ισχυρίζεται ότι «το ΚΚΕ υποχρεώθηκε να ακολουθήσει τον ένοπλο αγώνα, καταρχήν για λόγους άμυνας, εξαιτίας του μονόπλευρου εμφυλίου πολέμου που είχε επιβάλει ο αντίπαλος, ενώ στη συνέχεια πέρασε ολοκληρωτικά σ’ αυτή τη μορφή πάλης μη έχοντας διαφορετική επιλογή».
    Τέλος, έχει σημασία η επισήμανσή του ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα «και πριν και μετά τον εμφύλιο προβληματίστηκε για το αν θα μπορούσε να αποφύγει την ένοπλη πάλη» και ότι «μόνο σε μία περίπτωση στην ιστορία του ταλαντεύτηκε για αυτή του την επιλογή: στο 8ο Συνέδριο, το 1961, όταν διατυπώθηκε η θέση – η οποία και υιοθετήθηκε – ότι η αποχή από τις εκλογές του ’46 ήταν λάθος «καθοριστικής σημασίας»». Η ερμηνεία του είναι ότι «έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, το ΚΚΕ περνούσε στην άποψη ότι αν συμμετείχε στις εκλογές, θα μπορούσε να υπάρξει τέτοιο εκλογικό αποτέλεσμα που θα καθιστούσε την ένοπλη πάλη μη αναγκαστική, δυνατότητα όμως που οι εκλογές του ’46 δεν παρείχαν ως ενδεχόμενο, ούτε κατά διάνοια».

    Το ΒΗΜΑ, 28/10/2007 , Σελ.: A26

  5. B.... on

    ΣΤΑΘΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΑΣ*
    Οκτώ ερωτήματα για τον Δεκέμβριο του 1944
    ΠΟΛΙΤΙΚΗ 16:04
    Συμπληρώνονται εβδομήντα χρόνια από τον Δεκέμβριο του 1944 και αξίζει να ξαναδούμε επιγραμματικά κάποιες κρίσιμες πτυχές του.

    Τι ήταν τα Δεκεμβριανά; Ηταν η ένοπλη «απάντηση» του ΚΚΕ στην προοπτική αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Ηταν πραξικόπημα, αφού τμήμα του στρατού στασίασε εναντίον της κυβέρνησης (ώς τις 2/12 ο ΕΛΑΣ υπαγόταν στην κυβέρνηση). Ηταν εμφύλιος, καθώς Ελληνες πολέμησαν εναντίον Ελλήνων. Ηταν, τέλος, επανάσταση, γιατί αν το ΚΚΕ επικρατούσε η Ελλάδα θα γινόταν «Λαϊκή Δημοκρατία». Δεν ήταν όμως αυθόρμητη εξέγερση.

    Πότε ξεκίνησαν; Η αιματηρή διαδήλωση της 3ης Δεκεμβρίου 1944 έχει συμβολική κυρίως σημασία. Οι οργανωμένες εχθροπραξίες ξεκίνησαν όταν ο ΕΛΑΣ επιτέθηκε εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων την επόμενη μέρα, αλλά η επιλογή της σύγκρουσης είχε ουσιαστικά ληφθεί από το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ ήδη από τις 27/11 και επισημοποιήθηκε στις 2/12. Τότε ξεκίνησαν για την Αθήνα μονάδες του ΕΛΑΣ Αττικής και Ρούμελης.

    Τι ακριβώς επεδίωκε το ΚΚΕ; Οπως κάθε κόμμα, την εξουσία. Ομως κάτω από την πίεση των Σοβιετικών, το ΚΚΕ είχε συμβιβαστεί με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και τους Βρετανούς, υπογράφοντας δύο συμφωνίες, στον Λίβανο και την Καζέρτα. Γι’ αυτό άλλωστε δεν κατέλαβε την εξουσία μετά την αποχώρηση των Γερμανών, όπως θα μπορούσε. Παρά τον συμβιβασμό αυτό, διατηρούσε την ελπίδα της κατάκτησης της εξουσίας με «ειρηνικό» τρόπο, μέσω εκλογών που θα γίνονταν υπό τη σκιά των τουφεκιών του ΕΛΑΣ. Οι αφηγήσεις που παρουσιάζουν το ΚΚΕ ως ένα κοινοβουλευτικό κόμμα που επεδίωκε την απλή συμμετοχή του σε μια κεντροαριστερή κυβέρνηση δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.

    Και οι προηγούμενοι συμβιβασμοί; Τον Νοέμβριο του 1944, το ΚΚΕ αντιμετώπισε το εξής δίλημμα: ή θα δεχόταν τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ ή θα συγκρουόταν με την κυβέρνηση και τους Βρετανούς. Προφανώς, η επιλογή της σύγκρουσης ακύρωνε όλους τους προηγούμενους συμβιβασμούς και ερχόταν σε αντίθεση με την επίσημη γραμμή της Σοβιετικής Ενωσης. Οι ακριβείς διεργασίες μέσα στην ηγεσία του ΚΚΕ παραμένουν άγνωστες. Ισως να ήταν η ενθάρρυνση του Τίτο και η παρερμηνεία των επιθυμιών του Στάλιν, ίσως οι φαινομενικά ευνοϊκές εξελίξεις στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη, ίσως το ενδεχόμενο μιας οριστικής απώλειας της εξουσίας που θεωρούσε πως αυτοδίκαια του ανήκε, ίσως η αφόρητη πίεση στελεχών και καπεταναίων, ίσως η στρεβλή ανάγνωση της διεθνούς πραγματικότητας και των βρετανικών προθέσεων, ίσως κάποιος συνδυασμός όλων των προηγούμενων. Οπως και να έχει το πράγμα, η ουσία είναι πως το ΚΚΕ επέλεξε τη σύγκρουση, παίζοντάς τα όλα για όλα.

    Ποιοι αναμετρήθηκαν στα Δεκεμβριανά; Ηταν η κυβερνητική πλευρά ένας συνασπισμός Βρετανών και δωσιλόγων με σύσσωμο τον λαό απέναντί τους, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι; Οχι βέβαια. Ο πληθυσμός ήταν διαιρεμένος και όπως πάντα υπήρχε μια μεγάλη μάζα αναποφάσιστων που περίμενε τον νικητή για να συνταχθεί μαζί του. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο υπήρχε πλειάδα αντιστασιακών του εσωτερικού και του εξωτερικού. Σ’ αυτούς προστέθηκαν μετά την έναρξη της μάχης οι υπό κράτηση ταγματασφαλίτες της Αθήνας και της Πελοποννήσου. Τα Δεκεμβριανά αποτέλεσαν την αντικομμουνιστική κολυμβήθρα του Σιλωάμ στην οποία αναβαπτίστηκαν αρκετοί δωσίλογοι. Η ένταξή τους όμως στη μεταπολεμική «εθνικοφροσύνη» υπήρξε συνέπεια και όχι αιτία της σύγκρουσης.

    Γιατί ηττήθηκε το ΚΚΕ; Γιατί η ανεπαρκής ηγεσία του υπερτίμησε τις δυνατότητές της και υποτίμησε την αποφασιστικότητα τόσο των Ελλήνων αντιπάλων της όσο και των στρατιωτικά υπέρτερων Βρετανών. Ενδεικτικές της στάσης αυτής ήταν και οι πολύνεκρες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο και τη Μακεδονία. Αυτό όμως δεν ισοδυναμεί με ηττοπάθεια. Αντίθετα απ’ ό,τι λέγεται, το ΚΚΕ επεδίωξε τη νίκη – ποιος άραγε πολεμάει για να ηττηθεί; Ο ΕΛΑΣ απέτυχε να υποτάξει τις κυβερνητικές δυνάμεις στο πρώτο δεκαήμερο και η άφιξη βρετανικών ενισχύσεων με τεθωρακισμένα και αεροπλάνα υπήρξε καταλυτική για τη συνέχεια. Γράφεται λανθασμένα πως τη μάχη έδωσε ο αδύναμος ΕΛΑΣ της Αθήνας ή «ελάχιστες δυνάμεις» του ΕΛΑΣ. Ομως συμμετείχε το μεγαλύτερο μέρος του εμπειροπόλεμου ΕΛΑΣ Πελοποννήσου και Ρούμελης. Πάντως, η έκβαση της μάχης θα ήταν η ίδια όσες επιπλέον μεραρχίες και να έριχνε στη μάχη ο ΕΛΑΣ.

    Και η βία; Ακρότητες έγιναν και από τις δύο πλευρές, αλλά το ΚΚΕ ήταν εκείνο που έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα μαζικής εκκαθάρισης της κοινωνικής και πολιτικής βάσης των αντιπάλων του. Χιλιάδες άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και παιδιά συνελήφθησαν στα σπίτια τους από την ΟΠΛΑ και χιλιάδες ήταν αυτοί που έχασαν τη ζωή τους από εν ψυχρώ εκτελέσεις και κακουχίες. Δεν συνέβη το ίδιο στην αντιπέρα όχθη. Η ασυμμετρία της βίας ήταν τέτοια που το ΚΚΕ αναγκάστηκε να παραδεχθεί «σφάλματα και υπερβασίες».

    Θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η σύγκρουση; Πολύ δύσκολα. Η εμπειρία άλλων χωρών (π.χ. Γαλλία, Ιταλία) δείχνει πως όπου οι κομμουνιστές συμβιβάστηκαν, το έπραξαν γιατί βρίσκονταν σε σαφή θέση αδυναμίας. Εκεί μάλλον βρίσκεται και η βασική αιτία της σύγκρουσης στην Ελλάδα: η απόσταση ανάμεσα στον εσωτερικό και τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων ήταν πολύ μεγάλη για να γεφυρωθεί αναίμακτα.

    * Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

    http://www.kathimerini.gr/794952/opinion/epikairothta/politikh/oktw-erwthmata-gia-ton-dekemvrio-toy-1944

  6. επιστημονικός διάλογος συνεχίζεται με τους «splitters»

    Παρατηρήσεις με αφορμή το συνέδριο του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας
    του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

    Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Λουκιανός Χασιώτης, Θανάσης Δ. Σφήκας

    Το μεγάλο αυτό βιβλίο της σκλαβιάς που έμεινε κλειστό σχεδόν τέσσερα χρόνια, άνοιξε τώρα.
    Πέτρος Χάρης, Ημέρες οργής (Δεκέμβρης 1944)

    Στις 4-6 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το επιστημονικό συνέδριο «Δρόμοι του Δεκεμβρίου: Από τον Λίβανο στην Αθήνα», που διοργάνωσε το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., με αφορμή την επέτειο των 70 χρόνων από τα Δεκεμβριανά. Ο Δεκέμβριος του 2014 πρόσφερε μια ευκαιρία να «ανοίξει» και πάλι ένα άλλο «μεγάλο βιβλίο», εκείνο της Ιστορίας, και να διαπιστωθεί εάν στο κεφάλαιο «Δεκεμβριανά» υπάρχουν ακόμη άγραφες σελίδες, εάν πρέπει να αναθεωρηθούν κάποια από τα γραφόμενα, εάν κάποια άλλα αντέχουν στον χρόνο ή ακόμη κι εάν ολόκληρο το κεφάλαιο πρέπει να γραφτεί εξαρχής. Πέραν της επετειακής αφορμής, η διοργάνωση του συνεδρίου με αυτή τη θεματική απέρρεε από τον συνδυασμό του διαρκούς ενδιαφέροντος για την περίοδο, τόσο στο πεδίο της επιστημονικής έρευνας όσο και στη σφαίρα του δημόσιου λόγου και της δημόσιας ιστορίας· της διεύρυνσης της επιστημονικής διαπραγμάτευσης του θέματος με νέες οπτικές, νέα τεκμήρια και νέα ερωτήματα· και της σθεναρής αντίστασης που προβάλλουν ορισμένα από τα αρχικά ερωτήματα και τις πρώτες αναλύσεις. Ανοίγοντας λοιπόν και πάλι το βιβλίο των Δεκεμβριανών, στόχος του συνεδρίου ήταν η χαρτογράφηση της τρέχουσας έρευνας για το ιστορικό πλαίσιο, τα χαρακτηριστικά, τις διαφορετικές όψεις και τις συνέπειες των Δεκεμβριανών· ο ιστοριογραφικός απολογισμός· η συνάντηση και η ώσμωση μεθοδολογικών και ερμηνευτικών τάσεων· και η διερεύνηση της δυνατότητας να διατυπωθούν νέες συνθέσεις και ερμηνευτικά σχήματα.

    Οι ανακοινώσεις οργανώθηκαν με βάση τους ακόλουθους άξονες: τη στάση του αστικού πολιτικού κόσμου και της Αριστεράς από την επομένη της απελευθέρωσης μέχρι και το τέλος της σύγκρουσης· τον ρόλο του στρατού και της διπλωματίας· διαστάσεις της σύγκρουσης στην Αθήνα και την επαρχία· τον αντίκτυπο των γεγονότων στην Ευρώπη, στη βαλκανική και τη μεσογειακή περιφέρεια· τις αναπαραστάσεις του Δεκέμβρη στον κινηματογράφο και τη λογοτεχνία· και, τέλος, την ιστοριογραφία και τις σύγχρονες χρήσεις των Δεκεμβριανών.

    Οι περισσότερες ανακοινώσεις είχαν πρωτότυπο χαρακτήρα και βασίστηκαν σε έρευνα σε ελληνικά, βρετανικά, γαλλικά, σερβικά και βουλγαρικά κρατικά αρχεία, σε κομματικά ή ιδιωτικά αρχεία ελλήνων πολιτικών και πρωταγωνιστών της δεκαετίας του 1940, σε πρακτικά κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων, συλλόγων και πολιτικών οργανώσεων, σε προφορικές μαρτυρίες και δημοσιευμένες αναμνήσεις, πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά σχέδια, λογοτεχνικά και κινηματογραφικά έργα, εφημερίδες και περιοδικά.

    Το ακαδημαϊκό και δημόσιο ενδιαφέρον εστιάστηκε σε ορισμένες από τις επισημάνσεις των ομιλητών που απασχόλησαν ιδιαίτερα τη συζήτηση που ακολούθησε: καταρχήν στην αδιαλλαξία του συνόλου του αστικού κόσμου απέναντι στο Ε.Α.Μ. την επομένη της απελευθέρωσης, στάση που κορυφώθηκε τις παραμονές και στη διάρκεια των Δεκεμβριανών· στην αντίστοιχη αδυναμία του Ε.Α.Μ. να επιλέξει πολιτικές και στρατιωτικές προτεραιότητες, να καθορίσει ανάλογα τη στρατηγική του και να διαχειριστεί στο τέλος τη στρατιωτική ήττα στην Αθήνα· στο πρόβλημα της ένταξης και της ώσμωσης των στρατιωτικών των διαφορετικών παρατάξεων στον μεταπολεμικό ελληνικό στρατό, πρόβλημα που δημιούργησε μια ιδιαίτερη στρατιωτική παράδοση στα μετεμφυλιακά χρόνια με αποκορύφωμα τη δικτατορία των συνταγματαρχών· την εξάπλωση της βίας κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών ως δείγμα της κατάρρευσης ηθικών αξιών της ελληνικής κοινωνίας, η οποία συνδέθηκε με την οικονομική κατάρρευση την ίδια περίοδο· ειδικά για την «κόκκινη βία» επισημάνθηκε ότι γνώρισε έξαρση εκεί που το Ε.Α.Μ. ήταν λιγότερο ισχυρό και επιπλέον ότι ο ανεξέλεγκτος χαρακτήρας που απέκτησε στην περίοδο των Δεκεμβριανών προκάλεσε αντιδράσεις ακόμα και από στελέχη και τοπικές οργανώσεις του Ε.Α.Μ.· στην ανάλυση της χωροταξίας των συγκρούσεων στην Αθήνα, που έδειξε την αλληλεπίδραση της πόλης με τις στρατηγικές που ανέπτυξαν οι αντιμαχόμενες πλευρές και που αναδεικνύει τα Δεκεμβριανά ως τομή στην πολεοδομική εξέλιξη της Αθήνας, επηρεάζοντας βαθύτατα τον μητροπολιτικό της χαρακτήρα τα επόμενα χρόνια· επίσης, στην ένταξη των Δεκεμβριανών στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ως την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση των «πόνων της απελευθέρωσης», σύμφωνα με τον ενδεικτικό τίτλο ενός σχετικού άρθρου του Economist του Δεκεμβρίου του 1944· στη θέασή τους υπό την οπτική της στρατηγικής που χάραξαν τα γειτονικά βαλκανικά κράτη, και ιδιαίτερα η Γιουγκοσλαβία· τέλος, προτάθηκε μια συνολική προσέγγιση της κρίσης των Δεκεμβριανών ως αμοιβαία προειδοποίηση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών, η οποία καθορίστηκε μάλλον από τις περιστάσεις και από τη μεταβαλλόμενη ισορροπία δυνάμεων παρά από κάποιο προκαθορισμένο και απαρέγκλιτο σχέδιο.

    Το συνέδριο επιβεβαίωσε ότι το ενδιαφέρον για τα διακυβεύματα των Δεκεμβριανών παραμένει πολιτικά, ιστορικά και ιστοριογραφικά ζωντανό, όπως μαρτυρούν η μαζική παρουσία του κοινού, ιδιαίτερα φοιτητών και φοιτητριών, στις συνεδρίες και οι συχνά έντονες συζητήσεις. Επιβεβαίωσε επίσης ότι ειδικά για τα Δεκεμβριανά, τα στοιχεία, οι αφηγήσεις και οι κάθε είδους μαρτυρίες ενδείκνυνται για την υποστήριξη οποιασδήποτε ερμηνείας. Όπως ειπώθηκε από έναν ομιλητή,

    Η σχεδόν υπαρξιακή αναζήτηση ενόχων και η απόδοση ευθυνών διευκολύνονται από τις διαθέσιμες πηγές: ένα αρχειακό «χάος υποσχέσεων, απειλών, σχεδίων και προγνώσεων» πολλαπλασιάζει και περιπλέκει τις ερμηνείες. Η κατάλληλη επιλογή και διάταξη των πηγών μπορεί να υποστηρίξει οποιαδήποτε ερμηνεία, να αρνηθεί το γίγνεσθαι εν ονόματι του είναι και να αναγορεύσει δυνατότητες και πιθανότητες σε βεβαιότητες που βασίζονται σε «γεγονότα», τα οποία όμως δεν αποτελούν παρά εκδηλώσεις δυνατοτήτων και πιθανοτήτων.

    Με αφορμή ορισμένα από τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν από ομιλητές και από το κοινό, έχει σημασία να επαναληφθούν κάποιες παρατηρήσεις, απαραίτητες για τη συνέχεια ενός επιστημονικού διαλόγου που δεν θα βασίζεται στην επανάληψη ιδεολογικών ή πολιτικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων ούτε στις εκ των υστέρων νοηματοδοτήσεις.

    H πρώτη παρατήρηση αφορά τη συζήτηση περί επίσημης ή «νόμιμης» κυβέρνησης: κανένας από τους δύο διεκδικητές της εξουσίας την εποχή της απελευθέρωσης δεν είχε την αναντίρρητη «λαϊκή» νομιμοποίηση. Ούτως ή άλλως όμως, για τους ιστορικούς κανένα καθεστώς δεν είναι από τη φύση του «καλό» ή «κακό», «νόμιμο» ή «παράνομο», αλλά προϊόν ιστορικών φάσεων και συγκυριών, αποτέλεσμα κοινωνικών, οικονομικών και ιδεολογικών διαδικασιών, συμβιβασμών αλλά και ρήξεων.

    Δεύτερον, αν και τα Δεκεμβριανά αναμφίβολα διατηρούν τα χαρακτηριστικά εμφύλιας σύγκρουσης, είναι εξίσου αδιαμφισβήτητο γεγονός, πρόδηλο τότε και επιβεβαιωμένο και από τις σύγχρονες έρευνες, ότι η βρετανική επέμβαση έπαιξε αποφασιστικό ρόλο και καθόρισε απολύτως την εξέλιξη της σύγκρουσης.

    Η τρίτη παρατήρηση αφορά το ζήτημα της βίας, την οποία κανείς δεν μονοπώλησε και όλοι άσκησαν. Οι αντικομμουνιστικές δυνάμεις και οι Βρετανοί την απέδωσαν μονόπλευρα στο Ε.Α.Μ., ενώ η Αριστερά, εξαιτίας της ήττας της, υιοθέτησε αποκλειστικά τον ρόλο του θύματος μολονότι υπήρξε και θύτης. Ωστόσο η ταύτιση της πολιτικής με το έγκλημα και του εγκλήματος με την πολιτική παραβλέπει το γεγονός ότι η μόνη εμπειρικά αποδείξιμη πρόταση είναι ότι η πολιτική μπορεί να εμπεριέχει το έγκλημα και ότι το έγκλημα μπορεί να είναι πολιτικό – χωρίς αυτό να σημαίνει τον ιδεολογικά νομοτελειακό προκαθορισμό της βίας.

    Ίσως η συζήτηση, ακαδημαϊκή και δημόσια, για τη βία να έχει εξαντλήσει τα αποθέματα γνώσης που μπορεί να προσφέρει. Όμως ο επιστημολογικός αναγωγισμός που υποκρύπτεται σε αυτήν λειτουργεί διαβρωτικά και μεταθέτει το πρόβλημα αλλού. Ο Αμερικανός ιστορικός Jack Hexter χώριζε τους ομοτέχνους του σε «lumpers» και «splitters»: χονδρικά, σε αυτούς που κατασκευάζουν γενικά ερμηνευτικά σχήματα και σε εκείνους που μετά έρχονται να ξεδιαλύνουν τα σχήματα στα συστατικά τους μέρη. Η χαρτογράφηση του ιστορικού πεδίου, όπως προέκυψε σε αυτό το συνέδριο, δείχνει ότι προτιμούμε τη δουλειά των «splitters». Η αναζήτηση συνολικών ερμηνευτικών σχημάτων για το τι ήταν τα Δεκεμβριανά παραμένει σε εκκρεμότητα όσο ο κατακερματισμός και ο αναγωγισμός υπερισχύουν της σύνθεσης και της πολυπλοκότητας.

  7. Β.Α. on

    Για να εκτιμήσει κανείς σωστά το χαρακτήρα που είχε ο συμβιβασμός στη Βάρκιζα θα πρέπει, αναμφίβολα, να εξετάσει τη στρατιωτική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι αντίπαλες δυνάμεις εκείνη την περίοδο. Ειδικά για το ΕΑΜικό κίνημα, αυτό σημαίνει να εξεταστεί η δυνατότητα που είχε για συνέχιση του πολέμου έξω από την Αθήνα.
    Είναι γνωστό ότι ο κύριος όγκος των δυνάμεων του ΕΛΑΣ δεν είχε πάρει μέρος στα Δεκεμβριανά και είχε παραμείνει ανέπαφος. Επρόκειτο ουσιαστικά για τις πιο ετοιμοπόλεμες και εμπειροπόλεμες δυνάμεις του, που είχαν – και μετά την ανακωχή – τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της χώρας. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ συνέχιζαν να απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Αν συνεχίζονταν οι μάχες έξω από την Αθήνα, οι βρετανικές δυνάμεις, τόσο από άποψη όγκου όσο και από άποψη διάταξης και εκπαίδευσης, δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν αποφασιστικά τον ΕΛΑΣ. Κατ’ αρχήν δεν μπορούσαν να τον χτυπήσουν σε όλα τα μήκη και πλάτη της χώρας, ούτε να συναγωνιστούν μαζί του στον ανταρτοπόλεμο. Για τις δυνατότητες του ΕΛΑΣ, αλλά και τις προετοιμασίες που γίνονταν ώστε να αντιμετωπίσει τους Εγγλέζους, μετά την υποχώρηση από την Αθήνα, ο Σαράφης αναφέρει: «Ο ΕΛΑΣ είχε δυνατότητες σε τρόφιμα, πυρομαχικά και έμψυχο υλικό να κάνει πόλεμο, για πολύ καιρό κατά των Αγγλων και των κυβερνητικών Ελλήνων και στην περίπτωση αυτή έπρεπε να προετοιμαστεί». Στη συνέχεια, αφού σημειώνει τις σχετική διαταγές που εκδόθηκαν γι’ αυτή την προετοιμασία, ο αρχηγός του ΕΛΑΣ τονίζει: «Στις αρχές του Φλεβάρη ο ΕΛΑΣ ήταν έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει οποιαδήποτε νέα επίθεση» (Στ. Σαράφη: «»Ο ΕΛΑΣ», εκδόσεις ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, σελ. 559 – 560).

    Τις δυνατότητες, που είχε ο ΕΛΑΣ να κάνει πόλεμο έξω από την Αθήνα – και τις δικές τους αδυναμίες να τον αντιμετωπίσουν – παραδέχονται και οι Εγγλέζοι. Ο Στρατάρχης Αλεξάντερ, ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο την περίοδο 1944 – 1945 (αντικατέστησε τον Ουίλσον), στις 21 Δεκεμβρίου του ’44 έγραφε στον Τσόρτσιλ: «Εάν υποθέσωμε ότι ο ΕΛΑΣ εξακολουθεί τον αγώνα, νομίζω ότι θα είναι δυνατόν να ξεκαθαρίσωμε την περιοχή Αθηνών – Πειραιώς και να την κρατήσωμε σταθερά, αλλά έτσι δε νικούμε τον ΕΛΑΣ σε σημείο που να τον αναγκάσωμε σε συνθηκολόγηση. Δεν είμαστε αρκετά ισχυροί για να κάνωμε περισσότερα και να αναλάβωμε επιχειρήσεις στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι Γερμανοί κατά την Κατοχή είχαν διατηρήσει έξι έως επτά μεραρχίες στην ηπειρωτική Ελλάδα εκτός από τις τέσσερις περίπου στα νησιά. Ακόμα και έτσι δεν μπόρεσαν να κρατήσουν σταθερά ανοιχτές τις γραμμές επικοινωνιών των, και δεν είμαι βέβαιος ότι θα συναντήσωμε λιγώτερο ισχυρά αντίσταση και λιγότερο αποφασιστική από όσην συνάντησαν εκείνοι. Πρέπει να επιβλέπωμε πολύ προσεκτικά τις προθέσεις των Γερμανών στο ιταλικό μέτωπο. Τα τελευταία γεγονότα στη δύση και η σιωπή της 16ης Μεραρχίας των SS, που ευρίσκονται μπροστά στην 5η Αμερικανική Στρατιά, δείχνουν κάποιον ελιγμό που πρέπει να προσέξωμε. Σημειώνω τα γεγονότα αυτά για να κάνω σαφή την κατάσταση και να σας υπογραμμίσω ότι κατά τη γνώμη μου, το ελληνικό πρόβλημα δεν μπορεί να λυθή με στρατιωτικά μέσα. Η λύση θα ευρεθή στον πολιτικό τομέα…».

    Ο Τσόρτσιλ ομολογεί την αδυναμία του
    «… Γενικά, γνωρίζετε, ελπίζω, ότι μπορείτε πάντοτε να υπολογίζετε πως θα κάνω ό,τι μπορώ για να εκπληρώσω τις επιθυμίες σας, αλλά εύχομαι να κατορθώσετε να βρείτε μια πολιτική λύση στο ελληνικό πρόβλημα, γιατί έχω πεισθή ότι κάθε στρατιωτική ενέργεια, μετά την εκκαθάριση της περιοχής Αθήνας και Πειραιά θα ξεπερνούσε τις δυνατότητες των σημερινών μας δυνάμεων». Την επομένη, 22 του Δεκέμβρη, ο Τσόρτσιλ απαντούσε: «Δεν υπάρχει θέμα να συνεχίσωμε οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση εκτός από την εκκαθάριση της περιοχής Αθηνών – Πειραιώς» (Βλέπε: Ουιν. Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος – Απομνημονεύματα», εκδόσεις: «Ελληνική Μορφωτική Εστία», μετάφραση Α. Σαμαράκη, τόμος ΣΤ, σελ. 336).

    Μπροστά σ’ αυτές τις αποκαλυπτικές ομολογίες των Βρετανών, δεν είναι δυνατόν να προσθέσει κανείς τίποτε περισσότερο. Είναι προφανές, πως η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν μια ζημιογόνα συνθηκολόγηση του ΕΑΜικού κινήματος και δεν ανταποκρινόταν στο συσχετισμό των δυνάμεων. Ηταν ένας απαράδεκτος συμβιβασμός και από στρατιωτική και από πολιτική άποψη. Αν ο πόλεμος συνεχιζόταν έξω από την Αθήνα αναμφίβολα η τύχη του κινήματος θα ήταν διαφορετική. Ακόμη κι αν δεν κατάφερνε να νικήσει ολοκληρωτικά και να πετάξει τα στρατεύματα των Βρετανών επιδρομέων στη θάλασσα, σίγουρα θα μπορούσε να επιτύχει πολύ καλύτερο – ακόμη και πλεονεκτικό για τα συμφέροντά του – συμβιβασμό με τον αντίπαλο. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στις αρχές Φλεβάρη του ’45 ξεκίνησε στην Κριμαία η Διάσκεψη των ηγετών των τριών μεγάλων δυνάμεων της αντιχιτλερικής συμμαχίας που έμεινε στην ιστορία ως «Διάσκεψη της Γιάλτας». Αναμφίβολα, σ’ αυτή τη Διάσκεψη, η θέση της Βρετανίας θα ήταν πολύ δύσκολη με ανοιχτό το ελληνικό ζήτημα και με πόλεμο ανάμεσα στις στρατιωτικές της δυνάμεις και τον ΕΛΑΣ, τη στιγμή μάλιστα που ο πόλεμος κατά του φασισμού, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ανατολή συνεχιζόταν.

    Το τηλεγράφημα του Δημητρόφ
    Το περίφημο τηλεγράφημα του Δημητρόφ, πάνω στο οποίο έχουν «οικοδομηθεί» διάφορες θεωρίες και αντιιστορικές ερμηνείες της Συμφωνίας της Βάρκιζας, λήφθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ στις 15 Γενάρη του ’45. Το πλήρες περιεχόμενό του έχει ως εξής:

    «Ο Παππούς νομίζει ότι με τη σημερινή διεθνή κατάσταση η ένοπλη ενίσχυση προς τους Ελληνες συντρόφους απέξω γενικά αδύνατη. Βοήθεια από μέρους της Βουλγαρίας ή Γιουγκοσλαβίας, η οποία θα τους δέσμευε με το μέρος του ΕΛΑΣ εναντίον ενόπλων αγγλικών δυνάμεων, σήμερα λίγο θα βοηθήσει τους Ελληνες συντρόφους, ενώ πάρα πολύ θα μπορούσε να βλάψει τη Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία. Ολα αυτά πρέπει να τα υπολογίζουν οι φίλοι μας οι Ελληνες.

    Ελληνες και ΕΛΑΣ πρέπει να καθορίσουν τα περαιτέρω βήματά τους, ξεκινώντας από αυτήν ακριβώς την κατάσταση, όχι ευνοϊκή γι’ αυτούς. Δεν πρέπει τραβήξουν σχοινί. Αλλά δείξουν εξαιρετική ευλυγισία και ικανότητα χειρισμών, για να διατηρήσουν όσον το δυνατόν δυνάμεις τους και να περιμένουν ευνοϊκότερη στιγμή, για πραγματοποίηση δημοκρατικού τους προγράμματος. Για το ελληνικό κόμμα, το σπουδαιότερο είναι να μην επιτρέψει να απομονωθεί από μάζες ελληνικού λαού και από δημοκρατικές ομάδες που ανήκουν στο ΕΑΜ.

    Γιατί ΕΑΜ, ΓΣΕΕ και χωριστές προσωπικότητες, ηγέτες δεν απευθύνονται επίσημα στα Συνδικάτα και Εργατικό Κόμμα Αγγλίας, στις αμερικάνικες μαζικές οργανώσεις και Συνδικάτα και κοινή γνώμη εξωτερικού, για να διαφωτίσουν για σκοπούς και χαρακτήρα πάλης τους, για να ξεσκεπάσουν ελληνική αντιδραστική κλίκα και τους καλέσουν ενίσχυσή τους; Αυτό θα ‘πρεπε να κάνουν με όλους δυνατούς τρόπους και μέσα ακατάπαυστα» («Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ», τόμος Ε`, έκδοση ΚΚΕ Εσωτερικού, Αθήνα 1974 και Ρώμη 1973 σε επιμέλεια Α. Παπαπαναγιώτου, σελ. 325 – 326).
    http://clubs.pathfinder.gr/elas/488926

  8. Β.Α. on

    Η τελική έκβαση και η συμφωνία ανακωχής
    Ομαδικές συλλήψεις πατριωτών από Βρετανούς στρατιώτεςΗ διήμερη σύσκεψη, που προκάλεσε ο Τσόρτσιλ, έληξε χωρίς κανένα αποτέλεσμα, στις 27 του Δεκέμβρη. Και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού η εγγλέζικη ηγεσία απαιτούσε ουσιαστικά την άνευ όρων παράδοση του ΕΛΑΣ και την υποταγή της χώρας και του λαού στα βρετανικά σχέδια και στόχους. Τίποτε λιγότερο. Ακόμη και οι συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας ήταν πλέον παρελθόν και ξεπερασμένες, για τον Τσόρτσιλ και δεν τις θεωρούσε πια ικανοποιητικές. Γεγονότα, που αποδείχνουν – εκτός των άλλων – πως η πρωτοβουλία της σύσκεψης αποτελούσε έναν υποκριτικό ελιγμό των Εγγλέζων, με σκοπό να διασκεδάσουν την εσωτερική και διεθνή κατακραυγή, για την εγκληματική επιδρομή τους στην Ελλάδα.

    Το βράδυ της 27 Δεκέμβρη ο Τσόρτσιλ δηλώνει στους δημοσιογράφους: «Είμεθα απολύτως αποφασισμένοι, όπως ολόκληρος η περιοχή αυτή εκκαθαρισθεί από ενόπλους, οι οποίοι δεν ευρίσκονται υπό τον έλεγχο οιασδήποτε αναγνωρισμένης κυβερνήσεως… Θα χρησιμοποιήσωμεν οσασδήποτε δυνάμεις χρειασθώσι προς τούτο διά να επιτύχωμεν τον αντικειμενικόν μας αυτόν σκοπόν» (Στρατ. Αλεξάντερ «Πολεμικά απομνημονεύματα» εφημ. «Καθημερινή» 12.3.1961).

    Το απόγευμα της ίδιας μέρας και ενώ η σύσκεψη μόλις είχε λήξει, ο Τσόρτσιλ είχε συναντηθεί με τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και του ανακοίνωσε πως θα ζητηθεί από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Γλύξμπουργκ, να τον διορίσει αντιβασιλιά. Ο Δαμασκηνός αποδέχτηκε και υποσχέθηκε στον Τσόρτσιλ, πως θα «επιχειρήσει το σχηματισμό κυβερνήσεως χωρίς τη συμμετοχή σ’ αυτήν κομμουνιστών» («Απομνημονεύματα», τ. 6, βιβλ. Α’, σελ. 280)

    Ο Δαμασκηνός ορίστηκε αντιβασιλιάς στις 31 του Δεκέμβρη. Την ίδια μέρα υπέβαλε την παραίτησή του ο Γ. Παπανδρέου, αφού είχε ολοκληρώσει πλέον το εγκληματικό του έργο. Στις 3 Γενάρη του 1945 διορίστηκε πρωθυπουργός ο Νικόλαος Πλαστήρας.

    Βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα στο κέντρο της ΑθήναςΣτο μεταξύ, από τις 27 Δεκέμβρη και ενώ ο Τσόρτσιλ βρίσκεται ακόμη στην Αθήνα και «κανονίζει» τα της εξουσίας του τόπου, οι εγγλέζικες στρατιωτικές δυνάμεις εξαπολύουν γενική επίθεση ενάντια στις θέσεις του ΕΛΑΣ. Οι μάχες που επακολούθησαν ήταν σκληρές. Η στρατιωτική, όμως, υπεροπλία των Βρετανών λυγίζει το μαχητικό φρόνημα και τη γενναία αντίσταση του λαού και των μαχητών του ΕΛΑΣ. Οι απώλειες είναι σοβαρές και οι εφεδρείες ανύπαρκτες, αφού ισχυρές δυνάμεις του ΕΛΑΣ – που οδεύουν ήδη προς την Αθήνα – επρόκειτο να φθάσουν στην πρωτεύουσα στα τέλη του Γενάρη.

    Στα πλαίσια των συνθηκών αυτών η ΚΕ του ΕΛΑΣ αποφάσισε τη σύμπτυξη των υπερασπιστών της Αθήνας και του Πειραιά, η οποία άρχισε το ξημέρωμα της 5ης του Γενάρη. Στην αρχή, μονάδες του Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ επιχείρησαν να κρατηθούν σε θέσεις στον κάμπο της Αττικοβοιωτίας, αλλά τελικά υποχώρησαν – κάτω από την πίεση των υπέρτερων αντίπαλων δυνάμεων – στους γύρω ορεινούς όγκους. Οι βασικοί μηχανισμοί του ΚΚΕ και του ΕΑΜ μεταφέρθηκαν προσωρινά στα Τρίκαλα.

    Η ανακωχή
    Την αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ ακολούθησαν χιλιάδες λαού της Αθήνας που αντιλαμβάνονταν ότι αν έμεναν στην πρωτεύουσα θα ήταν έρμαιο στα χέρια των Εγγλέζων, των δωσιλόγων και κάθε λογής φασιστικών αντικομμουνιστικών στοιχείων. Επίσης, εκτός πρωτεύουσας μεταφέρθηκαν προσωρινά και οι μηχανισμοί της ΚΕ του του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Η ήττα, παρά το γεγονός ότι ήταν βαριά, δεν είχε πτοήσει το ηθικό και το φρόνημα των λαϊκών δυνάμεων, και η ηγεσία του κινήματος – όπως επιβεβαιώνεται και από το ανακοινωθέν της ΚΕ του ΕΛΑΣ που προαναφέραμε – έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να το τονώσει. Ηταν φυσικό άλλωστε. Ο κύριος όγκος του ΕΛΑΣ είχε μείνει ανέπαφος και κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Μπορεί βεβαίως να είχε χαθεί η πρωτεύουσα αλλά κυριαρχούσε, βάσιμα, η εντύπωση πως επρόκειτο για μια πρόσκαιρη νίκη του εχθρού και πως σύντομα θα αντιστρέφονταν τα πράγματα. Μάλιστα η εντύπωση αυτή είχε γίνει και τραγούδι στα χείλη του λαού:

    «- Μας πήραν την Αθήνα – τραλά, λαλά, λαλά!

    – Μας πήραν την Αθήνα – τραλά, λαλά, λαλά!

    – Μας πήραν την Αθήνα – Τζούμ, τραλά, λαλά

    – Μονάχα για ένα μήνα – Κάπα, Κάπα, Εψιλον, Κούκου, Κούκου, Ε».

    Βρετανική περίπολος προσπερνάει πτώματα κρατουμένων που είχαν προσπαθήσει να αποδράσουν από τις Φυλακές ΑβέρωφΤα πράγματα βέβαια δεν εξελίχθηκαν όπως τα περιέγραφε ο καθ’ όλα βάσιμος λαϊκός ενθουσιασμός. Στις 9 Γενάρη του 1945 άρχισαν στο αρχηγείο του Σκόμπι οι διαπραγματεύσεις για σταμάτημα των εχθροπραξιών. Την ηγεσία του ΕΛΑΣ εκπροσώπησαν ο Γ. Ζεύγος, ο Δ. Παρτσαλίδης, ο ταγματάρχης Θ. Μακρίδης και ο ταγματάρχης Α. Αθηνέλλης. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε συμφωνία ανακωχής η οποία και υπογράφηκε στις 11/1/1945. Οφείλουμε δε να σημειώσουμε ότι τη συμφωνία υπογράφουν οι προαναφερόμενοι εκπρόσωποι του ΕΑΜικού κινήματος και ο στρατηγός Σκόμπι. Απουσιάζει η υπογραφή οποιουδήποτε εκπροσώπου του αστικού πολιτικού κόσμου της χώρας, ιδιαίτερα δε, εκπροσώπου της κυβέρνησης – μαριονέτας των Αθηνών. Ούτε τα προσχήματα δε φρόντισαν να κρατήσουν κι αυτό το γεγονός είναι η μέγιστη απόδειξη πως τα Δεκεμβριανά δεν ήταν εμφύλιος πόλεμος – όπως πολλοί ισχυρίζονται διαστρεβλώνοντας την ιστορία – αλλά πόλεμος για την ανεξαρτησία της Ελλάδας ενάντια στις βρετανικές δυνάμεις κατοχής.

    Αναμφίβολα δεν μπορεί να χρεωθεί στην ηγεσία του ΕΑΜικού κινήματος ότι έκανε λάθος επιλογή επιδιώκοντας την παύση των εχθροπραξιών. Μια ανάπαυλα ήταν αναγκαία για τον ΕΛΑΣ ώστε να προετοιμαστεί κατάλληλα για τη συνέχιση του αγώνα. Ομως οι όροι της ανακωχής, όπως καταγράφηκαν στο κείμενο της συμφωνίας ήταν δυσμενέστατοι για τον ΕΛΑΣ και δεν ανταποκρίνονταν στον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων. Βάσει της συμφωνίας ανακωχής οι εχθροπραξίες θα σταματούσαν τα μεσάνυχτα της 14ης Ιανουαρίου 1945. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υποχρεώνονταν μέχρι τις 18/1/45 να εκκενώσουν τις περιοχές της Αττικοβοιωτίας – Εύβοιας, ένα μεγάλο τμήμα του Νομού Φθιωτιδοφωκίδας και το μεγαλύτερο μέρος του Νομού Μαγνησίας. Επίσης έπρεπε να αποσυρθούν από τμήμα του Νομού Θεσσαλονίκης και την πόλη της Θεσσαλονίκης, από τα νησιά Ζάκυνθο, Κύθηρα και Σποράδες καθώς και απ’ ολόκληρη τη βόρεια Πελοπόννησο («Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», τόμος Α’, σελ. 495 – 496. Ολόκληρο το κείμενο της συμφωνίας ανακωχής: «Λευκή Βίβλος ΕΑΜ», σελ. 71 – 72). Ετσι τελείωσε και από στρατιωτικής απόψεως ο Μεγάλος Δεκέμβρης του ’44. Το ΕΑΜικό κίνημα είχε αρκεστεί να διατηρήσει προς το παρόν τις ένοπλες δυνάμεις του και ως αντάλλαγμα γι’ αυτό δέχτηκε να μεγιστοποιήσει την ήττα της Αθήνας, αφού με τη συμφωνία ανακωχής παραχώρησε στον εχθρό πολύ μεγαλύτερης έκτασης έδαφος απ’ αυτό που ο ίδιος είχε κερδίσει με τη δύναμη των όπλων.

    Ορισμένες βασικές εκτιμήσεις
    Οι επιζώντες Αθηναίοι αναζητούν συγγενείς τους ανάμεσα στα πτώματα έχοντας καλυμμένες τις μύτες τους με μαντίλιαΠολλές και διάφορες είναι οι εκτιμήσεις, που έχουν γραφτεί για τη μάχη του Δεκέμβρη και την τελική της έκβαση. Αρκετές απ’ αυτές αφορούν επιμέρους ζητήματα και πλευρές των εξελίξεων κι ενώ έχουν οπωσδήποτε τη δική τους αξία και σημασία, όχι μόνο δεν αλλάζουν την ουσία ορισμένων, γενικότερων συμπερασμάτων, αλλά τα επιβεβαιώνουν με τον ένα ή άλλο τρόπο.

    Ως τις πλέον ολοκληρωμένες και βαθύτερες εκτιμήσεις, για τη σημαντική αυτή στιγμή της νεότερης ιστορίας της χώρας, επιλέξαμε το σχετικό απόσπασμα από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, το οποίο και παραθέτουμε ολόκληρο:

    «Η σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944, που κράτησε 33 μέρες, στάθηκε ένας ηρωικός αγώνας για τη λευτεριά και έγραψε μια λαμπρή σελίδα στην ιστορία της δημοκρατικής αντιιμπεριαλιστικής πάλης του ελληνικού λαού.

    Οι μαχητές του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής, όλος ο λαός, πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση στους καινούριους κατακτητές. Τελικά, μπροστά στις υπέρτερες αριθμητικά δυνάμεις, η αντίσταση του ΕΛΑΣ και του λαού της Αθήνας – Πειραιά κάμφθηκε.

    Στην έκβαση της μάχης του Δεκέμβρη, εκτός από την ανεπάρκεια των δυνάμεων και των πολεμικών μέσων του ΕΛΑΣ, έχουν συντελέσει και οι εξής παράγοντες: Η ηγεσία του Κόμματος αιφνιδιάστηκε από τα γεγονότα και αντέδρασε σπασμωδικά. Ανασυγκρότησε την ΚΕ του ΕΛΑΣ, χωρίς επιτελείο και μηχανισμό, που ανέλαβε τη διεύθυνση της μάχης της Αθήνας. Παραμέρισε το ΓΣ του ΕΛΑΣ, που διέθετε επιτελείο και υπηρεσίες και ανέθεσε στον Σαράφη και τον Αρη, με τις κύριες δυνάμεις του ΕΛΑΣ, δευτερεύουσα αποστολή εναντίον του ΕΔΕΣ στην Ηπειρο. Δε συγκέντρωσε έγκαιρα τις βασικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην Αθήνα, που ήταν το κύριο μέτωπο και δεν οργάνωσε αποτελεσματική επίθεση από τις πρώτες μέρες. Επίσης δεν εμπόδισε τα διάσπαρτα στην ελληνική επαρχία βρετανικά στρατιωτικά τμήματα να μεταφερθούν στην Αθήνα και να πάρουν μέρος στις μάχες.

    Ακόμη η ηγεσία του κινήματος δεν είχε προβλέψει ότι η κατάσταση πιθανόν να οδηγούνταν από τους Αγγλους και την αντίδραση σε ένοπλη σύγκρουση με επίκεντρο την πρωτεύουσα. Σ’ αυτό οφείλεται και η μη έγκαιρη κατάρτιση σχεδίου. Το σχέδιο αντιμετώπισης της κατάστασης καταρτίστηκε εκ των υστέρων, όταν οι Αγγλοι και η αντίδραση είχαν προχωρήσει στην ένοπλη επέμβαση και μάλιστα και τότε ακόμη δε στρέφονταν εναντίον τους, αλλά εναντίον των δυνάμεων της ελληνικής αντίδρασης».

    Η ανακοίνωση του ΕΛΑΣ
    Παρά την ήττα στην Αθήνα, ο ΕΛΑΣ διατηρούσε στο ακέραιο το ηθικό του, καθώς ο κύριος όγκος των δυνάμεών του βρισκόταν στην επαρχίαΤη μέρα της υποχώρησης, η ΚΕ του ΕΛΑΣ απευθύνθηκε στο λαό της Αθήνας και του Πειραιά με ανακοινωθέν, στο οποίο εξηγούσε – με πνεύμα αισιοδοξίας και σαφή προσπάθεια τόνωσης του ηθικού του λαού – τις αιτίες της υποχώρησης, δίνοντας ταυτόχρονα την υπόσχεση ότι ο αγώνας θα συνεχιστεί μέχρι τέλους. Παραθέτουμε αυτό το ντοκουμέντο, όπως έχει δημοσιευτεί στη «Λευκή Βίβλο» του ΕΑΜ (σελ. 68 – 69):

    «Οι υπερασπιστές της Αθήνας και του Πειραιά και ο αδούλωτος λαός τους, πολεμώντας με ασύγκριτο ηρωισμό και ιερό πάθος που μπορεί να ‘χουν οι μαχητές της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της Ανεξαρτησίας, ξαναζωντάνεψαν και ελάμπρυναν με νέα υπέροχα κατορθώματα τις ωραιότερες σελίδες της εθνικής μας ιστορίας: το Μεσολόγγι, το Αρκάδι, το έπος της Αλβανίας και της Εθνικής Αντίστασης.

    Περισσότερο από ένα μήνα κράτησαν το αθάνατο μέτωπο της Αθήνας και του Πειραιά, αντιμετωπίζοντας τα ασυγκρίτως ανώτερα μέσα του αντιπάλου. Αλλά ο εχθρός, αδυνατώντας να πλήξει τις στρατιωτικές μας δυνάμεις, εστράφη με εκδικητική μανία εναντίον των αμάχων. Ο στόλος, τα αεροπλάνα, τα κανόνια και τα τανκς του κ. Τσώρτσιλ με χιλιάδες βλήματα καθημερινά, ιδιαίτερα τις τελευταίες μέρες, σπέρνουν το θάνατο σε γυναικόπαιδα και γέροντες και ισοπεδώνουν τις λαϊκές συνοικίες. Πολλές χιλιάδες είναι τα θύματα των άνανδρων αυτών επιδρομών. Ολόκληρες συνοικίες, εργοστάσια, φτωχόσπιτα, νοσοκομεία εκονιορτοποιήθηκαν. Σκοπός του Σκόμπυ είναι να μεταβάλει την Αθήνα που σεβάστηκαν όλοι οι κατακτητές και επιδρομείς, σε σωρούς από ερείπια, σ’ ένα απέραντο νεκροταφείο.

    Μπροστά στη θηριώδη επιδρομική μανία του Σκόμπυ, η ΚΕ του ΕΛΑΣ για να γλιτώσει τους αμάχους από το βέβαιο θάνατο των βομβών και των μυδραλίων, για να περισώσει την Αθήνα και τον Πειραιά από οριστική καταστροφή, αποφάσισε και διέταξε τη σύμπτυξη των ηρωικών υπερασπιστών της πρωτεύουσας και του Πειραιά.

    Η σύμπτυξη αυτή δεν είναι νίκη του Σκόμπυ. Είναι κάτι χειρότερο από μια Πύρρειο νίκη. Είναι ένα ανεξίτηλο στίγμα και μια αιώνια καταισχύνη, γιατί μόνο ο Σκόμπυ χρησιμοποίησε τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης σαν ασπίδα ενός εξοντωτικού πολέμου.

    Πολίτες στα όπλα. Ο αγώνας συνεχίζεται. Θα διεξαχθεί με μεγαλύτερο ακόμη πάθος. Η Αθήνα και ο Πειραιάς είναι αδούλωτοι. Η Ελλάδα θα μείνει ελεύθερη. Η νίκη είναι δική μας. Ολοι και όλα για τη συντριβή του ελληνικού φασισμού. Για την Ελευθερία, για τη Δημοκρατία, για την Ανεξαρτησία της Χώρας. Για τον πολιτισμό και για το Μέλλον της Ελλάδας.

    5 – 1 – 45

    Η ΚΕ του ΕΛΑΣ

    Ε. Μάντακας, Μ. Χατζημιχάλης, Γ. Σιάντος».

    Μια κυνική ομολογία του Τσόρτσιλ
    Το τέλος των εχθροπραξιών μεταξύ του ΕΛΑΣ και των Βρετανών σχολιάζει με τρόπο εντυπωσιακά κυνικό στα απομνημονεύματά του ο Ου. Τσόρτσιλ, ομολογώντας απερίφραστα τους λόγους της βρετανικής επέμβασης στην Ελλάδα. Αφού παρουσιάζει περιφραστικά τους όρους της ανακωχής, ο Βρετανός πρωθυπουργός υπογραμμίζει: «Ετσι ετελείωσε η μάχη που διήρκεσε έξι εβδομάδες και που έγινε για να καταλάβωμε την Αθήνα και, όπως θα δείξει η συνέχεια των γεγονότων, να απαλλάξωμε την Ελλάδα από τον κομμουνιστικό ζυγό. Την εποχή αυτήν που τρία εκατομμύρια άνδρες πολεμούσαν σε κάθε στρατόπεδο στο Δυτικό Μέτωπο και που τεράστιες αμερικανικές δυνάμεις ηγωνίζοντο εναντίον της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό, οι ελληνικές αυτές παραφορές μπορούσαν να φαίνονται ότι είχαν ελάχιστη σημασία, αλλά δεν ευρίσκοντο λιγότερο στο νευρικό κέντρο της ισχύος, της τάξεως και της ελευθερίας του δυτικού κόσμου» (Ουίνστον Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τόμος ΣΤ’ σελ. 352).
    http://clubs.pathfinder.gr/elas/488890

  9. Β.Α. on

    Μπορούσε να είχε αποφευχθεί ο Δεκέμβρης; Το ερώτημα έχει βασανίσει πολλούς, ενώ ορισμένοι το έχουν αξιοποιήσει, για να γυρίσουν την ιστορία με το κεφάλι κάτω
    Οι Αγγλοι φρόντισαν με όλους τους τρόπους, ακόμη και με τη μαζική δολοφονία άοπλων διαδηλωτών, να κάνουν καθαρό, πως οι επιλογές για τον ελληνικό λαό ήταν δυό: υποταγή ή σύγκρουσηΑναμφισβήτητα τα Δεκεμβριανά υπήρξαν σταθμός στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας και – φυσικό επόμενο – αποτέλεσαν θέμα, με το οποίο ασχολήθηκαν πολλοί ιστορικοί, ερευνητές, απομνημονευματογράφοι πολιτικοί και κάθε λογής δημοσιολόγοι. Τα δημοσιεύματά τους – μικρά ή μεγάλα, δεν έχει σημασία – δεν ασχολούνται μόνο με την καταγραφή των ιστορικών γεγονότων, αλλά εμπεριέχουν συμπεράσματα και κρίσεις. Θα ήταν παράδοξο, άλλωστε, να μη συμβαίνει κάτι τέτοιο. Πρόκειται, δηλαδή, για δημοσιεύματα ιστορικά, που συνήθως συνοδεύονται από τη φιλοδοξία των συγγραφέων τους να λειτουργήσουν διαπαιδαγωγητικά στο σήμερα και το αύριο. Κι αυτό, στη γενική του κατεύθυνση, δεν είναι αθέμιτο, αφού πάντα η εξέταση ενός ιστορικού γεγονότος, εξ αντικειμένου εδράζεται στη διαλεκτική σχέση παρελθόντος – παρόντος, με την έννοια ότι το παρελθόν δεν είναι ποτέ νεκρό γράμμα, αλλά βαραίνει πάνω στις συνειδήσεις και στην υλική ζωή των σημερινών και μελλοντικών ανθρώπων. Πρόβλημα καθίσταται από τη στιγμή που αυτοί που ασχολούνται με το παρελθόν επιχειρούν να το ανατρέψουν, το διαστρεβλώνουν, το περιφρονούν και ταυτόχρονα το χρησιμοποιούν κατά το δοκούν.

    Μια κριτική εξέταση των απόψεων αυτών είναι, αναντίρρητα, ένας πιεστικός πειρασμός και σ’ ό,τι μάς αφορά θεωρήσαμε αδικαιολόγητη οποιαδήποτε απόπειρα αποφυγής του πειρασμού αυτού. Δεν ήταν, βεβαίως, δυνατό να καταπιαστούμε με όλες τις απόψεις που θα άξιζαν κριτικής. Σταθήκαμε σ’ εκείνες τις εξόφθαλμα αντιιστορικές, που περιφρονούν την ιστορική αλήθεια και με εφαλτήριο το ιστορικό γεγονός – χωρίς κανένα σεβασμό προς αυτό – έχουν ως στόχο να διαμορφώσουν κριτήρια πολιτικής συμπεριφοράς και συνείδησης στο παρόν και στο μέλλον.

    Μπορούσαν να αποφευχθούν τα Δεκεμβριανά;
    Υποστηρίζουν αρκετοί πως ο Δεκέμβρης του 1944 μπορούσε να αποφευχθεί, ότι το ΚΚΕ δεν έπρεπε να πάρει τα όπλα, πως οι ευθύνες είναι μοιρασμένες ή ότι φέρνει και το ΚΚΕ ευθύνες επειδή δεν απέφυγε – ενώ μπορούσε – τη σύγκρουση. Στους υπέρμαχους αυτής της άποψης έχουν προστεθεί με βιβλία που έγραψαν τα τελευταία χρόνια και δύο πρώην κομμουνιστές: Ο Λ. Κύρκος και ο Γρ. Φαράκος. Μπορούσαν, όμως, να αποφευχθούν τα Δεκεμβριανά; Ορισμένοι ιστορικοί θεωρούν το ερώτημα αντιιστορικό και αντεπιστημονικό. Αποφεύγουμε την πρόκληση να επιχειρηματολογήσουμε για το αντίθετο. Δεν είναι η στιγμή για φιλοσοφία της ιστορίας. Αποδεχόμαστε το ερώτημα και υπογραμμίζουμε: Αν αποδειχτεί πως το ΚΚΕ και το λαϊκό κίνημα, πέραν την ένοπλης πάλης ή της υποταγής στις διαθέσεις του αντιπάλου, είχαν και μια τρίτη, αξιοπρεπή, επιλογή για το μέλλον του ελληνικού λαού την οποία δεν ακολούθησαν, τότε τα Δεκεμβιανά μπορούσαν να αποφευχθούν. Είχαν όμως;

    Τι λένε οι Κύρκος – Φαράκος
    «Ο Δεκέμβρης ως πολιτική επιλογή – λέει ο Λ. Κύρκος – ήταν θανάσιμο λάθος… Η ηγεσία του ΚΚΕ έπρεπε να μείνει χωρίς καμιά ταλάντευση, στην πάση θυσία εξασφάλιση της προσφυγής στις κάλπες για την ανάδειξη του πρώτου μεταπολεμικού κοινοβουλίου και στη διεξαγωγή αδιάβλητου δημοψηφίσματος για την οριστική κατάργηση της μοναρχίας». («Ανατρεπτικά» σελ. 119 και σελ. 128). Επίσης, επικρίνει την τότε ηγεσία του ΚΚΕ, γιατί δεν έδειξε την απαιτούμενη ελαστικότητα και θεώρησε κεντρικό ζήτημα για ρήξη την απαίτηση των Εγγλέζων και των ντόπιων εκφραστών τους να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ. «Θεώρησε – γράφει για την τότε ηγεσία του ΚΚΕ – πως κεντρικό σημείο, ακόμα και για μια ρήξη με τις άλλες δυνάμεις και με τους Εγγλέζους, ήταν η λύση του στρατιωτικού προβλήματος μετά την απελευθέρωση. Και μολονότι στην Καζέρτα είχε δεχτεί την ανάθεση της αρχηγίας των ενόπλων δυνάμεων – τακτικού στρατού και ΕΛΑΣ – στον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι, στις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην κρίση του Δεκέμβρη του ’44 δεν έδειξε την απαιτούμενη ελαστικότητα, ώστε η λύση του πράγματι σοβαρότατου προβλήματος να μην εμποδίσει την πορεία προς την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών, που έπρεπε να είναι ο σαφέστατος και αμετακίνητος στόχος». («Ανατρεπτικά» σελ. 128).

    Ο Γρ. Φαράκος έχει κατά καιρούς παρουσιάσει διάφορες αλληλοαναιρούμενες απόψεις γύρω από το θέμα και φυσικά δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσει κανείς τις μεταλλαγές του. Η τελευταία, δημόσια γνωστή, άποψή του γύρω από το θέμα, που πιθανόν να είναι και τωρινή, διατυπώθηκε στα τέλη του 1994 σ’ ένα συμπόσιο για τα Δεκεμβριανά. Εκεί έθεσε το ερώτημα: «Ηταν αναπόφευκτη η σύγκρουση;». Να πώς απάντησε: «Κατ’ αρχήν έπρεπε να αποφευχθεί… μπορούσε να αποφευχθεί. Φυσικά, θα είχαμε υποχωρήσεις, παραχωρήσεις. Μήπως λιγότερες υποχωρήσεις έγιναν αργότερα στη Βάρκιζα και κατοπινά; Και ποιος ο λόγος να υπάρχουν όλες αυτές οι θυσίες;… Αν κρίνεις πολιτικά το θέμα, ως τρόπο λειτουργίας της δημοκρατίας, δημιουργίας μιας δημοκρατικής εξουσίας, όπως απαιτούσε η μεταπολεμική Ελλάδα, τότε κατηγορηματικά θα απαντήσεις: Επρεπε να αποφευχθεί ο Δεκέμβρης και ήταν δυνατόν να αποφευχθεί. («Δεκέμβρης του ’44», εκδόσεις φιλίστωρ, σελ. 159).

    Ορισμένες αξιοσημείωτες αντιφάσεις
    Ενα πρώτο αξιοσημείωτο στοιχείο στις τοποθετήσεις Κύρκου – Φαράκου είναι ότι αυτές συνοδεύονται κατ’ αρχήν από τραγελαφικές αντιφάσεις και κατά δεύτερο λόγο από έλλειψη στοιχειώδους σεβασμού στο ιστορικό γεγονός, αφού πρόκειται για απόψεις αποστασιοποιημένες από την πραγματικότητα, έξω από τον τόπο και το χρόνο, όπου το γεγονός έλαβε χώρα. Ας δούμε τις αντιφάσεις:

    Ο Δεκέμβρης – ισχυρίζεται ο Λ. Κύρκος – μπορούσε να αποφευχθεί και ο ΕΛΑΣ έπρεπε να διαλυθεί, γιατί υπήρχε και άλλη επιλογή: Η προσφυγή στις κάλπες, για την ανάδειξη της μεταπολεμικής Βουλής και για την απαλλαγή από τη μοναρχία. Ο ίδιος, βεβαίως, στη σελίδα που λέει αυτά, λίγες γραμμές πιο κάτω, παραδέχεται πως κι αν ακόμη δε γινόταν ο Δεκέμβρης οι Εγγλέζοι «πάλι θα έκαναν το παν, για να εμποδίσουν την ομαλή πορεία προς τις εκλογές» («Ανατρεπτικά», σελ. 128). Αλλά, αν οι Εγγλέζοι θα έκαναν το παν για να εμποδίσουν την ομαλή πορεία προς τις εκλογές, τι θα μπορούσε να περιμένει απ’ αυτές ο λαός, ώστε να αξίζει τον κόπο να παραδοθεί αμαχητί στους αντιπάλους του; Με την ουσία αυτού του ερωτήματος ο Λ. Κύρκος αποφεύγει να ασχοληθεί. Ετσι εμμέσως πλην σαφώς, στο δίλημμα «αντίσταση στους Εγγλέζους και την ντόπια αντίδραση ή συνθηκολόγηση», απαντάει, προτείνοντας τη συνθηκολόγηση και ουσιαστικά την πλήρη υποταγή. Τρίτη, αξιοπρεπή, εναλλακτική λύση για το ΕΑΜικό κίνημα δεν καταφέρνει να παρουσιάσει.

    Ο Γρ. Φαράκος που στα τέλη του ’94 υποστήριξε όσα προαναφέραμε, ένα χρόνο πριν, στο βιβλίο του «Μαρτυρίες και στοχασμοί» (σελ. 61) – το οποίο εκδόθηκε το Μάρτη του 1993 – υποστήριζε τα ακριβώς αντίθετα. «Η χωρίς αντίσταση παράδοση – έλεγε – θα αμαύρωνε το έπος της εθνικής αντίστασης… Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν έπρεπε να υπερασπιστούμε την τιμή και την αξιοπρέπειά μας με τα όπλα. Επρεπε, δε γινόταν αλλιώς». Αν και είναι δικαίωμα του Γρ. Φαράκου να αλλάζει θέσεις, οφείλουμε να σημειώσουμε πως οι μεταλλάξεις του είναι εντυπωσιακές όπως εντυπωσιακό είναι και το γεγονός πως όσα επί της ουσίας υποστηρίζει δεν τόλμησαν να τα υποστηρίξουν, μ’ αυτό τον τρόπο, ούτε οι πιο φανατικοί αντίπαλοι του ΕΑΜικού κινήματος. Πώς π. χ. να κρίνει κανείς την άποψη του Γρ. Φαράκου ότι ο Δεκέμβρης μπορούσε και έπρεπε να αποφευχθεί, όταν ο ίδιος άνθρωπος έχει υποστηρίξει, πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αμαύρωση του έπους της εθνικής αντίστασης; Γιατί, την αμαύρωση και τον εξανδραποδισμό του ΕΑΜικού κινήματος υποστηρίζει με τις νέες του απόψεις ο Γρ. Φαράκος, αν τις συγκρίνουμε με όσα έγραφε παλιότερα. Δικαίωμά του. Με τη μόνη διαφορά ότι αν ο καθένας έχει το δικαίωμα να εξανδραποδίζεται και να αμαυρώνει την προσωπική του ιστορία – όσο λυπηρό κι αν είναι αυτό για τους γύρω του – δε δικαιούται από πουθενά να ζητά τον εξανδραποδισμό και την αμαύρωση της ιστορίας ενός ολόκληρου λαϊκού κινήματος και μάλιστα, εκ των υστέρων, με τη δικαιολογία ότι εξάγει δήθεν ιστορικά συμπεράσματα.

    Η λατρεία του τύπου
    Ο Λ. Κύρκος φαίνεται πως δε διδάσκεται καθόλου από την ιστορία ή δε θέλει να διδαχτεί. Υποστηρίζει πως το στρατιωτικό ζήτημα δεν ήταν το κύριο ζήτημα κι ότι κακώς το ΚΚΕ το θεώρησε κύριο και απάντησε ενόπλως στην απαίτηση των Εγγλέζων για διάλυση του ΕΛΑΣ. Επικρίνει μάλιστα την τότε ηγεσία του ΚΚΕ ότι δεν έδειξε την απαιτούμενη ευλυγισία για την εξεύρεση λύσης σ’ αυτό το πρόβλημα, ώστε να μην εμποδιστεί η ομαλή πορεία προς τις εκλογές. Αποστασιοποιείται πλήρως από την πραγματικότητα εκείνης της εποχής και περιφρονεί προκλητικά τα ιστορικά γεγονότα, ξεχνώντας ότι για τους Εγγλέζους και την ντόπια αντίδραση μία ήταν η λύση στο στρατιωτικό: Η διάλυση του ΕΛΑΣ και μόνο του ΕΛΑΣ. Αλλά πέραν αυτού, το κύριο για τον Λ. Κύρκο ήταν η διεξαγωγή των εκλογών – του τύπου, όμως, και της διαδικασίας και όχι της ουσίας τους – που τάχα θα έδινε τις λύσεις σε όλα τα φλέγοντα προβλήματα. Τι λέει όμως η ιστορική πραγματικότητα;

    Είναι γνωστό ότι ο Δεκέμβρης κατέληξε στην ήττα του ΕΛΑΣ και στη Συμφωνία της Βάρκιζας. Είναι επίσης γνωστό πως αυτή η συμφωνία έλυσε με συγκεκριμένο τρόπο το στρατιωτικό ζήτημα: Ο ΕΛΑΣ διαλύθηκε και το λαϊκό κίνημα αφοπλίστηκε. Ανεξαρτήτως του αν τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν διαφορετική εξέλιξη, ο αφοπλισμός – που ο Λ. Κύρκος θα τον ήθελε να γίνει αμαχητί – ήταν μια σοβαρή εξέλιξη, που βάρυνε στη συνέχεια των πραγμάτων. Τι είχαμε, όμως, ως εξέλιξη στο θέμα της περιβόητης προσφυγής στις κάλπες, που όλα τάχα θα τα έλυνε κατά την άποψη του Λ. Κύρκου; Αμέσως μετά τη Βάρκιζα, άρχισε ο καθοδηγημένος από τους Αγγλους και την ντόπια αντίδραση μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος σε βάρος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Ενας πόλεμος, που είχε ξεκινήσει πριν τα Δεκεμβριανά και μετά την απελευθέρωση, σε μικρή όμως έκταση, επειδή ο ΕΛΑΣ ήταν παρών. Χιλιάδες οι καταδιωκόμενοι, οι εξορισμένοι, οι φυλακισμένοι, οι κυνηγημένοι, οι δολοφονημένοι της μεταβαρκιζιανής μαύρης τρομοκρατίας. Αυτή είναι η μία πλευρά. Η δεύτερη έχει να κάνει με την προετοιμασία των εκλογών. Ηταν μήπως μία προετοιμασία για γνήσιες και ανόθευτες εκλογές; Οχι, βέβαια. Το ακριβώς αντίθετο έγινε. Κι όταν πραγματοποιήθηκαν οι εκλογές, πραγματοποιήθηκαν κάτω από το καθεστώς της βίας, της νοθείας και της μοναρχοφασιστικής τρομοκρατίας ντόπιων και ξένων. Οι εκλογές του ’46 ήταν παρωδία και τρανταχτή απόδειξη αυτής της παρωδίας είναι το γεγονός ότι η επιτροπή του ΟΗΕ – οι «κουκουβάγιες» όπως εύστοχα τους ονόμασε ο λαός – μέτρησε δήθεν τότε την αποχή του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και μια σειράς κομμάτων του Κέντρου και την έβγαλε 9,3%!!!

    Αυτά όμως δεν έχουν σημασία για τον Λ. Κύρκο. Γι’ αυτόν οι όποιες εκλογές ήταν το παν. Χάριν των όποιων εκλογών, ο λαός έπρεπε να δεχτεί να τον δολοφονούν, να τον καταδιώκουν, να τον φυλακίζουν, να τον εξορίζουν, να καίνε το σπίτι και την περιουσία του, να σκοτώνουν τα παιδιά του, να βιάζουν τις γυναίκες του, να παραχαράζουν τη θέλησή του με εκλογικά πραξικοπήματα και νοθείες, να κάθονται με οποιοδήποτε κόστος στο σβέρκο του. Ετσι αντιμετωπίζει ο Λ. Κύρκος την επιλογή του Δεκέμβρη. Το γεγονός πως ο λαός πήρε τα όπλα. Οτι αντιστάθηκε, ότι πολέμησε και δεν υποτάχτηκε. Κι αυτή η επιλογή ήταν – κατά τη γνώμη του – θανάσιμο λάθος!!! Αν όμως ο λαός συνθηκολογούσε κάθε φορά που του ζητούσαν να υποταχτεί και να παραδοθεί, δε θα είχε γίνει ποτέ το 1821, η Εθνική Αντίσταση και τόσα άλλα. Αναμφισβήτητα, στη μάχη του Δεκέμβρη, και πολύ περισσότερο πριν απ’ αυτήν, διαπράχτηκαν σοβαρότατα λάθη. Ομως δε βρίσκονται εκεί που τα αναζητάει ο Λ. Κύρκος, γιατί η άρνηση της επιλογής της συνθηκολόγησης και της υποταγής στους ντόπιους και ξένους δυνάστες του λαού ουδέποτε υπήρξε λάθος για οποιοδήποτε λαϊκό κίνημα, σ’ οποιοδήποτε μέρος της Γης.

    Οι συλλογισμοί του Λ. Κύρκου αποδεικνύουν και κάτι άλλο ακόμη: Την περιφρόνησή του προς τη λαϊκή θέληση, όταν αυτή η θέληση αντιτάσσεται στο ντόπιο και ξένο κατεστημένο. Για τον Λ. Κύρκο δεν έχει καμιά σημασία ότι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ συσπείρωναν γύρω τους τη λαϊκή πλειοψηφία. Γι’ αυτόν σημασία έχει ότι οι Εγγλέζοι, η ντόπια ολιγαρχία και οι πολιτικοί εκφραστές της ήταν αντίθετοι με τις προτιμήσεις του λαού. Αυτό θα πει σεβασμός στη δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας. Αυτό θα πει σύγχρονη αριστερή σκέψη, την οποία ο Λ. Κύρκος περηφανεύεται ότι διαθέτει!!!

    Η λευτεριά του υποδεκάμετρου…
    Ο Γρ. Φαράκος ισχυρίζεται, χαλκεύοντας συνειδητά τα ιστορικά δεδομένα, ότι η δημοκρατία που απαιτούσε η μεταπολεμική Ελλάδα υπαγόρευε να μην πραγματοποιηθεί ο Δεκέμβρης. Ποια ήταν άραγε αυτή η δημοκρατία; Ηταν η δημοκρατία που κατακτήθηκε στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης με τους λαοκρατικούς θεσμούς; Ηταν η λαοκρατία που ζητούσε ο λαός, η λαϊκή δικαιοσύνη και η λαϊκή αυτοδιοίκηση; Αν γι’ αυτή τη δημοκρατία γίνεται λόγος, πώς αλλιώς θα τη στήριζε ο λαός, αν δεν πολεμούσε ενάντια στην αγγλική κατοχή και την ντόπια ολιγαρχία που την επιβουλεύονταν; Με ποιο τρόπο θα κατοχυρωνόταν αυτή η δημοκρατία και θα γινόταν σεβαστή; Προφανώς, ο Γρ. Φαράκος δε μιλάει γι’ αυτή τη δημοκρατία. Στην πραγματικότητα εκείνο που προασπίζει είναι η «δημοκρατία» της αστικής τάξης και των ξένων πατρώνων της. Κι επειδή αυτή η «δημοκρατία» δεν μπορούσε να συμπορευτεί με τους λαοκρατικούς θεσμούς της Εθνικής Αντίστασης, η συνταγή που προτείνει ο Γρ.Φαράκος είναι πολύ απλή: Κάποιος έπρεπε να υποχωρήσει, να συνθηκολογήσει και να υποταχτεί. Κι αυτός ήταν η συντριπτική πλειοψηφία του λαού που ακολουθούσε το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Ο Γρ. Φαράκος δε διδάσκεται από την ιστορία ή δε θέλει να διδαχτεί, όπως και ο Λ. Κύρκος, παρόλο που και οι δύο έζησαν τη «δημοκρατία» των νικητών του Δεκέμβρη και του Εμφυλίου στο πετσί τους. Ο Γρ. Φαράκος αναρωτιέται επίσης ποιος ήταν ο λόγος που είχαμε τόσες θυσίες. Συγκρίνει μάλιστα αυτές τις θυσίες με τις θυσίες των Βαλκανικών Πολέμων, του Α` Παγκοσμίου Πολέμου και της Μικρασιατικής Καταστροφής και καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι θυσίες της Κατοχής και του Εμφυλίου ήταν περισσότερες («Δεκέμβρης του ’44», σελ. 13). Ετσι στα παραπάνω επιχειρήματά του ενάντια στην επιλογή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να πάρουν τα όπλα στα Δεκεμβριανά και στον Εμφύλιο προσθέτει ένα ακόμη: Το βαρύ κόστος!!! «Το αληθινό μπόι του ανθρώπου – έλεγε ο Γ. Ρίτσος – μετριέται με τη λευτεριά» και δεν είναι καθόλου τυχαίος αυτός ο στίχος. Οπως δεν είναι καθόλου τυχαίες οι κρίσιμες και ηρωικές επιλογές που έκανε ο λαός μας – όπως και πολλοί άλλοι – όταν βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα της υποταγής ή της πάλης. Αν ο λαός μετρούσε το κόστος – όπως το μετρά ο Γρ. Φαράκος – δε θα έκανε ποτέ την Επανάσταση του ’21. Αν μετρούσε το κόστος, δε θα έκανε ποτέ την Εθνική Αντίσταση κατά του φασισμού. Αν οι κομμουνιστές κοστολογούσαν τη λευτεριά, υπολογίζοντας ότι έχουν απέναντί τους τη χιτλερική Γερμανία να κυριαρχεί σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, ότι έχουν στην Ελλάδα τριπλή κατοχή από Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες, θα είχαν καταλήξει στη θέση των ταγματασφαλιτών. Θα ήταν δωσίλογοι. Είναι προσβολή στα εκατομμύρια των νεκρών Ελλήνων, που έπεσαν παλεύοντας για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία από το 1821 ως τα σήμερα, όσα υποστηρίζει περί κόστους ο Γρ. Φαράκος. Είναι ιεροσυλία.

    Ο Γρ. Φαράκος, κοστολογώντας τους αγώνες του ελληνικού λαού, υποστηρίζει ουσιαστικά πως τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για την Ελλάδα αν το Δεκέμβρη του ’44 το λαϊκό κίνημα είχε συνθηκολογήσει. Αποφεύγει όμως και να μας πει τι στοίχισε στην Ελλάδα η αγγλοκρατία, που κυριαρχούσε από το 1821 μέχρι το 1947 τουλάχιστον, και η αμερικανοκρατία που υπάρχει ως τις μέρες μας και συνεχώς ενισχύεται. Αποφεύγει να πει τι κόστισε στο λαό η κυριαρχία της ξενοκρατίας και της ντόπιας ολιγαρχίας μετά το Δεκέμβρη και τον Εμφύλιο, με τις διώξεις, τις εκτελέσεις, τις φυλακίσεις και τις εξορίες, με τη δικτατορία και τα δεινά που αυτή έφερε. Αποφεύγει να πει τι θα είχε χάσει ο ελληνικός λαός, αν υποτασσόταν στην περίοδο που ακολούθησε μετά την απελευθέρωση. Τι θα σήμαινε δηλαδή η απόλυτη κυριαρχία των ξένων και της ντόπιας ολιγαρχίας πάνω σ’ ένα λαό δουλικά και συνειδητά υποταγμένο. Η σιωπή εδώ είναι χρυσός, γιατί η ντόπια ολιγαρχία και τα ξένα αφεντικά της πρέπει να βγουν λάδι για τα δεινά που έφεραν στον τόπο.
    http://clubs.pathfinder.gr/elas/488906

  10. Β.Α. on

    Μπροστά στη Βάρκιζα
    Το «παιχνίδι» ήταν στημένο από την αρχή….
    Οι Αγγλοι εμμένουν στη συντριβή του ΕΑΜικού κινήματος και βρίσκουν έναν απρόσμενο …σύμμαχο
    Αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας στο υπουργείο Εξωτερικών: Διακρίνονται στην πρώτη σειρά, από αριστερά προς τα δεξιά, ο στρατηγός Στ. Σαράφης, ο Γ. Σιάντος, ο Ηλ. Τσιριμώκος, ο Ι. Σοφιανόπουλος, ο Ν. Ασκούτης και ο Μ. ΠαρτσαλίδηςΗ λήξη των εχθροπραξιών ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τους Εγγλέζους, με την υπογραφή στρατιωτικής συμφωνίας ανακωχής, εκ των πραγμάτων, οδηγούσε στην αναζήτηση πολιτικής συμφωνίας που θα έθετε και το οριστικό τέλος στις πολεμικές σύγκρουσης. Οι σχετικές βολιδοσκοπήσεις άρχισαν αμέσως μετά την έναρξη εφαρμογής της ανακωχής. Το κράτος των Αθηνών, το «κρατίδιο της Σκομπίας», όπως εύστοχα το ονόμαζε ο λαός, από την πρώτη στιγμή, άρχισε να βομβαρδίζει το ΕΑΜικό κίνημα με προτάσεις για διαπραγματεύσεις. Ο αντιβασιλέας – αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, με δηλώσεις του στο ραδιόφωνο, αλλά και οι Εγγλέζοι, με προκηρύξεις που έριχναν τα αεροπλάνα τους, εκδήλωναν την πρόθεση ότι ήταν έτοιμοι να δεχτούν ΕΑΜική αντιπροσωπεία για την αναζήτηση πολιτικής λύσης στο ελληνικό ζήτημα. Αλλά και το ΕΑΜικό κίνημα ανταποκρίθηκε, δηλώνοντας την επιθυμία να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις με ευρεία αντιπροσωπεία, στην οποία θα εκπροσωπούνταν όλες οι πολιτικές δυνάμεις που το απάρτιζαν.

    Τα πρώτα σύννεφα
    Η σύνθεση της ΕΑΜικής αντιπροσωπείας υπήρξε το πρώτο σημείο τριβής μεταξύ των δύο πλευρών πριν την έναρξη των διαπραγματεύσεων για πολιτική συμφωνία, στο οποίο έχει αξία να σταθούμε λίγο περισσότερο. Ο Δαμασκηνός – προφανώς σε συνεννόηση με τους Αγγλους – από την πρώτη στιγμή, με δημόσιες δηλώσεις του και τηλεγράφημα που έστειλε στην ΚΕ του ΕΛΑΣ, εκδήλωσε την επιθυμία η ΕΑΜική αντιπροσωπεία να αποτελείται μόνο από κομμουνιστές!!! Επρόκειτο δηλαδή για μια προσπάθεια που αποσκοπούσε να εμφανίσει το ΕΑΜ αποκλειστικά ως μια κομμουνιστική οργάνωση ή, ακόμη καλύτερα, να δημιουργηθεί η εντύπωση πως το ΚΚΕ ήταν εντελώς απομονωμένο από τους συμμάχους του. Η προσπάθεια αυτή της αντίδρασης να πλαγιοκοπήσει το ΕΑΜ δεν ήταν στον αέρα, αν αναλογιστούμε ότι η αρχική πρόθεση του ΕΑΜικού κινήματος να έχει επικεφαλής στην αντιπροσωπεία του τον καθηγητή και πρώην πρόεδρο της ΠΕΕΑ (Κυβέρνηση του Βουνού) Αλ. Σβώλο προσέκρουσε στον ίδιο. Ο Αλ. Σβώλος γνωστοποίησε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ ότι δε δεχόταν να αναλάβει αυτή την αποστολή και, απ’ ό,τι φαίνεται, την πρόθεσή του αυτή γνωστοποίησε και στους παράγοντες του κράτους των Αθηνών. Οι Εγγλέζοι και η ντόπια αντίδραση, που, όπως φαίνεται, γνώριζαν τι συνέβαινε, εκμεταλλεύτηκαν δεόντως τις διαφοροποιήσεις παραγόντων στο εσωτερικό του ΕΑΜ. Π.χ., στις 23/1/1945 η ΕΑΜική αντιπροσωπεία ξεκίνησε για τις διαπραγματεύσεις στην Αθήνα, αλλά όταν έφτασε στη Λιβαδειά εμποδίστηκε από τους Αγγλους να συνεχίσει το ταξίδι της. Οι εγγλέζικες δυνάμεις κατοχής ξεκαθάρισαν στους εκπροσώπους του ΕΑΜ ότι είχαν διαταγές να επιτρέψουν την πρόσβαση στην πρωτεύουσα μόνο τριμελούς αντιπροσωπείας και μάλιστα αποκλειστικά κομμουνιστικής συνθέσεως. Τα ίδια γνωστοποίησε, με τηλεγράφημά του προς την ΚΕ του ΕΛΑΣ, και ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, προτείνοντας μάλιστα ότι στην ΕΑΜική αντιπροσωπεία έπρεπε να συμμετέχουν οι Γ. Σιάντος και Μ. Παρτσαλίδης («Λευκή Βίβλος ΕΑΜ», σελ. 100).

    Σε μια προσπάθεια εξεύρεσης λύσης, η ΚΕ του ΕΑΜ συμφώνησε με τις αξιώσεις της άλλης πλευράς, αλλά μόνο σε ό,τι αφορούσε τον αριθμό των μελών της αντιπροσωπείας. Ταυτόχρονα, απέρριψε κατηγορηματικά την αξίωση, στη σύνθεσή της να βρίσκονται αποκλειστικά κομμουνιστές. Με τηλεγράφημά της προς τον Δαμασκηνό, καθόριζε ότι την αντιπροσωπεία θα αποτελούσαν ο Γ. Σιάντος, Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Μ. Παρτσαλίδης, Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ και ο Ηλ. Τσιριμώκος, μέλος της ΚΕ του ΕΑΜ. Στρατιωτικός σύμβουλος της αντιπροσωπείας ορίστηκε ο αρχηγός του ΕΛΑΣ, στρατηγός Στ. Σαράφης. Τέλος, την αντιπροσωπεία θα συνόδευαν, χωρίς δικαίωμα να παρίστανται στις συνεδριάσεις, οι Κ. Γαβριηλίδης, Γ. Γεωργαλάς και Δ. Στρατής. («Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», Εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, τόμος Α`, σελ. 158).

    Ο σκοτεινός ρόλος του Τσιριμώκου
    Η ΕΑΜική αντιπροσωπεία ξεκίνησε για την Αθήνα στις 30 Ιανουαρίου και έφτασε στον προορισμό της αυθημερόν. Από τη στιγμή της άφιξής της και μετά, ξετυλίγεται ένα ολόκληρο κουβάρι σκοτεινών παρασκηνιακών διαβουλεύσεων, με πρωταγωνιστές τον Τσιριμώκο, τους Εγγλέζους και την ντόπια αντίδραση, η κατάληξη του οποίου υπήρξε οδυνηρή για το μέλλον του λαϊκού κινήματος. Οπως αναφέρει ο δημοσιογράφος και ερευνητής Φ. Οικονομίδης στο βιβλίο του «Ελλάδα ανάμεσα σε δύο κόσμους» (εκδόσεις ΟΡΦΕΑΣ, σελ. 28 – 34), ο Τσιριμώκος ήρθε σε επαφή με τον επικεφαλής του κλιμακίου της Ιντέλιντζενς Σέρβις στην Αθήνα Ντέιβιντ Μπάλφουρ (Ο Μπάλφουρ ήταν ο περίφημος πατήρ Δημήτριος στο παρεκκλήσι του «Ευαγγελισμού» στον καιρό της Κατοχής) και με τον στενό συνεργάτη του Δαμασκηνού καθηγητή Ιωάννη Γεωργάκη, εκδηλώνοντας την επιθυμία να συναντηθεί με τον αρχιεπίσκοπο – αντιβασιλέα. Η συνάντηση συμφωνήθηκε και για να μην δημιουργηθούν υποψίες στα υπόλοιπα μέλη της ΕΑΜικής αντιπροσωπείας, ο Τσιριμώκος ζήτησε να κατέβει από τη Βάρκιζα στην Αθήνα για να δει την άρρωστη γιαγιά του ή, όπως λέει ο καθηγητής Γεωργάκης, σε συνέντευξή του στον Π. Βενάρδο, για να δει την άρρωστη μητέρα του (Π. Βενάρδου: «Η Συμφωνία της Βάρκιζας», εκδόσεις ΠΟΝΤΙΚΙ, σελ. 103). Οι Βρετανοί, στην αρχή, έκαναν πως αντιδρούν στο ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Τσιριμώκου από το χώρο των διαπραγματεύσεων, αλλά αυτή η αντίδρασή τους ήταν μέρος του σχεδίου να πέσει στάχτη στα μάτια των υπόλοιπων μελών της αντιπροσωπείας του ΕΑΜ. Και το σχέδιο στέφθηκε με επιτυχία.

    Η συνάντηση Τσιριμώκου – Δαμασκηνού πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του τελευταίου στο Χαλάνδρι και υπήρξε ιδιαίτερα καρποφόρα για τα σχέδια της αντίδρασης, σύμφωνα με όσα μαρτυρεί ο τότε εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης στην Αθήνα Χ. Μακμίλαν, στο βιβλίο του «War Diaries», και παραθέτει ο Φ. Οικονομίδης. Σύμφωνα με τον Μακμίλαν, στις 2/2/45 ο Δαμασκηνός ενημέρωνε τον ίδιο, τον Αγγλο πρεσβευτή Λίπερ και τον Σοφιανόπουλο για τα αποτελέσματα αυτής της συνάντησης, λέγοντας τα εξής: «Ο Τσιριμώκος ήταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα για μας, αφού μας είχε δώσει πληροφορίες από τα πριν σχετικά με τη γραμμή που θα ακολουθούσαν (σ.σ. που θα ακολουθούσε δηλαδή η ΕΑΜική αντιπροσωπεία στις διαπραγματεύσεις) και ήταν διατεθειμένος την κατάλληλη στιγμή να τους προδώσει» (Φ. Οικονομίδη, στο ίδιο, σελ. 29). Η προδοσία του Τσιριμώκου, για την οποία γίνεται λόγος, αφορούσε το ζήτημα της χορήγησης γενικής αμνηστίας και της συμμετοχής του ΕΑΜ στην κυβέρνηση, ως προϋποθέσεις για την υπογραφή συμφωνίας.

    Στις 3 Φεβρουαρίου, το Φόρεϊν Οφις ενημέρωνε τον Τσόρτσιλ στη Γιάλτα για τα διαδραματιζόμενα στην Ελλάδα: «Ο κ. Λίπερ – έλεγε το τηλεγράφημα – αναφέρει ότι συζητήσεις σχετικά με τη συμμετοχή του Τσιριμώκου ανέβαλαν την έναρξη της Διάσκεψης (σ.σ. εννοεί τις διαπραγματεύσεις στη Βάρκιζα) μέχρι το απόγευμα της 2 Φεβρουαρίου. Ο αντιβασιλιάς κάλεσε τον Τσιριμώκο, ο οποίος, όχι μόνο του είπε ότι οι συνάδελφοί του είχαν έρθει για να επιτύχουν μια συμφωνία, αλλά αποκάλυψε τους όρους που προτίθονταν να θέσουν και δεσμεύτηκε να ψηφίσει εναντίον τους στα δύο βασικά σημεία, δηλαδή τη γενική αμνηστία και την είσοδο των κομμουνιστών στην κυβέρνηση… Ο κ. Μακμίλαν, ο κ. Λίπερ και ο αντιβασιλιάς έπεισαν τον Σοφιανόπουλο και τους άλλους αντιπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης να συμφωνήσουν για τη συμμετοχή του Τσιριμώκου στη διάσκεψη» (Φ. Οικονομίδη, στο ίδιο, σελ. 30).

    Το σκοτεινό ρόλο του Τσιριμώκου επιβεβαιώνει ουσιαστικά και ο καθηγητής Ι. Γεωργάκης, με όσα κατέθεσε σε συνέντευξή του στον Π. Βενάρδο. Στο ερώτημα «πώς ξεπεράστηκε τελικά η κρίσιμη φάση των διαπραγματεύσεων στο θέμα της αμνηστίας;», αναφέρει συγκεκριμένα: «Τελικά υποχώρησαν οι κομμουνιστές. Και υποχώρησαν, όταν ο Ηλίας Τσιριμώκος πείστηκε από μένα την κρίσιμη εκείνη νύχτα (σ.σ. εννοεί την τελευταία νύχτα των διαπραγματεύσεων στη Βάρκιζα) να έρθει «από δω»» (Π. Βενάρδου, στο ίδιο). Βεβαίως, ο Τσιριμώκος – όπως προκύπτει απ’ όσα αναφέραμε – δεν πείστηκε από τον καθηγητή Γεωργάκη και φυσικά δεν πείστηκε τότε που λέει ο καθηγητής, απαλύνοντας την ουσία του θέματος. Αλλά αυτό δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει η ομολογία του γεγονότος, ότι ο Τσιριμώκος έπαιξε βρώμικο ρόλο στη Βάρκιζα.

    Ο Τσιριμώκος αυτοαποκαλύπτεται
    Για το ρόλο που έπαιξε στις συνομιλίες στη Βάρκιζα, έχει μιλήσει και ο ίδιος ο Τσιριμώκος, όχι βεβαίως τόσο αποκαλυπτικά, όσο μιλούν τα αγγλικά αρχεία και οι τότε εκπρόσωποι της Μ. Βρετανίας στην Ελλάδα. Η μαρτυρία όμως του Τσιριμώκου – που αποκαλύπτει και τις διαθέσεις του Σβώλου, για τις οποίες μιλήσαμε παραπάνω – είναι άκρως ενδιαφέρουσα ως στοιχείο προσέγγισης της ιστορικής αλήθειας. «Το ΚΚΕ – λέει στη μαρτυρία του ο Τσιριμώκος – είχε ζητήσει με τηλεγράφημα από τον Σβώλο να πάρει μέρος στην Αντιπροσωπεία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, που θα διαπραγματευόταν με την κυβέρνηση Πλαστήρα, στη Βάρκιζα, τους όρους με τους οποίους θα έληγε η ένοπλη σύρραξη. Ο Σβώλος αρνήθηκε. Εκρινε ότι, αφού είχε ακολουθηθεί ένας δρόμος αντίθετος προς τη δική του γνώμη, σωστό ήταν να διαπραγματευθούν εκείνοι που είχαν διαλέξει το δρόμο αυτό. Και τέτοιοι ήταν μόνο οι αντιπρόσωποι του ΚΚΕ. Σ’ αυτούς είχα προστεθεί εγώ, εκφράζοντας τα μη – κομμουνιστικά μέλη του ΕΑΜ, που είχαν αιφνιδιαστεί από τα Δεκεμβριανά, ήταν αντίθετα στην τακτική του ΚΚΕ και έβλεπαν στην παρουσία μου την εγγύηση πως οι συνομιλίες θα γίνουν – τουλάχιστον από μέρους του ΕΑΜ – με ειλικρινή πρόθεση συμφωνίας. Οταν η αντιπροσωπεία έφτασε στη Βάρκιζα, ανέβηκα στην Αθήνα, όπου ήρθα σε μια προκαταρκτική συνεννόηση με τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό. Συνάντησα, φυσικά, και το Σβώλο. Και μου έδωσε ένα γράμμα προς τον Σιάντο, όπου διατύπωνε μια θερμή έκκληση, να στέρξη το ΚΚΕ τις υποχωρήσεις που έπρεπε, για να επέλθει η ειρήνευση» (Η. Τσιριμώκου: «Αλ. Σβώλος – Η δική μας αλήθεια», εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ, 1962, σελ. 79 – 80). Χρειάζεται, άραγε, να αναφέρουμε τίποτα περισσότερο, για να αποδειχτεί, ότι το παιχνίδι στη Βάρκιζα ήταν στημένο από την αρχή, πριν καλά καλά ξεκινήσει; Η Συμφωνία της Βάρκιζας

    Η Διάσκεψη της Βάρκιζας άρχισε στις 2/2/1945, ημέρα Παρασκευή και τελείωσε στις 12 του μηνός, ημέρα Δευτέρα με την υπογραφή της πιο πολυσυζητημένης και πιο ακριβοπληρωμένης από το λαό συμφωνίας στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Τις δύο πλευρές εκπροσώπησαν τριμελείς αντιπροσωπείες. Επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΕΑΜ ήταν ο Γ. Σιάντος και συμμετείχαν σ’ αυτήν – όπως έχουμε με άλλη ευκαιρία αναφέρει – ο Μ. Παρτσαλίδης και ο Ηλ. Τσιριμώκος. Στρατιωτικός σύμβουλος της αντιπροσωπείας ήταν ο στρατηγός και αρχηγός του ΕΛΑΣ, Στ. Σαράφης. Στην αντιπροσωπεία της κυβέρνησης των Αθηνών επικεφαλής ήταν ο υπουργός Εξωτερικών Ι. Σοφιανόπουλος – που ορίστηκε και πρόεδρος της Διάσκεψης – ενώ συμμετείχαν, επίσης, ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης (ανήκε στο δεξιό Λαϊκό Κόμμα) και ο υπουργός Γεωργίας Ι. Μακρόπουλος. Στρατιωτικός σύμβουλος της κυβερνητικής αντιπροσωπείας ήταν ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας. Τέλος, παρατηρητής εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου – αντιβασιλιά Δαμασκηνού ήταν ο διευθυντής του Πολιτικού του Γραφείου Ι. Γεωργάκης, μετέπειτα καθηγητής της Παντείου και στενός συνεργάτης του Ωνάση.

    Οι θέσεις του ΕΑΜικού κινήματος
    Η ΕΑΜική αντιπροσωπεία πήγε στη Βάρκιζα με σαφείς και συγκεκριμένες θέσεις, τις οποίες ανέλυσε ο Γ. Σιάντος, στις 3/2, κατά τη δεύτερη μέρα των εργασιών της διάσκεψης. Οι θέσει αυτές είχαν καθοριστεί σε συνεδρίαση της ΚΕ του ΚΚΕ, προς το τέλος του Γενάρη και επιβεβαιώθηκαν σε σύσκεψη που ακολούθησε, παρουσία ηγετικών στελεχών του Κόμματος και του Ηλ. Τσιριμώκου. Οπως μαρτυρεί ο Β. Μπαρτζιώτας στο βιβλίο του «Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944» (σελ. 427) τόσο στη συνεδρίαση της ΚΕ του ΚΚΕ, όσο και στη σύσκεψη που ακολούθησε, συμφωνήθηκε να μην υπογραφεί, σε καμιά περίπτωση, συμφωνία στην οποία δε θα συμπεριλαμβανόταν ο όρος της χορήγησης Γενικής Αμνηστίας. Μάλιστα, αποφασίστηκε να αποχωρήσει η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ από τη Διάσκεψη, αν η αντίπαλη πλευρά δε δεχόταν αυτόν τον όρο.

    Οι θέσεις του ΕΑΜ για την υπογραφή συμφωνίας, όπως αναλύθηκαν από το Γ. Σιάντο στη Διάσκεψη έχουν ως εξής:

    – Σε ό,τι αφορά το στρατιωτικό ζήτημα γινόταν αποδεχτή η διάλυση του ΕΛΑΣ, υπό την προϋπόθεση ότι θα συγκροτούνταν εθνικός στρατός μέσα από τακτική στρατολογία, με κριτήριο την ηλικία και χωρίς τη συμμετοχή δοσίλογων, φασιστικών στοιχείων ή δήθεν εθελοντών. Ο στρατός αυτός θα ήταν πλαισιωμένος από στελέχη που δεν ήταν ένοχα δοσιλογισμού ή φασιστικών αντιλήψεων και με τη συμμετοχή, βεβαίως, των στρατιωτικών στελεχών του ΕΛΑΣ, αλλά και των απλών μαχητών του που πληρούσαν τους ηλικιακούς όρους στράτευσης.

    – Αυστηρότατη εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας από τα δοσίλογα και φασιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τη δέσμευση του Γ. Παπανδρέου στο λόγο του στο Σύνταγμα στις 18/10/1944.

    – Εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τους δοσίλογους και σταμάτημα των διώξεων, που άρχισαν με αφορμή τα Δεκεμβριανά, σε βάρος δημοκρατικών – αριστερών δημοσίων υπαλλήλων, με την κατηγορία ότι «ηυνόησαν το κίνημα».

    – Χορήγηση Γενικής Αμνηστίας.

    – Συγκρότηση αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των παρατάξεων.

    – Ταχύτατη διενέργεια εκλογών και δημοψηφίσματος. «Κατά τη γνώμη μας – είπε γι’ αυτό το θέμα ο Γ. Σιάντος – η καλύτερη λύση θα ήταν να ορίζονταν από τώρα οι σχετικές ημερομηνίες». (Η ομιλία του Γ. Σιάντου στη Διάσκεψη της Βάρκιζας είναι δημοσιευμένη στο «Ριζοσπάστη» 6/2/1945).

    Οπως έχουμε ήδη αναφέρει στο μόνο ζήτημα που δε θα δεχόταν την παραμικρή συζήτηση η ΕΑΜική αντιπροσωπεία ήταν η Γενική Αμνηστία. Κι όμως δέχτηκε.

    Η συνθηκολόγηση
    Μετά την ομιλία του Γ. Σιάντου οι εργασίες της Διάσκεψης διακόπηκαν για δύο μέρες στο διάστημα των οποίων λειτούργησε, όπως δείχνουν τα πράγματα ένα οργιώδες παρασκήνιο, με στόχο να συρθεί η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ στη συνθηκολόγηση. Το θέμα που φαίνεται ότι δέσποσε αφορούσε τη Γενική Αμνηστία. Οι Εγγλέζοι και η αντίδραση γνώριζαν από τον Ηλ. Τσιριμώκο, που φρόντισε να τους ξεφουρνίσει τα πάντα, ότι το ζήτημα αυτό μπορούσε να οδηγήσει σε ρήξη. Δεν είχαν, όμως, καμιά διάθεση να υποχωρήσουν και να δεχτούν τη δίκαιη απαίτηση του λαϊκού κινήματος, γιατί επιδίωκαν μια κουτσουρεμένη αμνηστία, που θα τους έλυνε τα χέρια, ώστε, μετά την υπογραφή της συμφωνίας, να βάλουν, με δήθεν νόμιμα μέσα, το ΕΑΜικό κίνημα στο στόχο και να διευκολύνουν τη συντριβή του. Ετσι διάλεξαν το μόνο δρόμο που είχαν πέραν της ρήξης. Κι αυτός ο δρόμος περνούσε μέσα από την αλλαγή της θέσης που εξέφρασε διά στόματος Σιάντου η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ.

    Στις 4/2 η κυβερνητική αντιπροσωπεία, με επιστολή της προς την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, γνωστοποιούσε στα μέλη της τελευταίας πως η θέση τους για Γενική Αμνηστία «κατόπιν συμφώνου γνώμης της κυβερνήσεως… είναι απολύτως απαράδεκτος». Και το επιθυμητό για την αντίδραση αποτέλεσμα επήλθε. Την επομένη οι ΕΑΜίτες αντιπρόσωποι, με απαντητική επιστολή τους, γνωστοποιούσαν στους συνομιλητές τους ότι «εφόσον η κυβέρνησις εμμένει εις την άποψη της, η αντίστοιχη επιμονή στην ορθή γνώμη μας θα οδηγούσε σε ρήξη που, ανεξάρτητα από την ευθύνη, θα οδηγήσει τον τόπο σε συμφορά. Για τον λόγον αυτόν δεχόμαστε να λυθή το ζήτημα των διώξεων, με βάση την αρχή που έθεσεν η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία και με τη θέσπιση εγγυήσεων, ικανών να περιορίσουν τους κινδύνους που σας έχομεν εκθέσει». (Για τις επιστολές αυτές Βλέπε: Εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα», 7/2/1945 και Π. Βενάρδου: «Η Συμφωνία της Βάρκιζας», σελίδες 45 – 46). Για το πώς έγινε αυτή η μεταστροφή μια μικρή, ελάχιστη, γεύση έδωσε πολύ αργότερα ο Μ. Παρτσαλίδης: «Είναι αλήθεια – μαρτυρεί ο Παρτσαλίδης – ότι ο Τσιριμώκος ήταν αυτός που περισσότερο ήθελε να υποχωρήσουμε. Και να ζητήσουμε εγγυήσεις, για να περιοριστεί όσο ήταν δυνατόν ο κίνδυνος να επεκταθούν οι διώξεις. Προσωπικά είχα προτείνει στον Σιάντο όχι να διακοπούν οι διαπραγματεύσεις, αλλά να δηλώσουμε ότι πάνω στο θέμα αυτό, επειδή έχουμε δέσμευση από το ΕΑΜ και την ΚΕ του Κόμματος που αντιπροσωπεύαμε, πρέπει να μας δοθεί η δυνατότητα να συζητήσουμε την άρνηση της κυβέρνησης υπεύθυνα και στην ΚΕ του ΕΑΜ και στην ΚΕ του ΚΚΕ στα Τρίκαλα… Τελικά, όμως, ο Σιάντος κατέληξε στο ότι μια καθυστέρηση της υπογραφής της συμφωνίας δεν επρόκειτο να μας ωφελήσει… και συμφωνήσαμε ότι θα έπρεπε να κάνουμε την υποχώρηση, για να μην τρεναριστεί άλλο η υπόθεση. Κακώς βέβαια… «. (Π. Βενάρδου, στο ίδιο, σελίδα 98).

    Η αρχή της συνθηκολόγησης είχε γίνει κι αφού οι ΕΑΜίτες αντιπρόσωποι υποχώρησαν σ’ αυτό που είχαν θέσει ως αδιαπραγμάτευτη αρχή δεν είχαν πλέον κανένα πρόβλημα να πάρουν την κάτω βόλτα, υπαναχωρώντας και στις υπόλοιπες διεκδικήσεις τους. Ετσι φτάσαμε στην υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας.

    Τι προέβλεπε η συμφωνία
    Για το ζήτημα της αμνηστίας η συμφωνία προέβλεπε στο άρθρο 3 ότι αμνηστεύονται μόνο «τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα, κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχία του πολιτικού αδικήματος». Το άρθρο αυτό, με τη διατύπωση που είχε, έδωσε τη δυνατότητα στην αντίδραση να εξαπολύσει άγριο διωγμό εναντίον των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης, χαλκεύοντας κατηγορίες για διάπραξη δήθεν κοινών αδικημάτων στην περίοδο της κατοχής.

    Για τα άλλα, κύρια, ζητήματα η συμφωνία προέβλεπε:

    Αποστράτευση του ΕΛΑΣ και συγκρότηση εθνικού στρατού μέσα από κανονική στρατολογία. Εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από δοσίλογους και φασιστικά στοιχεία. Διενέργεια δημοψηφίσματος και στη συνέχεια εκλογών μέσα στο 1945. Τέλος, η συμφωνία δεν προέβλεπε συγκρότηση αντιπροσωπευτικής κυβέρνηση, αλλά ούτε και έθιγε το θέμα της παρουσίας των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα (Βλέπε ολόκληρη τη Συμφωνία στα «Επίσημα κείμενα ΚΚΕ», τόμος Ε` σελίδες 411 – 416).
    http://clubs.pathfinder.gr/elas/488912

  11. Β.Α. on

    Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας προστέθηκαν νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Οι Εγγλέζοι και η ντόπια αντίδραση είχαν, εκ των πραγμάτων, το πάνω χέρι – στρατιωτικά και πολιτικά – και αξιοποίησαν αυτή την υπεροχή τους, επιχειρώντας με διάφορους τρόπους – και με πρωτοφανείς διώξεις κατά των λαϊκών αγωνιστών – τη συντριβή του λαϊκού κινήματος. Ο λαός όμως, στη συντριπτική του πλειοψηφία, παρέμεινε συσπειρωμένος γύρω από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, αν και κυριαρχούσαν η πίκρα, η απογοήτευση, τα εύλογα ερωτηματικά: Γιατί τα πράγματα πήραν τέτοια τροπή; Ποια θα ήταν η τύχη αυτού του τεράστιου κινήματος της Εθνικής Αντίστασης; Ποιος θα έπρεπε να είναι ο νέος ρόλος του;
    Στα πλαίσια αυτά, αναπτύχθηκαν στους κόλπους του ΕΑΜικού κινήματος και ορισμένες διασπαστικές τάσεις, οι οποίες στόχευαν στην απομόνωση του ΚΚΕ και την ανασύνθεση του ΕΑΜ σε συντηρητικότερη βάση.

    Φυγόκεντρες τάσεις
    Στο ΕΑΜ, εκτός του ΚΚΕ και του ΑΚΕ, υπήρχε το κόμμα της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ) με γραμματέα τον Η. Τσιριμώκο, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΣΚΕ) με γραμματέα τον Δ. Στρατή, το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚΕ) με γραμματέα τον Γεωργαλά, διάφοροι ανεξάρτητοι σοσιαλιστές κ.ά. Με το ΕΑΜ, επίσης, συνεργαζόταν στενά – αν και δεν ήταν τυπικά μέλος του – ο καθηγητής Α. Σβώλος. Ολες αυτές οι ομάδες και προσωπικότητες, θα μπορούσε να πει κανείς ότι κινούνταν πολιτικο-ιδεολογικά στο χώρο του σοσιαλρεφορμισμού. Μετά την απελευθέρωση και πριν τα Δεκεμβριανά, είχαν αρχίσει διάφορες προσπάθειες για ενοποίηση των σοσιαλιστικών ομάδων και κομμάτων του ΕΑΜ. Ο στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα ενιαίο κόμμα, έξω από το ΕΑΜ, με ηγέτη τον Α. Σβώλο. Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο και το ρίσκο μιας διάσπασης στο ΕΑΜικό κίνημα δεν ήταν κάτι που μπορούσε κανείς να το πάρει απερίσκεπτα στην πλάτη του. Πάντως, οι προσπάθειες γίνονταν προσεκτικά και μεθοδικά, αλλά το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών τροποποίησε ουσιαστικά αυτές τις εξελίξεις. Από τη μια, τις ανέστειλε για όσο διάστημα διαρκούσαν οι πολεμικές συγκρούσεις κι, από την άλλη, τις επιτάχυνε μετά το πέρας των εχθροπραξιών, όταν δηλαδή υπογράφηκε η ανακωχή και η Συμφωνία της Βάρκιζας. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι άλλο κι έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι προσπάθειες διάσπασης του ΕΑΜ ήταν σε γνώση των Αγγλων, αν όχι υπό την καθοδήγησή τους. Ενώ συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις στη Βάρκιζα, ο Σάββας Παπαπολίτης, στενός συνεργάτης του Τσιριμώκου, κατ’ εντολήν του τελευταίου, συναντήθηκε με τον Βρετανό πρεσβευτή Λίπερ και είχε μαζί του μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση. Το τι συζητήθηκε το αναφέρει ο Λίπερ σε τηλεγράφημα που έστειλε στο Φόρεϊν Οφις στις 6/2/1945: «Ο Παπαπολίτης – λέει ο Λίπερ – ζήτησε να με δει σήμερα το απόγευμα. Πρόσφατα, επήρε τη θέση του Τσιριμώκου σαν γενικός γραμματέας της ΕΛΔ, όταν ο τελευταίος ήρθε σε ρήξη με το ΕΑΜ. Ηταν σε στενή επαφή με τον Τσιριμώκο από τη στιγμή που έφτασε εδώ σαν μέλος της αντιπροσωπείας του ΕΛΑΣ.

    Ο Τσιριμώκος του ζήτησε να με δει με σκοπό να μου εξηγήσει την ακόλουθη θέση: Από μια σειρά αναποδιές, ο Τσιριμώκος βρέθηκε ακόμα μια φορά στο στρατόπεδο του ΚΚΕ μετά το τέλος της μάχης της Αθήνας. Εντάχθηκε στην αντιπροσωπεία, όχι με σκοπό να βοηθήσει τον Σιάντο, αλλά με στόχο να εξασφαλίσει μια συμφωνία, η οποία θα αδυνατίσει το ΚΚΕ». Ομως, ο Παπαπολίτης δε σταμάτησε εδώ. Ενημέρωσε το Λίπερ – σύμφωνα με όσα αυτός αναφέρει – ότι η απόφαση του Τσιριμώκου ήταν «να συνενώσει όλες τις σοσιαλιστικές ομάδες για να υποστηρίξουν ανοιχτά» τη δράση των Βρετανών στην Ελλάδα «και να καταδικάσει το ΚΚΕ για την αντιβρετανική του στάση» (Φ. Οικονομίδη: «Ελλάδα ανάμεσα σε δύο κόσμους», εκδόσεις ΟΡΦΕΑΣ, σελ. 34).

    Η διάσπαση του ΕΑΜ
    Αμέσως μετά τη Βάρκιζα, ο Τσιριμώκος και το κόμμα του έβαλαν μπροστά τη διαδικασία διάσπασης του ΕΑΜ, προτείνοντας ότι αυτό έπρεπε να διαλυθεί, γιατί τάχα είχε εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε. Στο επιχείρημα αυτό αναγκάστηκε να απαντήσει ο Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Γ. Σιάντος, με δηλώσεις του – τη μέρα της υπογραφής της συμφωνίας – στους ανταποκριτές του ξένου Τύπου. «Δύο – είπε ο Σιάντος – ήταν από την αρχή της σύστασής του οι σκοποί του ΕΑΜ. Ο πρώτος εξεπληρώθη με την απελευθέρωση της χώρας που πραγματοποιήθηκε με την αποχώρηση των Γερμανών. Ο δεύτερος είναι η εξασφάλιση των λαϊκών ελευθεριών, για τις οποίες αγωνίστηκε και αγωνίζεται». Επίσης, ο Σιάντος αναφέρθηκε και στη θέση της ΕΛΔ μέσα στο ΕΑΜ, τονίζοντας ότι «είναι όμοια μ’ εκείνη του ΚΚΕ κι ότι η ΕΛΔ είναι μέλος του ΕΑΜ από τα πλέον σοβαρά» («Ελεύθερη Ελλάδα», 13/2/45 και «Ριζοσπάστης», 16/2/45). Οι δηλώσεις Σιάντου δεν εμπόδισαν το κόμμα του Τσιριμώκου να προωθήσει τη διασπαστική του δουλιά. Ετσι άρχισαν οι επαφές με τις άλλες σοσιαλιστικές ομάδες, με στόχο τη δημιουργία ενιαίου κόμματος, εκτός ΕΑΜ. Χαρακτηριστική είναι η απόφαση της ΚΕ της ΕΛΔ, στις 15 Μάρτη του ’45, όπου με προσοχή, αλλά και σαφήνεια προωθούσε το ρήγμα στο ΕΑΜικό κίνημα. Στην απόφαση αυτή, αν και αναγνωριζόταν η προσφορά του ΚΚΕ στην αντίσταση κατά του φασισμού, υπογραμμιζόταν ότι «το ΚΚΕ δεν εκφράζει ιδεολογικά τη θέληση της πλειοψηφίας των λαϊκών βάσεων, που συγκροτούν το ΕΑΜικό κίνημα». Γινόταν μάλιστα η εκτίμηση πως η πλειοψηφία αυτή ήταν πιο κοντά στα αγροτικά και σοσιαλιστικά κόμματα του ΕΑΜ, τα οποία έπρεπε να ενοποιηθούν. Ακόμη η ΚΕ της ΕΛΔ έριχνε το γάντι στο ΚΚΕ, κατηγορώντας το για ηγεμονισμό μέσα στο ΕΑΜ και σημείωνε ότι μετά τα Δεκεμβριανά, επειδή είχαν κλονιστεί οι σχέσεις μεταξύ των ΕΑΜικών συμμάχων, «το αίτημα να μην υπάρξει πια ενιαία οργάνωση γίνηκε οξύτερο». Ομως, η ΕΛΔ απέφυγε να προτείνει ευθέως, αυτή τη φορά, τη διάλυση του ΕΑΜ, επιλέγοντας την οδό της πλαγιοκόπησης. Στη δε πρόταση του ΚΚΕ, ότι το ΕΑΜ έπρεπε να μετασχηματιστεί από εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση σε πολιτικό συνασπισμό κομμάτων, απαντούσε ως εξής: Δήλωνε προθυμία να διατηρηθεί το ΕΑΜ, «όχι σαν συνασπισμός κομμάτων, αλλά σαν λαϊκή οργάνωση, ανεξάρτητη απ’ τα κόμματα και χωρίς δικαίωμα να καθοδηγεί τα κόμματα», με τους εξής σκοπούς: «α) να διαφωτίσει το λαό πάνω στο τρίχρονο έργο του ΕΑΜ, β) να αγωνιστεί για την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών και την επικράτηση των δημοκρατικών θεσμών κλπ.». Τέλος, η ΚΕ της ΕΛΔ εξουσιοδότησε τον Η. Τσιριμώκο να προωθήσει αυτές τις θέσεις μέσα στα ΕΑΜικά κόμματα κι αν αυτές δε γίνονταν αποδεκτές η ΕΛΔ θα αποχωρούσε από το ΕΑΜ (Βλέπε: «ΕΛΔ – Θέσεις για τα Δεκεμβριανά», Απόφαση της ΚΕ της 15 Μαρτίου 1945, έκδοση σε μπροσούρα σελ. 1, 13 και εξής, 47 – 51).

    Οι θέσεις της ΕΛΔ συζητήθηκαν στην ΚΕ του ΕΑΜ και απορρίφθηκαν, με αποτέλεσμα στις 2 Απρίλη του 1945 η ΕΛΔ, το ΣΚΕ και το ΕΣΚΕ να αποχωρήσουν. Στις 5 του μηνός, η ΕΛΔ και το ΣΚΕ θα ενοποιηθούν και θα συγκροτήσουν το κόμμα ΕΛΔ – ΣΚΕ (αργότερα ονομάστηκε ΣΚΕΛΔ), με πρόεδρο τον Α. Σβώλο και γενικό γραμματέα τον Η. Τσιριμώκο. Οι διεργασίες στο χώρο των ρευμάτων του σοσιαλρεφορμισμού θα συνεχιστούν μέσα στο ’45, με στόχο τη δημιουργία ενός ισχυρού πόλου έκφρασης των μικροαστικών στοιχείων της κοινωνίας και αποδυνάμωσης του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Επιχειρήθηκε, μάλιστα, με τη δημιουργία Επιτροπής Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων (ΕΣΣΑΚ), να φτιαχτεί ένα αντι-ΕΑΜ. Ομως, οι διασπαστικές αυτές προσπάθειες δε βρήκαν έδαφος μέσα στο λαό. Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ αντιμετώπισαν προσεκτικά, με ιδεολογικό και πολιτικό λόγο, τους διασπαστές του κινήματος, μη διστάζοντας, όταν αυτό χρειάστηκε, να τους καταγγείλουν ανοιχτά για τις ενέργειές τους. Ετσι, πολύ σύντομα, τα κόμματα αυτά αναζήτησαν και πάλι γέφυρες συνεργασίες με τον ΕΑΜικό πολιτικό συνασπισμό και τους κομμουνιστές.

    Η μετατροπή σε πολιτικό συνασπισμό
    Η καινούρια κατάσταση, που δημιουργήθηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, υπαγόρευε την ανάγκη προσαρμογής του λαϊκού κινήματος στις νέες συνθήκες. Ο αφοπλισμός και η διάλυση του ΕΛΑΣ, εκ των πραγμάτων, σήμαινε – επί του παρόντος τουλάχιστον – τον τερματισμό των ένοπλων μορφών πάλης και μετατόπιση του κέντρου βάρους της δράσης του λαού και των οργανώσεών του στους μαζικούς πολιτικούς αγώνες.

    Την ανάγκη προσαρμογής στις νέες συνθήκες υπογράμμισε η 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, που συνήλθε στην Αθήνα στο διάστημα 5 – 10 Απρίλη του ’45. Η Ολομέλεια αντιμετώπισε με σαφήνεια τις διαλυτικές τάσεις που αναπτύσσονταν στο ΕΑΜικό κίνημα, υπογραμμίζοντας ότι «το ΕΑΜ πρέπει να αναπροσαρμόσει τις πολιτικές του επιδιώξεις και την οργανική του συγκρότηση, ανάλογα με τις καινούριες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, ύστερα από την απελευθέρωση της χώρας και τη διαμόρφωση της σημερινής εσωτερικής κατάστασης» (11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, Πολιτική Απόφαση, «Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ», τόμος Ε`, Εκδόσεις ΣΕ, σελ. 259).

    Μετά την αποχώρηση από το ΕΑΜ των σοσιαλρεφορμιστών και τη δημιουργία του κόμματος ΕΛΔ – ΣΚΕ, οι διαδικασίες προσαρμογής και ανασυγκρότησης του θρυλικού Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου στις νέες συνθήκες επιταχύνθηκαν. Η προσπάθεια διάλυσής του – και απομόνωσης του ΚΚΕ – ανακόπηκε γρήγορα, πριν γίνει κατορθωτό να περάσει η σύγχυση και ο αποπροσανατολισμός στις λαϊκές μάζες, που εκ των πραγμάτων θα έδινε τη δυνατότητα στους διασπαστές να ψαρέψουν σε θολά νερά. Με κέντρο το ΚΚΕ, ο ΕΑΜικός συνασπισμός διατηρήθηκε ουσιαστικά αλώβητος, συσπειρώνοντας στις γραμμές του νέες δυνάμεις. Κατ’ αρχήν, πέραν του ΚΚΕ, έμειναν στο ΕΑΜ το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας (ΑΚΕ) του Κ. Γαβριηλίδη και η Δημοκρατική Ενωση του Στ. Κρητικά που είχε προσχωρήσει το 1944. Επίσης προστέθηκαν δύο νέα μικρά κόμματα: Το Σοσιαλιστικό του Γιάννη Πασαλίδη και το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα (ΔΡΚ) των Μ. Κύρκου και Αλκ. Λούλη. Τέλος, σχέσεις στενής συνεργασίας διατήρησε και η ομάδα των Αριστερών Φιλελευθέρων του Στ. Χατζήμπεη και του Ν. Γρηγοριάδη. Ετσι στις 24 Απρίλη του ’45, με απόφαση της ΚΕ του, το ΕΑΜ μετασχηματίστηκε σε πολιτικό συνασπισμό κομμάτων. Η ιστορική αυτή απόφαση δημοσιεύτηκε την επομένη, στην εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα», η οποία έγραφε στην πρώτη της σελίδα: «Το ΕΑΜ ΣΕ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ ΑΓΩΝΩΝ για τη νίκη του Αντιφασισμού και της Δημοκρατίας».

    Παραθέτουμε την απόφαση αυτή στη μορφή που δημοσιεύτηκε στην «Ελεύθερη Ελλάδα» στις 25/4/1945, χωρίς καμιά παρέμβαση δική μας στον τίτλο και στους μεσότιτλους του κειμένου.

    Η απόφαση
    Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ, της 24ης Απριλίου 1945:

    Το ΕΑΜ, ο μεγαλύτερος Εθνικός Συνασπισμός που γνώρισε η νεότερη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, καθόρισε με το ιδρυτικό του σαν σκοπούς την Εθνική Απελευθέρωση, την Επιβίωση του Λαού και την κατοχύρωση της Λαϊκής Κυριαρχίας. Τα κόμματα και οι Οργανώσεις, που υπέγραψαν το ιστορικό αυτό έγγραφο, ανέλαβαν απέναντι του Ελληνικού Λαού την υποχρέωση να αγωνιστούν από κοινού για την εκπλήρωση των παραπάνω σκοπών.

    Το ΕΑΜ, το βασικό του Εθνικοαπελευθερωτικό σκοπό, τον προσδιόρισε από τη μια μεριά σαν εκδίωξη των Ιταλών, Γερμανών και Βουλγάρων επιδρομέων από το πατρικό έδαφος και από την άλλη σαν ολοκλήρωση της Εθνικής αποκαταστάσεως, με βάση τις διακηρυγμένες αρχές του Συμμαχικού αγώνα.

    Μετά την Εθνική Απελευθέρωση, τα Κόμματα και οι Οργανώσεις του ΕΑΜ αναγνωρίζουν την ανάγκη της αναπροσαρμογής του Συνασπισμού πολιτικά και οργανωτικά προς τις καινούριες συνθήκες και απαιτήσεις του ελεύθερου πολιτικού βίου για τη νέα ειρηνική πολιτική εξόρμηση, με σκοπό την πραγματοποίηση του υπόλοιπου εθνικού και πολιτικού προγράμματος του ΕΑΜ.

    Προγραμματικοί σκοποί

    Σύμφωνα με τα παραπάνω, το ΕΑΜ ανασχηματίζεται σε καθαρά πολιτικό συνασπισμό Κομμάτων, που θα συντονίσου τη δράση τους:

    (α) Για την οριστική εμπέδωση της κυριαρχίας του Λαού με την εξασφάλιση των δημοκρατικών ελευθεριών, την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας και την εξάλειψη του φασισμού από όλες τις εκδηλώσεις της πολιτικής ζωής του τόπου. Οι Συμφωνίες της Βάρκιζας και της Γιάλτας αποτελούν και αφετηρία και έρεισμα για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού.

    (β) Για την υπεράσπιση του έργου και των δικαιωμάτων του Κινήματος της Εθνικής Αντιστάσεως, που περικλείει τις ζωντανές δυνάμεις του Εθνους, πάνω στις οποίες μόνο μπορεί να στηριχτεί η αναδημιουργία της μεταπολεμικής Ελλάδος.

    (γ) Για την ανοικοδόμηση και την οικονομική ανασυγκρότηση της Χώρας προς όφελος του Λαού.

    (δ) Για την κατοχύρωση της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας και εδαφικής μας ακεραιότητας και τη ολοκλήρωση της εθνικής μας αποκαταστάσεως. Τα συμφέροντα της Ελλάδος επιβάλλουν εξωτερική πολιτική βασισμένη στη φιλία και συνεργασία με όλους τους Μεγάλους Συμμάχους και τους γειτονικούς λαούς.

    Η αναπροσαρμογή
    Τα Κόμματα, που αποτελούν το Συνασπισμό, συγκροτούν Επιτροπή για την επεξεργασία του κοινού προγράμματος στις προσεχείς εκλογές Συντακτικής Εθνοσυνελεύσεως. Ο συντονισμός της δράσεως των Κομμάτων του Συνασπισμού πραγματοποιείται από Κεντρική Επιτροπή, που θα αποτελεστεί από αντιπροσώπους των Κομμάτων του Συνασπισμού έναν από κάθε Κόμμα. Οι αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής παίρνονται με πλήρη ομοφωνία και διαβιβάζονται στα τοπικά τμήματα των κομμάτων, όχι με ιδιαίτερο μηχανισμό του Συνασπισμού, αλλά διά μέσου των Κομμάτων. Ανάλογες επιτροπές καταρτίζονται στα τοπικά τμήματα.

    Τα Κόμματα που μετέχουν στο Συνασπισμό έχουν απόλυτη πολιτική και οργανωτική ανεξαρτησία και πλήρη ισοτιμία μέσα στο Συνασπισμό. Δρουν ανεξάρτητα από το Συνασπισμό σε ό,τι αφορά την εκλα`ϊκευση και διάδοση του ιδιαίτερου των προγραμμάτων και την οργανωτική τους ανάπτυξη και εξάπλωση. Μόνο το κοινό πρόγραμμα και οι αποφάσεις, που ψηφίζονται με ομοφωνία, τα δεσμεύουν απέναντι στο Συνασπισμό. Ο Συνασπισμός παραμένει ανοιχτός σε κάθε Κόμμα που θα ήθελε να προσχωρήσει σ’ αυτόν. Επίσης ο Συνασπισμός μπορεί να συντονίσει τη δράση του με άλλα Κόμματα, πάνω σε μερικά σημεία του προγράμματός του, όπου υπάρχει σύμπτωση με τα Κόμματα αυτά. Η «Ελεύθερη Ελλάδα» είναι το δημοσιογραφικό όργανο του Συνασπισμού και διευθύνεται από διακομματική επιτροπή. Εκφράζει το κοινό πρόγραμμα και την κοινή πολιτική του Συνασπισμού.

    Ο τίτλος του Συνασπισμού, που αποτελεί συνέχεια του Ιστορικού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, παραμένει ΕΑΜ.

    Μεγάλη η επιρροή στους εργαζόμενους
    Την ίδια περίοδο, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, πραγματοποιούνται και οι πρώτες μεταπελευθερωτικές αρχαιρεσίες στα εργατικά σωματεία. Τα αποτελέσματα των αρχαιρεσιών αυτών – παρά την ύπαρξη διορισμένης διοίκησης στη Γενική Συνομοσπονδία, η οποία προβαίνει σε κάθε είδους αυθαιρεσίες – αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία και, αποδείξεις ταυτόχρονα, της μεγάλης επιρροής του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, στην εργατική τάξη και το λαό γενικότερα. Από την εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα» της 25 Φλεβάρη 1945 (το ίδιο φύλλο, που δημοσιεύει την απόφαση της ΚΕ του ΕΑΜ, για τη μετατροπή του σε πολιτικό συνασπισμό) αντιγράφουμε τη σχετική είδηση εκείνων των ημερών:

    «Στις εκλογές των εμποροϋπαλλήλων, επί 1.422 ψήφων, ο πρώτος επιτυχών του ΕΡΓΑΣ πήρε 1.014 ψήφους, οι σοσιαλιστές (Στρατή) 367 και οι διορισμένοι 140. Οι εκλεγέντες, 15 του συμβουλίου, 5 αντιπρόσωποι για το Εργατικό Κέντρο, 6 για την Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων και 4 για τη Συνομοσπονδία είναι όλοι του ΕΡΓΑΣ.

    Στις εκλογές του σωματείου προσωπικού οινοποιητικών και οινοπνευματοποιητικών εταιριών, για εκλογή διοικήσεως, το δημοκρατικό ψηφοδέλτιο πήρε 152 ψήφους και 61 οι αντίπαλοι.

    Στο σύνδεσμο αντικριστών Χρηματιστηρίου βγήκε μεικτή διοίκηση.

    Στη συνέλευση των συνταξιούχων και φυματικών εργατών μετάλλου, για εκλογή εφορευτικής, παμψηφεί εγκρίθηκαν οι υποψήφιοι του ΕΡΓΑΣ.

    Στη συνέλευση για εφορευτική επιτροπή υπαλλήλων ξενοδοχείων ύπνου, βγήκε διά βοής το ψηφοδέλτιο του ΕΡΓΑΣ.

    Στις 22/4 έγιναν στον Πειραιά εκλογές, για την ανάδειξη διοικητικών συμβουλίων στις παρακάτω οργανώσεις:

    Μηχανουργική Ενωση. Ψήφισαν 645, ΕΡΓΑΣ 619.

    Βοηθοί αυτοκινήτων. Ψήφισαν 197, ΕΡΓΑΣ 177, άκυρα 20 ψηφοδέλτια.

    Εργάτες Φωταερίου. Βγήκε παμψηφεί το αντιφασιστικό ψηφοδέλτιο.

    Ελαιουργοσαπωνοποιοί. Ψήφισαν 250, ΕΡΓΑΣ 219».

  12. Β.Α. on

    Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφτηκε, αλλά δεν εφαρμόστηκε από τη δοσίλογη Δεξιά και τους Αγγλους προστάτες της. Η συμφωνία προέβλεπε την ομαλή δημοκρατική εξέλιξη, την ισοτιμία και δημοκρατία για όλους, την ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων, το σεβασμό των ατομικών ελευθεριών και την κατάργηση κάθε ανελεύθερου νόμου.
    Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ τήρησαν τους όρους της συμφωνίας, υποχρεώνοντας τους μαχητές του ΕΛΑΣ να παραδώσουν – με συντριμμένη καρδιά – τα τιμημένα στις μάχες, κατά των κατακτητών και των συνεργατών τους, όπλα. Αντίθετα, η δοσίλογη Δεξιά, με τη βοήθεια και καθοδήγηση των Αγγλων ιμπεριαλιστών, όχι μόνο τους παραβίασε και τους ποδοπάτησε, αλλά χρησιμοποίησε το γεγονός αυτό, για να κερδίσει χρόνο και να οργανώσει το μεταπολεμικό κράτος της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας από δοσιλόγους και συντηρητικά στοιχεία. Πρώτιστος στόχος της, η συντριβή του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης και η μετατροπή της Ελλάδας σε προτεκτοράτο του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού, προγεφύρωμά τους στα Βαλκάνια, ενάντια στη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.

    Στο στόχαστρο οι αγωνιστές της Αντίστασης
    Για την εφαρμογή και επιτυχία αυτού του στόχου, την εξόντωση του ΕΑΜικού κινήματος και της Αριστεράς, εξαπολύθηκε αιματηρό τρομοκρατικό όργιο κατά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Εκτός από τις επίσημες κρατικές δυνάμεις (που δεν τους επαρκούσαν) το κράτος, με την υπόδειξη και καθοδήγηση των Αγγλων, συγκρότησε ένα τεράστιο παρακράτος με δυνάμεις κρούσης. Διάφορες ληστοσυμμορίες, όπως των Σούρλα, Καλαμπαλίκη, Μαγγανά, Βουρλάκη, Αντών Τσαούς, κ.ά. Στα χρόνια αυτά, δρούσαν στην Ελλάδα 166 μικρές και μεγάλες συμμορίες. Οι συμμορίες αυτές αποτελούνταν από δοσίλογους, συνεργάτες των κατακτητών, ταγματασφαλίτες, κακοποιούς, ένοπλες φασιστικές ομάδες, που εφάρμοζαν τη σφαγή και τη λεηλασία. Σκότωναν, έκαιγαν, βίαζαν γυναίκες και κορίτσια. Μέσα σ’ ένα χρόνο, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, βιάστηκαν 165 γυναίκες και κούρεψαν σύριζα τα μαλλιά σε εκατοντάδες άλλες ΕΠΟΝίτισσες. Εγιναν ομαδικές συλλήψεις, άγρια βασανιστήρια, ομαδικές δολοφονίες. Στην Αλεξανδρούπολη συνέλαβαν 200 στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Στην Καβάλα, Δράμα, Σέρρες, σε όλη τη Μακεδονία, συνέχιζαν το τρομοκρατικό και δολοφονικό όργιο ο Τσαούς Αντών, με τις συμμορίες του.

    Ο καθηγητής Α. Σβώλος, που περιόδεψε τη Μακεδονία, δήλωσε στις 3 Νοέμβρη 1945, στους δημοσιογράφους, ότι «οι μοναρχοφασιστικές οργανώσεις ασκούν φρικιαστική τρομοκρατία,. Στις διώξεις, τις συλλήψεις, στα βασανιστήρια συμμετέχουν και άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας».

    Στην Πελοπόννησο – Πάτρα, Κόρινθο – οι ηγέτες του ΕΑΜ, Πασαλίδης – Λούλης – Ν. Γρηγοριάδης δέχτηκαν επιθέσεις από δεξιούς τρομοκράτες και τραυματίστηκαν.

    Οι ληστοσυμμορίες είναι ασύδοτες. Τον Αύγουστο του 1946 ο Κώστας Βιδάλης, συντάκτης του «Ριζοσπάστη», δολοφονείται στο χωριό ΜελλίαΣτις 17 Οκτώβρη 1945 ομάδα Χιτών δολοφόνησε στην Πάτρα, τον πιεστή της ΕΑΜικής εφημερίδας «Ελεύθερη Αχα`ϊα», Νίκο Σπυρόπουλο και την επομένη, στη διάρκεια της πάνδημης κηδείας του, η Αστυνομία έκανε χρήση των όπλων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ο χαρτεργάτης, Ι. Ελευθεριάδης και ο αστυφύλακας Παν. Μπελεζώνης, που είχε αρνηθεί να πυροβολήσει. Στον Πειραιά έγινε επίθεση στα γραφεία του «Ριζοσπάστη». Στην Αθήνα, με την ανοχή της Αστυνομίας, οι Χίτες κακοποίησαν τους ΕΛΑΣίτες, που πουλούσαν τον «Ριζοσπάστη». Εκαψαν τα γραφεία του ΚΚΕ στην Καισαριανή και σκότωσαν δύο στελέχη του ΚΚΕ, τον Κ. Μακαρώνα και τον Γ. Γιώση. Στη Θεσσαλία, οι Σούρληδες έπιασαν και έσφαξαν τον κομμουνιστή δημοσιογράφο Κώστα Βιδάλη. Την ανάκριση και τη σφαγή παρακολούθησε και Αγγλος αξιωματικός. Στο Βόλο συνέλαβαν 11 πατριώτες και τους εκτέλεσαν έξω από την πόλη, ύστερα από τη δολοφονία του τρομοκράτη Μαριόλη. Στην Αθήνα, στην πλατεία Ομονοίας, το επίσημο κράτος της ΕΣΑ συνέλαβε την δασκάλα Πέπη Καραγιάννη. Την υπέβαλαν σε αφάνταστα βασανιστήρια, τη βίασαν μέσα σε κρατική υπηρεσία και τελικά την καταδίκασαν για κατασκοπία. Χτύπησαν το λαό, που γιόρταζε στο Παναθηναϊκό Στάδιο, για την ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Εγιναν επιθέσεις στο θέατρο Ενωμένων Καλλιτεχνών και αλλού.

    Στην ύπαιθρο, οι φασιστικές συμμορίες αντικατέστησαν το επίσημο κράτος. Δρουν ανεξέλεγκτα. Τρομοκρατούν, δολοφονούν αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Βιάζουν γυναίκες ή τις υποβάλλουν στην εξευτελιστική «τιμωρία» του κουρέματος. Καίνε τις λέσχες της ΕΠΟΝ. Εκβιάζουν, ληστεύουν και λεηλατούν περιουσίες. Σπέρνουν τον τρόμο.

    Ομολογίες και αριθμοί
    Το εγκληματικό αυτό έργο των συμμοριών, το ομολογούν ακόμη και σε επίσημες εκθέσεις διάφοροι πολέμιοι της Αριστεράς και φανατικοί αντικομμουνιστές. Ετσι η Αγγλική Κοινοβουλευτική Αποστολή Κοξ γράφει στην έκθεσή της, για τις συμμορίες της Δεξιάς: «Ασχολούνται με την τρομοκρατία των χωριών και εκβιάζουν οποιονδήποτε πλούσιο, ο οποίος θα είχε αρκετά να πληρώσει».

    Οι καταδιώξεις, οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια πολλαπλασιάζονται καθημερινά. Στις 10 Δεκέμβρη 1945, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κ. Ρέντης, ανακοίνωσε, ότι ως τότε διώχτηκαν 80.000 άτομα του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, για κατοχικά αδικήματα, από τα οποία 40.000 βρίσκονταν στις φυλακές, ως υπόδικοι ή κατάδικοι, ενώ υπήρχαν άλλες 48.000 δικογραφίες.

    Σύμφωνα, όμως, με τα στοιχεία του ΕΑΜ και της Εθνικής Αλληλεγγύης, ο αιματηρός απολογισμός της κυβερνητικής και παρακρατικής τρομοκρατίας, μέσα σ’ ένα χρόνο από την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας, ήταν:

    – Νεκροί: 1.192

    – Τρομοκρατικές ενέργειες: 6.413

    – Συλληφθέντες: 70.000

    – Βιασμένες γυναίκες: 165

    – Ληστείες: 6.567

    – Επιδρομές σε τυπογραφεία: 572

    – Καταδιωκόμενοι δημοκρατικοί πολίτες: πάνω από 100.000

    – Συμμορίες, που δρούσαν: 166

    – Παράνομα οπλοφορούντες της Δεξιάς: 20.000

    ΤΟ 1946
    Μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος
    Το 1946, η τρομοκρατία εντείνεται περισσότερο. Δημιουργείται κατάσταση μονόπλευρου εμφύλιου πολέμου. Από τον Εβρο έως την Κρήτη, σε όλη την Ελλάδα, εξαπολύθηκε αιματηρό τρομοκρατικό όργιο, κατά των ΕΛΑΣιτών, ΕΠΟΝιτών, των αγωνιστών και αγωνιστριών της Εθνικής Αντίστασης. Συνεχίζονται οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες, οι βιασμοί γυναικών. Οι συμμορίες και οι παρακρατικοί καταλαμβάνουν πόλεις και χωριά.

    Στη Νάουσα, στις 15 Γενάρη 1946, δυνάμεις της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής κύκλωσαν την πόλη και συνέλαβαν 400 δημοκράτες. Σκότωσαν τον πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Νάουσας, Γιώργο Ρουτήρα. Εκαψαν και κατέστρεψαν γραφεία εργατικών σωματείων και οργανώσεων, των εφημερίδων του Κόμματος και του ΕΑΜ.

    Στην Πελοπόννησο, το Γενάρη πάλι του ’46, η συμμορία του Μαγγανά, με επικεφαλής τον ίδιο, μπήκαν στην Καλαμάτα, στη Σπάρτη και το Γύθειο και έκαναν ομαδικές σφαγές. Στο Γύθειο δολοφόνησαν 32 φυλακισμένους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Στην Καλαμάτα, κατέλυσαν τις αρχές και δολοφόνησαν 4 δημοκρατικούς πολίτες. Η Χωροφυλακή συνέλαβε 32 χίτες και τους έκλεισε στο κρατητήριο. Επειτα απ’ αυτό, δυο και παραπάνω χιλιάδες οπλισμένοι Χίτες, απ’ όλη τη Μεσσηνία, κύκλωσαν την Καλαμάτα και αφού μπήκαν στην πόλη, κατέλαβαν τα κεντρικά σημεία και πήραν μαζί τους, ως ομήρους, 150 δημοκρατικούς πολίτες (τους περισσότερους τους έσφαξαν). Ο Β. Μπαρτζώτας μιλά για 135 ΕΛΑΣίτες και κομμουνιστές, κρατούμενους στις φυλακές της Καλαμάτας. Η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να κηρύξει το στρατιωτικό νόμο στους Νομούς Μεσσηνίας και Λακωνίας. Αλλά η ενέργεια αυτή χρησιμοποιήθηκε από τους Χίτες και τους μοναρχικούς, για συλλήψεις οπαδών του ΕΑΜ, μπλόκα και λεηλασίες.

    Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, με απόφασή του στις 21 Γενάρη 1946, χαρακτήριζε τα αιματηρά γεγονότα της Καλαμάτας μοναρχοφασιστικό πραξικόπημα, που μαζί με τις δολοφονίες δημοκρατικών πολιτών στη Λακωνία, στο Βόλο, στη Θήβα, την επίθεση ενάντια σε αντιπροσώπους της ΚΕ του ΕΑΜ στην Κόρινθο και το φούντωμα της Χίτικης τρομοκρατίας, έδειχναν ότι το Μαύρο Μέτωπο καταφεύγει στις μεθόδους εμφυλίου πολέμου, ενάντια στη δημοκρατική Ελλάδα. Την πρωταρχική και κύρια ευθύνη, για την κατάσταση αυτή, υπογραμμιζόταν στην απόφαση, τη φέρνει η επίσημη αγγλική πολιτική και οι αγγλικές αρχές κατοχής.

    Η ΚΕ του ΕΑΜ επίσης, σε σχετική ανακοίνωσή της, τόνιζε ότι τα γεγονότα της Καλαμάτας ήταν η αρχή γενικού σχεδίου των μοναρχοφασιστών, για την κατάληψη της εξουσίας.

    Το ΕΑΜ έκανε έντονα διαβήματα στον αντιβασιλέα και την κυβέρνηση και απευθύνθηκε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ζητώντας την άμεση αποχώρηση των αγγλικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, όπου ενεργούσαν σαν στρατός κατοχής. Χαρακτηριστική απόδειξη του γεγονότος αυτού αποτελεί η επιστολή του Αγγλου στρατηγού Ρόλιγκ, προς τον Ελληνα υπουργό Εθνικής Αμυνας Μαυρομιχάλη, την οποία αναφέρει ο ιστορικός συγγραφέας Ν. Γρηγοριάδης, στο βιβλίο του «Δεκέμβρης – Εμφύλιος Πόλεμος 1944-1949»:

    «Εξοχώτατε

    Ουδείς νόμος ή διάταγμα θα υπογράφεται – απ’ όσα αφορούν τον στρατό – προ της λήψεως των επ’ αυτών σχολίων αρχηγού βρετανικής στρατιωτικής αποστολής.

    Εις τας συνεδριάσεις του ανώτατου στρατιωτικού συμβουλίου, θα δίνει τη συμβουλή του. Εάν η συμβουλή του αυτή δε γίνει αποδεκτή, το ζήτημα θα παραπέμπεται εις τον Πρόεδρον του Συμβουλίου, όστις δε θα λαμβάνει καμμίαν απόφασιν αντίθετον προς τη συμβουλήν του αρχηγού της στρατιωτικής αποστολής, άνευ προηγουμένης συνεννοήσεως μετά της αυτού εξοχότητας του Βρετανού πρεσβευτή».

    Το αιματηρό όργιο εντείνεται
    Στις 17 Ιούνη 1946, πέρασε από τη Βουλή το περιβόητο Γ` Ψήφισμα, περί εκτάκτων μέτρων. Με το Γ` Ψήφισμα νομιμοποιήθηκε το δολοφονικό τρομοκρατικό όργιο της αντίδρασης σε βάρος των δημοκρατικών πολιτών.

    Την 1η Ιούλη 1946 μπήκαν σε λειτουργία τα πρώτα 11 έκτακτα στρατοδικεία στη Θεσσαλονίκη, στα Γιαννιτσά, στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στη Δράμα, στην Ξάνθη, στην Αλεξανδρούπολη, στα Γιάννινα, στην Κοζάνη, στη Λάρισα και τη Φλώρινα. Και στις 16 του ίδιου μήνα, στο Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης, έγιναν οι δύο πρώτες εκτελέσεις δημοκρατικών πολιτών, του Σαπρανίδη και του Κελέμη.

    Στις 26 Ιούλη εκτελέστηκαν στα Γιαννιτσά 6 καταδικασμένοι σε θάνατο. Ανάμεσά τους και η νεαρή δασκάλα Ειρήνη Γκίνη. Ηταν η πρώτη γυναίκα, που εκτελέστηκε από στρατοδικείο, από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.

    Από τις αρχές του 1947, η κυβέρνηση της Αθήνας έστρεψε την προσοχή της σε δύο κύρια κατευθύνσεις: Στην παραπέρα ένταση της φασιστικής τρομοκρατίας, για τη συντριβή του λαϊκού κινήματος και στη συγκρότηση και τον εξοπλισμό του στρατού.

    Στην Αθήνα, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις γίνονται μπλόκα, όπως τον καιρό της Κατοχής. Παραβιάζεται το οικογενειακό άσυλο και συλλαμβάνονται κατά εκατοντάδες οι δημοκρατικοί πολίτες, που κλείνονται στις φυλακές ή στέλνονται στα νησιά της εξορίας. Δημιουργήθηκαν τρία ακόμη στρατόπεδα, της Μακρονήσου, του Τρίκκερι και της Γυάρου.

    Η Μακρόνησος μετατράπηκε σε εφιαλτικό τόπο βασανιστηρίων δημοκρατικών αξιωματικών και οπλιτών. Ο στρατηγός Ζαφειρόπουλος αναφέρει ότι από αυτό το, ναζιστικού τύπου, «αναμορφωτήριο» πέρασαν 1.100 αξιωματικοί και 27.770 έφεδροι οπλίτες, από την ίδρυσή του μέχρι το 1950.

    Τα κείμενα έγραψε η Χρυσούλα Γκόγκογλου, γενική γραμματέας της Πανελλήνιας Ενωσης Αγωνιστών – Τραυματιών – Αναπήρων και Θυμάτων (ΠΕΑΤΑΘ) του ΔΣΕ

    http://clubs.pathfinder.gr/elas/489171

  13. «……Η Διάσκεψη του Λιβάνου είναι το Βατερλό του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και γενικότερα των αριστερών πολιτικών δυνάμεων. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, πρόεδρος της κυβερνήσεως και κύριος εκπρόσωπος όλων των αστικών κομμάτων, νικάει κατά κράτος τους συνέδρους που ήρθαν απ” την Ελλάδα με αγγλικό αεροπλάνο, μέσω Ιταλίας. Και είναι οι εξ Ελλάδος οι εξής: Ρούσσος, εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Σβώλος, Αγγελόπουλος και Ασκούτσης, εκπρόσωποι της ΠΕΕΑ, Πορφυρογένης, εκπρόσωπος του ΕΑΜ και Σαράφης εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ.

    Ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα εκπροσωπείται με τρεις, υπό την αρχηγία του Πυρομάγλου και η ΕΚΚΑ του πρόσφατα εκτελεσθέντος από τον ΕΛΑΣ Ψαρρού εκπροσωπείται από τον Κάρταλη. Στην αποστολή υπάρχουν και οι δυο στρατηγοί, οι Βεντήρης και Σταθάτος, ως εκπρόσωποι του συνασπισμού των Εθνικών Οργανώσεων, όπως ονομάζονταν όλες εκείνες οι ομαδούλες, ανάμεσα στις οποίες και η οργάνωση Χ (οι περίφημοι Χίτες) του Γρίβα που δημιουργήθηκε όχι για να βλάψει τον κατακτητή, δεν τον έβλαψε ποτέ ουτε κατ” ελάχιστον, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Σύνολο αντιπροσώπων απ” την Ελλάδα, δώδεκα. Κομμουνιστές, σοσιαλιστές, φασιστοειδή, όλοι ανάκατα. Δώδεκα είναι και οι εκπρόσωποι των ελληνικών κομμάτων που εδρεύουν στην Μέση Ανατολή.
    Και το παιχνίδια αρχίζει υπό τη διαιτησία του Γ. Παπανδρέου που αποδεικνύεται μέγας εξπέρ των εκβιασμών, πάντα με τη βοήθεια των Άγγλων. Ο Άγγλος πρεσβευτής κοντά στην εξόριστη (έτσι τη λεν, αν και κανένας δεν την εξόρισε) ελληνική κυβέρνηση, Ρέτζιναλντ Λίπερ δεν αφήνει λεπτό τους Έλληνες μόνους τους να διασκεφθούν και να αποφασίσουν για την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας,γιατί αυτό είναι το αντικείμενο της Διάσκεψης του Λιβάνου: πως θα σχηματιστεί μια αντιπροσωπευτική ελληνική κυβέρνηση από όλα τα κόμματα και όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, ακόμα και από καθαρά φασιστικές σαν την οργάνωση Χ του Γρίβα.

    Είναι φανερό πως αυτό το κουλουβάχατο που προτείνεται από τον Παπανδρέου σαν ενωτική κυβέρνηση δεν πρόκειται να έχει μέλλον, όμως προς το παρόν προέχει ο εγκλωβισμός του ΕΑΛ και της κυβέρνησης του, της ΠΕΕΑ, σ” ένα κυβερνητικό σχήμα που δε θα το ελέγχει το ΕΑΜ και όλοι οι χειρισμοί του Παπανδρέου αποσκοπούν σε αυτό ακριβώς. ….. Τελικά βλέποντας το ΕΑΜ πως ο Παπανδρέου είναι ανυποχώρητος ενδίδει σε όλα και δέχεται να πάρει μέρος στην κυβέρνηση, άνευ όρων. Είναι ήδη αιχμάλωτο των Άγγλων και του Παπανδρέου που τρίβει τα χέρια του. Κατάφερε να εγκλωβίσει το ΕΑΜ σε μια κυβέρνηση «συνενοχής» και «συνυπευθυνότητας», όπου οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές και οι δημοκρατικοί ριζοσπάστες, δε θα έχουν τον αποφασιστικό λόγο, παρόλο που το ΕΑΜ κυριαρχεί απολύτως στην ύπαιθρο ελληνική χώρα. Το ΕΑΜ παρέδωσε την εξουσία στα λεγόμενα αστικά κόμματα τότε, στο Λίβανο…»

    Β. Ραφαηλίδης: «Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού κράτους»

  14. Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 1945 μεταξύ της κυβέρνησης Πλαστήρα και αντιπροσώπους του ΕΑΜ. Η συμφωνία αυτή ήταν μια προσπάθεια να τερματιστούν και θεσμικά οι πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις, του Δεκέμβρη 1944. Στις συνομιλίες πήραν μέρος, εξουσιοδοτημένοι από την κυβέρνηση Πλαστήρα, ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης και ο υπουργός Γεωργίας Ιωάννης Μακρόπουλος, ενώ την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν ο Γεώργιος Σιάντος, γραμματέας της κεντρικής επιτροπής του Κ.Κ.Ε., ο Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματέας της κεντρικής επιτροπής του Ε.Α.Μ. και ο Ηλίας Τσιριμώκος, γενικός γραμματέας της Ε.Λ.Δ. Κάθε πλευρά είχε μαζί της τρεις στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες, ενώ τις διαπραγματε εργασίες επέβλεπαν στενά οι Βρετανοί επίσημοι στην Αθήνα.

    Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, αφ” ενός οι κ.κ. Ιωάννης Σοφιανόπουλος υπουργός επί των Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης υπουργός επί των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός επί της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένη Αντιπροσωπεία, και αφ” ετέρου οι κ.κ. Γεώργιος Σιάντος Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, Δημήτριος Παρτσαλίδης Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.), αποτελούντες την υπό της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. προσηκόντως εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν, συνήλθαμεν εις διάσκεψιν εις Βάρκιζαν και από κοινού εξητάσαμεν τα μέσα και τον τρόπον της καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως του Ελληνικού Λαού και κατελήξαμεν εις την κατωτέρω συνομολογηθείσαν συμφωνίαν.

    Η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εξεδήλωσε κατά την σύσκεψιν ταύτην την σταθεράν θέλησιν της Κυβερνήσεως όπως άνευ νέας αιματοχυσίας τερματίση την θλιβεράν εσωτερικήν κρίσιν, αποκαταστήση την ενότητα του Κράτους και επαναφέρη την εσωτερικήν ειρήνην και την πολιτικήν ομαλότητα. Ούτω μόνον θα δυνηθεί ο Ελληνικός Λαός να αναλάβη την δημιουργικήν προσπάθειαν δια την ανοικοδόμησιν της Χώρας εκ των ερειπίων, τα οποία σκληροί αγώνες προς τους εξωτερικούς εχθρούς και ο αδελφοκτόνος πόλεμος επεσώρευσαν.

    Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, αφ” ενός οι κ.κ. Ιωάννης Σοφιανόπουλος υπουργός επί των Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης υπουργός επί των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός επί της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένη Αντιπροσωπεία, και αφ” ετέρου οι κ.κ. Γεώργιος Σιάντος Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, Δημήτριος Παρτσαλίδης Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.), αποτελούντες την υπό της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. προσηκόντως εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν, συνήλθαμεν εις διάσκεψιν εις Βάρκιζαν και από κοινού εξητάσαμεν τα μέσα και τον τρόπον της καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως του Ελληνικού Λαού και κατελήξαμεν εις την κατωτέρω συνομολογηθείσαν συμφωνίαν. Η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εξεδήλωσε κατά την σύσκεψιν ταύτην την σταθεράν θέλησιν της Κυβερνήσεως όπως άνευ νέας αιματοχυσίας τερματίση την θλιβεράν εσωτερικήν κρίσιν, αποκαταστήση την ενότητα του Κράτους και επαναφέρη την εσωτερικήν ειρήνην και την πολιτικήν ομαλότητα. Ούτω μόνον θα δυνηθεί ο Ελληνικός Λαός να αναλάβη την δημιουργικήν προσπάθειαν δια την ανοικοδόμησιν της Χώρας εκ των ερειπίων, τα οποία σκληροί αγώνες προς τους εξωτερικούς εχθρούς και ο αδελφοκτόνος πόλεμος επεσώρευσαν.

    Ίνα δε η επελθούσα συμφωνία προσλάβη τον χαρακτήρα ενός ακαταλύτου ηθικού συμφώνου, εκφράζοντος τας επιταγάς της πολιτικής συνειδήσεως του Ελληνικού Λαού, η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εζήτησεν όπως δι” αυτού διακηρυχθή η σταθερά θέλησις του Ελληνικού Λαού δια την ανάπτυξιν ελευθέρου και ομαλού πολιτικού βίου, του οποίου κύριον χαρακτηριστικόν θα είναι ο σεβασμός της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών, η ειρηνική διαφώτισις και διάδοσις πολιτικών ιδεών και ο σεβασμός προς τας ελευθερίας, τας οποίας ο Καταστατικός Χάρτης του Ατλαντικού και αι αποφάσεις της Τεχεράνης διεκήρυξαν και η συνείδησις των δι” αυτάς αγωνιζομένων ελευθέρων λαών απεδέχθη.

    Κατά την διάσκεψιν διεπιστώθη πλήρης συμφωνία αντιλήψεων της Αντιπροσωπείας του Ε.Α.Μ. επί των αρχών τούτων.

    Άρθρον 1ον: Ελευθερίαι
    Η Κυβέρνησις θα εξασφάλιση σύμφωνα προς το Σύνταγμα και τας απανταχού καθιερομένας Δημοκρατικάς Αρχάς, την ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, καταργούσα πάντα τυχόν προηγούμενον ανελεύθερον Νόμον. Θα εξασφαλίση επίσης την απρόσκοπτον λειτουργίαν των ατομικών ελευθεριών, ως του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και της δια του Τύπου εκφράσεως των στοχασμών. Ειδικώτερον η Κυβέρνησις θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας.

    Άρθρον 2ον: Άρσις Στρατιωτικού νόμου
    Ο Στρατιωτικός Νόμος θα αρθή ευθύς μετά την υπογραφήν της παρούσης συμφωνίας. Άμα τη άρσει ταύτη, θα τεθή εις εφαρμογήν συντακτική πράξις πανομοιότυπος προς την ΚΔ’, δια της οποίας θα επιτρέπεται η αναστολή των εν τη ΚΔ” πράξει αναφερομένων άρθρων του Συντάγματος.

    Δια Διατάγματος θα ανασταλή αμέσως καθ” όλην την χώραν η ισχύς των άρθρων 5, 10, 20 και 95 του Συντάγματος. Η αναστολή αυτή θα εξακολουθήση μέχρι συμπληρώσεως του αφοπλισμού και της εγκαταστάσεως Διοικητικών, Δικαστικών και Στρατιωτικών Αρχών καθ” άπασαν την Χώραν. Όσον αφορά ειδικώτερον το άρθρον 5, τούτο δεν θα ανασταλή εις τας πόλεις Αθηνών και Πειραιώς μετά των προαστίων και συνοικισμών. Ειδικώς όμως δια τους μέχρι σήμερον συλληφθέντας, συνομολογείται ότι δεν ισχύει το άρθρον 5 του Συντάγματος και ότι ούτοι θα απολυθούν εντός του συντομωτέρου δυνατού χρόνου, διδομένων των προς τούτω αναγκαίων διαταγών προς τας αρμοδίους αρχάς.

    Οπαδοί του Ε.Α.Μ., ενδεχομένως συλληφθέντες και κρατούμενοι υπό άλλων οργανώσεων, θα αφεθούν ως τάχιστα ελεύθεροι.

    Άρθρον 3ον: Αμνηστία
    Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία δια την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος. Ο σχετικός Νόμος θα δημοσιευθή άμα τη υπογραφή της παρούσης συμφωνίας. Εξαιρούνται της αμνηστίας όσοι, υπόχρεοι εις παράδοσιν όπλων άτε ανήκοντες εις τας Οργανώσεις του Ε.Λ.Α.Σ., της Εθνικής Πολιτοφυλακής και Ε.Λ.Α.Ν., δεν παραδώσουν ταύτα μέχρι της 15 Μαρτίου 1945. Η τελευταία αυτή διάταξις περί εξαιρέσεως εκ της αμνηστίας μετά την διαπίστωσιν ότι ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ. επραγματοποιήθη, μη έχουσα πλέον δικαιολογητικον λόγον θα καταργηθή.

    Εγγυήσεις και λεπτομέρειαι της παρεχομένης αμνηστίας αναγράφονται εις το προσηρτημένον τω παρόντι σχέδιον Νόμου.

    Άρθρον 4ον: Όμηροι
    Άπαντες οι πολίται οι συλληφθέντες παρά του Ε.Λ.Α.Σ. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής ή του Ε.Λ.Α.Ν. ανεξαρτήτως ημερομηνίας συλλήψεως, θα αφεθούν αμέσως ελεύθεροι. Όσοι τυχόν κρατούνται με την κατηγορίαν ότι είναι δοσίλογοι ή ένοχοι αδικημάτων, θα παραδοθούν εις την Δικαιοσύνην του Κράτους ίνα δικασθούν υπό των αρμοδίων κατά Νόμον Δικαστηρίων.

    Άρθρον 5ον: Εθνικός Στρατός
    Ο Εθνικός Στρατός, πλην των κατ” επάγγελμα αξιωματικών και υπαξιωματικών, θα αποτελήται από οπλίτας των εκάστοτε στρατολογουμένων κλάσεων. Οι ειδικώς εκπαιδευθέντες εις τα νέα όπλα έφεδροι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίται υπαρχόντων σχηματισμών θα παραμείνουν εν υπηρεσία. Ο Ιερός Λόχος θα παραμείνη ως έχει, εφ” όσον ευρίσκεται υπό τας αμέσους διαταγάς του Συμμαχικού Στρατηγείου, συγχωνευόμενος ευθύς κατόπιν εις τον Ενιαίον Εθνικόν Στρατόν, συμφώνως προς την ανωτέρω τεθείσαν βάσιν. Θα καταβληθή προσπάθεια ίνα επεκταθή η τακτική στρατολογία καθ” άπασαν την Ελλάδα, συμφώνως και προς την τεχνικήν ευχέρειαν και τας παρουσιασθησομένας ανάγκας. Εις τας ήδη υπάρχουσας μονάδας θα προσέλθουν προς κατάταξιν μετά την αποστράτευσιν του Ε.Λ.Α.Σ., οι ανήκοντες εις κληθείσας κλάσεις συμφώνως με το προσηρτημένον πρωτόκολλον. Θα απολυθώσι δε των τάξεων πάντες όσοι κατετάγησαν εις τας υπάρχουσας μονάδας, χωρίς να ανήκωσιν εις τας κληθείσας κλάσεις. Άπαντα τα μόνιμα στελέχη του Εθνικού Στρατού θα κριθώσιν υπό των Συμβουλίων, περί ων υπ” αριθ. 7 Συντακτική Πράξις. Τα πολιτικά και κοινωνικά φρονήματα των στρατευομένων πολιτών θα είναι σεβαστά.

    Άρθρον 6ον: Αποστράτευσις
    Άμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, αποστρατεύονται αι ένοπλοι δυνάμεις Αντιστάσεως και συγκεκριμένως ο Ε.Λ.Α.Σ, τακτικός και εφεδρικός, το Ε.Λ.Α.Ν. και η Εθνική Πολιτοφυλακή. Η αποστράτευσις και η παράδοσις των όπλων θέλουσι συντελεσθή κατά τα ειδικώτερον διαλαμβανόμενα εις το πρωτόκολλον το συνταχθέν υπό της Τεχνικής Επιτροπής, όπερ προσαρτάται εις το παρόν δεόντως μονογραφημένον. Το Κράτος θέλει ρυθμίσει τα των επιτάξεων των γενομένων υπό του Ε.Λ.Α.Σ. Τα παρά του Ε.Λ.Α.Σ. επιταχθέντα πράγματα, ζώα, αυτοκίνητα κλπ. άτινα θέλουσι παραδοθή εις το Κράτος, κατά λεπτομερέστερον εκτιθέμενα εις το συνταχθέν πρωτόκολλον, όπερ προσαρτάται τω παρόντι, θέλουσι θεωρηθή ως επιταχθέντα παρά του Ελληνικού Δημοσίου.

    Άρθρον 7ον: Εκκαθάρισις Υπαλλήλων
    Η Κυβέρνησις θα προβή δι” Επιτροπών ή Συμβουλίων τα οποία ειδικός Νόμος θέλει ορίση, εις την εκκαθάρισιν των Δημοσίων Υπαλλήλων, Υπαλλήλων Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημοτικών και Κοινοτικών τοιούτων και λοιπών υπηρεσιών εξηρτημένων εκ του Κράτους, ή επιχορηγουμένων υπ” αυτού. Κριτήρια της εκκαθαρίσεως θα είναι η επαγγελματική επάρκεια, ο χαρακτήρας και το ήθος, η συνεργασία μετά του εχθρού και η χρησιμοποίησις του υπαλλήλου ως οργάνου της δικτατορίας. Υπάλληλοι εκ των ανωτέρω προσχωρήσαντες κατά τον χρόνον της κατοχής εις τας δυνάμεις αντιστάσεως επανέρχονται εις τας θέσεις των και θα κριθούν καθ” ον τρόπον και οι άλλοι υπάλληλοι. Τα αυτά ως άνω Συμβούλια θα κρίνωσι τους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμετέσχον ή συνείργησαν εις την εκδήλωσιν των γεγονότων από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Τους εκ των τελευταίων τούτων ενεχομένους δύνανται να θέσουν εις διαθεσιμότητα επί τη βάσει των Νόμων, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης υπό της κυβερνήσεως ήτις θα προέλθη από τας εκλογάς της Συντακτικής Συνελεύσεως. Οι μέχρι τούδε τεθέντες εις διαθεσιμότητα δυνάμει αποφάσεως των Υπουργών θα υποβληθούν υπό την κρίσιν των εν αρχή του παρόντος αναφερομένων Συμβουλίων. Ουδείς υπάλληλος θα διωχθή μόνον δια τα πολιτικά του φρονήματα.

    Άρθρον 8ον: Εκκαθάρισις Σωμάτων Ασφαλείας
    Η εκκαθάρισις των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, θα συντελεσθή το ταχύτερον παρ” Ειδικών εκκαθαριστικών Συμβουλίων με τα αυτά ως και οι Δημόσιοι υπάλληλοι κριτήρια. Άπαντες οι αξιωματικοί και οπλίται των εν λόγω Σωμάτων οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις του Νόμου περί αμνηστίας, οίτινες κατά την διάρκειαν της κατοχής προσεχώρησαν εις τας τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής, θα επανέλθουν εις τας θέσεις των και θα υποβληθούν εις την κρίσιν των εκκαθαριστικών Συμβουλίων, καθ” ον τρόπον και οι λοιποί συνάδελφοι των. Άπαντες οι αξιωματικοί και οι οπλίται των εν λόγω Σωμάτων, οι εγκαταλείψαντες τας θέσεις των από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος, τίθενται εις διαθεσιμότητα, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης παρά Συμβουλίων περί ων θα αποφασίση η μέλλουσα να προέλθη εκ των εκλογών κυβέρνησις.

    Άρθρον 9ον: Δημοψήφισμα και Εκλογαί
    Το ταχύτερον δυνατόν, πάντως δε εντός του τρέχοντος έτους θα διεξαχθή εν πάση ελευθερία και γνησιότητι δημοψήφισμα, το οποίον θα τερματίση οριστικώς το πολιτειακόν ζήτημα, υποτασσομένων πάντων εις την απόφασιν του Λαού. Θα επακολουθήσουν δε ως τάχιστα και εκλογαί Συντακτικής Συνελεύσεως δια την κατάρτισιν του νέου Συντάγματος της Χώρας. Και αι δύο αντιπροσωπείας συμφωνούν, όπως προς έλεγχον της γνησιότητος της εκφράσεως της Λαϊκής θελήσεως παρακληθούν αι Μεγάλαι Σύμμαχοι δυνάμεις και αποστείλουν παρατηρητάς. Του παρόντος εγένοντο δύο όμοια, ων το εν έλαβεν η Κυβερνητική αντιπροσωπεία και το έτερον η Αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.

    Εν Αθήναις, εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών τη 12 Φεβρουαρίου 1945.

    Η αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κυβερνήσεως: Ι. ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Π. ΡΑΛΛΗΣ, Ι. ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ. Η αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ.: Γ. ΣΙΑΝΤΟΣ, Δ. ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗΣ, ΗΛ. ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΣ. Ο Γραμματεύς της Διασκέψεως: Γ. ΒΑΡΣΑΜΗΣ

  15. […] της Συμφωνίας της Βαρκιζας (Ιανουάριος 1945), υπήρξε απόρροια της βρετανικής πρόθεσης να συντριβεί πλήρως η Αριστερά, ώστε η Ελλάδα να […]

  16. ΠΕΡΙ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ

    Το δεύτερο και σοβαρότερο πλήγμα το δέχτηκε το ΕΑΜ από μια ομάδα Άγγλων ειδικών. «Για να ουδετεροποιηθεί η εξαγριωμένη παγκόσμια κοινή γνώμη, στάλθηκαν στην Αθήνα Βρετανοί ειδικοί «επί των δημοσίων σχέσεων», οι οποίοι άρχισαν αμέσως να παράγουν ιστορίες για τη βαρβαρότητα των μαχητών του ΕΑΜ». (Σταυριανός)
    Στην εποχή μας είναι κοινός τόπος οι μέθοδοι χειραγώγησης της κοινής γνώμης, ακόμη και αν παρουσιάζονται φωτογραφίες ή τηλεοπτικές εικόνες, είναι πολύ πιθανόν να μην αντιστοιχούν σε πραγματικά γεγονότα. Τότε όμως μια τέτοια επιχείρηση παραπλάνησης ήταν πρωτόγνωρη, για αυτό έγινε αμέσως πιστευτή και έκανε βαθιά εντύπωση. Στα Δεκεμβριανά εκτός από τους νεκρούς των συγκρούσεων υπήρξαν και χιλιάδες θύματα των αγριοτήτων που διεπράχθησαν εκατέρωθεν. Σκοτώθηκα αθώοι από βόμβες, ρουκέτες και αδέσποτες σφαίρες, συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν άνθρωποι που τους βάραιναν μόνο υποψίες, έγιναν αντεκδικήσεις και ξεκαθαρίσματα πολιτικών και προσωπικών διαφορών.
    Στην κυβερνητική πλευρά, οι αφιονισμένοι χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες εκτελούν εν ψυχρώ τους ελασίτες που αιχμαλωτίζονται ή τους υπόπτους που συλλαμβάνουν μπροστά στα αδιάφορα μάτια των Άγγλων. Εισβάλλου στα νοσοκομεία και εξολοθρεύουν μέχρις ενός τους τραυματίες ελασίτες. Μαζικές εκτελέσεις πολιτών και αχητών γίνονται στα Παλιά Ανάκτορα και στον Εθνικό Κήπο. Από όπου αποσύρεται ο ΕΛΑΣ, «στους τομείς που εκκενώνει, Βρετανοί, χωροφύλακες, αστυνομικοί και Εθνοφυλακή κάνουν μαζικές συλλήψεις και συνοπτικές εκτελέσεις». (Κέδρος)
    Οι Άγγλοι δεν υστερούν, μπορεί να μην επιδόθηκαν σε μεμονωμένες πράξεις αυτοδικίας, αλλά τα θύματα των συνεχών βομβαρδισμών από τα αεροπλάνα και τα πλοία τους ήσαν κυρίως άμαχοι των συνοικιών. Και δεν υπολείπονται σε βαρβαρότητα, για παράδειγμα, όλοι ξέρουν τι έγινε στο νοσοκομείο «Σωτηρία», που πήρε φωτιά: «Οι φυματικοί βγαίνουν ανεμίζοντας τα σεντόνια τους για λευκές σημαίες, αλλά οι Άγγλοι, που δεν καταλάβαιναν απ’ αυτά, τους θερίζουν σαν πράσα». (Χουλιάρας) Βέβαια αυτά καλύφθηκαν από την κυβέρνηση και τους Άγγλους εμπειρογνώμονες, το θέμα τους ήταν οι άλλοι, οι στασιαστές, τα εγκλήματα εκείνων έπρεπε να διογκωθούν και προβληθούν. «Ούτε μία λέξη δεν γράφτηκε για τις ακρότητες της Δεξιάς, για τους χιλιάδες νεκρούς που σκοτώθηκαν απ’ το βρετανικό πυροβολικό, τις βόμβες και τις ρουκέτες που έριχναν τα αγγλικά αεροπλάνα στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνα»». (Richter)
    Στην εαμική πλευρά η δικαιοσύνη απαιτεί μια διάκριση. Οι ορεσίβιοι αντάρτες τους ΕΛΑΣ που μπήκαν στην πρωτεύουσα δεν ανακατεύτηκαν στις βαρβαρότητες τις οποίες διέπραξε η παράταξή τους. Οι αγαθές ψυχές των ελασιτών του Βουνού σεβάστηκαν αμάχους και αιχμαλώτους, δεν επιδόθηκαν στο πλιάτσικο και δεν πυροβολούσαν οτιδήποτε εκινείτο. Τις κυβερνητικές δυνάμεις τις συναγωνίστηκαν σε αδικοπραγίες όχι λίγοι μαχητές του ΕΛΑΣ Αθήνας και οι εφεδρικοί που πήραν όπλα. Και τον τρόμο έσπειραν κυριολεκτικά οι ασύδοτοι εκτελεστές της ΟΠΛΑ.
    Οι Άγγλοι ειδικοί βρίσκουν γόνιμο έδαφος να δουλέψουν.
    Μια επιτυχημένη καμπάνια επηρεασμού της κοινής γνώμης ποτέ δεν καταστρώνεται χωρίς ορισμένα πραγματικά στοιχεία και η δράση της ΟΠΛΑ προσφέρει σους Άγγλους αυτό που χρειάζονται: ικανοποιητικό αριθμό εκτελεσθέντων και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα αγανάκτησης που έχουν δημιουργήσει οι άδικοι φόνοι. Το πρώτο που κάνουν είναι να αποδσουν όχι στην ΟΠΛΑ ή στο ΚΚΕ, μα γενικώς στο ΕΑΜ πολλαπλάσιους φόνους από όσους διεπράχθησαν, κάθε νεκρός, όπως και αν σκοτώθηκε, όπου και αν ανήκε, παρουσιάζεται σαν θύμα του ΕΑΜ. Περισσότεροι από 1.500 ελασίτες σκοτώθηκαν στις μάχες και θάφτηκαν πρόχειρα, αλλά ούτε ένας τάφος αντάρτη δεν «ανακαλύφθηκε», λογαριάστηκαν και αυτοί στους «σφαγιασθέντες» από τον ΕΛΑΣ.
    Όμως αυτό δεν είναι αρκετό.
    Οι μεγάλοι αριθμοί θυμάτων δημιουργούν εντύπωση, αλλά χρειάζεται κάτι πιο εντυπωσιακό, κάτι που να συγκλονίσει την ελληνική και τη διεθνή κοινή γνώμη. Κεντρική ιδέα της εκστρατείας θα γίνει η μακάβρια «πτωματολογία». Κατά τη διάρκεια των μαχών το Α’ Νεκροταφείο ήταν πεδίο μάχης, για αυτό περίπου 2.500 νεκροί, είτε από φυσικό είτε από βίαιο θάνατο, αριστεροί και δεξιοί, ενταφιάζονται στον Εθνικό Κήπο, όπου ποτέ δεν πλησίασε ο ΕΛΑΣ. Τις νύχτες συνεργεία ξεθάβουν από τον Εθνικό Κήπο πτώματα δεξιών και αριστερών και με φορτηγά τα μεταφέρουν σε επιλεγμένα σημεία, εκεί άλλα φρικιαστικά συνεργεία πιάνουν δουλειά.
    «Κατεργάζονται τους νεκρούς: τεμαχίζουν τα άψυχα σώματα και «στήνουν» τα θύματα των κόκκινων βασανιστών. Ένας κουβάς με βγαλμένα μάτια βγαίνει από τούτο το εφιαλτικό εργαστήριο. Την επομένη, φωτογραφίζεται και σχολιάζεται άφθονα από τον διεθνή Τύπο». (Eudes)
    O Βρετανός στρατιωτικός Κόλιν Ράιτ επιβεβαιώνει το ανοσιούργημα: «Άνθρωποι που πέθαναν από φυσικό θάνατο ξεθάφτηκαν. Τους έκοψαν μύτες και αυτιά, τους έβγαλαν τα μάτια, τους ξερίζωσαν τα γεννητικά όργανα. Ύστερα τους παρουσίαζαν σαν πτώματα θυμάτων του ΕΛΑΣ. Παρουσιάστηκαν άτομα που δήλωσαν ενόρκως ότι έγινε σύληση των τάφων των συγγενών τους». (Richter)
    Οι κάτοικοι της Αθήνας τρέχουν παντού για τους δικούς τους.
    Ψάχνουν για συγγενείς και φίλους. Σε μια γυναίκα δείχνουν τον άντρα της στο νεκροτομείο, πλάι σε άλλα πτώματα, με τη μαύρη τρύπα από σφαίρα στον κρόταφο, όμως δεν της επιτρέπουν ακόμη να τον πάρει. Τη μεθεπομένη την ειδοποιούν από την Αστυνομία πως ο άντρας της βρέθηκε, την οδηγούν σε ένα άλλο πρόχειρο νεκροτομείο, «όπου της ξεσκεπάζουν ένα πτώμα φριχτά ξεσκισμένο και κομματιασμένο. Αφού υποστεί αυτό το θέαμα, διαμαρτύρεται. Δηλώνει πως αναγνώρισε το πτώμα του άντρα της δύο μέρες νωρίτερα και πως ήταν ανέπαφο. Οι αντεροβγάλτες έχουν τόσο φόρτο εργασίας που δεν τους μένει καιρός να ξεχωρίζουν και να βάζουν στην πάντα τ’ αναγνωρισμένα πτώματα». (Eudes)
    Όταν το γκραν γκινιόλ ετοιμάστηκε, ήρθε στις 22 Ιανουαρίου από τη Μεγάλη Βρετανία η κατάλληλη επιτροπή υπό τον σερ Ουόλτερ Σίτριν να ερευνήσει τις καταγγελίες για εγκλήματα του ΕΑΜ. Ο Άγγλος σερ δεν κουράστηκε πολύ για να ανακαλύψει τους αιμοβόρους δολοφόνους. Τον οδήγησαν στο Περιστέρι, όπου είχαν μεταφερθεί πτώματα από άλλες περιοχές σε ομαδικούς τάφους αφού προηγουμένως είχαν υποστεί τη φρικιαστική επεξεργασία διαμελισμού για να τραβηχτούν οι απαραίτητες φωτογραφίες.
    Η έκθεση Σίτριν θα κάνει τον γύρο του κόσμου.
    Στη Μεγάλη Βρετανία, στις ΗΠΑ, στον Καναδά κ.α. οι δημοκρατικοί πολίτες σαστίζουν, τα χάνουν μπρος στις φωτογραφίες του ζόφου που τους σερβίρουν και μεταστρέφονται ή σιωπούν. «Η ¨καπηλεία των πτωμάτων¨ που έγινε μετά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ από την Αθήνα προκαλεί την αγανάκτηση κάθε τίμιου ανθρώπου. Η αστυνομική σκηνοθεσία της εκταφής ακρωτηριασμένων πτωμάτων ανθρώπων που είχαν πεθάνει πολύ φυσιολογικά και είχαν ταφεί απολύτων αρτιμελείς αλλού από εκεί όπου έγινε η ¨εκταφή¨ τους […] είναι πράγματα πασίγνωστα κι αποτελούν σήμερα κοινή συνείδηση». (Λεονταρίτης)
    Στην Ελλάδα ξεκινάει μια τεράστια αντιεαμική καμπάνια που θα συντηρηθεί επί δεκαετίες με όλα τα δυνατά μέσα.
    Οι νικητές χάραζαν μια γραμμή από τους νικημένους, που έπρεπε να βαθαίνει ολοένα. Έπρεπε να πειστούν όλοι ότι το ζήτημα δεν ήταν πολιτικό, δεν πολέμησαν Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Ήταν η μάχη του «καλού» με το «κακό». Οι νικημένοι αντίπαλοι ήσαν τα «τέρατα» και οι νικητές οι «καλοί», τα «τέρατα» έσφαξαν πολλούς και οι «καλοί» έσωσαν τους άλλους. Σε πλήρη εφαρμογή το παλιό βρετανικό προπαγανδιστικό δόγμα: «Ο στόχος είναι να εμφανιστεί ο εχθρός όσο πιο τερατώδης γίνεται ώστε να μπορούμε να του στερήσουμε τα δικαιώματα της ανθρώπινης ύπαρξης».
    Αλλά, επειδή ο Οπλατζήδες ήσαν εγκληματίες και όχι ηλίθιοι, είναι πολύ δύσκολο να δεχτεί κάποιος σήμερα ότι κάθονταν να βγάζουν κουβάδες μάτια, να κόβουν και να μαζεύουν μύτες και αυτιά, γλώσσες και γεννητικά όργανα. Μόνο όποιος έχει χειροπιαστό, άμεσα εξαργυρώσιμο όφελος μπορεί να το κάνει και οι Οπλατζήδες δεν είχαν κανέναν λόγο να αφήσουν πίσω τους τέτοια εγκληματικά πειστήρια ως όπλο στους αντιπάλους τους.
    ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΛΙΣΜΕΝΩΝ ΠΤΩΜΑΤΩΝ ΧΤΙΣΤΗΚΑΝ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΡΙΕΡΕΣ ΚΑΙ ΤΡΑΝΤΑΧΤΕΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ.

    Διονύσης Χαριτόπουλος
    «Άρης ο αρχηγός των ατάκτων»
    Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ

    https://www.facebook.com/groups/813175475435864/permalink/813839575369454/

  17. […] θα παρουσιάσει το θέμα «Φωτογραφίζοντας και κινηματογραφώντας τον Δεκέμβρη του ’44 στην Αθήνα και τον Πειραιά» https://kars1918.wordpress.com/2016/10/05/seminario-de-la-historia-moderna-2016-2017/ H παρουσίαση θα γίνει στην «Έπαυλη Δροσίνη»-Βιβλιοθήκη Δήμου, Oδός Αγ. Θεοδώρων & Κυριακού, Κηφισιά — Για τα γεγονότα που έγιναν στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944 μπορείτε να διαβάσετε στις παρακάτω ηλ-διευθύνσεις: https://kars1918.wordpress.com/2013/12/29/december-1944/ https://kars1918.wordpress.com/2014/01/02/december-1944-2/  […]

  18. […]  . https://kars1918.wordpress.com/2016/10/05/seminario-de-la-historia-moderna-2016-2017/  . H παρουσίαση θα γίνει στην «Έπαυλη Δροσίνη»-Βιβλιοθήκη Δήμου, Oδός Αγ. Θεοδώρων & Κυριακού, Κηφισιά  . — Για τα γεγονότα που έγιναν στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944 μπορείτε να διαβάσετε στις παρακάτω ηλ-διευθύνσεις: https://kars1918.wordpress.com/2013/12/29/december-1944/ https://kars1918.wordpress.com/2014/01/02/december-1944-2/  […]

  19. Γ.Λ. on
  20. Μια άγνωστη μαρτυρία μιας Ελασίτισας νοσοκόμας για την απόπειρα του ΕΛΑΣ να ανατινάξει το ξενοδοχείο ΜΕΓΑΛΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ κατά τα Δεκεμβριανά:
    «Είχαμε καταλάβει την έπαυλη του μεγαλοβιομήχανου Λαναρά [στην οδό Φωκίωνος Νέγρη] και την είχαμε μετατρέψει σε προσωρινό ιατρείο. Έρχονταν γιατροί συναγωνιστές, βλέπανε τους τραυματίες και μας δίνανε εντολή τι να κάνουμε, μέχρι να μεταφερθούν σε νοσοκομεία… Είχαμε και λίγα κρεβάτια για ώρα ανάγκης. Εμείς ήμαστε εκεί τέσσερεις. Είχαμε βάρδιες νύχτα μέρα, γιατί οι μάχες δε είχαν τελειωμό… Κάποια μέρα μάλιστα συνέβη και ένα περίεργο γεγονός. Είμαι νυχτερινή. Κάθομαι σε ένα γραφείο και γράφω την κίνηση της ημέρας. Μπαίνει μέσα ένας αντάρτης. Μου λέει: Ανήκε εκεί στην τάδε ομάδα. «Θέλω να ξαπλώσω λίγο για να ξεκουραστώ γιατί το βράδυ έχω μια βαριά δουλειά». Του ετοιμάζω ένα κρεβάτι και πριν ξαπλώσει μου λέει: «Την τάδε ώρα το βράδυ να με ξυπνήσεις. Σε παρακαλώ μην το ξεχάσεις, γιατί έχω μια πολύ σοβαρή δουλειά και επίπονη». Τον ξυπνάω την ορισμένη ώρα.
    Ντύνεται, ετοιμάζεται και φεύγοντας μου λέει: «Σε μια δυο ώρες θα επιστρέψω. Σε παρακαλώ, αν θέλεις να έχεις ζεστό νερό να κάνω ένα μπάνιο και να ξαπλώσω, πιστεύω να σε προλάβω». Και συμπληρώνει ξαφνικά: «Οτιδήποτε να ακούσεις αύριο, μη με ξυπνήσεις… Έστω και σοβαρό!».
    Τι λέει ο άνθρωπος, σκέπτομαι, είναι καθόλου σοβαρός;… Φεύγει…
    Σε τρεις ώρες τον βλέπω να και έρχεται. Όλο λάσπη, βρώμα, ζέχνει ολόκληρος. Απορώ! Σαν να τάχεις χαμένα, λέω στον εαυτό μου…
    Την επομένη το πρωί μαθαίνουμε τα μαντάτα. Μια ομάδα συναγωνιστές, κατ’ εντολή της οργάνωσης, επιχείρησαν να ανατινάξουν το ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας», όπου σημειωτέον είχε μαζευτεί όλη η ξένη και ντόπια καμαρίλα, να ησυχάσει μια για πάντα ο κοσμάκης!
    Αλλά, αλλά… Αυτή τη στιγμή είχε καταφτάσει ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Τσώρτσιλ… και αναβλήθηκε αστραπιαίως η επιχείρηση. Ήταν βλέπετε ένας από τους ηγέτες που κατατρόπωσαν τον Χίτλερ και νικήθηκε ο φασισμός. Τα παιδιά που θα έκαναν την εν λόγω μεγάλη επιχείρηση είχαν περάσει μέσα από τον υπόνομο που οδηγούσε κάτω από το ξενοδοχείο, μέσα από ακαθαρσίες, μέσα από λασπόνερα, ίδιοι Γιάννης Αγιάννης… Κι όμως πήγε άδικα τόση ταλαιπωρία. Γι’ αυτό ο εν λόγω αντάρτης μας είχε έρθει βουτηγμένος στις ακαθαρσίες, και εγώ έλεγα ότι πιθανόν να αποκοιμήθηκα λόγω κούρασης και να τα είχα όλα ονειρευτεί! Τέλος το πρωί ξυπνάει και με ρωτάει: «Έμαθες κανένα νέο;». Και μόλις του διηγήθηκα το περιστατικό αρχίζει ένα κλάμα που με γονάτισε. Και μου λέει ότι και αυτός ήταν στην εν λόγω ομάδα, τι ταλαιπωρίες τράβηξαν μέσα στο βόθρο και στην αποπνικτική ατμόσφαιρα, που με το ζόρι ανέπνεες, καταβάλλοντας επίπονες προσπάθειες να εισπνεύσεις.
    Και εκεί που μου διηγείται την επιχείρηση, ξαφνικά καταφτάνει ένας φίλος συναγωνιστής γιατρός και μας λέει: «Ηττηθήκαμε. Και τώρα παίρνουμε τους δρόμους προς το άγνωστο, μην μας πιάσουν οι Εγγλέζοι στη φάκα»…
    (Απόσπασμα από τα αδημοσίευτα απομνημονεύματα της Λίτσας Λιάκου, με τίτλο «Από τη Μάχη του Δεκέμβρη». Δημοσιεύτηκε στο περ. ΕΑΜ-Αντίσταση, Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2015, σελ. 39 και 48)
    (Φωτογραφίες: Βρετανοί στρατιώτες σε ώρα ανάπαυσης στη ΜΕΓΑΛΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ – Τα γραφεία του ΚΚΕ στην οδό Όθωνος, επί της Πλατείας Συντάγματος, την περίοδο των Δεκεμβριανών)

    https://www.facebook.com/groups/athens.historians/permalink/718150665008978/

  21. Το άγνωστο Πολυτεχνείο του 1944

    Δύο ημέρες μετά την έναρξη των Δεκεμβριανών στην Αθήνα ένα βρετανικό τανκ ρίχνει τη σιδερένια πόρτα του Πολυτεχνείου και επιτίθεται στους φοιτητές της ΕΠΟΝ που έχουν καταλάβει το ίδρυμα. Η χούντα μιμήθηκε τη σκηνή 29 χρόνια αργότερα…

    Κατερίνα Ροββά | ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 17/11/2017

    Το απόγευμα της 5ης Δεκεμβρίου 1944 οι μάχες στο κέντρο της Αθήνας είχαν ανάψει για τα καλά. Είχαν περάσει δύο ημέρες από την αιματοβαμμένη συγκέντρωση του ΕΑΜ στην Πλατεία Συντάγματος. Η χαρά της Απελευθέρωσης έχει σβήσει. Τμήμα του ΕΛΑΣ Σπουδαστών, του μετέπειτα Λόχου «Λόρδος Μπάιρον», με επικεφαλής τον Γρηγόρη Φαράκο, μετά το μεσημέρι καταλαμβάνει το Πολυτεχνείο θέλοντας να επιτεθεί στη Γενική Ασφάλεια που βρισκόταν ακριβώς απέναντι, επί της οδού Πατησίων. Και τότε, άγγλοι αλεξιπτωτιστές περνούν αιφνιδιαστικά το προαύλιο του Πολυτεχνείου ανοίγοντας πυρ. Μπαίνουν στο κτίριο της Πρυτανείας, σκοτώνουν και τραυματίζουν όσους ελασίτες καπνίζουν αμέριμνοι στον διάδρομο. Φοιτητές ξαπλωμένοι ζητούν βοήθεια, ενώ οι Αγγλοι συνεχίζουν να τους «γαζώνουν». Οι φοιτητές προσπαθούν να τους πείσουν ότι δεν πρέπει να αναμειχθούν στη διένεξη που έχουν οι ίδιοι με την κυβέρνησή τους. Τους εξηγούν ότι δεν πολεμούν τους Βρετανούς, αλλά τους ντόπιους φασίστες, τους συνεργάτες των Γερμανών. Μάταια. Ενα από τα βρετανικά τανκς που είχαν περικυκλώσει το κτίριο πέφτει πάνω στη σιδερένια πύλη του Πολυτεχνείου και την γκρεμίζει. Η χούντα θα μιμηθεί τη σκηνή 29 χρόνια αργότερα… Παρά τη σφοδρότητα της επίθεσης και τους νεκρούς που άφησε πίσω της η εισβολή, τα γεγονότα της ημέρας εκείνης μνημονεύονται σπανίως. Είναι το άγνωστο Πολυτεχνείο του ’44.

    Οι μαρτυρίες των φοιτητών

    «Οι τραυματίες έμειναν στο έλεος των Εγγλέζων, πεσμένοι πάνω στο δάπεδο του διαδρόμου, πνιγμένοι στα αίματά μας, να βογκάμε και μερικοί να ξεψυχάνε. Τα πόδια μου και τα δυο τα αισθανόμουνα σαν λιωμένα. (…). Αρχισα να σέρνομαι στον διάδρομο. Σύρθηκα περίπου 30 μέτρα. Βγήκα από την πόρτα στο πλατύσκαλο και γαντζώνοντας τα χέρια μου στα σκαλιά, κατάφερα να κατέβω τη μικρή μαρμάρινη σκάλα που έβγαζε στην αυλή του Πολυτεχνείου. (…) Οπως ήμουνα ξαπλωμένος ανάσκελα και ανίκανος πια να κάνω οτιδήποτε, παρακολούθησα λεπτό με λεπτό τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν μέσα στον χώρο του Πολυτεχνείου» έγραψε αργότερα ο αγωνιστής Φοίβος Τσέκερης, φοιτητής της Αρχιτεκτονικής και διμοιρίτης του Λόχου «Μπάιρον» που θα έδινε ιστορικές μάχες τις 33 ημέρες των Δεκεμβριανών. Ο Τσέκερης, ο οποίος είχε συλληφθεί, φυλακιστεί και βασανιστεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής εξαιτίας της αντιστασιακής του δράσης, θα τραυματιζόταν σοβαρά και στα δυο του πόδια στη μάχη του Πολυτεχνείου, γεγονός που του άφησε για πάντα σοβαρή αναπηρία. «Ενα εγγλέζικο τανκ έπεσε πάνω στη σιδερένια πόρτα της οδού Πατησίων, την άνοιξε διάπλατα και στάθηκε εκεί, με την κάννη του να κοιτάει προς το κτίριο της Αρχιτεκτονικής. Εγγλέζοι στρατιώτες μπαίνανε πάνοπλοι, με προφυλάξεις, και ακροβολίζονταν δεξιά κι αριστερά με πρόθεση να κυκλώσουν το κτίριο» έγραψε.

    Ανάμεσα στους μαχητές του Λόχου «Μπάιρον» βρισκόταν ο Κώστας Αξελός αλλά και ο Ιάννης Ξενάκης, μέλος της ΕΠΟΝ, φοιτητής του Πολυτεχνείου και μετέπειτα διάσημος συνθέτης και αρχιτέκτονας. Μετά την εισβολή του βρετανικού άρματος μάχης και τη ρίψη οβίδων από τους Αγγλους προς τους φοιτητές, ο Ξενάκης τραυματίζεται σοβαρά, με αποτέλεσμα να χάσει το αριστερό του μάτι και να αλλοιωθεί η αριστερή πλευρά του προσώπου του. Αργότερα θα αναγκαστεί να φύγει από την Ελλάδα για να σωθεί από τις άγριες μετεμφυλιακές διώξεις. Θα καταφύγει στην Ιταλία και στη συνέχεια στο Παρίσι, όπου το ταλέντο του θα αναγνωριστεί καθώς προσλαμβάνεται από τον διάσημο αρχιτέκτονα Λε Κορμπιζιέ.

    Τραυματίας θα βγει από τη μάχη του Πολυτεχνείου και ο επονίτης σκηνοθέτης Αλέξης Δαμιανός, ο οποίος στα γεγονότα εκείνα θα συλληφθεί από τους Βρετανούς. Ο Δαμιανός μαζί με τον Νίκο Κούνδουρο είχαν νωρίτερα σταθεί μπροστά στο βρετανικό τανκ, δίνοντας την ευκαιρία σε σπουδαστές του Λόχου «Μπάιρον» να διαφύγουν. Ο Κούνδουρος ήταν τότε μόλις 17 ετών. Είχε αποφοιτήσει με άριστα από το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών και είχε οδηγηθεί στον ΕΛΑΣ, παρακινημένος από την ορμή της νιότης και το όνειρο για ελευθερία. Στη μάχη του Πολυτεχνείου πολέμησε έχοντας διαμπερές τραύμα στο αριστερό του χέρι και έφυγε έχοντας τρεις σφαίρες σφηνωμένες στο σώμα του, «υπολείμματα», όπως διηγιόταν ο ίδιος, «από τις 50 σφαίρες πολυβόλου» που είχαν κάνει κόσκινο τον φίλο και συμφοιτητή του Ισίδωρο. Η 5η Δεκεμβρίου 1944 θα γινόταν για εκείνον η αρχή μιας πορείας που θα κατέληγε στη Μακρόνησο.

    Η πρώτη βρετανική εμπλοκή

    Τη δική του μαρτυρία κατέγραψε στο βιβλίο «Μέρες και νύχτες του Δεκέμβρη» και ο ελασίτης Σπύρος Τζούβελης: «Λίγο μετά το μεσημέρι, το μεγαλύτερο μέρος του λόχου των σπουδαστών του εφεδρικού ΕΛΑΣ προωθήθηκε από τα Εξάρχεια όπου ήταν η έδρα του και κατέλαβε όλα τα κτίρια του Πολυτεχνείου. Σκοπός ήταν να διαφυλαχθεί το Πολυτεχνείο από τους αντιπάλους και να χτυπηθεί η Ασφάλεια που βρισκόταν απέναντι, στην οδό Πατησίων. (…) Το απόγευμα, απροσδόκητα φάνηκαν εγγλέζικα τανκς, συνοδευόμενα από στρατό. Για πρώτη φορά φάνηκε καθαρά ότι επεμβαίνουν στις συγκρούσεις. Ζώσανε το Πολυτεχνείο και ένα τανκ έπεσε πάνω στην κεντρική σιδερένια πύλη, την έσπρωξε και την έριξε. Ενα τμήμα τους μπήκε στο κτίριο της Γραμματείας και άρχισε να ρίχνει πισώπλατα στους σπουδαστές που πολεμούσαν από τα παράθυρα και σε όσους βρίσκονταν στον διάδρομο».

    Ηταν η πρώτη επιθετική ενέργεια των βρετανικών δυνάμεων στην Αθήνα. Τη στιγμή εκείνη, αρκετοί εξεπλάγησαν. Ομως το τηλεγράφημα που είχε σταλεί τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας από τον Γουίνστον Τσόρτσιλ προς τον στρατηγό Σκόμπι δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας. «Είσαι υπεύθυνος για την ουδετεροποίηση ή καταστροφή όλων των δυνάμεων του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ που προσεγγίζουν την πόλη» έγραφε ανάμεσα σε άλλα. «Μη διστάσεις να ενεργήσεις όπως αν ήσουν σε μια κατακτημένη πόλη όπου μια τοπική εξέγερση βρισκόταν σε εξέλιξη. (…) Πρέπει να κρατήσουμε και να κυριαρχήσουμε στην Αθήνα»…

    http://www.tanea.gr/news/greece/article/5487778/to-agnwsto-polytexneio-toy-1944/#1

  22. 03 Δεκ. 2016 Τελευταία ανανέωση 13:30 | 03 Δεκ. 2016 Μοιραστείτε στο twitter
    Το βράδυ της 16ης Δεκεμβρίου και ενώ οι μάχες μεταξύ των ανταρτών του ΕΛΑΣ και των κυβερνητικών δυνάμεων συνεπικουρούμενων από τα βρετανικά στρατεύματα εξελίσσονταν πλέον εις βάρος του ΕΑΜ, ο άγγλος στρατηγός και διοικητής όλων των ένοπλων δυνάμεων που δραστηριοποιούνταν μετά την Απελευθέρωση στην Ελλάδα Ρόναλντ Σκόμπιπραγματοποίησε τη δεύτερη, εν μέσω της εμφύλιας σύρραξης, επαφή με την ηγεσία του ΚΚΕ, προτείνοντας στον γραμματέα του Γ. Σιάντο εκεχειρία με τους εξής όρους: Την υποχώρηση του ΕΛΑΣ εκτός του λεκανοπεδίου της Αττικής και τον αφοπλισμό των ανταρτικών στρατιωτικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην μάχη της Αθήνας. Ο Σιάντος αρνήθηκε, αντιπροτείνοντας μάλιστα την παράδοση των όπλων των κυβερνητικών δυνάμεων, πλην της Ορεινής Ταξιαρχίας.

    Το ίδιο είχε συμβεί και τέσσερις μέρες νωρίτερα, όταν η πολεμική αναλογία δεν ήταν ακόμα τόσο επαχθής για τις δυνάμεις του Μετώπου. Αυτή ήταν η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία του ΚΚΕ να δώσει τέλος στην ήδη πολύνεκρη εμφύλια διαμάχη καινα διαπραγματευθεί με τους Βρετανούς και την κυβέρνηση Παπανδρέου τους πολιτικούς όρους σύμφωνα με τους οποίους θα διαμορφωνόταν η κυριαρχία στη μεταπολεμική Ελλάδα. Άλλωστε τη στιγμή εκείνη το ΕΑΜ, ως πρωταγωνιστική δύναμη στην αντίσταση εναντίον των κατακτητών, έχαιρε ευρείας λαϊκής υποστήριξης και θα μπορούσε ακόμα να διεκδικήσει ρυθμιστικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή. Όμως, οι βλέψεις της κομμουνιστικής ηγεσίας- η οποία φοβόταν ότι επέρχεται η παλινόρθωση του προπολεμικού δικτατορικού καθεστώτος- ήταν εξ αρχής άλλες και συνοψίζονταν ως εξής: Ένοπλη αντίσταση στα σχέδια των Βρετανών και της ελληνικής αστικής τάξης και κατάληψη της εξουσίας με τα όπλα, υπό τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης.

    Η στρατηγική του ΚΚΕ, με κύρια χαρακτηριστικά την άγνοια του διπλωματικού γίγνεσθαι στο ευρωπαϊκό πεδίο, την ελλειμματική ανάλυση των στρατιωτικών συσχετισμών εντός κι εκτός Ελλάδας και την αδυναμία κατανόησης των πραγματικών βλέψεων του Στάλιν λειτούργησε τελικά εις βάρος του συνόλου του αντιστασιακού κινήματος και υπέρ των καλοσχεδιασμένων βρετανικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων: Ο ΕΛΑΣ αφοπλίστηκε, οι υποστηρικτές του ΕΑΜ και δη του ΚΚΕ περιορίστηκαν εξοντωτικά σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο και τα Δεκεμβριανά έγιναν η αιτία να ορθωθεί ένα σκληρό δεξιό και με σαφή αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, μετεμφυλιακό κράτος. Στο παρόν άρθρο επιχειρείται μια συνοπτική πολιτική προσέγγιση της δεκεμβριανής σύγκρουσης του 1944, και όσων προηγήθηκαν, κυρίως δια της ανάδειξης των διακριτών στρατηγικών που ακολούθησαν τα εμπλεκόμενα μέρη: Αφενός η διττή- και κατά τεκμήριο λανθασμένη- τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ και η εντέχνως διφορούμενη στάση του Στάλιν στο ελληνικό ζήτημα. Αφετέρου η επιθετική πολιτική του Τσόρτσιλ στην Ελλάδα και η συμπαράταξη της αστικής πολιτικής τάξης της χώρας με τα βρετανικά συμφέροντα.

    Οι πόλοι εξουσίας και τα πολιτικά διακυβεύματα στην προ-δεκεμβριανή Ελλάδα

    Όταν στις 18 Οκτωβρίου 1944 η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου έφτανε στην απελευθερωμένη Αθήνα, πλήθος κόσμου διαδήλωνε στους δρόμους της πρωτεύουσας, πανηγυρίζοντας την οριστική αποτίναξη του γερμανικού ζυγού. Τα πρώτα μηνύματα της- έστω επιφανειακής- πολιτικής ενότητας ως αποτέλεσμα των συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας, επέτρεπαν στον ήδη βαριά δοκιμασμένο ελληνικό λαό να ελπίζει, έστω αμυδρά, ότι οι αντίρροπες δυνάμεις που αναμειγνύονταν στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πλέγματος εξουσίας , θα συνέκλιναν ακόμα περισσότερο.

    Όμως, η σκληρή σύγκρουση, που είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου στην ύπαιθρο, μεταξύ των ανταρτικών οργανώσεων- με υπαίτια και κυρίαρχη δύναμη τον ΕΛΑΣ- η αιματηρή ένοπλη διαμάχη μεταξύ των δοσιλόγων των Ταγμάτων Ασφαλείας και των υποστηρικτών του ΚΚΕ (ΟΠΛΑ- εαμική Πολιτοφυλακή) στα αστικά κέντρα, αλλά και τα συνεχή κινήματα στο ελληνικό στράτευμα της Μέσης Ανατολής προμήνυαν ότι η διαδρομή για την όρθωση της μετακατοχικής Ελλάδας θα ήταν ιδιαιτέρως δύσβατη.

    Από τις αρχές του 1944 και όταν πλέον η ήττα του Άξονα διαφαινόταν στον πολεμικό ορίζοντα, επί ελληνικού εδάφους είχαν ήδη διαμορφωθεί οι δύο δυναμικοί πόλοι εξουσίας που θα πρωταγωνιστούσαν στη νομή της εξουσίας την «επόμενη μέρα» της Απελευθέρωσης: Βρετανοί και αστική πολιτική τάξη από τη μία πλευρά και ΕΑΜ- ΚΚΕ από την άλλη. Στους πολέμιους του κομμουνιστικού στρατοπέδου εντάσσονταν και οι δοσίλογοι των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι πρώην αξιωματικοί και οι οπλίτες που στελέχωσαν τα Τάγματα, όντες οι περισσότεροι οπαδοί του προπολεμικού καταναγκαστικού καθεστώτος Μεταξά είχαν εξοπλιστεί από τους γερμανούς για την καταπολέμηση του ΕΑΜ, αλλά κατακρίνονταν σε έντονο βαθμό για την τότε δράση τους, τόσο από τους Βρετανούς, όσο και από τον αστικό κόσμο.

    Τα κύρια διακυβεύματα για τους συμμετέχοντες στα ελληνικά πολιτικά πράγματα τους μήνες πριν από την Απελευθέρωση ήταν τα εξής: Πρώτον, ο καθορισμός των όρων σύμφωνα με τους οποίους θα γινόταν η συγκρότηση του εθνικού στρατού και της αστυνομίας. Δεύτερον, η διεξαγωγή εκλογών για πρώτη φορά μετά το 1936 και η προσφυγή σε δημοψήφισμα για το πολιτειακό ζήτημα. Τρίτον, το μέλλον των δοσιλόγων και των ανά την επικράτεια συνεργατών των Γερμανών. Η ρύθμιση των τριών αυτών θεμάτων ήταν εξαιρετικά καθοριστική για τη διαμόρφωση των πολιτικών δομών της μεταπολεμικής Ελλάδας και ήδη από την άνοιξη του 1944 και με την υστερόβουλη πρωτοβουλία των Βρετανών είχαν ξεκινήσει οι πολιτικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους δυο πόλους εξουσίας. Η γεφύρωση, όμως, των διαφορών αποτελούσε εξαρχής μια δυσχερέστατη υπόθεση, καθώς τα εμπλεκόμενα μέρη, παρά τη φαινομενική διάθεση συμβιβασμού, διεκδικούσαν επί της ουσίας την απόλυτη κυριαρχία στην μεταπολεμική Ελλάδα, ενώ ταυτοχρόνως διακατέχονταν από έντονα συναισθήματα καχυποψίας για τις προθέσεις του αντιπάλου.

    Η στρατηγική των δύο πόλων εξουσίας την περίοδο πριν από τη σύγκρουση

    Αντιλαμβανόμενοι οι Βρετανοί και ο αστικός κόσμος ότι είχαν απολέσει τον πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο στην Ελλάδα, καθώς λίγους μήνες πριν από την Απελευθέρωση το ΕΑΜ κυριαρχούσε τόσο στην ύπαιθρο, όσο και στην Αθήνα, έθεσαν ως πρωταρχικό στόχο τους τον περιορισμό του αντιστασιακού κινήματος, μέσω καταρχήν της πολιτικής περιχαράκωσής του και σε δεύτερη φάση δια του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Έπρεπε πάση θυσία ν’ εξασφαλίσουν ότι ο γιγαντωμένος αντάρτικος στρατός δεν θα έστρεφε τα όπλα εναντίον τους, όταν θα ερχόταν η ώρα της αποβίβασης στην απελευθερωμένη Ελλάδα. Το εγχείρημα αυτό ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο, καθώς οι «σκληροί του βουνού» ουδεμία διάθεση επεδείκνυαν να παραδοθούν στον Τσόρτσιλ.

    Ο οξυδερκής βρετανός πρωθυπουργός δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να τεθεί υπό αμφισβήτηση η αποικιοκρατικού χαρακτήρα κυριαρχία της χώρας του στην Ελλάδα, για την οποία έλεγε χαρακτηριστικά ότι οι συμπατριώτες του «είχαν ήδη κάνει πολλές θυσίες». Γνωρίζοντας τη δυναμική επιρροή του ΚΚΕ και μέσω αυτού της Σοβιετικής Ένωσης στο ΕΑΜ, όντας θορυβημένος από την επέλαση του Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια και θέλοντας να εξασφαλίσει τον πρωταρχικό ρόλο της Βρετανίας στη Μεσόγειο, ο Τσόρτσιλ πραγματοποίησε τον Μάιο 1944 την πρώτη διπλωματική κρούση προς τον Στάλιν, ζητώντας του συμφωνία για τη βρετανική κυριαρχία στην Ελλάδα. Το «αντάλλαγμα» ήταν η παραχώρηση του ελέγχου της Ρουμανίας στη Σοβιετική Ένωση, πρόταση που έγινε κατ’ αρχήν αποδεκτή.

    Ο Τσόρτσιλ στην Αθήνα

    Διαθέτοντας από το σημείο εκείνο και στο εξής τη σιωπηρή συναίνεση του Στάλιν, οι Βρετανοί ανέλαβαν την πρωτοβουλία σύστασης κυβέρνησης εθνικής ενότητας και με τη συμμετοχή στελεχών του ΕΑΜ. Αυτό κατέστη δυνατό- ως αποτέλεσμα σειράς ενεργειών και διαπραγματεύσεων- στις αρχές Σεπτεμβρίου 1944, όταν έξι στελέχη του Μετώπου ενσωματώθηκαν στην ήδη σχηματισμένη από τον Μάιο του ίδιου έτους κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η αποδοχή του ΕΑΜ να συμμετάσχει στο εθνικό σχήμα υπό τους επαχθείς όρους που είχαν τεθεί στο Συνέδριο του Λιβάνου και σύμφωνα με τους οποίους ο ΕΛΑΣ υπαγόταν στις διαταγές της κυβέρνησης και οι Βρετανοί αναλάμβαναν κυρίαρχο ρόλο στη συγκρότηση του εθνικού στρατού, έγινε μόνο κατόπιν των σχετικών μηνυμάτων από τη Μόσχα, τα οποία υπεδείκνυαν στο ΚΚΕ το δρόμο της- προσωρινής τουλάχιστον- συναίνεσης.

    Ο Σκόμπι

    Επόμενο- και κρισιμότερο βήμα- στη στρατηγική των Βρετανών ήταν η θεσμική υπαγωγή του ΕΛΑΣ απευθείας στον έλεγχό τους και όχι μέσω της ελληνικής κυβέρνησης. Κι ενώ η Σοβιετική Ένωση τηρούσε δια των αντιπροσώπων της την ίδια στάση, σεβόμενη προς το παρόν τη συμφωνία με τους Βρετανούς, στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 ο στρατηγός Σαράφηςυπέγραψε τη συμφωνία της Καζέρτας, θέτοντας τον ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του ανώτατου διοικητή των βρετανικών στρατευμάτων που θα αποβιβάζονταν στην Ελλάδα Ρόναλντ Σκόμπι. Ο τελευταίος οριοθέτησε όχι μόνο το είδος των εφεξής επιχειρήσεων του ΕΛΑΣ στην ελληνική επικράτεια- δηλαδή αποκλειστικά την παρενόχληση των Γερμανών κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα- αλλά περιόρισε ταυτόχρονα και το χώρο δράσης του: Βάσει της σχετικής διαταγής απαγορεύθηκε στους αντάρτες η είσοδος στην Αθήνα, γεγονός καθοριστικό για τη μελλοντική εξέλιξη των πραγμάτων.

    Βρετανοί στο Εθνικό Μουσείο

    Λίγες μέρες μετά, στις 9 Οκτωβρίου 1944 ο Τσόρτσιλ συναντήθηκε με τον Στάλιν στην περίφημη πλέον διάσκεψη της Μόσχας και συμφώνησαν ότι η επιρροή στην Ελλάδα θα διαμοιραστεί κατά 90%-10% υπέρ των Βρετανών, στη Ρουμανία 90% και στη Βουλγαρία 75% υπέρ των Σοβιετικών, ενώ «εξ ημισείας» χωρίζονταν Ουγγαρία και Γιουγκοσλαβία. Πρόκειται για τη συμφωνία των «ζωνών επιρροής», το κομβικότερο σημείο αναφορικά με τις μετέπειτα εξελίξεις στην Ελλάδα. Ο Τσόρτσιλ είχε θέσει τα θεμέλια για την πολιτική (επανα)κυριαρχία της Βρετανίας στην Ελλάδα με τη σύμφωνη γνώμη του Στάλιν. Βέβαια, παρά τις αποφάσεις στη Διάσκεψη της Μόσχας, ο βρετανός πρωθυπουργός αφενός δεν εμπιστευόταν το σοβιετικό ηγέτη, αφετέρου πίστευε ότι το ΚΚΕ θα διεκδικούσε εν τέλει την εξουσία δια των όπλων, καθώς αυτό όριζε η επαναστατική φύση του. Έτσι, ο Τσόρτσιλ κατέστρωνε παράλληλα και πολεμικό σχέδιο αντιμετώπισης του ΕΛΑΣ, πρώτο σκέλος του οποίου ήταν η επιχείρηση ΜΑΝΝΑ, η αποβίβαση δηλαδή βρετανικών στρατευμάτων στην απελευθερωμένη Αθήνα.

    Το ΚΚΕ από την άλλη πλευρά, αφενός διακατεχόταν από τον έντονο φόβο ότι πρωταρχικός στόχος των Βρετανών προς επικύρωση της κυριαρχίας τους στην Ελλάδα ήταν η πραξικοπηματική επιστροφή του Γεωργίου Β’, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την εκ νέου καταναγκαστική περιθωριοποίηση του λαϊκού κινήματος. Αφετέρου, η κομμουνιστική ηγεσία, διαθέτοντας σαφέστατα τον στρατιωτικό έλεγχο επί της ελληνικής επικράτειας, γνώριζε ότι ήταν σε θέση να έχει τον πρώτο λόγο στη διαμόρφωση των μεταπολεμικών συσχετισμών, περιορίζοντας τόσο τους Βρετανούς, όσο και τον αστικό πολιτικό κόσμο. Αυτό που ανέμενε το ΚΚΕ για να προχωρήσει στο σχεδιασμό του ήταν η έγκριση της Μόσχας.

    Ο Στάλιν, όμως, είχε προς τον παρόν άλλες προτεραιότητες. Έδινε όλο το βάρος στην ολοκλήρωση του συμμαχικού αγώνα και το οριστικό ξερίζωμα του ναζισμού, ενώ ταυτόχρονα μέσω της Διάσκεψης της Μόσχας διασφάλιζε την κυριαρχία στα βόρεια Βαλκάνια, στο μαλακό υπογάστριο της Σοβιετικής Ένωσης. Το ΚΚΕ είτε αγνοούσε είτε δεν μπορούσε να αντιληφθεί την ευρύτερη συγκυρία και τις προτεραιότητες του Στάλιν, ενώ το ηγετικό κλιμάκια του Κόμματος αρνούνταν να πιστέψει την ύπαρξη της συμφωνία Μόσχας- Λονδίνου για τις ζώνες επιρροής. Χαρακτηριστική είναι, μάλιστα, η μαρτυρία του καθηγητή Αγγ. Αγγελόπουλου, μετριοπαθούς στελέχους του ΕΑΜ και μέλους της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ο οποίος προειδοποίησε τον γραμματέα του ΚΚΕ Γ. Σιάντο, ότι οι Σοβιετικοί έχουν παραχωρήσει την Ελλάδα στη Βρετανία. Ο Σιάντος ήταν κατηγορηματικός: «Μην τα πιστεύεις αυτά Άγγελε. Αυτά τα διαδίδουν οι Άγγλοι για να μας επηρεάζουν. Δεν είναι δυνατόν οι Ρώσοι να παραχωρήσουν, δίχως να το ξέρουμε, την Ελλάδα στους Άγγλους. Αν υπήρχε μια τέτοια συμφωνία θα είχα ενημερωθεί»…

    Βάσει αυτού του σκεπτικού, αλλά και αναλογιζόμενη τους φόβους και τις επιθυμίες της η κομμουνιστική ηγεσία είχε καταστρώσει τη λεγόμενη «διπλή στρατηγική» της: Το πρώτο σκέλος της τακτικής ήταν η συμμετοχή στην κυβέρνηση και κατ’ επίφαση διάθεση συναίνεσης μέσω της υπογραφής των Συμφωνιών Λιβάνου και Καζέρτας. Το δεύτερο και ισχυρότερο σκέλος ήταν η παραμονή σε πολεμική εγρήγορση και η αναμονή έγκρισης από τη Μόσχα για στρατιωτική επέμβαση και κυριαρχία. Κρίσιμος άξονας του όλου σκεπτικού ήταν ν’ αναδειχθεί ότι υπαίτιοι για την επερχόμενη σύγκρουση ήταν αποκλειστικά οι Βρετανοί και η αστική τάξη. Έτσι από το σημείο εκείνο κι έπειτα το ΚΚΕ σχεδίαζε ν’ αφήσει την πρώτη πολεμική κίνηση στον Τσόρτσιλ και ν’ ανταπαντήσει ως δήθεν διωκόμενο.

    Ο κρίσιμος Νοέμβριος

    Ενώ η κυβέρνηση διήγαγε τον πρώτο μήνα του βίου της, προσπαθώντας να λύσει το οικονομικό και επισιτιστικό πρόβλημα της χώρας, Βρετανοί, Παπανδρέου και ΕΑΜ διαπραγματεύονταν το κρίσιμο ζήτημα της διάλυσης των ανταρτικών οργανώσεων και της συγκρότησης εθνικού στρατού. Στις 5 Νοεμβρίου 1944 ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο βρετανός αρχιστράτηγος Σκόμπι εξέδωσαν διαταγή σύμφωνα με την οποία: α) Ο ΕΛΑΣ και ο ΕΔΕΣ θα έπρεπε να διαλυθούν έως τις 10 Δεκεμβρίου και η Πολιτοφυλακή την 1η Δεκεμβρίου. β) Οι μόνιμοι αξιωματικοί των αντάρτικων σωμάτων θα επανέρχονταν στον τακτικό στρατό όταν αυτός θα συγκροτείτο. γ.) Θα συνίστατο Σώμα Προσωρινής Εθνοφυλακής με πρόσκληση της κλάσης του 1936, με ημερομηνία κατάταξης την 24η Νοεμβρίου. Το νέο σώμα θα αναλάμβανε υπηρεσία την 1η Δεκεμβρίου αντί της Πολιτοφυλακής. Οι υπουργοί του ΕΑΜ ενέκριναν την εν λόγω διαταγή, καθώς στο στρατό θα κατατάσσονταν τουλάχιστον 1. 500 αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, ενώ εκ των πραγμάτων προέκυπτε ότι ο κύριος όγκος των νεοσύλλεκτων της κλάσης του 1936 θα ήταν εαμικής προέλευσης.

    Το ΚΚΕ, όμως, δυσπιστούσε. Ο προβληματισμός της ηγεσίας του εστίαζε στο γεγονός ότι στη διαταγή Παπανδρέου- Σκόμπι δεν υπήρχε αναφορά στη διάλυση της φιλομοναρχικής Ορεινής Ταξιαρχίας, η οποία τις μέρες εκείνες βρισκόταν ακόμα στην Ιταλία. Ο Σιάντος, όντας καχύποπτος για το ρόλο που θα διαδραμάτιζε το συγκεκριμένο σώμα στις μετέπειτα εξελίξεις, αλλά και αναζητώντας αφορμή για να προκαλέσει εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις αξίωσε καταρχάς τη διάλυση και της Ορεινής Ταξιαρχίας, ενδεχόμενο το οποίο απέκλειε ρητά ο Τσόρτσιλ. Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ κατέθεσε νέα πρότασηστις 19 Νοεμβρίου σύμφωνα με την οποία δεν θα έπρεπε να διαλυθεί καμία από τις αναγνωρισμένες ένοπλες δυνάμεις της χώρας, αλλά υπό κοινή διοίκηση να πολεμήσουν τον εχθρό μέχρι το τέλος του αντιφασιστικού αγώνα στην Ευρώπη. Επρόκειτο για έναν τακτικό ελιγμό του Κόμματος, ο οποίος ήταν βέβαιο ότι δεν θα γινόταν αποδεκτός από τους Βρετανούς, αλλά εντασσόταν στη στρατηγική της επίρριψης των ευθυνών για την επερχόμενη σύγκρουση στον Τσόρτσιλ και τους εγχώριους υποστηρικτές των Βρετανών. Όπως συμπεραίνουν με μεγάλη ακρίβεια οι ιστορικοί Baerentzen και Close στη μελέτη τους για τα αίτια των Δεκεμβριανών (The British Defeat of EAM 1944- 45) «οι ελάχιστες απαιτήσεις της μίας πλευράς υπερέβαιναν τις μέγιστες παραχωρήσεις που η άλλη πλευρά ήταν διατεθειμένη να κάνει».

    Η φιλομοναρχική Ορεινή Ταξιαρχία

    Εν τω μεταξύ, ήδη από τις 7 Νοεμβρίου ο Τσόρτσιλ, προσηλωμένος μεν στην αρχική στόχευση για πολιτική λύση στο ελληνικό ζήτημα, αλλά και όντας βέβαιος για τον απώτερο σκοπό του ΚΚΕ έγραφε στον υπουργό Εξωτερικών Ήντεν: «Λαμβανομένου υπόψιν του τιμήματος το οποίον κατεβάλομεν δια να επιτύχομεν από την Ρωσίαν να έχομεν ελεύθερας τας χείρας εις την Ελλάδα, δεν θα έπρεπε να διστάσομεν να χρησιμοποιήσομεν βρετανικά στρατεύματα δια να υποστηρίξομεν την ελληνικήν βασιλικήν κυβέρνησιν του κ. Παπανδρέου (…) Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχομεν σύγκρουσιν μετά του ΕΑΜ και ότι δεν πρέπει να προσπαθήσομεν να την αποφύγομεν, υπό τον όρον να εκλέξομεν καλώς το έδαφος».

    Αλεξάντερ-Τσόρτιλ-Ήντεν

    Κατά τη διάρκεια του κρίσιμου Νοέμβριου, στελέχη του ΚΚΕ ταξίδεψαν στη Γιουγκοσλαβία προκειμένου να συζητήσουν με τον Τίτο το ενδεχόμενο ενίσχυσης του ένοπλου αγώνα κατά των Άγγλων. Ο γιουγκοσλάβος ηγέτης απάντησε τότε θετικά. Πίσω στην Αθήνα, ο αρχηγός της σοβιετικής αποστολής Γριγκόρι Ποπόφ συνάντησε στα μέσα του μήνα το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Γιάννη Ιωαννίδη προκειμένου να πληροφορηθεί το σχεδιασμό του Κόμματος. Ο Ιωαννίδης ενημέρωσε τον Ποπόφ ότι ο στενός πυρήνας της ηγεσίας έχει αποφασίσει να μην παραδώσει τα όπλα και εν ανάγκη να συγκρουστεί με τους Βρετανούς. Όλα τα στοιχεία συνηγορούσαν ότι η ένοπλη διαμάχη ήταν πλέον προ των πυλών.

    Στις 30 Νοεμβρίου ο Σιάντος παραβιάζοντας τη Συμφωνία της Καζέρτας ανασυστήνει την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, προχωρώντας ουσιαστικά σε μια κίνηση άνευ επιστροφής. Είχε προηγηθεί στις 27 Νοεμβρίου η υπογραφή διαταγής από τον υφυπουργό Στρατιωτικών Λαμπριανίδη, χωρίς την έγκριση του Παπανδρέου για την τοποθέτηση 250 αξιωματικών στα συγκροτούμενα Τάγματα Εθνοφυλακής. Κανένας από αυτούς τους αξιωματικούς δεν ανήκε στον ΕΛΑΣ, γεγονός που εξόργισε τα κορυφαία κλιμάκια του ΕΑΜ. Παρά την προσπάθεια του Παπανδρέου να αποκλιμακώσει την κατάσταση με την τοποθέτηση στη θέση του υφυπουργού Στρατιωτικών τον ελασίτη στρατηγό Σαρηγιάννη, η ηγεσία του ΚΚΕ θεώρησε την κίνηση Λαμπριανίδη ως απτή απόδειξη της πραξικοπηματικής διάθεσης της «Αγγλοδεξιάς». Όταν έφτασε η 1η Δεκεμβρίου, η ημέρα δηλαδή που η εαμική Πολιτοφυλακή έπρεπε να διαλυθεί, οι υπουργοί του ΕΑΜ δεν παρέστησαν στο προγραμματισμένο Υπουργικό Συμβούλιο και στις 2 Δεκεμβρίου παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση. Η Πολιτοφυλακή δεν παρέδωσε τα όπλα. Το ΕΑΜ κάλεσε σε παλλαϊκό συλλαλητήριο στο Σύνταγμα στις 3 Δεκεμβρίου, το οποίο ως γνωστόν διαλύθηκε ενόπλως από τις κυβερνητικές δυνάμεις, με τουλάχιστον 30 νεκρούς και πάνω από 120 τραυματίες. Ο πόλεμος είχε ουσιαστικά αρχίσει.

    Η μάχη της Αθήνας: Ο Τσόρτσιλ σε εγρήγορση- Το ΚΚΕ αναζητεί εναγωνίως βοήθεια- Ο Στάλιν αδιαφορεί

    Η Ορεινή Ταξιαρχία στην Αθήνα

    Στις 4 Δεκεμβρίου 1. 200 άνδρες της ΙΙ Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ Αθηνών εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση εναντίον των αστυνομικών τμημάτων στις βόρειες και δυτικές περιοχές της πρωτεύουσας και της Οργάνωσης Χ, η οποία στεγαζόταν στην περιοχή του Θησείου. Την ημέρα έναρξης της αιματηρής εμφύλιας μάχης οι κυβερνητικές δυνάμεις αριθμούσαν περίπου 11. 500 άνδρες, μεταξύ των οποίων οι 2. 500 ετοιμοπόλεμοι στρατιώτες της Ορεινής Ταξιαρχίας. Το Α’ Σώμα του ΕΛΑΣ που βρισκόταν ήδη στην Αθήνα αποτελούνταν από 6. 300 άνδρες. Οι βρετανικές δυνάμεις υπολογίζονταν σε περίπου 11. 000 άνδρες. Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό των ανταρτών, ήδη από την έναρξη της σύγκρουσης ο ΕΛΑΣ είχε ν’ αντιμετωπίσει δύο σοβαρότατα μειονεκτήματα: Πρώτον υστερούσε τεχνολογικά σε πολεμικό εξοπλισμό σε σχέση με τους Βρετανούς και την κυβερνητική Ορεινή Ταξιαρχία. Δεύτερον, οι αξιωματικοί του δεν διέθεταν καθόλου εμπειρία σε πόλεμο εντός του αστικού ιστού. Η «επιλογή του κατάλληλου εδάφους» για τη διεξαγωγή της μάχης αποτελούσε ήδη μια πρώτη νίκη για τον Τσόρτσιλ.

    Ο βρετανός πρωθυπουργός, όμως, δεν αισθανόταν ιδιαιτέρως ανήσυχος για την έκβαση της αναμέτρησης. Με συνεχή τηλεγραφήματά του προς τους ιθύνοντες των στρατευμάτων στην Αθήνα και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου τους εφιστούσε την προσοχή για την αναγκαιότητα συντριβής του ΕΛΑΣ. Την ίδια ώρα επανέφερε με σκληρό τρόπο στην τάξη τους εκπροσώπους του αστικού πολιτικού κόσμου που βρίσκονταν στην κυβέρνηση, εντός της οποία είχε ξεσπάσει κρίση. Ο Παπανδρέου παρέμεινε εκών άκων πρωθυπουργός και η μάχη στους δρόμους της Αθήνας κλιμακώθηκε. Ο ΕΛΑΣ σημείωσε τις πρώτες νίκες του καταλαμβάνοντας αστυνομικά τμήματα και σταθμούς Χωροφυλακής.

    Δεκέμβρης 44 -Τραμ

    Όμως, το πολεμικό σχέδιο της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ για την επικράτηση στην πρωτεύουσα ήταν τουλάχιστον ασύνδετο και σε πολλές εκφάνσεις του παράλογο. Ο συντονισμός των δυνάμεων ήταν ανεπαρκής και κύρια χαρακτηριστικό της στρατιωτικής δράσης ήταν η προχειρότητα εν μέσω ετερόκλητων αυτοσχεδιασμών. Εν τω μεταξύ, ο ΕΛΑΣ είχε καταμετρήσει σημαντικές απώλειες στις τάξεις του, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων νεκρών και χιλιάδων αιχμαλώτων. Παρά το γεγονός αυτό, έως τις 11 Δεκεμβρίου οι αντάρτικες δυνάμεις διέθεταν ακόμα την πρωτοβουλία στην Αθήνα, προκαλώντας στον Σκόμπι σημαντικότατα προβλήματα.

    Βρετανοί στην Ακρόπολη

    Ο βρετανός αρχιστράτηγος, περικυκλωμένος στην ευρύτερη περιοχή του Κολωνακίου από τον ΕΛΑΣ, σκεπτόταν ακόμα και τη σύμπτυξη των δυνάμεών του στο Φάληρο και το Ελληνικό. Ενώπιον αυτού του ενδεχομένου, εκπρόσωποι της κυβέρνησης αναζήτησαν εναγωνίως τον Τσόρτσιλ, προκειμένου να τον ενημερώσουν για τα εις βάρος τους τεκταινόμενα. Η σοβαρότητα της κατάστασης αποδεικνύεται από την άφιξη στην Αθήνα του βρετανού αρχιστράτηγου της ΜεσογείουΧάρολντ Αλεξάντερ, πρώτη κίνηση του οποίου ήταν ν’ αποτρέψει την οπισθοχώρηση του Σκόμπι. Μαζί με τον Αλεξάντερ κατέφθασαν μέσω του Πειραιά σημαντικές στρατιωτικές ενισχύσεις, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των βρετανών ανδρών περίπου στους 22. 000. Ταυτοχρόνως η αγγλική διοίκηση αποφάσισε να εξοπλίσει και τους άνδρες των πρώην Ταγμάτων Ασφαλείας, προκειμένου να μεγεθύνει τη δύναμη πυρός της. Παρότι κι ο Σιάντος είχε αυξήσει την παρατακτή δύναμη του ΕΛΑΣ στην πρωτεύουσα κατά 10. 000 άνδρες, η αντίστροφη μέτρηση για την ήττα του αντάρτικου κινήματος είχε αρχίσει.

    βρετανικό άρμα

    Μοναδική ελπίδα για την ηγεσία του ΚΚΕ ήταν η στήριξη των δυνάμεων της από τα αδελφά κομμουνιστικά κόμματα και δη από τη Μόσχα. Προς την κατεύθυνση αυτή, ήδη από τις 5 Δεκεμβρίου, ο Σιάντος είχε επικοινωνήσει μέσω ασυρμάτου- ο οποίος είχε τοποθετηθεί στη βόρειο Ελλάδα- με τον πρώην γ. γ. της Γ’ Διεθνούς βούλγαρο Γκεόργκι Δημητρόφ και τον γ. γ. του ΚΚ Βουλγαρίας Τράικο Κοστόφ, αναφέροντας την κατάσταση στην Ελλάδα και κάνοντας παράλληλα την πρώτη μνεία για βοήθεια. Ματαίως. Την ίδια μέρα υπήρξε και δια ζώσης επαφή υψηλόβαθμου στελέχους του ΚΚΕ και με τον Τίτο. Οι θέσεις και των δύο ως προς την έξωθεν ενίσχυση του ΕΛΑΣ ήταν ταυτόσημη και περικλείεται στο μήνυμα του Δημητρόφ μέσω του ΚΚ Βουλγαρίας στον Σιάντο, στις 14 Δεκεμβρίου: «Εννοείται ότι οι Έλληνες σύντροφοι πρέπει να συνεχίσουν τον αγώνα, όμως προς το παρόν δεν μπορούν να υπολογίζουν σε βοήθεια απ’ έξω». Ο Σιάντος απάντησε στις 16 Δεκεμβρίου- μέρα κατά την οποία, όπως σημειώθηκε και στον πρόλογο του παρόντος, αρνήθηκε την πρόταση για συνθηκολόγησης του Σκόμπι- ότι «συνεχίσωμεν παλλαϊκό πόλεμο δια ελευθερίαν λαού και ανεξαρτησίαν χώρας μας». Στις 19 Δεκεμβρίου ο Κοστόφ τηλεγραφεί με τη σειρά του στον Σιάντο: «(…) προς το παρόν παροχή βοήθειας δεν είναι δυνατή. Έχετέ το και αυτό υπόψη για τις αποφάσεις σας». Οι κατευθύνσεις Δημητρόφ, Κοστόφ και Τίτο στα αιτήματα του ΚΚΕ προέκυπταν φυσικά κατόπιν ενδελεχούς συνεννόησης με τον Στάλιν. Εν τω μεταξύ, κάθε μέρα που περνούσε και πλησιάζοντας προς το τέλος Δεκεμβρίου η στρατιωτική πλάστιγγα στην Αθήνα έγερνε υπέρ των Βρετανών και των κυβερνητικών δυνάμεων.

    Ενόσω η οριστική ήττα και διάλυση του ΕΛΑΣ πλησίαζαν αποδεικνυόταν ότι το ΚΚΕ είχε στηρίξει τη στρατηγική του σε τρεις παντελώς σαθρούς άξονες: Αμφισβήτησε καταρχάς την ύπαρξη της συμφωνίας Βρετανών- Σοβιετικών για τις ζώνες επιρροής. Πίστεψε δεύτερον ότι σε περίπτωση έναρξης ένοπλου αγώνα θα έχει τη βοήθεια των αδελφών κομμουνιστικών κομμάτων κατόπιν εντολής του Στάλιν. Θεώρησε τρίτον ένας αντάρτικος στρατός με όπλα των αρχών του αιώνα θα μπορούσε να επικρατήσει εντός του αστικού ιστού στη μάχη εναντίον των σύγχρονα εξοπλισμένων βρετανικών και κυβερνητικών δυνάμεων.

    Στο σημείο αυτό, όμως, προκύπτουν σημαντικά ερωτήματα και για τη σοβιετική ηγεσία, τα οποία ακόμα αναζητούν ολοκληρωμένες απαντήσεις. Γιατί ο Στάλιν συμφώνησε εν μέσω του Πολέμου στο διαμοιρασμό των Βαλκανίων με τον Τσόρτσιλ; Γιατί δεν κοινοποίησε στις λοιπές κομμουνιστικές δυνάμεις τις αποφάσεις της Διάσκεψης της Μόσχας για τις ζώνες επιρροής; Γιατί δεν απέτρεψε εξ αρχής το ΚΚΕ από το να ξεκινήσει τη μάχη της Αθήνας; Γιατί παρότρυνε εν συνεχεία το ΚΚΕ να συνεχίσει την εμφύλια σύρραξη, αλλά δεν το ενίσχυσε στρατιωτικά, επιτρέποντας στους Βρετανούς να το συντρίψουν;

    Ήταν φανερό, ότι ο Στάλιν είχε αποφασίσει να τηρήσει μια διφορούμενη στρατηγική. Προτεραιότητά του ήταν η συντριβή του ναζισμού και πριν οριστικοποιηθεί αυτός ο στόχος δεν ήταν διατεθειμένος να κλονίσει τη συμμαχία με τους Βρετανούς. Γι’ αυτό και συμφώνησε με τις προτεινόμενες από τον Τσόρτσιλ ζώνες επιρροής. Δεν κοινοποίησε τη συμφωνία του με τον βρετανό πρωθυπουργό, διότι ήταν βέβαιος ότι συγκεκριμένα κράτη- με προεξάρχουσα την Γιουγκοσλαβία του Τίτο- θα αντιδρούσαν σφοδρά στο διαμοιρασμό, εν μέσω μάλιστα του συμμαχικού αγώνα. Δεν απέτρεψε το ΚΚΕ από την έναρξη της εμφύλιας σύρραξης διότι αυτή λειτουργούσε ως «μήνυμα- προειδοποίηση» για τις πιθανές βλέψεις των Βρετανών στα υπόλοιπα Βαλκάνια. Με λίγα λόγια, οι Σοβιετικοί ήθελαν μεν την σύγκρουση στην Ελλάδα, απλώς δεν την ενθάρρυναν και αν την ενθάρρυναν το έκαναν μόνο μέσω τρίτων, προκειμένου να μην κατηγορηθούν ότι αθετούν όσα συμφωνήθηκαν στη Διάσκεψη της Μόσχας και ρισκάρουν την έκβαση του Πολέμου εναντίον των Γερμανών (σημειώνεται ότι παραλλήλως με τα Δεκεμβριανά, στις 17 Δεκεμβρίου, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν στο δυτικό μέτωπο την αντεπίθεση των Αρδεννών, κατά τη διάρκεια της οποίας παραλίγο ν’ αντιστρέψουν την κατάσταση εισβάλλοντας ξανά στο Παρίσι). Αποδείχτηκε, τέλος, ότι οι Σοβιετικοί προκειμένου να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην ευρύτερη περιοχή των πολύπαθων Βαλκανίων ήταν διατεθειμένοι να θυσιάσουν σημαντικό μέρος του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Όπως τελικά συνέβη.

    Αντί επιλόγου: Τα Δεκεμβριανά γυρνούν μπούμερανγκ εναντίον του εαμικού κινήματος

    Έως την 11η Ιανουάριου, όταν δηλαδή ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ηττημένος την ανακωχή με τον Σκόμπι, το ΚΚΕ είχε ακόμα δύο ευκαιρίες να τερματίσει την αιματηρή εμφύλια αναμέτρηση. Η πρώτη ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων, παρουσία του Τσόρτσιλ στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Η δεύτερη στις 31 Δεκεμβρίου με μοναδικό όρο ν’ αποσυρθούν τα ανταρτικά στρατεύματα εκτός Αττικής. Εντός όμως του πρώτου δεκαήμερου του 1945 ο συσχετισμός έγινε ακόμα επαχθέστερος για τον ΕΛΑΣ, ο οποίος σύμφωνα με τη διαταγή της 11ης Ιανουαρίου ήταν πλέον υποχρεωμένος να εγκαταλείψει όχι μόνο την Αθήνα, αλλά όλα τα αστικά κέντρα και τα χωριά ανατολικώς και νοτίως της γραμμής Ιτέας- Άμφισσας, Λαμίας, Δομοκού, Φαρσάλων, την Πελοπόννησο, καθώς και την πόλη της Θεσσαλονίκης.

    Παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην ύπαιθρο παρέμεναν σχεδόν ανέπαφες και οι Βρετανοί βρίσκονταν στα όρια της εξάντλησης σε υλικό και ανθρώπινο δυναμικό, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν τόλμησε να ανακινήσει νέα στρατιωτική διαμάχη. Προφανώς είχε πλέον εμπεδώσει ότι οι βλέψεις της Μόσχας δεν κινούνταν προς αυτήν την κατεύθυνση. Όμως οι επιπτώσεις για το αντιστασιακό κίνημα ήταν ήδη τεράστιες. Η επιλογή του ΕΛΑΣ κατά τη διάρκεια εκκένωσης της Αθήνας να πάρει μαζί του σημαντικό αριθμό ομήρων, πολλοί από τους οποίους είτε εκτελέστηκαν, είτε πέθαναν από τις κακουχίες, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη αγριότητα που επέδειξαν οι αντάρτες στη μάχη της Αθήνας, κατέστησαν συνολικά το αντιστασιακό κίνημα μισητό σε ευρεία στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.

    Η ογκώδης υποστήριξη που διέθετε το ΕΑΜ λίγες μέρες πριν από τον Δεκέμβριο, δεν υπήρχε πια. Όσοι υποστηρικτές του Μετώπου έμειναν πίσω στην Αθήνα δέχθηκαν βάναυσες επιθέσεις, ενώ οι συλληφθέντες από τους Βρετανούς και τις κυβερνητικές δυνάμεις εξορίστηκαν πάραυτα, κυρίως σε στρατόπεδα ελληνικής διοίκησης στη Μέση Ανατολή.

    Στο πολιτικό επίπεδο, το ΚΚΕ είχε πλέον απολέσει τη νομιμοποίησή του, σε αντίθεση με τους δοσίλογους συνεργάτες των Γερμανών, οι οποίοι επικαλέστηκαν τη συμμετοχή τους στον αντικομμουνιστικό αγώνα ως επιχείρημα για να «ξεπλυθούν» από τις αμαρτίες του πρόσφατου παρελθόντος. Κατά τη διάρκεια των επομένων δύο ετών και μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας πάνω από 1. 200 μέλη του εαμικού κινήματος δολοφονήθηκαν από ένοπλες παρακρατικές οργανώσεις, ενώ την ίδια στιγμή από τους 2. 773 νόμιμα καταδικασθέντες μόνο οι 279 ήταν πρώην συνεργάτες των Γερμανών. Η πλειοψηφία των υπολοίπων ήταν μέλη του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Ταυτοχρόνως ο θεσμός της βασιλείας, ενώ τα προηγούμενα έτη είχε επιτιμηθεί εξαιτίας της συμμετοχής του Γεωργίου Β’ στην επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, φάνταζε πια- μαζί με τον στρατό- ως ο σταθερότερος θεσμικός αντικομμουνιστικός πυλώνας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο καθηγητής Ηλ. Νικολακόπουλος «τα Δεκεμβριανά λειτούργησαν εκτός των άλλων και ως μια μηχανή παραγωγής βασιλοφρόνων».

    Συμπερασματικά προκύπτει, ότι οι αναλύσεις και οι επιλογές του ΚΚΕ πριν από και κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών ήταν τουλάχιστον ατυχείς. Τα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος δεν μπόρεσαν να αξιολογήσουν την παγκόσμια συγκυρία. Δεν κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν τις πραγματικές βλέψεις του Στάλιν, ενώ δεν αξιολόγησαν σωστά το μέχρι που ήταν διατεθειμένος να φτάσει ο Τσόρτσιλ για να εξασφαλίσει την επιρροή της Βρετανίας στην Ελλάδα. Αντί το ΚΚΕ να κεφαλαιοποιήσει την αντιστασιακή δράση του, διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ρόλο στη μετακατοχική πολιτική σκηνή, επέλεξε τον ένοπλο αγώνα, με αποτέλεσμα να βρεθεί για χρόνια περιορισμένο και διωκόμενο από ένα σκληρό, αντικομμουνιστικό κράτος. Το απόσπασμα από το σημείωμα της Χρύσας Χατζηβασιλείου, μέλους του Π. Γ. του ΚΚΕ στην 11η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής που έγινε στην Αθήνα από τις 5 έως τις 15 Απριλίου είναι αφοπλιστικό:

    «Ο προσανατολισμός μας έπρεπε να είναι να βρούμε μια πολιτική λύση, καλύτερη ή χειρότερη ανάλογα πάλι με το συσχετισμό των δυνάμεων, πάντα μια πολιτική λύση συμβιβαστική. Έπρεπε να μας είχε διδάξει ο Λίβανος. Αυτό όμως το πράγμα μας έφυγε ολότελα από τα μάτια. Μας έπιασε η ψύχωση του πολέμου και της επικράτησης και έτσι αφήσαμε ολότελα παιδιακίστικα, ανόητα, να μας διαφύγουν ευκαιρίες στις 18, στις 25 και το χειρότερο στις 31 Δεκεμβρίου. Εν τω μεταξύ είχαμε πάρει τόσο ψηλά τον αμανέ και διακηρύσσαμε ‘’40 χρόνια πόλεμο’’ και με τη Μεγάλη Βρετανία και δεν είχαμε προετοιμαστεί ούτε ιδεολογικά, ούτε εσωκομματικά, ούτε στρατιωτικά. Κάναμε εγκλήματα».

    Πηγή: ΕΡΤ

    http://tvxs.gr/news/blogarontas/dekembriana-1944-emfylia-syrraksi-gia-tin-metapolemiki-kyriarxia

  23. Ο Γιώργος Θεοτοκάς για τα Δεκεμβριανά: «Βλέπω μιά επανάσταση των προσφύγων εναντίον των γηγενών» (Τετράδια Ημερολογίου 1939 – 1953, σελ. 529 – 530, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας , Έπαναστοιχειοθετημένη έκδοση.)

  24. Britain’s secret ‘torture camp’ and the stench of a cover-up: How the brave men who protested about prisoners being abused at a UK base in Cyprus were shunned… until now
    In 1958, Grenadier Guard Jamie Eykyn discovered horrific abuses in Cyprus
    Prisoners accused of being EOKA terrorists were being tortured on British camp
    Officer Eykyn reported the abuses to his superior officer, Major Michael Stourton
    Yet instead of gratitude for their bravery, they met a wall of hostility and denial
    By POLLY DUNBAR FOR THE MAIL ON SUNDAY

    PUBLISHED: 22:01 BST, 28 April 2018 | UPDATED: 12:33 BST, 29 April 2018

    e-mail
    287
    shares
    188

    View comments

    It was a clear October night in the hills above Kythrea and 19-year-old Jamie Eykyn was settling in for a long and uneventful evening. Standing sentry before a single-storey Army complex in the Cyprus countryside, the young Grenadier Guards officer had little to see and nothing to hear except the swish of the Mediterranean breeze through the olive groves.

    Until, that is, the night air was pierced by sounds that still chill his blood today, six decades later – agonised screams from the men held prisoner in the building he was guarding: a British interrogation centre.

    This was 1958 and EOKA terrorists were mounting an armed insurgency in their fight for Cypriot independence from colonial rule and, as Lieutenant Eykyn would discover to his horror, Britain’s response was uncompromisingly brutal.

    Now aged 79, Mr Eykyn is speaking for the first time about the horrific events of 60 years ago – and about the shameful cover-up that followed.

    The night air was pierced by sounds that still chill his blood today, six decades later ¿ agonised screams from the men held prisoner in the building he was guarding: a British interrogation centre. Now aged 79, Mr Eykyn (pictured) is speaking for the first time about the horrific events of 60 years ago ¿ and about the shameful cover-up that followed
    +3
    The night air was pierced by sounds that still chill his blood today, six decades later – agonised screams from the men held prisoner in the building he was guarding: a British interrogation centre. Now aged 79, Mr Eykyn (pictured) is speaking for the first time about the horrific events of 60 years ago – and about the shameful cover-up that followed

    Outraged by what he witnessed, he told his superior officer, Major Michael Stourton, who in turn, alerted the authorities.

    Yet instead of gratitude for their bravery, they met a wall of hostility: Major Stourton was ostracised, cold-shouldered by some fellow officers for speaking out and effectively silenced by Ministry of Defence censors, who saw fit to remove the episode from the official history of the Grenadier Guards.

    For more than half a century it has remained a secret – until now.

    Indeed Mr Eykyn is not alone in his testimony, for he is supported by the family of the late Major Stourton, his friend and former colleague.

    Determined to help uncover the abuse at Kythrea and the subsequent whitewash, they have opened up Major Stourton’s damning evidence from the family archive so that the truth can finally be told about a dark chapter in British history.

    Outraged by what he witnessed, he told his superior officer, Major Michael Stourton, who in turn, alerted the authorities. Yet instead of gratitude for their bravery, they met a wall of hostility: Major Stourton (pictured) was ostracised, cold-shouldered by some fellow officers for speaking out and effectively silenced by Ministry of Defence censo
    +3
    Outraged by what he witnessed, he told his superior officer, Major Michael Stourton, who in turn, alerted the authorities. Yet instead of gratitude for their bravery, they met a wall of hostility: Major Stourton (pictured) was ostracised, cold-shouldered by some fellow officers for speaking out and effectively silenced by Ministry of Defence censo

    Major Stourton died in 2001, but left a full account of the episode in his papers, now released for the first time to The Mail on Sunday.

    Already shamed by the violence of post-war rule in Kenya, Britain today faces questions about its troops in Cyprus, too, with 34 Greek Cypriots mounting a legal challenge claiming they were victims of mistreatment including beatings, waterboarding and rape by colonial forces trying to keep a lid on EOKA’s insurgency.

    By the time 32-year-old Major Stourton and the second Battalion of the Grenadier Guards were despatched to the island in May 1958, Cyprus was in ferment. The troops had initially been sent there on their way to help King Hussein of Jordan, whose reign was under threat from attempted coups. Instead the battalion was asked to help with security patrols against EOKA, whose assassination squads had murdered British soldiers.

    In October that year Major Stourton was ordered to send one of his platoons to Kythrea to guard what he had been told was an interrogation centre.

    There, he spoke to a man in plain clothes who described himself as a ‘District Intelligence Officer’ and asked him to keep the Grenadiers a certain distance away so they would not hear the sounds of Cypriots being interrogated during the night.

    But not only did they hear the screams, the Grenadiers witnessed some of it, too, as Mr Eykyn explains. He recalls: ‘At night, they would put the detainees into a big barn. The interrogation hut was on one side of the barn and it was not under our control. I heard screaming coming from it, and one of my guardsmen did, too.

    ‘It was a terrible sound.’

    The following day, he discovered a young man lying on the floor with a ‘pure white’ face,

    ‘I couldn’t see any bruises on him but I knew something had happened to him,’ he says. ‘I got on my radio and asked Michael [Stourton] to come up, and to bring some blankets and medical supplies. I reported my misgivings because I was deeply unhappy about what was going on.’

    Three days later, he found several ill Cypriots slumped against a wall, and far more damning evidence soon followed. One soldier in the platoon witnessed torture actually taking place. He told Lt Eykyn how he had seen a prisoner’s head being held back as he was repeatedly struck on the throat. He was struck on the stomach, too, and the backs of his knees with blocks of ice.

    Already shamed by the violence of post-war rule in Kenya, Britain today faces questions about its troops in Cyprus, too, with 34 Greek Cypriots mounting a legal challenge claiming they were victims of mistreatment including beatings, waterboarding and rape by colonial forces trying to keep a lid on EOKA¿s insurgency
    +3
    Already shamed by the violence of post-war rule in Kenya, Britain today faces questions about its troops in Cyprus, too, with 34 Greek Cypriots mounting a legal challenge claiming they were victims of mistreatment including beatings, waterboarding and rape by colonial forces trying to keep a lid on EOKA’s insurgency

    Two days later, the Greek man in charge of the centre’s administration told him that one prisoner had died under interrogation and that they had put ice next to the body when beating him so that there would be no sign of bruising. Mr Eykyn says: ‘He said, “We’re saying he died trying to escape.” I thought, “This is not right.”

    Not everyone agreed with him, however. Some in the officers’ mess believed that, as suspected terrorists, the detainees deserved whatever treatment was meted out.

    ‘The night I heard the screaming, one of the other officers totally disagreed with my attitude,’ Mr Eykyn recalls. ‘I told him, “We’re not here to reinvent the Nazi tactics of the Second World War.” It wasn’t us [the Grenadiers] mistreating the prisoners. But it was being done in the name of the British Armed Forces.’

    Troubled by Lt Eykyn’s evidence, Major Stourton returned to Battalion Headquarters to report what he had seen, but the Commanding Officer, Colonel James Bowes-Lyon, a cousin of the Queen Mother, was not there. Major Stourton decided to drive to Government House to speak to a friend who worked as Private Secretary to the Governor, Sir Hugh Foot.

    Mr Eykyn says: ‘Michael discussed it with me and said, “Do you think I should do this?” and I said, “Yes.” People have asked why he didn’t just pass it up the chain of command, but it’s because nothing would have happened. I’m glad he did what he did.’

    Major Stourton set out his motives and concerns in a letter to Colonel Oliver Lindsay, author of Once A Grenadier, the official history of the Grenadier Guards, writing: ‘I felt a duty to my platoon commander and certain other ranks in his platoon to take action.

    ‘This young officer [Lt Eykyn] was a person of total integrity: a first class leader. He told me that men of his platoon were outraged. They were tough, disciplined and well-trained guardsmen. They had no wish to be associated with these activities that they had both seen and heard. He believed the torture had been carried out by members of the British security forces.’

    The Governor himself, Sir Hugh, immediately went to the interrogation centre to investigate, but it seems that all trace of mistreatment had been removed by the time he arrived. He had been delayed, wrote Major Stourton, by an unexplained road block.

    As for other British officials, Major Stourton was met with indifference. According to his letter, the Commanding Officer told him: ‘This is the kind of thing that I am afraid can happen when people of limited education are given almost unlimited power over people.’

    Both Major Stourton and Lt Eykyn were interviewed by Special Branch, but to little purpose. According to Mr Eykyn, the investigators were hostile, while Major Stourton wrote: ‘I was left with the impression they were anxious to discover as little as possible.’

    As for the death at Kythrea on October 16 1958, no one was convicted. The victim was a Greek Cypriot called Spiros Hjiyakoumi, and a coroner recorded an open verdict at an inquest.

    Reviewing the claims that Hjiyakoumi had attempted to escape while in custody, coroner Christos Ionnides concluded: ‘There is a complete lack of any positive evidence as to what really happened to this man to cause his death.’

    Major Stourton was later informed that two officers were court-martialled and dismissed thanks to his whistle-blowing, yet for the rest of his life he remained disturbed by the lack of interest taken by the authorities.

    He wrote: ‘The most strange and indeed worrying feature to me of these events is that not one senior officer made any attempt to ask me, or so far as I know any member of my Company, what happened.’

    He left the Army shortly afterwards, as he had always intended, but his decision to speak out cast a long shadow.

    ‘It wasn’t easy for Michael at all,’ says Mr Eykyn, who remained a close friend until Major Stourton’s death. ‘It took real guts to do what he did, which was typical of him. A lot of fellow officers were not supportive of his decision, and he had to suffer various comments.’

    Major Stourton’s son, Harry, says: ‘I know that some of his fellow officers took a dim view and snubbed him for his actions, which weighed heavily on him.’

    Major Stourton did not tell his four children about the incident until the 1990s, when he learned that Lindsay was writing his history of the Guards and wanted to include it in the book.

    Lindsay corresponded with both Stourton and Eykyn, both of whom co-operated in giving him the full details of their experiences.

    In one letter to Major Stourton dated August 22, 1991, Lindsay wrote: ‘I have no plans to be the author of an official history which is misleading or untrue on this very important and interesting incident in Cyprus.’ He sent the draft chapter dealing with the incident to both men to check and amend.

    However, when the book was published in 1996, there was no mention at all of the Kythrea incident.

    ‘Oliver apologised to me for the fact it didn’t get into the book,’ says Mr Eykyn. ‘He told me he submitted a proof to the Ministry of Defence and they redacted it, which is a shame. It was covered up, even almost 40 years after it happened.’

    Harry says his father was bitterly disappointed by the absence of the incident from the official record. ‘When he found out the book was being written, it was a great weight off his mind,’ he says.

    ‘It would have been a vindication of his actions, and it was a crushing blow when he found out it had been redacted. I believe he was ostracised, or something close to it, which is not merely hurtful but dangerous. If good men stand idly by, we are all in terrible trouble.’

    But today his family are glad that the story and his part in it are finally emerging. Indeed it is included in a new book, Unsung Heroes, by Algy Cluff.

    Mr Eykyn, too, is also relieved that the truth is being uncovered – for himself, for his late friend and perhaps most of all for the prisoners who were tortured.

    He says: ‘Even after all this time, it’s important the record is set straight.’

    Read more: http://www.dailymail.co.uk/news/article-5669387/Britains-secret-torture-camp-stench-cover-up.html#ixzz5E8d9PQfp
    Follow us: @MailOnline on Twitter | DailyMail on Facebook

  25. Π on

    Γιατί οι Ναζί παρέμειναν στην Κρήτη 8 μήνες μετά την απελευθέρωση

    Σεπτέμβρης 1944. Οι Γερμανοί που εγκαταλείπουν την Ελλάδα με κατεύθυνση τα βόρεια σύνορα της χώρας, μόνο στα όνειρα τους θα μπορούσαν να φανταστούν αυτό που συμβαίνει. Τα βρετανικά αεροπλάνα – ενώ οι μάχες μαίνονται σφοδρές παντού στον υπόλοιπο κόσμο – αφήνουν ανενόχλητα τα γερμανικά πλοία να μεταφέρουν Γερμανούς στρατιώτες απ’ τα νησιά στην ηπειρωτική χώρα.

    Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, είχε συναφθεί Αγγλογερμανική συμφωνία με αντάλλαγμα την παράδοση από τους Γερμανούς της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης αμαχητί.

    Ο Άλμπερτ Σπέερ, υπουργός της Πολεμικής και Βιομηχανικής Παραγωγής του Χίτλερ, σε συνέντευξή του στον Β. Μαθιόπουλο αποκαλύπτει:
    » Είμαι αυτήκοος μάρτυρας ενός γεγονότος, που μας είχε προκαλέσει πολύ μεγάλη εντύπωση το φθινόπωρο του 1944. Θυμάμαι συγκεκριμένα ότι ο στρατηγός Γιόντλ, αρχηγός του Γενικού (γερμανικού) Επιτελείου, ήρθε μια μέρα και μου ανέφερε ότι επήλθε συμφωνία σε υψηλό επίπεδο μεταξύ Αγγλίας και Γερμανίας, που αφορούσε την Ελλάδα. Η συμφωνία αυτή, πρωτοφανής μέχρι τότε και όπως γνωρίζω ΜΟΝΑΔΙΚΗ σε όλο τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο, αφορούσε – όπως, τουλάχιστον, μου είπε ο Γιόντλ – την εκκένωση της Ελλάδας από τα γερμανικά στρατεύματα χωρίς βρετανική ενόχληση.

    Η συμφωνία αυτή έγινε στη Λισσαβόνα και το ποιος είχε την πρωτοβουλία δεν ξέρω, αλλά πιστεύω ότι δεν έγινε σε διπλωματικό επίπεδο, αλλά πολύ ψηλότερα, για να μην υπάρξουν ακριτομυθίες. Η πληροφορία για το περίεργο αυτό «τζέντλεμαν αγκρίμεντ» μεταξύ Λονδίνου και Βερολίνου προκάλεσε σε όσους το έμαθαν κατάπληξη. Και, πράγματι, οι Άγγλοι την τήρησαν.
    Τα γερμανικά πολεμικά και μεταγωγικά σκάφη φορτώθηκαν στρατό από τα ελληνικά νησιά – που εκκένωσαν – πέρασαν, το φθινόπωρο του 1944, ανενόχλητα μπροστά από τα μάτια των Βρετανών και ανάμεσα από τα βρετανικά υποβρύχια στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο.

    Το τίμημα της συμφωνίας, κατά τη γνώμη μου, ήταν να παραχωρήσουν οι Γερμανοί τη Θεσσαλονίκη στους Άγγλους αμαχητί και μ’ αυτόν το τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο. Και, βέβαια, ο Χίτλερ θα διατηρούσε ανέπαφες τις δικές του δυνάμεις, που κατείχαν το ελληνικό χώρο «. (Βήμα 1976 )

    Οκτώβρης 1944. Όλη η Ελλάδα, εκτός από ένα μικρό κομμάτι γης στην Κρήτη, είναι ελεύθερη.

    Στην Κρήτη, απ’ τους 67.000 Γερμανοιταλούς που υπήρχαν στο νησί, οι 17.000 έχουν εγκλωβιστεί και, υπό τον υποστράτηγο Μπέντακ, αναπτύσσονται σε μια παραλιακή λωρίδα 65 χιλιομέτρων που περιλαμβάνει το λιμάνι της Σούδας, την πόλη των Χανίων, το αεροδρόμιο του Μάλεμε και ονομάζεται » Οχυρά Θέση Κρήτης «.

    Διατηρούν την πειθαρχία τους, διαθέτουν βαρύ οπλισμό, άφθονα πυρομαχικά και λειτουργούν μέχρι και την τελευταία στιγμή της αναχώρησης τους ως κατακτητές.

    Μάιος 1945. Μοιάζει απίστευτο αλλά 8 ολόκληρους μήνες μετά την αναχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την ηπειρωτική Ελλάδα, 1 μήνα από την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας στους συμμάχους, οι Γερμανοί στην Κρήτη βομβαρδίζουν χωριά, εκδίδουν διαταγές και εκτελούν αιχμάλωτους.

    9 Μαΐου 1945. Οι Γερμανοί υπογράφουν συμφωνία παράδοσης της Κρήτης, όχι με την ελληνική Κυβέρνηση, αλλά με τους Άγγλους. Στη συμφωνία που είχε συνταχθεί στα αγγλικά προβλέπεται ότι, μέχρι να παραλάβουν το νησί οι βρετανικές δυνάμεις, οι Γερμανοί θα διατηρούν τον οπλισμό τους και θα εκτελούν τις διαταγές τους.

    Έτσι οι Γερμανοί έμειναν στην Κρήτη, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, » ένοπλοι αιχμάλωτοι «.

    Πώς όμως εξηγούνται όλα αυτά ;

    Οι Άγγλοι ήρθαν σε συμφωνία και χρησιμοποίησαν τα γερμανικά στρατεύματα που είχαν εγκλωβιστεί στην Κρήτη περιμένοντας την κατάληξη της εμφύλιας σύρραξης στην ηπειρωτική Ελλάδα. Αν επικρατούσε το ΕΑΜ, οι Βρετανοί δεν θα επέτρεπαν την ενσωμάτωση της Κρήτης σε μια κομμουνιστική Ελλάδα.

    Πολλές μαρτυρίες επιβεβαιώνουν ότι οι Άγγλοι προωθούσαν σχέδια πολιτικής αυτονομίας του νησιού που ευτυχώς δεν χρειάστηκε να πραγματοποιηθούν.

    «Όσο πλησίαζε το τέλος της γερμανικής κατοχής στην Κρήτη, ιδιαίτερα στον νομό Ρεθύμνου άρχισε μια αγγλοκίνητη κίνηση γι’ «αυτονομία» της Κρήτης με επικεφαλής κάποιο Παπαδογιάννη «. ( Δ. Βλαντάς )

    Ο Εμμανουήλ Μπαντουβάς αναφέρει ότι του προτάθηκε από τον πράκτορα της SOE Γουντχάουζ να ηγηθεί αυτονομιστικής κίνησης με την οικονομική στήριξη της Αγγλίας. Σε αντάλλαγμα ο Μπαντουβάς θα χριζόταν πρώτος πρόεδρος της αυτόνομης Κρήτης.

    Κι ο Ανδρέας Νενεδάκης γράφει στο βιβλίο του: » Τον Απρίλη 1943 ο άγγλος αξιωματικός Φίλντινγκ προπαγάνδιζε πάνω στην Κρήτη για την προσάρτηση της στην Αγγλία με την θεωρία ότι οι Κρητικοί είναι Δωρικής καταγωγής ενώ οι άλλοι Έλληνες είναι Πελασγοί. Ότι οι Κρητικοί δεν είναι Έλληνες αλλά αποτελούν ξεχωριστή φυλή.
    Ότι οι Κρητικοί μαλώνουν διαρκώς με τους υπόλοιπους Έλληνες και γι’ αυτό καλό θα ήταν να αποτελέσουν ιδιαίτερο κράτος. Αλλά επειδή η Κρήτη είναι μικρή θα ευρίσκεται στη διάθεση των Μεγάλων και γι’ αυτό καλό θα είναι να μπει κάτω από την προστασία της Αγγλίας και να έχει ένα πολίτευμα παρόμοιο με της Αυστραλίας. Ρωτούσε μάλιστα «μήπως οι Αυστραλοί δεν είναι ελεύθεροι; «.

    Ιούλιος 1945. 9 ολόκληρους μήνες απ’ την απελευθέρωση της Αθήνας, ο τελευταίος πλήρης σχηματισμός της Wehrmacht στον κόσμο παραδίδει οπλισμό και αναχωρεί από την Κρήτη με αγγλικά πλοία.

    * Ο υποστράτηγος Μπέντακ συνελήφθη το 1945, δικάστηκε και κρίθηκε αθώος των κατηγοριών που του είχαν απαγγελθεί αφού «επιχειρούσε κάτω απ’ την εξουσία των Άγγλων για την τήρηση της τάξεως στην Κρήτη στην οποία ήταν Διοικητής πριν και μετά το τέλος του πολέμου».

    * Η ναζιστική σημαία κατέβηκε στις 23 Μαΐου 1945, 11 μέρες μετά την παράδοση της » Οχυράς Θέσης Κρήτης » και ήταν η προτελευταία στον κόσμο. Η τελευταία έμεινε σ’ ένα φυλάκιο στον Αρκτικό Κύκλο ξεχασμένη από θεούς κι ανθρώπους.

    * Κι αν οι εχθροί μας κατάφεραν να συνεννοηθούν, εμείς συνεχίσαμε με λύσσα τον πόλεμο μεταξύ μας μέχρι το 1949, καταστρέφοντας ότι είχε απομείνει όρθιο από τη λαίλαπα του 40.

  26. Στις 12 Οκτωβρίου 1944 έφυγαν οι Γερμανοί από την Αθήνα. Το κλίμα στην Πρωτεύουσα το αποδίδει αυθεντικά ο Γιώργος Θεοτοκάς:

    «14 Οκτωβρίου

    Νομίστηκε πως, με τη χτεσινή μεγάλη επίδειξη του, το Κ.Κ. είχε τελειώσει το παρουσίασμα της δύναμης του, μα αποδείχτηκε πως αυτό δεν ήτανε παρά ένα προμήνυμα του τι έμελλε να συμβεί σήμερα. Τόντι σήμερα η επίδειξη του συνεχίστηκε και κορυφώθηκε, έλαβε διαστάσεις γιγάντιες. Στα καθαυτό αθηναϊκά πλήθη προστέθηκαν οι συνοικισμοί και εν μέρει τα περίχωρα. Ποτε δεν είδε η Αθήνα τέτοια συγκέντρωση λαϊκών μαζών, που γεμίζανε ακατάπαυστα το Σύνταγμα, την Ομόνοια κι όλο το μήκος των οδών Σταδίου και Πανεπιστημίου και άλλους δρόμους γειτονικούς με πλήθος σημαίες και πινακίδες.

    Οι κόκκινες σημαίες σήμερα νομίζω πως ήτανε περισσότερες από τις γαλανόλευκες, οι αγγλικές κι αμερικανικές ήτανε λίγες. Το πλήθος ήταν οργανωμένο αξιοθαύμαστα για πλήθος ελληνικό και διαιρεμένο κατά τομείς και επαγγέλματα. Περιλάβαινε πρόσωπα από όλες τις ηλικίες, που υπακούανε τύφλα σε συνθήματα που τους δινότανε με τα χουνιά κι επαναλάβαιναν ρυθμικά ορισμένες κραυγές μαθημένες από πριν. Η κραυγή που δέσποζε σ’ όλην αυτήν την ανθρωποθάλασσα ήτανε: “Κάπα – Κάπα – Έψιλον!”. Είδα πάλι μες στη διαδήλωση παπάδες και γριές και παιδάκια σε μεγάλο αριθμό. Την τάξη κρατούσε ο ΕΛΑΣ και την κρατούσε καλά, χωρίς καμία σχεδόν επέμβαση της αστυνομίας.

    Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τούτος ο λαός που βλέπουμε αυτές τις μέρες είναι άλλος από εκείνον που ξέραμε, πιο δυναμικός, πιο γενναίος και πιο περήφανος, αληθινά χειραφετημένος, και λεύτερος, όπως φαντάζεται κανείς πως θα ήταν η γενεά του Εικοσιένα, μα όπως δεν ήτανε πια ο αστικοποιημένος λαός που γνωρίσαμε στις μέρες μας. Οι φοβερές δοκιμασίες του 1922 και 1940-44 συντελέσανε αυτήν την ψυχολογική μεταβολή, που έχει ίσως και μια φυλετική αιτία: το ανακάτωμα με το λαό της ευρωπαϊκής Ελλάδας των φίλων της Μικρασίας και του Πόντου, που τόσο φανερή είναι η επίδραση τους στη ζωή του σημερινού λαού της Αθήνας.

    Τώρα νοιώθουμε ένα μεγάλο και ασυγκράτητο λαϊκό κύμα που μας σηκώνει και μας παίρνει. Τι ακριβώς θέλει αυτή η μάζα βέβαια κανείς δεν το ξέρει, ούτε τα πιο συνειδητά μέλη της. Δεν είναι το βιομηχανικό προλεταριάτο των μεγάλων ευρωπαϊκών κέντρων με τις συγκεκριμένες οικονομικοκοινωνικές επιδιώξεις του επιστημονικού σοσιαλισμού. Εδώ έχουμε να κάνουμε με δυνάμεις αλόγιστες. Στον αέρα υπάρχει Ρωσική Επανάσταση, μα και Γαλλική Επανάσταση και Κομμούνα Παρισιού και απελευθερωτικός εθνικός πόλεμος και ποιος ξέρει τι αλλά θολά στοιχεία που δεν τα ξεχωρίζουμε ακόμα. Ο λαός βρήκε μια λέξη και την πιπιλίζει ολοένα “Λαοκρατία”. Το τραγούδι της ημέρας που τραγουδούν χωρίς διακοπή όλες οι συνοικίες, λέει:

    Το ‘χουμε βάλει βαθιά μες στην καρδιά μας:
    Λαοκρατία και όχι βασιλιά!

    Το περιεχόμενο της Λαοκρατίας ωστόσο κανείς δεν μπορεί, μα ούτε και σκοτίζεται κανείς να το εξηγήσει. Δεν αισθάνεται ο λαός την ανάγκη για μια εξήγηση. Του φτάνει ο ήχος αυτής της λέξης κι η αόριστη τάση προς το “Κράτος του Λαού”. Ο λαός ν’ ανέβει, ο λαός να γίνει αφέντης, να πάψουν οι κακοί ν’ αδικούν το λαό – αυτό είναι το λαϊκό αίτημα».

    Την επόμενη μέρα σημειώνει στο Ημερολόγιο του :

    «15 Οκτωβρίου

    Σήμερα αποκρίθηκε η αστική τάξη. Είχα ακούσει χτες πως έμελλε να γίνει κάποια διαδήλωση του ΕΔΕΣ, μα δεν είχα δώσει πολλή σημασία. Περίμενα πως θα περνούσε μάλλον απαρατήρητη ύστερα από το καταπληκτικό παρουσίασα του Κ.Κ. Όμως ο φόβος και το πείσμα των αντικομουνιστικών στοιχείων θαυματούργησε και κατάφεραν να οργανώσουν, σε μια νύχτα, μια μεγάλη διαδήλωση όλων των εθνικιστικών οργανώσεων, που δεν είχε βέβαια τον όγκο της χτεσινής διαδήλωσης, ήταν όμως κι αυτή εξαιρετικά επιβλητική. Έφτανε από το Σύνταγμα ως του Μακρυγιάννη, με μεγάλη συμμετοχή του κοινού που ήτανε μαζεμένο στα πεζοδρόμια, ενώ τις προηγούμενες μέρες, στο πέρασμα του Κ.Κ., το κοινό συμμετείχε πολύ λιγότερο. Πρόκειται βέβαια για το κοινό του κέντρου της πόλης που είναι κατά πλειοψηφία αστικό.

    Η απροσδόκητη αυτή επίδειξη της αστικής δύναμης εξερέθισε τους κομμουνιστές, που αντιδράσανε στην αρχή με συναγωνισμό κραυγών και κατόπι με μικρές αντιδιαδηλώσεις. Έγινε ανταλλαγή από λόγια πικρά και προσβλητικά. Συχνά άκουγε κανείς σχόλια για τα θρυλικά “σαλόνια του Κολωνακίου”. Πραγματικά η σημερινή διαδήλωση ήταν πολύ αισθητά πιο καλοντυμένη και ευπαρουσίαστη από τη χτεσινή και περιείχε αρκετές κομψές γυναίκες. Είναι η πρώτη φορά αυτές τις μέρες που ένιωσα στην Ελλάδα τόσο έντονα, τόσο ξεκάθαρα κι απόλυτα τον κοινωνικό διχασμό, την ατμόσφαιρα του ταξικού πολέμου. Αυτή είναι πια στο εξής η “ελληνική πραγματικότητα”»

  27. Andreas on

    Το 1821 ενέπνευσε την Εθνική Αντίσταση

    «Από τα βάθη μιας τρισχιλιόχρονης ιστορίας σε ατενίζουν οι ήρωές σου και οι μάρτυρες. Οι αγωνιστές του Μαραθώνα, της Σαλαμίνας, οι αγωνιστές του ’21, οι ήρωες των αλβανικών βουνών»

    Δημήτρης Γληνός από το «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ».


Σχολιάστε