-Για το βιβλίο του Σβολόπουλου…

Στο τελευταίο τεύχος των Μικρασιατικών Χρονικών, που εκδίδει η Ένωση Σμυρναίων   δημοσιεύτηκε η παρουσίαση της μελέτης του  Κωσταντίνου Δ. Σβολόπουλου,  που συνέγραψα. Η μελέτη αυτή εκδόθηκε από τις εκδόσεις  Ίκαρος το 2009 υπό τον τίτλο «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία». Παρουσιάστηκε επίσης και στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Κηφισιάς στις 3 Μαρτίου, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου Ιστορίας, που διοργανώνω στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. 

Στη συνέχεια παρατίθεται η βιβλιοπαρουσίαση:

«…Ακόμα και σήμερα δεν έχει σιγάσει η διαμάχη γύρω από το ζήτημα γιατί οι ελληνικές δυνάμεις που υπερτερούσαν αριθμητικά και δεν ήταν πολύ χειρότερα εξοπλισμένες από τα στρατεύματα του Κεμάλ, οδηγήθηκαν σ’ αυτή την καταστρoφική ήττα

Douglaς Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923”, εκδ. ΜΙΕΤ

Η Μικρασιατική Καταστροφή φαίνεται ότι για καιρό ακόμα θα στοιχειώνει τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς για την πορεία του νεότερου ελληνισμού. Ειδικά σήμερα, που το κενό που άφησαν οι Έλληνες στην Ανατολική πλευρά του Αιγαίου έχει πλέον καλυφθεί από έναν ακμαίο πληθυσμό και από μια επιθετική κρατική δύναμη, που θυμίζει συνεχώς εν τοις πράγμασι, ότι μόνο όποιος κατέχει τις δύο ακτές μπορεί να ορίζει το Αρχιπέλαγος . 

Αφορμή για τη νέα συζήτηση πάνω στην «ανεξερεύνητη σχέση» έδωσε το νέο βιβλίο με τίτλο «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία» του ιστορικού Κ. Δ. Σβολόπουλου. Μέσα από τη μελέτη εξαιρετικά ενδιαφέροντος αρχειακού υλικού, μεταξύ αυτών και κάποιων ιδιαίτερα σημαντικών εγγράφων του Foreign Office, προσπαθεί να προσεγγίσει με την αυστηρότητα που επιβάλλει η μεθοδολογία το σύνθετο διεθνές πλαίσιο και να περιγράψει κρίσιμες παραμέτρους. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι πολύ ενδιαφέροντα για ένα θέμα, που κατά κόρον έχει επισκιαστεί από την ιδεολογική χρήση της ιστορίας και την πολιτική κληρονομιά του Διχασμού. 

Το ελληνικό εγχείρημα της απόβασης στη Σμύρνη το Μάιο του ’19 είχε πολύ λιγότερες δυσκολίες από την Παλιγγενεσία, έναν αιώνα πριν. Για πρώτη φορά στην ιστορία οι νικήτριες μεγάλες δυνάμεις είχαν αποφασίσει τελεσιδίκως τη διάλυση του Μεγάλου Ασθενούς.  Μ’ ένα περίεργο τρόπο οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ακολούθησαν εν αγνοία τους και από ανάγκη τη συμβουλή προς επαναστάτες της Ρόζας Λούξεμπουργκ, η οποία λίγα χρόνια πριν έγραφε: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της Ιστορίας για την Τουρκία είχε πια βγει: βάδιζε προς την διάλυση.» 

Την εποχή εκείνη η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατόπεδο των νικητών, τα στρατεύματά της δεν είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες την περίοδο 1916-1918, τα 2 εκατομμύρια των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν βιώσει από το 1914  μια πολιτική γενοκτονίας, που είχε αποφασιστεί πολύ νωρίτερα και είχε οργανωθεί συστηματικά. Ειδικά στις περιοχές του Πόντου, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης είχε αρχίσει απ΄το 1914 η συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών από το εθνικιστικό κόμμα των Νεοτούρκων, που ονειρευόταν την εθνική ομογενοποίηση ενός εκτεταμένου γεωγραφικού χώρου, που περιλάμβανε τις περιοχές των τουρκόφωνων Ουιγούρων της Δυτικής Κίνας και έφτανε μέχρι τα Βαλκάνια. Η πρώτη πράξη αυτού του σχεδίου προέβλεπε τη δημιουργία μιας εθνικά «καθαρής» Τουρκία, η οποία θα αντικαθιστούσε την παλιά προνεωτερική ισλαμική Αυτοκρατορία. Το πλαίσιο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διευκόλυνε την υλοποίηση του νεοτουρκικού σχεδιασμού. 

Κατά συνέπεια, θα ήταν αφύσικη η εξέλιξη να μη συμμετείχε η Ελλάδα στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πολιτικού σκηνικού. Ειδικά όταν η εθνική ολοκλήρωση ήταν ακόμα μια εν εξελίξει διαδικασία. Και ο αναγκαίος όρος που έλειπε για μετατραπεί η Ελλάδα σ΄ ένα πραγματικό έθνος-κράτος ήταν η ενσωμάτωση των ακμαίων αστικών περιοχών της  Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης.

 Ίσως το μόνο ερώτημα που θα κληθούν να απαντήσουν ιστορικοί αλλά και ψυχολόγοι, ήταν τα βαθύτερα κίνητρα του Ελευθερίου Βενιζέλου να προκηρύξει εκλογές εν μέσω του μικρασιατικού πολέμου, ενώ οι προϋποθέσεις της νίκης βρισκόταν στα χέρια του. Επί πλέον φαίνεται ότι για πρώτη φορά οι Βρετανοί προσανατολίζονταν στην ευνοϊκή αντιμετώπιση και του Ποντιακού Ζητήματος. Το παράδοξο επίσης, που δεν δικαιολογείται από τις αντικειμενικές συνθήκες -όπως περιγράφονται στη μελέτη του Σβολόπουλου- είναι το γεγονός ότι ο Βενιζέλος προκήρυξε τις εκλογές της, ενώ οι αντίπαλοί του ήταν το αντιπολεμικό, αντιμικρασιατικό βασιλο-κομμουνιστικό Μέτωπο της «μικράς πλην εντίμου» και οι εθνικές μειονότητες των Νέων Χωρών.

 Ας δούμε όμως αναλυτικότερα το νέο βιβλίο, από την ανάγνωση του οποίου προκύπτει ότι ο Κ. Σβολόπουλος έχει αντιληφθεί την πραγματική υφή των μικρασιατικών γεονότων και αυτό αποτυπώνεται στη δομή που επέλεξε. Το 106 σελίδων βιβλίο έχει έξη κεφάλαια τα οποία τιτλοφορούνται: Διαχρονική παρουσία του ελληνισμού, Αγώνας για επιβίωση, 6 Μαϊου 1919, Εναλλακτική πρόταση;, Η διεθνής ακτινοβολία ενός Έλληνα διαπραγματευτή, Το πρακτικό αντίκρισμα μιας ρηξικέλευθης απόφασης.

 Η γενοκτονία κατά του μικρασιατικού ελληνισμού  

Στο Εισαγωγικό του Σημείωμα αναφέρει: «Οκτώμιση δεκαετίες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή δεν έχει δοθεί οριστική απάντηση στο καίριο ιστορική ερώτημα: Υπήρξε απόβαση του ελληνικού σταρτού στη Σμύρνη, ως αφετηρία, και η επέκταση έκτοτε της ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία λελογισμένη πράξη; Ή μήπως αποτέλεσε εκδήλωση πνεύματος τυχοδιωκτικού ή έστω επιλογή παρακινδυνευμένη, προορισμένη να προσκρούσει σε αντιδράσεις ανυπέρβλητες; …Η απάντηση συνδέθηκε νωρίς με τις συνέπειες του Διχασμού, που μάστιζε τότε την Ελλάδα.» 

Ο Σβολόπουλος κατανοεί ότι η παρουσία του ελληνισμού εκτός από τα σύνορα του μικρού ελληνικού κράτους, όπως αυτά χαράχτηκαν το 1832, δημιουργούσε μείζονα προβλήματα: «Σε ολόκληρη  έκτοτε τη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου   αιώνα η δημόσια ζωή του ελεύθερου βασιλείου θα κυριαρχηθεί, σε όλες τις εκφάνσεις της, από την παρόρμηση για την απελευθέρωση όσων ομοεθνών είχαν, ερήμην της θέλησής τους, παραμείνει υπό τον οθωμανικό ζυγό…. Η Σμύρνη κατείχε το επίκεντρο σε μια ευρύτερη ζώνη, όπου διαχρονικά είχε δεσπόσει ο ελληνισμός.» 

Διαπιστώνει ότι μετά τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ οι Έλληνες αναπτύσσονται ραγδαία πολιτιστικά και οικονομικά: «Ανάμεσα στους χριστιανούς οι Έλληνες καταλάμβαναν την πρώτη, εξ αποστάσεως θέση.» Και θέτει το ερώτημα: «Έχοντας ήδη κατακτήσει την επίζηλη αυτή θέση, δεν ήταν εύλογο να επιζητήσουν οι Έλληνες την πλήρη αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, προσβλέποντας στην καθολική χειραφέτησή τους; όπως εξάλλου και οι ομόθρησκοί τους Αρμένιοι;»    

Στη συνέχεια εντοπίζει τις μεγάλες αλλαγές που επέφερε στην ζωή των λαών που κατοικούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία  το κίνημα των Νεοτούρκων και οι Βαλκανικοί πόλεμοι.  Οι Νεότουρκοι, παρόλες  τις περί ισότητας διακηρύξεις τους, πολύ νωρίς έλαβαν περιοριστικά μέτρα κατά των Ελλήνων. Ειδικά μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, η Πύλη θα λάβει μέτρα αντεκδικήσεων κατά των ελληνικής καταγωγής υπηκόων της με πολυάριθμα θύματα. Ο Σβολόπουλος θεωρεί ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τοποθέτηση της Ελλάδας και της Τουρκίας σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, επέτρεψε στους Τούρκους να μετατρέψουν την πίεση κατά των ελληνικών πληθυσμών σε διώξεις με μαζικό χαρακτήρα. Αναφέρει ότι πρώτοι υπέστησαν την πολιτική αυτή οι παράκτιοι ιωνικοί οικισμοί και αναφέρει ότι από τότε και μέχρι την ολοκλήρωση της Καταστροφής τα «θύματα συναριθμώνται τουλάχιστον σε 700.000». Αποδέχεται επίσης την άποψη του Γεωργίου Τενεκίδη ότι οι διώξεις συνιστούν «γενοκτονία εις βάρος του μικρασιατικού ελληνισμού».   

pavlidou2H ελληνική επιθυμία για ενσωμάτωση της Σμύρνης 

Η πρώτη νύξη  για ελληνικές διεκδικήσεις  στην Ιωνία θα γίνει το 1915, μ’ αφορμή τις βρετανικές προτάσεις περί ανταλλαγμάτων σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ. Έκτοτε «η
ελληνική διεκδίκηση μέρους της δυτικής ακτής της αυτοκρατορίας γύρω από τη Σμύρνη θα  πολιτογραφηθεί».
Από τότε η ιδέα αυτή θα συναντήσει τη σφοδρή αντίθεση του Ιωάννη Μεταξά με τραγικά αποτελέσματα επί των ελληνικών διεκδικήσεων. Ο Βενιζέλος φαίνεται ότι από τότε είχε ξεκάθαρη εικόνα για τη μοναδική προϋπόθεση εξασφάλισης πλήρους ελέγχου στο Αιγαίο. Έλεγε ακόμα ότι η Ελλάδα «είναι δυνατόν να διασφαλίσει το μέλλον της από τη στιγμή που θα κυριαρχήσει στο Αιγαίο»

Η κατάθεση της επιθυμίας από το 1915 θα διαμορφώσει το κλίμα διεκδικήσεων με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ελλάδα θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών, παρόλη την καθυστερημένη είσοδό της στον πόλεμο. Στις 31 Δεκεμβρίου 1918, σε Επίσημο Υπόμνημα που καταθέτει στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων για την Ειρήνη αναφέρεται στις ελληνικές επιδιώξεις και επικαλείται και τα ιστορικά δίκαια που συνηγορούσαν υπέρ των ελληνικών αιτημάτων. 

Το πρώτο βήμα για την υλοποίηση της επιθυμίας αυτής ήταν η ευνοϊκή συγκυρία που δόθηκε το Μάϊο του 1919, όταν η Ελλάδα ανταποκρίθηκε στην πρόταση των πρωθυπουργών Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και ΗΠΑ, Λόιντ Τζορτζ, Κλεμανσό και Ουίλσον αντίστοιχα, να καταλάβει  η Ελλάδα τη Σμύρνη ώστε να αποτραπεί η κάτληψή της από τους Ιταλούς. Το γεγονός ότι οι Ιταλοί ετοιμάζονταν ήδη για πραξικοπηματική κατάληψη της πόλης οδήγησε στην πρόταση των συμμάχων προς την ελληνική κυβέρνηση. Ο Βενιζέλος άδραξε τη μοναδική αυτή ευκαιρία και κατέλαβε την περιοχή ως εντολοδόχος της Αντάντ. Εφεξής το ζήτημα θα ήταν η ενσωμάτωση της περιοχής στην Ελλάδα υπό καθεστώς πλήρους κυριαρχίας. 

Τη μοναδική αυτή ιστορική στιγμή εξυπηρετήθηκαν δύο σημαντικές  ανάγκες: η εξασφάλιση της πλήρους κυριαρχίας στο Αιγαίου με τον έλεγχο και της αν τολικής του ακτής και την προστασία των ελληνικών πληθυσμών που είχαν υποστεί την πολιτική γενοκτονίας των Νεότουρκων. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Ουίλσον είχε δηλώσει: «Τρέφω ζωηρή συμπάθεια απέναντι σε κάθε δίκαιη προσπάθεια να ανακουφιστούν οι δεινές ταλαιπωρίες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Κανείς άλλος δεν έχει υποφέρει περισσότερο και πιο άδικα από αυτούς, συνδέονται με πολλαπλούς δεσμούς προς τους υπόλοιπους λαούς που μάχονται να απαλλάξουν κάθε αδύναμη και καταπιεσμένη εθνότητα από την ωμότητα και την καταπίεση εις βάρος της από ισχυρές και αυταρχικές κυβερνήσεις».   

Την ιστορική εκείνη στιγμή είχε δρομολογηθεί η διαμόρφωση μιας νέας γεωπολιτικής κατάστασης στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που θα βασιζόταν πλέον στην απαλλαγή των χριστιανικών πληθυσμών από την ισλαμική κυριαρχία. Για την κριτική που ασκείται ότι η απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, ο Σβολόπουλος γράφει: «Έχει επανειλημμένα υποστηριχθεί  ότι η απόφαση των νικητών να επιμεριστούν τα εδάφη της αυτοκρατορίας αντανακλούσε ιμπεριαλιστικές βλέψεις προς την κατεύθυνση της Εγγύς Ανατολής. Αναμφίβολα όμως ανταποκρινόταν στους ηθικούς κανόνες που είχαν επανειλημμένα κατά το πρόσφατο παρελθόν διακηρύξει και ήδη αναγάγει σε ηθικό βάθρο της Κοινωνίας των Εθνών… Ήταν φανερό ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός έτεινε να συναρμόσει τη μέριμνα  για τους ομοεθνείς της Μικράς Ασίας με τις γενικότερες πολιτικοϊδεολογικές αναζητήσεις της διεθνούς κοινωνίας.» Εξάλλου η περιρρέουσα συγκυρία ευνοούσε τις ελληνικές επιδιώξεις και επί πλέον «η δύναμη με τη στήριξη της οποίας θα ήταν δυνατόν να ευοδωθεί η πολιτική της επέκτασης των ελληνικών συνόρων ήταν η Μεγάλη Βρετανία, η οποία διένυε τότε την περίοδο της μέγιστης ναυτικής ισχύος –κατά μείζονα λόγο εφόσον είχε αποκολληθεί από το δόγμα της οθωμανικής «ακεραότητας»… Η Ελλάδα του Βενιζέλου προσφερόταν να υποκαταστήσει την καταρρέουσα αυτοκρατορία ως κύρια περιφερειακή δύναμη στο νευραλγικό πεδίο της συμβολής των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου»

Οι νέες προκλήσεις και το Ζήτημα του Πόντου  

Ο Σβολόπουλος σημειώνει τις διαφορετικές σχολές σκέψεις που υπήρχαν στην ελλαδική πλευρά. Στο χώρο των σκεπτικιστών υπήρξε ο Ίων Δραγούμης -εκ των βασικών υποστηρικτών της ελληνοτουρκικής προσέγγισης-  ο οποίος θεωρούσε ότι το εγχείρημα ήταν ανέφικτο, εφόσον προϋπέθετε τη διεξαγωγή ενός νέου πολέμου, και ότι ο στόχος θα έπρεπε να είναι η δημιουργία ενός κοινού ελληνοτουρκικού μικρασιατικού κράτους και όχι ενός καθαρά ελληνικού. Τη σημαντικότερη όμως περίπτωση σκεπτικισμού την εξέφρασε ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος από το 1915 είχε αντιταχθεί στην ιδέα ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία. Ανάγοντας τις στρατιωτικές δυσκολίες σε ανυπέρβλητες  και αναφέροντας ότι το ελληνικό εγχείρημα ήταν «αποικιακό», υπονόμευε εξαρχής κάθε προσπάθεια θετικής ρύθμισης προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων και του μικρασιατικού ελληνισμού.

Οι όποιες δυσχέρειες στο στρατιωτικό επίπεδο θα μπορούσαν να ξεπεραστούν στο διπλωματικό πεδίο και στην ύπαρξη συγκεκριμένων ευρωπαϊκών συμφερόντων στην περιοχή, που ταυτίζονταν με τις ελληνικές επιδιώξεις. Εξάλλου, όπως αναφέρει: «οι συμμαχικές κυβερνήσεις ουδέποτε είχαν, έως το Μάϊο του 1919, αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να διατηρήσουν ή να αναδομήσουν ένα ενιαίο τουρκικό κράτος στα εδάφη ολόκληρης, έστω και μόνο, της Μικράς Ασίας.»

Για αρκετό καιρό μετά την ελληνική απόβαση στην Ιωνία τα πράγματα έβαιναν καλώς. «Έως την ώρα που έγινε η απόβαση στη Σμύρνη τα πηγαίναμε πολύ καλά», επισημαίνει ο Βρετανός ναύαρχος Γουέμπ  και τρεις μήνες αργότερα μετέδιδε στο Λόρδο Κώρζον –διάδοχο του Μπάλφουρ από τον Οκτώβριο του 1919 στο υπουργείο Εξωτερικών-  ότι «η κατάσταση δεν ήταν μόνο συνολικά ικανοποιητική, αλλά επί πλέον βελτιωνόταν σταθερά».

Η εμφάνιση του εθνικιστικού κεμαλικού κινήματος αρχικά δεν φόβισε ούτε τους συμμάχους, ούτε τον Βενιζέλο. «Ληστή» είχε αποκαλέσει τον ηγέτη του ο Μπάλφουρ, ενώ ο Βενιζέλος δήλωνε το Μάρτιο του 1920 ότι οι Έλληνες, διαθέτοντας δώδεκα εμπειροπολεμες μεραρχίες, δεν είχαν να φοβηθούν τίποτα από 60.000 ή 70.000 ένοπλους αντάρτες του Μουσταφά Κεμάλ. Τις παραμονές της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών τα ελληνικά στρατεύματα  σημείωναν εντυπωσιακές νίκες εις βάρος του Κεμάλ. Ακόμα και ο Ουϊνστον Τσόρτσιλ που ανήκε στην ομάδα των Βρετανών που αντιτάσσονταν στην πολιτική του Λόιντ Τζορτζ αναφέρει: « Οι στρατηγοί των συμμάχων έτριβαν τα μάτια τους για τις αξιοσημείωτες και απροσδόκητες αυτές εκδηλώσεις ελληνικής ισχύος».

Η εκλογική ήττα του Κλεμανσό στη Γαλλία κατά τον Ιανουάριο του 1920, έφερε στην εξουσία δυνάμεις που ανταγωνιζόταν τη βρετανική κυριαρχία στην Εγγύς Ανατολή. Παρόλη την αλλαγή στο Παρίσι η κυβέρνηση του Μιλεράν δεν εγκατέλιψε τις συμμαχικές της υποχρεώσεις.   Ο Σβολοπουλος διατυπώνει ευθαρσώς την άποψή του ότι παρόλη την αλλαγή των σνθηκών «έως τη λήξη της πρωθυπουργικής θητείας του Βενιζέλου δεν είχε σημειωθεί οποιαδήποτε υπαναχώρηση έναντι των αρχικών κοινών προβλέψεων».

Ενώ τα ένοπλα τουρκικά σώματα πουθενά δεν είχαν καταφέρει να αμφισβητήσουν την υπεροχή των ελληνικών στρατευμάτων σε διπλωματικό επίπεδο  «από το Μάϊο του 1919 ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εκμαιεύσει την υπόσχεση του Βρετανού ομολόγους για  χορήγηση πολεμικού υλικού και την παροχή οικονομικών μέσων, προκειμένου να φέρει εις πέρας ότι είχε επιφορτιστεί από τους Συμμάχους επ’ ονόματί τους.»

Ήταν τόσο ευνοϊκό το κλίμα και τόσο ξεκάθαρη η πολιτική και στρατιωτική προοπτική εκείνη τη στιγμή, ώστε ο Λόιδ Τζόρτζ θα εκφραστεί ως εξής: «Τίποτα λιγότερο της προδοσίας από την ελληνική πλευρά ή ανικανότητας που ισοδυναμεί με προδοσία, δεν θα ήταν δυνατόν να καταστήσει τυς Τούρκους της Ανατολίας ικανούς να επιδράμουν στη Σμύρνη και να ρίξουν τους Έλληνες στη θάλασσα».

 Η ανάπτυξη του κεμαλικού κινήματος θα οδηγήσει σε σύνταξη ενός τολμηρού υπομνήματος προς τον Λόιδ Τζορτζ στις 5 Οκτωβρίου τα 1920, ώστε να ληφθούν από κοινού στρατιωτικά μέτρα. Επιπλέον ζητείται η οριστική εκδίωξη των Τούρκων από την Κωνσταντινούπολη και η δημιουργία ενός νέου κράτους στον Πόντο από τους Έλληνες γηγενείς, στο οποίο θα επέστρεφαν και όσοι είχαν εκδιωχθεί και εγκατασταθεί στη νότια Ρωσία. Ο Πόντος θα περιλάμβανε το βιλαέτι της Τραπεζούντας, εκτός του Σαντζακίου του Λαζιστάν, καθώς και τα αντίστοιχα της Σινώπης, της Αμάσειας, της Τοκάτης και του Καραχισάρ.

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος μετακύλιε το βάρος εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών από τους ελληνικούς ώμους  στους Συμμάχους.  Η πρόταση για αναθεώρηση της Συνθήκης εις βάρος των Τούρκων με τη δημιουργία δύο νέων κρατών, του Πόντου και της Κωσταντινούπολης αρχικά δημιούργησε αμηχανία στο βρετανικό επιτελείο. 

… και τελικά: «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς» 

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος έθετε τους Βρετανούς μπρος στις ευθύνες τους, τη στιγμή που η αντίληψή τους για το κεμαλικό κίνημα ήταν εξαιρετικά αρνητικά και δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί γέφυρες επικοινωνίας. Ουσιαστικά ο Βενιζέλος τους καλούσε να συντρίψουν από κοινού το κεμαλικό κίνημα  με βάση ένα κοινό σχέδιο: ο ελληνικός στρατός μέσα σ’ ένα μήνα θα έφτανε στην Άγκυρα και θα καταλάμβανε και τον Πόντο, ενώ οι Βρετανοί θα αναλάμβαναν να καλύψουν τα μετόπισθεν και θα συνέβαλαν στο εγχείρημα με το ποσό των είκοσι εκατομμυρίων στερλινών.  Μετά από έξη μήνες θα αποχωρούσαν από την Άγκυρα αφού πρώτα είχαν δημιουργήσει αναγκαίες δυνάμεις επιτόπιας χωροφυλακής. Ο Πόντος θα μετατρεπόταν σε ανεξάρτητο κράτος.

Παρότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες του βρετανικού υπ. Εξ. διατύπωναν σοβαρές επιφυλάξεις που επικεντρώνονταν κυρίως στην αναίρεση των πρόσφατα συμβατικά συνομολογημένων εδαφικών όρων. Όμως ο Βρετανός στρατιωτικός εκπρόσωπος στη Σμύρνη θεωρούσε ότι «Η απόφαση αναμένεται να είναι καταφατική» και άρα θα άρχιζαν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Σβολόπουλος παρουσιάζει μια εξαιρετικής σημασίας τηλεγραφική εντολή του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Λόρδου Κώρζον προς τον ύπατο εκπρόσωπό του στην Τουρκία ναύαρχο ντε Ρόμπεκ, με την οποία επισημαινόταν ότι η πρόκληση  «ισχυρών αντιτουρκικών αισθημάτων… είναι δυνατόν να απολήξει σε σοβαρό αίτημα για την αναθεώρηση της συνθήκης με έννοια δυσμενή προς την Τουρκία… Ο κίνδυνος αυτός για την Τουρκία θα επιταθεί αν καθυστερήσει η επικύρωση της συνθήκης υπό τη μορφή που έχει υπογραφεί, εφόσον η παρέλκυση αυτή θα συνεπάγεται στην πραγματικότητα την παράταση της εμπόλεμης κατάστασης».

Ο Σβολόπουλος εκτιμά ότι: «μοιραία πλέον διαφαινόταν η πιθανότητα να υιοθετηθούν, κατά βάση, οι ριζοσπαστικές θέσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου: αναθεώρηση συνομολογημένων διατάξεων της συνθήκης εις βάρος της Τουρκίας, συνέχιση και επέκταση των πολεμικών επιχειρήσεων.»

Όμως το τραγικό για την ελληνική πλευρά είναι ότι το έγγραφο του Κώρζον συντάχθηκε, τρεις ημέρες αφότου οι εκλογές στην Ελλάδα είχαν αναδείξει νικητή το μοναρχικό, φιλογερμανικό Λαϊκό Κόμμα και ο Βενιζέλος είχε πάρει πλέον το δρόμο της εθελούσιας εξορίας.   

Η συνέχεια θα είναι δραματική. Η νέα ελληνική κυβέρνηση –που κέρδισε την εκλογή της με τα συνθήματα «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς» και «Οίκαδε»- με την άφρονα πολιτική της θα διαλύσει το μέτωπο της συμμαχικής αλληλεγγύης. Θα προκαλέσει η ίδια –με τη συνέργεια του Ιωάννη Μεταξά- την ήττα την ελληνικής πλευράς. Η ελληνική τραγωδία απεικονίζεται με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο στο ύστατο τηλεγράφημα του Γούναρη μετά την κατάρρευση του Μετώπου τον Αύγουστο του ‘22 προς τον Έλληνα αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη. Με το τηλεγραφημα αυτό τον διατάσσει να μην επιτρέψει τη δημιουργία προσφυγικού προβλήματος στην Ελλάδα, δηλαδή να εγκαταλείψει τους χριστιανούς της Ιωνίας, Έλληνες και Αρμένιους, στους νικητές Τούρκους εθνικιστές του Μουσταφά Κεμάλ πασά, ο οποίος «γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού” όπως έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ένας από τους εκφραστές της πολιτικής της «ακεραιότητας της Τουρκίας». 

Επίλογος 

Η Ελλάδα σήμερα φαίνεται να βρίσκεται ακόμα στον αστερισμό της απόδοσης ευθυνών για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον απολογισμό της τότε πολιτικής των μοναρχικών, των βενιζελικών και των κομμουνιστών. Ζητήματα που θα έπρεπε να έχουν λυθεί από δεκαετίες συνεχίζουν να επιβιώνουν και να εμποδίζουν την ενασχόληση με τα σοβαρά. Ακόμα διατυπώνονται απόψεις του τύπου «τι δουλειά είχαμε στη Σμύρνη;» και εμφανίζονται ακόμα και θέσεις που αιτιολογούν την ήττα με το επιχείρημα «δεν χάθηκε και τίποτα, έτσι κι αλλιώς η Σμύρνη ήταν καταδικασμένη να μαραθεί εάν έμενε υπό ελληνικό έλεγχο».  Όμως οι φορείς των απόψεων αυτών αγνοούν ότι οι απόψεις αυτές έχουν άριστη εφαρμογή και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τα οποία χωρίς την περιοχή της Σμύρνης είναι περιοχές καταδικασμένες σε απόλυτο μαρασμό. Όπως φυσικά και οι Νέες Χώρες με τη Θεσσαλονίκη, οι οποίες είναι μια απλή λωρίδα εδάφους, στενότερη απ’ αυτήν που είχε το Σαντζάκιον Σμύρνης. Για 70 χρόνια –έως την κομμουνιστική κατάρρευση- δεν διέθεταν  κανένα γεωγραφικό και στρατηγικό βάθος, απειλούμενες από την βαλκανική ενδοχώρα και πλημμυρίδα. Με βάση τη συγκεκριμένη γεωπολιτική αντίληψη τα φυσικά όρια της Ελλάδας ταυτίζονται με τη Γραμμή Μεταξά του Ολύμπου και το πολύ να εμπεριέχουν Κυκλάδες και Κρήτη.  Όμως η ιστορία δεν γράφεται έτσι! 

Παράλληλα, ένα από τα ζητήματα που ήρθε να ταλαιπωρήσει τους προβληματισμούς μας στην Ελλάδα είναι εάν οι ‘Εξη, που εκτελέστηκαν στο Γουδί ως υπαίτιοι της Μεγάλης Καταστροφής, ήταν ένοχοι ή όχι.  Σήμερα, με την ραγδαία οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη της Τουρκίας –η οποία μετατρέπεται πλέον από ασιατικό κράτος σε κράτος του Αιγαίου- αντιλαμβανόμαστε τις συνέπειες της ανορθολογικής τους πολιτικής που επέφερε τη συντριπτική ήττα. Τέτοιες μεγάλες Τραγωδίες, όπως η Μικρασιατική Καταστροφή, εμπεριέχουν και το στοιχείο της Κάθαρσης. Και η Εκτέλεση των Εξ είχε μια τέτοια λειτουργία. 

Το νέο βιβλίο του Κωσταντίνου Σβολόπουλο είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για όποιον θέλει να κατανοήσει τις άγνωστες παραμέτρους που διαμόρφωσαν τις συνθήκες και οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι ένοχοι και οι απόγονοί τους προσπαθούν με κάθε τρόπο ακόμα και σήμερα να δημιουργήσουν σύγχυση. Και αυτό γιατί όπως έγραψε για τη μικρασιατική πρόκληση ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ: 

«Kάθε τραγωδία είναι μίξη σφαλμάτων και ατυχημάτων… Ουδέποτε το φαινόμενο αυτό απεικονίστηκε εναργέστερα απ’ ό,τι  στην ιστορία της ελληνικής αποτυχίας στον πόλεμο».

——————————————————————-

Βενιζέλος-προέλαση

—————————————————————

 

 Η κατεστραμμένη Σμύρνη

17 Σχόλια

  1. Σαλώμη Βασλαματζή on

    Πολύ σωστά τοποθετείται το ιστορικό πλαίσιο από το 1914 και τις αποφάσεις των νεότουρκων για την εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών.Είναι κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό.Όλα όσα αναφέρονται είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και τεκμηριομένα.Το τελευταίο τηλεγράφημα του Γούναρη στον Στεργιάδη που τον διατάζει να εγκαταλείψει τους ελληνικούς πληθυσμούς είναι συγκλονιστικά τραγικό.

  2. panathinaeos on

    ειχα καιρο να διαβασω για το θεμα αυτο και σας ευχαριστω για ητ διαφωτιστικη σας παρουσιαση ενος πολυ αξιολογου βιβλιου…
    και τωρα στα δυσκολα: αν καταλαβα καλα, ο συγγραφεας αιτιαται οτι την κυρια και αποκλειστικη ευθυνη για την μικρασιατικη καταστροφη την εχει η κυβερνηση του Λαικου Κομματος που ανελαβε μετα τον Βενιζελο…
    αν αυτο αληθευει, ανεξαρτητα απο την αιτια, δηλαδη ανικανοτητα η/και προδοτικη συμπεριφορα και σταση, το αποτελεσμα για την ελλαδα ηταν καθοριστικο και ως ενα βαθμο και συντριπτικο…
    συγκλονιστικο το να σκεφτει κανεις πως θα ηταν η ελλαδα σημερα αν δεν ειχε υποστει την μικρασιατικη καταστροφη…

  3. […] -Για το βιβλίο του Σβολόπουλου… […]

  4. […] «ανεξερεύνητη σχέση» έδωσε το νέο βιβλίο με τίτλο «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στ…» του ιστορικού Κ. Δ. Σβολόπουλου. Μέσα από τη μελέτη […]

  5. metal on

    εχω μπερδευτει λιγο! Ο Σβολοπουλος ουτε λιγο ουτε πολυ αναφερει το υπομνημα του Βενιζελου προς τους Αγγλους και τη γενικοτερη διαθεση των Αγγλων, τελικα να υποστηριξουν την πολιτικη Βενιζελου στη Μ.Ασια! Στην αρθρογραφικη μονομαχια Μεταξα-Βενιζελου, ο Μεταξας αναφερει συγκεκριμενα τηλεγραφηματα Βενιζελου-Αγγλων, οπου οι τελευταιοι του τονιζουν οτι η Ελλας παει μονη της στη Μ.Ασια και ο Βενιζελος το αποδεχεται! Οι ισχυρισμοι του Μεταξα δεν διαψευστηκαν απο το Βενιζελο και ο Βενιζελος δεν ανααφερει τιποτα περι αυτων των συνομιλιων τις οποιες αποκαλυπτει ο Σβολοπουλος! Ειναι δυνατον να μην τις θυμοτανε? Μπορει να με βοηθησει καποιος?

  6. […] στάση κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, -οι συνθήκες και το διεθνές πλαίσιο που επέτρεψαν την ελληνική απόβαση στη Σμύρνη, -η […]

  7. […]  -Κωσταντίνος Σβολόπουλος, ιστορικός, «Η εντολή για την κατάληψη της Σμύρνης. Το διεθνές πλαίσιο», […]

  8. […] -Κωσταντίνος Σβολόπουλος, ιστορικός, «Η εντολή για την κατάληψη της Σμύρνης. Το διεθνές πλαίσιο», […]

  9. Πόντιος on

    ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ
    ——————————————————————

    Η Ελλάδα για χίλιους δύο λόγους, έπρεπε να εισέλθει στον Α’ ΠΠ. Έπρεπε μάλιστα να το επιδιώξει σαν εθνικό στρατηγικό στόχο. Όπως το έβλεπε δηλαδή ο Βενιζέλος. Έπρεπε να συμμετάσχει στο πόλεμο από τη στιγμή που υποβλήθηκε η πρώτη πρόταση. Ακόμη και αν η υπόψη πρόταση ζητούσε από την Ελλάδα τη παράδοση της περιοχής της Καβάλας στη Βουλγαρία, την οποία Βουλγαρία οι σύμμαχοι προσπαθούσαν να τη φέρουν στο στρατόπεδο τους. .Όπως προσπαθούσαν να φέρουν και τη Τουρκία. Έπρεπε να συμμετάσχει και στη συνέχεια όταν οι Βούλγαροι και οι Τούρκοι πήγαν με τους «Κεντρικούς και οι σύμμαχοι ζήτησαν την συνδρομή της Ελλάδας στην εκστρατεία των Δαρδανελίων. Η οποία τελικά απέτυχε και στοίχισε στο συμμαχικό στρατόπεδο τεράστιες απώλειες. Ουδόλως ενδιέφεραν στη συγκεκριμένη επιχείρηση οι ενστάσεις του επιτελείου [βλ Μεταξά] αναφορικά με την επιτυχία ή όχι της συγκεκριμένης επιχείρησης.

    Η Ελλάδα όφειλε να συμμετάσχει από τη πρώτη στιγμή στο Μεγάλο Πόλεμο για τους παρακάτω σοβαρούς εθνικούς λόγους:

    1. Συνέχιζαν να βρίσκονται ακόμη σε ισχύ τα πρωτόκολλα δια των οποίων αναγνωρίστηκε Ελληνικό ανεξάρτητο κράτος, αλλά με κυριαρχία υπό περιορισμούς. Για την ακρίβεια η χώρα τέθηκε υπό καθεστώς εγγυήσεως, ή καθεστώς προστασίας. Υπήρχαν δηλαδή οι προστάτιδες δυνάμεις οι οποίες αποφάσιζαν για το ποια θα ήταν η πολιτική που έπρεπε να ακολουθήσει η χώρα στα μεγάλα διεθνή ζητήματα. Και για να το επιτύχουν αυτό, το Ελληνικό κράτος δια του πρωτοκόλλου του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830 αναγνωρίστηκε ως κληρονομική μοναρχία. Δηλαδή οι τρεις μεγάλοι -που ήταν για την ακρίβεια μόνο ένας, η Αγγλία -αποφάσισαν ποιος θα ήταν αυτός που θα επέβλεπε τη εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας στα μεγάλα ζητήματα, αλλά και σε άλλα εσωτερικής πολιτικής, ειδικά αυτά που εξασφάλιζαν την αποπληρωμή του χρέους. [«Η Ελληνική κυβέρνηση θέλει είναι μοναρχική και κληρονομική κατά τάξη πρωτοτοκίας. Θέλει εμπιστευθεί εις έναν ηγεμόνα …»]. Και ύστερα από τον εμφύλιο που ακολούθησε τη δολοφονία του Καποδίστρια οι τρεις μεγάλοι ή και προστάτιδες δυνάμεις εξέλεξαν το 1832 δια πρωτοκόλλου που υπεγράφη και πάλι στο Λονδίνο ως μονάρχη της Ελλάδας τον Όθωνα. Στην υπογραφή του πρωτοκόλλου άφησαν από έξω την Ελλάδα και τον Όθωνα, πράγμα που σήμαινε ότι η επιλογή του μονάρχη της χώρας ήταν ζήτημα δικής τους επιλογής, ή για την ακρίβεια Αγγλικής επιλογής. Έτσι κάποια στιγμή έδιωξαν τον Όθωνα που είχε αποφασίσει ότι του άρεσε η φουστανέλα και έφεραν το Γεώργιο. Με άλλα λόγια οι δυνατότητες της Ελλάδας να ακολουθήσει ουδέτερη πολιτική στο μεγάλο πόλεμο, ή ακόμη χειρότερα να πάει με τους Κεντρικούς, βρισκόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντα των «Προστάτιδων Δυνάμεων», οι οποίες προστατεύοντας τα δικά τους συμφέροντα δεν θα δίσταζαν να καταργήσουν την ανεξαρτησία της Ελλάδας και να αλλάξουν τον μονάρχη της, αφού είχαν αυτό το δικαίωμα από τα πρωτόκολλα. Και αυτό έκαναν στο τέλος.

    2. Η Ελλάδα μόλις 1 χρόνο πριν την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου, «θεία τύχη» επέκτεινε τα σύνορα της προς βορρά και διπλασίασε την έκτασή της. Ακόμη έκανε το Αιγαίο Ελληνική λίμνη, αποσπώντας από τη Τουρκιά όλα τα μεγάλα νησιά του Αν Αιγαίου. Και όλα αυτά, ειδικά στα χερσαία σύνορα, από σπόντα. Διότι η Ελλάδα δεν διέθετε αξιόλογο στρατό. Ή καλύτερα διέθετε «ένα στρατό» που μέχρι πριν το 1910 ήταν κατάλληλος μόνο για να κυνηγάει τους ληστές στην ύπαιθρο και να κρατά μαζί με τη χωροφυλακή τους κολίγους της Θεσσαλία σε ησυχία. Στρατό όμως είχαν οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι και εναντίον αυτών έστρεψε η παραπαίουσα Οθωμανική αυτοκρατορία το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων της. Και ότι κέρδισε η χώρα στους Βαλκανικούς, το κατοχύρωσε και πάλι στο Λονδίνο. Ήταν πολύ πρόσφατα τα κέρδη της για να είναι και μόνιμα. Και πολύ γρήγορα αυτοί που έβαλαν την υπογραφή τους για να επισημοποιήσει δεν είχαν και σε τίποτε να τη πάρουν πίσω. Και αυτοί ήσαν οι δυνάμεις που ήλεγχαν τη Μεσόγειο. Τη Μεσόγειο δεν την ήλεγχε ο Κάιζερ, ούτε ο Τσάρος. [Όπως και σήμερα δεν την ελέγχει η Μέρκελ. Και βεβαίως δεν την ελέγχει ο Πούτιν. Ο Στάλιν ως ρεαλιστής το γνώριζε και το 1944 δεν μπήκε στο πειρασμό να το αμφισβητήσει. Άφησε μόνο εδώ κάποιους χαμένους να κόβουν ο ένας το λαιμό του άλλου. Ο Βενιζέλος το είχε κατανοήσει απόλυτα. Ο Μεταξάς το κατάλαβε το 1936 και ο Κωστάκης δεν το κατάλαβε ακόμη. Κλείνει η παρένθεση]. Επομένως η θέση της χώρας στο Α’ΠΠ ήταν με τις «προστάτιδες δυνάμεις». Η παράταξη που ήταν με το Κωνσταντίνο, έβαλε πάνω από το συμφέρον της χώρας το συμπεθεριό του Κωνσταντίνου. Ευτυχώς για την Ελλάδα η Βουλγαρία και η Τουρκία πήγαν με τις Κεντρικές αυτοκρατορίες και έτσι τα σύνορα μας δεν γύρισαν στη Μελούνα.

    3. Αν η Ελλάδα έβγαινε αμέσως στο πόλεμο, ήταν πλέον ή βέβαιο ότι θα αποκτούσε ικανό και αξιόμαχο στρατό Ευρωπαϊκού επιπέδου, σεβαστό από όλους τους συμμάχους. Η χώρα δεν θα υφίστατο τα δεινά ενός ανόητου διχασμού που έγινε για ένα συμπεθεριό και μια κουμπαριά. Ακόμη η χώρα θα μπορούσε να διεκδικήσει επάξια σοβαρά ανταλλάγματα από τη τετραετή συμμετοχή της στο μεγάλο πόλεμο. Και ήταν βέβαιο ότι θα τα έπαιρνε. Όμως ο διχασμός, η δημιουργία από το Κωνσταντινικό κράτος σοβαρών προβλημάτων στη συμμαχική προσπάθεια και η απαξίωση της χώρας στα μάτια των συμμάχων ως σοβαρό κράτος που μπορούσε να προσφέρει στη κοινή προσπάθεια, είχαν αποτέλεσμα τη δημιουργία εχθρικής σχέσης, εχθρικών συναισθημάτων και έλλειψης εμπιστοσύνης. Δυστυχώς έτσι είναι και ακόμη πιο δυστυχώς, αν και πέρασαν από τότε 100 χρόνια υπάρχουν πολλοί Έλληνες που αδυνατούν να το αντιληφθούν.

    Τελικά η Ελλάδα εξήλθε στο πόλεμο. Ή καλύτερα εκβίασαν την έξοδο της στο πόλεμο οι σύμμαχοι και την έσυρε με το έτσι θέλω ο μεγάλος Κρητικός. Και καλά έκανε. Η Θεσσαλονίκη καταλήφθηκε στη πράξη από τον Σαράϊγ, στην Ελλάδα επιβλήθηκε ναυτικός αποκλεισμός, η Αθήνα καταλήφθηκε από Γαλλικά ναυτικά αγήματα και ο Κωνσταντίνος αντικαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο. Ο Ελληνικός στρατός άρχισε να επιστρατεύεται με το ζόρι μόλις στο τέλος του 1917. Σταδιακά, επειδή υπήρχε φόβος ότι η άμεση επιστράτευση μπορούσε να δημιουργήσει γενική στάση. Θα ήταν πιο εύκολος ο έλεγχος αν οι Μεραρχίες επιστρατεύοντας μία – μία. Και είχαν δίκιο. Τα στασιαστικά κινήματα στις μονάδες ήσαν συνεχή και αντιμετωπίστηκαν με σκληρά μέτρα. Δυστυχώς αυτό είναι το αιώνιο πρόβλημα του νεοελληνικού κρατικού μορφώματος. Το εθνικό συμφέρον να μη γίνεται αντιληπτό και οι Έλληνες να μαχαιρώνονται για πρόσωπα. Τελικά επιστρατεύθηκαν 10 μεραρχίες. Οι μόνες που ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους συμμάχους, ήταν οι 3 της Εθνικής Άμυνας. Και αυτές ήσαν οι ικανότερες. Για αυτούς τους λόγους οι σύμμαχοι σκόρπισαν τις Ελληνικές μεραρχίες σε όλο το Μακεδονικό μέτωπο και τις έθεσαν κάτω από τη διοίκηση Γάλλων και Άγγλων στρατηγών. Τη ΙΙΙ μεραρχία της οποίας στασίασε ένα ολόκληρο σύνταγμα, τη κομμάτιασαν. Δεν υπήρχε καμιά απολύτως εμπιστοσύνη στον ΕΣ. Πέρα από τις φιλοφρονήσεις και τα παράσημα. Ακόμη και ο αρχηγός του Ελληνικού επιτελείου ήταν Γάλλος στρατηγός.

    Οι Ελληνικές Μεραρχίες που επιστρατεύθηκαν διατέθηκαν ως ακολούθως αρχίζοντας από αριστερά (δυτικά) και προχωρώντας προς τα δεξιά (ανατολικά):

    ΙΙΙ Μεραρχία:
    Είχε διαθέσει τα 6 κ’ 12 Συντάγματα στην 11 Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία και το 2/39 ΣΕ στη 30 Γαλλική Μεραρχία.

    IV Μεραρχία κ΄ Μεραρχία Αρχιπελάγους:
    Είχαν διατεθεί ΥΔ στη 1η Ομάδα Μεραρχιών (Στρατηγός Ντ’ Άνσελμ)

    Μεραρχία Σερρών:
    Είχε διατεθεί στην 22η Βρετανική Μεραρχία

    Α’ Σ.Σ. (Ι, ΙΙ, ΧΙΙΙ) – Μεραρχία Κρήτης:

    Είχαν διατεθεί ΥΔ στο XVI Βρετανικό Σώμα Στρατού Η μάχη του Σκρα ήταν μια μάχη που είχε σκοπό την ευθυγράμμιση της Συμμαχικής διάταξης και τίποτε περισσότερο. Δεν ήταν η μάχη για τη διάσπαση του Μακεδονικού Μετώπου. Ήταν μια σοβαρή μάχη που απέδειξε ότι οι 3 Μεραρχίες της Εθνικής Άμυνας ήσαν αξιόμαχες και εμπιστοσύνης. Η κύρια μάχη για τη διάσπαση έλαβε χώρα πολύ αργότερα στη περιοχή του Ντομπροπόλιε και ανατέθηκε στις δύο Σερβικές Στρατιές που διοικούσαν Σέρβοι στρατηγοί και αυτοί ήσαν που διοικούσαν τις Σερβικές μεραρχίες.

    Ποια ήταν τα κέρδη της Ελλάδας από τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ ΠΠ:
    1. Μπόρεσε και κράτησε ότι είχε κερδίσει στους Βαλκανικούς.
    2. Δεν επέστρεψε στη Μελούνα.
    3. Δεν δόθηκε η Μακεδονία και η Θεσσαλονίκη στους Σέρβους που αποδείχθηκαν σωστοί σύμμαχοι, δεν στασίασαν, δεν διαλύθηκαν από τη πίεση Βουλγάρων και Αυστριακών, δεν καταβλήθηκαν από τις αφάνταστες κακουχίες που υπέστησαν κατά την υποχώρηση τους μέσω της Αλβανίας προς την Αδριατική, μπόρεσαν και ανασυγκροτήθηκαν γρήγορα στη Κέρκυρα με τη συμμαχική βοήθεια, επέστρεψαν στο πόλεμο στη Μακεδονικό Μέτωπο στη Δυτική Μακεδονία και παρά τις τεράστιες απώλειες τους στη μάχη του Καϊμακτσαλάν συνέχισαν να αποτελούν το καλύτερο στρατό στο μακεδονικό Μέτωπο. Και ζητούσαν τη Θεσσαλονίκη.
    4. Της δόθηκε η Θράκη
    5. Επισημοποίησε τη κυριαρχία της στα νησιά του Αν Αιγαίου.
    6. Και βεβαίως τα κέρδη της θα ήταν ακόμη μεγαλύτερα, αν μπορούσαμε έστω και για λίγο να φανούμε άξιοι των περιστάσεων.

    Όσο αφορά τη Μικρά Ασία και τα όσα αναφέρεις:

    1. Έπρεπε να πάμε γιατί αυτό επέβαλε η ιστορία μας και το εθνικό μας συμφέρον.

    2. Έπρεπε να πάμε επειδή εκεί ήταν Ελλάδα και εκεί ζούσαν εκατομμύρια Έλληνες που κινδύνευαν.

    3. Έπρεπε να πάμε με όποια ευκαιρία μας δινόταν. Ακόμη και σαν χωροφύλακες των Άγγλων όπως λένε διάφοροι και εσύ.

    4. Έπρεπε να πάμε και χωρίς εγγυήσεις γιατί αυτό επέβαλε το συμφέρον της χώρας. Έπρεπε να πάμε ακόμη και κάνοντας το «παλιάτσο» ή το «χωροφύλακα» ή το «πρόθυμο παιδί» των συμμάχων, όπως έκανε ο Βενιζέλος στέλνοντας το στρατό στην Ουκρανία. Και άλλη θα ήταν η τύχη της Ελλάδας αν ο μεγάλος Κρητικός παρέμενε και δεν τον έδιωχναν οι μικρόνοες. Ακόμη και αν άλλαζε η πολιτική των συμμάχων, που μάλλον θα άλλαζα. Είχε το μυαλό εκείνος ο μοναδικός Έλληνας, να μπορεί να δει τα πράγματα διαφορετικά.

    5. Έπρεπε να πάμε ανεξάρτητα του ποιος ήταν ο Κεμάλ και όποιος άλλος Τούρκος ή Οθωμανός θα μπορούσε δυνητικά να αναλάβει την αντίσταση εναντίον των Ελλήνων.

    Όλα όσα εξετάζονται και αφορούν τις παραμέτρους του Μικρασιατικού ζητήματος, είναι ενδιαφέροντα, αλλά για μένα Ακαδημαϊκά και ολίγον φιλολογικά. Το ζήτημα που τίθεται είναι αν μπορούσαμε να νικήσουμε. Και εγώ πιστεύω ότι, ναι, μπορούσαμε να νικήσουμε. Αν το τιμόνι της χώρας το κρατούσε ο μεγάλος Κρητικός. Μπορούσαμε να νικήσουμε όμως, ακόμη και με τον Γούναρη, αν αυτός και οι περί αυτόν ήσαν σοβαροί και επέλεγαν για τη στρατιά άξια και ικανή ηγεσία. Επέλεξαν όμως το Παπούλα [που ο πρωθυπουργός Γούναρης έλεγε ότι ήταν μαλάκας] και τον διατήρησαν ενώ απέτυχε 4 φορές και επανέφεραν ακόμη πολλούς ανίκανους και μη επαρκείς στις μεγάλες διοικήσεις, που το μόνο τους προσόν ήταν ότι τραγουδούσαν δυνατά «του αητού ο γιός». Ο Ελληνικός στρατός μπορούσε να νικήσει στις επιχειρήσεις του Δεκεμβρίου, του Μαρτίου και του Ιουλίου. Ειδικά στις επιχειρήσεις του Ιουλίου. Μπορούσε να νικήσει ακόμη και στην Άγκυρα. Αλλά η ηγεσία δεν τράβαγε. Δεν είχε την ικανότητα να μετατρέψει το άφθονο αίμα σε περιφανή νίκη. Αλλά ακόμη και στο Αφιόν [έγραψα και αλλού] αν η ηγεσία ήταν αντάξια των κρίσιμων περιστάσεων, μπορούσε να κερδίσει την αμυντική μάχη. Αλλά η κυβέρνηση των βασιλικών, έφερε για αρχιστράτηγο ένα τύπο που είχε φύγει πριν από 7 χρόνια ως συνταγματάρχης και αποτυχημένος μέραρχος και πίστευε ότι οι στρατιώτες στη Μ.Α. ήταν ευέλπιδες. Ήταν ένας περίεργος που ήθελε να καταλάβει τη Κωνσταντινούπολή, ενώ ο γάμος γινόταν στο Αφιόν. Και όταν άρχισε ο γάμος έψαχνε τι στολή να φορέσει. Τη μεγάλη μετά παρασήμων, ή την εκστρατείας. Τελικά αποφάσισε να μείνει στη Σμύρνη. Έστειλε ως αντιπρόσωπό του ένα ταγματάρχη, ο οποίος όμως συνάντησε τη πομπή των επιστρεφόντων από το γάμο στη περιοχή του Ουσάκ. Μόνο που η πομπή δεν ήταν χαρούμενη, αλλά ένας συρφετός φυγάδων.

    (Ο/Η Αρματιστής λέει:
    09/21/2013 στις 22:21)

    «Η εξέχουσα του Αφιόν Καραχισάρ είχε το θάνατο μέσα της»

  10. Η συνθήκη των Βερσαλλιών

    Προδημοσίευση από τη μελέτη του David Andelman Η συνθήκη των Βερσαλλιών, εκδόσεις Γκοβόστη.

    ΠΡΟΛΟΓΟΣ

    Σημεία καμπής

    Άνοιξη στο Παρίσι, Τρίτη 13 Μαΐου του 1919, μια υπέροχη ημέρα. Στις τέσσερις το μεσημέρι η πόλη λούζεται ακόμα σε αυτό το κρυστάλλινο φως που μοιάζει να ξεπλένει όλα τα κτήρια, ακόμα και τα γέρικα αλλά κομψά αστικά σπίτια του κοσμικού 16ου Διαμερίσματος. Εκεί, στην οδό Nitot, ο Πρόεδρος Woodrow Wilson έχει συγκεντρώσει τους ηγέτες των τεσσάρων θριαμβευτών Συμμάχων. Ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει. Και τώρα αυτοί οι πολιτικοί άνδρες ετοιμάζονται να ανακατασκευάσουν τον κόσμο – σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη. Το θέμα της ημέρας είναι το Ιράκ – η χάραξη αυτού που θα αποτελέσει ένα καινούργιο έθνος στην άμμο της Μεσοποταμίας. Ο ευφυής νέος Βρετανός διπλωμάτης, ο Harold Nicolson, περιμένει στην αίθουσα αναμονής βυθισμένος στην ανάγνωση του Πορτραίτου του Ντόριαν Γκρέι όταν, ξαφνικά, μια πόρτα ανοίγει διάπλατα και τον καλούν να παρευρεθεί ενώπιον των ηγετών. Ο ίδιος περιγράφει τη συνέχεια στο ημερολόγιό του:

    Ένα βαριά διακοσμημένο γραφείο με τον τεράστιο χάρτη μου απλωμένο στο χαλί. Σκυμμένοι πάνω του (μουρμουρίζοντας προβληματισμένοι) είναι ο Clemenceau, ο Lloyd George και ο PW. Έχουν μετακινήσει τις καρέκλες τους και σκύβουν πάνω από τον χάρτη. … Χαράσσουν τον σιδηρόδρομο της Βαγδάτης. Ο Clemenceau δεν μιλάει καθόλου. Κάθεται στην άκρη της καρέκλας του και τα δυο του χέρια, μέσα σε μπλε γάντια, κρέμονται πάνω από τον χάρτη. Μοιάζει, περισσότερο από ποτέ, με ξανθό γορίλα. … Είναι εξωφρενικό το γεγονός ότι αυτοί οι αδαείς και ανεύθυνοι άνδρες έχουν την άνεση να τεμαχίσουν τη Μικρά Ασία με την ίδια ευκολία που θα τεμάχιζαν ένα κέικ. … Άραγε δεν είναι φρικτό η ευτυχία εκατομμυρίων ανθρώπων να διασκορπίζεται με αυτόν τον τρόπο; Οι αποφάσεις τους είναι ανήθικες και ανέφικτες. … Είναι τρεις αδαείς άνδρες που έχουν για οδηγό τους ένα παιδί. … Αυτό το παιδί, υποθέτω, είμαι εγώ. Όπως και να ‘χει, το παιδί αγωνιά.

    Αυτός ο αυτοεπικριτικός Nicolson ίσως να ήταν ο μόνος σε εκείνο το δωμάτιο που είχε καταλάβει ότι όσοι δεν μαθαίνουν από την Ιστορία είναι καταδικασμένοι να την επαναλάβουν. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ιστορία επαναλήφθηκε.

    Με αυτόν τον τρόπο ξεκίνησαν όλα στο Παρίσι. Αν υπάρχει μία στιγμή στον 20ό αιώνα όπου όλα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά, θα ήταν αυτή: Παρίσι, 1919. Το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, τον οποίο με την εκ των υστέρων γνώση μας ονομάσαμε Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, άλλαξε τα πάντα. Η ειρήνη που επιβλήθηκε στις Βερσαλλίες από τις Δυνάμεις της Δύσης –Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ– στους ηττημένους, τους εξασθενημένους, τους αδύναμους, τους ορφανεμένους και τους αποξενωμένους, καθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τα γεγονότα που έμελλε να διαταράξουν τις ισορροπίες όχι μόνο κατά τη διάρκεια τού 20ού αιώνα, αλλά και μετέπειτα.

    Η ειρήνη που επιβλήθηκε στις Βερσαλλίες από τις Δυνάμεις της Δύσης –Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ– στους ηττημένους, τους εξασθενημένους, τους αδύναμους, τους ορφανεμένους και τους αποξενωμένους, καθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τα γεγονότα που έμελλε να διαταράξουν τις ισορροπίες όχι μόνο κατά τη διάρκεια τού 20ού αιώνα, αλλά και μετέπειτα.

    Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε εκείνο το σταυροδρόμι της Ιστορίας τα λάθη και οι παραλείψεις υπήρξαν συχνά, σε αρκετές περιπτώσεις, εξίσου ή περισσότερο σημαντικά από τις συνειδητά κακές επιλογές. Οι κληρονόμοι και οι απόγονοι όσων αγνοήθηκαν και περιφρονήθηκαν στις Βερσαλλίες ήταν εκείνοι που θα επέστρεφαν και θα ξεσπούσαν την εκδίκησή τους πάνω μας. Αμέτρητα βιβλία έχουν γραφεί σχετικά με τις αποτυχίες των Μεγάλων Δυνάμεων – τον αποκλειστικό στόχο των Γάλλων και των Βρετανών να συνθλίψουν τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο στρατιωτικό και οικονομικό τους αντίπαλο, και να ευνουχίσουν τους συμμάχους της, την Αυστρο-Ουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ώστε να διασφαλίσουν πως καμία από αυτές τις χώρες δεν θα είχε ποτέ ξανά τα μέσα και τη διάθεση να προκαλέσει τη γαλλική ηγεμονία στην ηπειρωτική Ευρώπη ή τον βρετανικό έλεγχο των διεθνών υδάτων. Επιπλέον, οι Αμερικανοί αποδείχθηκαν ανίκανοι να επιβάλουν τις δικές τους ηθικές αξίες τόσο στους Συμμάχους όσο και στους εχθρούς τους, και η ανικανότητα εκείνη έθεσε τις βάσεις για αρκετά από τα προβλήματα που ταλανίζουν μέχρι και σήμερα. Εκεί όμως που έχει δοθεί λιγότερη προσοχή είναι στα πρόσωπα και τους λαούς που στριμώχτηκαν στο περιθώριο των συνεδριάσεων του Παρισιού, οι ανάγκες και οι επιθυμίες των οποίων δεν έτυχαν παρά μονάχα μιας φευγαλέας προσοχής.

    Αυτές οι παραλείψεις, οι λανθασμένες κρίσεις αλλά και η καταφανής άρνηση να αντιμετωπιστούν πολλές από τις επιτακτικές ανάγκες απομακρυσμένων περιοχών, για τις οποίες οι κοντόφθαλμοι, ευρωκεντρικοί πολιτικοί και διπλωμάτες δεν θεωρούσαν ότι συνιστούσαν άμεση απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και τάξη, οδήγησαν άμεσα σε μερικά από τα πιο καταστροφικά γεγονότα των καιρών μας. Τα παραπτώματα αυτής της μικρής περιόδου του 1919 μεταφέρθηκαν μέσω του DNA της διπλωματίας, συχνά με ολέθριες συνέπειες, στη δική μας παγκόσμια τάξη.

    Επί δύο δεκαετίες ταξίδεψα ως ξένος ανταποκριτής στις πιο απομακρυσμένες άκρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Μέσης Ανατολής και συνομίλησα με παντοδύναμους και περιθωριοποιημένους –με βασιλιάδες και απλούς πολίτες– σε τέσσερις ηπείρους. Όπου και αν πήγα, βρέθηκα αντιμέτωπος με την ίδια ερώτηση, ειπωμένη διαφορετικά από ανθρώπους που είχαν προβληματιστεί βαθιά για όσα είχαν πάει στραβά, πολλές φορές πολύ στραβά, με το σύστημα διακυβέρνησης και με τον τρόπο ζωής τους: Πώς φτάσαμε σε αυτήν την κατάσταση και πού εκτροχιάστηκαν τα πράγματα;

    Δεν πίστεψα ποτέ στη θεωρία της μοναδικής αιτιότητας· η Ιστορία είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη για τέτοιες απλοϊκές προσεγγίσεις. Παρ’ όλα αυτά είμαι έντονος υποστηρικτής των σημείων καμπής. Και όσο περισσότερο συλλογίζομαι αυτήν την ερώτηση, την οποία άκουσα από τόσο διαφορετικούς ανθρώπους –από μια Ταϊλανδή πριγκίπισσα και τελευταία επιζώσα εγγονή του μικρότερου γιου του βασιλιά Mongkut, από έναν Ούγγρο καθηγητή αμερικανικών σπουδών και γαμπρό τού πιο σεβαστού και τιμημένου ποιητή του ουγγρικού έθνους, από έναν Ισραηλινό διπλωμάτη από την Αυλή της Golda Meir, από έναν Αυστριακό καρδινάλιο, από τον σωματοφύλακα του Γιάσερ Αραφάτ και από αρκετούς άλλους– τόσο περισσότερο πιστεύω ότι μπορεί πραγματικά να υπήρξε μία μοναδική στιγμή στη σύγχρονη Ιστορία όπου οι κόσμοι όλων διασταυρώθηκαν, συγκρούστηκαν και εξοστρακίστηκαν για ακόμα μια φορά εκτός ελέγχου.

    Την ώρα που ο χειμώνας έδινε τη θέση του στην άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1919, οι ηγέτες μιας χούφτας εθνών τόλμησαν να δράσουν σαν μια παγκόσμια κυβέρνηση και να επιβάλουν τη θέλησή τους, διαμορφώνοντας κατ’ ουσίαν τον κόσμο και την Ιστορία σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη.

    Αυτή ήταν μια εξαιρετικά σπάνια περίπτωση, κατά την οποία τόσο διαφορετικοί πολιτισμοί και άνθρωποι, τόσο ανόμοια συστήματα πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης, συναντήθηκαν σε ένα μέρος με στόχο τη διαμόρφωση του μέλλοντος του πολιτισμένου κόσμου. Σίγουρα έχουν υπάρξει και άλλες σημαντικές συναντήσεις κορυφής μεταξύ των παγκόσμιων ηγετών. Υπήρξε η δημιουργία των Ηνωμένων Εθνών στο Lake Success και η ετήσια φθινοπωρινή τελετή που σηματοδοτεί την έναρξη της Γενικής Συνέλευσης του οργανισμού. Υπήρξε το Bretton Woods όπου τέθηκε σε κίνηση το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα. Υπήρξαν οι συνεδριάσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Υπήρξαν πολυεθνικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις από το Βιετνάμ μέχρι τη Μέση Ανατολή. Ήμουν παρών σε αρκετές από αυτές. Όμως, καθένα από εκείνα τα γεγονότα καθορίστηκε –ή μάλλον προκαθορίστηκε– από αυτούς τους μήνες στο Παρίσι. Την ώρα που ο χειμώνας έδινε τη θέση του στην άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1919, οι ηγέτες μιας χούφτας εθνών τόλμησαν να δράσουν σαν μια παγκόσμια κυβέρνηση και να επιβάλουν τη θέλησή τους, διαμορφώνοντας κατ’ ουσίαν τον κόσμο και την Ιστορία σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη.

    Τα όσα συνέβησαν τότε, δεν διαφέρουν πολύ από τα όσα συμβαίνουν στη δική μας γεμάτη προβλήματα εποχή: μια μικρή ομάδα δυνάμεων, υπό την ηγεσία και πάλι των Ηνωμένων Πολιτειών και της αυτοαποκαλούμενης ηθικής υπεροχής τους, επιχείρησε να επιβάλει τη θέλησή της σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, χωρίς αυτός ο κόσμος να έχει επιλέξει ή να καλοδέχεται μια τέτοια αυθαίρετη πρωτοβουλία. Ωστόσο, η ουσιώδης διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι σε εκείνον τον κατά πολύ απλούστερο κόσμο ήταν όντως δυνατόν μια χούφτα εθνών να σταματήσει τη ροή του χρόνου και να αλλάξει τη φύση και την πορεία της Ιστορίας – δυστυχώς αφήνοντας πίσω της έναν αντίκτυπο, τον οποίο αντιμετωπίζουμε ακόμα και σήμερα. Οι συνοριακές γραμμές που τράβηξε για τα έθνη που δημιουργούσε, οι άνθρωποι που συγκέντρωσε εντός αυτών των τεχνητών ορίων, οι ισχυρές δυνάμεις των εθνοτήτων και της θρησκείας που απελευθέρωσε και οι οικονομίες, που σύστησε και έμελλε να αποτύχουν, οδήγησαν σε πολλά από τα προβλήματα που έχουμε κληρονομήσει.

    Τι ακριβώς πήγε στραβά στο Παρίσι και τι έφταιξε ώστε σήμερα να αντιμετωπίζουμε τόσο σοβαρά ζητήματα, ειδικά σε όσα μέρη του κόσμου αυτοί οι μεγάλοι άνδρες, οι παντοδύναμοι πολιτικοί και οι εξαιρετικοί διπλωμάτες δεν έδωσαν σχεδόν καθόλου προσοχή; Αυτή είναι η ερώτηση που θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στις σελίδες που ακολουθούν, επικεντρώνοντας την προσοχή μας στους μικρούς παίκτες: όλες εκείνες τις χώρες που αδημονούσαν στις παρυφές των Μεγάλων Δυνάμεων για κάποιο ψίχουλο, το οποίο θα έπεφτε από το τραπέζι τους και με το οποίο θα μπορούσε να βελτιωθεί το μέλλον και να εξασφαλιστεί η ελευθερία και η ευημερία των λαών τους – τελικά απογοητεύτηκαν πικρά. Οι ασήμαντες ανάγκες αυτών των μικρών παικτών, οι οποίες το 1919 απορρίφθηκαν με ένα περιφρονητικό νεύμα, θα μετατρέπονταν σε κατακλυσμικά γεγονότα μισό αιώνα ή και περισσότερο αργότερα. Οι σπόροι των τρομοκρατικών πολέμων τού σήμερα σπάρθηκαν στις αίθουσες των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων του Παρισιού – από εκείνους που ήταν παρόντες και από εκείνους που δεν ήταν.

    Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του απογοητευμένου Woodrow Wilson, ο οποίος, παρ’ ότι είχε πάει στο Παρίσι με την πρόθεση να φέρει μια νέα εποχή ηθικής ευθύνης στη διαχείριση των διεθνών σχέσεων και να δώσει ένα τέλος στις παγκόσμιες συγκρούσεις, βρέθηκε μέσα σε μερικές εβδομάδες να βυθίζεται σε έναν βούρκο ενδο-ευρωπαϊκών δολοπλοκιών και αποικιοκρατικών κερδοσκοπιών: «Ο κόσμος θα πει ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις πρώτα χώρισαν και διένειμαν τα αβοήθητα μέρη του κόσμου και μετά σύστησαν την Κοινωνία των Εθνών. Η σκληρή αλήθεια είναι ότι καθένα από αυτά τα μέρη του κόσμου ανατέθηκε σε μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις».

    Όλοι μαζί συνέθεσαν ένα εξαιρετικό, αλλά σε τελική ανάλυση αποτυχημένο ταμπλό συμφερόντων, το οποίο έμελλε να οδηγήσει στην υπογραφή μιας συνθήκης κακο-σχεδιασμένης και ανήμπορης να επιβάλει τη διαρκή ειρήνη που τόσο έντονα επιθυμούσαν τουλάχιστον κάποιοι από τους σχεδιαστές της.

    Ωστόσο, αυτά τα αβοήθητα μέρη του κόσμου είχαν τη δική τους φωνή στο Παρίσι. Το πρόβλημα ήταν πόσο τακτικά και πόσο δυνατά άκουσαν τη φωνή τους εκείνοι που ανακατασκεύαζαν τον κόσμο. Ποιοι ήταν μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους; Ήταν ο Nguyen Tat Thanh, ένας βοηθός σερβιτόρου στο ξενοδοχείο Ritz και φωτογράφος μερικής απασχόλησης, ο οποίος επιθυμούσε διακαώς την απελευθέρωση του λαού του στην απομακρυσμένη γαλλική αποικία της Κοχιγκίνα. Ήταν ο Φεϊζάλ ιμπν Χουσεΐν, ένας Βεδουίνος πρίγκιπας από την Αραβία, απόγονος του Προφήτη, μέλος της αρχαίας φυλής των Χασεμιτών, ο οποίος αναζητούσε την ενότητα του αραβικού κόσμου και την επικύρωση της κυριαρχίας του πάνω στις αχανείς εκτάσεις της Αραβικής Χερσονήσου, από τον Κόλπο της Άκαμπα, το Ιράκ και την έρημο Rub’ al Khali έως τη Μεσόγειο. Ήταν ο Chaim Weizmann, ένας Εβραίος πατριώτης, ο οποίος ονειρευόταν την επιστροφή του λαού του στους Αγίους Τόπους που, όπως πίστευε, τους είχε υποσχεθεί ο Θεός. Ήταν και άλλοι πολλοί: Ασιάτες πρίγκιπες από την Ιαπωνία, επαναστάτες από την Πολωνία, μουσικοί, συγγραφείς και παλιάνθρωποι από τα Βαλκάνια και τις εκτάσεις της ουγγρικής puszta μέχρι τα ανθρακωρυχεία της Τσεχοσλοβακίας, και από τις στέπες της Ρωσίας μέχρι τις πύλες του Κρεμλίνου. Όλοι μαζί συνέθεσαν ένα εξαιρετικό, αλλά σε τελική ανάλυση αποτυχημένο ταμπλό συμφερόντων, το οποίο έμελλε να οδηγήσει στην υπογραφή μιας συνθήκης κακο-σχεδιασμένης και ανήμπορης να επιβάλει τη διαρκή ειρήνη που τόσο έντονα επιθυμούσαν τουλάχιστον κάποιοι από τους σχεδιαστές της.

    Καθένας τους ήρθε στο Παρίσι με τις δικές του ξεχωριστές, συχνά ιδιόμορφες ή ακόμα και δονκιχωτικές, ανάγκες και επιθυμίες. Η ατζέντα των θεμάτων τους όμως έμελλε να προσκρούσει πάνω σε αδιάφορους και αλαζόνες άνδρες, οι οποίοι την αντιμετώπισαν με τρόπο υβριστικό και απαξιωτικό και την απέρριψαν αβίαστα προσφεύγοντας στην κοροϊδία και τη χλεύη. Ο λόγος που αυτοί οι άνδρες, αλλά και μία γυναίκα ανάμεσά τους, είχαν τέτοια εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να χειραγωγήσουν τα κέντρα εξουσίας ήταν επειδή έπαιζαν στη δική τους έδρα. Ήταν μια έδρα που σχεδίαζαν, οικοδομούσαν και τελειοποιούσαν κάθε πρωί χρησιμοποιώντας τους δικούς τους κανόνες – το τελικό αποτέλεσμα του παιχνιδιού είχε εξάλλου αποφασιστεί προτού καν ταξιδέψουν για το Παρίσι στις εβδομάδες που ακολούθησαν μετά την υπογραφή της εκεχειρίας. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι οι συγκεκριμένοι κανόνες ήταν οι μόνοι διαθέσιμοι ή οι καλύτεροι δυνατοί. Απλώς ήταν οι μόνοι τους οποίους οι συγκεκριμένοι παίκτες είχαν αποφασίσει να τηρήσουν.

    Φανταστείτε τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν οι Συμμαχικές Δυνάμεις είχαν αναγκαστεί να διαπραγματευτούν τους όρους της μελλοντικής ανθρωπότητας υπό τους κανόνες και την οργάνωση των Βεδουίνων Αράβων της ερήμου Rub’ al Khali ή των Νοτιοβιετναμέζων του Ανάμ. Πολιτιστικά, πολιτικά ή και στρατιωτικά οι δικοί τους πολιτισμοί δεν ήταν από καμία άποψη λιγότερο προηγμένοι σε σχέση με τον δικό μας. Ωστόσο, αναγκάστηκαν να παίξουν με κανόνες, οι οποίοι για εκείνους ήταν αδιαπέραστοι και οι οποίοι καταδίκαζαν τους στόχους τους σε αποτυχία.

    Αυτοί οι μικροί παίκτες πέρασαν τους περισσότερους από εκείνους τους μήνες στο Παρίσι κοιτάζοντας, πίσω από ένα αόρατο τζάμι, ανήμποροι τις χώρες τους να τεμαχίζονται και το όνειρο της αυτοδιάθεσης –που τα ευγενή Δεκατέσσερα Σημεία του Αμερικανού Προέδρου Wilson υπόσχονταν– να εξανεμίζεται. Τα Σημεία αυτά αποτελούσαν τις βασικές αρχές υπό τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες δέχθηκαν να συμμετάσχουν στον πόλεμο και να επιχειρήσουν να θεμελιώσουν μια διαρκή ειρήνη. Όσο όμως οι μεγάλοι πολιτικοί άνδρες έπαιζαν παιχνίδια ρεαλπολιτίκ, το μέλλον αυτών των μικρότερων εθνών ανατέθηκε στα χέρια μιας σειράς ακαδημαϊκών και νεαρών διπλωματών – μια πολύ μεγάλη ευθύνη. Παρόλο που ο καθένας από αυτούς θα έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε, αυτό που στο τέλος θα άφηναν πίσω τους ήταν μια αποτυχημένη ειρήνη με τη μορφή ενός εγγράφου 80.000 λέξεων – η μεγαλύτερη σε έκταση συνθήκη που υπογράφτηκε ποτέ στην Ιστορία. Η κληρονομιά τους όμως υπήρξε ακόμα μεγαλύτερη, καθώς οι εθνικές ελπίδες που συνέτριψαν έμελλε να είναι εκείνες που θα οδηγούσαν σε έναν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και στην κυριαρχία ενός κομμουνιστικού δεσποτισμού στη μισή Ευρώπη για το υπόλοιπο του αιώνα.

    versaillesΌλα αυτά διαδραματίστηκαν πάνω σε ένα πολύχρωμο μωσαϊκό από ηγεμόνες και κλέφτες, τσαρλατάνους, προαγωγούς, κοσμικούς, διανοούμενους, δημοσιογράφους και καλλιτέχνες κάθε λογής. Αυτό το καλειδοσκόπιο προσωπικοτήτων έδωσε το δικό του στίγμα εκείνους τους μήνες στο Παρίσι και βοήθησε να στηθεί ο σκηνικός διάκοσμος των διαπραγματεύσεων της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Η γνωστή κοσμική Elsa Maxwell διοργάνωσε το πρώτο από τα διάσημα σουαρέ της στο σπίτι του Boni de Castellane, στη Rue de Lille 71, για χάρη της νεαρής Αμερικανίδας κληρονόμου την οποία συνόδευε. Η μεγάλη ηθοποιός Sarah Bernhardt εμφανίστηκε σε γκαλά για χάρη γαλλικών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Η σχεδιάστρια διασημοτήτων Elsie de Wolfe παρέθεσε την εποχή εκείνη τις περίφημες συγκεντρώσεις για τσάι. Η Megan, η μικρή κόρη του Βρετανού Πρωθυπουργού David Lloyd George, περνούσε τα βράδια της χορεύοντας στο υπόγειο του ξενοδοχείου Majestic, συχνά στην αγκαλιά του νεαρού διπλωμάτη Harold Nicolson. Ο Allen Dulles, ένας κατώτερος Αμερικανός αξιωματούχος, τριγυρνούσε στα βραδινά κέντρα και τα σοκάκια του Παρισιού μαθαίνοντας την τέχνη της κατασκοπίας – μια γνώση πάνω στην οποία θα οικοδομούσε τριάντα χρόνια αργότερα την οργάνωση της CIA. Ο ζηλόφθονος αδερφός του, ο John Foster Dulles, κατάφερε επίσης να βρεθεί στο Παρίσι όπου η αλαζονεία του μετατράπηκε σε μια επώδυνη προσπάθεια να καθιερώσει μια νέα οικονομική τάξη στην Ευρώπη.

    Ένας γοητευτικός Γάλλος συνταγματάρχης ηγείτο μιας εξεταστικής των πραγμάτων επιτροπής στην Πολωνία την ώρα που φήμες για ένοπλες συγκρούσεις έφταναν στα αφτιά των αποστολών στο Παρίσι. Ο συνταγματάρχης αυτός ήταν ο Σαρλ ντε Γκωλ. Ένας νεαρός υφυπουργός του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, ονόματι Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ, έφερε στη Γαλλία τη γυναίκα του, την Eleanor. Εκείνη επρόκειτο να ανακαλύψει σύντομα πως ο σύζυγός της ήταν ιδιαίτερα περιποιητικός με τις Παριζιάνες που είχαν χάσει τους συντρόφους τους στον πόλεμο. Υπήρξαν βραδιές που ο Jean Cocteau διάβαζε φωναχτά το «Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας» και ο André Gide συναναστρεφόταν με τον Marcel Proust. Παρόντες ήταν Ιάπωνες βαρόνοι και υποκόμητες, Ρουμάνοι βασιλιάδες και Τρανσυλβανοί ποιητές, ακόμα και ο Wellington Koo, ο τριανταδυάχρονος πρέσβης της Κίνας στην Ουάσινγκτον, ο οποίος μόλις είχε αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο Columbia και ο οποίος αρεσκόταν ακόμα να τραγουδάει τον ύμνο του κολεγίου του.

    Σε καθεμία από τις μεγάλες αποστολές, οι μικροί παίκτες ήταν συχνά οι πραγματικοί φύλακες της φλόγας της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, την οποία ο πολιτισμένος κόσμος είχε τόσο ανάγκη, αλλά απέτυχε τελικά να διαφυλάξει. […]

    http://www.bookpress.gr/prodimosieuseis/dokimia-meletes/versailles-prodimosiefsi?utm_source=Newsletter&utm_medium=email

  11. ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
    Επιχειρήματα του 1920

    Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 είχαν ήδη γίνει, και οι βενιζελικοί είχαν τσακιστεί. Θριαμβευτές είχαν αναδειχθεί οι αντιβενιζελικοί, προτάσσοντας σαφή επιχειρήματα: απόρριψη της παρέμβασης των «ξένων» που είχαν επιφέρει το 1917 την επικράτηση του «ξενόδουλου» Ελευθερίου Βενιζέλου· την ανάγκη να αποκατασταθεί η πληγείσα εθνική κυριαρχία και η «αξιοπρέπεια» του ελληνικού λαού· την επάνοδο του μάρτυρα βασιλιά Κωνσταντίνου. Στην παρατήρηση των βενιζελικών ότι η χώρα όφειλε να προστατεύσει τη σχέση της με τους Συμμάχους, υπήρχε μια απλή απάντηση: «Εμείς τον θέλουμε και θα τον φέρουμε».

    Στις 22 Νοεμβρίου 1920, ημέρα του δημοψηφίσματος για την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου, η κορυφαία αντιβενιζελική εφημερίδα «Σκριπ» δημοσίευε στο πρωτοσέλιδό της φωτογραφία του και ολοσέλιδο άρθρο, χαρακτηριστικό της δύναμης των συναισθημάτων που προκαλούσε το μεγάλο αντιβενιζελικό σύμβολο. «Η Μεγαλειότης ενός ελευθέρου λαού προσκαλεί τον βασιλέα Κωνσταντίνον εις τον Θρόνον», δήλωνε ο τίτλος. Το όνομα του βασιλιά, γραμμένο στο άρθρο πέντε φορές με κεφαλαία πλάγια γράμματα, πλαισίωνε τη φωτογραφία: «Τα βουνά της Ηπείρου, αι Μακεδονικαί πεδιάδες αντήχησαν από τον παιάνα της Νίκης και ο παιάν αυτός ήτο εν όνομα: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». Η εικόνα του στρατηλάτη που έμπαινε έφιππος στη Θεσσαλονίκη και στα Ιωάννινα μπορούσε να κάνει τον μέσο άνθρωπο του 1920 να αναλυθεί σε δάκρυα.

    Κατόπιν ερχόταν η μνήμη των περιπετειών του βασιλιά μετά την αγγλογαλλική παρέμβαση εναντίον του το 1916-17: «Και μίαν ημέραν κατά την οποίαν ετέλει την μνήμην της θυσίας ενός άλλου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ [η αποχώρηση έγινε στις 30 Μαΐου 1917], ο Βασιλεύς, υποχωρών χάριν της σωτηρίας του λαού Του εις την βίαν την ξένην, άφινεν ορφανήν την Ελλάδα, καμφθείσαν υπό μίαν μακράν τυραννίαν. […] Και μόλις [ο λαός] απέσεισε τα δεσμά του και το φίμωτρον, μία και μόνη φωνή ανεπήδησεν ως ευχαριστία προς τον Μέγαν θεόν της Δικαιοσύνης: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». Και υψωνόταν τώρα, τόνιζε το «Σκριπ», «κυριαρχική και παντοκράτειρα της Ελλάδος η φωνή. Φωνή απευθυνομένη προς τους ισχυρούς της γης. Προς τους λαούς, οι οποίοι εγνώρισαν πώς οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι. Προς την ηθικήν της Ανθρωπότητος. Προς την Δικαιοσύνην. Προς την Ιστορίαν. Προς τους παρελθόντας Ελληνικούς αιώνας και προς το αγέννητον Μέλλον. Και η φωνή αυτή – φωνή λαού – Κυρίου φωνή – δονείται από εν όνομα».

    Την ίδια ώρα, βέβαια, οι βενιζελικοί τόνιζαν ότι λόγω της επίδοσης κοινής διακοίνωσης από τους Συμμάχους, που τάσσονταν εναντίον της επιστροφής του βασιλιά, το δημοψήφισμα έπρεπε να αναβληθεί. Στη δεύτερη σελίδα, το «Σκριπ» δημοσίευε σχετική ανάλυση με την υπογραφή «Ο παλαιός». Δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, τόνιζε ο αναλυτής. Μία από τις Δυνάμεις δυσανασχετούσε για τη Συνθήκη των Σεβρών: «Η Ελληνική πολιτική μεταβολή ήτο το πρόσχημα διά να θέσουν επί τραπέζης το ψητό, το οποίον ήτο η αναθεώρησις της Συνθήκης». Αλλά μία άλλη Δύναμη διαφωνούσε, και έτσι προέκυψε μια διακοίνωση «στρυφνή», που δεν έλεγε κάτι συγκεκριμένο και επομένως δεν είχε σημασία: «Διότι και ο Βασιλεύς έρχεται και η συνθήκη δεν αναθεωρείται και δάνεια θα κάμουν εις την Ελλάδα διά την εφαρμογήν της Συνθήκης».

    Την επομένη, στο κύριο άρθρο του, το «Σκριπ» εξηγούσε πώς σκέφτηκε ο Ελληνας που ψήφισε για την επιστροφή του βασιλιά, αγνοώντας τις πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων: «Ας υποθέσω προς στιγμήν ότι θα απεφάσιζαν να μετέλθουν μέσα πιεστικά εναντίον μου. Ποία θα είνε αυτά; Αποκλεισμός; Ο πόλεμος έληξε και εις το καταστατικόν της Κοινωνίας των Εθνών υπάρχει διάταξις απαγορευτική. Εμπορικός αποκλεισμός; Είμαι πελάτης των, καταναλωτής δηλαδή. […] Βεβαίως θα εζημιούμην εγώ, αλλά θα εζημιούντο άλλο τόσον και αυτοί. Οικονομικαί πιέσεις; Και αυταί θα ήσαν επιζήμιοι και δι’ αυτούς, εφ’ όσον είναι δανεισταί μου και εγώ οφειλέτης των. Αναθεώρησις της Συνθήκης των Σεβρών εις βάρος μου; Ανεξαρτήτως του ότι κρατώ διά του Στρατού μου την Θράκην και την Σμύρνην, αποφασισμένος να μη τας εγκαταλείψω […] προς ποίον θα έδιδον την Σμύρνην και την Θράκην αν μου τας αφήρουν;».

    Τα φύλλα του «Σκριπ» είναι ανηρτημένα στην ιστοσελίδα της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας. Ολοι μπορούν να τα δουν.

    * Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

    http://www.kathimerini.gr/798210/opinion/epikairothta/politikh/epixeirhmata-toy-1920

  12. simos on

    Δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στα πετρέλαια της Μοσούλης … που ήταν ο μόνος λόγος που οι μεγάλες δυνάμεις πήραν την απόφαση για την εκστρατεία.
    https://web.archive.org/web/20161101192216/http://www.ethnos.gr:80/koinonia/arthro/h_mikrasiatiki_ekstrateia_kai_ta_petrelaia_tis_mosoulis-64606718
    Αν δεν ανοίγει δείτε εδώ αντίγραφο
    https://www.protinews.gr/blog/i-mikrasiatiki-ekstrateia-kai-ta-petrelaia-tis-mosoylis

    http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=82383

    Επίσης δεν υπάρχει αναφορά στο ότι οι Γάλλοι εξόπλιζαν τον Κεμάλ
    Αυτό ανέφερε ο Ευάγγελος Αβέρωφ σε ομιλία του στον ΟΗΕ.
    Προφανώς αυτό συνέβη προκειμένου ο Κεμάλ να νικήσει τον Ελληνικό Στρατό … και να καρπωθεί τα οφέλη από την ήττα ο δικός τους άνθρωπος αλλά έκπτωτος Βενιζέλος.

    https://www.komep.gr/2000-teyxos-3/mikrasiatikh-katastrofh-80-xronia-apo-th-synthhkh-ton-sebron

    Επίσης …υπάρχει αναφορά για την καταγωγή του Κεμάλ …
    (εδώ έχει πηγές: https://filonoi.gr/2015/03/10/to-kala-krymeno-mystiko-ths-katagoghs-toy-kemal/ )

    Όπως και για το ότι το κίνημα των Νεοτούρκων … περιελάμβανε πολλούς ισχυρούς Εβραίους Τέκτονες της Θεσσαλονίκης (βλεπε Emmanuel Carasso)
    https://books.google.gr/books?id=ncg4sMAxalgC&pg=PT119&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
    http://hugequestions.com/Eric/TFC/Young-Turks.html

    http://aznews.site/federation-tis-salonikis-o-k-moskof-gia-ti-fenterasion/

    • simos on

      Διόρθωση Εκ παραδρομής έγραψα ότι δεν υπάρχει…Το σωστό είναι ότι …Υπάρχει αναφορά εξοπλισμού του Κεμάλ από τους Γάλλους.

  13. Η απόβαση στη Σμύρνη διά χειρός Βενιζέλου

    Πώς περιγράφεται στο μοναδικό αυτοβιογραφικό κείμενο η λήψη της ιστορικής απόφασης από τους ηγέτες των 3 μεγάλων δυνάμεων

    Εννιά ακριβώς δεκαετίες συμπληρώνονται από τη λήψη της απόφασης που έμελλε να σφραγίσει την πορεία της Ελλάδας τον 20ό αιώνα. Στις 6 Μαϊου 1919 (23 Απριλίου με το παλιό ημερολόγιο) διαμείφθηκε μεταξύ των πρωθυπουργών της Βρετανίας και της Ελλάδας ο ιστορικός διάλογος:

    Του Τάκη Κατσιμάρδου

    Λόυντ Τζωρτζ: Εχετε διαθέσιμον στρατόν;
    Ελευθέριος Βενιζέλος: Εχομεν. Περί τίνος πρόκειται;
    Απεφασίσαμεν σήμερον μετά του (Αμερικανού) Προέδρου Ουίλσωνος και του κ. Κλεμανσώ (πρωθυπουργού της Γαλλίας) ότι δέον να καταλάβετε την Σμύρνην.
    Είμεθα έτοιμοι…
    Αμέσως ο Βενιζέλος έδινε τηλεγραφικά εντολή για την προετοιμασία απόβασης του ελληνικού στρατού στη μικρασιατική ακτή.
    Ο διάλογος καταχωρείται στο μοναδικό αυτοβιογραφικό κείμενο που άφησε ο Βενιζέλος (μαζί με ένα μικρό σχεδίασμα για τη συγγραφή αναμνήσεων που, τελικά, δεν γράφτηκαν). Ο Βενιζέλος, ύστερα από τηλεφώνημα του Λόιντ Τζορτζ, σπεύδει να τον συναντήσει στο κτίριο του υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας, όπου συνερχόταν η ειρηνευτική διάσκεψη. Ο Αγγλος πρωθυπουργός γνωστοποιεί την απόφαση των τριών του Συμβουλίου (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ) για κατάληψη της Σμύρνης.

    Ο Ελ. Βενιζέλος μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Πολίτη και τον Ελληνα πρεσβευτή στο Παρίσι Α. Ρωμανό κατά το Συνέδριο της Ειρήνης και αριστερά χειρόγραφες σημειώσεις του Ελληνα πρωθυπουργού.

    Οταν ο Βενιζέλος απαντά ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη, ακολουθεί διάλογος για τις διαθέσιμες δυνάμεις. Οι λεπτομέρειες θα καθορίζονταν στη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου το ίδιο απόγευμα.
    Ο Βενιζέλος ρωτά τον Τζορτζ:
    «Επιτρέπετε μίαν ερώτησιν; Τι προεκάλεσε την απόφασιν ταύτην; Μήπως Ιταλικαί ενέργειαι;
    Ναι, έχομεν ειδήσεις ότι οι Ιταλοί κατέλαβον εκτός της Μάκρης και το Μαρμαρίσι ίσως και το Μπουδρούμ εκτεινόμενοι στα προς το μέρος της ελληνικής επιρροής. Οι Γάλλοι μάλιστα είχον την είδησιν ότι έξωθι της Σμύρνης περιπολούν εξ ιταλικά πολεμικά…

    Ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος στις 2 Μαϊου, κρατώντας στο χέρι το τηλεγράφημα του Βενιζέλου, με το οποίο ανήγγειλε την απόβαση στη Σμύρνη

    Εισήλθομεν μετά τούτο εις την αίθουσαν όπου επρόκειτο να συγκροτηθή η συνεδρίασις της Συνδιασκέψεως. Ολίγον μετά την κήρυξιν της ενάρξεως της συνεδριάσεως ο στρατηγός Ουϊλσων (αρχηγός του αγγλικού Επιτελείου), πλησιάσας τον κ. Lloyd George, κάθηται όπισθεν αυτού και συνομιλεί διά μακρών.
    Μετ ολίγον ο στρατηγός εγειρόμενος πλησιάζει τον ναύαρχον Hope (αντιπρόσωπον του Ναυαρχείου πλησίον της Αγγλικής αντιπροσωπείας) και του ομιλεί. Ούτος δε αμέσως μεταβαίνει και συνομιλεί δι ολίγων μετά του Lloyd George.
    Εν τω μεταξύ ο Πρόεδρος Ουϊλσων, εγειρόμενος εκ της θέσεώς του πλησιάζει τον στρατηγόν Bliss (μέλος της Αμερικανικής αντιπροσωπείας), και κύπτων εις το ους του τού ομιλεί επί τινας στιγμάς.
    Ευθύς έπειτα ο στρατηγός Ουϊλσων πλησιάζει τον στρατηγόν Bliss και αμφότεροι κινούνται όπως εξέλθουν της αιθούσης ακολουθούμενοι από τον ναύαρχον Hope και ένα γάλλον στρατηγόν.
    Ο στρατηγός Ουϊλσων, διερχόμενος όπισθεν του στρατάρχου Φος, κύπτει και του λέγει ολίγας λέξεις, μεθ ο πλησιάσας με μοι λέγει ότι μεταβαίνει μετά των συναδέλφων του του Ανωτάτου στρατιωτικού συμβουλίου εις το γραφείον του (Hotel Astoria) διά να κανονίσουν τα της επιχειρήσεως και με παρακαλεί άμα τελειώση η συνεδρίασις της Συνδιασκέψεως να μεταβώ και εγώ εκεί.

    Απόγευμα της 6ης Μαϊου
    Του δηλώ ότι δεν θα περιμένω το τέλος της συνεδριάσεως αλλά θα μεταβώ αμέσως…». Ο Βενιζέλος, πριν μεταβεί στη στρατιωτική σύσκεψη, συντάσσει τηλεγραφήματα προς τον αρχηγό του ελληνικού στρατού και τον αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης για την προετοιμασία της απόβασης στη Σμύρνη.
    Στη συνεδρίαση των στρατιωτικών συντάσσεται πρακτικό «διά την άμεσον αποστολήν ελληνικών στρατευμάτων εις Σμύρνην και την κατάληψιν της πόλεως υπό αμιγώς ελληνικών δυνάμεων».
    Την επομένη (7 Μαϊου) καλείται τηλεφωνικά «εις την οικίαν του κ. Lloyd George όπου συνεδρίαζον ούτος μετά του προέδρου Ουϊλσωνος και του
    κ. Clemenceau. Εισάγομαι παρ αυτοίς μετά του ναυάρχου Hope και του στρατηγού Ουϊλσων και ερωτώμαι εάν νομίζω ότι δύναται ακινδύνως ν απομακρυνθή μέρος του στρατού εκ Μακεδονίας».
    Απαντά αρνητικά και προσθέτει: «Δεν συμμερίζομαι τους ενδοιασμούς του Αν. Στρατιωτικού Συμβουλίου ως προς την ερμηνείαν του άρθρου 7 της μετά της Τουρκίας ανακωχής (εννοεί τη συνθήκη του Μούδρου) και πεποιθότως φρονώ ότι το άρθρον τούτο δίδει εις τους συμμάχους το δικαίωμα να καταλάβουν την Σμύρνην ως και παν άλλο στρατηγικόν σημείον, εφόσον εν Σμύρνη πλην των οθωμανών Ελλήνων υπάρχουν και δεκάδες χιλιάδων πολιτών Ελλήνων οίτινες γνωστόν είνε εις τους συμμάχους ότι κινδυνεύουν. Ο Πρόεδρος Ουϊλσων ανεγνώρισε την ορθότητα της γνώμης μου και προς αυτήν συνεφώνησαν και οι Lloyd George και Clemenceau…».
    Το απόγευμα της ίδιας μέρας συναντά τον Κλεμανσό και εξασφαλίζει την υποστήριξή του για παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα (κατέχονται από τους Ιταλούς, οι οποίοι απέχουν εκείνες τις ώρες από τις εργασίες της Διάσκεψης για την Ειρήνη, εξαιτίας διαφωνιών τους με άλλα ζητήματα).
    Στις 8 Μαϊου ο Βενιζέλος συναντάται με τον γραμματέα του Λόιντ Τζορτζ, ο οποίος του «ανακοινώνει σημείωμα του συνταγματάρχου Hankey, αρχιγραμματέως του Αγγλικού πολεμικού συμβουλίου, διατυπούντος ενδοιασμούς τινας ως προς την σκοπιμότητα της αμέσου καταλήψεως της Σμύρνης, διά να έχη την επ αυτών γνώμην μου. Εξήγησα εις τον Ker ότι δεν θεωρώ σοβαρούς τους ενδοιασμούς…».
    Στις 9 Μαϊου το απόγευμα ο Βενιζέλος παραθέτει δείπνο για τον Λ. Τζορτζ. Ενώ του αναπτύσσει τις ελληνικές θέσεις, ο Αγγλος πρωθυπουργός παρατηρεί: «Υπάρχουν διά την Ελλάδα great possibilities (μεγάλες πιθανότητες) εν τη Εγγύς Ανατολή και πρέπει να είσθε όσον το δυνατόν περισσότερον ισχυροί στρατιωτικώς διά να δυνηθήτε να επωφεληθήτε αυτών. Το mandat (εντολή) επί της Κωνσταντινουπόλεως προσπαθούμεν να το αναλάβη η Αμερική, της οποίας η εκεί παρουσία ουδόλως θα εμποδίση την εν υστέρω ευθέτω χρόνω υπαγωγήν της Κωνσταντινουπόλεως εις την Ελληνικήν κυριαρχίαν. Ο πρόεδρος Ουϊλσων δεν αποστέργει το πράγμα, αλλά ενδοιάζει εάν η Αμερικανική κοινή γνώμη και συνεπώς η Γερουσία θα το εγκρίνουν. Εάν δε δεν το εγκρίνουν η μόνη λύσις την οποίαν η Αγγλία θα δεχθή διά την Κωνσταντινούπολιν είνε να περιέλθη αύτη εις την Ελλάδα…».
    Οι εξελίξεις ενθουσιάζουν τον Βενιζέλο, αν και για πρώτη φορά εκδηλώνει αμφιβολίες και ανησυχίες…

    Οι πρώτες αμφιβολίες
    Στις 9 Μαϊου ο Βενιζέλος αποφασίζει να κρατήσει ημερολόγιο διά τα «τόσον ζωτικής σημασίας διά το εθνικόν μέλλον γεγονότα και ει δυνατόν να εξακολουθήσω του λοιπού τηρών ημερολόγιον μέχρι τέλους της κρίσεως». Αλλά προσθέτει: «Καλή η απόφασις (των Τριών για απόβαση στη Σμύρνη), καίπερ ολίγον αργά λαμβανομένη. Αλλά θα τηρηθή; Αμφιβάλλω. Εχασα ήδη διά να γράψω τα ανωτέρω (το ημερολόγιο από 6-9 Μαϊου) περισσότερον της μιας ώρας και φοβούμαι μήπως έχασα μαζύ τον ύπνον μου, οπότε δεν θα είμαι αύριον ικανός διά πολλήν ή μάλλον καλήν εργασίαν».

    Προς τη «μητρόπολη της Ιωνίας»
    Το απόγευμα της Δευτέρας 12 Μαϊου ο Βενιζέλος πληροφορείται επισήμως ότι συμφωνήθηκε «το Ελληνικόν Εκστρατευτικόν Σώμα θέλει αποπλεύσει (από Καβάλα προς Σμύρνη) ευθύς ως θα είναι έτοιμον». Αμέσως τηλεγραφεί σε Αθήνα, Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη: «Ταύτην την στιγμήν το Ανώτατον Συμβούλιον με πληροφορεί ότι εν τη σημερινή συνεδριάσει απεφάσισεν όπως το εκστρατευτικό σώμα αναχωρήση διά Σμύρνην. Η απόφασις ελήφθη παμψηφεί. Ζήτω το Έθνος…». Το επόμενο πρωί ο στρατός που πλέει με τα πλοία πληροφορείται από διάγγελμα του πρωθυπουργού και υπουργού Στρατιωτικών ότι προορισμός τους είναι «η μητρόπολη της Ιωνίας».

    Οι 3 κρίσιμες ημέρες πριν από τη μεγάλη είδηση
    10 Μαϊου
    Ορίζεται η ημέρα της αναχώρησης του ελληνικού στρατού από την Καβάλα για τη Δευτέρα 12 Μαϊου και η απόβαση στη Σμύρνη την επομένη.
    Οι Τρεις και ο Βενιζέλος συμφωνούν να ενημερωθεί η Ιταλία ένα εικοσιτετράωρο πριν από την απόβαση.

    11 Μαϊου
    Υστερα από γαλλική αντίδραση (ο Κλεμανσό εμφανίζεται να ανησυχεί για τις γαλλοϊταλικές σχέσεις) η απόβαση αναβάλλεται για 48 ώρες.
    Ο Βενιζέλος μέχρι αργά το βράδυ είναι αναστατωμένος «διά το σκόνταμα αυτό» και προσπαθεί, ματαίως, να συναντήσει τον Λόιντ Τζορτζ.

    12 Μαϊου
    Λόιντ Τζορτζ-Κλεμανσό-Ουίλσον-Ορλάντο (ο Ιταλός πρωθυπουργός είχε επιστρέψει στις συνεδριάσεις) συμφωνούν για την απόβαση και άμεση αναχώρηση των ελληνικών πλοίων από την Καβάλα στη Σμύρνη. Η μεγάλη είδηση αναγγέλλεται από τον Βενιζέλο με τηλεγραφήματα από το Παρίσι

    Η αυθεντική φωνή του πρωταγωνιστή
    Το ολιγοσέλιδο «ιδιόγραφον ημερολόγιον», όπως ονομάστηκε, είδε το φως για πρώτη φορά στην πεντηκοστή επέτειο από την έναρξη της μικρασιατικής εκστρατείας (1969). Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» και προερχόταν από το αρχείο του Δημ. Λαμπράκη. Μαζί είχαν δημοσιευτεί και ορισμένες σχετικές επιστολές που ανταλλάχτηκαν μεταξύ του Βενιζέλου και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων Εμ. Ρέπουλη.
    Το ημερολόγιο είχε βρεθεί στην κατοχή της Δώρας Μοάτσου (συγγραφέως και γυναίκας του Κώστα Βάρναλη). Κατά την περίοδο του Συνεδρίου της Ειρήνης μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο η νεαρή τότε Κωνσταντινουπολίτισσα, που καταγόταν από την Κρήτη, σπούδαζε στο Παρίσι.
    Δέκα χρόνια μετά, στην εξηκοστή επέτειο (1979), το ημερολόγιο θα επανεκδοθεί, με πρόλογο του πανεπιστημιακού καθηγητή Ε. Πρωτοψάλτη. Από τότε θα θεωρείται ως «η αυθεντική φωνή του πρωταγωνιστού των μεγάλων γεγονότων». Τις μέρες μας, στην ενενηκοστή επέτειο (2009), ξανάρθε στην επικαιρότητα, με την έκδοση της μελέτης του ιστορικού Κ. Σβολόπουλου «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία».
    Η νέα ακαδημαϊκή «κριτική αναψηλάφηση», όπως παρουσιάζεται, ενέχει τη θέση της πιο πρόσφατης και επίσημης, ας πούμε, άποψης για τη μικρασιατική περιπέτεια. Η απάντηση που δίνει στο ερώτημα για την «ταυτότητά» της συμπυκνώνεται στη φράση: ήταν αγώνας λύτρωσης και απελευθέρωσης των Ελλήνων. Με την έννοια αυτή πρόκειται, βεβαίως, για αναψηλάφηση προς αναδιατύπωση της παλιότερης άποψης για το Μικρασιατικό.
    Οι απαντήσεις, όμως, στο ερώτημα πάντα δίχαζαν και διχάζουν. Εκτείνονται από τον χαρακτηρισμό «τυχοδιωκτική εκστρατεία» και «πηγή δεινών», μέχρι «θρίαμβος» και «τραγωδία», που προκάλεσαν οι Αγγλογάλλοι, εγκαταλείποντας, τελικά, αβοήθητη την Ελλάδα. Αν και ανταποκρίθηκε σε πρόσκλησή τους να εκστρατεύσει στη Μικρά Ασία, όπως διατυπώθηκε αρχικώς από τον Λόιντ Τζορτζ προς τον Βενιζέλο στο Παρίσι, όταν σχεδιαζόταν το μεταπολεμικό σκηνικό από τους νικητές του Α Παγκοσμίου Πολέμου.

    Η απόφαση για τη Σμύρνη πάρθηκε ερήμην της Ιταλίας, η οποία, όμως, στην πορεία και πριν από την απόβαση, θα συμφωνήσει απρόθυμα. Το χειρόγραφο Βενιζέλου καλύπτει τις μέρες 6-12 Μαϊου (νέο ημερολόγιο), παραλείπεται ένα πενθήμερο (13-17 Μαϊου) και συνεχίζεται για ένα διήμερο (18-19 Μαϊου), οπότε και διακόπτεται. Το «Εθνος της Κυριακής» δημοσιεύει σήμερα ορισμένα αποσπάσματα, επειδή η γνωριμία με τις πηγές προηγείται κάθε ανάλυσης…

  14. […] Τοῦ Κ. Δ. Σβολόπουλου. Βιβλιοπαρουσίαση τοῦ ἱστορικοῦ Βλάση Ἀγτζίδη […]

  15. Τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και οι συνθήκες ειρήνης
    ——————————————————————————
    Στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφεται η πρώτη ανακωχή του πολέμου, η Συνθήκη ανακωχής του Μούδρου, μεταξύ του Άγγλου ναυάρχου Κάλθορπ, πληρεξούσιου των Συμμάχων της Αντάντ αφενός και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου. Αυτή η συνθήκη απετέλεσε και την απαρχή της λήξης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Την 11η Νοεμβρίου 1918 υπογράφηκε και η δεύτερη και ουσιαστικότερη επί της κεντρικής Ευρώπης ανακωχή, η ανακωχή της Κομπιέν, σε σιδηροδρομικό βαγόνι, που είχε εγκαταστήσει ο Γάλλος Στρατάρχης Φερντινάν Φος (Ferdinand Foch) το στρατηγείο του, κοντά στην Κομπιέν.

    Η «άνευ όρων» συνθηκολόγηση της Γερμανίας πάνω στα αποκαλούμενα Δεκατέσσερα Σημεία, που ήταν αποτέλεσμα αυτής της ανακωχής, αποτέλεσε τη βάση των συνθηκών ειρήνης, που συντάχθηκαν από τη Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης, η οποία συνήλθε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 και στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον (Woodrow Wilson), ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζωρζ Κλεμανσώ, ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Λόιντ Τζωρτζ, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ορλάντο και αντιπροσωπείες 32 συνολικά κρατών. Οι συνθήκες ειρήνης που υπογράφηκαν τότε κατά ημερολογιακή σειρά είναι οι παρακάτω:

    1. Συνθήκη των Βερσαλλιών, την 28η Ιουνίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Γερμανίας. Σύμφωνα με αυτή, η Γερμανία υποχρεώθηκε να πληρώσει αποζημιώσεις 226 δισεκατομ. χρυσών μάρκων για τις καταστροφές που προκάλεσε στη διάρκεια του πολέμου, να μειώσει το στρατό της σε 100.000 άνδρες και το στόλο της σε δυναμικό 108.000 τόνων. Υποχρεώθηκε επίσης σε μεγάλες εδαφικές παραχωρήσεις: έχασε περίπου 75.000 τ.χλμ. του εδάφους της με πληθυσμό 7.000.000 κατ. (το μεγαλύτερο μέρος παραχωρήθηκε στην Πολωνία και στη Γαλλία) και όλες τις αποικίες της, από τις οποίες τη μερίδα του λέοντος (73% του εδάφους και 47% του πληθυσμού) πήρε η Αγγλία. Οι υπόλοιποι όροι της συνθήκης αφορούσαν τη διεθνοποίηση των ποταμών της Γερμανίας, την αποστρατικοποίηση της περιοχής της Ρηνανίας για 15 χρόνια, τη δήμευση των κάθε είδους γερμανικών αξιών στο εξωτερικό, την παράδοση του 90% του γερμανικού εμπορικού στόλου στους Συμμάχους σε αντάλλαγμα για τις ζημιές που προκλήθηκαν στα συμμαχικά εμπορικά πλοία στη διάρκεια του πολέμου, την ακύρωση της συμφωνίας του Μπρεστ-Λιτόφσκ (με την ΕΣΣΔ το 1918). Επιπλέον, η Γερμανία περιορίστηκε αυστηρά τόσο σε θέματα διεθνούς εμπορίου όσο και σε στρατιωτικές δυνάμεις και οργάνωση. Η Συνθήκη αυτή αποτέλεσε μια από τις αιτίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

    2. Συνθήκη του Σεν Ζερμέν, (ή Συνθήκη Αγίου Γερμανού), στις 10 Σεπτεμβρίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Αυστρίας. Η Αυστρία υποχρεώθηκε να παραχωρήσει εδάφη με συνολική έκταση 220.000 τ.χλμ. και πληθυσμό 22.000.000 κατ., από τα οποία το μεγαλύτερο μέρος στην Πολωνία, στην Τσεχοσλοβακία και στην Ιταλία.

    3. Συνθήκη του Νεϊγύ, την 27η Νοεμβρίου 1919. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Βουλγαρίας. Μ’ αυτήν αποσπάστηκαν από τη Βουλγαρία εδάφη συνολικής έκτασης 9.000 km2. με πληθυσμό 500.000 κατ., που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα (Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη) και στη Γιουγκοσλαβία.

    4. Συνθήκη του Τριανόν, την 4η Ιουνίου 1920. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Ουγγαρίας. Με αυτήν η Ουγγαρία έχασε τα 3/4 του εδάφους της και το 65% του πληθυσμού της. Το μεγαλύτερο μέρος παραχωρήθηκε στη Ρουμανία, στη Γιουγκοσλαβία και στην Τσεχοσλοβακία.

    5. Συνθήκη των Σεβρών, τη 10η Αυγούστου 1920. Υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Τουρκίας. Σύμφωνα μ’ αυτήν, η Τουρκία περιορίστηκε στο μικρασιατικό της τμήμα, η Συρία δινόταν στη Γαλλία, η Μεσοποταμία, η Αραβία, η Παλαιστίνη στην Αγγλία, τα Δωδεκάνησα και το Καστελόριζο στην Ιταλία, αναγνωρίστηκε η προσάρτηση της Κύπρου στην Αγγλία και δόθηκαν στην Ελλάδα η Ανατολική Θράκη (μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης) και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, καθώς και η δυνατότητα εξάσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή της Σμύρνης κ.λπ. Δύο χρόνια αργότερα, και ενώ είχε μεσολαβήσει η Μικρασιατική καταστροφή, η συνθήκη της Λωζάνης (23 Ιουλίου 1923) επέβαλε τελείως διαφορετικό ελληνοτουρκικό καθεστώς τόσο εδαφικά όσο και πληθυσμιακά.


Σχολιάστε