Έλληνας ή Ελλαδίτης;

Μ’ αφορμή το διάλογο για την ορολογία και τις προσπάθειες διεθνούς καθιέρωσης του όρου «Hellas» στη θέση του » Greece» και του «Hellen» στη θέση του  «Greek»,  παλιότερα είχα κάνει κάποιες σκέψεις, οι οποίες επανήλθαν με την σχετικά πρόσφατη απόπειρα να αποκτήσει ο όρος «Έλληνας»  περιέχόμενο που να καθορίζεται από την πολιτειακή υπόσταση και όχι απ’ την εθνική  καταγωγή. 

Έγραψα λοιπόν ένα εκτεταμένο σχόλιο το οποίο φιλοξενήθηκε στο παλιό μπλογκ του Πάνου Ζέρβα. Βέβαια στο σχόλιο αυτό, η κριτική μου στη νεοελληνική ματαιοδοξία είναι βαθύτερη και αποσκοπεί να περιγράψει τα ιστορικά μεγέθη με βάση το πραγματικό και όχι το φαντασιακό ιστορικό τους βάρος.

Η ανάρτηση αυτού του  κειμένου προκάλεσε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση.

Όπως θα διαπιστώσετε, έχω μια διαφορετική προσέγγιση του ζητήματος και μάλλον διαφωνώ με τις προσπάθειες, είτε των παραδοσιακών είτε των μεταμοντέρνων, που ξεκινούν από την ψευδαίσθηση ότι είμαστε οι αλάνθαστοι και ο ομφαλός της γης και  μας οδηγούν στην κατασκευή σχημάτων που λίγο αντιστοιχούν στην πραγματική κατάσταση…..


Ένα από τα ζητήματα αλλαγής του περιεχομένου των όρων που εμφανίστηκαν τα τελευταία -σχετικά- χρόνια, είναι ο τρόπος που χρησιμοποιείται η λέξη «Έλληνας».

Όλο και περισσότεροι χρησιμοποιούν τη λέξη όχι με το περιεχόμενο που έχει, ως προσδιορισμός δηλαδή ενός ανθρώπινου συνόλου που θεωρεί ότι εντάσσεται σε μια συγκεκριμένη εθνική κατηγορία, αλλά ως αποτέλεσμα της ένταξης σε ένα κράτος.

Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε την αλλαγή της χρήσης του όρου αυτού, για να καταλάβουμε καλύτερα τις ιδεολογικές αλλαγές που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα την τελευταία περίοδο.

Η υποβάθμιση του όρου “Έλληνας” από εθνικό σε πολιτειακό (δηλαδή ιδιότητα που απορρέει από την υπηκοότητα) έγινε από συγκεκριμένες ομάδες Ελλαδιτών, με διάφορους τρόπους και για διάφορους λόγους:

α) Με τη συνειδητή χρήση με το συγκεκριμένο περιεχόμενο από κάποιους κύκλους οι οποίοι ευελπιστούσαν ότι το κυπριακό πρόβλημα θα επιλυόταν με την εμφάνιση μιας νέας εθνικής κυπριακής ταυτότητας που θα περιλάμβανε και τις δύο εθνικές (ή θρησκευτικές) κοινότητες. Ο κορυφαίος, σε θεσμικό επίπεδο, οπαδός αυτής της θεώρησης υπήρξε ο κ.  Μιχάλης Παπακωνσταντίνου. Διατύπωσε τη θέση αυτή την εποχή που ασκούσε το “λειτούργημα” του υπ.Εξ. Αυτή η γραμμή υπήρξε η συνειδητή επιλογή όλης της ομάδας πολιτών που συντασσόταν με τις απόψεις Παπακωνσταντίνου, και στη συνέχεια “πέρασε” και σε πολλούς που δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν το πραγματικό πρόβλημα και την πονηριά των πρώτων διδαξάντων.

β) Με την τάση που διαμορφώθηκε στον «εκσυγχρονιστικό», «αντιεθνικιστικό», «φεντεραλιστικό» κ.λπ. χώρο (δεξιό, κεντρώο και αριστερό) για ουδετεροποίηση του κράτους με την αποκοπή του από το ιδρυτικό έθνος. Δηλαδή το πέρασμα από το έθνος-κράτος στο «κράτος των πολιτών» επέβαλε την από-εθνικοποίηση του όρου που χαρακτήριζε τους πολίτες του κράτους. Όμως, αντί να επιλέξουν όρους όπως “Ελλαδίτης” ή “Ελλαδικός”, που αντιστοιχούσαν με τον καλύτερο τρόπο στη “νέα” αυτή θεώρηση αποφάσισαν -βολικότερο μάλλον- να αλλάξουν το περιεχόμενο του εθνικού όρου “Έλληνας” και να τον μετατρέψουν εννοιολογικά, ώστε να σημαίνει “Ελλαδίτης”.

γ) Με την παραδοσιακή ελλαδική υπεροψία, που αποσκοπούσε στην πλήρη οικειοποίηση του όρου, ως μέσο απόλυτης ιδεολογικής νομιμοποίησης. π.χ. ενώ το κράτος μας λέγεται “Ελλάδα” και όχι “Ελληνία”, συνταγματικά κατοχυρώνεται και ο όρος “Ελληνική Δημοκρατία”, αντί του ορθού “Δημοκρατία της Ελλάδας”. Η υπεροψία αυτή έχει οδηγήσει ιστορικά σε υποτίμηση των εξωελλαδικών Ελλήνων και σε αδιαφορία για τη μοίρα τους. Σε δύο περιπτώσεις αυτή στάση θα επιφέρει καταστροφές: την εποχή της “μικράς πλην εντίμου” και του “ξεπουλήματος” της Μικράς Ασίας και την εποχή του πραξικοπήματος στην Κύπρο.

Σε πολιτικό επίπεδο, θα έπρεπε να αποκατασταθούν οι έννοιες. Και το κύριο βάρος για αυτό -για το συγκεκριμένο θέμα- πέφτει στους κυπριακούς ώμους. Είναι ακατανόητη -για μένα- η έλλειψη αντίδρασης των Κυπρίων, των φυσικών προσώπων αλλά και της διπλωματικής τους αποστολής στην Ελλάδα. Εκτός εάν η συγκεκριμένη μεθόδευση απηχεί και κυπριακές προσδοκίες.

Φυσικά ο κάθε πολίτης θα έπρεπε να προσπαθήσει σ’ αυτή την κατεύθυνση. Ώστε: «Eλλαδίτης» ή «Ελλαδικός» να ονομάζεται κάθε υπήκοος της Ελλάδας.

«Κύπριος», ο υπήκοος της Κύπρου. Ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή.

Δηλαδή ο Τούρκος ή ο Πομάκος ή ο Αρμένιος ή αύριο ο πολιτογραφημένος Πακιστανός θα είναι Ελλαδίτης. Το ίδιο και ο Τούρκος ή ο Μαρωνίτης ή ο Αρμένιος της Κύπρου, θα είναι Κύπριος. Με τον ίδιο τρόπο που αυτό γίνεται, για παράδειγμα, με τους Άραβες: Άραβες είναι όλοι -και μόνο- οι ανήκοντες στο αραβικό έθνος. Το κάθε αραβικό κράτος περιγράφει με ξεχωριστό τρόπο τους υπηκόους του. Άκόμα και η μητρόπολη του αραβικού κόσμου, η Σαουδική Αραβία δεν επιχείρησε να μονοπωλήσει τον όρο “Άραβας” για τους πολίτες του κράτους της.

Η Ελλάδα αποτελεί για άλλη μια φορά «θαυμαστή» εξαίρεση!

—————————————

Σημείωση: Η αρχική φωτογραφία με τις καμήλες που συνοδεύει το εισαγωγικό κείμενο προέρχεται από το National Geographic (νομίζω!). Οι καμήλες της φωτογραφίας είναι απλώς η σκιά των αληθινών καμηλών, που μόλις διακρίνονται ως ανοιχτόχρωμες ευθείες. Η φωτογραφία εμπεριέχει κι άλλον ένα συμβολισμό για μας: προέρχεται από την Τουρκία και πιθανότατα από τη μοιραία Αλμυρά Έρημο.

——————————————————————————————————————————————

http://www.translatum.gr/forum/index.php?PHPSESSID=fb9e7393ccc88889520206c2b7b07b08&topic=130781.msg314260#msg314260

——————————————————————————————————————————————-

Διαβάστε:  «Εγώ πάντως δεν είμαι Χελίν!»  

———————————————————————————————————————————————-

ΕΛΛΗΝΑΣ  =  ΡΩΜΑΙΟΣ

«...και ήλθαν όλοι οι Τούρκοι και οι Ρωμαίοι οι σημαντικοί και ωμίλησαν εις την Ζάκυνθον, Να κάμωμε μία κυβέρνησι συνθεμένη από 12 Τούρκους και 12 Ελληνας, και η σημαία μας από το ένα μέρος την ημισέληνο, και από το άλλο το σταυρό. »

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης – Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836 Υπαγόρευσε-ΣΕΛ-038

——————————————————————————————————————————————

17 Σχόλια

  1. NKF_INF-SGT on

    Συγνώμη αν σας χαλάω το «όνειρο» αλλά οι Πομάκοι είναι Έλληνες! Το αρχαίο θρακικό φύλο των Αγριάνων, που αποτελούσαν την σωματοφυλακή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

    NKF_INF-SGT

  2. Πολύ σωστά! Και κράτησαν εκεί απομονωμένοι στα βουνά τους την αρχαία ελληνική γλώσσα, την οποια και δάδαξαν στους Σλάβους που κατέφθασαν στην περιοχή 8 αιώνες μετά.

  3. enosis64 on

    ΚΑΙ ΦΤΑΣΑΝΕ ΒΛΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΧΥΔΑΙΟ ΟΡΟ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ‘ΕΝΩΤΙΚΩΝ’. ΤΕΤΟΙΑ ΚΑΤΑΝΤΙΑ… ΣΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΩΣΤΟΣΟ ΟΛΟΙ ΘΑ ΨΑΛΟΥΝ ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΤΟ ‘HAPPY BIRTHDAY’ ΠΡΩΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ‘ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ..’ MH ΜΠΟΡΩΝΤΑΣ ΝΑ ΞΕΦΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΒΡΕΤΑΝΙΚΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ. ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ, ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΙΛΩΝΤΕΣ ΟΠΟΤΕ ΑΚΟΥΜΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΑΘΛΙΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ‘ΕΛΛΑΔΙΤΗΣ’.

  4. Kara on

    Ο κ. Μπεγλίτης διαχωρίζει τους Κύπριους από τους Έλληνες; Άλλο Κύπριος, άλλο Έλληνας;

    Μπεγλίτης: 18 Έλληνες υπηρετούν στη ναυτική βάση στην Κύπρο.
    Γιατί οι Κύπριοι που υπηρετούν εκεί τί είναι, Αιγύπτιοι;

    http://infognomonpolitics.blogspot.com/2011/07/18.html?utm_source=feedburner&utm_medium=feed&utm_campaign=Feed%3A+InfognomonPolitics+%28InfognomonPolitics%29

  5. […] έως τότε βρισκόταν υπό  πτολεμαϊκή κυριαρχία. Δες:  Έλληνας ή Ελλαδίτης; _______________________________________________________________________________ […]

  6. g.k. on

    Έλληνας=Ρωμαίος
    ——————————————-

    E giunto a lui, de la bocca m’uscio
    “Jiá su” e fu greco il saluto,
    perché l’abito suo greco scoprio. 30
    Ed ello, come accorto e proveduto,
    Calós írtes allora mi rispose,
    allegro piú che non l’avea veduto.
    Cosí parlato insieme molte cose,
    ípeto: xéuris franchicá? Ed esso: 35
    Ime roméos e xéuro plus glose.
    E io: Paracaló se, fíle mu; apresso
    mílise franchicá ancor gli dissi.
    Metá charás, fu sua risposta adesso.

    Πρόχειρη μετάφραση:

    Φτάνοντας κοντά του, από το στόμα μου βγήκε

    ένα «Γεια σου», που είναι ελληνικός χαιρετισμός,

    γιατί τα ρούχα του φανέρωναν τον Έλληνα.

    Κι εκείνος, σαν να ήταν προετοιμασμένος,

    «Καλώς ήρθες», μου απαντάει τώρα

    πιο χαρωπός απ’ όσο πριν τον είδα.

    Κι έτσι κουβεντιάσαμε πολλά και διάφορα

    και του είπα: «Ξεύρεις φραγκικά;» Κι εκείνος:

    «Είμαι Ρωμαίος και ξεύρω πολλές γλώσσες».

    Κι εγώ μετά: «Παρακαλώ σε φίλε μου,

    μίλησέ μου φραγκικά», του είπα.

    «Μετά χαράς», απάντησε αμέσως.

    Ο φλωρεντινός διδακτικός ποιητής Fazio degli Uberti (1305- μετά το 1367) μπορεί να μην είναι γνωστός παρά σε ελάχιστους, αλλά αξίζει την προσοχή μας από σπόντα. Ήταν γόνος παλιάς φλωρεντινής οικογένειας (του κλάδου των Γιβελίνων) που μνημονεύεται στην Κόλαση του Δάντη, και η οποία είχε εξοριστεί για πολιτικούς λόγους από τη γενέθλια πόλη. Έτσι, ο ποιητής γεννήθηκε στην Πίζα και έζησε σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας επιδιώκοντας πάντα να επιστρέψει στη Φλωρεντία. Μάταια, αφού πέθανε στη Βερόνα.

    Το έργο της ζωής του ήταν ένα μεγάλο διδακτικό ποίημα, Il Dittamondo (που είναι εξιταλισμός του λατινικού Dicta Mundi και σημαίνει κάτι σαν “Αφηγήσεις για την οικουμένη”), σαφώς επηρεασμένο από τον Δάντη. Το δούλευε είκοσι χρόνια χωρίς να το τελειώσει και σ’ αυτό αφηγείται τις περιπλανήσεις του σε όλα τα μέρη του γνωστού τότε κόσμου.

    Στο τρίτο βιβλίο και στο 23ο κεφάλαιο υπάρχει το απόσπασμα που μας ενδιαφέρει. Γιατί μας ενδιαφέρει; Διότι μας διασώζει, σε προφορικό λόγο, φράσεις ελληνικές που δεν έχουν καταγραφεί σε ελληνικά κείμενα παρά πολύ αργότερα -ας όψεται η διγλωσσία που ταλανίζει τον τόπο από τους ελληνιστικούς χρόνους και μετά.

    Έτσι, στο ποίημα αυτό, που ξεκίνησε να γράφεται το 1346, βρίσκουμε τις ελληνικότατες φράσεις Γεια σου, Καλώς ήρθες, Ξεύρεις φραγκικά; Είμαι Ρωμαίος και ξεύρω γλώσσες, Παρακαλώ σε φίλε μου, Μετά χαράς, φυσικά γραμμένες στο λατινικό αλφάβητο, αφού το ποίημα είναι γραμμένο στα ιταλικά.

    Το απόσπασμα του ποιήματος που μας ενδιαφέρει είναι το παραπάνω…

    Από πότε λέμε «γεια σου»;

  7. Ι. Ρίζος on

    Διάλεξη της Μαριάννας Κορομηλά στο Εθνολογικό Μουσείο Θράκης – στις 22/10/2011, με θέμα:

    «Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς»

    Τον Οκτώβριο του 1912, τρεις ημέρες μετά την είσοδο του ελληνικού στρατού στην Θεσσαλονίκη, ο βυζαντινολόγος Αδαμάντιος Αδαμαντίου (ένας από τους πρωτοπόρους των Βυζαντινών Σπουδών στην Ελλάδα) ζητούσε από την Κυβέρνηση Βενιζέλου την ίδρυση Βυζαντινού Μουσείου στην αλλοτινή μεγαλούπολη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ογδόντα δύο χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1994, με την ευκαιρία της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ο Έλληνας πρωθυπουργός εγκαινίαζε την πρώτη αίθουσα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού στην συμπρωτεύουσα. Οι υπόλοιποι χώροι παραδόθηκαν σταδιακά ως το 1997.

    Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού ήταν μόλις το δεύτερο βυζαντινό μουσείο της Ελλάδας. Μέχρι το 1994 (και ζητώ συγγνώμη για την παράθεση χρονολογιών και αριθμών, αλλά πιστεύω ότι είναι αδιαμφισβήτητα στοιχεία που δείχνουν ανάγλυφη την εικόνα), μέχρι το 1994 λοιπόν, στην Ελλάδα υπήρχαν 78 αρχαιολογικά μουσεία του ΥΠΠΟΛ και ένα βυζαντινό. Το ποσοστό είναι: 1,29% για το Βυζάντιο – έναντι 98,31% για την Αρχαιότητα και την Προϊστορία.

    Θεωρώ ότι αυτό το μέγεθος αποκαλύπτει την πραγματική σχέση του ελληνικού κράτους και της ελληνικής κοινωνίας με το βυζαντινό παρελθόν – έστω κι αν, μετά το 1994, αυξήθηκαν τα βυζαντινά μουσεία, οι εκδόσεις με βυζαντινά θέματα και το ενδιαφέρον μας για αυτό το άγνωστο και τόσο οικτρά παρεξηγημένο Βυζάντιο. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα σχολικά βιβλία για να πιστοποιήσει την παχυλή αμάθεια, την εθνική απέχθεια, τις πολλαπλές διαστρεβλώσεις και, στην καλύτερη περίπτωση, την αμηχανία, που διακατέχει ακόμα την επίσημη παιδεία για την σχέση της Ελλάδας με το βυζαντινό παρελθόν της.

    Πριν βουτήξουμε στα ιδεολογικά βάθη του οθωνικού Βασιλείου για να ανιχνεύσουμε τη ρίζα του αντιβυζαντινού συνδρόμου, θέλω να επισημάνω ότι αυτό το μοναδικό Βυζαντινό Μουσείο (που ιδρύθηκε στην Αθήνα –και όχι στη Θεσσαλονίκη– το 1930) ονομάστηκε «Βυζαντινόν και Χριστιανικόν Μουσείον». Σαν να ήθελαν, προβάλλοντας τον χριστιανικό χαρακτήρα του, να δικαιολογήσουν την ύπαρξή του. Αλλά δεν ήταν ούτε καν αυτό.

    Η ονομασία του Μουσείου εξέφραζε απόλυτα την κυρίαρχη αντίληψη όσων ένιωθαν σεβασμό για το Βυζάντιο. Το νέο Μουσείο έπρεπε να έχει ως κύριο άξονα τον Χριστιανισμό (να είναι, δηλαδή, ένα μουσείο προβολής της εκκλησιαστικής τέχνης και ιστορίας). Εξάλλου, ο πρώτος διευθυντής του Μουσείου (ο Γεώργιος Σωτηρίου) δεν ήταν βυζαντινολόγος ούτε καν ιστορικός ή αρχαιολόγος, αλλά θεολόγος. Αφού, λοιπόν, η Ελλάδα χρειάστηκε έναν αιώνα για να αποκτήσει ένα Βυζαντινό Μουσείο, το παρέδωσε στα χέρια ενός πολύ μορφωμένου ανθρώπου, ο οποίος έκανε και σημαντικές ανασκαφές, προερχόταν όμως από έναν κλάδο άσχετο με την ιστορική επιστήμη.

    Η σύγχυση ανάμεσα στη θεολογία και την βυζαντινολογία – ή, για να το πω πιο ωμά: η οικειοποίηση της βυζαντινής παράδοσης από τους θεολογικούς κι εκκλησιαστικούς κύκλους– μάς απομάκρυνε ακόμα πιο πολύ από αυτό καθεαυτό το Βυζάντιο, με αποτέλεσμα την δημιουργία νέων διαστρεβλώσεων, την κατασκευή νέων ιδεολογημάτων και την βαθύτερη διάσπαση της ελληνικής κοινωνίας σε οπισθοδρομικούς «φίλους» και προοδευτικούς «εχθρούς» του Βυζαντίου. Και οι δύο πλευρές προσπάθησαν να καθιερώσουν την δική τους εικόνα, την δική τους αλήθεια για το Βυζάντιο. Μέσα σε αυτές τις δύο καθιερωμένες πλέον «αλήθειες», με αρκετές επεξεργασίες που προστέθηκαν έκτοτε, κινούνται και οι δικές μας απόψεις για όλο αυτό το θέμα.

    Ανάμεσα σε αυτά τα δύο στρατόπεδα, υπάρχουν άλλα δύο τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αφενός η μικρή ομάδα των επιστημόνων –που, δυστυχώς, για πολλούς λόγους, δεν έχει καταφέρει να συνδεθεί με την κοινωνία (τουλάχιστον, μέχρι πρόσφατα). Αφετέρου, η μεγάλη και ακαθόριστη ομάδα των άσχετων. Αυτών που γενικά δεν ενδιαφέρονται, δεν διαβάζουν δεν ασχολούνται, δεν σκέπτονται. Είναι η μεγάλη μάζα των «βαθειά νυχτωμένων». Πολλοί όμως από αυτούς, επιτρέπουν στον εαυτό τους να εκφράζεται με την άνεση και την αυθάδεια του αμαθούς ή (ακόμα χειρότερα) του ημιμαθούς.

    Για να διασκεδάσουμε, θα σας διαβάσω δύο αποσπάσματα από ένα άρθρο δημοσιευμένο σε περιοδικό μεγάλης κυκλοφορίας. Το υπογράφουν δύο κυρίες (η Τζίνα Πιτσούλη και η Λιάνα Αλεξανδρή) στο περιοδικό Ένα (που δεν κυκλοφορεί πια). Το διάλεξα από την πλουσιότατη συλλογή μου επειδή η ημερομηνία έκδοσης είναι 23 Οκτωβρίου του 1986. Σαν αύριο, δηλαδή, πριν από ακριβώς 25 χρόνια. Ακόμα δεν είχε αρχίσει η μόδα του σπα, της σάουνας, του χαμάμ και των λοιπών σχετικών. Οι δύο κυρίες γράφουν ένα πολυσέλιδο άρθρο με τίτλο «Χαμάμ» και υπότιτλο «Ατμοί και αρώματα από την Ανατολή». Δίπλα, ο υπέρτιτλος εξηγεί: «Οι Ρωμαίοι το παρέδωσαν στους Άραβες με το όνομα ‘θέρμαι’. Εκείνοι το μετονόμασαν ‘χαμάμ’ και το διατήρησαν μέσα στο χρόνο. Τώρα, η Δύση το ανακαλύπτει ξανά ως ‘ατμόλουτρο’». Στο άρθρο μας λένε ότι: «Τα χαμάμ στη Θεσσαλονίκη ήταν μια παλιά συνήθεια για τον μουσουλμανικό πληθυσμό της πόλης κι αργότερα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, για τους Έλληνες πρόσφυγες. Οι Μακεδόνες όμως δεν υιοθέτησαν ποτέ αυτή τη συνήθεια» !!!!! Δεν θα σας διαβάσω άλλους μαργαρίτες. Για τις κυρίες τα χαμάμ της Θεσσαλονίκης ήτανε «μουσουλμανικά» κι όχι οθωμανικά. Αλλά το παρακάτω απόσπασμα δίνει την πλήρη σύγχυση των κυριών, που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Ακούστε: «Αλλά και στο Βυζάντιο είχαμε χαμάμ στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει μνεία για τα βυζαντινά λουτρά στην Άνω Πόλη» («μνεία» προφανώς εννοούν ότι βρέθηκε ένα βυζαντινό λουτρό –αυτό, βέβαια, δεν λέγεται μνεία). Αλλά η συνέχεια είναι πολύ χειρότερη: «Υπάρχει μνεία (λοιπόν) για τα βυζαντινά λουτρά στην Άνω Πόλη, ακριβή αντίγραφα των τουρκικών χαμάμ – ενώ είναι βέβαιο ότι λουτρά με ατμούς χρησιμοποιούσαν και οι Ρωμαίοι και οι αρχαίοι Έλληνες». Όλα τακτοποιημένα σε ένα πλήρες ιστορικό χάος. Τα βυζαντινά λουτρά είναι ακριβή αντίγραφα των τουρκικών χαμάμ, μας διαβεβαιώνουν οι δύο δημοσιογράφοι σε αυτό το μνημείο της ενημέρωσης. Αυτές οι κυρίες ανήκουν στην πολυπληθή ομάδα των άσχετων, που κατάπιαν τα σχολικά διδάγματα σαν ρετσινόλαδο –και τα αναμασούν, τα ανακυκλώνουν, τα διανθίζουν, τα διαδίδουν, για να τα μηρυκάσουν και οι νεότερες γενιές….

    ………………..Αλλά εμείς, η ελληνική κοινωνία, εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε σύγχυση. Τα ιδεολογήματα και οι ιδεοληψίες πάνω στις οποίες θεμελιώθηκαν το ελλαδικό κράτος και ο ελλαδισμός, μας κατατρέχουν ακόμα.

    Ας βουτήξουμε, λοιπόν, στα θεμέλια για να δούμε επί τροχάδην τα συστατικά στοιχεία αυτού του ελλαδισμού, ο οποίος απέβαλε το Βυζάντιο από τις δέλτους της Ελληνικής Ιστορίας και της συνείδησής μας. Κράτησα την αρχή για το τέλος, γιατί πιστεύω ότι ακόμα εκεί βρισκόμαστε –παρά τις εξελίξεις. [Θυμίζω ότι θα μοιραστούν Σημειώσεις με επιλεκτικό Χρονολόγιο κι επισημάνσεις σχετικά με την ίδρυση και τα πρώτα χρόνια του Βασιλείου της Ελλάδος.]

    Το 1837, στην Ακρόπολη έγινε η ιδρυτική συνεδρία της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πρώτος πρόεδρος ο Φαναριώτης λόγιος Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός, ο οποίος ήτανε και υπουργός Παιδείας του Οθωνικού Βασιλείου. «Επιτέλους» βροντοφώναξε ο Νερουλός. «Η Ελλάς, που εσκλαβώθη το 146 π.Χ., είναι και πάλι ελεύθερη».

    Μα τι είχε γίνει το 146 π.Χ.; Οι Ρωμαίοι ισοπέδωσαν την Κόρινθο και ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της Νότιας Ελλάδας (Στερεάς και Πελοποννήσου). Γεωγραφικά, δηλαδή, η κατάκτηση του 146 συμπίπτει με την εδαφική επικράτεια του νεοσύστατου Οθωνικού Βασιλείου.

    Σημειώνω, για να μην ξεχνιόμαστε, ότι η έκταση εκείνου του κράτους ήταν 47.516 τετρ χλμ. Από αυτά, πάνω από 12.000 τετρ χλμ ανήκαν σε μοναστήρια και εκκλησίες (δηλαδή το ¼ της γης). Το σύνολο των κατοίκων ήταν 719.000. Οι 575.000 ζούσαν στην ύπαιθρο και οι 144.000 σε αστικά κέντρα. Δηλαδή σε κωμοπόλεις, γιατί πόλεις δεν υπήρχαν. Δεν υπήρχαν ούτε λιμάνια, ούτε βιοτεχνικά κέντρα (εκτός από κάποια υποτυπώδη), ούτε χερσαίοι δρόμοι και συγκοινωνιακό δίκτυο, ούτε πεδιάδες (η Κωπαΐδα αποξηράνθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα). Δεν υπήρχε ούτε ενδοχώρα –αυτή η άπλα της Βαλκανικής, της Μαύρης Θάλασσας και της Δυτικής Ασίας που εκτόξευε την ελληνική παρουσία και δραστηριότητα μέχρι τις άκρες της καθ’ ημάς οικουμένης επί χιλιετίες, δηλαδή από την εποχή του Φιλίππου και του Μεγαλέξανδρου έως την διάλυση των πολυεθνικών αυτοκρατοριών, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο). Στην Παλαιά Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε ενδοχώρα ούτε καν η συνείδηση της ενδοχώρας. Η Στερεά, η Πελοπόννησος και οι Κυκλάδες ήταν το φτωχότερο και πιο απομονωμένο κομμάτι του ελληνικού κόσμου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή ήταν η «Ελλάς» του Νερουλού.

    Και, δυστυχώς, όχι μόνον του Νερουλού. Οποιοδήποτε βιβλίο της επίσημης ελληνικής ιστοριογραφίας κι αν ανοίξετε –και, βεβαίως, τα σχολικά, ακόμα και του 2010 (γιατί του 2011 δεν ευτυχήσαμε να τα δούμε μέχρι τώρα)–, θα διαβάσετε ότι «η Ελλάδα κατακτήθηκε το 146 π.Χ.».

    Ένας αριθμός-κλειδί. Μία χρονολογία που ξεκλειδώνει τα υπόγεια της κρατικής ιδεολογίας, μέσα στην οποία έχουμε εγκλωβιστεί τα τελευταία 180 χρόνια.

    Για να αντιληφθούμε τι σηματοδοτεί αυτός ο αριθμός-κλειδί, θυμίζω ότι μετά τη μάχη της Πύδνας (κοντά στην Κατερίνη), κατακτήθηκε ολόκληρη η Μακεδονία. Η μοιραία μάχη έγινε το 168 π.Χ. = 24 χρόνια πριν από την κατάκτηση της Νότιας Ελλάδας, δηλαδή της Ελλάδος του Όθωνα και του Νερουλού. Ένα χρόνο αργότερα, το 167 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατέλαβαν ολόκληρη την Ήπειρο και κατέσκαψαν δεκάδες αρχαίες ηπειρωτικές πόλεις.

    Άρα: για την επίσημη παιδεία, ακόμα και σήμερα, η Ελλάδα ταυτίζεται με το κρατικό μόρφωμα «Ελλάς» του 1830.

    Με αυτό το χτυπητό παράδειγμα (ένα από τα εκατοντάδες που θα μπορούσα να διαλέξω), προσπαθώ να καταδείξω ότι τα ιδεολογήματα που κατασκευάστηκαν τον καιρό που διαμορφωνόταν το Οθωνικό Κράτος, παγιώθηκαν και εξακολουθούν να ισχύουν. Τα εδάφη, που ενσωματώθηκαν αργότερα στην ελληνική επικράτεια, δεν ενσωματώθηκαν ποτέ στην ύλη της επίσημης Ελληνικής Ιστορίας –και, κατ’ επέκταση: δεν ενσωματώθηκαν στην κυρίαρχη –και εν πολλοίς κατασκευασμένη– συλλογική συνείδηση……………..

    http://gagavouzis.blogspot.de/2011/11/blog-post.html

  8. Βλάσης Αγτζίδης on

    Ο λησμονημένος κ. Βάιγκελ και τα απλορωμαϊκά λεξικά του

    Ο Καρλ Βάιγκελ γεννήθηκε το 1769 στη Λειψία και πέθανε το 1845 στη Δρέσδη. Σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία. Ήταν γιος του Κρίστοφ Βάιγκελ (1725-1794), ο οποίος μεταξύ άλλων ήταν διερμηνέας των ελληνικών στο εμπορικό δικαστήριο της Λειψίας και πανεπιστημιακός δημοπράτης, δηλ. έβγαζε στον πλειστηριασμό τις βιβλιοθήκες και τις περιουσίες λογίων και φοιτητών του πανεπιστημίου που είχαν πεθάνει χωρίς απογόνους. Αυτό το ταλέντο, ο Κρίστοφ το κληροδότησε στον μικρότερο γιο του, τον Γιόχαν, ο οποίος επίσης έγινε πανεπιστημιακός δημοπράτης και αργότερα ίδρυσε οίκο δημοπρασιών έργων τέχνης και έγινε πάμπλουτος. Ο μεγαλύτερος γιος, ο Καρλ, κληρονόμησε από τον πατέρα του το ταλέντο για τις γλώσσες ή την εξοικείωση με την ελληνική γλώσσα, και μάλιστα τη νεοελληνική. Πράγματι, εξέδωσε το 1796 ένα «απλορωμαϊκό-γερμανικό-ιταλικό» λεξικό, δηλαδή ελληνογερμανικό και ελληνοϊταλικό μαζί, και οχτώ χρόνια αργότερα, το 1804, ένα γερμανικό-απλορωμαϊκό, δηλαδή γερμανοελληνικό. Και εδώ θα ενδιαφερθούμε γι’ αυτά τα δύο έργα του, ενώ αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τον ίδιο και την οικογένειά του, σας συνιστώ το εξαιρετικό «αδελφό» άρθρο που έχει ετοιμάσει ο Δόκτωρ Ζίμπενμαλ.

    Πριν ξεκινήσω, να πω ότι δεν έχω ψάξει το θέμα όσο θα ήθελα, δεν ξέρω δηλαδή ποια είναι η γνώμη των ιστορικών της γλώσσας μας για τον κ. Βάιγκελ, ούτε αν είχε παρτίδες με Έλληνες στην εποχή του –πάντως, από τον πρόλογο στο γερμανοελληνικό λεξικό του φαίνεται να διαφωνεί με κάποιες θέσεις του Κοδρικά. Οπότε, θα σας παρουσιάσω το έργο του εντελώς αμερόληπτα, με κίνδυνο να πω κοτσάνες, αλλά έτσι είναι η ζωή.

    Λοιπόν, ο Βάιγκελ φαίνεται να έμαθε τα ελληνικά όχι τόσο από τα βιβλία αλλά μέσα από την επαφή με πραγματικούς ανθρώπους νεοέλληνες, ή ρωμιούς, που τέτοιοι θα υπήρχαν άφθονοι στη Λειψία και γενικά στη Σαξωνία στα τέλη του 18ου αιώνα, ιδίως έμποροι. Αρχαία ελληνικά μάλλον θα έμαθε στο σχολείο, αλλά δεν είναι και απόλυτα βέβαιο, ούτε στολίζει τον πρόλογο του βιβλίου του με αρχαία ρητά. Ο κ. Βάιγκελ ενδιαφέρεται για την νέα γλώσσα, θέλει να μιλήσει με ζωντανούς Ρωμιούς. Ας δούμε τι λέει ο πρακτικός αυτός άνθρωπος στον πρόλογό του, που είναι δίγλωσσος, μια στήλη ελληνικά και μια γερμανικά. Διατηρώ την ορθογραφία του, εξόν τα σκουληκάκια:

    Η συναναστροφή την οποίαν είχεν ο συγγραφεύς τούτου του λεξικού ήδη εκ νεότητός του με τους ρωμαίους, και έπειτα η πλησιέστερη ένωσις, οπού τον εσυνάρμοσε με μερικούς αυτών (αυτός γαρ διά να λάβη καλητέραν γνώσιν της γλώσσας των, απαράτησε μερικόν καιρόν την σπουδήν των άλλων επιστημών, διά να τους διδάξη την γερμανικήν γλώσσαν) ήτον η αιτία ότι να εκατάλαβε κατά βάθος μαζί με εκείνους την δυσκολίαν, να μάθη τινάς μίαν γλώσσαν και να την διδάξη εις άλλους χωρίς λεξικόν.

    Η ξεχωριστή αγάπη την οποίαν εκείνο το γένος τώρα φέρει διά την γλώσσαν μας πλέον παρά ποτέ, ο πατήρ του ακόμι ζώντας εις εκείνον τον καιρόν, όστις ήξευρε εξαίρετα την ρωμαϊκήν γλώσσαν, καθώς και ο βιβλιοπόλος τούτου του βιβλίου, τον εκατάπεισαν να συγγράψη ένα λεξικόν απλο-ρωμαϊκο-γερμανικόν.

    Στη συνέχεια, λέει ότι χρησιμοποίησε ως βοηθήματα τα λεξικά του Σομαβέρα και του Πόρτιου, και ότι η συγγραφή του πήρε πέντε χρόνια. Τα παραλείπω αυτά, αλλά αν θέλετε όλο το κείμενο μπορείτε να διαβάσετε τον πρόλογο εδώ, να πάρετε και γεύση της παλιακιάς γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται. Και συνεχίζει ο Βάιγκελ:

    Ο κύριος σκοπός τούτου του λεξικού μάλιστα είναι τούτος· να ευκολύνη εις τους πολλούς νέους ρωμαίους μανθάνοντας κατά το παρόν την γερμανικήν γλώσσαν έως τώρα ολοτελώς υστερημένους από συμβοηθητικά μέσα, τούτην την κοπιαστικήν οδόν, και να τους δώση έναν παντοτεινόν συνοδευτήν και πιστόν συμβουλευτήν. Και διά τούτο πρώτον ήτον ανάγκη, να είναι τούτο το λεξικόν τόσον πλούσιον, όσον δυνατόν· και δεύτερον, να εύρουν οι ρωμαίοι, οι οποίοι το μεταχειρίζονται, διά κάθε ιδέαν της πλουσίας γλώσσης των, μίαν γερμανικήν, από το όμοιον είδος πλησιεστέραν εις την ρωμαϊκήν ιδέαν όσον δυνατόν· διά το οποίον μερικαίς φοραίς έπρεπε να μεταβληθή το γερμανικόν ολίγον κατά την ιδιότητα του ρωμαϊκού, διά να επιτύχη ο συγγραφεύς εκείνον τον σκοπόν.

    Επειδή οι πλειστοι, που θέλουν μεταχειρισθή τούτο το λεξικόν εισί πραγματευταί, ήτον μάλιστα αναγκαίον, να αποβλέψη ο συγγραφεύς ως προς τούτο να περιέχη το έργον του αν όχι όλας τ’ ουλάχιστον τας πλείστας λέξεις οπού χρειάζονται· και ίσως επέτυχε τούτον τον σκοπόν.

    Έπειτα επάσχισε κυρίως ο συγγραφεύς να δεχθή (αν ήτον δυνατόν) εις αυτό όλας τας λέξεις όπου συναπαντούν εις την καλητέραν συναναστροφήν· όμως δικαίως απέρριψεν εκείνας, όπου δεν πρέπει να συναπαντήσουν εκεί, και οπού κανένας αισθητικός άνθρωπος δεν ημπορεί να τας ειπή χωρίς να ερυθριάση. Αν δεν ήτον παρά αργά, ήθελε εξαλείψει μερικαίς αυτών, και να μεταβάλλη ακόμι περισσότερα.

    Στη συνέχεια λέει ότι έβαλε και τα ιταλικά επειδή οι ρωμιοί έχουν επαφές με την Ιταλία και για να φανεί η μεγάλη συγγένεια των δύο γλωσσών. Παραθέτει ακόμη διάφορες τεχνικές λεπτομέρειες χρήσης του λεξικού και καταλήγει:

    Τούτο λοιπόν είναι οπού ημπορεί να προσμείνη δικαίως αναγνώστης από τούτο το λεξικόν. Τώρα ακόμι δυο λόγια δι’ αυτό οπού δεν πρέπει να προσμείνη ή να ελπίση.

    Αγκαλά και ήθελε είναι ένα πολλά ωφέλιμον επιχείρημα να ερευνήση ο συγγραφεύς την ετυμολογίαν των λέξεων, οπού εμβήκαν εις την ρωμαϊκήν γλώσσαν από ξέναις γλώσσαις, να ταις παρομοιάση αναμεταξύ των, και να φανερώση τούτο οπού ηύρε διά μέσου τούτης της ερευνήσεως, να ξεσκεπάση την αναλογίαν των ιδεών και να κάμη να καταλάβη τινάς εύκολα την διαφοράν των, κ.τ.εξής· ή κοντολογής· να συγγράψη ένα λεξικόν της ρωμαϊκής γλώσσης ως ετυμόλογος, ως γνωριστής της ιστορίας, ως φιλόσοφος και ως γλωσσοκριτής, με όλον τούτο δύο πράγματα τον εμπόδισαν· α) με αυτό δεν ήθελε επιτύχη ξεχωριστόν σκοπόν τούτου του λεξικού, και β) ομολογεί ο συγγραφεύς με μίαν ειλικρινίαν, η οποία αν όχι αξιομισθεί έπαινον τουλάχιστον δεν είναι αξία ελέγχου, ότι τώρα δεν είναι ικανός διά μίαν τέτοιαν εργασίαν, και παραπάνω είναι υπόχρεος να αποτελέση άλλο χρέος, το οποίον εις το εξής περισσότερον θέλει να τον απομακρύνη από ένα τέτοιον έργον παρά να του το πλησιάση.

    Τέλος πάντων, να μην ελπίση τινάς ότι τούτο το λεξικόν θέλει περιέχη όλας τας λέξεις μίας γλώσσας η οποία έως τώρα ακόμι δεν είναι αρκετά γνωστή παρ’ ημών, και οπού έχει τόσον πολλάς διαφοράς, ότι οι ρωμαίοι από το Βουκουρέστ ή από την Βιέννην δεν καταλαβαίνουν εκείνους από την Λήμνον ή Λόγγο Λογγό ή το ολιγότερον με πολλήν δυσκολίαν.

    Όμως αρκετά εξηγήθηκαν αυτά οπού πρέπει ο αναγνώστης να ελπίση από τον συγγραφέα ή να μην ελπίση· και τώρα είναι το χρέος του δευτέρου, αν όχι να προσμείνη τουλάχιστον να παρακαλέση, να μην παραβλεφθή η καλή θέλησίς του, και να εύρη τούτο το έργον καλόν δέξιμον.

    Ήδη εσυγγράφη ένα τρίτον μέρος από ένα λεξικόν Γερμανικορωμαϊκόν, το οποίον βέβαια θέλει εκτυπωθή τόσον τάχιστα όσον δυνατόν, και ίσως μαζί με έναν οδηγόν προς την ρωμαικήν γλώσσαν, όταν βλέπει ο συγγραφεύς, ότι δεν εδούλευσε ματαίως, και ότι επέτυχε τον σκοπόν του, να κάμη κάτι καλόν και ωφελές.

    Εγράφη εν Λειψία εν τη πανηγύρει του πάσχα 1796.

    Παρέθεσα το μεγαλύτερο μέρος του προλόγου του πρώτου λεξικού. Ο πρόλογος του δεύτερου, του γερμανοελληνικού, ήταν γραμμένος μόνο στα γερμανικά. Τον μετέφρασε ο αγαπητός Δόχτορας και μπορείτε να τον δείτε εδώ. Έχει κι αυτός πολύ ενδιαφέρον, αλλά φοβάμαι μήπως παραμακρύνει το κείμενο και δεν τον βάζω. Ή μάλλον μετάνιωσα, βάζω την τελευταία παράγραφο:

    Με μεγάλη έκπληξη διάβασε ο συντάκτης σε ένα από τα τελευταία τεύχη του Magazin encyclopédique ένα άρθρο του κυρίου Κοδρικά στο Παρίσι, όπου προσπαθεί να αποδείξει την ταύτιση της νεοελληνικής με την αρχαιοελληνική γλώσσα. Αν το εννοεί αυτολεξεί, δεν μπορεί να το εννοεί στα σοβαρά. Γιατί θα τον αντέκρουαν εκατοντάδες χιλιάδες ομιλητές στην Κωνσταντινούπολη, όπου ως γνωστόν στους μορφωμένους ελληνικούς κύκλους μιλάνε τη γλώσσα πιο καλά και πλησιέστερα στα αρχαία ελληνικά, και από τη Μακεδονία μέχρι κάτω τον Μοριά, από τα νησιά του Αρχιπελάγους μέχρι τη Βιέννη κ.ο.κ. Αναμφίβολα, και αυτό θεωρεί ο συντάκτης πιθανότερο, ήθελε ο κύριος Κοδρικάς να γράψει για την αξία της γλώσσας του έθνους του, για την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του –και σε αυτά, δεν έχει άδικο.

    Λοιπόν, πολύ καλά μάς τα λέει ο κ. Βάιγκελ, που θαύμασε την πλούσια νεοελληνική γλώσσα, την ίδια γλώσσα που θεωρούσαν λειψή και παρεφθαρμένη και ανάξια λόγου οι περισσότεροι συμπατριώτες μας λόγιοι!……….
    …………………………….

    Ο Βάιγκελ είναι «δημοτικιστής», αλλά ξέρει και τις λόγιες λέξεις –απλώς δεν τους δίνει το προβάδισμα. Για παράδειγμα, το βασικό λήμμα είναι η παπαρούνα, και ο μήκων παραπέμπει εκεί. Παραθέτει και φράσεις ο Βάιγκελ, ίσως όχι πολλές. Πάντως κι αυτές είναι σε μια στρωτή, συγκρατημένη δημοτική: Έχετε την καλωσύνην, μου έρχεται να φάγω, αυτό με έρχεται [= μου κοστίζει] εκατό φιορίνια, καλά τού έρχονται όλα, εις τα ζώντα του πάππου μου (όταν ζούσε), δεν ημπορώ να σας το αφήσω παρακάτω, τι λογής κρέας είναι αυτό; πρέπει να πηγαίνω, πονεί το κεφάλι μου. Οι φράσεις αυτές πρέπει να είναι ξεσηκωμένες από την ομιλία ρωμιών. Λείπουν όμως οι ιδιωματικές και παροιμιακές φράσεις.

    Αν και στην εποχή του οι γυναίκες δεν έκαναν και πολλά επαγγέλματα, κι έτσι σπανίζουν τα επαγγελματικά θηλυκά, ο Βάιγκελ πρέπει να ήταν και σ’ αυτό το θέμα… δικός μας αν κρίνω από την ζωγράφισσα που παραθέτει.

    Την προειδοποίηση ότι θα αποφύγει τις λέξεις που σε κάνουν να κοκκινίζεις ο Βάιγκελ δεν την τήρησε, ή ίσως την εποχή εκείνη οι άνθρωποι να κοκκίνιζαν λιγότερο με τις λέξεις, ιδίως όταν έχουν να κάνουν με σωματικές λειτουργίες. Δείτε πόσες λέξεις παραθέτει σχετικές με τον κώλο (παραλείπω τις συναφείς): κωλιά, κωλοκόβγω, κωλοκυλιούμαι, κωλομαλάζω, κωλομέρι, κωλόμποτζος (το αποσπόρι, εξηγεί· παναπεί το στερνοπαίδι), κωλόπανο, κωλοσυρμός, κωλότρυπα, κωλοφιλώ, κωλοφτερνιάζω, κωλοφωτιά (με τη σημείωση: μαμούδι). Χειρότερα είναι τα πράγματα στο σκατό: σκατόγερος, σκατογριά, σκατοκαβαλίνα, σκατομπαμπούλα (ασκάθαρος, ζουδάκι), σκατόν, σκατοταΐζομαι, σκατοταΐζω, σκατοφάς, σκατοφάσα (θηλυκό του προηγουμένου), σκατοψυχίζω, σκάτωμα, σκατωμένος, σκατώνω.

    Στα σεξουαλικά είναι κάπως πιο φειδωλός. Ας πούμε έχει μόνο: πουτάνα, πουτανάκι, πουτανιάζω, πουταναριόν, πουτανολογία, ενώ πέρα από το μουνί έχει επίσης μουνάκι και μουνάρα, αλλά και μερικά αθώα όπως μουναράς (παραλλαγή του μιναρέ) και μούνα (μαϊμού με ουρά).

    Το γερμανοελληνικό λεξικό το κοίταξα ακόμα πιο βιαστικά. Συνήθως δίνει πάνω από μια απόδοση. Για παράδειγμα, για το abgesandte (διπλωματικός απεσταλμένος πρέπει να είναι αυτό) δίνει: Ελτζής, αποκρισάρης, αμπασαδούρος, αποστελλάρης. Το πρώτο τούρκικο, το τρίτο φράγκικο, τα άλλα δυο δικά μας –χωρίς να έχουν μεσολαβήσει τίποτε καθαρευουσιάνοι λόγιοι. Είναι όμως αλήθεια ότι στο γερμανοελληνικό κομμάτι ο Βάιγκελ δεν θέλει ή δεν τολμά να νεολογίσει, οπότε για πάμπολλες λέξεις όπου δεν υπήρχε η αντίστοιχη ελληνική λέξη δίνει μια πρόχειρη απόδοση και έναν ορισμό. Για παράδειγμα, το Conclave, αντί για κονκλάβιο, που δεν το ξέρει, το επεξηγεί: ο οντάς όπου σφαλίζονται οι καρδινάλιδες διά να διαλέξουν τον Πάπαν.

    Congress [συνέδριο] = συμμάζωξις (μάλιστα από ελτζίδας ή αμπασαδούρους, όπου συμμαζώνονται εις έναν τόπον, διά να συμβουλευθούν διά ένα πράγμα),

    Verfassung [σύνταγμα] = κατάστασις της κυβερνήσεως μιας χώρας, οι νόμοι κατά τους οποίους πρέπει να κυβερνηθή μια χώρα ή μια πολιτεία

    Σαν πολλά να τα έγραψα –πάντως δείχνει το λεξικό του Βάιγκελ ότι δεν ήταν δα και σε τόσο κακή κατάσταση η νεοελληνική γλώσσα το 1800 όπως τη μιλούσαν οι εύποροι αστοί στις παροικίες και οι ταξιδεμένοι έμποροι, χωρίς σύμπλεγμα κατωτερότητας προς την αρχαία. Και υποψιαζόμαστε ότι αν, με κάποιο μαγικό τρόπο, έρχονταν στα πράγματα όχι οι καθαρευουσιάνοι ή οι κοραϊστές της μέσης οδού, αλλά οι δημοτικιστές –που υπήρχαν– η νεοελληνική γλώσσα θα μπορούσε να αυτοκαθαριστεί και να εμπλουτιστεί έτσι κι αλλιώς, μετά την ίδρυση του κράτους, και να τα καταφέρει εξίσου καλά ή και καλύτερα απ’ όσο το πέτυχαν οι καθαρευουσιάνοι λόγιοι προς τους οποίους κάνουμε ακόμα εδαφιαίες υποκλίσεις.

    Ο λησμονημένος κ. Βάιγκελ και τα απλορωμαϊκά λεξικά του

  9. Βλάσης Αγτζίδης on

    …………….
    Ανάλογα με την αριθμητική αναλογία και την οικονομική δύναμη των αντιμαχόμενων ομάδων, οι διαμάχες οδήγησαν είτε στη δημιουργία ξεχωριστών κοινοτήτων είτε στον αποκλεισμό της μίας εξ αυτών
    . Στην Τεργέστη και τη Βουδαπέστη, το 1782 και το 1788 αντίστοιχα, ακολουθήθηκε ο πρώτος δρόμος, ενώ στη Βιέννη επιτεύχθηκε ο αποκλεισμός των Σέρβων και της γλώσσας τους από τη χρήση του ναού και την εκκλησιαστική λειτουργία .

    Το αυτοκρατορικό προνόμιο του 1776 αποτέλεσε το θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης της αδελφότητας των «Τουρκομερητών Ρωμαίων πραγματευτών», δηλαδή των Ελλήνων εμπόρων της Βιέννης που είχαν οθωμανική υπηκοότητα.
    Στη γενική συνέλευση, που πραγματοποιήθηκε την ίδια χρονιά, αποφασίστηκε η εκλογή δεκαοκτώ μελών (επιστάτες), ως διοικητών της αδελφότητας και εκπροσώπων της στις αρχές, με ετήσια θητεία. Το 1777 ο αριθμός τους περιορίστηκε σε δώδεκα (δωδεκάς).
    Οι επιστάτες εξέλεγαν τους εφημερίους και τους τρεις λαϊκούς επιτρόπους, που ήταν υπεύθυνοι για την άρτια λειτουργία του ναού.
    Επειδή η αδελφότητα, ως συλλογικό όργανο, επικοινωνούσε με τις αρχές και για ζητήματα οικονομικού ενδιαφέροντος των μελών της, λαμβανόταν πρόνοια ώστε στη δωδεκάδα να εκλέγονται αντιπρόσωποι απ’ όλες τις περιοχές του ελληνικού χώρου που είχαν εμπορική επικοινωνία με τη Βιέννη.

    Στην αδελφότητα του Αγίου Γεωργίου εκπροσωπούνταν, συνεπώς, όλα τα μεταναστευτικά-εμπορικά δίκτυα που δραστηριοποιούνταν στην πόλη .

    Αντίθετα, από την αδελφότητα του Αγίου Γεωργίου ήταν αποκλεισμένοι οι έμποροι που είχαν αποκτήσει την αψβουργική υπηκοότητα, οι λεγόμενοι «εντόπιοι».
    Επρόκειτο για μέλη του μακεδονικού-μοσχοπολίτικου δικτύου που συναντήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, τα οποία είχαν φτάσει πρώτα στη Βιέννη, συμμετείχαν στο εσωτερικό εμπόριο της αυτοκρατορίας και επεδείκνυαν υψηλό βαθμό ενσωμάτωσης στην οικονομική και κοινωνική δομή του τόπου εγκατάστασης.
    Ως «Κοινό της των Γραικών τε, και Βλάχων της ανατολικής Θρησκείας Κ.Β. (σ.σ. Καισαροβασιλι- κών) Υπηκόων» θα αποσπάσουν, το 1787, προνόμιο από τον αυτοκράτορα Ιωσήφ τον Β’ για την ίδρυση του ορθόδοξου ναοΰ της Αγίας Τριάδας στην περιοχή της alter Fleischmarkt .

    Το προνόμιο του 1787 προς τους εντοπίους ήταν, ως προς το πνεύμα και τα σημεία, πανομοιότυπο με εκείνο που απέσπασαν ο τουρκομερίτες το 1776.
    Και εδώ, οι ιερείς «πρέπει να ήναι και το Γένος και την Θρησκείαν Γραικοί», ο μητροπολίτης του Κάρλοβιτς αρκούνταν στην επικύρωση της εκλογής τους και διασφαλιζόταν ο κοσμικός χαρακτήρας της κοινότητας.
    ……………………..

    «Mια μακεδονική ιστορία:Η ελληνική παροικία στη Βιέννη, 18ος-πρώτο μισό 19ου αιώνα, Griechische Gemeinde Wie» της Βάσω Σειρηνίδου

    http://yaunatakabara.blogspot.gr/2012/06/m-18-19-griechische-gemeinde-wien.html

  10. Ο «Έλληνας» στα Ινδονησιακά
    —————————————————

    …..Kekaguman itu semakin bertambah ketika pengunjung mengetahui bahwa bebatuan dalam lukisan itu adalah karya seorang perempuan. Dia adalah Clara Pek Veis, istri Duta Besar Yunani untuk Indonesia, George Veis. ……

    Δηλαδή (κατά προσέγγιση):

    …Η αναγνώριση (του έργου) μεγαλώνει ακόμα παραπάνω όταν γνωρίζει ο επισκέπτης ότι οι ζωγραφισμένοι βράχοι είναι έργο μιας γυναίκας. Της Clara Pek Βέης, σύζυγου του Έλληνα πρέσβη στην Ινδονησία , Γιώργου Βέης ….. .

    http://travel-signature.com/travel/index.php/special-interest/2/Sentuhan-Lembut-Pada-Batu#.U2cna4F_uVM

  11. Π&Α on

    Ένα ενδιαφέρον κείμενο, για το οποίο γράφτηκε το εξής σχόλιο:

    21. März 2016 um 12:55
    Mα πώς είναι δυνατόν να υπάρχει τέτοια βλακεία;

    „των ενδοξων ονοματων «Ελλας» και «Ελληνες» απο τους βυζαντινορθοδοξους ζητιανους Ρωμιους του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης..“

    Είναι δυνατόν να υπάρχουν κάποια κατεψυγμένα ωάρια των Ελλήνων του 5ου μ.Χ. αυώνα, ώστε να έχουμε τέτοιο λόγο;

    Δηλαδή ο σύγχρονος Έλληνας δεν προέκυψε από τους βυζαντινορθοδοξους ζητιανους Ρωμιους¨ αλλά από τα κατεψυγμένα ωάρια;

    Και καλά όλα αυτά, αλλά το χατζηλίκι τί ρόλο έχει στη συγκρότηση του ανδρός;

    .——————————-

    Άσχημη ερώτηση και πικρή αλήθεια!\

    Δρ. Γ. Θ. Χατζηθεοδωρου

    Υπάρχουν σήμερα „Έλληνες“ και „Έλληνες Μακεδόνες“;

    Η χρησιμοποιηση ψευδεπιγραφα των ενδοξων ονοματων «Ελλας» και «Ελληνες» απο τους βυζαντινορθοδοξους ζητιανους Ρωμιους του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης, αποτελει εξισου μεγαλη «απατη» οπως και η χρησιμοποιηση των ονοματων «Μεκεδονια» και «Μακεδονες» απο τους αλβανους, τουρκους, σερβους, βουλγαρους, τσιγγανους και απο τους αγορασμενους απο τον Τιτο επιγονους των κομιτατζηδων Ρωμιων του κρατιδιου των σκοπιων ‘η του βαρδαρ!

    Αν οχι, απατειται η Αλλαγη των ψευδεπιγραφων «ενδοξων» αρχαιοελληνικων ονοματων και για τα δυο ως ανω κρατιδια, διοτι αυτα δεν ταιριαζουν σε πασης μορφης και προελευσης ζητιανους!

    Ποιος ειναι ο Ελλην και ποιοι ειναι οι Ελληνες;

    Ο Αριστοτελης στα Μετεωρολογικα του (1,352α) τοποθετει την «αρχαια Ελλαδα» στην παρα την Δωδωνη και τον Αχελωο περιοχη. «Και γαρ αυτος (ο κατακλυσμος) περι τον ελληνικον εγενετο μαλιστα τοπον. Αυτη δ’ εστι η περι την Δωδωνη και τον Αχελωον. Ουτως γαρ πολλαχου το ρευμα μεταβεβληκεν, Ωικουν γαρ οι Σελλοι ενταυτα και οι καλουμενοι τοτε μεν Γραικοι ωυν δε Ελληνες».

    Μετα τον κατακλυσμον του Δευκαλιωνος οι Ελληνες παραθετουν και απαριθμουν τις γενεες των απογονων του Δευκαλιωνα. Ο Δευκαλιων ειχε γιους τον Αμφικτυονα και τον Ελληνα. Ο Ελλην ελαβε ως συζυγο την νυμφην Ορση’ι’δα, και εγεννησε τρεις γιους, τον Α’ι’λον, γεναρχην των Αιολεων, τον Δωρον, γεναρχην των Δωριεων και τον Ξουθον, τεκνα του οποιου ηταν ο Αχαιος, γεναρχης των Αχαιων και ο Ιων, γεναρχης των Ιωνων κλπ. κλπ. Ο Ελλην συνεπως ο οποιος ανεκαλυψε με την παιδεια το οργανο της αφθαρσιας, ηταν αδυνατο να φθαρη. Αυτος εναρμονισε το ηθος με τους συμπατικους νομους (ηλεκτρομαγνητικη δυναμη, ασθενης και ισχυρα πυρηνικη δυναμη και δυναμη βαρυτητας) και το εξεφρασε με τις Αρετες, τις Αξιες, τις Αρχες και τα Ιδανικα.

    Οι Αρετες αποτελουνται απο την Φρονηση, την Σωφροσυνη, την Ανδρεια και την Δικαιοσυνη. Στις Αξιες συμπερικαμβανονται το Καλον, το Αγαθον, το Αληθες και το Ελευθερον. Οι Αρχες περιεχουν την Τιμη, το Σεβας, την Αμιλλα και την Μετοχη ‘η την Λειτουργια. Τα Ιδανικα συμπαιριλαμβανουν την Υγεια, την Ηδονη, τον Πλουτο και τις Τιμες.

    Η Αρχαιοελληνικη Παιδεια απο την πλευρα της στηριχθηκε στην αυτοσυνειδηση του πνευματος, η οποια εκδηλωθηκε ταυτοχρονα και αυτοματα στην πατριδα των Ελληνων σε ολες τις σφαιρες της ζωης ως π.χ. στις σχεσεις των Ελληνων μεταξυ τους και στην σχεση του Ελληνα προς την φυση και προς τον εαυτον του. Ετσι γεννηθηκαν η «Πολις», ο «Πολιτης», το «Πολιτευμα», και η «θεωρητικη και η πρακτικη Διαλεκτικη του Νου» που ηταν η προ’υ’ποθεση και για ολα τα αλλα του Ελληνικου πολιτισμου. Οι Ελληνες οχι μονο δεν απουσιασαν ποτε απο την ιστορια, απο το προσκηνιο της ιστοριας, αλλα σε αντιθεση με τους Εβιονιμ και Γεφυραιους υποχρεωσαν την βια της ιστοριας να υποκυψη παντοτε, εμμεσα ‘η αμεσα στο Ελληνικο πνευμα. Τα βηματα που εκαναν οι Ελληνες την εποχη που αρχιζει με τα Ομηρικα επη και κλεινει με την πτωση του ελληνικου χωρου στα χερια πρωτα των Ρωμαιων και μετα των Εβιονιμ και των Οθωμανων, ανοιξαν τον δρομο για την σημερινη υπαρξη της ανθρωποτητας και γι’ αυτο θα εξακολουθουν εσαει να υπαρχουν ανεξαρτητα απο την προβλεπομενη λογω ανικανοτητας καταστροφικη εξαφανιση του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης.

    Η Ελλας σημερα κατοικειται απο Ρωμιους και εξουσιαζεται απο τα «ανθρωποειδοι» της οικογενειοκρατιας. Τοσο οι μεν οσο και οι δε αισθανονται πρωτα κατα συνειδηση και επιταγη «βυζαντινορθοδοξοι χριστιανοι» και υστερα κατα συνθηκη «Ζητιανορωμιοι», οι οποιοι ομιλουν την παραμορφωμενη Ελληνικη γλωσσα και κορο’ι’δευουν τους παντες και τα παντα εμφανιζομενοι σαν «Ελληνες», ενω δεν αισθανονται τιποτε γι’ αυτους και κατα συνεπεια δεν εχουν τιποτε το κοινο με αυτους και αποτελουν γι’αυτο την εσχατη καταπτωση και τον αυτοεξευτελισμο των Ελληνων.

    Αυτο φαινεται ξεκαθαρα στην συμπεριφορα της ετσι ονομασθεισης ψευδεπιγραφα «Ακαδημιας των Αθηνων». Αυτη παρα τον οικονομικο της πλουτο δεν κυκλοφορησε ακομη ουτε το λεξικο της «Ελληνικης Γλωσσης», ουτε τα κειμενα των «Αρχαιων Ελληνων Συγγραφεων». Επειδη η Ελληνικη γλωσσα ρεει εξελισομενη χαριν των αναγκων του Ελληνικου πολιτισμου (σημερα συρρικνωνεται λογω καταπτωσης του Ελληνικου πολιτισμου) ηταν επομενο και η Ελληνικη γραφη να συνεχιση τον δικον της δρομο.

    Η σκοπιμη σημερα παραμορφωση της Ελληνικης γλωσσας απο ανθρωπους, που στελεχωνουν τα «υπουργεια παιδειας και πολιτισμου του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης», αντικατατροπιζεται στο κατωθι παραδειγμα της «αριστεροπροοδευτικοσταλινικης» σχιζοφρενειας στο βιβλιο ενος ηλιθιου καθηγητου γλωσσολογιας του υπουργειου παιδειας: «Ξερο πος ι φονιτικι γραφι χτιπα’ι’ ασκιμα sτο ματι τον περιsοτερον γραματιζομενον. Γιατι εδο κι εκατον πενιντα χρονια, ι ‘λογιοτατι καλαμαραδεs τυ τοπυ, καταφεραν να μας υποχρεοsυν να μιν ακολυθιsυμε τον ζοντανο δρομο, πυ μας εδιχναν ο Βιλαρας, Καλαρας, Κονσταντας κε αλι προοδεφτικι διαβαζμενι τις εποχις…».

    Οι ουσιαστικα οι αγραμματοι γλωσσολογοι Ρωμιοι «αριστεροπροοδευτικοσταλινικης» προελευσης στο υπουργειο παιδειας φαινεται οτι δεν εχουν διαβασει τιποτε σχετικα με την «Ιστορια γενεσεως της Ελληνικης Γλωσσας» του αξιολογου γλωσσολογου Τσατσομοιρου Η. και απο τα μετα τα Φυσικα (Λ9) του Αριστοτελη: «Ων ει τις χωρισας αυτο λαβοι μονον το πρωτον, οτι θεους ωοντων τας πρωτας ουσιας ειναι, θειως αν ειρησθαι νομισειεν, και κατα το εικος πολλακις ευρυμενης εις το δυνατον εκαστης και τεχνης και φιλοσοφιας και παλιν φθειρομενων και ταυτας τας δοξας εκεινων οιον λειψανα περισεσωσθαι μεχρι του νυν».

    Ο γραφων σκοπημα δεν μεταφραζει τα ως ανω του Αριστοτελη για να αναγκαση τα προοδευτικα γλωσσολογικα «βοδια» του υπουργειου παιδειας να κατανοησουν, οτι τα Αρχαια Ελληνικα ειναι μια ζωντανη γλωσσα, την οποιαν και σημερον ακομη μιλουν οι Ρωμιοι, ασχετα απο την μορφωση τους (ιδε, «Αρχαια Ελληνικα», Μεθοδος κατανοησεως Κωνσταντινου Πλευρη).

    Ουτε καν ιχνη απο τα στοιχεια στα οποια αναφερεται ο Ισοκρατης (380 μ.Χ.) εχουν οι σημερινοι Ρωμιοι: «Ελληνες θα επρεπε να αποκαλουμε μαλλον…τους της παιδευσεως της ημετερας ‘η τους της κοινης φυσεως μετεχοντες, η δε παιδεια το των Ελληνων ονομα πεποιηκε μηκετι του γενους, αλλα της διανοιας δοκειν ειναι». Με τον Ισοκρατη, το κοινο γνωρισμα της παιδειας τοποθετηκε για πρωτη φορα υπερανω της κοινοτητας του αιματος, η δε συνειδηση υπερανω της φυλης, η ιστορια υπερανω της φυσεως και το πνευμα υπερανω του «γενους».

    Για τους ως ανω λογους μπορει ο Ελληνας της Ελλαδος να χαθηκε, μπορει η Ακροπολης των Αθηνων να πολιορκειται ακομη λογω του εξολοθρευτικου μενους και των εγκληματικων ενεργειων των Ιουδαιων και «Γαλιλαιων» (οπως ονομαζε ο αυτοκρατωρας Ιουλιανος τους Χριστιανους), ο Ελληνας στην υφηλιο ομως, ως γλωσσα, πνευμα, συνειδηση και παραδοση, ποτε δεν σβησθηκε και ποτε δεν θα μπορεσει να σβηστη. Δεν χαθηκε ποτε ο Ελλην απο τον πλανητη Γη, ποτε και πουθενα, ως πνευματικη παρουσια, ως νομοθετης αξιων και ως ηθικο παραδειγμα παρ’ ολες τις εγκληματικες επιθεσεις που δεχθηκε απο τους «Εβιονιμ» (οπως ονομαζαν οι Ιουδαιοι τους Χριστιανους).

    Θανατοφοροι εχθροι του Ελληνα και των Ελληνων γενικωτερα ειναι συνεπως οι βυζαντινορθοδοξοι Ζητιανορωμιοι, οι κατα τον Ιουλιανο «Γαλιλαιοι» και κατα των Ιουδαιων «Εβιονιμ» και οι ιδιοι οι Γεφυραιοι. Ολοι οι ως ανω αντιπροσωπευονται σημερα στην κοινωνια του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης σε ολα τα επιπεδα. Η πικρη Αληθεια ειναι οτι ολοι αυτοι ψευδονται ασυστολα οταν υποστηριζουν οτι δηθεν το Ελληνικο γενος κατορθωσε να αφομοιωση τον Χριστιανισμο. Τι πνευματικο κουβαλουσαν οι Εβιονιμ, δηλαδη οι Γαλιλαιοι ‘η οι βυζαντινορθοδοξοι Ζητιανορωμιοι για να αφομοιωθουν;

    Η πικρη Αληθεια ειναι, οτι οι θεμελιωτες της νεας ιουδα’ι’κης θρησκευτικης αιρεσης ειχαν προετοιμασει ηδη απο τον 2ον μ.Χ. αιωνα την καταστροφη και εξαλειψη ολων των μορφων και θεσμων του Ελληνικου πολιτισμου, τον οποιον συστηματικα υπεσκαβαν και συκοφαντουσαν σαν «ελληνικη μανια», «ελληνικη μωρια», «ειδωλολατρεια», «εργον του Διαβολου» και με αλλα πολλα. Ειναι ενα μεγαλο ιστορικο ψευδος αυτο που υποστηριζουν οι βυζαντινορθοδοξοι Ρωμιοι οτι τα «χιλια χρονια της βυζαντινης αυτοκρατοριας ειναι χιλια χρονια νεας εντονωτατης ελληνικης ιστοριας, νεων θαυμαστων επιτευγματων της ελληνικης ψυχης».

    Ολοι οσοι υποστηριζουν τετοιες ανοησιες, δηλαδη οι σημερινοι επιγονοι των πρωτων χριστιανορδοδοξων Ρωμιων, ειναι τα μελη ενος θρησκευτικου κατασκευασματος του μωσα’ι’κου ιερατειου και του προπαγανιστου Γκαμαλιηλ Σαουλ που ψευδεπιγραφα ονομαζεται Αποστολος Παυλος. Ολοι οι ως ανω, ακομη και οι σημεριμοι επιγονοι τους (ιδε την καταστροφη του «Αλσους των Μουσων» απο τον νυν Αρχιεπισκοπον Αθηνων και πασης Ελλαδος, Δαυλος 248-249, Αυγ.-Σεπτ. 2992, σ.16109-16115), ως «Δεισιδαιμονες», τιποτε το Αρχαιοελληνικο δεν αφησαν που να μην κυνηγησαν ‘η να το κτυπησαν, προκειμενου να επιβαλουν την γελοια δογματικη θεωρια της θρησκευτικης τους αιρεσης. Οι βυζαντινορθοδοξοι Ρωμιοι που αμαυρωνουν το απαστραπρον εθνικον παρελθον καθε αλλο παρα μπορουν να θεωρηθουν απογονοι ενδοξων προγονων.

    Τα ελεεινα εβραιογενη υποκειμενα του δηθεν πνευματικου κοσμου των Ρωμιων, της δηθεν «Ακαδημιας Αθηνων», που δεν ανερχονται με την αξιαν της επιστημονικης τους παραγωγης, δεν ειναι ποτε δυνατο να συγκριθουν με τις ακτινοβολουσες αρχαιοελληνικες προσωπικοτητες που ελαμπρυναν με το φως της γνωσεως τους την ανθρωποτητα! Δεν υφισταται η παραμικρη πιθανοτητα «ανορθωσης» και «επανελληνισης» των «βυζαντινορθοδοξων χριστιανων Ρωμιων». Αυτοι εσαει και τρεμοντας απο τον φοβο τους θα στριμοχθωνται στα αχουρια της θρησκειας τους και θα εκληπαρουν φιλωντας τα χερια των σφαγεων τους, να σφαγουν για να μπορουν να βοσκουν στα καταπρασινα χωραφια της αλλης ζωης.

    Αυτοι ανεχονται την θυσια ενος ολοκληρου εθνους για εναν Αρχιεπισκοπο, 82 Δεσποταδες, 11.000 παπαδες και μερικες χιλιαδες επιγονων των Τουρκοκοτσαμπασηδων και αλλων Τουρκογυφτων. Δεν αξιζει συνεπως ο κοπος να γινη οποιανδηποτε προσπαθεια απο τον «ΕΝΑΝ ΕΛΛΗΝΑ» που τον εψαχνε ηδη το 1910 ο δολοφονηθεις απο τους «Εβιονιμ» Ιων Δραγουμης, που θα επιβληθει και με εμπνευσμενη πολιτικη θα αγωνισθει για ενα τετοιο οραμα!

    «Ενας Ελλην να’ μενε και ολοι να πεθαιναν και να ηρχονταν Σουηδοι ‘η Ιρλανδοι ‘η Αιγυπτιοι να κατοικουσαν στην Ελλαδα, στα νησια και στην λεκανη του Αιγαιου, θα γινονταν Ελληνες».

    Οι βυζαντινορθοδοξοι χριστιανοι Ρωμιοι του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης δεν αξιζουν καλλυτερης τυχης απ’ αυτην του θανατου με αυτοκτονιες, του θανατου απο την πεινα λογω της λεηλασιας τους απο τους εταιρους της Ε.Ε., του θανατου απο τις επιδημιες χολερα και πανουκλα, του θανατου λογω του δημογραφικου προβληματος και του θανατου απο την μελλοντικης τους σφαγη απο τους τσιχαδιστες μεταναστες και απο τους Τουρκους.

    Αλλωστε η κοινωνια του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης σχεδον εχει ηδη πεθανει. Η ασυλληπτη παρακμη των Ενοπλων Δυναμεων και των Σωματων Ασφαλειας του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης φανηκε στην προστασιαν των ανυπαρκτων (κατα τους αριστεροπροοδευτικοσταλινικης προελευσης ασκουντες εξουσιαν) θαλασσιων συνορων που καταληθηκαν απο μια φουχτα τουρκικων μαφιοζικων οργανωσεων διακινησης μεταναστων.

    Το ενδοξο πολεμικο ναυτικο του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης ειναι ακομη ανικανο να φυλαξη ορισμενα θαλασσια στενα μεταξυ των νησων Χιου. Λεσβου, Κω κ.α. και των τουρκικων ακτων.

    Ο καθε «ΕΝΑΣ ΕΛΛΗΝ» του πολεμικου ναυτικου θα εκδιδεν ενα ΝΟΤΑΜ προς την Τουρκια, για επεμβαση και εξαλυψη επι τοπου των μαφιοζικων τουρκικων οργανωσεων, εαν η Τουρκια ολιγορουσε να το κανη η ιδια.

    Φαινεται οτι σημερα λοιπουν απο το πολεμικο ναυτικο του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης, ο ναυαρχος Ευρυβιαδης και ο Θεμιστοκλης. Χωρις αυτους ο στολος δεν μπορει να αποπλεει σε ταξη μαχης και με ανδρες κινουμενους ως ενα σωμα, με μια ψυχη και μια θεληση: Να νικησουν για την Ευρωπη των Πατριδων και τον Ευρωπα’ι’κο Πολιτισμο. Το σημερινο κατασκευασμασμα του δεθνους πολιτικου σιωνισμου που φερει το ονομα Ε.Ε. δεν εχει καμμια σχεση με την Ευρωπη των Πατριδων!

    Ειναι ο δηθεν ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ και υπουργος εθνικης Αμυνας του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης, Ελληνας ‘η Ρωμιος ‘η Γεφυραιος; Οι καθε Πικραμμενοι, Καμμενοι, Ασπροι, Μαυροι, Βραχοι κ.α. ειναι ως γνωστο Κρυπτοεβραιοι! Εαν εχουν ετσι τα πραγματα εξηγειται η αδρανεια των Ενοπλων Δυναμεων και των Σωματατων Ασφαλειας του κρατιδιου της Ρωμιοσυνης!

    PD Dr.-Ing. Georg Chaziteodorou
    Bleibergweg 114, D-40885 Ratingen

    19.03.2016

    Rubrik: Thema/Θέμα
    Δρ. Γ. Θ. Χατζηθεοδωρου 21. März 2016

    http://berlin-athen.eu/%CE%AC%CF%83%CF%87%CE%B7%CE%BC%CE%B7-%CE%B5%CF%81%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%B9%CE%BA%CF%81%CE%AE-%CE%B1%CE%BB%CE%AE%CE%B8%CE%B5%CE%B9%CE%B1/#comment-8784

  12. Και γιατί η χώρα μας λέγεται Greece και όχι Ελλάδα;
    Μια μεγάλη, περίπλοκη και κάπως περίεργη ιστορία

    Οι Έλληνες ήταν γνωστοί με πολλά διαφορετικά ονόματα στην ιστορία.
    Οι πολεμιστές που έπεσαν στις Θερμοπύλες έπεσαν ως Έλληνες, ενώ

    αιώνες αργότερα όταν κήρυττε ο Ιησούς οποιοδήποτε πρόσωπο μη-εβραϊκής πίστης αποκαλείτο Έλληνας.
    Επί αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου ήταν γνωστοί ως Ρωμαίοι, και πάντα οι γείτονές τους στη Δύση θα τους έλεγαν Γραικούς, ενώ στην ΑνατολήΑλ Ρουμ (Ρωμαίοι).
    Η αρχή κάθε ιστορικής εποχής συνοδευόταν από νέο όνομα, είτε απολύτως καινούριο, είτε παλαιό και ξεχασμένο, όνομα από την παράδοση ή δανεισμένο από τους ξένους.
    Κάθε ένα από αυτά ήταν σημαντικό στην εποχή του και όλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με αλλαγές, και πιθανότατα γι` αυτό οι Έλληνες είναι πολυώνυμος λαός.

    Στην Ιλιάδα του Ομήρου, οι ελληνικές συμμαχικές δυνάμεις περιγράφονται με τρία διαφορετικά ονόματα: Αργείοι, Δαναοί και Αχαιοί, και όλα με την ίδια έννοια. Από τα παραπάνω ο πρώτος τύπος χρησιμοποιείται 170 τουλάχιστον φορές, ο δεύτερος 148 και ο τρίτος 598 φορές.
    Οι Αργείοι είναι πολιτικός όρος που προέρχεται από την αρχική πρωτεύουσα των Αχαιών, το Άργος.
    Οι Δαναοί είναι το όνομα που αποδίδεται στη φυλή που εξουσιάζει αρχικά την Πελοπόννησο και την περιοχή κοντά στο Άργος. Αχαιοί ονομάζεται η φυλή που, ενισχυμένη από τους Αιολείς, κυριάρχησε πρώτη στα ελληνικά εδάφη, επικεντρωμένοι γύρω από την πρωτεύουσά τους, τις Μυκήνες.
    ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΔΙΆΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΤΡΩΙΚΟΎ ΠΟΛΈΜΟΥ, ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΉΤΑΝ ΜΙΑ ΣΧΕΤΙΚΆ ΜΙΚΡΉ ΑΛΛΆ ΔΥΝΑΤΉ ΦΥΛΉ ΣΤΗΝ ΦΘΊΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΊΑΣ, ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΜΈΝΟΙ ΣΤΙΣ ΠΌΛΕΙΣ ΆΛΟΣ, ΑΛΏΠΗ, ΤΡΟΙΧΊΝΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΛΑΣΓΙΚΌ ΆΡΓΟΣ

    Διάφορες ετυμολογίες που έχουν προταθεί για τη λέξη Έλληνας, αλλά καμία δεν είναι ευρέως αποδεκτή -Σαλ, προσεύχομαι` έλλ, ορεινός` σελ, φωτίζω.
    Μια πιό πρόσφατη μελέτη συνδέει το όνομα με την πόλη Ελλάς, δίπλα στον ποταμό Σπερχειό, που λεγόταν επίσης Ελλάς στην αρχαιότητα.
    Ωστόσο, είναι γνωστό με σιγουριά ότι οι Έλληνες έχουν σχέση με τους Σελλούς, τους ιερείς της Δωδώνης στην Ήπειρο.
    Ο Όμηρος περιγράφει τον Αχιλλέα να προσεύχεται στον Δωδώνιο Δία ως τον αρχέγονο Θεό: «Βασιλέα Ζευ, φώναξε, Άρχοντα της Δωδώνης, θεέ των Πελασγών, που κατοικούν μακριά, που έχεις τη χειμωνιάτικη Δωδώνη κάτω από την εξουσία σου, όπου οι Ιερείς σου οι Σελλοί κατοικούν γύρω σου με τα πόδια τους άπλυτα και τα καταλύματά τους πάνω στο έδαφος
    Ο Πτολεμαίος αποκαλεί την Ήπειρο αρχέγονη Ελλάδα και ο Αριστοτέλης αναφέρει για την ίδια περιοχή ότι συνέβη ένας αρχαίος κατακλυσμός «στην αρχαία Ελλάδα, μεταξύ της Δωδώνης και του Αχελώου ποταμού […], τη γη που κατείχαν οι Σελλοί και οι Γραικοί, που αργότερα θα γίνονταν γνωστοί ως Έλληνες», (οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δ` Έλληνες).
    Η θέση, συνεπώς, ότι οι Έλληνες ήταν φυλή από την Ήπειρο η οποία αργότερα μετανάστευσε προς τα νότια στην Φθία της Θεσσαλίας, επαληθεύεται.
    Η επέκταση μιας συγκεκριμένης λατρείας του Δία στη Δωδώνη, η τάση των Ελλήνων να σχηματίζουν ακόμη μεγαλύτερες κοινότητες και αμφικτυονίες, καθώς και η αυξανόμενη δημοτικότητα της λατρείας των Δελφών, είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση του ονόματος στην υπόλοιπη ελληνική χερσόνησο, αργότερα πέρα από το Αιγαίο πέλαγος, στην Μικρά Ασία και τελικά προς δυσμάς στη Σικελία και τη νότια Ιταλία, οι οποίες ήταν γνωστές με τον όρο Μεγάλη Ελλάδα.
    Η λέξη Έλληνες με την ευρύτερη σημασία της απαντάται για πρώτη φορά σε μια επιγραφή αφιερωμένη στον Ηρακλή για τη νίκη του στις Αμφικτυονίες και αναφέρεται στην 48η Ολυμπιάδα (584 π.Χ.).
    Φαίνεται πως παρουσιάστηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και σταδιακά καθιερώθηκε μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ.

    Μετά τον πόλεμο εναντίον των Περσών, αναρτήθηκε επιγραφή στους Δελφούς για τη νίκη εναντίον των Περσών η οποία υμνεί τον Παυσανία ως αρχηγό των Ελλήνων.
    Η συνείδηση της πανελλήνιας ενότητας προωθείτο μέσω θρησκευτικών εκδηλώσεων, με σημαντικότερη τα Ελευσίνια Μυστήρια, στην οποία οι μυημένοι έπρεπε να μιλούν ελληνικά, και βέβαια μέσω της συμμετοχής στους τέσσερις Πανελλήνιους Αγώνες, όπως ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Απαγορευόταν η συμμετοχή στις γυναίκες και στους μη-Έλληνες.
    Ορισμένες εξαιρέσεις σημειώθηκαν πολύ αργότερα, όπως για παράδειγμα για τον Αυτοκράτορα Νέρωνα και ήταν αδιαμφισβήτητα ένδειξη της ρωμαϊκής ηγεμονίας.
    Η ανάπτυξη μυθολογικών γενεαλογιών από επώνυμους ιδρυτές, πολύ αργότερα μετά τη μετανάστευση προς τα νότια Αχαιών, Ιώνων, Αιολέων και Δωριέων, επηρέασε το πώς αντιμετωπίζονταν οι βορειότερες φυλές. Κατά τον Τρωικό Πόλεμο, οι Ηπειρώτες, οι Μολοσσοί και οι Μακεδόνες δε θεωρούνταν Έλληνες, καθώς οι λαοί με αυτές τις ονομασίες δεν ήταν τότε παρά μια μικρή φυλή στη Θεσσαλία, μέλος της οποίας ήταν ο Αχιλλέας.
    Ωστόσο, ακόμα κι όταν η ονομασία επεκτάθηκε, καλύπτοντας όλους τους λαούς νότια του Ολύμπου, οι βορειότεροι λαοί με τις ίδιες ρίζες δεν αποκαλούνταν έτσι. Ένας λόγος ήταν η άρνησή τους να συμμετάσχουν στους Περσικούς Πολέμους. Ωστόσο, αντιπρόσωποι των φυλών αυτών είχαν γίνει δεκτοί στους Ολυμπιακούς Αγώνες και διαγωνίστηκαν μαζί με άλλους Έλληνες.
    Ο Θουκυδίδης αποκαλεί βαρβάρους τους Ακαρνάνες, τους Αιτωλούς, τους Ηπειρώτες και τους Μακεδόνες, αλλά το επιχειρεί σε καθαρά γλωσσικό πλαίσιο. Όταν ο ρήτορας Δημοσθένης αποκαλεί τους Μακεδόνες χειρότερους από βαρβάρους στον Γ` Φιλιππικό, το κάνει με σεβασμό στον πολιτισμό τους, ο οποίος απλώς δε συμβαδίζει με τα κοινά ελληνικά πρότυπα. Από την άλλη πλευρά, ο Πολύβιος θεωρεί τις φυλές της δυτικής Ελλάδας, Ηπείρου και Μακεδονίας αμιγώς ελληνικές.
    Στους επόμενους αιώνες, ο «Έλληνας» απέκτησε ευρύτερη έννοια, συμβολίζοντας όλους τους πολιτισμένους, ενώ το αντίθετο, «βάρβαρος», αντιπροσώπευε τους απολίτιστους.
    Το πρώτο πράγμα που οι ελληνικές φυλές παρατήρησαν ήταν το γεγονός της διαφορετικότητας στην ομιλία με τους γειτονικούς λαούς.
    Στο γεγονός αυτό βασίζεται ουσιαστικά και ο χαρακτηρισμός βάρβαρος, ο ομιλών ξενική γλώσσα ως προς τους Έλληνες. Ο όρος «βάρβαρος» θεωρείται ότι προέρχεται από τη προσπάθεια απόδοσης της ξενικής αυτής ομιλίας, βάσει της ερμηνείας των παραγόμενων ήχων (bar-bar), που έφτανε στα αυτιά των διαφόρων ελληνικών φυλών ως κάποιο είδος ψευδισμού.
    Αυτό αλήθευε και για τους Αιγύπτιους, που, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, αποκαλούσαν βαρβάρους όλους όσοι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα, και για τους Σλάβους πιο πρόσφατα, οι οποίοι αποκαλούσαν τους Γερμανούς με το όνομα nemec, που σημαίνει τραυλός .
    Ο Αριστοφάνηςστους Όρνιθες αποκαλεί τον αγράμματο επιστάτη βάρβαρο, ο οποίος όμως έμαθε στα πουλιά να μιλάνε . Τελικά, ο όρος επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον τρόπο ζωής των ξένων, ταυτίστηκε δηλαδή με τους όρους «αγράμματος» ή «απολίτιστος».
    Έτσι, «ένας αγράμματος άνθρωπος είναι κι αυτός βάρβαρος» .
    Σύμφωνα με τον Διονύσιο της Αλικαρνασσού, ένας Έλληνας διέφερε από έναν βάρβαρο σε τέσσερα σημεία: εκλεπτυσμένη γλώσσα, εκπαίδευση, θρησκεία και νόμους .
    Η ελληνική εκπαίδευση έγινε συνώνυμη με την ευγενή ανατροφή.
    Ο Απόστολος Παύλος το θεωρούσε υποχρέωσή του να κηρύξει σε όλους τους λαούς το Ευαγγέλιο, «Έλληνες και βαρβάρους, σοφούς και ανόητους» .

    Η διάκριση ανάμεσα σε Έλληνες και βαρβάρους διήρκεσε μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. Ο Ευριπίδης θεωρούσε λογικό να κυριαρχήσουν οι Έλληνες στους βαρβάρους, γιατί οι πρώτοι προορίζονταν για ελευθερία, ενώ οι δεύτεροι για σκλαβιά .
    Ο Αριστοτέλης κατέληξε στο συμπέρασμα πως «η φύση ενός βαρβάρου κι ενός δούλου είναι ένα και το αυτό» .
    Η φυλετική διαφοροποίηση άρχισε να ξεθωριάζει με τη διδασκαλία των Στωικών, που δίδασκαν πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι απέναντι στον Θεό κι έτσι από τη φύση τους δεν μπορεί να υπάρχει ανισότητα μεταξύ τους.
    Με τον καιρό, η ονομασία Έλληνας έγινε σημάδι διανόησης κι όχι καταγωγής, όπως είπε κι ο Ισοκράτης.
    Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου έφεραν την ελληνική επιρροή στην Ανατολή, «εξάγοντας» τον ελληνικό πολιτισμό και μεταβάλλοντας την εκπαίδευση και τις κοινωνικές δομές των περιοχών αυτών.
    Ο Ισοκράτης ανέφερε στον Πανηγυρικό του: «οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι» .
    Ο Ελληνιστικός πολιτισμός είναι η εξέλιξη του κλασικού αρχαιοελληνικού πολιτισμού με παγκόσμιες προοπτικές. Παρομοίως, η ονομασία Έλληνας εξελίχτηκε από εθνική ονομασία σε πολιτιστικό όρο, που υποδήλωνε κάποιον που διήγαγε τη ζωή του σύμφωνα με τα ελληνικά ή

    Το Σολέτο είναι μια από τις εννιά ελληνόφωνες πόλεις στην επαρχία της Απουλίας, στην Ιταλία. Οι κάτοικοι είναι απόγονοι του πρώτου κύματος του Ελληνικού Αποικισμού στην Ιταλία και τη Σικελία τον 8ο αιώνα π.Χ..
    Η διάλεκτος που χρησιμοποιούν προέρχεται από την Δωρικήτων πρώτων αποίκων, αλλά αναπτύχθηκε ξεχωριστά από την Ελληνιστική Κοινή.
    Οι ίδιοι οι κάτοικοι αποκαλούνται Grekos, από το λατινικό Graecus, και θεωρούν τους εαυτούς τους Έλληνες.
    Η σύγχρονη αγγλική λέξη Greek προέρχεται από τη λατινική Graecus, η οποία με τη σειρά της προέρχεται από την ελληνική Γραικός, το όνομα φυλής Βοιωτών που μετανάστευσε στην Ιταλία τον 8ο αιώνα π.Χ..
    Με αυτό το όνομα ήταν γνωστοί οι Έλληνες στη Δύση.
    Ο Όμηρος, κατά την απαρίθμηση των βοιωτικών δυνάμεων στην Ιλιάδα (Κατάλογος των Νηών), παρέχει την πρώτη γραπτή αναφορά για μια πόλη της Βοιωτίας με το όνομα Γραία και ο Παυσανίας αναφέρει ότι Γραία ήταν το όνομα της αρχαίας πόλης της Τανάγρας.
    Η Κύμη, πόλη δυτικά της Νεάπολης και νότια της Ρώμης, ιδρύθηκε από Κυμείς και Χαλκιδείς, καθώς και κατοίκους της Γραίας. Στην επαφή τους με τους Ρωμαίους ίσως και να οφείλεται η λατινική ονομασία Graeci για όλες τις ελληνόφωνες φυλές.
    Ο Αριστοτέλης, η αρχαιότερη πηγή που αναφέρει τη λέξη αυτή, δηλώνει ότι κατακλυσμός «σάρωσε» την κεντρική Ήπειρο, περιοχή της οποίας οι κάτοικοι αποκαλούνταν Γραικοί κι αργότερα ονομάζονταν Έλληνες.
    Στη Μυθολογία, ο Γραικός είναι ξάδερφος του Λατίνου και η λέξη μάλλον σχετίζεται με τη λέξη γηραιός, που ήταν ο τίτλος των ιερέων της Δωδώνης.
    Ονομάζονταν επίσης Σελλοί, κάτι που δείχνει τη σχέση μεταξύ των δυο βασικών ονομασιών των Ελλήνων.
    Η επικρατούσα θεωρία για τον αποικισμό της Ιταλίας είναι ότι τμήμα κατοίκων της Ηπείρου διέσχισαν τη Δωδώνη και μετοίκησαν στη Φθία και έγιναν γνωστοί ως Έλληνες, η φυλή που οδήγησε στην Τροία ο Αχιλλέας.
    Οι υπόλοιποι κάτοικοι αναμείχθηκαν με άλλες φυλές που κατέφτασαν αργότερα, χωρίς όμως να χάσουν το όνομά τους.
    Από εκεί ταξίδεψαν δυτικά προς την Ιταλία, πριν καταφτάσει το πρώτο κύμα αποικισμού στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία τον 8ο αιώνα π.Χ.

    ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΉ, ΚΑΘΙΕΡΏΘΗΚΕ ΈΝΑΣ ΕΝΤΕΛΏΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΌΣ ΌΡΟΣ. ΟΙ ΑΡΧΑΊΟΙ ΛΑΟΊ ΤΗΣ ΜΈΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΉΣ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΝ ΣΤΟΥΣ ΈΛΛΗΝΕΣ ΩΣ YUNAN, ΑΠΌ ΤΗΝ ΠΕΡΣΙΚΉ ΛΈΞΗ ΓΙΑΟΥΝΆ (YAUNÂ), Η ΟΠΟΊΑ ΜΕ ΤΗ ΣΕΙΡΆ ΤΗΣ ΠΡΟΈΡΧΕΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΙΩΝΊΑ, ΔΗΛΑΔΉ ΤΑ ΔΥΤΙΚΆ ΠΑΡΆΛΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΆΣ ΑΣΊΑΣ. ΣΤΑ ΤΈΛΗ ΤΟΥ 6ΟΥ ΑΙΏΝΑ Π.Χ., ΟΙ ΠΈΡΣΕΣ ΚΑΤΈΚΤΗΣΑΝ ΤΗΝ ΙΩΝΙΚΉ ΦΥΛΉ ΚΙ ΈΤΣΙ Η ΟΝΟΜΑΣΊΑ ΑΥΤΉ ΕΠΕΚΤΆΘΗΚΕ ΓΙΑ ΌΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΈΛΛΗΝΕΣ.
    Οι αρχαιότερες αναφορές στους Yaunâ βρίσκονται στις αυτοκρατορικές επιγραφές της δυναστείας των Αχαιμενιδών. Η πρώτη από αυτές (520 π.Χ.) είναι επιγραφή του Δαρείου Α` στο Μπεχιστούν (Behistun). Σε άλλη επιγραφή του Δαρείου Α`, στο Νακς-ι Ρουστάμ (Naqš-i Rustam), αναφέρονται οι Yaunâ με το ασπιδοειδές καπέλο. Αυτή η ονομασία προέρχεται από τη χρήση της καυσίας, δηλαδή του μακεδονικού πλατύγυρου καπέλο για τον ήλιο (παραλλαγής του πέτασου), και υπονοεί τους Μακεδόνες. Επίσης, επιγραφή του Ξέρξη στην Περσέπολη και τις Πασαργάδες μιλάει για Yaunâ, κοντά και πέρα από τη θάλασσα.
    Όλοι οι λαοί υπό την περσική κυριαρχία υιοθέτησαν αυτό τον όρο και από εκεί προέρχεται η σανσκριτική λέξη Γιαβάνα, που συναντά κανείς σε αρχαία σανσκριτικά κείμενα, κι αργότερα αναφέρεται στους Έλληνες των ελληνιστικών βασιλείων της Ινδίας, καθώς και οι λέξεις Yona στη γλώσσα Πάλι και Yonaka(όρος με τον οποίο αυτοχαρακτηρίζονταν οι Έλληνες της Βακτρίας). Ο όρος Yunan (युनान) χρησιμοποιείται σήμερα στα τουρκικά, τα αραβικά (يوناني), τα περσικά, τα αζερικά, τα ινδικά Χίντι (यूनान) και τις γλώσσες Μαλάι (Ινδονησία, Μαλαισία κα).

    ……………………..
    ……………………..

  13. …………………………
    Η ΟΝΟΜΑΣΊΑ ΈΛΛΗΝΑΣ ΑΠΈΚΤΗΣΕ ΕΝΤΕΛΏΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΉ ΣΗΜΑΣΊΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΏΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΎΣ ΑΙΏΝΕΣ ΜΈΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΏΤΗΣ ΧΙΛΙΕΤΊΑΣ, ΔΙΆΣΤΗΜΑ ΚΑΤΆ ΤΟ ΟΠΟΊΟ ΔΙΑΔΡΑΜΆΤΙΣΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΌ ΡΌΛΟ Η ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΉ ΕΚΚΛΗΣΊΑ. ΚΑΊΡΙΑ ΉΤΑΝ Η ΕΠΑΦΉ ΜΕ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑΪΣΜΌ, ΚΑΘΏΣ ΚΛΗΡΟΔΌΤΗΣΕ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΉ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΊΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΏΠΩΝ. ΟΙ ΕΒΡΑΊΟΙ, ΌΠΩΣ ΚΙ ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ, ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΟΎΣΑΝ ΕΑΥΤΟΎΣ ΑΠΌ ΤΟΥΣ ΞΈΝΟΥΣ, ΟΙ ΠΡΏΤΟΙ ΌΜΩΣ ΜΕ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΆ ΚΙ ΌΧΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΆ ΚΡΙΤΉΡΙΑ.
    Με την κατάκτηση των Ελλήνων από τη Ρώμη, όπως οι Έλληνες θεωρούσαν βαρβάρους όλους τους απολίτιστους λαούς, έτσι κι οι Εβραίοι θεωρούσαν όλους τους παγανιστές goyim (άπιστους, κυριολεκτικά «έθνη»). Η θρησκευτική αυτή διάκριση υιοθετήθηκε από τους πρώτους Χριστιανούς κι έτσι αναφέρονταν σε όλους τους παγανιστές ως Έλληνες.
    Ο Απόστολος Παύλος στις Επιστολές του χρησιμοποιεί την ονομασία Έλληνας σχεδόν πάντα σε σχέση με την ονομασία Εβραίος, πιθανότατα με σκοπό να αντιπροσωπεύσει το σύνολο των δυο θρησκευτικών κοινοτήτων . Ο Έλληνας χρησιμοποιείται με θρησκευτική σημασία για πρώτη φορά στην Καινή Διαθήκη, στο Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον . Καθαρά θρησκευτική σημασία έφτασε να κατέχει ο όρος κατά το 2ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. Ο Αθηναίος Αριστείδης αναφέρεται στους Έλληνες ως έναν από τους αντιπροσωπευτικούς παγανιστικούς λαούς, μαζί με τους Αιγύπτιους και τους Χαλδαίους. Αργότερα, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει έναν ανώνυμο Χριστιανό συγγραφέα, που αποκαλούσε τους παραπάνω Έλληνες και μιλούσε για δυο παλιά έθνη κι ένα νέο: το χριστιανικό έθνος .
    Από τότε και στο εξής, ο όρος δε σήμαινε εθνική καταγωγή ούτε ελληνική εκπαίδευση, αλλά γενικά παγανιστές, ανεξαρτήτου φυλής. Η προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ιουλιανού να επαναφέρει τον παγανισμό απέτυχε και σύμφωνα με τον Πάπα Γρηγόριο Α`, «τα πράγματα εξελίχθηκαν υπέρ της Χριστιανοσύνης και η θέση των Ελλήνων επλήγη σοβαρά» . Μισό αιώνα αργότερα, Χριστιανοί διαμαρτύρονται εναντίον του Έπαρχου της Αλεξάνδρειας, κατηγορώντας τον ότι ήταν Έλληνας . Ο Θεοδόσιος Α` προέβη στα πρώτα «νομοθετικά» βήματα εναντίον του παγανισμού, αλλά οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού προκάλεσαν διώξεις των παγανιστών σε μαζικό βαθμό. Ο Ιουστινιάνειος Κώδικας περιείχε δυο νόμους, που διέτασσαν την ολοκληρωτική καταστροφή του Ελληνισμού, ακόμα και στο δημόσιο βίο. Οι μη-Χριστιανοί θεωρούνταν δημόσια απειλή, κάτι που υποβίβασε ακόμη περισσότερα τη σημασία του Έλληνα. Παραδόξως, σύμφωνα με το λεξικό της Σούδας, ο Τριβωνιανός, ο ίδιος ο νομικός αρμοστής του Ιουστινιανού, ήταν «Έλληνας» .

    O Ιερώνυμος Βολφ ήταν ένας Γερμανός ιστορικός του 16ου αιώνα. Δημιούργησε τη Βυζαντινή ιστοριογραφία, για να διακρίνει τη μεσαιωνική Ελληνική από την αρχαία Ρωμαϊκή ιστορία.

    Ρωμαίοι είναι η ονομασία με την οποία οι Έλληνες ήταν γνωστοί κατά τον Μεσαίωνα. Ενώ η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκχριστιανιζόταν, η θρησκευτική αλλοίωση του ονόματος Έλλην ολοκληρώθηκε. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου οι Έλληνες της Αυτοκρατορίας υιοθέτησαν την ονομασία Ρωμαίοι, επειδή η προηγούμενη είχε χάσει την παλαιότερη σημασία της. Έτσι ενώ η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξελληνιζόταν, το όνομα των Ελλήνων εκρωμαϊζόταν.

    Το ξένο δανεικό όνομα αρχικά είχε περισσότερο πολιτική παρά εθνική σημασία, η οποία συνοδοιπορούσε με την οικουμενική ιδεολογία της Ρώμης που φιλοδοξούσε να περικλείσει όλα τα έθνη του κόσμου κάτω από ένα αληθινό Θεό. Μέχρι τις αρχές του 7ου αιώνα, όταν η Αυτοκρατορία ακόμη έλεγχε μεγάλες εκτάσεις και πολλούς ανθρώπους, η χρήση του ονόματος Ρωμαίος πάντα δήλωνε την κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων και ποτέ καταγωγή. Διάφορες εθνότητες μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα εθνικά ονόματά τους ή τα τοπωνύμια τους, για να αποσαφηνίζουν την κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων από τη γενεαλογία, γι’ αυτό ο ιστορικός Προκόπιος προτιμά να αποκαλεί τους Βυζαντινούς εξελληνισμένους Ρωμαίους, ενώ άλλοι συγγραφείς χρησιμοποιούν Ρωμαιοέλληνες και Ελληνορωμαίοι, αποβλέποντας στο να δηλώσουν καταγωγή και κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων συγχρόνως. Οι εισβολές των Λομβαρδών και των Αράβων τον ίδιο αιώνα είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια των περισσότερων επαρχιών, συμπεριλαμβανομένων και της Ιταλίας και όλης της Ασίας, εκτός από την Ανατολία. Οι περιοχές που διατηρήθηκαν ήταν κυρίως ελληνικές, μετατρέποντας έτσι την αυτοκρατορία σε μια πολύ πιο συνεκτική ενότητα που τελικά εξελίχτηκε σε σαφώς ενσυνείδητη ταυτότητα. Διαφορετικά απ’ ότι τους προηγούμενους αιώνες, προς το τέλος της πρώτης χιλιετίας μ.Χ. εκφράζεται στα βυζαντινά έγγραφα μια ξεκάθαρη αίσθηση εθνικισμού .

    Η αποτυχία των Βυζαντινών να προστατεύσουν τον Πάπα από τους Λομβαρδούς εξανάγκασε τον Πάπα να αναζητήσει βοήθεια αλλού. Στο αίτημά του απάντησε ο Πιπίνος II από την Ακουϊτανία, τον οποίο είχε ονομάσει «Πατρίκιο», τίτλο που προκάλεσε σοβαρή σύγκρουση. Το 772, η Ρώμη έπαψε να μνημονεύει τον αυτοκράτορα που πρώτα κυβερνούσε από την Κωνσταντινούπολη, και στα 800 ο Καρλομάγνος στέφθηκε Ρωμαίος αυτοκράτορας από τον ίδιο τον Πάπα, επίσημα απορρίπτοντας τους Βυζαντινούς ως πραγματικούς Ρωμαίους. Σύμφωνα με τη ερμηνεία των γεγονότων από τους Φράγκους, ο παπισμός κατάλληλα «μετέφερε τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική εξουσία από τους Έλληνες στους Γερμανούς, στο όνομα της Μεγαλειότητός του, του Καρόλου». Στο εξής, ένας πόλεμος ονομάτων ξέσπασε γύρω από τα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά δικαιώματα. Αδυνατώντας να αρνηθούν ότι υπήρχε αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη, ικανοποιούνταν αποκηρύσσοντας τον ως διάδοχο της ρωμαϊκής κληρονομιάς με το επιχείρημα ότι οι Έλληνες δεν είχαν καμιά σχέση με τη ρωμαϊκή κληρονομιά. Ο Πάπας Νικολάος Α` έγραψε στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ`, «Παύσατε να αποκαλείστε `Αυτοκράτωρ Ρωμαίων,` αφού οι Ρωμαίοι των οποίων ισχυρίζεστε ότι είστε Αυτοκράτορας, είναι στην πραγματικότητα βάρβαροι, κατά τη γνώμη σας».
    Στο εξής, ο αυτοκράτορας στην Ανατολή ήταν γνωστός και μνημονευόταν ως Αυτοκράτωρ Ελλήνων και η χώρα τους ως Ελληνική Αυτοκρατορία, διατηρώντας και τους δύο «Ρωμαϊκούς» τίτλους για τον Φράγκο βασιλιά. Το ενδιαφέρον και των δύο πλευρών ήταν περισσότερο κατ’ όνομα παρά πραγματικό. Καμιά γη δε διεκδικήθηκε ποτέ, αλλά η προσβολή που οι Βυζαντινοί αισθάνθηκαν για την κατηγορία καταδεικνύει πόσο συναισθηματικά συνδεδεμένοι ήταν με το όνομα Ρωμαίος. Πραγματικά, ο Επίσκοπος Λιουτπράνδος (Cremon Liutprand), απεσταλμένος της φραγκικής αυλής, φυλακίστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, επειδή δεν αναφέρθηκε στον Ρωμαίο αυτοκράτορα με τον κατάλληλο τίτλο του. Η φυλάκισή του ήταν αντεκδίκηση για την ίδρυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον βασιλιά του, τον Όθωνα Α`.
    Σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς οι «Ρωμαίοι» των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου αποτελούσαν έθνος που σε μεγάλο βαθμό, και ειδικά μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204, ταυτίζεται με το νεότερο ελληνικό έθνος.

    Ο πρώτος που διατύπωσε αυτή την άποψη ήταν ο Α. Καλδέλλης (καθηγητής βυζαντινολόγος στο Παν/μιο του Οχάιο). Κατά τη γνώμη του οι Ρωμαίοι δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους Έλληνες πριν το 1204 και ο Ελληνισμός ήταν κατασκευή των μορφωμένων η οποία κατά την Αυτοκρατορία της Νίκαιας έγινε το κύριο συστατικό μια εθνικιστικής ιδεολογίας..
    Ο Χρήστος Μαλατράς διαπιστώνει ότι οι Ρωμαίοι των πηγών του 12ου-13ου αιώνα αποτελούν εθνική ομάδα που αναφέρεται με τους πρακτικά συνώνυμους όρους γένος, έθνος και φύλο. Ο όρος «Ρωμαίος» δεν ταυτίζεται με τον υπήκοο του Βυζαντίου αφού αποδίδεται και σε χριστιανούς υπό τον Τούρκο σουλτάνο ενώ υπάρχουν υπήκοοι του Βυζαντίου που δεν θεωρούνται Ρωμαίοι αλλά «αλλογενείς» και «βάρβαροι». Επίσης διαπιστώνει ότι ο όρος δεν είναι κατασκευή των μορφωμένων αφού αναγνωρίζεται και από τον λαό. Γεωγραφικές περιοχές του Βυζαντίου όπως η Σερβία, η Βουλγαρία και η Κιλικία δεν θεωρούνταν «περιοχές των Ρωμαίων» ενώ ταυτόχρονα «αλλογενείς» κατοικούσαν σε περιοχές Ρωμαίων. Πρόσωπα που δεν υπάκουαν στον αυτοκράτορα δεν έπαυαν να θεωρούνται Ρωμαίοι. Δεν ονομάζονταν έτσι οι Σλάβοι και Αιγύπτιοι χριστιανοί ορθόδοξοι ούτε αρκούσε η γνώση της ελληνικής γλώσσας για να ονομαστεί κάποιος Ρωμαίος. Τα κύρια όρια αυτής της εθνικής ομάδας, η ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα, έπρεπε να είχαν αποκτηθεί εκ γενετής. Την ίδια εποχή (12ος-13ος αι.) οι Ρωμαίοι της αρχαίας Ρώμης γίνονται αντιληπτοί ως Άλλοι. Απορρίπτεται το πρό Κωνσταντίνου λατινικό παρελθόν και αποκαθίσταται το αρχαίο ελληνικό ενώ αναγνωρίζεται ότι η χριστιανική θρησκεία δεν επαρκεί για να σχηματιστεί η ταυτότητα αυτής της εθνικής ομάδας η οποία επιβιώνει στους επόμενους αιώνες μέχρι τον σχηματισμό έθνους-κράτους τον 19ο αιώνα. Τότε επισήμως υιοθετείται το όνομα Έλληνας αντί του Ρωμαίος.

    Την εποχή της πτώσης της Ρώμης οι περισσότεροι κάτοικοι της Ανατολής είχαν φτάσει στο σημείο να θεωρούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς και, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είχαν κάποια ιδέα ότι ήταν Ρωμαίοι. Ακόμη κι αν δε συμπαθούσαν τη διακυβέρνησή τους περισσότερο απ` ό,τι πριν, οι Έλληνες ανάμεσά τους δεν μπορούσαν πλέον να τη θεωρούν ξένη, ότι ασκούνταν από Λατίνους στην Ιταλία. Η ίδια η λέξη Έλλην είχε ήδη αρχίσει να σημαίνει ειδωλολάτρης παρά έναν άνθρωπο ελληνικής φυλής ή που μετείχε στον ελληνικό πολιτισμό. Αντίθετα η συνηθισμένη λέξη για έναν Έλληνα της Ανατολής είχε αρχίσει να είναι το Ρωμαίος, το οποίο εμείς οι σύγχρονοι αποδίδουμε ως Βυζαντινός.
    Ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» επινοήθηκε το 1557, έναν αιώνα περίπου μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Γερμανό ιστορικό Ιερώνυμο Βολφ (Hieronymus Wolf), ο οποίος εισήγαγε ένα σύστημα βυζαντινής ιστοριογραφίας στο έργο του Corpus Historiae Byzantinae, για να διακρίνει την αρχαία ρωμαϊκή από τη μεσαιωνική ελληνική ιστορία, χωρίς να στρέψει την προσοχή προς τους αρχαίους προγόνους τους. Αρκετοί συγγραφείς υιοθέτησαν την ορολογία του στη συνέχεια, αλλά παρέμεινε σχετικά άγνωστη. Όταν το ενδιαφέρον αυξήθηκε, οι Άγγλοι ιστορικοί προτιμούσαν να χρησιμοποιούν ορολογία «ρωμαϊκή» (ο Έντουαρντ Γκίμπον (Edward Gibbon) τη χρησιμοποιούσε με έναν ιδιαίτερα μειωτικό τρόπο)• ενώ οι Γάλλοι ιστορικοί προτιμούσαν να την ονομάζουν «ελληνική». Ο όρος επανεμφανίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και από τότε έχει κυριαρχήσει πλήρως στην ιστοριογραφία, ακόμη και στην Ελλάδα, παρά τις αντιρρήσεις του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου (ισχυρού Έλληνα ομολόγου του Gibbon) ότι η αυτοκρατορία θα έπρεπε να καλείται «Ελληνική». Λίγοι Έλληνες λόγιοι υιοθέτησαν την ορολογία εκείνη την εποχή, αλλά έγινε δημοφιλής μόνο το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.

    Η είσοδος των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη, του Ευγένιου Ντελακρουά, 1840. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους όξυνε τον ελληνικό εθνικισμό και την απέχθεια για τους Λατίνους, κάτι που απεικονίζεται στα έγγραφα της εποχής.

    H εξωεκκλησιαστική χρήση της ονομασίας Έλληνας αναβίωσε τον 9ο αιώνα, μετά την έκλειψη του παγανισμού, που δεν ήταν πλέον απειλή για την κυριαρχία του Χριστιανισμού. Ο όρος στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία απέκτησε αρχικά την πολιτισμική του σημασία και μέχρι τον 11ο αιώνα απέκτησε την αρχική του σημασία: του ανθρώπου με ελληνική καταγωγή, συνώνυμου εκείνη την εποχή με τον όρο Ρωμαίος.
    Η επανίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης στο παλάτι της Μαγναύρας δημιούργησε ενδιαφέρον για την απόκτηση γνώσης, ιδιαίτερα στις ελληνικές σπουδές. Ο Πατριάρχης Φώτιος Α΄ ενοχλείτο που «οι ελληνικές σπουδές προτιμώνταν αντί των πνευματικών έργων». Ο Μιχαήλ Ψελλός λαμβάνει ως φιλοφρόνηση τα λόγια του Αυτοκράτορα Ρωμανού Γ`, ότι «είχε ελληνική ανατροφή» και ως αδυναμία του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ`την έλλειψη ελληνικής εκπαίδευσης , ενώ η Άννα Κομνηνή ισχυριζόταν ότι «κατείχε τη σπουδή των Ελληνικών στο μέγιστο βαθμό» και, σχολιάζοντας την ίδρυση ορφανοτροφείου από τον πατέρα της, ανέφερε πως «εκεί μπορούσε να δει κανείς να εκπαιδεύεται ένας Λατίνος, ένας Σκύθης να μελετά Ελληνικά, ένας Ρωμαίος να διαβάζει ελληνικά κείμενα κι ένας αγράμματος Έλληνας να μιλάει σωστά Ελληνικά» . Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να λεχθεί πως οι Βυζαντινοί ήταν Ρωμαίοι σε πολιτικό επίπεδο αλλά Έλληνες στην καταγωγή.
    Ο Ευστάθιος ο Θεσσαλονικεύς αποσαφηνίζει το διαχωρισμό αυτό στην αναφορά του για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204: στους εισβολείς αναφέρεται με το γενικό όρο Λατίνοι, περιλαμβάνοντας τους συναφείς με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ενώ με τον όρο Έλληνες αναφέρεται στον κυρίαρχο πληθυσμό της αυτοκρατορίας .
    Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, τονίζεται ο ελληνικός εθνικισμός. Ο Νικήτας Χωνιάτης υπογράμμιζε τα αίσχη των Λατίνων απέναντι στους Έλληνες στην Πελοπόννησο . Ο Νικηφόρος Βλεμμύδης ανέφερε ως «Έλληνες» τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες .
    Ο δεύτερος Αυτοκράτορας της Νίκαιας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης απηύθυνε μια επιστολή στον Πάπα Γρηγόριο Θ` σχετικά με τη «φρόνηση, η οποία επιδαψιλεύει το Ελληνικόν Έθνος». Υποστήριζε ότι η μεταβίβαση της αυτοκρατορικής εξουσίας από την Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη υπαγορεύθηκε από εθνικούς μάλλον παρά από γεωγραφικούς λόγους και, κατά συνέπεια, δεν ανήκε στους Λατίνους που είχαν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη: Η κληρονομιά του Κωνσταντίνου του Μεγάλου μεταβιβάσθηκε στους Έλληνες, έτσι υποστήριζε, και αυτοί μόνοι ήσαν οι κληρονόμοι και διάδοχοί του. Ο γιος του Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις επιθυμούσε σφοδρότατα να προβάλει το όνομα των Ελλήνων, με πραγματικό εθνικιστικό ζήλο. Προέβαλε ως επιχείρημα ότι «η Ελληνική φυλή επικρατεί των άλλων γλωσσών» και ότι «κάθε τομέας φιλοσοφίας και κάθε μορφή γνώσης είναι επινόηση των Ελλήνων… Τι έχετε, εσείς, ώ Ιταλοί, να επιδείξετε;»
    Η εξέλιξη του ονόματος ήταν αργή και ποτέ δεν αντικατέστησε πλήρως το «ρωμαϊκό» όνομα. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς ονόμασε το ιστορικό έργο του «Ρωμαϊκή Ιστορία». Ο Αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ` Καντακουζηνός, μέγας υποστηρικτής της ελληνικής παιδείας, στα απομνημονεύματά του αναφέρεται πάντα στους Βυζαντινούς με τον όρο «Ρωμαίοι», εν τούτοις σε μια επιστολή που του απέστειλε ο Σουλτάνος της Αιγύπτου Νάσερ Χασάν μπεν Μοχάμεντ, τον μνημονεύει ως «Αυτοκράτορα των Ελλήνων, Βουλγάρων, Ασάνων, Βλάχων, Ρώσων και Αλανών», όχι όμως των «Ρωμαίων». Τον επόμενο αιώνα ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων υπέδειξε στον Κωνσταντίνο 11ο Παλαιολόγο ότι ο λαός, του οποίου ηγείται, είναι «Έλληνες, όπως πιστοποιεί η φυλή, η γλώσσα και η παιδεία τους», ενώ οΛαόνικος Χαλκοκονδύλης συνηγορούσε υπέρ της ολοσχερούς αντικατάστασης του όρου «Ρωμαίοι» με τον όρο «Έλληνες». Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος τελικά ανακήρυξε την Κωνσταντινούποληως το «καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και αγάπη όλων των Ελλήνων».

    Μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής, ξεκίνησε μια σφοδρή ιδεολογική διαμάχη ανάμεσα στις τρεις διαφορετικές ονομασίες των Ελλήνων. Η διαμάχη αυτή κόπασε για κάποιο χρονικό διάστημα μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, αλλά επιλύθηκε οριστικά μόλις στις αρχές του 20ού αιώνα, μετά την κατάληψη της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους.

    Η προετοιμασία του ελληνισμού για την εθνική του αφύπνιση, είναι σαφές ότι περιέχει πολλές παραμέτρους οι οποίες και θα αναλυθούν, ώστε να γίνουν κατανοητές οι ζυμώσεις της προεπαναστατικής περιόδου. Η συμβολή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στην προετοιμασία της αφύπνισης του ελληνικού έθνους είναι μεγάλη, καθώς με τα έργα των Ελλήνων διανοούμενων της εποχής, συνέβαλλαν στη διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης, της γλώσσας και της εκπαίδευσης των Ελλήνων. Οι διανοούμενοι θεώρησαν την παιδεία βασικό θεμέλιο της εθνικής αφύπνισης. Το πνευματικό αυτό κίνημα αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη για τoν σκοπό αυτό, μεταφέροντας τις ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού με την μετάφραση των έργων των μεγάλων Διαφωτιστών της Δύσης. Ως αποτέλεσμα του ξεσπάσματος του Αιώνα των Φώτων την περίοδο αυτή στην Ευρώπη, παρατηρείται το φαινόμενο της εμφάνισης εθνικών ομάδων οι οποίες, αν κι ακόμη ζουν μέσα στις πολυεθνικές αυτοκρατορίες, αρχίζουν να αναζητούν την ανεξαρτησία τους.
    Στον ελληνικό χώρο τα πράγματα είναι διαφοροποιημένα. Η Ελλάδα ήταν ένα κράμα γλωσσών, πολιτισμών, εθνοτήτων και θρησκειών. Επίσης, ήταν τμήμα μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας η οποία δεν είχε καμία σχέση με την Ευρώπη. Η έλλειψη παιδείας και νόμων ήταν το βασικό χαρακτηριστικό της. Οι σουλτάνοι δεν ήταν φίλοι των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, όπως οι Ευρωπαίοι μονάρχες οι οποίοι τα καλλιεργούσαν στις αυλές τους. Το Οθωμανικό κράτος είχε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα, άλλη κυρίαρχη θρησκεία, άλλους θεσμούς, άλλη πολιτική οργάνωση. Τα έθνη που διαβιούσαν στην αυτοκρατορία χωρίζονταν σε μιλέτια, το μιλέτι των πιστών, το μιλέτι των Εβραίων και το μιλέτι των Ρωμιών (Ρούμ). Είναι, όμως γεγονός ότι οι υπόδουλοι Έλληνες ήταν σε καλύτερη κατάσταση από τα άλλα μιλέτια, καθώς είχαν τη δική τους διοίκηση και συμμετείχαν και στη διοίκηση της Αυτοκρατορίας. Οι βασικές έννοιες που θα προσεγγιστούν, είναι του Γένους και του Έθνους, καθώς και θα αναλυθούν τα τρία εθνικά ονόματα, Ρωμιός, Γραικός και Έλληνας. Είναι γεγονός ότι σε όλη τη διάρκεια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού του οποίου κύριος σκοπός ήταν ο φωτισμός του Γένους και η προετοιμασία για την ανάστασή του, εκφράστηκαν απόψεις για το θέμα του ονοματισμού του αλλά και της γλώσσας του.

    …………………………

  14. ……………………..

    Οι έννοιες Γένους και Έθνους άλλοτε συγκλίνουν και άλλοτε αποκλίνουν. Στα κείμενα του Διαφωτισμού συνυπάρχουν και οι δύο, πολλές φορές με διαφορετικές αποχρώσεις. Στην αρχή, το Γένος βασίζεται στην καταγωγή, ενώ σε μεταγενέστερους εκπροσώπους του Διαφωτισμού και κυρίως τους ριζοσπαστικούς χάνει την οικουμενικότητά του. Κι αυτό για το λόγο ότι, οι επιδιώξεις του Γένους αλλάζουν και στρέφεται προς τη δημιουργία εθνικού κράτους και έτσι, εμφανίζεται ο όρος Έθνος. Με τον όρο Γένος εννοείται το σύνολο των Ελλήνων που κατοικεί στην πάλαι ποτέ Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το οποίο είναι κληρονόμος της. Κύρια επιδίωξη, η ανάσταση της αυτοκρατορίας που τώρα βρίσκεται εφήμερα κάτω από την κυριαρχία άπιστου κατακτητή με την ανοχή του οποίου, οι υπόδουλοι αναρριχήθηκαν στις διοικητικές τάξεις και έλαβαν μέρος της εκτελεστικής εξουσίας καθώς και προνόμια . Κατά κάποιο τρόπο το Γένος είναι σε αναλογία με τη θρησκευτική ταυτότητα των Ελλήνων, δεν ερχόταν σε ρήξη με την αυτοκρατορία και ήταν ενταγμένο στο μιλέτ, τη θρησκευτική ομάδα που ήταν θεσμός των Οθωμανών. Αντίθετα το Έθνος, εκφράζει τις νέες ιδέες. Ο όρος είναι αποτέλεσμα των εθνικιστικών τάσεων, βασισμένος στα κηρύγματα των Διαφωτιστών, της Γαλλικής επανάστασης και στη στροφή προς την Αρχαία Ελλάδα με πρότυπα την Αθήνα και τη Σπάρτη. Η επιδίωξη εδώ είναι η δημιουργία εθνικού δημοκρατικού κράτους, το οποίο δεν έχει κέντρο του την Πόλη αλλά την κυρίως Ελλάδα. Παρατηρείται η εμφάνιση του όρου, «ελληνική πατρίδα». Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε, το Έθνος δεν έχει να κάνει με τη θρησκεία αλλά με την πολιτική και είναι μεταγενέστερο . Η ύπαρξη των όρων αυτών έρχεται σε αντιστοιχία και με την ονοματοθεσία των Ελλήνων στην οποία κυριαρχούν τρία ονόματα.
    Καταρχήν, είναι οι Ρωμιοί που υποστηρίζονται από τους εκπροσώπους της Εκκλησίας και τα μέλη της άρχουσας ελληνικής τάξης, στενά συνδεδεμένα με αυτή, τους Φαναριώτες, καθώς και οι αξιωματούχοι του σουλτάνου οι οποίοι έχουν στα χέρια τους την τοπική αυτοδιοίκηση. Φυσικά, οι πρόμαχοι του τίτλου αυτού επιθυμούν τη, με κάθε τρόπο, διατήρηση του Αυτοκρατορικού μοντέλου. Ο όρος Ρωμιός την εποχή αυτή είναι γεγονός ότι κατέχει περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα, παρά πολιτικό ή εθνικό. Ο Καταρτζής δίνοντας τον ορισμό της έννοιας, την εξισώνει με τη θρησκεία, Ρωμιός χριστιανός. Βασίζεται, δηλαδή, στον προσδιορισμό του έθνους μέσα από το χώρο του μιλετίου και όχι της ιθαγένειας . Η καταγωγή του ονόματος των Ρωμιών έρχεται από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι γνωστό ότι κατά τους πρώτους αιώνες της, οι θεσμοί και η δομή της, ήταν εξισωμένοι με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της οποίας φυσική συνέχεια ήταν η Βυζαντινή. Με τον εξελληνισμό της, όμως, άρχισε να μεταβάλλεται και να απομακρύνεται από αυτήν. Όχι, όμως, και το όνομα που εξακολούθησε να δηλώνει την ταυτότητα των κατοίκων της αυτοκρατορίας . Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Εκκλησία η οποία εκπροσωπούνταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, ήταν αυστηρά ιεραρχημένη, ενώ παράλληλα, τύγχανε προνομίων, όπως οικονομική διαχείριση, δικαστική εξουσία και σχετική διοικητική αυτονομία. Ο Πατριάρχης ήταν ενταγμένος στους διοικητικούς θεσμούς των Οθωμανών, και όπως γινόταν για όλα τα αξιώματα, ιδίως κατά την εποχή που αναφέρεται, λάμβανε τον πατριαρχικό θώκο με εξαγορά από το κράτος. Το Πατριαρχείο προσπάθησε να προβάλλει τη γλώσσα των εκκλησιαστικών κειμένων και τη διδασκαλία της, έχοντας έδρα του τη συνοικία, Φανάρι, της Πόλης, όπου και εδραιώθηκε και η ελληνική αριστοκρατία, οι Φαναριώτες.
    Οι Φαναριώτες αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα του Γένους για το λόγο ότι, είχαν στα χέρια τους εκτελεστική εξουσία. Η διοικητική μηχανή των Οθωμανών στηριζόταν στο Βυζάντιο εξαιτίας, όμως, της αποφυγής των σουλτάνων να δίνουν σε ομόθρησκά τους άτομα υψηλές διοικητικές θέσεις, τις πρόσφεραν στην αριστοκρατική τάξη των Ελλήνων. Τα αξιώματα του Μεγάλου Δραγουμάνου και του Δραγουμάνου του Στόλου δόθηκαν στους Φαναριώτες. Μπαίνοντας οι υπόδουλοι στην διοίκηση των απίστων, το θεώρησαν σαν απαρχή της αφύπνισής τους. Με την πάροδο του χρόνου, οι Φαναριώτες κέρδιζαν όλο και μεγαλύτερα προνόμια και αξιώματα. Γίνονταν Οσποδάροι, διοικητές των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών. Εκεί, όντας όμοροι με την Ευρώπη, έφεραν στις Αυλές τους την επιστήμη, τη διανόηση και την παιδεία των Διαφωτιστών. Με αυτόν τον τρόπο, πέρασαν οι νέες ιδέες στον Ελληνικό χώρο. Τέλος, οι Φαναριώτες είχαν και καλή σύνδεση με τη Ρωσία πάνω στην οποία αυτοί και η Εκκλησία στήριζαν τις ελπίδες τους για απελευθέρωση. Σε πολλές περιοχές της σημερινής κυρίως Ελλάδας, υπήρχε οργανωμένη τοπική αυτοδιοίκηση με κύριο μέλημά της τη συλλογή της φορολογίας. Και αυτοί οι αξιωματούχοι, οι κοτζαμπάσηδες, οι πρόκριτοι και οι δημογέροντες ήταν με το μέρος των Φαναριωτών και της Εκκλησίας. Ελπίδα τους ότι με την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που ήδη διαφαινόταν, θα ανέβαιναν Χριστιανοί, ακόμη και στον Αυτοκρατορικό θρόνο και θα έφερναν την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
    Παράλληλα με το όνομα των Ρωμιών, η ονομασία Γραικοί υποστηρίζεται από παράγοντες του εξωτερικού και τους Έλληνες της διασποράς. Ήδη από παλαιότερα υπήρχαν στην Ευρώπη Ελληνικές παροικίες στις οποίες παρατηρήθηκε μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα. Είναι γνωστό ότι μετά την άλωση πολλοί Βυζαντινοί λόγιοι πήγαν στην Ευρώπη και βοήθησαν στη μελέτη των Αρχαίων Ελλήνων, πάνω στην οποία είχαν στηριχθεί το κίνημα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Εξαιτίας των πολιτικών ζυμώσεων που λαμβάνουν χώρα στην Ευρώπη την περίοδο αυτή, έρχονται σε άμεση επαφή με τις νέες πολιτικές ιδέες και όπως είναι φυσικό, έρχονται σε ρήξη με το αυτοκρατορικό μοντέλο. Οι παράγοντες αυτοί είναι οι έμποροι, επιχειρηματίες, καθώς και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα τα οποία ενστερνίζονται τις ριζοσπαστικές ιδέες, επιθυμώντας κοινωνική ανάδειξη και συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων. Η στροφή προς την Ευρώπη έγινε κάτω από συγκεκριμένους παράγοντες. Πρώτα, πρώτα ήταν ομόδοξη, παρά τις δογματικές διαφορές. Επίσης, θαύμαζε το αρχαίο Ελληνικό μεγαλείο, ενώ ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός θεμελιωνόταν στον Ελληνορωμαϊκό. Το γεγονός της παραμονής των Ελλήνων στην Ευρώπη τους βοήθησε ώστε να λάβουν ευρωπαϊκή παιδεία και σκέψη. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι έδωσαν σε πολλούς Έλληνες την ελπίδα ότι θα απελευθερωνόταν η Ελλάδα από τονΝαπολέοντα. Το γεγονός αυτό γινόταν πιο έντονο με την διάδοση της πιθανότητας ότι εκείνος καταγόταν από την Ελλάδα. Ο πολιτικός στόχος του Γάλλου Αυτοκράτορα, όμως, καμία σχέση δεν είχε με τις επιδιώξεις των Ελλήνων. Το σίγουρο είναι ότι από τους πολέμους αυτούς επωφελήθηκαν οι Έλληνες έμποροι οι οποίοι κινδυνεύοντας διακινούσαν στα ευρωπαϊκά λιμάνια τα προϊόντα τους, εκεί που ο αποκλεισμός του Ναπολέοντα δεν επέτρεπε την είσοδο αγγλικών καραβιών.
    Οι παράγοντες αυτοί, λοιπόν, ώθησαν τους υπόδουλους να ελπίζουν ανάλογα με τις απόψεις τους σε δύο κυρίως δυνάμεις, τη Ρωσία και τη Γαλλία. Καταρχήν, στηρίζονταν στη Ρωσία, η οποία βασιζόμενη στην ελπίδα των Ελλήνων ότι ήταν φυσικός προστάτης τους, ως ομόδοξη, προσπαθούσε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Κύρια επιδίωξη της Ρωσίας ήταν η έξοδός της στον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο και αυτό αποτέλεσε αιτία πολλών ρωσοτουρκικών πολέμων. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η ουσιαστικότερη συμβολή της Ρωσίας ήταν η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774. Με αυτήν τη συνθήκη τα ελληνικά πλοία μπορούσαν με ρωσική σημαία να διασχίζουν το Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο. Ουσιαστικά, όμως, ήταν συνθήκη που ρύθμιζε τις ρωσοτουρκικές διαφορές. Όσο για τα ελληνικά πλοία, αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη κίνηση των Ρώσων υπέρ των Ελλήνων, αλλά απλά μία θετική συγκυρία. Εξάλλου, κατατοπιστικός σχετικά με τους Ρώσους και του θρύλου περί «Ξανθού Γένους», είναι ο Αδαμάντιος Κοραής στο έργο του. Ο Κοραής θεωρεί ότι οι Έλληνες πρέπει να βασιστούν στην Γαλλία, στηριζόμενος στο Διαφωτισμό που έχει προηγηθεί αλλά και στη ρωσική κυριαρχία στα Επτάνησα, η οποία δεν βοήθησε σε τίποτα τους Επτανήσιους, και με ενδιαφέροντα επιχειρήματα εξισώνει τους Γάλλους με τους Αρχαίους Έλληνες. Ο Κοραής γενικά προτείνει την υιοθέτηση του ονόματος Γραικός, για τον λόγο ότι οι Ευρωπαίοι αποκαλούσαν τους Έλληνες με αυτόν τον τρόπο. Ο ίδιος είχε ζήσει στη Γαλλία και θεωρούσε ότι η στροφή σ’ αυτήν είναι απαραίτητη γιατί, η αφύπνιση του Γένους έπρεπε να στηριχθεί στην παιδεία, άρα στο σχολείο της Ευρώπης τη Γαλλία. Είναι αντίθετος με το αυτοκρατορικό μοντέλο και την ονομασία Ρωμιός, ενώ παράλληλα προτείνει το όνομα Έλληνας.
    Τέλος, η ονομασία Έλληνες, υποστηρίζεται κυρίως από αυτούς που θεωρούν απαραίτητη τη σύνδεση με την αρχαιότητα. Έρχονται και αυτοί σε σύγκρουση με το αυτοκρατορικό μοντέλο και καταφεύγουν στην ευρωπαϊκή βοήθεια με κυριότερο αίτημα την ένταξή τους στο δυτικό κόσμο. Αποστρέφονται το Βυζάντιο το οποίο εξάλλου είχε καταδιώξει το αρχαιοελληνικό πνεύμα. Η ονομασία αυτή συνδέεται με την γέννηση της εθνικής συνείδησης που ήταν αποτέλεσμα της έλευσης των Διαφωτιστικών ιδεών και της εθνικιστικής έξαρσης στην Ευρώπη. Κορμός αυτής της κίνησης ήταν η αναζήτηση της κοινής καταγωγής με τους Αρχαίους Έλληνες και της αναγωγής της αρχαιότητας σε καίριο κρίκο για την εθνική αφύπνιση και ολοκλήρωση. Είναι γεγονός ότι η σύνδεση με την αρχαιότητα έγινε σε πρώτο βαθμό με την εμφάνιση αρχαιοελληνικών ονομάτων στα παιδιά των Ελλήνων και στα πλοία τους. Επίσης, η συμβολή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού σ’ αυτήν την κατεύθυνση στάθηκε μεγάλη. Το κίνημα βοήθησε στη διάδοση των αρχαίων ιδεών με τη μελέτη τους και στην προσπάθεια μορφοποίησης μιας ελληνικής γλώσσας καθαρής από τις ξένες επιρροές και κοντινής στην Αρχαία Ελληνική. Αν και οι απόψεις ποικίλουν μεταξύ των διαφωτιστών, αρχαϊστών και δημοτικιστών, χαρακτηριστική είναι η άποψη του πλέον μετριοπαθούς Διαφωτιστή, του Αδαμάντιου Κοραή, που πρότεινε τη μέση οδό και στη γλώσσα. Το σημαντικό στοιχείο είναι η τάση της απομάκρυνσης από τους συντηρητικούς κύκλους και η συνειδητοποίηση ότι για την απελευθέρωση είναι απαραίτητη η σύνδεση με τους προγόνους.
    Χαρακτηριστική είναι η άποψη των Δημητριέων οι οποίοι προτείνουν την ονομασία Έλληνες εξηγώντας παράλληλα και την προέλευση των άλλων δύο ονομασιών, Ρωμιών και Γραικών. Οι Δημητρειείς μιλούν υποτιμητικά για το όνομα Ρωμιός, επειδή αυτό προέρχεται από τους Ρωμαίους που ήταν τύραννοι της Ελλάδας . Τέλος είναι και η άποψη του Ρήγα ο οποίος, αν και αναθρεμμένος σε Φαναριώτικο περιβάλλον, μίλησε για Έλληνες και μία πολυεθνική Ελληνική Δημοκρατία στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι προφανές ότι μεταξύ των δύο τελευταίων ονομασιών ενυπάρχει μία συγγένεια, ως προς τις επιδιώξεις τους. Οι υποστηρικτές των όρων αυτών είναι οι ριζοσπάστες, αυτοί που δεν αποδέχονται την Αυτοκρατορία και την «Ελέω Θεού» εξουσία. Είναι εκείνοι που ενστερνίστηκαν και αφομοίωσαν τα διδάγματα των καιρών και έστρεψαν τις ελπίδες τους στην Ευρώπη και τη Δύση. Εκείνοι που πρώτοι απαίτησαν πλήρη ανεξαρτητοποίηση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αντιμετώπισαν το Έθνος όχι σαν ποίμνιο, αλλά σαν έθνος που θέλει, και δικαιούται, να αποφασίζει για την τύχη του. Συμπερασματικά, μέσα στις ιδεολογικές και πολιτικές ανακατατάξεις της περιόδου τίθενται θεμελιώδη ζητήματα για τον ελληνισμό. Η περίοδος αυτή είναι από τις πλέον σημαντικές για το λόγο ότι αποτελεί την απαρχή της εθνικής παλιγγενεσίας και της επιδίωξης για την απομάκρυνση των Ελλήνων από το πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο είναι η διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης και της εθνικής ταυτότητας. Σ’ αυτήν την περίοδο τίθενται οι βάσεις για τη διαμόρφωση της νεοελληνικής γλώσσας και την απαλλαγή της από τις ξένες προσμείξεις, και της παιδείας αμφότερα στοιχεία ταυτότητας και διαμόρφωσης του Νεοέλληνα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες θα οδηγήσουν την ελληνική κοινωνία στην ανάσταση και θα θέσουν τις βάσεις του Νεοελληνικού Κράτους.

    http://kyklwpas.blogspot.gr/2016/09/greeks.html?utm_source=twitterfeed&utm_medium=facebook


Σχολιάστε