-Ποντιακό Ζήτημα και Μικρασιατική Καταστροφή

Ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα, σε ένθετη έκδοση, πραγματοποίησε η εφημερίδα Το Παρόν την Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009. Συμμετείχα με το παρακάτω κείμενο, που δημοσιεύτηκε με τίτλο: «Ποντιακό Ζήτημα και Μικρασιατική Καταστροφή» σελ. 43-45

0004__0004__0004__

Μια από τις πολύ ενδιαφέρουσες, παρότι άγνωστη,  πλευρές του Μικρασιατικού Ζητήματος ήταν τα του Πόντου. Ο Πόντος βρισκόταν στην περιοχή της βορειοανατολικής Μικράς Ασίας. Παρόλη τη μεγάλη σάρωση0001__μετανάστευση προς τη Ρωσία που είχε αρχίσει από τον 19ο αιώνα,  οι Έλληνες υπήρχαν σε αξιοσημείωτα μεγέθη μεταξύ των σύνοικων μουσουλμανικών πληθυσμών. Επίσης ενδιαφέρον έχει το γεγονός –παρότι είχε μικρή σημασία στις συγκεκριμένες συνθήκες όπου το κύριο κριτήριο της ένταξης ήταν η θρησκευτική τοποθέτηση-  ότι μεγάλο μέρος των μουσουλμάνων του Πόντου ήταν ελληνογενές και ελληνόφωνο. 

Το Ζήτημα του Πόντου ήταν μέρος του ευρύτερου Μικρασιατικού Ζητήματος. Η ευκαιρία επίλυσής του χάθηκε κυρίως ως αποτέλεσμα της ανορθολογικής πολιτικής του Λαϊκού Κόμματος μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του ’20, όταν επέλεξε να διαρρήξει (για την επαναφορά του φιλογερμανού Κωνσταντίνου στον θρόνο) τις συμμαχικές σχέσεις σε μια πολύ κρίσιμη στιγή για το Ποντιακό Ζήτημα. Τη στιγμή ακριβώς που το αίτημα για δημιουργία της Δημοκρατίας του Πόντου είχε ενσωματωθεί στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης και οι Βρετανοί πιθανότατα θα αποδέχονταν τη ριζοσπαστική αυτή πρόταση. Εν τέλει οι Πόντιοι, όπως και οι υπόλοιποι Μικρασιάτες συντοπίτες τους, θα υποστούν την εγκληματική πολιτική των μοναρχικών της «Μικράς πλην εντίμου Ελλάδος» και του  «Οίκαδε» και οι επιζήσαντες θα καταφύγουν πρόσφυγες στην Ελλάδα και στη Σοβιετική Ένωση.

Διαφωτισμός και Πόντος

Οι Έλληνες του Πόντου, μέσω της διανόησής τους, είχαν δεχτεί τις επιρροές του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, παράλληλα με τα ιδεολογικά ρεύματα που αναπτύσσονταν στη Ρωσία. Από τις μεγάλες φαναριώτικες 0018__ποντιακές οικογένειες του 19ου αιώνα (Υψηλάντες, Μουρούζηδες), που διατηρούσαν σχέσεις με τον Πόντο και ενίσχυαν την εκπαιδευτική κίνηση, μέχρι τους νεότερους διανοούμενους όπως ο Γεώργιος Σκληρός, η ποντιακή διανόηση συμμετείχε με τον τρόπο της στα δρώμενα.

Ο χώρος του Πόντου, όπως και της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης, είχε αντιμετωπίσει ήδη από το 1914 την πολιτική γενοκτονίας που ακολούθησαν οι Νεότουρκοι στο πλαίσιο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η όξυνση των ενδοοθωμανικών αντιθέσεων και η διαφαινόμενη κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας -η οποία από το 1908 είχε βρεθεί πραξικοπηματικά υπό τον έλεγχο των εθνικιστών- ενεργοποίησε τους Πόντιους διανοούμενους. Διατυπώθηκε τότε το αίτημα δημιουργίας δεύτερου ελληνικού κράτους στις νότιες παραλίες της Μαύρης Θάλασσας, ως μοναδική δυνατότητα επιβίωσης του ελληνισμού στη γενέθλια γη. Τον Οκτώβριο του 1917 ο Κ. Κωνσταντινίδης, ένας από τους ηγέτες του ποντιακού κινήματος και πρόεδρος της δυναμικής οργάνωσης της Μασσαλίας είχε ενημερώσει τον Βενιζέλο για τις προθέσεις τους.

Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα βρέθηκε στον κύκλο των νικητών που αποφάσισαν για τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το σύνθετο διεθνές πλαίσιο, τα αντικρουόμενα συμφέροντα των συμμάχων και η άρνηση των Βρετανών να  αποδεχτούν την συμπερίληψη του Πόντου στις μεταπολεμικές διευθετήσεις, οδήγησε τον Βενιζέλο -παρότι αρχικά αμφιταλαντεύτηκε- να αγνοήσει τα αιτήματα Sevresτων Ποντίων και να υποστηρίξει στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι το Δεκέμβριο του 1919, την ενσωμάτωση του Πόντου στην Αρμενία. Μια θέση που εξόργισε τους Έλληνες του Πόντου και τις ποντιακές οργανώσεις, οι οποίες με επικεφαλής το μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο προσπάθησαν να παρέμβουν αυτοτελώς στις Συνδιασκέψεις Ειρήνης προωθώντας το αίτημα δημιουργίας Ελληνικού Κράτους στον Πόντο. Το υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα κατακλύστηκε από τηλεγραφήματα διαμαρτυρίας. Από τη Μασσαλία, το Λονδίνο, το Αλγέρι, τη Νέα Υόρκη κ.ά. οι ποντιακές οργανώσεις κατήγγειλαν “την προβαλλόμενη ιδέα καθ’ ην η πατρίς ημών φέρεται περιλαμβανομένη εντός μέλλοντος αρμενικού κράτους.”

 Ο Βενιζέλος, ο Χρύσανθος και οι Βρετανοί

Ως αποτέλεσμα των αντιδράσεων άλλαξε η πολιτική της κυβέρνησης. Απεστάλησαν στον Πόντο και στον Καύκασο ο συνταγματάρχης Δ. Καθενιώτης και ο Ι. Σταυριδάκης για να εκτιμήσουν την κατάσταση. Ο Βενιζέλος φαίνεται να αποδέχεται εν μέρει τα ποντιακά σχέδια, επιτρέποντας τη δημιουργία ειδικού ποντιακού σώματος στον ελληνικό στρατό, ώστε μελλοντικά να μπορεί να αποσταλεί στον Πόντο.

Οι Πόντιοι συνέχισαν να επιζητούν την ελλαδική βοήθεια και να απαιτούν την αποστολή ελληνικού στρατού στον Πόντο. Για το σκοπό αυτό είχαν συγκεντρώσει τους απαιτούμενους πόρους για τη χρηματοδότηση της επιχείρησης. Βασικό επιχείρημά τους ήταν ότι οι αντάρτικες ποντιακές δυνάμεις, θα μπορούσαν να αποκόψουν τις γραμμές εφοδιασμού των κεμαλικών από τους σοβιετικούς. Το Νοέμβριο του 1919 οι Βρετανοί απέρριψαν σχέδιο αποστολής του ποντιακού τμήματος του ελληνικού στρατού στο Βατούμι και τη συγκρότηση επί τόπου ποντιακού στρατού. Ο Ελ. Βενιζέλος, με αφορμή τη βρετανική άρνηση επανήλθε στις απορριπτικές του θέσεις και επαναμετάθεσε το Ποντιακό Ζήτημα στο πλαίσιο του Αρμενικού. Η στάση αυτή προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση της Εθνοσυνέλευσης του Πόντου.  

 Στις 31 Ιουνίου 1919, ο Χρύσανθος, με υπόμνημά του προς το Βρετανό πρωθυπουργό, ζήτησε ενίσχυση του ποντιακού κινήματος. Πρότεινε τη διάθεση ποντιακών ταγμάτων, τα οποία μαζί με Αμερικανούς θα αναλάμβαναν να διατηρήσουν την τάξη στον Πόντο. Η γενικότερη όμως στάση των συμμάχων ήταν αρνητική. Το Νοέμβριο του 1919 ο συνταγματάρχης Δ. Καθενιώτης πρότεινε, ανεπιτυχώς, στο Βρετανό πρέσβη στην Αθήνα να αποσταλεί στο Βατούμι το Τάγμα Ποντίων που είχε δημιουργηθεί στα πλαίσια του ελληνικού στρατού. Τον Ιανουάριο του 1920 επανέλαβε τις προτάσεις του στο Βρετανό Αρμοστή του Βατούμι για μια ελληνοβρετανική επέμβαση κατά των Τούρκων εθνικιστών και των μπολσεβίκων. Ο Καθενιώτης πρότεινε την απόβαση στην Τραπεζούντα των ποντιακών ταγμάτων, που είχαν δημιουργηθεί στα πλαίσια του ελληνικού στρατού, ώστε να δημιουργηθεί μια μικρή ελεύθερη περιοχή όπου θα κατέφευγαν οι Έλληνες από τη Ρωσία που καταδιώκονταν από τους μπολσεβίκους. Επιπλέον, το απόσπασμα αυτό ενισχυμένο, θα μπορούσε να αναχωρήσει στο εσωτερικό γύρω από το Ερζιγκιάν, ώστε να εξασφαλίσει τα νώτα του αρμενικού στρατού από τους Τούρκους.  

Η πρόταση αυτή συνάντησε την άρνηση της βρετανικής πλευράς. Την αρνητική απάντηση της βρετανικής κυβέρνησης στην πρόταση αυτή εισηγήθηκε ο Βρετανός αρμοστής στο Βατούμι Γουόρντροπ (Wardrop). Tην απόρριψη της πρότασης, παρόλο που αυτή εξυπηρετούσε άριστα τον αντιμπολσεβικικό αγώνα της Αντάντ, ο Δ. Καθενιώτης ερμηνεύει ως αποτέλεσμα της υποκειμενικής στάσης του Άγγλου Αρμοστή να αποδεχτεί τη μεταφορά των Ταγμάτων του Πόντου στο Βατούμι, γιατί ήταν φανατικός σλαβόφιλος.  Ο μητροπολίτης Χρύσανθος δήλωσε για τον Βενιζέλο ότι ήταν «Απλη­ρο­φόρητος στο ζήτημα του Πόντου»

xrysanthos0389678968976 (αριστερά: ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, δεξιά: ο Ελευθέριος Βενιζέλος)

Η αλλαγή της στάσης του Βενιζέλου και το Υπόμνημα προς τους Βρετανούς 

Η εμφάνιση του εθνικιστικού τουρκικού κινήματος του Κεμάλ, ελάχιστα απείλησε τα ελληνικά συμφέροντα κατά την πρώτη περίοδο ανάπτυξής του.  Θορύβησε και ενόχλησε όμως πολύ τους Βρετανούς. Ενώ τα ένοπλα τουρκικά σώματα πουθενά δεν είχαν καταφέρει να αμφισβητήσουν την υπεροχή των ελληνικών στρατευμάτων σε διπλωματικό επίπεδο  «από το Μάϊο του 1919 ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εκμαιεύσει την υπόσχεση του Βρετανού ομολόγους για  χορήγηση πολεμικού υλικού και την παροχή οικονομικών μέσων, προκειμένου να φέρει εις πέρας ότι είχε επιφορτιστεί από τους Συμμάχους επ’ ονόματί τους.»

Ήταν τόσο ευνοϊκό το κλίμα και τόσο ξεκάθαρη η πολιτική και στρατιωτική προοπτική εκείνη τη στιγμή, ώστε ο Λόιδ Τζόρτζ θα εκφραστεί ως εξής: «Τίποτα λιγότερο της προδοσίας από την ελληνική πλευρά ή ανικανότητας που ισοδυναμεί με προδοσία, δεν θα ήταν δυνατόν να καταστήσει τυς Τούρκους της Ανατολίας ικανούς να επιδράμουν στη Σμύρνη και να ρίξουν τους Έλληνες στη θάλασσα». 

Το καλοκαίρι του 1920, ο Βενιζέλος θα λάβει τις εκθέσεις των Σταυριδάκη και Καθενιώτη, με τις οποίες προτρέπεται να αποδεχτεί αμέσως τα ποντιακά αιτήματα. Ο Βενιζέλος άλλαξε για άλλη μια φορά στάση και ανακοίνωσε στο Βρετανό πρωθυπουργό το σχέδιό του για επέμβαση στον Πόντο με στόχο τη δημιουργία ελληνικού κράτους εκεί. Ο Αλέξης Αλεξανδρής γράφει ότι τελικά ο Βενιζέλος, λίγο πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου του ‘20, παρόλες τις παλινωδίες του στο Ζήτημα του Πόντου -που κόστισαν πολύτιμο χαμένο χρόνο σε κρίσιμες εποχές- αποφάσισε να αποστείλει ελληνικά στρατεύματα στον Πόντο και ενημέρωσε το Βρετανό πρωθυπουργό Λόιδ Τζορτζ για το σχέδιο επέμβασης στον Πόντο με στόχο τη δημιουργία ελληνικού κράτους εκεί.

 Η αλλαγή αυτή εκφράστηκε με τη σύνταξη ενός τολμηρού υπομνήματος προς τον Λόιδ Τζορτζ στις 5 Οκτωβρίου τα 1920, ώστε να ληφθούν από P1020761__κοινού στρατιωτικά μέτρα κατά του κεμαλικού κινήματος, το οποιο είχε αρχίσει να προκαλεί πονοκέφαλο στους συμμάχους.  Με το Υπόμνημα ζητήθηκε η οριστική εκδίωξη των Τούρκων από την Κωνσταντινούπολη και η δημιουργία ενός νέου κράτους στον Πόντο από τους Έλληνες γηγενείς, στο οποίο θα επέστρεφαν και όσοι είχαν εκδιωχθεί και εγκατασταθεί στη νότια Ρωσία. Ο Πόντος θα περιλάμβανε το βιλαέτι της Τραπεζούντας, εκτός του Σαντζακίου του Λαζιστάν, καθώς και τα αντίστοιχα της Σινώπης, της Αμάσειας, της Τοκάτης και του Καραχισάρ.

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος μετακύλιε το βάρος εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών από τους ελληνικούς ώμους  στους Συμμάχους.  Η πρόταση για αναθεώρηση της Συνθήκης εις βάρος των Τούρκων με τη δημιουργία δύο νέων κρατών, του Πόντου και της Κωσταντινούπολης αρχικά δημιούργησε αμηχανία στο βρετανικό επιτελείο.

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος έθετε τους Βρετανούς μπρος στις ευθύνες τους, τη στιγμή που η αντίληψή τους για το κεμαλικό κίνημα ήταν εξαιρετικά αρνητικά και δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί γέφυρες επικοινωνίας. Ουσιαστικά ο Βενιζέλος τους καλούσε να συντρίψουν από κοινού το κεμαλικό κίνημα  με βάση ένα κοινό σχέδιο: ο ελληνικός στρατός μέσα σ’ ένα μήνα θα έφτανε στην Άγκυρα και θα καταλάμβανε και τον Πόντο, ενώ οι Βρετανοί θα αναλάμβαναν να καλύψουν τα μετόπισθεν και θα συνέβαλαν στο εγχείρημα με το ποσό των είκοσι εκατομμυρίων στερλινών.  Μετά από έξη μήνες θα αποχωρούσαν από την Άγκυρα αφού πρώτα είχαν δημιουργήσει αναγκαίες δυνάμεις επιτόπιας χωροφυλακής. Ο Πόντος θα μετατρεπόταν σε ανεξάρτητο κράτος.

Παρότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες του βρετανικού υπ. Εξ. διατύπωναν σοβαρές επιφυλάξεις που επικεντρώνονταν κυρίως στην αναίρεση των πρόσφατα συμβατικά συνομολογημένων εδαφικών όρων. Όμως ο Βρετανός στρατιωτικός εκπρόσωπος στη Σμύρνη θεωρούσε ότι «Η me_03απόφαση αναμένεται να είναι καταφατική» και άρα θα άρχιζαν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Κωσταντίνος Σβολόπουλος στο βιβλίο του «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικήςκυριαρχίας στη Μικρά Ασία» παρουσιάζει μια εξαιρετικής σημασίας τηλεγραφική εντολή του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Λόρδου Κώρζον προς τον ύπατο εκπρόσωπό του στην Τουρκία ναύαρχο ντε Ρόμπεκ, με την οποία επισημαινόταν ότι η πρόκληση  «ισχυρών αντιτουρκικών αισθημάτων… είναι δυνατόν να απολήξει σε σοβαρό αίτημα για την αναθεώρηση της συνθήκης με έννοια δυσμενή προς την Τουρκία… Ο κίνδυνος αυτός για την Τουρκία θα επιταθεί αν καθυστερήσει η επικύρωση της συνθήκης υπό τη μορφή που έχει υπογραφεί, εφόσον η παρέλκυση αυτή θα συνεπάγεται στην πραγματικότητα την παράταση της εμπόλεμης κατάστασης».

Ο Σβολόπουλος εκτιμά ότι: «μοιραία πλέον διαφαινόταν η πιθανότητα να υιοθετηθούν, κατά βάση, οι ριζοσπαστικές θέσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου: αναθεώρηση συνομολογημένων διατάξεων της συνθήκης εις βάρος της Τουρκίας, συνέχιση και επέκταση των πολεμικών επιχειρήσεων.»

Όμως το τραγικό για την ελληνική πλευρά είναι ότι το έγγραφο του Κώρζον συντάχθηκε, τρεις ημέρες αφότου οι εκλογές στην Ελλάδα είχαν αναδείξει νικητή το μοναρχικό, φιλογερμανικό Λαϊκό Κόμμα και ο Βενιζέλος είχε πάρει πλέον το δρόμο της εθελούσιας εξορίας.  Δυστυχώς ο Διχασμός και οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Αθήνα δεν επέτρεψαν την υλοποίηση της νέας γραμμής στο Ποντιακό Ζήτημα. Στις 14 Νοεμβρίου 1920 ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές. Αργότερα, η βενιζελική πλευρά υποστήριξε ότι εάν στις εκλογές δεν κέρδιζε η φιλομοναρχική παράταξη, οι σύμμαχοι της Αντάντ θα είχαν «…καλύψει την απελευθέρωση του Πόντου από την Μεραρχία Δ. Καθενιώτη.» 

Οι διάδοχοι του Βενιζέλου πολιτεύτηκαν με έναν τελείως ανορθολογικό τρόπο, ο οποίος τελικά οδήγησε στην Ήττα και τη δικαίωση των επιλογών του τουρκικού εθνικισμού. Κατάφεραν σε μια εξαιρετικά κρίσιμη και σύνθετη στιγμή, που απαιτούσε προσοχή, ευφυϊα και λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς να διαρρήξουν το συμμαχικό μέτωπο με την επαναφορά του φιλογερμανού βασιλιά Κωσταντίνου.  Ο ίδιος ο Τσώρτσιλ, που ανήκε στους Βρετανούς σκεπτικιστές γράφει για τις συνθήκε που δημιούργησαν οι Μοναρχικοί  μετά τις εκλογές: «Θα ήταν παράλογο να ζητήσουμε από τη βρετανική ή τη γαλλική δημοκρατία να κάνουν θυσίες για ένα λαό του οποίου το πραγματικό πνεύμα είχε φανεί με την επιλογή ενός τέτοιου άνδρα. Γι αυτό η επιστροφή του Κωσταντίνου διέλυσε κάθε πίστη των Συμμάχων στηνΕλλάδα και ακύρωσε όλες τις νόμιμες υποχρεώσεις».

Geni Giun από Ελεύθερον Βήμα, 16-10-22__

Γούναρης-Στράτος: Οι σωτήρες της Τουρκίας«… σύμφωνα με την τουρκική εφημερίδα Yeni Giun)

Το τέλος και η τιμωρία των ενόχων και οι προσπάθειες αναθεώρησης

Η εγκληματική πολιτική των κυβερνήσεων του Λαϊκού Κόμματος οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο Πόντος φυσικά εγκαταλείφθηκε από την επόμενη της εκλογικής τους νίκης. Η αδιαφορία και η περιφρόνηση τους για τους ελληνικούς μικρασιατικούς πληθυσμούς φαίνεται από δύο πράξεις τους που είχαν ιδιαίτερα οδυνηρές επιπτώσεις: Στις 13 Ιουνίου 1922, και  ενώ η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος προσπαθούσε να βρει τρόπους εγκατάλειψης της Μικράς Ασίας και επιστροφής “Οίκαδε”, στη «Μικρά πλην Έντιμο»  ψήφισε έναν  εγκληματικό Νόμο με τον οποίο απαγόρευε την εκκένωση της Μικράς.  Με το Νόμο αυτό η μοναρχική κυβέρνηση με τις υπογραφές των Κωσταντίνου, Γούναρη και Ρούφου παρέδιδε τους Έλληνες της Μικράς Ασίας στους Τούρκους εθνικιστές.  Η εγκληματική συμπεριφορά της τότε φιλομοναρχικής ηγεσίας απέναντι στον ελληνισμό της Ανατολής ήταν τέτοια, ώστε και μετά την κατάρρευση του Μετώπου, τον Αύγουστο του ’22  απαγόρευσαν την εκκένωση της Σμύρνης και της υπόλοιπης Ιωνίας, παραδίδοντας τον ελληνικό και αρμενικό πληθυσμό στα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ που προέλαυναν. 

Οι κατηγορίες με βάση τις οποίες καταδικάστηκαν οι ένοχοι της Καταστροφής από το έκτακτο στρατοδικείο είναι οι εξής:

Othopnaios-Ελεύθερον Βήμα, 16-10-22__Το κυρίως κατηγορητήριο είχε 15 σκέλη, δηλαδή αναλύεται σε δεκαπέντε επιμέρους κατηγορίες:

  1. Ενηργήθη το δημοψήφισμα και επανήλθεν ο Βασιλεύς, ενώ ήτο το τοιούτον πράξις εχθρική προς τας Δυνάμεις της Συνεννοήσεως.
  2. Ημελήθη η προσάρτησις της Βορείου Ηπείρου.
  3. Παρεγνωρίσθη η σχετική διακοίνωσις των Δυνάμεων και υπέστη η Ελλάς τον οικονομικόν αποκλεισμόν.
  4. Ετοποθετήθησαν απειροπόλεμοι αρχηγοί μονάδων.
  5. Παρά τας δυσμενείς περί Βασιλέως Κωνσταντίνου δηλώσεις των πρωθυπουργών Αγγλίας και Γαλλίας, δεν υπεδείχθη εις αυτόν να παραιτηθή.
  6. Διετάχθη προώρως η ατυχής επιχείρησις του Μαρτίου 1921.
  7. Διετάχθη η από Εσκή Σεχήρ προς Άγκυραν εκστρατεία, παρά την γνώμην του Αρχηγού της Στρατιάς.
  8. Ανετέθη η αρχιστρατηγία εις τον ανεύθυνον Βασιλέα.
  9. Εψηφίσθησαν υπό της Εθνοσυνελεύσεως νόμοι διασπαθίσεως του δημοσίου χρήματος, καίτοι ο στρατός υφίστατο στερήσεις.

10. Δεν εγένοντο δεκταί αι προτάσεις του Ιουνίου 1921, δι’ ων εσώζετο η (Aνατολική) Θράκη και επετυγχάνετο η αυτονόμησις της Μικρασίας.

11. Διωρίσθη αρχιστράτηγος ο Χατζανέστης.

12. Απεσπάσθησαν εκ Μικρασίας δυνάμεις χάριν της εκφοβιστικής κινήσεως προς την Κωνσταντινούπολιν.

13. Υπεγράφη σύμβασις παραιτήσεως από των συμμαχικών πιστώσεων προς την Ελλάδα.

14. Εγένετο ανεκτή παρακυβέρνησις υπό τον Πρίγκιπα Νικόλαον και τους Στρέιτ, Δούσμανην, Κωνσταντινόπουλον.

15. Ημποδίσθησαν να ηγηθούν της διπλωματικής αντιπροσωπείας οι Δ. Ράλλης και Ελ. Βενιζέλος. 

Επίλογος 

1922-1Με μια έννοια, η  κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος και η Μοναρχία υπήρξαν συνυπεύθυνοι  με τον Κεμάλ στη σφαγή της Σμύρνης και η συνειδητή αυτή πολιτική τους δεν προσμετρήθηκε στα επιχειρήματα που οδήγησαν στην καταδίκη τους Έξι υπεύθυνους της μεγαλύτερης τραγωδίας που βίωσε ποτέ ο ελληνισμός. Η εκτέλεση των Εξι είχε και μια ηθική σημασία Κάθαρσης απέναντι στην ιστορική Ύβρι που διέπραξε η παράταξη της «Μικράς πλην Εντίμου Ελλάδος». 

Σήμερα, με την ραγδαία οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη της Τουρκίας –η οποία μετατρέπεται πλέον από ασιατικό κράτος σε κράτος του Αιγαίου- αντιλαμβανόμαστε τις συνέπειες της ανορθολογικής τους πολιτικής που επέφερε τη συντριπτική ήττα.

—————————————————————————–

Η αναψηλάφηση της Δίκης των Έξ και η αναθεώρηση της Ιστορίας

005__1Σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια τάση της αρνητικής αναθεώρησης της Ιστορίας. Φυσικά αυτή είναι μια τάση που συναντιέται διεθνώς και ξεκίνησε ξεκίνησε με τους Αρνητές του Ολοκαυτώματος. Στα καθ’ ημάς το ζήσαμε με την απόπειρα  αποκατάστασης των αυθεντικών δωσίλογων της Κατοχής την περίοδο της Χούντας, την προσπάθεια  για αποκατάσταση του Αρ. Στεργιάδη, του  Δημητρίου Γούναρη, του Στάλιν στο 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ και φυσικά με την απόπειρα των απογόνων των Εξ για αναψηλάφηση της Δίκης.

Η αναψηλάφηση της Δίκης των Εξ είναι η πιο κραυγαλέα απόπειρα ιστορικής αναθεώρησης που προσβάλλει πρωτίστως τα θύματα εκείνης της άφρονος πολιτικής.  Σε ένα κείμενο διαμαρτυρίας για τις προσπάθειες αποκατάστασης των υπευθύνων της Μεγάλης Καταστροφής, μια προσφυγική ομοσπονδία (ΟΠΣΝΕ) έγραψε τα εξής : «Ο Δ. Γούναρης βαρύνεται με πλήθος εγκλημάτων εις βάρος του ελληνισμού. Μεγάλο μέρος απ’ αυτά κωδικοποιήθηκαν κατά την περίφημη Δίκη των Εξ. Μπορεί η συγκεκριμένη δίκη να ήταν μερική και να διέφυγαν την τιμωρίας και άλλοι πολλοί υπαίτιοι της Καταστροφής. Όμως οι βασικοί διαχειριστές της κρίσης στην τελευταία της φάση -αυτοί που οδήγησαν την ελληνική πλευρά στην ήττα- δικάστηκαν, καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν. 

Εκτός όμως από τα συγκεκριμένα εγκλήματα που καταγράφηκαν στη Δίκη, υπάρχουν και άλλα που βαρύνουν το Γούναρη και την ομάδα του. Μερικά απ’ αυτά είναι:

          –Η υπονόμευση της δράσης της Μικρασιατικής Άμυνας και της δημιουργίας τοπικού μικρασιατικού στρατού, που θα μπορούσε να αντισταθεί στους κεμαλικούς,

          –Η απόλυτη εγκατάλειψη των Ελλήνων του Πόντου, μέσω της παραγνώρισης των πολιτικών τους αιτημάτων και της μη αποστολής στρατιωτικής βοήθειας προς το δυναμικό ποντιακό αντάρτικο κίνημα που δρούσε στο βορρά της Μικράς Ασίας,

        –Η ψήφιση του Νόμου 2870/1922 με τον οποίο η κυβέρνηση Γούναρη απαγόρευε στον ελληνικό πληθυσμό της Ιωνίας να αναχωρήσει, τη στιγμή που συζητούσε την απαγγίστρωση από τη Μικρά Ασία.   

Dimitrios Gounaris PAredose ton plithismo tis Smirnis stous TourkousΣτην πολιτική της κυβέρνησης του Γούναρη και του φιλομοναρχικού Λαϊκού Κόμματος οφείλεται η νίκη του τουρκικού εθνικισμού και η σφαγή του ελληνικού πληθυσμού της ιωνικής παραλίας. Το συνολικό ανθρώπινο κόστος του ελληνισμού από τη στιγμή που άρχισε η Γενοκτονία των ελληνικών πληθυσμών είναι τουλάχιστον 800.000 άτομα με βάση τη μελέτη των ιστορικών Κιτρομηλίδη-Αλεξανδρή.  Τρομερό βέβαια υπήρξε και το κόστος για τον ελληνισμό που βρέθηκε -για πρώτη- φορά εκτός των πανάρχαιων ελληνικών κοιτίδων του Πόντου, της Ιωνίας, της Καππαδοκίας και της Ανατολικής Θράκης, καθώς και για το ενάμιση εκατομμύριο πρόσφυγες…»

Η απαίτηση των απογόνων των υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής για αποκατάσταση των προγόνων τους και την απαλλαγή τους από το στίγμα της «προδοσίας» είναι κατανοητή σε ανθρώπινο επίπεδο. Σίγουρα το ίδιο αισθάνονται και οι απόγονοι του Τσολάκογλου και των λοιπών δωσίλογων της Κατοχής που επίσης εκτελέστηκαν, καθώς και των χουντικών που απλά καταδικάστηκαν.

Όμως η Δίκη των Εξ, έχει ένα βαθύτατο ηθικό και πολιτικό περιεχόμενο. Είναι ουσιαστικά η δική μας Δίκη της Νυρεμβέργης, δηλαδή η δίκη των ενόχων της μεγαλύτερης εθνικής καταστροφής που μας συνέβη ποτέ.

Το αίτημα για αποκατάσταση των ενόχων μέσω της αναψηλάφησης της Δίκης δεν τόλμησαν να το υποβάλλουν ούτε η ίδια η Ακροδεξιά, όταν κατείχε και  ασκούσε ανεξέλεγκτα την εξουσία. Τόσο ο Ιωάννης Μεταξάς όσο και η Χούντα των συνταγματαρχών τίμησαν τη μνήμη των παλιών τους φίλων με την ονοματοδοσία οδών και πλατειών. Δεν τόλμησαν να πάνε παραπέρα.

Η πρόσφατη απόπειρα εν μέσω δημοκρατίας, ξύνει και πάλι τις ιστορικές πληγές. Και αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι προσφυγικός ελληνισμός, 87 χρόνια μετά την Μεγάλη Καταστροφή νοιώθει και πάλι να  ζωντανεύουν οι δαίμονες και οι εφιάλτες του.

σάρωση0002__

Η κεντρική εμπορική οδός του «Φραγκομαχαλά» μετά την πυρπόληση και την καταστροφή της Γκιαούρ Ιζμίρ από τους κεμαλικούς