Το κίνημα του 1843 και οι εκλογές για την Εθνοσυνέλευση

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

Οι σελίδες Ιστορίας της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας της 26ης Ιανουαρίου του 2014 ήταν αφιερωμένες στο κίνημα του 1843 κατά του Όθωνα και στην διαδικασία συγκρότησης Εθνοσυνέλευσης για τη θέσπιση Συντάγματος (μέσα από την ανάδειξη μιας χαρακτηριστικής τοπικής περίπτωσης). Συμμετείχε στο αφιέρωμα ο Άρης Κ. Αλεξόπουλος, ο οποίος μελέτησε τον τρόπο εκλογής των εθνοσυμβούλων στο χωριό Μάτεσι της Ηλείας.

σάρωση0027-1  

Ελεύθεροι… πολιορκημένοι

  • Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ*
  • Η πρώτη περίοδος της ζωής το νεαρού ελληνικού έθνους-κράτους μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιπετειώδης και προβληματική. Μέρος μόνο των Ελλήνων κατοικούσε στα ελεύθερα εδάφη, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα τους υπαγόταν ακόμα στην εξουσία της Υψηλής Πύλης.

    Peter_von_Hess_Afixi Othona stin Athina-leptomereiaΟ διακεκριμένος νομικός Γεώργιος Φιλάρετος (1848-1929) αναφέρεται στο ελεύθερο κράτος -του οποίου οι σχέσεις παραγωγής μπορούν να χαρακτηριστούν προαστικές- ως «μικροσκοπικόν βασίλειον των αυτοχθονιζόντων Αθηνών και Πειραιώς», που λίγο αντιστοιχούσε στις αρχικές εθνικές και φιλελεύθερες προσδοκίες της δεύτερης μεγάλης ευρωπαϊκής επανάστασης. Επιπλέον βρισκόταν υπό καθεστώς κηδεμονίας από τις τρεις προστάτιδες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), οι οποίες είχαν ιδιαίτερα συμφέροντα και μεταξύ τους ανταγωνισμό και επεδίωκαν την απόκτηση γεωστρατηγικού πλεονεκτήματος με τον έλεγχο της ελλαδικού χώρου.

    Η ξενοκρατία

    Η προσπάθεια του Ιωάννη Καποδίστρια να θέσει τις βάσεις του εκσυγχρονισμού του κράτους υπήρξε η ύστατη προσπάθεια του επαναστατημένου φιλελεύθερου ελληνισμού να διαχειριστεί αυτοβούλως τις τύχες του και να διαμορφώσει δομές απαλλαγμένες από το άχθος των τοπικών φεουδαρχικών σχέσεων, που είχε κληροδοτήσει η οθωμανική κυριαρχία.

    Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια θα επιβληθεί η απόλυτη μοναρχία. Οι ίδιοι οι Ελληνες θα ζητήσουν από τις προστάτιδες δυνάμεις να ορίσουν το μονάρχη.

    Στις 25 Ιανουαρίου΄του 1833, ο Βαυαρός πρίγκιπας Οθων θα φτάσει με τη συνοδεία του στην Αθήνα. Ο Οθωνας κυβέρνησε μ’ ένα αυστηρά συγκεντρωτικό σύστημα, βασισμένος στο βαυαρικό συμβούλιο Αντιβασιλείας με πρόεδρο τον κόμη Αρμανσμπεργκ.

    Οι Ελληνες υπουργοί ήταν στην πραγματικότητα διευθυντές των υπουργικών γραφείων. Καταργήθηκε κάθε δημοτική ελευθερία, εισήχθη το δίκαιο έτσι όπως λειτουργούσε στη Γερμανία, η Ελλαδική Εκκλησία κηρύχθηκε παρανόμως Αυτοκέφαλη και ανεξαρτητοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

  • Στρατιωτικό σώμα Βαυαρών συμπλέκεται με χωρικούς στο χωριό Ασλάναγα της Μεσσηνίας. Το χωριό μετονομάσθηκε σε Μεσοποταμία το 1912 (υδατογραφία Ludwig Kollnberger. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών)Στρατιωτικό σώμα Βαυαρών συμπλέκεται με χωρικούς στο χωριό Ασλάναγα της Μεσσηνίας. Το χωριό μετονομάσθηκε σε Μεσοποταμία το 1912 (υδατογραφία Ludwig Kollnberger. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών)
  • Το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου

    Η προσπάθεια της βαυαρικής ηγεσίας να δημιουργήσει δυτικού τύπου μοναρχικό κράτος δημιούργησε ρήξη ακόμα και με τις ιθύνουσες πολιτικές και οικονομικές ελίτ του τόπου, που είδαν να αμφισβητείται από τους «ξένους» ο έλεγχος και η νομή του κράτους. Ο Ν. Σβορώνος αναφέρει ότι κυριαρχούσε το «πνεύμα στρατιωτικής κατοχής σε ξένη χώρα» και τονίζει ότι: «Εχει κανείς την εντύπωση ότι οι Ελληνες απουσίαζαν απ’ όλη αυτή την επίσημη πολιτική της οθωνικής εποχής…».

    Η δυσαρέσκεια των κατοίκων του βασιλείου της Ελλάδας θα διογκωθεί εξαιτίας του δημοσιονομικού προβλήματος, που οφειλόταν σε δύο παράγοντες: στη διαρκή πολεμική ετοιμότητα λόγω γεγονότων που σχετίζονταν με τις τοπικές ελληνικές επαναστάσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στον οικονομικό στραγγαλισμό που επιβλήθηκε λόγω του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων προς την Αντιβασιλεία του Αρμανσμπεργκ. Αυτή η κατάσταση θα ευνοήσει την οργάνωση -υπό τις βρετανικές ευλογίες- στρατιωτικής συνωμοσίας με επικεφαλής τον Κρητικό συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη.

    Το 1843 η ελληνική κυβέρνηση κήρυξε επισήμως πτώχευση και ζήτησε τη στήριξη των προστάτιδων δυνάμεων. Τη νύχτα μεταξύ 2 και 3 Σεπτέμβρη, ο στρατός των συνωμοτών περικύκλωσε το παλάτι και σε συνεργασία με τους αρχηγούς των τριών κομμάτων (Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό) ζήτησαν από τον Οθωνα να δεχτεί τη θέσπιση Συντάγματος. Επειτα από ασθενή αντίδραση, ο Οθων συμφώνησε στη σύγκληση Εθνικής Συνέλευσης που θα συνέτασσε το Σύνταγμα. Η Εθνοσυνέλευση συγκροτήθηκε με εκλεγμένους εκπροσώπους από κάθε περιοχή του Βασιλείου. Διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 1843 έως τον Μάρτιο του 1844. Το εξαιρετικά συντηρητικό Σύνταγμα που ψήφισε, και διατηρούσε τις υπερβολικές αρμοδιότητες του μονάρχη, δημοσιεύθηκε στις 18 Μαρτίου (με το νέο ημερολόγιο) του 1844.

    Πάντως αρκετοί ιστορικοί πιστεύουν ότι το αίτημα για Σύνταγμα ήταν προσχηματικό και ότι τα βαθύτερα αίτια ήταν η διεκδίκηση εξουσίας από πολιτικούς αρχηγούς και στρατιωτικούς. Ο Γ.Β. Δερτιλής παραθέτει («Ιστορία του ελληνικού κράτους», α’ τόμ.) μια γαλλική διπλωματική έκθεση της εποχής, όπου αναφέρεται ξεκάθαρα ότι: «Όλοι είχαν την ανάγκη μιας σημαίας: διάλεξαν τη σημαία του Συντάγματος. (…) Η συνταγματική ιδέα δεν ήταν παρά πρόσχημα για τους περισσότερους που συμμετείχαν».

    * Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός, https://kars1918.wordpress.com

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

  • Οι πρώτες εκλογές το 1843
    (σε ένα χωριό της Ηλείας, στο Μάτεσι)

  • Του ΑΡΗ Κ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ*
  • Για να συγκροτηθεί η Εθνοσυνέλευση που θα αποφάσιζε τα άρθρα του Συντάγματος, έπρεπε να εκλεγούν Πληρεξούσιοι από κάθε επαρχία (κάτι σαν βουλευτές μιας χρήσεως).

  • Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν σε κάθε χωριό να εκλέξουν έναν ή δύο αντιπροσώπους, οι οποίοι στη συνέχεια συγκεντρώθηκαν στην έδρα της επαρχίας και εξέλεξαν τους Πληρεξούσιους που θα πήγαιναν στην Αθήνα και θα συμμετείχαν στην Εθνοσυνέλευση. Αυτή η διαδικασία ήταν για τη χώρα πρωτότυπη, καθώς στην ουσία ήταν οι πρώτες εκλογές μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους.Με τη βοήθεια κάποιων σπάνιων εγγράφων που βρέθηκαν στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, αποκαλύπτεται η εκλογική διαδικασία που ακολουθήθηκε το 1843 στο ορεινό χωριό Μάτεσι και σε όλη τη χώρα.

    Στο τέλος του υποτυπώδους εκλογικού καταλόγου του χωριού Μάτεσι Ηλείας αναγράφησαν τα αποτελέσματα των εκλογών (βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους)

  • Στο τέλος του υποτυπώδους εκλογικού καταλόγου του χωριού Μάτεσι Ηλείας αναγράφησαν τα αποτελέσματα των εκλογών (βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους)Για λόγους διοικητικογεωγραφικού προσδιορισμού αναφέρουμε ότι το Μάτεσι (http://www.matesi.gr/) ανήκε τότε στο Δήμο Θείσης, που σύμφωνα με τον Δημ. Πρίγγουρη στο βιβλίο του «Διοικητική διαίρεση του νομού Ηλείας» είχε τα χωριά Λάβδα, Μάτεσι, Ρόβια, Δραγουμάνου, Κουφόπουλου, Γόραινα, Μπούζια. Επίσης ανήκε τότε στην Επαρχία Φαναρίου (μετέπειτα Ολυμπίας) του νομού Μεσσηνίας, ενώ τώρα ανήκει στο Δήμο Ανδρίτσαινας-Κρεστένων του Νομού Ηλείας.

    Η διαδικασία

    Στις 19 Σεπτεμβρίου 1843 πραγματοποιήθηκε με επιταγή της πολιτείας σε κάθε χωριό ειδική λαϊκή συνέλευση, και ειδικότερα στην περίπτωσή μας προσήλθαν 61 άνδρες ενήλικοι, οι οποίοι καταγράφηκαν με ονοματεπώνυμο και ηλικία σε κατάσταση (ο πρόγονος εκλογικός κατάλογος).

  • Στη συνέχεια ακολουθούσε το πρακτικό που όριζε τους υποψηφίους που δηλώθηκαν εκείνη την ημέρα. Στο τέλος της εκλογικής διαδικασίας, συμπληρώθηκε το ίδιο χαρτί με τα αποτελέσματα των εκλογών, στο οποίο διαβάζουμε τα εξής:

    «Σήμερον τη 19 του μηνός 7βρίου 1843 εις Μάτεσι εις τον Ναόν της Παναγίας της Κοιμήσεως μετά την θείαν Λειτουργίαν, αφού πρώτα εκαταστρώθη ο κατάλογος κατά το άρθρο 4 των οδηγιών υπ’ αριθ 10050 του Κυβερνήτου και επικυρώθη. Δεύτερον δοθέντος του όρκου κατά το άρθρ. 5 των αυτών οδηγιών, τρίτον καταστρωθέντος του καταλόγου των εκλογέων υποψηφίων του χωρίου Μάτεσι σύμφωνα με το άρθρ. 6 των ιδίων οδηγιών, ούτος περιέχει τους κυρίους Ντέντε Στασινόπουλον, Γιάννη Τράπαλη, Φώτη Θανασόπουλον, Παναγιώτη Λυμπερόπουλον, Αλέξ. Αναστασόπουλον, Κόλια Αλμπάνη, Γεώργιον Τράπαλη και Γεώργ. Δημητρόπουλον.

    Τελευταία άρχισεν η ψηφοφορία ήτις έβγαλεν το ακόλουθον αποτέλεσμα, άπαντες οι Συναθροισθέντες και οι Γεροντότεροι επέλεξαν ομοφώνως διά εκλογείς του χωρίου Μάτεσι, τους κυρίους Ντέντε Στασινόπουλον και Γιάννη Τράπαλην, οίτινες θέλουν μεταβούν εις την πρωτεύουσαν της επαρχίας ταύτης και θέλουν λάβουν μέρος εις την Σύνοδον των λοιπών εκλογέων της επαρχίας και θέλει εκλέξωσι τους πληρεξουσίους διά την Εθν. Συνέλευσιν κατά το άρθρ. 10 των σταλθέντων οδηγιών. Αντίγραφον της πράξεως ταύτης θέλει δοθεί εις ένα έκαστον τούτων προς αναγνώρισιν της εκλογής των.

    Ο Πάρεδρος του χωρίου Μάτεσι

    Α. Μαστρολιάς δι’ εμού Γ. Δημητρόπουλος

    Οι Γεροντότεροι της Συναθροίσεως

    Ανδρ. Καλογεράκης, Α. Μπαλάσκας, Αναστ. Κώστα, Λίας Γεωργόπουλος, Αλέξαν. Αναστασόπουλος δι’ εμού Λυμπ. Παναγιωτόπουλος.

    Ο εφημέριος ιερεύς

    (υπογραφή Γερμανός Ιερομόναχος)»

    Ακολουθώντας την ίδια διαδικασία, συμπληρώθηκαν οι εκλέκτορες από όλα τα χωριά της Επαρχίας και συγκεντρώθηκαν στις 22 Οκτωβρίου 1843, προκειμένου να εκλέξουν τους δύο Πληρεξούσιους της Επαρχίας που θα πήγαιναν στην Αθήνα για την Εθνοσυνέλευση, η οποία θα έφτιαχνε το Σύνταγμα της χώρας.

    Ευρήματα από τη ζωή εκείνη την εποχή

    Από το έγγραφο αυτό εντοπίζουμε πολλά ευρήματα που μας βοηθούν να «διαβάσουμε» πράγματα από τη ζωή του τόπου εκείνη την εποχή, όπως:

    1 Εμφανίσθηκαν 61 άρρενες σε ένα χωριό με 484 κατοίκους (απογραφή 1846). Υποθέτουμε ότι επικρατούσε ακόμη κάποιος φόβος στο θέμα της συμμετοχής του κόσμου στα κοινά, καθώς στη συγκεκριμένη επαρχία είχαν συμβεί πολλά γεγονότα, όχι μόνο κατά την περίοδο της επανάστασης, αλλά και μετά, με την όχι πολύ γνωστή Μεσσηνιακή επανάσταση του 1834, τους αφοπλισμούς και τις δίκες που ακολούθησαν κ.λπ.

    2 Παρατηρώντας τις ηλικίες των εκλογέων, βλέπουμε ότι είναι από 27 έως 80 ετών, κάτι που σημαίνει ότι το κατώτερο επιτρεπτό όριο μάλλον ήταν τα 27. Το 90% είναι μέχρι 48 ετών, ενώ άνω των 50 αναφέρονται μόνο 6 άτομα, κάτι που δείχνει το προσδόκιμο ηλικίας της εποχής εκείνης.

    3 Το «Σεπτέμβριος» γράφεται εκείνη την εποχή «7βριος». Ο Σεπτέμβριος ήταν ο έβδομος μήνας του παλαιού ημερολογίου και το «σεπτ» προέρχεται από το λατινικό sept που σημαίνει επτά (7). Το ίδιο συμβαίνει και με το «Οκτώβριος» που γράφεται στα έγγραφα της εποχής «8βριος»!

    4 Οι συγκεντρώσεις του πληθυσμού στο χωριό αυτό γίνονταν στον ιερό ναό, που από τότε ήταν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μάλιστα μετά τη Θεία Λειτουργία. Δεν υπήρχε τότε πλατεία.

    Ενώ στην αρχή έθεσαν υποψηφιότητα 8 άτομα, όπως γράφει, μετά πείστηκαν και έβγαλαν ομόφωνα και χωρίς ψηφοφορία τους δύο, που για την ιστορία ήταν οι Ντέντες Στασινόπουλος και Γιάννης Τράπαλης.

    6 Στο πρακτικό αυτό έχει ενδιαφέρον ότι κάτω από τους υποψήφιους σημειώνονται στο χαρτί οι γεροντότεροι της συνέλευσης, μάλλον ως εγγυητές της διαδικασίας.

    7 Εφημέριος ιερέας αναγράφεται κάποιος Γερμανός Ιερομόναχος. Η προέλευση του ονόματος είναι δύσκολα εξηγήσιμη, αλλά θα επιχειρήσω να δώσω κάποια: Οσον αφορά το Γερμανός, πιθανολογείται ότι μετά την Επανάσταση του ’21 το όνομα έγινε δημοφιλές από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και έτσι το έπαιρναν πολλοί ιερωμένοι. Το Ιερομόναχος μπορεί να προέρχεται από το ότι ο ίδιος ήταν μοναχός. Εκείνη την εποχή, πριν και κατά την Επανάσταση, πολλοί ήταν εκείνοι που κατέφυγαν σε μοναστήρια και πολλοί ήταν εκείνοι που ζούσαν σε σκήτες μόνοι τους ή με άλλους μοναχούς. Την πρώτη δεκαετία του ελληνικού κράτους (1830-1840) η βαυαρική εξουσία έκλεισε όλες τις μικρές μονάδες μοναχισμού και έστειλε τους μοναχούς αυτούς ως ιερείς στα χωριά. Μπορεί λοιπόν και αυτός να είναι από αυτούς.

    8 Εκείνη την εποχή δεν είχαν ορισθεί ακόμη οι κοινότητες και στα χωριά υπήρχε ο πάρεδρος (κάτι σαν πρόεδρος δηλαδή) και στο συγκεκριμένο έγγραφο ήταν ένας Αθανάσιος Μαστρολιάς, που όμως υπογράφεται στο έγγραφο «δι’ εμού Δημητρόπουλος», που σημαίνει ότι απουσίαζε!

    9 Τα μικρά ονόματα με τη μεγαλύτερη συχνότητα εκείνη την εποχή στο χωριό φαίνεται να είναι τα Παναγιώτης, Γιάννης, Γιώργης, Δημήτρης.

    10 Παρατηρούμε ότι με εύκολο τρόπο αλλάζουν τα επώνυμα εκείνη την εποχή. Στην κατάσταση γράφει Καλογερόπουλος, ενώ παρακάτω γράφει Καλογεράκης, ακριβώς για το ίδιο πρόσωπο. Και τα δύο σημαίνουν το ίδιο πράγμα, ότι δηλαδή είναι ο γιος του Καλόγερου. Το ίδιο συμβαίνει με έναν Δημητρόπουλο, που τον γράφει αλλού Δημητρακόπουλο.

    11 Τα επώνυμα Τράπαλης, Ταλίτσικας, Αλεβίζος, Αλμπάνης, Κακέτσης είναι αναλλοίωτα από τότε μέχρι και σήμερα στο χωριό. Οπωσδήποτε υφίστανται κάποιες μικρές αλλαγές φωνητικές, όπως για παράδειγμα ο Ταλίτσικας που έγινε Νταλίτσικας και μετά Δαλίτσικας.

    12 Υπάρχουν επώνυμα που δεν φαίνονται στην κατάσταση, αλλά που εμφανίζονται σε άλλα έγραφα της ίδιας εποχής, όπως Καυκούλης, Κανέτσης, Δρελιώζης, Σπάχος, Κουτσούκος, Μπάσδελης, Κατσούλης, κάτι που επιβεβαιώνει ότι στη συγκεκριμένη διαδικασία δεν εμφανίσθηκαν ολόκληρες οικογένειες.

    13 Από τη μελέτη των εγγράφων εκείνων των εκλογών προκύπτει ότι τα ονόματα πολλών χωριών της περιοχής άλλαξαν στις αρχές του 20ού αιώνα.Επίσης επειδή τα χωριά έστελναν εκλέκτορες ανάλογα με τον πληθυσμό τους, βλέπουμε ότι η Ανδρίτσαινα ως έδρα της επαρχίας και μεγαλύτερη πόλη εξέλεξε 6 εκλέκτορες, ακολουθεί του Ζάχα και τα Μακρύσια με 3, μετά τα χωριά Ισαρι, Μάτεσι, Λάβδα, Αμπελιώνα, Κρέστενα, Βρύνα, Ρύσοβο, Τσορβατζή, Ζελέχοβα με 2, και τα περισσότερα με έναν, ενώ κάποια μικρά χωριά δεν έστειλαν ούτε έναν. Ετσι το Μάτεσι ήταν τότε από τα μεγάλα χωριά της επαρχίας, και από την απογραφή πληθυσμού του 1846 φαίνεται ότι ήταν μεγαλύτερο και από την Κρέστενα, σημερινή πρωτεύουσα του δήμου.

    14 Οι εκλογές έγιναν στις 19 Σεπτεμβρίου, ενώ μόλις στις 4 Σεπτεμβρίου -15 μέρες πριν- είχε αποφασιστεί στην Αθήνα να γίνει η Εθνοσυνέλευση για το Σύνταγμα. Είναι εντυπωσιακή για τα μέτρα της εποχής η ταχύτητα με την οποία έγιναν οι απαραίτητες διαδικασίες (εκδόθηκαν αποφάσεις, κυκλοφόρησαν οδηγίες και κανόνες για να γίνουν οι εκλογές στα χωριά) και όλα αυτά χωρίς τηλεπικοινωνιακά και συγκοινωνιακά μέσα.

  • ———————————–

* Ερευνητής της τοπικής ιστορίας, ηλεκτρολόγος-μηχανικός, συγγραφέας τεχνικών βιβλίων.

9 Σχόλια

  1. Π... on

    Το “Υπουργείο Κατοχής” και ο ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο.

    1 κατάλογοςΚατά την διάρκεια του 19ου Αιώνα η πολιτική της Γαλλίας αλλά κατ΄εξοχήν της Αγγλίας στην Ανατολή πρότασσε ως βασική προτεραιότητα την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως βασική ανάσχεση της Ρωσικής καθόδου στην Μεσόγειο. Αντιθέτως η Ρωσία είχε προαιώνιο πόθο την συντριβή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την κάθοδο της στο Αιγαίο. Για τρεις αιώνες η Ρωσία επεδίωκε τον στόχο αυτό προσεταιριζόμενη όλους τους Χριστιανικούς λαούς (και κυρίως τους Έλληνες. Η πολιτική αυτή θα άλλαζε το 1860 όταν η Ρωσία (δυστυχώς για την Ελλάδα και τα συμφέροντα του Ελληνισμού) θα εστερνιζόταν την Θεωρία του Πανσλαβισμού.

    Την εξιστορούμενη εποχή Οθωμανική Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε μια σειρά σοβαρών προβλημάτων με κυριότερο την οικονομική χρεοκοπία και τις αντίπαλες φατρίες μέσα στην Υψηλή Πύλη. Αυτό την καθιστούσε αδύναμη πολιτικά και στρατιωτικά (ο περίφημος “μεγάλος ασθενής”) και έσπρωχνε την Ρωσία του τσάρου Νικολάου Α΄ να αναζητά μια αφορμή για να επέμβει εις βάρος της.
    Αυτή δόθηκε στις αρχές του 1850 με το πρόβλημα της ιδιοκτησίας του πανάγιου Τάφου της Βηθλεέμ στα Ιεροσόλυμα και την διένεξη μεταξύ των Ορθοδόξων και των Καθολικών. Η διένεξη αυτή σοβούσε επί δύο αιώνες και πλέον, με τον εκάστοτε Σουλτάνο να εκδίδει διαδοχικά αντιφατικά φιρμάνια για το καθεστώς ιδιοκτησίας. Με αφορμή μια Γαλλική επέμβαση στον Σουλτάνο υπέρ των

    2 imagesΚαθολικών, ο Ρώσος απεσταλμένος του Τσάρου στην Κωνσταντινούπολη Μεντσίκωφ επέδωσε τελεσίγραφο στον Σουλτάνο στις 23 Απριλίου 1853 με το οποίο όχι μόνο ζητούσε να αποδοθεί η ιδιοκτησία του τάφου στους Ορθοδόξους, αλλά ζητούσε ο Σουλτάνος να αναγνωρίσει με επίσημο φιρμάνι τους Ρώσους ως προστάτες των Ορθοδόξων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
    Οι δύο πρεσβευτές της Γαλλίας και της Αγγλίας ώθησαν τον Σουλτάνο να απορρίψει το τελεσίγραφο υποσχόμενοι αμέριστη υποστήριξη σε περίπτωση ένοπλης αναμέτρησης. Η Ρωσία προσπάθησε να έρθει σε συνεννόηση με την Αγγλία και την Αυστρία πριν ξεκινήσουν οι εχθροπραξίες, αλλά μάταια. Αντιθέτως σχηματίστηκε μια πανίσχυρη συμμαχία εναντίον της στην οποία συμμετείχαν και οι 2 άλλες υπερδυνάμεις της εποχής Αυστρία και Πρωσία. Στις 18 Νοεμβρίου 1853 ξεκίνησαν οι εχθροπραξίες μεταξύ Ρώσων και Τούρκων στον Δούναβη και ο Ρωσικός στόλος κατέστρεψε μοίρα του Τουρκικού στόλου που ναυλοχούσε στο λιμάνι της Σινώπης. Ακολούθησε απόβαση των όψιμων συμμάχων της Οθ. Αυτοκρατορίας στην χερσόνησο της Κριμαίας και έναρξη εχθροπραξιών που περιορίστηκαν πλέον σε Ρωσικό έδαφος.

    3 Crimean-war-1853-56

    4 images
    Βασιλεύς Όθων Α΄
    Τα νέα του Ρωσοτουρκικού πολέμου συγκίνησαν σφοδρά τους Έλληνες και τον Βασιλιά Όθωνα που στην κυριολεξία εκείνη την εποχή φλέγονταν από τον πυρετό της “Μεγάλης Ιδέας” του Κωλέττη και της απελευθέρωσης των Ελλήνων που βρίσκονταν υπό Οθωμανικό ζυγό. Ο ίδιος ο Όθων αδιαφορώντας για τις προειδοποιήσεις των ξένων πρεσβευτών στην Αθήνα, συγκέντρωσε μυστικά μεγάλα ποσά από πλούσιους ομογενείς και οργάνωσε μια σειρά από επαναστατικά κινήματα στην Ήπειρο στην Θεσσαλία και στην Μακεδονία, τα οποία εμψύχωσε με τους καλύτερους μόνιμους Έλληνες αξιωματικούς και άλλους τοπικούς οπλαρχηγούς (Σπυρίδων Καραϊσκάκης, Θεόδωρος Γρίβας, Κίτσος Τζαβέλας στην Ήπειρο), (στρατηγός Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, Καταραχιάς, αδελφοί Μπασδέκη, Καραούλης στην Θεσσαλία) εκ των οποίων οι περισσότεροι απόγονοι των Αγωνιστών του 1821. Τα κινήματα αυτά παρουσιάστηκαν στους ξένους ως δήθεν αυθόρμητα και αρχικά σημείωσαν κάποιες ασήμαντες τοπικές επιτυχίες καθώς οι Τουρκικές δυνάμεις ήταν αποσπασμένες στην Κωνσταντινούπολη και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.

    Τα νέα των Ελληνικών εξεγέρσεων καταθορύβησαν την Αγγλία και την Γαλλία, όχι τόσο γιατί θεωρούσαν το μικρό Ελληνικό Βασίλειο επικίνδυνο στρατιωτικά, αλλά επειδή υπήρχε φόβος για έναν γενικό ξεσηκωμό των Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ίσως είχε απρόβλεπτα αποτελέσματα. Ο Άγγλος πρεσβευτής Ουάιζ και ο Γάλλος Ρουάν πίεζαν τον Όθωνα να μην υποθάλπτει τα κινήματα αυτά, απειλώντας ανοιχτά με συμμαχική στρατιωτική επέμβαση (όπως είχε ήδη γίνει μια φορά στο παρελθόν). Μάλιστα κλιμάκωσαν τις απειλές τους όταν μαθεύτηκε πως ο Όθων σκόπευε να μεταβεί στην Θεσσαλία και να ηγηθεί ο ίδιος προσωπικά των επαναστατών. Την πρόθεση του Όθωνα που στήριζε αποφασιστικά η Βασίλισσα Αμαλία και θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες αν μετουσιωνόταν σε πράξη, εμπόδισαν την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή ο υπουργός Προβελέγγιος και ο υπουργός στρατιωτικών Σκαρλάτος Σούτζος. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Νέσελροντ με διακοίνωση του στήριξε την Ελληνική εξέγερση, αλλά αυτό δεν είχε κανένα πρακτικό αντίκρυσμα.
    Στην Γαλλία ο Ναπολέων Γ΄ υπό το βάρος των εξελίξεων, αποφάσισε την άμεση εκθρόνιση του Όθωνα δια της βίας, ενώ από κοινού με την Αγγλία αποφασίστηκε ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά. Έτσι, στις 13 Μαΐου 1854 γαλλικά πολεμικά πλοία εμφανίστηκαν στον Πειραιά και αποβίβασαν στρατεύματα υπό τον στρατηγό Φορέυ. Οι πρέσβεις των τεσσάρων μεγάλων δυνάμεων επέδωσαν τελεσίγραφο με τις αξιώσεις τους στον Όθωνα, επιβάλλοντας του να κηρύξει ουδετερότητα έναντι των εμπολέμων και να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Μαυροκορδάτο (το περίφημο “υπουργείο κατοχής”), πρόσωπο που εμπιστεύονταν και ο οποίος θα αναλάμβανε να εκπληρώσει όλες τις Ελληνικές υποσχέσεις. Έτσι σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Μαυροκορδάτο και μέλη του Αγγλικού και Γαλλικού κόμματος όπως ο Ρήγας Παλαμίδης (Εσωτερικών), Δημήτριος Καλλέργης (Στρατιωτικών), της οποίας άλλαξε πολλές φορές η σύνθεση καθώς πολλοί υπουργοί παραιτούνταν λόγω της απροκάλυπτης αποδοκιμασίας της Ελληνικής κοινής γνώμης στο έργο τους. Και αυτό γιατί η κυβέρνηση αυτή δεν είχε την παραμικρή ανεξαρτησία, αλλά αντιθέτως οι αποφάσεις της ειδικά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής υπαγορεύονταν άμεσα και χωρίς να τηρούνται ούτε καν τα προσχήματα από τους πρέσβεις των Μ. Δυνάμεων στην Αθήνα.

    Βασίλισσα Αμαλία
    Βασίλισσα Αμαλία
    Μάλιστα τα Γαλλικά στρατεύματα κατοχής υπό τον “γενναίο” στρατηγό Τινάν, προσπαθώντας να εξευτελίσουν τον Όθωνα παρήλαυναν επιδεικτικά σχεδόν καθημερινά μπροστά από τα Ελληνικά ανάκτορα. Αλλά ο στρατός κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο σε περιπάτους. Κατά διαταγή του “γενναίου” στρατηγού Τινάν, Γάλλοι στρατιώτες κατέστρεψαν το τυπογραφείο της εφημερίδας “Αιών” και συνέλαβαν και απήγαγαν στον Πειραιά τον διαπρεπή δημοσιογράφο Ιωάννη Φιλίμωνα, οπαδό του Ρωσικού κόμματος, που είχε στηλιτεύσει με άρθρα του την αποικιακή πολιτική των Αγγλογάλλων. Η γενικότερη αυθάδης συμπεριφορά των Γάλλων στρατιωτών προς τους Αθηναίους είχε αυξήσει την λαϊκή δυσαρέσκεια στο κατακόρυφο, και η τάξη εντός της πόλης διατηρείτο με μεγάλη δυσκολία. Η τελευταία τραγική συνέπεια της παρουσίας των στρατευμάτων κατοχής ήταν η διάδοση της χολέρας στους πολίτες των Αθηνών και ο θάνατος εκατοντάδων από την μεταδοτική αυτή ασθένεια. Υπό την πρόφαση της επιδημίας ο στρατός κατοχής ζήτησε την μεταστάθμευση του στα Πατήσια (έτσι ώστε να σκληρύνει περαιτέρω το καθεστώς κατοχής), αλλά συνάντησε την αποφασιστική στάση του Μαυροκορδάτου ο οποίος απείλησε με την παραίτηση του. Ο Μαυροκορδάτος ήταν και ο μοναδικός ο οποίος διασώθηκε στην συνείδηση του λαού, καθώς όρθωσε το ανάστημα του σε κάποιες πρωτοφανείς απαιτήσεις των ξένων, ενώ έδιωξε από το γραφείο του τον γραμματέα της Αγγλικής πρεσβείας γιατί μίλησε απρεπώς για τον Βασιλιά.

    Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
    Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
    Ο βίος του “υπουργείου Κατοχής” ήταν βραχύς και διήρκεσε ως τον Σεπτέμβριο του 1855, καθώς τότε η κυβέρνηση αναγκάστηκε σε παραίτηση υπό το βάρος ενός μεγάλου κοινωνικού σκανδάλου που αφορούσε τον Καλέργη και την Βασίλισσα Αμαλία. Ακολούθησε νέα κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Βούλγαρη με τα ίδια υποτελή χαρακτηριστικά. Ο στρατός κατοχής αποχώρησε από τον Πειραιά στις 15 Φεβρουαρίου 1857, μετά το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου και την οριστική συντριβή όλων των εστιών επανάστασης στις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνόρευαν με την Ελλάδα.
    Το Ελληνικό Βασιλικό ζεύγος υπέμεινε τους συνεχείς εξευτελισμούς από τα στρατεύματα κατοχής και τους πρεσβευτές με καρτερία και υπερηφάνεια και η γενναία τους στάση, τους είχε καταστήσει ιδιαίτερα αγαπητούς σε όλους τους Έλληνες. Η δημοτικότητα του Όθωνα άγγιξε το απόγειο της στους δημόσιους πανηγυρισμούς για την εικοσιπενταετία της Βασιλείας του στις 25 Ιανουαρίου 1858. Στους πανηγυρισμούς συμμετείχαν με ανυπόκριτο ενθουσιασμό όλοι οι Έλληνες επιβραβεύοντας την ανδροπρεπή στάση του Όθωνα στην μεγάλη κρίση του Κριμαϊκού πολέμου που μόλις είχε τερματιστεί. Παρά το πανηγυρικό κλίμα, η κρίση για τον Θρόνο του Όθωνα πλησίαζε….

    Το «Υπουργείο Κατοχής» και ο ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο.

  2. Γιωρίκας on

    3η Σεπτεμβρίου: Επέτειος Δημοκρατίας – 171 χρόνια από το Σύνταγμα
    Posted on 02/09/2014 by Ιωάν. Παρίσης
    Δρ. Ιωάννης Παρίσης

    400px-3η_ΣεπτεμβρίουΗ 3η Σεπτεμβρίου έχει καταγραφεί ως ιδιαιτέρως σημαντική ημέρα στην πολιτική ιστορία του νεώτερου ελληνικού κράτους. Φυσικά όχι λόγω… της ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ (ο ιδρυτής του οποίου, προδήλως, επέλεξε την σημαδιακή αυτή ημερομηνία) αλλά λόγω του πολιτικοστρατιωτικού κινήματος που εκδηλώθηκε πριν από 171 χρόνια απέναντι στον Όθωνα με την απαίτηση να παραχωρήσει Σύνταγμα, θέτοντας τέρμα στην απόλυτη (την «ελέω θεού») μοναρχία.

    Όλα ξεκίνησαν από το 1840 όταν ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης (που εκπροσωπούσε το Γαλλικό κόμμα) ίδρυσε μία οργάνωση, με σκοπό την επιβολή Συντάγματος. Σ’ αυτήν, συγκεντρώθηκαν σταδιακά παλιοί αγωνιστές που ένοιωθαν παραγκωνισμένοι από τους Βαυαρούς και έβλεπαν τη χώρα να παρακμάζει.

    Με τον Μακρυγιάννη συντάχθηκαν και άλλοι δύο ηγέτες πολιτικών παρατάξεων: ο Κεφαλλονίτης αγωνιστής και διπλωμάτης Ανδρέας Μεταξάς (Ρωσικό κόμμα), και του Αιγιώτη αγωνιστή Ανδρέα Λόντου (Αγγλικό κόμμα) καθώς και πολλοί παλιοί οπλαρχηγοί.

    Τέλος για να επιτύχουν και τη συνεργασία του στρατού μύησαν και τον συνταγματάρχη Ιππικού Δημήτριο Καλλέργη, τον οποίο πέτυχαν να μεταθέσουν από το Ναύπλιο στην Αθήνα και όρισαν στρατιωτικό διοικητή της πρωτεύουσας. Ο συνταγματάρχης Καλλέργης, την κρίσιμη στιγμή, πήγε στους στρατώνες και με το σύνθημα “Ζήτω το Σύνταγμα” έδωσε το έναυσμα στους στρατιωτικούς να ξεσηκωθούν.

    Στη συνέχεια κατευθύνθηκε με 2.000 στρατιώτες στα ανάκτορα, ενώ κατ’ εντολή του, στρατιωτικά αποσπάσματα είχαν καταλάβει το νομισματοκοπείο, την Εθνική Τράπεζα, το Δημόσιο Ταμείο και τα διάφορα υπουργεία. Την ίδια ώρα, πλήθος κόσμου με επικεφαλής τον Ιωάννη Μακρυγιάννη κατέφθασε μπροστά από τα ανάκτορα (και μετέπειτα Κοινοβούλιο) στην πλατεία που εξ αυτού του λόγου πήρε το όνομα Πλατεία Συντάγματος) αλαλάζοντας «Ζήτω το Σύνταγμα».

    Μετά τον διορισμό νέας κυβέρνησης και την διενέργεια εκλογών, συντάχθηκε το κείμενο του Συντάγματος το οποίο ψηφίστηκε στις 18 Μαρτίου 1844 και αποτέλεσε έκτοτε την βάση των επόμενων ελληνικών Συνταγμάτων. Με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα μετέβη από την απόλυτη μοναρχία στη συνταγματική μοναρχία, πολίτευμα που, με κάποιες διακοπές, διατηρήθηκε μέχρι τον Νοέμβριου του 1974.

    Για λεπτομερή εξιστόρηση δείτε:

    http://www.sansimera.gr/articles/665#ixzz3C8mfHiFv

  3. 03.01.2016 :
    Ενας απόγονος του Οθωνα στο πλευρό των Ελλήνων
    ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΖΙΜΑΣ

    Ο δούκας της Βαυαρίας, Φραγκίσκος, απόγονος του βασιλιά Οθωνα, στα ογδοηκοστά γενέθλιά του ζήτησε από προσωπικότητες του Μονάχου, αντί δώρων, να δώσουν χρήματα για φτωχούς Ελληνες πολύτεκνους.

    —————
    Οταν ο δούκας της Βαυαρίας Φραγκίσκος γινόταν 80 ετών, η ελληνική κρίση βρισκόταν στην κορύφωσή της. Οι εικόνες από το δράμα των Ελλήνων που έκαναν τον γύρο του κόσμου και έφταναν και στο «παλάτι» του έξω από το Μόναχο δεν άφησαν ασυγκίνητο τον Γερμανό αριστοκράτη. Ο ίδιος με δημόσια δήλωσή του μετέτρεψε τα ογδοηκοστά του γενέθλια σε εκδήλωση αλληλεγγύης προς τους Ελληνες.

    Κάλεσε όσους επιθυμούσαν να τον επισκεφθούν για ευχές, αντί για δώρο, να καταθέσουν το «αντίτιμο» σε ειδικό λογαριασμό προς ενίσχυση των φτωχών πολυτέκνων στη χώρα μας. Και οι προσκεκλημένοι, επιφανείς εκπρόσωποι της βαυαρικής κοινωνίας ανταποκρίθηκαν συγκεντρώνοντας το ποσό των 385.000 ευρώ.

    Ηταν μέρες που ακραίες φωνές στην πατρίδα του μιλούσαν σε υψηλούς τόνους κατά των «χαραμοφάηδων Ελλήνων», ενώ στη δική μας μπάντες εθνικολαϊκισμού παιάνιζαν αντιγερμανικά εμβατήρια.

    Ολα έγιναν διακριτικά και με τη μεσολάβηση της Ιεράς Μητρόπολης Γερμανίας αλλά και του ιδρύματος Sterstunden της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας-Τηλεόρασης, και τα χρήματα εστάλησαν στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών προς ενίσχυση του προγράμματος της ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ. Ετσι, «τρόφιμα για οικογένειες με υποσιτιζόμενα τέκνα» έγιναν πακέτα με τρόφιμα και διανεμήθηκαν στους έχοντες ανάγκη πολυτέκνους, κατά την επιθυμία του δωρητή.

    Δεν ήταν ο δούκας Φραγκίσκος ο μόνος στη Γερμανία, και ειδικά στη «σκληρή» σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας απέναντι στο ελληνικό ζήτημα Βαυαρία, που στις δύσκολες εκείνες ημέρες βρέθηκε στο πλευρό των δοκιμαζόμενων Ελλήνων.

    Ο τέως δήμαρχος Μονάχου Κρίστιαν Ούντε ύψωσε από τους πρώτους τη φωνή του αξιώνοντας «περισσότερο σεβασμό στους Ελληνες». Πολλοί άλλοι διανοούμενοι, προβεβλημένα στελέχη των ΜΜΕ, πολιτικοί, απλοί άνθρωποι εναντιώθηκαν στην καλλιέργεια ανθελληνικού κλίματος, με αποκορύφωμα τη συμβολική «φρούρηση»από Γερμανούς πολίτες καταστημάτων Ελλήνων μεταναστών που δέχονταν απειλές από ακραία στοιχεία.

    «Αθήνα του Ιζαρ», του ποταμού που διασχίζει την πόλη δηλαδή, είναι η ανεπίσημη ονομασία του Μονάχου – έτσι τη «βάφτισαν» τον 19ο αιώνα Βαυαροί λόγιοι, λόγω της έντονης παρουσίας στον πολεοδομικό της ιστό, και όχι μόνο, της (αρχαιο-)ελληνικής αρχιτεκτονικής, της μυθολογίας, των γραμμάτων και τεχνών.

    Ανδριάντες

    Ανδριάντες Ελλήνων φιλοσόφων κοσμούν τις εισόδους δημόσιων κτιρίων, όπως η Εθνική Βιβλιοθήκη, κιονοστοιχίες στηρίζουν τα Προπύλαια, οι Καρυάτιδες και ο Ποσειδώνας «στέκουν» επί αιώνες σε περίοπτες θέσεις στο κέντρο της πόλης, ένα κλίμα αγάπης προς τους Ελληνες και τον πολιτισμό τους διαχέεται ακόμα και στις δύσκολες για τις σχέσεις των δύο χωρών σημερινές συνθήκες στη Βαυαρία με επίκεντρο το Μόναχο.

    Το αυξημένο κύρος και η υψηλή εκτίμηση της οποίας χαίρει ο Βαυαρός δούκας του οίκου Βίτελσμπαχ, μακρινός συγγενής του «δικού» μας Οθωνα, προσδίδουν ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρωτοβουλία του να ενισχύσει τους άπορους Ελληνες. Ηταν επόμενο ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψή του στη Γερμανία, να τον τιμήσει σε ειδική πανηγυρική τελετή στο Μόναχο.

    «Πρόκειται για έναν απλό άνθρωπο που χαίρει μεγάλου σεβασμού στη Βαυαρία. Επιδίδεται σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες και αγαθοεργίες. Οταν ήταν μικρός κλείστηκε μαζί με την οικογένειά του από τον Χίτλερ σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, μεταξύ αυτών και στο Νταχάου. Είναι μέγας φιλέλλην και, μολονότι καθολικός, επισκέπτεται συχνά την εκκλησία μας στο Μόναχο. Χάρηκε πολύ με την εικόνα της Παναγίας που του χάρισε ο Μακαριώτατος, ενώ ο Τύπος του Μονάχου προέβαλε την εκδήλωση», δήλωσε στην «Κ» ο αρχιεπισκοπικός επίτροπος Βαυαρίας της Ορθοδόξου Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας, πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης, ο οποίος παρέστη στην εκδήλωση.

    http://www.kathimerini.gr/844406/article/epikairothta/ellada/enas-apogonos-toy-o8wna-sto-pleyro-twn-ellhnwn

  4. Αθήνα. Το ρημαγμένο χωριό που έγινε πρωτεύουσα.

    ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΣΤΑ 1832
    Το 1834, τη χρονιά που οι Βαυαροί κι ο μέλλων βασιλιάς Όθωνας αποφάσισαν να γίνει η Αθήνα «η βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα», τέθηκαν οι βάσεις για την κατοπινή ανάπτυξη της πόλης. Βέβαια κανείς δε φανταζόταν ότι το μικρό ερειπωμένο χωριό που αριθμούσε 4.000 κατοίκους και όχι περισσότερο από 350 σπίτια θα εξελισσόταν στη σημερινή μεγαλούπολη. Στα τέλη του 1833, η Αθήνα ήταν μια κωμόπολη ρημαγμένη και Τουρκοκρατούμενη. Στην Ακρόπολη αλλά και στις πύλες της πόλης παρέμενε Τούρκικη φρουρά. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Αθήνας —όταν ο Κιουταχής την κατέλαβε το 1826— κατέφυγαν πρόσφυγες στην Αίγινα, στον Πόρο, στη Ζάκυνθο. Από το 1830 αρχίζουν να επιστρέφουν σιγά-σιγά για να βρουν όμως ερείπια τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Όταν ο Όθωνας έφτασε στο Ναύπλιο, οι Αθηναίοι παρακολούθησαν τη δοξολογία, άκουσαν το διάγγελμα στον Άγιο Γεώργιο, στο Θησείο, και γιόρτασαν με μουσικές και χορούς την «εθνική αποκατάσταση». Την ίδια εποχή όμως «ακόμη ο Μουεζίνης παρέρχεται εις το ικρίωμα της ενταύθα αγοράς ίνα εξεγείρη τους Μουσουλμάνους εις προσευχήν. Ακόμη ολίγοι Τούρκοι υπνώττουσιν ελαφρώς εν ταις θολωταίς διόδοις της Ακροπόλεως ή αναπαύονται εισπνέοντες εκ των καπνοσυρίγγων και στηρίζοντες τας ράχεις των επί των εσκωριασμένων πυροβόλων… Ακόμη οι Αθηναίοι χωρικοί μετακομίζουσι δεμάτια θυμαριών και θάμνων ως φόρον εις τον Μουσουλμάνον εισπράκτορα» (Wordsworth Christopher: «Η Αθήνα και η Αττική»).

    ΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ ΛΙΓΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
    To 1833 είναι η χρονιά που οι τελευταίοι Τούρκοι εγκαταλείπουν την Αθήνα. Ένα τάγμα Βαυαρών φτάνει στην πόλη εκτελώντας το διάταγμα της Αντιβασιλείας, που πρόσταξε «την κατάληψη πασών των εντός των ορίων του Βασιλείου θέσεων». Οι Αθηναίοι τους περίμεναν πάνω σε δυο λοφίσκους, ζητωκραυγάζοντας υπέρ του Όθωνα και των Βαυαρών. Οι Τούρκοι παραδίνουν την Ακρόπολη. Από την άλλη μέρα στον Ιερό Βράχο υψώνεται η Ελληνική σημαία που έφερε ένας Χιώτης, ναυτικός.

    Μια Αθήνα ερημωμένη

    Στην ελεύθερη πια Αθήνα οι άνθρωποι —χτεσινοί πρόσφυγες οι περισσότεροι— προσπαθούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Όσοι είχαν κτήματα, με δυσκολία τα καλλιεργούσαν, αφού έλειπαν τα ζώα και το αλέτρι για να τα οργώσουν. Άλλοι απασχολούνταν σαν χτίστες ή μαραγκοί ζώντας μέσα σε παράγκες και σε μεγάλη ένδεια. Αλλά και όσοι ήταν μαγαζάτορες ή υπάλληλοι αντιμετώπιζαν τα ίδια προβλήματα. Όσοι είχαν χρήματα, αγόραζαν κτήματα και σπίτια που ξεπουλάγαν οι Τούρκοι φεύγοντας. Πολλοί είχαν σίγουρο ότι έκαναν επενδύσεις αγοράζοντας ακίνητα, που θα απέδιδαν όταν η Αθήνα θα γινόταν πρωτεύουσα. Μια εικόνα της πόλης αυτή την εποχή μας δίνει ο Ludwig Ross: «… τι τρομερή εικόνα ερήμωσης! ένας πανάθλιος σωρός από ερείπια, μερικά χαμηλά σπιτόπουλα ξαναχτισμένα όπως-όπως, μερικές κατεστραμμένες εκκλησίες και τζαμιά… μια δωδεκάδα μεμονωμένες φοινικιές ή κυπαρίσσια. Με κόπο προχωρούσαν κατηφορίζοντας τα φορτωμένα μας ζώα, μέσα στα στενοδρόμια, ανάμεσα σε τείχη αρχαίων και νεώτερων καιρών…». Αλλά παρ’ όλη την εικόνα ερήμωσης που παρουσιάζει η Αθήνα εξακολουθεί να προσελκύει ξένους περιηγητές από την Ευρώπη. Ζωγράφους, συγγραφείς, αρχιτέκτονες. Ο απόηχος του μεγαλείου της Αθήνας του χρυσού αιώνα φτάνει ως αυτή την εποχή. Ανάμεσα στους ξένους επισκέπτες ήταν ο ιστορικός George Finlay, οι Αμερικανοί ιεραπόστολοι Jonas King και John Hill (ο Hill μαζί με τη σύζυγο του ίδρυσαν το 1831 «σχολείο της αλληλοδιδακτικής δια τους άρρενας», «σχολείο παιδαγωγικόν δια τα κοράσια») οι αρχαιολόγοι Ludwig Ross, Λασάλ, ο ζωγράφος Γκριν, οι αρχιτέκτονες Eduard Schaubert, Λίντερς και Κουρί, ο ναύαρχος του Αγγλικού στόλου Μάλκομ, ο μυθιστοριογράφος Benjamin Disraeli. Οι περισσότεροι ξένοι έβρισκαν κατάλυμα στο μοναδικό ξενοδοχείο της Αθήνας την «Ευρώπη» του Ιταλού Κασάλι. Δεν ήταν όμως η Αθήνα, η πόλη που είχε τη μεγαλύτερη κίνηση της εποχή αυτή. Η Σύρος και το Ναύπλιο είχαν συχνή επικοινωνία όχι μόνο με άλλα λιμάνια της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού, ενώ η Αθήνα ήταν απομονωμένη. Εξάλλου ο Πειραιάς δεν ήταν τότε το πιο σπουδαίο λιμάνι της Αττικής, Ο βασιλιάς Όθωνας σε νεαρή ηλικία (αριστερά) και ο πρωθυπουργός Josef Ludwig von Armansperg (δεξιά) και ο δρόμος που τον συνέδεε με την Αθήνα το χειμώνα ήταν ένας αδιάβατος βάλτος. Ένα μικρό σπίτι που χρησίμευε για τελωνείο και δυο ξύλινες παράγκες —οι αποθήκες— ήταν όλα-όλα τα κτίσματα του Πειραιά. Το 1834 ο Όθωνας με την ακολουθία του περιοδεύουν για να γνωρίσουν την Ελλάδα. Επισκέπτεται την Αθήνα, όπου φιλοξενείται για έξη μέρες στο σπίτι του πρόξενου της Ρωσίας Παπαρρηγόπουλου, στην οδό Κυδαθηναίων. Στην Πύλη του Αδριανού οι Αθηναίοι κρέμασαν το εξής καλωσόρισμα:

    «Μικρό Παρίσι» και «Όθωνος πόλη»

    «Αίδ’ εστίν Αθήναι, η τε Θησέως και Αδριανού, Όθωνος νυν πόλις». Με την επιστροφή του Όθωνα στο Ναύπλιο αρχίζουν οι συζητήσεις για τη μελλοντική πρωτεύουσα. Εκτός από την Αθήνα, το Ναύπλιο —η προσωρινή πρωτεύουσα— το Άργος, η Τρίπολη, η Σύρος, τα Μέγαρα, η Κόρινθος αναφέρονταν σαν μελλοντικές πρωτεύουσες. Το Ναύπλιο, είχε ονομαστεί από τους Βαυαρούς «Μικρό Παρίσι» αν και ο αντιβασιλιάς Μάουερ περιγράφει την πόλη με μελανά χρώματα: «Εν Ναυπλία δεν υπήρχεν ακόμη λιθόστρωμα.

    ΧΑΛΚΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΟΧΗΣ, ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΟΘΩΝΑ ΣΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ. ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΕΙΝΑΙ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ
    Εντός αυτής της πόλεως πλήθος ταύτης ερειπίων. Δρόμοι ως επί το πλείστον στενοί, από τους οποίους δεν ήτο δυνατόν να περάση άμαξα. Η πλατεία των πλατάνων γεμάτη από όγκους χωμάτων και πετρών, προερχομένους από τας οικίας αι οποίοι είχαν καταρρεύσει. Δια να ανέλθη τις έως το Ιτς-Καλέ έπρεπε να σκαρφαλώσει διότι δρόμοι προς τα εκεί υπήρχαν κατ’ όνομα μόνο. Προ της πόλεως και πέριξ του Παλαμηδίου δεν υπήρχεν ουδέ ίχνος δρόμου. Το τόσον απαραίτητον υδραγωγείον από Αργους μέχρι Ναυπλίου είχε πλήθος από ανοίγματα και οπάς εκ των οποίων διέφευγε, το μεγαλύτερο μέρος του περίφημου ύδατος και εδημιούργει μικρά τέλματα. Η τάφρος του περιστειχίσματος ήτο ένα έλος το οποίο εβρωμούσε και εν τούτοις κατωκείτο από πολλάς Ελληνικός οικογενείας και από χοίρους. Τα οχυρωματικά έργα και ο ναύσταθμος ήσαν κατερειπωμένα. Αι δε κατοικίαι μας!…» Η Κόρινθος σύμφωνα με τους υποστηρικτές της συγκέντρωνε πολλά πλεονεκτήματα. Η θέση της κοντά στον Ισθμό εξασφάλιζε τη συχνή επικοινωνία με τις άλλες πόλεις και «επί πλέον κείται απέναντι του Παρνασσού, του Κιθαιρώνος, των Γερανιών και του Ελικώνος, εις μίαν από τας μεγαλοπρεπεστέρας τοποθεσίας του κόσμου!» Για την Κόρινθο συνηγορούσαν και οι εφημερίδες «Αθηνά» και «Χρόνος». Η «Αθηνά» ονόμαζε «παλιγκάπηλους» όσους ήθελαν για πρωτεύουσα την Αθήνα, λέγοντας πως η Κόρινθος ήταν το αληθινό κέντρο του Ελληνικού βασιλείου. «Οσοι περιφρονούν τας προσδοκίας του Έθνους, ολιγωρούντες τας ευχάς του, ζητούν να μας δώσουν αντί καθέδρας πλούσιας, λαμπράς και εμπορικής την ευτελή κι άγονον Αττικήν, την οποία όλος ο Ελληνικός κόσμος, διδαγμένος από πολυχρόνιον επανάσταση και όχι από αρχαιολογικά φαντάσματα, αποκρούει ομοθυμαδόν». Και το δημοσίευμα του «Χρόνου»: «Η κοινή γνώμη θέλει ενταυτώ να φροντίση η Κυβέρνησις να καταστήση την καθέδραν εις τον Ισθμόν, όπου όλοι ευρίσκουν, πολύ πλέον τα κατά μέρος συμφέροντα των, και όπου ευρίσκονται τα μεγάλα, τα γενικά συμφέροντα του Θρόνου και της Πατρίδος. Οι άποικοι των Αθηνών, ολίγοι ξένοι, επιθυμούν ν’ αναχώρηση ο υπεραγαπητός ημών Βασιλεύς εις Αθήνας, δια να τον απομακρύνουν από τους πιστούς υπηκόους του».

    Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα

    Αλλά οι Βαυαροί είχαν ήδη κάνει την εκλογή τους. Η «Γενική Εφημερίς της Αυγούστης» έγραφε πως «πρωτεύουσα της Ελλάδος πρέπει να ώσιν αι Αθήναι». Η Αντιβασιλεία, αποφάσισε οριστικά τη μεταφορά της πρωτεύουσας στις 18 Σεπτεμβρίου 1834 και εκδίδει σχετικό διάταγμα. Κατά το άρθρο 1 του διατάγματος η πρωτεύουσα του κράτους θα μεταφερόταν την 1η Δεκεμβρίου 1834 από το Ναύπλιο στην Αθήνα, η οποία στο εξής θα ήταν «η βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα». Κατά το άρθρο 3 της 1ης Δεκεμβρίου θα μεταφέρονταν όλα τα υπουργεία του κράτους, η Ιερά Σύνοδος, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Γενικό Ταμείο. Το διάταγμα υπέγραψε η τριμελής Αντιβασιλεία, επειδή ο Όθωνας δεν είχε ενηλικιωθεί ακόμα. Αμέσως μετά συστήθηκε επιτροπή η οποία ανέλαβε το έργο της καταγραφής και της εκτίμησης των σπιτιών στα οποία έμελλε να εγκατασταθούν οι διάφορες υπηρεσίες. Τα σπίτια όμως της Αθήνας ούτε στο ελάχιστο δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες. Η κυβέρνηση στην αρχή ζήτησε 200 σπίτια που αργότερα αυξήθηκαν σε 250. Ας σημειωθεί ότι τα σπίτια της Αθήνας δεν ξεπερνούσαν τότε τα 350 ενώ πολλοί κάτοικοι δεν είχαν στέγη. Η επιτροπή επίταξε όσα περισσότερα σπίτια μπορούσε, αφού έδιωξε τους ενοίκους ή τους περιόρισε σε ορισμένα δωμάτια ή στα υπόγεια, πληρώνοντας το 15% της εκτίμησης στους ιδιοκτήτες. Οι αυθαίρετες όμως επιτάξεις και εκτιμήσεις προκάλεσαν τη δίκαιη αντίδραση των Αθηναίων. Για να εξομαλυνθεί η κατάσταση, η κυβέρνηση έστειλε στην Αθήνα τους υπουργούς Εσωτερικών και Στρατιωτικών οι οποίοι διόρισαν νέα επιτροπή. Πρόεδρος της «επί των οικοδομών επιτροπής» διορίστηκε ο Γερμανός αρχαιολόγος Ρος, ο οποίος ως εξής περιγράφει τις δυσκολίες του έργου: «Δεν ήτο έργον ευχερές εν πολίχνη, εν η προ δύο ετών ο καθρέπτης εθεωρείτο πολυτέλεια, να ευρεθώσι κατοικίαι δια τους αντιβασιλείς, τους υπουργούς, τους ξένους διπλωμάτας, τους Έλληνας και Γερμανούς υπαλλήλους και τους, αξιωματικούς του στρατού. Ό,τι οπωσούν οικήσιμον υπήρχε εν τη πάλει, επετάσσετο ευθύς- ημικατεστραμμέναι εκκλησίαι και παρεκκλήσια, τζαμιά και λουτρώνες, μετεποιούντο εις προσωρινούς στρατώνας, σταύλους εργοστάσια, δικαστήρια, σχολεία κλπ.».

    Σωρός ρυπαρών ερειπίων

    Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι ότι το Κακουργιοδικείο στεγάστηκε στην Αγία Ελεούσα, η Μονή της Οσίας Φιλοθέης και το μετόχι της Μονής Πεντέλης έγιναν στρατώνες, ο Προφήτης Ηλίας μεταμορφώθηκε σε νοσοκομείο και οι Άγιοι Ασώματοι σε φαρμακείο. Για τους ξένους η εικόνα αυτή φάνταζε τραγική. Ο πρεσβευτής της Πρωσσίας Λούτζης σε έκθεση στην κυβέρνηση του το 1834 γράφει για την Αθήνα: «Ουδέποτε πόλις μοι παρέστησε λυπηρότερον και νεκρικώτερον θέαμα ερημώσεως». Και ο πρεσβευτής της Αυστρίας Όστεν γράφει στο Μέτερνιχ την ίδια χρονιά: «Αι Αθήναι σήμερον είναι απλούς μόνον σωρός ρυπαρών ερειπίων, τεταγμένων κύκλω μεγαλόπρεποι τίνων λειψάνων και διακοπτόμενων δι’ εκατόν πεντήκοντα περίπου εν πάση σπουδή ανεγερθέντων κτιρίων. Είναι δε ταύτα κεχωρισμένα και διεσπαρμένα επί μεγάλης σχετικούς εκτάσεως και κατελήφθησαν ως επί το πλείστον δια της βίας υπό της κυβερνήσεως δι’ εαυτήν και την αναγκαίαν αυτής ακολουθίαν.

    Η ΑΘΗΝΑ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΣΕ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΟΥΤΕ ΕΝΑΣ ΜΙΝΑΡΕΣ! ΑΠΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ 1841

    ΤΑ ΒΑΣΙΛΙΚΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΣΗΜΕΡΑ ΒΟΥΛΗ ΑΡΧΙΣΑΝ ΝΑ ΚΤΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟ 1834 ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣΑΝ ΤΟ 1838
    Τα ενοίκια και τα τρόφιμα είναι τόσον ακριβά όσον ουδαμού ίσως του γνωστού κόσμου(…). Η μετάβασις άνευ επαρκούς εκ των προτέρων προπαρασκευής προύξένησεν ενταύθα μεν τούτο το δεινόν, εν Ναυπλίω δε τουναντίον την καταστροφήν πολλών οικογενειών». Η μεγάλη συρροή υπαλλήλων και των παλαιών Αθηναίων δεν έφερε δυσκολίες μόνο στην εξεύρεση κατοικιών αλλά και στην προμήθεια τροφίμων. Ο διευθυντής του Νομού προσκάλεσε με ειδική προκήρυξη τους εμπόρους απ’ όλη την Ελλάδα στην Αθήνα, για να αναπτυχτεί το εμπόριο τροφίμων των οποίων οι τιμές, ας σημειωθεί, είχαν φτάσει στα ύψη. Επίσης η Κυβέρνηση δανειοδότησε τους εμπόρους τροφίμων με 50.000 δρχ. με τόκο 6% το χρόνο για τη διευκόλυνση τους στη μεταφορά τροφίμων. Ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι αρχές ήταν η έλλειψη στοιχειώδους καθαριότητας στην πόλη. Βρόμικα νερά λίμναζαν στους δρόμους και σε κεντρικά σημεία. Τα σφαγεία, βυρσοδεψεία και ελαιοτριβεία χειροτέρευαν την κατάσταση. Ο πρώτος Δήμαρχος της Αθήνας Ανάργυρος Πετράκης εργάστηκε με ζήλο για τη βελτίωση της οικτρής αυτής εικόνας. Καταρχή λιθοστρώθηκε η αγορά. Ανοίχτηκαν τάφροι γύρω από τον ελαιώνα για να μη λιμνάζουν-τα νερά αλλά να κατευθύνονται προς τη θάλασσα. Παρ’ όλη όμως την εκστρατεία καθαριότητας, το καλοκαίρι του 1835 μεγάλη επιδημία πυρετού έπληξε την Αθήνα και πρόσβαλε 3.000 θύματα. Παρόμοια επιδημία είχε εμφανιστεί και το 1834.

    Η ανοικοδόμηση

    Στο μεταξύ για να καλυφτούν οι τεράστιες ανάγκες για κατοικίες άρχισε με γοργούς ρυθμούς η ανοικοδόμηση. Οι δρόμοι όμως δε βοηθούσαν καθόλου το έργο. Αποφασίστηκε καταρχήν —από την επιτροπή που διόρισε η κυβέρνηση— να πλατυνθούν και να διαρρυθμιστούν οι δρόμοι Αθηνάς, Ερμού και Αιόλου. Τα ακίνητα που εμπόδιζαν τη διαρρύθμιση αποφασίστηκε να κατεδαφιστούν, αφού καταβληθεί αποζημίωση στους ιδιοκτήτες. Οι τελευταίοι όμως αν και πήραν τα χρήματα αρνήθηκαν στη συνέχεια να κατεδαφίσουν τα σπίτια, πράγμα που έκανε η κυβέρνηση με τη βία. Επίσης άρχισαν να χτίζονται νομισματοκοπείο, τυπογραφείο και στρατώνες για λογαριασμό της κυβέρνησης. Την 1η Δεκεμβρίου 1834 φτάνει με πλοίο ο Οθωνας για οριστική εγκατάσταση στην Αθήνα. Τον ακολουθούσαν οι Αντιβασιλείς, οι αυλικοί, οι υπουργοί με τις οικογένειες τους. Οι Αθηναίοι τους υποδέχτηκαν στο Θησείο, όπου έγινε και η δοξολογία. Ο Δημογέροντας Σταύρος Βλάχος προσφώνησε το βασιλιά «εκφράζων την ελπίδα ότι νέος Πλούταρχος θ’ ανατείλη ίνα γράψη τον βίον του Όθωνος». Από το Θησείο ο Οθωνας κατευθύνθηκε στο σπίτι του Αλέξανδρου Κοντόσταυλου (στον κήπο της παλιάς Βουλής) που είχε αγοραστεί από το κράτος και προοριζόταν για να στεγάσει το βασιλιά. Για το σπίτι αυτό κυκλοφορούσε το εξής δίστιχο:
    Ο οίκος σου Κοντόσταυλε
    μακρόθεν ομοιάζει
    τρίκροτον της Αμερικής,
    εξ ου αυτό πηγάζει.
    Το δίστιχο σατίριζε το σπίτι που χτίστηκε από χρήματα που «έβγαλε» ο Κοντόσταυλος όταν το 1825 πήγε στην Αμερική για να παραλάβει τη φρεγάτα «Ελλάδα».

    Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΛΙΟΤΕΡΟΥΣ ΝΑΟΥΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ ΣΗΜΕΡΑ «ΧΑΝΕΤΑΙ» ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΟΓΚΟ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ
    Το σχέδιο σύμφωνα με το οποίο άρχισε να οικοδομείται η Αθήνα, άρχισαν να εκπονούν καταρχήν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και ο συνεργάτης του Γερμανός Σάουμπερτ. Το σχέδιο τροποποιήθηκε στη συνέχεια από το Βαυαρό Κλέντσε. Παρατηρώντας σήμερα την Αθήνα —τους στενούς δρόμους, τους ελάχιστους χώρους με πράσινο, την έλλειψη ανοιχτών χώρων— μπορούμε να καταλάβουμε τα λάθη και τις παραλείψεις του πολεοδομικού σχεδίου.

    Κλεάνθης και Σάουμπερτ

    Στοιχεία για τη ζωή και τις δραστηριότητες του Κλεάνθη μας δίνει ο αρχιτέκτονας Παύλος Βακάς. Ο Σταμάτης Κλεάνθης καταγόταν από το Βελβεντό της Μακεδονίας. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Βερολίνο. Με το συμφοιτητή του και κατοπινό συνεργάτη του Σάουμπερτ ήρθαν στην Ελλάδα το 1829. Στην αρχή προσέφεραν χωρίς αμοιβή τις υπηρεσίες τους στο κράτος. Το 1830 διορίζονται από τον Καποδίστρια «αρχιτέκτονες της Κυβέρνησης» και καθηγητές στο ορφανοτροφείο της Αίγινας για να διδάσκουν όσους έχουν κλίση και ευφυΐα «εις την τέχνην» με 160 φοίνικες μισθό το μήνα. Ο Κλεάνθης ανέπτυξε στην Αθήνα πλούσια επιχειρηματική δραστηριότητα. Εκτός από διάφορες εκτάσεις που είχε αγοράσει στην πόλη, αγόρασε τα λατομεία λευκού μαρμάρου της Πάρου, του λεγόμενου Λυχνίτου, καθώς και τα πράσινα μάρμαρα της Τήνου. Είχε νοικιάσει τα λατομεία της Πεντέλης και προμήθευσε από αυτά τη μεγάλη κλίμακα των Παλαιών Ανακτόρων. Οικοδομές που σχεδίασε ο Κλεάνθης αναφέρονται πολλές. Ανάμεσα τους είναι:
    Το μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας στον Ιλισσό
    Το μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας στην Πεντέλη
    Το σπίτι όπου έμενε ο ίδιος στους πρόποδες της Ακρόπολης
    Η σημερινή Αγγλική Πρεσβεία
    Η Αγγλική Εκκλησία.
    Το 1830 ο Κλεάνθης μαζί με το Σάουμπερτ επισκέπτονται την τουρκοκρατούμενη Αθήνα και περιδιαβάζοντας «ανά τα λείψανα και τα μνημεία της αρχαίας πόλεως, ονειροπόλησαν την αναβίωση του κάλλους και της δόξης των Αθηνών ως πρωτευούσης της Ελλάδος» (Κ. Μπίρης: «Τα πρώτα σχέδια των Αθηνών»). Επιστρέφοντας στην Αίγινα ανέπτυξαν με θέρμη στον Καποδίστρια την ιδέα να γίνει η Αθήνα πρωτεύουσα του βασιλείου. Υποσχέθηκαν μάλιστα να συντάξουν χωρίς αμοιβή τον πολεοδομικό χάρτη. Ο Καποδίστριας όμως δεν έδειξε τον ίδιο ενθουσιασμό. Έπειτα από τη δολοφονία του, οι δύο αρχιτέκτονες εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Αρχισαν την τοπογράφηση της πόλης και το 1832 πήραν εντολή από την προσωρινή κυβέρνηση, να συντάξουν το πολεοδομικό σχέδιο. Στο υπόμνημα του σχεδίου αναφερόταν ότι δούλεψαν «από αγάπη προς τας Αθήνας, το λίκνον των τεχνών και των επιστημών» και ότι «προ των αμφιβολιών τούτων (αν η Αθήνα θα γινόταν ή όχι πρωτεύουσα) ενομίσαμεν ότι θα εβαδίζαμεν καλύτερα κι ασφαλέστερα εάν, ακολουθούντες την κοινήν γνώμην και τον γενικόν πόθον των Ελλήνων, εθεωρούμεν τας Αθήνας εν τη εκπονήσει του έργου μας ως μελλοντικήν πρωτεύουσα της Ελλάδος και ως έδραν του βασιλείου». Η αβεβαιότητα όμως αυτή καταδίκασε σ’ ένα βαθμό το σχέδιο αλλά και την εξέλιξη της Αθήνας. Γιατί το σχέδιο πρόβλεπε μια πόλη με 35.000-40.000 κατοίκους και φυσικά δεν επαρκούσε για τις ανάγκες της μεγαλούπολης που άρχισε αργότερα να δημιουργείται.

    ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΣΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΕΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
    Πολλοί πιστεύουν ότι το σχέδιο ατύχησε στην εκλογή της τοποθεσίας στην οποία αποφασίστηκε να οικοδομηθεί η νέα πόλη. Τόσο η φραγκοκρατούμενη όσο και η τουρκοκρατούμενη Αθήνα ήταν χτισμένες πάνω στα ερείπια της αρχαίας. Σωστή λύση θα ήταν, αφού η Αθήνα στην επανάσταση είχε σχεδόν καταστραφεί τελείως, να προτιμηθεί για τη νέα πόλη, ο χώρος από τη θάλασσα προς το λεκανοπέδιο της Αττικής, και ο χώρος της παλιάς Αθήνας να κηρυχτεί αρχαιολογικός. Την ιδέα αυτή είχε υποδείξει ο αρχιτέκτονας Γκούτενσον που επισκέφτηκε την Αθήνα το 1833. Υποστήριζε δηλαδή πως η νέα πόλη θάπρεπε ν’ αρχίζει από τον Πειραιά και να συνεχίζεται προς το κέντρο της Αττικής. Πρότεινε δε την Πειραϊκή χερσόνησο ως την κατάλληλη τοποθεσία για να χτιστούν τα Ανάκτορα. Οι Βαυαροί απέρριψαν την πρόταση γιατί αν εφαρμοζόταν η πρόταση του Γκούτενσον, το παλάτι θα ήταν εκτεθειμένο στα κανόνια των εχθρών. Το σχέδιο στις βασικές του γραμμές είχε ως εξής: Οι δρόμοι Πειραιώς και Σταδίου χαράσσονταν στην ίδια θέση και με το ίδιο πλάτος που έχουν και τώρα, με τη διαφορά πως η οδός Σταδίου δεν κατέληγε στο Σύνταγμα όπως σήμερα, αλλά στο Στάδιο.

    Ένα φιλόδοξο σχέδιο

    Στη συνάντηση των δύο αυτών δρόμων —στην Ομόνοια δηλαδή— «ετοποθετούντο τα ανάκτορα και εκατέρωθεν αυτών τα υπουργεία». Αυτό δηλαδή ήταν το διοικητικό κέντρο της πόλης.

    ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΟΘΩΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΕΣ ΦΡΑΚΑ ΚΑΙ ΒΑΥΑΡΙΚΕΣ ΣΤΟΛΕΣ
    Τα ανάκτορα «έβλεπαν» στην Ακρόπολη ενώ απέναντι είχε σχεδιαστεί η οδός Αθηνάς με πλάτος 50-40 και 28 μέτρα, ανάλογα με τη χρήση του δρόμου. Στο πιο πλατύ τμήμα της Αθηνάς θα χτιζόταν η αγορά, και γύρω της μεγάλος δημόσιος κήπος. Πίσω από τα ανάκτορα θα άρχιζε ο βασιλικός κήπος, και στη συνέχεια μεγάλο λαϊκό πάρκο. Ανάμεσα τους το σχέδιο πρόβλεπε πλατιά δεντροφυτεμένη λεωφόρο. Στην οδό Σταδίου, στη θέση της σημερινής πλατείας Κλαυθμώνος και στην οδό Πειραιώς, στη θέση του ωδείου Αθηνών, το σχέδιο πρόβλεπε δύο μεγάλες πλατείες, που θα συνδέονταν με διπλή λεωφόρο 28 μέτρων πλάτους. Στο κέντρο της μιας πλατείας θα ήταν το Χρηματιστήριο —το οικονομικό κέντρο της πόλης— και στο κέντρο της άλλης το Δημαρχείο ή το Δημοτικό Θέατρο. Από τις δύο αυτές πλατείες, άρχιζαν άλλες δύο λεωφόροι που κατέληγαν σε δύο πλατείες —των Μουσών η μία— εκεί όπου βρίσκεται η πλατεία Συντάγματος σήμερα, και του Κέκροπος η άλλη. Γύρω στην πρώτη θα βρισκόταν το κέντρο γραμμάτων και τεχνών —πανεπιστήμιο, βιβλιοθήκη, Ακαδημία, επισκοπή— και γύρω στη δεύτερη θα ήταν η Βουλή, το ταχυδρομείο, η αστυνομία και το τελωνείο. Στη μεσημβρινή πλευρά της πολιτείας, χαραζόταν μία άλλη λεωφόρος που ξεκινώντας από το Θησείο και περνώντας από τα μέρη όπου τώρα βρίσκονται η οδός Ηφαίστου, Πανδρόσου, Αδριανού και Λυσικράτους, κατέληγε στην πύλη του Αδριανού. Ο χώρος πέρα από τη λεωφόρο αυτή ως την Ακρόπολη «αφήνετο εκτός σχεδίου ως αρχαιολογικός». Η οδός Ερμού —στην ίδια θέση που είναι και σήμερα— θα είχε πλάτος 13 μέτρα με στοές 5 μέτρων στην κάθε πλευρά. Τέσσερις δεντροφυτεμένες λεωφόροι θα «επλαισίωναν το κέντρο του ρυμοτομικού συστήματος, αποκλείουσαι τον συνωστισμόν προς αυτό και παρέχουσαι διέξοδον δια μελλοντικήν επέκτασιν της πόλεως προς βορράν, προς την κατεύθυνσιν δηλαδή, προς την οποίαν μοιραίως ήθελεν επεκταθή αύτη». (Κ. Μπίρης: «Τα πρώτα σχέδια των Αθηνών»). Το αρχικό σχέδιο δηλαδή της νέας πόλης των Αθηνών που εκπόνησαν οι Κλεάνθης και Σάουμπερτ είχε φροντίσει για χώρους με πράσινο, ανοιχτούς χώρους —πλατείς δρόμους και λεωφόρους— στοιχεία απαραίτητα για μια πόλη και κυρίως για πρωτεύουσα και είχε χωρίσει κατάλληλα το κέντρο σε οικονομική ζώνη, διοικητική ζώνη και στη ζώνη γραμμάτων και τεχνών.

    Οι πρώτες αντιδράσεις

    Το σχέδιο το δέχτηκαν οι Αθηναίοι και με αναφορά τους στην Κυβέρνηση (3 Ιουνίου 1833) υπόσχονταν «να αφιερώσουν όσας γαίας αναγκαιούν εκ των περιεχομένων εντός και εκτός της πόλεως κατά το σχέδιον του κυρίου Κλεάνθη και Σάουμπερτ δια παλάτιον και άλλας δια κοινήν υπηρεσίαν οικοδόμος». Άφηναν επίσης «εις την διάθεσιν της Κυβερνήσεως όλα τα περί την Ακρόπολιν οικόπεδα ερείπια όντα, τα οποία κατά το αυτόν σχέδιον αναγκαιούν εις αυτήν». Η Κυβέρνηση, με διάταγμα στις 6 Ιουλίου 1833 ενέκρινε το σχέδιο και διάταζε την εφαρμογή του. Αμέσως όμως παρουσιάστηκαν και τα πρώτα προβλήματα. Οι ιδιοκτήτες των οικοπέδων και τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα τους έκαναν την εφαρμογή του σχεδίου αδύνατη. Οι αναγκαίες κατεδαφίσεις για την ανοικοδόμηση εμποδίζονταν από τους ιδιοκτήτες. Επίσης η κερδοσκοπία των οικοπεδούχων προκάλεσε μεγάλη αναταραχή. Από ορισμένες εφημερίδες κατηγορήθηκε και ό ίδιος ο Κλεάνθης ότι συμμετείχε στην κερδοσκοπία.

    Ο ΣΤΡΑΤΩΝΑΣ ΤΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1834
    Η «Αθηνά» της 14ης Νοεμβρίου 1834 γράφει: «… αλλά πως σε φαίνεται και η εκλογή του εκτελεστού του σχεδίου της πόλεως, όστις ελθών εις την Ελλάδα Υπέρου γυμνότερος, ορίζει τώρα εις τας Αθήνας τα περισσότερα και ωραιότερα οικόπεδα; Ούτος ο κερδοσκόπος έκαμε και το της πόλεως σχέδιον εις τρόπον ώστε οι καλίτεροι τόποι να πωλούνται απ’ αυτόν και όχι από άλλον εν βαρύτητι χρυσίου. Αλλοίμονον εις τους κατοίκους των Αθηνών όσοι δεν τον εσυμβουλεύθησαν». Ο Κλεάνθης ζήτησε δικαστικά να αναιρεθούν τα όσα γράφτηκαν σε βάρος του. Να πως αναιρέθηκαν οι συκοφαντίες κατά του αρχιτέκτονα: «…Αλλ’ αν ως εργολάβος ωφελήθη από τα αγοράς τας οποίας έκαμεν από τους Τούρκους εις γήπεδα και αν άλλας τοιαύτας ωφελείας έλαβε από αγοράς ή άλλα, δια τούτο δεν ημπορεί να προσαφθή εις αυτόν κανείς μώμος. Καθείς ζητεί το συμφέρον του, αρκεί να το ζητεί τιμίως και τότε είναι αξιέπαινος». «…Εμάθομεν προσέτι ότι μ’ όλους τους οποίους κατέβαλε κόπους δια το σχέδιον και εις την υπηρεσίαν του ως αρχιτέκτων τρία σχεδόν έτη, ούτε καν οβολόν έλαβε δια μισθόν».

    Οι τροποποιήσεις του Κλέντσε

    Για να αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση τις δυσκολίες στην εφαρμογή του σχεδίου έστειλε στην Αθήνα τον αντιβασιλιά φον Μάουερ. Ο τελευταίος βρήκε το σχέδιο… εξωφρενικό. Είχε αντιρρήσεις για το «ότι το σπίτι του ενός θα κατεδαφίζετο του άλλου δε θα έμενε εις την θέσιν του!» και για τους δρόμους πλάτους 130-140 ποδών και για το δημαρχείο μήκους 300 ποδών. Και έβγαλε το συμπέρασμα ότι «το σχέδιον χωρίς να λάβη καθόλου υπ’ όψει την υπάρχουσαν πόλιν, είχε καταρτισθή, εν σχέσει με τας πραγματικός ανάγκας της Ελλάδος, πολύ μεγαλοπρεπές και συνεπώς το μεγαλύτερον εμπόδιον ήτο αυτό τούτο το σχέδιον». Φαίνεται ότι από τις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις σχετικά με τα οικόπεδα δεν έλειψαν και οι Βαυαροί. Με την άποψη του φον Μάουερ συμφώνησε η αντιβασιλεία η οποία προσκάλεσε τον Βαυαρό φον Κλέντσε για την αναθεώρηση του σχεδίου «εις τον οποίον εχορηγήθησαν από το ταμείον του Ελληνικού κράτους τα αναγκαιούντα έξοδα ταξειδίου». Ο φον Κλέντσε έμεινε στην Αθήνα δυόμισι μήνες περίπου. Λίγο χρόνο δηλαδή για την εκπόνηση ενός σχεδίου πόλης. Στην πραγματικότητα όμως ο Κλέντσε απλώς τροποποίησε ορισμένα σημεία του πρώτου σχεδίου και δε συνέταξε καινούργιο.

    Και εάν σκεφτούμε ότι τελικά το σχέδιο του Κλέντσε εφαρμόστηκε μπορούμε να καταλάβουμε το είδος των μετατροπών του. Κατάργηση των βουλεβάρτων, κατάργηση πολλών κήπων, πλατειών, στένεμα των δρόμων, μείωση του αρχαιολογικού χώρου. Επίσης άλλαξε και την τοποθεσία που είχε επιλεγεί για το παλάτι, από την Ομόνοια στον Κεραμεικό. Ο Κλέντσε υπερήφανος για το «σχέδιο» του το συνόδεψε με την εξής αναφορά: «μετά την Ακρόπολιν, την πάλιν του Θησέως και την πάλιν του Αδριανού, θα έχωμεν να επιδείξωμεν την Οθωνούπολιν». Μιλούσε δε με περιφρόνηση για τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Ο Κλέντσε εισέπραξε για τις υπηρεσίες του το μυθώδες ποσό για την εποχή εκείνη των 24.000 δρχ. «δια μίαν απλήν μετάθεση του βασιλικού παλατιού εις το σχέδιον, την οποίαν απορρίπτει ήδη ο βασιλεύς». (εφημερίδα Αθηνά). Αλλά ούτε και το τροποποιημένο σχέδιο εφαρμόστηκε σε όλα τα σημεία του. Πολλοί δρόμοι στένεψαν περισσότερο. Παράδειγμα η οδός Κοραή που ενώ στο σχέδιο συναντιόταν με τον εμπορικό δρόμο, την Ερμού, έγινε ο μικρός δρόμος που υπάρχει σήμερα.

    Η δυστυχής Αθήνα και ο ευτυχής Πειραιάς

    Ο αρχαιολογικός χώρος μειώθηκε ακόμα περισσότερο γιατί ο Λουδοβίκος της Βαυαρίας και ο αρχαιολόγος Κουμανούδης, σκέφτηκαν πως χτίζοντας οι Αθηναίοι πάνω στην αρχαία πόλη θ’ αποκαλύπτονταν συγχρόνως και οι αρχαιότητες. Το σχέδιο της πόλης του Πειραιά είχε συνταχθεί από τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Ο Κλέντσε —ευτυχώς— δεν έκανε καμιά αλλαγή. «Εις το κεφάλαιον αυτή η πόλις του Πειραιώς υπήρξε ευτυχέστερα των Αθηνών και εις τούτο οφείλεται ότι διατηρεί και σήμερον εις το κεντρικόν της τμήμα κάποιαν ευρύτητα κοινοχρήστων χώρων καίτοι δια μεταγενέστερων τροποποιήσεων εστερήθη μερικών από όσους αρχικούς είχεν». (Κ. Μπίρης). Η Αθήνα λοιπόν άρχισε να οικοδομείται σύμφωνα με το τροποποιημένο σχέδιο. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της αποδείχτηκαν οικτρά κοντόφθαλμες. Η πόλη έφτασε αισίως τα 3.000.000 πληθυσμού, ενώ είχε σχεδιασθεί για μια ανάπτυξη 50.000 κατοίκων. Μπορεί «εάν απεφάσιζε σήμερον ο Ανώτατος βασιλικός αρχιτέκτων να επανέλθη προς στιγμήν εις την ζωήν δια να καμάρωση τα έργα της διανοίας του, και αντίκρυζε την σημερινήν ανάπτυξιν της πόλεως… δεν θα έμενε καθόλου ικανοποιημένος από την διάψευσιν των κοντόφθαλμων προβλέψεων του, και το κακόν το οποίον επροξένησε με αυτάς εις την άτυχον αυτήν πάλιν» (Κ. Μπίρης). Αλλά και οι κάτοικοι αυτής της πόλης δεν αισθάνονται καλύτερα, και για το λόγο ακόμα ότι αντίθετα από τον Ανώτατο βασιλικό αρχιτέκτονα, ζουν τις συνέπειες των ατυχών προβλέψεων του.

    Ο. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
    «ΤΟΤΕ…»
    1983

    http://anemourion.blogspot.gr/2015/12/blog-post_39.html

  5. Το ελληνικό 1848

    Οδόφραγμα στην οδό Soufflot του Horace Vernet (1848)

    Ο Τάσος Βουρνάς έγραψε το 1947, σε νεαρή ηλικία, την μελέτη « Το ελληνικό 1848» , η οποία θα δημοσιευόταν ως συμβολή της ελληνικής Αριστεράς στα 100 χρόνια ( 1848 -1948) από την ευρωπαϊκή εξέγερση του 1848. Τα γεγονότα που ακολούθησαν δεν επέτρεψαν την δημοσίευσή της. Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1952 σε περιορισμένα αντίτυπα ,αλλά και λάθη , από φίλους του συγγραφέα που βρισκόταν εξόριστος στον Άη – Στράτη. Το 1956 κυκλοφόρησε από τις «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».

    Ο Τάσος Βουρνάς ανατύπωσε το αντίτυπο των Πολιτικών και Λογοτεχνικών Εκδόσεων το 1983 διευκρινίζοντας ότι δεν έκανε καμία προσθήκη αν και θα είχε να συμπληρώσει ή να ερμηνεύσει πολλά μετά από τόσα χρόνια.

    «Δεν το έκανα, από συμπάθεια σε μια νεανική μου δουλειά, που δεν είδε φυσιολογικά , όταν έπρεπε, το φως της δημοσιότητας. Αλλά και υπό τη μορφή που αναπαράγεται σήμερα, προσφέρει πολλά και άγνωστα στοιχεία στον αναγνώστη, που φωτίζουν ένα μικρό χρονικό διάστημα της ιστορίας των αγώνων του ελληνικού λαού»

    Το βιβλίο αυτό το ανακάλυψα πρόσφατα και το διάβασα με πολλή προσοχή και ενδιαφέρον τοποθετώντας τη μελέτη στην εποχή που γράφτηκε και λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη επαρκών πηγών και στοιχείων. Έτσι κι αλλιώς η απήχηση του ευρωπαϊκού 1848 στην Ελλάδα δεν είναι και από τα πλέον γνωστά ιστορικά θέματα.

    Οι βασικές πηγές του συγγραφέα ήταν οι εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα του 1848, οι λιγοστές αφηγήσεις και μαρτυρίες και η διαθέσιμη βιβλιογραφία το 1947.

    Eduard Lear, Αθήνα (1848)

    Η μελέτη αρχίζει από την εποχή που έγινε η συνταγματική μεταβολή της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά των πολιτικών κομμάτων που πρωταγωνίστησαν στο χρονικό διάστημα 1843 -1848. Στην εξουσία βρίσκεται το « γαλλικό» κόμμα του Ι.Κωλέττη , στην αντιπολίτευση το « αγγλικό» κόμμα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και το «ρωσικό» του Α. Μεταξά. Ο βασιλιάς Όθωνας και ο αυλικός περίγυρος παίζουν σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Καταλυτική είναι η παρουσία και οι επεμβάσεις των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων , οι οποίοι ουσιαστικά κυβερνούν και ρυθμίζουν το πολιτικό σκηνικό ανάλογα με τα συμφέροντα των χωρών τους οδηγώντας την κατάσταση σε αδιέξοδο.

    Ανάμεσα σε όλους αυτούς κινείται σε αργούς ρυθμούς και ζει σε δύσκολες συνθήκες ο ελληνικός λαός. Τα προβλήματα που τον ταλαιπωρούν είναι πολιτικά , κοινωνικά, εθνικά και η διανομή των εθνικών γαιών.

    Αρκετά χρόνια μετά την επανάσταση του 1821, το νεοϊδρυθέν κράτος παραδόθηκε στους ξένους .Η ανεξαρτησία και οι συνταγματικές ελευθερίες παρέμεναν αιτήματα . Κάθε ζωντανό κοινωνικό στοιχείο παραμερίστηκε, οι αγωνιστές κυνηγήθηκαν και άνοιξαν οι πόρτες στο ξένο κεφάλαιο. Η κυβέρνηση του Ι. Κωλέττη για να μπορέσει να επιβάλει την εξουσία της και να αμβλύνει τις κοινωνικές αντιθέσεις και αντιδράσεις επινόησε την ιδεολογία και την πολιτική της Μεγάλης Ιδέας. Και σε όλα αυτά ερχόταν να προστεθεί το φλέγον ζήτημα της εθνικής γης , η οποία δεν διανεμήθηκε στους ακτήμονες καλλιεργητές και αγρότες αλλά ξεπουλήθηκε με πλασματικές δημοπρασίες και πέρασε στα χέρια των τσιφλικάδων. Η φτώχεια, οι διωγμοί , η καταπίεση έσπρωχναν τους αγρότες στον ένοπλο αγώνα , ο οποίος στο δεύτερο μισό του 19ου αι. εκφυλίστηκε σε ληστεία.

    Η κατάσταση μετά την 3η Σεπτεμβρίου 1843 δεν είχε αλλάξει ουσιαστικά καθώς δεν έλυσε κανένα από τα μεγάλα προβλήματα και δεν έδωσε τους θεσμούς που διαμορφώθηκαν κατά τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας. Αντιθέτως διευκόλυνε το παλάτι να φέρει συνταγματικά στην εξουσία τον Κωλέττη και το κόμμα του. Επιπλέον η εξάρτηση από την πολιτική της Γαλλίας είχε πάρει τη μορφή υποταγής . Τη χώρα ουσιαστικά κυβερνούσε ο Γάλλος πρεσβευτής.

    Το 1847 η Ευρώπη ήταν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί . Η οικονομική κρίση δεν άργησε να την οδηγήσει στη σύγκρουση του 1848. Στις 22 Φεβρουαρίου 1848 ξέσπασε επανάσταση στο Παρίσι στην οποία συμμετείχε ενεργά μαζί με τα αστικά δημοκρατικά κόμματα η γαλλική εργατική τάξη. Η εργατική τάξη ήταν η νέα τάξη που γεννήθηκε με την ανάπτυξη των νέων παραγωγικών σχέσεων. Η επανάσταση ανέτρεψε την υπάρχουσα γαλλική κυβέρνηση και τον Λουδοβίκο – Φίλιππο και στη θέση τους ιδρύθηκε η δεύτερη γαλλική δημοκρατία. Μόνο που με την εγκαθίδρυση της έπνιξε στο αίμα τους εργάτες που ζητούσαν να ληφθούν άμεσα μέτρα για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπισθούν ένοπλα οι αντιδράσεις της Ρωσίας και της Αυστρίας. Η προσωρινή λαϊκή εξουσία των εργατών καταλύθηκε και οι εργάτες δολοφονήθηκαν στους δρόμους του Παρισιού. Η σπίθα της όμως εξαπλώθηκε στην Ευρώπη.

    Eduard Lear, Λαμία (1848)

    Στην Ελλάδα τα γεγονότα της Γαλλίας είχαν μεγάλο αντίχτυπο. Η κυβέρνηση φάνηκε να χάνει τα στηρίγματά της και αυτό δημιούργησε πολλές ανησυχίες στο παλάτι και στην ολιγαρχία. Ο λαός όμως που έβλεπε ότι ο εκδημοκρατισμός δεν ερχόταν και οι αλλαγές μετά το 1843 δεν ήταν οι αναμενόμενες άρχισε να τρέφει ελπίδες για την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.

    Πνοές δημοκρατίας έφτασαν και στην Ελλάδα από το 1847, τις οποίες προσπάθησε να εκμεταλλευτεί η αγγλική πολιτική καλλιεργώντας τους πόθους του ελληνικού λαού για αλλαγές στην πολιτική και κοινωνική ζωή. Το παλάτι διαισθάνθηκε τον κίνδυνο αλλά τα γεγονότα ήταν πιο γρήγορα. Δύο παλαίμαχοι στρατηγοί του αγώνα της ανεξαρτησίας, ο Θοδωράκης Γρίβας και ο Νικόλας Κριεζώτης παραιτήθηκαν από τις θέσεις τους . Αρχές καλοκαιριού του 1847 προκηρύχθηκαν εκλογές και η ατμόσφαιρα ήταν εκρηκτική. Οι οπαδοί του Κωλέττη ετοίμαζαν εκλογικό πραξικόπημα και η αντιπολίτευση σε συνεργασία με την αγγλική πρεσβεία τις αντιδράσεις της. Ένοπλα επεισόδια ακολούθησαν τις αυθαιρεσίες των Κωλεττικών.

    Στις 6 Ιουνίου 1847, τέσσερις μέρες πριν τις εκλογές ξέσπασε ανταρσία με επικεφαλής τον Θ. Γρίβα και μετά από λίγες μέρες ξεσηκώθηκε ο Ν. Κριεζώτης στη Χαλκίδα. Αντάρτικη σημαία σήκωσαν στη Δυτική Ελλάδα οι Ιωάννης Φαρμάκης, Μακρυγιάννης και Βοζαΐτης. Δυναμικές επεμβάσεις του στρατού κατέστειλαν τις στάσεις και οι Κωλεττικοί κατέλαβαν πάλι την εξουσία ενώ η Αγγλία ενέτεινε τις μηχανορραφίες ηλεκτρίζοντας ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα. Μέσα σε αυτή την τεταμένη πολιτική κατάσταση ήρθε να προστεθεί και ο ξαφνικός θάνατος του Ι.Κωλέττη τον Αύγουστο του 1847, γεγονός που προκάλεσε χαρά στην Αγγλία και μεγάλη ανησυχία στη Γαλλία.

    Την πολιτική του Κωλέττη συνέχισαν οι διάδοχοί του. Το παλάτι προσπαθούσε να μετριάσει την ένταση με χλιαρό τρόπο στρεφόμενο στην αντιπολίτευση χωρίς όμως να διαλύσει τη Βουλή του Κωλέττη που τον στήριζε. Η άρνηση της αντιπολίτευσης να αναλάβει την εξουσία με αυτή τη Βουλή οδήγησε τον Όθωνα στην απόφαση να αναθέσει την κυβέρνηση στον Κίτσο Τζαβέλλα, πιστό όργανο του Κωλέττη , γεγονός που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και διαμαρτυριών στην αντιπολίτευση που κατήγγειλε την πράξη του βασιλιά ως υπέρβαση του Συντάγματος.

    Τα γεγονότα του 1848 δημιούργησαν την επιθυμία στην αντιπολίτευση να ανατρέψει τους Κωλεττικούς και να καταλάβει την εξουσία. Ο επαναστατικός άνεμος προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στην Ελλάδα με την αντιπολίτευση να οργανώνει ένα μεγαλειώδες εορταστικό γεύμα και μικροδιαδηλώσεις . Η κυβέρνηση από τη μεριά της δυνάμωσε τα τρομοκρατικά μέσα, κατέβασε στην Αθήνα το στρατό και απαγόρευσε στη γαλλική παροικία τους εορτασμούς. Η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε ακόμη περισσότερο και το πολιτικό αδιέξοδο οδήγησε την κυβέρνηση Τζαβέλλα σε παραίτηση στις 7 Μαρτίου 1848.

    Ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης στηριγμένη στο σύνταγμα ναυάγησε και μέσα στη γενική αναταραχή , την αντιπαλότητα και τη λαϊκή αγανάκτηση το παλάτι όρκισε νέα κυβέρνηση στις 8 Μαρτίου με τον Κ. Κουντουριώτη. Το κωλεττικό σύστημα και οι αυλικοί εξακολουθούσαν όμως να ρυθμίζουν την πολιτική ζωή.

    Μέσα σε αυτή την τεταμένη κατάσταση η λαϊκή οργή ξέσπασε σε ένοπλο ξεσηκωμό τον Απρίλιο γιατί ο λαός πείστηκε ότι τίποτε δεν άλλαξε και ότι όλα ήταν απάτη.

    Συνωμοτικές κινήσεις σημειώθηκαν στην Αθήνα και το παλάτι με τους υποστηρικτές του πρόβαλαν τη Μεγάλη Ιδέα και καλλιέργησαν την πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία.

    Μέσα στο Μάρτιο του 1848 η επαναστατική ατμόσφαιρα εντάθηκε , η νεολαία και ιδιαίτερα οι φοιτητές εξεγέρθηκαν. Τα καφενεία της Αθήνας έγιναν κέντρα συζητήσεων και συγκεντρώσεων των ξεσηκωμένων νέων.

    Όσο πλησίαζε η 25η Μαρτίου τόσο το πολιτικό κλίμα φορτιζόταν καθώς οι συνωμοτικές ομάδες την είχαν ορίσει ως ημέρα παλλαϊκού ξεσηκωμού.

    Την 25η Μαρτίου 1848 η κυβέρνηση και το παλάτι πήραν έκτακτα στρατιωτικά μέτρα στο κέντρο της Αθήνας και δημοσίευσαν το διάταγμα της αμνηστίας που ήταν αίτημα λαϊκό, σε μια προσπάθεια να ηρεμήσουν τα πράγματα. Η κίνηση αυτή δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα γιατί εξαιρούσε τρεις φημισμένους από την εποχή της επανάστασης του 1821 αγωνιστές.

    Οργανωμένες ομάδες με δημοκρατικά συνθήματα ήταν έτοιμες να τεθούν επικεφαλής του λαού.

    Σκηνή εκτοπισμού χωρικών από κρατικά όργανα. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα

    «Η εξουσία εώρτασε την εθνική εορτήν της 25/3 έντρομος, πεφοβισμένη και περιφρουρουμένη πανταχόθεν. Οι πολίται απεναντίας εώρτασαν αυτήν ήσυχοι και ελεύθεροι πάσης υπονοίας. Π ο τ έ τ ο σ α ύ τ η κ ί ν η σ ι ς λ α ο ύ δ ε ν ε φ ά ν η ε ι ς τ α ς Α θ ή ν α ς, όση καθ’ όλην την ημέραν και καθ’ όλην σχεδόν την νύκτα της παρελθούσης Πέμπτης. Η κίνησις αύτη του λαού, καίτοι ήσυχος, ετάραττε και έτι εφόβιζε την εξουσίαν. Ο λαός ημποδίζετο να προχωρή προς τα ανάκτορα…

    Φοιτητές τινές του Πανεπιστημίου μετά διαφόρων πολιτών, συνελθόντες εις το κεντρικώτερον ξενοδοχείον εσυμποσίασαν έψαλαν δε και ύψωσαν προπόσεις διαφόρους, μεταξύ των οποίων διεκρίθη η υπέρ των φοιτητών του Βερολίνου και Βιέννης γενομένη υπό του κ. Α. Παλαιολόγου. Καταβάντες του ξενοδοχείου δια να διευθυνθώσιν ευτάκτως προς την οδόν Ερμού, σ υ ν ω δ ε ύ θ η σ α ν υ π ό α π ε ί ρ ο υ π λ ή θ ο υ ς π ο λ ι τ ώ ν, οίτινες προπορευόμενοι εζητωκραύγαζαν εκ διαλειμμάτων υπέρ της Ελλάδος, του στρατού και της εθνοφυλακής. Μόλις επλησίασεν εις το τέλος της Ερμαϊκής οδού όθεν έμελλαν να εισέλθωσιν εις την πλατείαν Συντάγματος, αίφνης κατά διαταγήν αξιωματικού τινός του ιππικού, ως λέγεται, περίπολός τις εξ επτά ιππέων επιπίπτει με τα ξίφη κατά του αόπλου πλήθους. Καταπατούνται οι άνθρωποι ένεκα ταραχής, θέλοντες να φύγουν. Πολλοί έπαθον κυρίως και μάλιστα γυναίκες και παιδία. Η διαγωγή αύτη των ιππέων επροξένησεν εντύπωσιν δυσάρεστον» ( «Καρτερία» φ. 278/27/3/48)

    Από τα μέσα Μαρτίου έως τα μέσα Απριλίου του 1848 η πολιτική ζωή της χώρας κυριαρχείται από το κυβερνητικό κόμμα, το αγγλόφιλο κόμμα του Μαυροκορδάτου, το ρωσόφιλο και το δημοκρατικό. Αυτό το τελευταίο γεννήθηκε από τους αγώνες του ελληνικού λαού μετά την απελευθέρωση, επηρεάστηκε από τα γεγονότα της εξεγερμένης Ευρώπης και ζητούσε δημοκρατικές λύσεις στο εσωτερικό της χώρας με ανατροπή του Όθωνα.

    Αν και συγκινούσε λαϊκές μάζες και τμήματα της νεολαίας δεν ήταν σε θέση να οργανώσει τους αγώνες τους , δεν είχε πολιτική οργάνωση και καθοδήγηση. Είχε όμως να αντιμετωπίσει το ιδεολογικό μέτωπο της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης που ταύτιζαν τη δημοκρατία με την αναρχία και υποστήριζαν ότι οι δημοκρατικές αλλαγές θα φέρουν δυστυχία στην Ελλάδα. Επιπλέον αντιμετώπιζε την τσαρική απειλή ότι θα καταπνίξει κάθε απόπειρα ανατροπής του θρόνου με όλα τα μέσα .

    Έτσι στα τέλη Μαρτίου κυβέρνηση, παλάτι , αντιπολίτευση ανησυχούσαν για τη λαϊκή οργή και φοβούνταν έναν ενδεχόμενο ξεσηκωμό.

    Από την άλλη μεριά οι αγωνιστές που είχαν καταφύγει στα εδάφη που ανήκαν ακόμη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να πάρουν τα όπλα. Τις πρώτες δέκα ημέρες του Απριλίου αντάρτες συγκεντρώθηκαν στην ελληνοτουρκική μεθόριο και άρχισαν τις συνεννοήσεις με παραμεθόρια ελληνικά στρατιωτικά τμήματα προκειμένου να δράσουν από κοινού εναντίον της Κυβέρνησης.
    ………………………..
    ……………………….

  6. ………………………..
    ………………………..
    Στις 9 Απριλίου 1848 από τη συνοριακή γραμμή Δερβέν – Φούρκα εισέβαλαν οι αντάρτες στο ελληνικό έδαφος. Τα νέα έφτασαν γρήγορα στην Αθήνα και προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση. Πολλοί ήταν εκείνοι που περίμεναν να αρθεί το πολιτικό και κοινωνικό αδιέξοδο με την πράξη αυτή των ανταρτών.

    Η Κυβέρνηση και το παλάτι αρχικά προσπάθησαν να αποσιωπήσουν τα γεγονότα αλλά μπροστά στη λαϊκή αγανάχτηση και τα δημοσιεύματα του Τύπου ανακοίνωσαν επίσημα την εισβολή μία βδομάδα μετά. Συγχρόνως έγινε και η πρώτη προσπάθεια να αποδώσουν το γεγονός σε τουρκική υποκίνηση.

    Η ένοπλη εξέγερση όμως εξαπλώθηκε με μεγάλη ταχύτητα στις παραμεθόριες περιοχές. Οι αγρότες ακολούθησαν μαζικά τους αντάρτες και όλη η περιοχή της Λαμίας εκτός από την πόλη, περιήλθε στα χέρια των ανταρτών, οι οποίοι είχαν τη λαϊκή υποστήριξη και κυκλοφόρησαν προκηρύξεις.

    Όταν οι αντάρτες προωθήθηκαν στον Ελικώνα η πανικόβλητη Κυβέρνηση αποφάσισε να δράσει. Συγχρόνως το κόμμα του Μαυροκορδάτου τοποθετήθηκε εχθρικά στην ένοπλη εξέγερση.

    Στις 14 Απριλίου άρχισε τον ιδεολογικό πόλεμο εναντίον των ενόπλων διακηρύσσοντας επίσημα ότι η εισβολή γίνεται με οθωμανικά στρατεύματα και ανάγγειλε στρατιωτικά μέτρα. Η εξέγερση όμως πήρε πανελλήνιες διαστάσεις και εξαπλώθηκε ,εκτός από τη Στερεά και την Αθήνα, στην Καλαμάτα, την Κόρινθο και τον Πύργο. Αυτό προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση και πανικό στις κυβερνητικές δυνάμεις καθώς οι στρατιώτες δεν ήθελαν να πολεμήσουν τους αντάρτες. Η στρατολόγηση ντόπιων συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις επίσης και έτσι η Κυβέρνηση αναγκάστηκε να στρατολογήσει άντρες από περιοχές που δεν έλεγχαν οι αντάρτες ξοδεύοντας τεράστια και ανεξέλεγκτα ποσά.. Και οι αντάρτες από τη μεριά τους στρατολογούσαν αγρότες και προετοιμάζονταν για αποφασιστική σύγκρουση.

    Αν και οι αντάρτες προέλαυναν στα αστικά κέντρα εντείνοντας και την πολιορκία της Λαμίας συγκρουόμενοι με το στρατό εντούτοις δεν μπόρεσαν να ελέγξουν την κατάσταση λόγω έλλειψης συντονισμού των δυνάμεων τους και απουσίας σοβαρού στρατηγικού σχεδίου.

    Η Κυβέρνηση προσπάθησε να συγκεντρώσει τις τακτικές δυνάμεις σε στρατόπεδα – βάσεις στη Θήβα, στη Λειβαδιά και την Εύβοια αλλά να στρατολογήσει και ατάκτους με βίαιο τρόπο και με διάθεση πολύ μεγάλων χρηματικών ποσών για την πληρωμή τους. Σε αυτό συνέβαλε και η Εθνική Τράπεζα σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί το καθεστώς των διαδόχων του Κωλέττη στην εξουσία.

    Οι άτακτοι δεν άφησαν τίποτε όρθιο στο πέρασμά τους καταληστεύοντας και λεηλατώντας την ύπαιθρο.

    Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το ρωσόφιλο κόμμα πρότεινε συμβιβασμό διότι η τσαρική διπλωματία φοβόταν την ανατροπή του Όθωνα. Η κυβέρνηση και το παλάτι όμως είχαν αποφασίσει να αντιμετωπίσουν την εξέγερση στην περιοχή της Φθιώτιδας δυναμικά .

    Στις 24 Απριλίου εκδηλώθηκε εξέγερση στην Καλαμάτα που οδήγησε σε κατάληψη της πόλης. Ο αντίχτυπος της ήταν τεράστιος στην Αθήνα. Συγχρόνως οι Αθηναίοι μαθαίνουν και την εξέγερση των αγροτών στην περιοχή της Κορίνθου.

    Οι εξεγερμένοι τόσο στην Καλαμάτα όσο και στην Κόρινθο κυκλοφόρησαν προκηρύξεις , οι οποίες αποτελούν εξαιρετικά δημοκρατικά ντοκουμέντα για το ελληνικό 1848 και εμπνέονται από τα ιδανικά των ευρωπαϊκών αστικοδημοκρατικών εξεγέρσεων.

    Καφενείο στην Αθήνα στα μέσα του 19ου αι.

    «Φίλοι συμπολίται,

    Κάμνοντες χρήσιν του συνταγματικού δικαιώματος του ελευθέρως εκφράζεσθαι, φέρομεν κατά τας επικειμένας δεινάς περιστάσεις εις γνώσιν της Υ.Μ. τας εξής σκέψεις.

    Νέα εποχή ιστορίας μετέβαλε την φάσιν του κόσμου. Τα έθνη εγείρονται προς ανάκτησιν και υπεράσπισιν των καταπατηθέντων δικαιωμάτων των και ελευθεριών των. Τα παλαιά ολέθρια συστήματα κατέπεσαν ως ιστός αράχνης. Ο Μεττερνίχος και μετ’ αυτού το σύστημά του κατέπεσαν. Ο Βασιλεύς Φίλιππος και ο Γκιζώτος, οίτινες κυβερνώντες συνταγματικώς, εμόλυναν το σύνταγμα δια των αισχροτέρων μέσων της διαφθοράς, κατέπεσαν μετά του συστήματός των. Τα έθνη εις τα οποία επεκτείνονται αι αλύσσεις των συστημάτων τούτων, διέσπασαν αυτάς και αι κυβερνήσεις εχειραφέτησαν τους λαούς αυτών. Μία φωνή εγείρεται πανταχόθεν, η φωνή της απελευθερώσεως , η φωνή της χειραφεσίας των λαών, η φωνή της ενώσεως των εθνικοτήτων. Η Γερμανία σχηματίζεται εις εν, η Ιταλία θέλει αποτελεί εν έθνος, εις δεν την αδελφήν αυτής, την ένδοξον Ελλάδα, δεν αρμόζει να μένη απλώς θεατής. Η απελευθέρωσις και η συγκέντρωσις της ελληνικής φυλής υπό την νέαν Ελλάδα, και υπό έναν αρχηγόν ( σημ συγγρ. Η αναζήτηση αρχηγού πρέπει να νοηθεί εδώ στα κοινοβουλευτικά πλαίσια. Το κήρυγμα του – δημοκρατικό κι όχι δεσποτικό – πείθει) τον αρχηγόν αυτής, είναι το αίσθημα το κυριεύον τους απανταχού έλληνας και το μόνον υπάρχον σύνθημα. Από τα ιδέας ταύτας και από τα αισθήματα ταύτα κυριευόμενος και ο μεσσηνιακός λαός και από την πεποίθησιν ότι το κυβερνούν την Ελλάδα φθοροποιόν σύστημα απορέει εκ των φθοροποιών εκέινων συστημάτων, εγείρεται σήμερον και εκφράζει πανδήμως και μετά θάρρους τα μέσα εκείνα δια της ενεργείας των οποίων δύναται να φθάση εις τον περί ου ο λόγος σκοπόν προς αποφυγήν επικειμένου κινδύνου και προς σωτηρίαν της πατρίδος και του θρόνου. Τα δε μέσα ταύτα είναι τα εξής.

    Αον) Διάλυσιν της Βουλής, σχηματισθείσης υπό παρανόμου συστήματος, μέσων διαφθοράς και πλαστογραφίας και την συγκάλεσιν νέας Βουλής δια βουλευτών εκλεγμένων ελευθέρως και δια της ελευθέρας ψήφου των λαών.

    Βον) Γενικήν αμνηστείαν δια τους ένεκα πολιτικών εγκλημάτων καταδιωκομένους.

    Γον) Πλήρη και ιεράν εφαρμογήν του Συντάγματος.

    Δον) Κατάργησιν συστήματος Κυβερνητικού στηριζομένου εις τα πρόσωπα και τείνοντας εις την διαίρεσιν του έθνους και εις σχηματισμόν φατρίας κατά του έθνους και καθιέρωσιν συστήματος στηριζομένου εις αρχάς υγιείς και ηθικάς ουχί υπό ανθρώπων αμαθείας αλλ’ υπ’ ανδρός παιδείας, αρετής και ικανότητος και απολαμβανόντων την γενικής του έθνους υπόληψιν.

    Εον) Απομάκρυνσιν όλων των προσώπων των περιστοιχούντων επιβούλως τον θρόνον και υποστηριζόντων το φθοροποιόν εκείνον σύστημα το μολύναν το έθνος δια της διαφθοράς και το εκκενώσαν το ταμείον δια της καταχρήσεως και της σπατάλης του δημοσίου πλούτου.

    ΣΤον) Τον σχηματισμόν της εθνοφυλακής και την βαθμηδόν ανάπτυξιν και αύξησιν του ναυτικού στόλου και του στρατού.

    Δια των μέσων τούτων δύναται ν’ απομακρύνη τους περιστοιχούντας τον θρόνον και την πατρίδα κινδύνους και να φθάση εις τον περί ου ο λόγος σκοπόν, και την ευημερίαν του Ελληνικού λαού και την απελευθέρωσιν αδελφών και Ελλήνων.

    24 Απριλίου 1848, Καλάμαι

    Ο συμπολίτης σας

    Γ. Ι. Περρωτής»

    Η αντιπολίτευση θορυβήθηκε και η κυβέρνηση πήρε σκληρά μέτρα με στόχο την κατάπνιξη του ένοπλου κινήματος τόσο στη Στερεά όσο και στην Πελοπόννησο.

    Οι εξεγέρσεις στην Πελοπόννησο τελικά δεν μπόρεσαν να εξελιχθούν. Εκφυλίστηκαν και κατέρρευσαν εξαιτίας των ανώριμων τοπικών συνθηκών, την έλλειψη συντονιστικού οργάνου και στρατιωτικού σχεδίου που θα συνένωνε τους Πελοποννήσιους με τους Στερεοελλαδίτες.

    Διαβάζοντας τις προκηρύξεις των εξεγερμένων παρατηρεί κανείς ότι δεν έθεταν ζήτημα ανατροπής του βασιλιά, αντιθέτως φαίνονται να τον υποστηρίζουν. Αυτό μάλλον είχε σχέση με τους ανταγωνισμούς , τις διαμάχες και τις επιρροές των ξένων δυνάμεων στην πολιτική ζωή του τόπου αλλά και τις βαθιές ρίζες των τζακιών που στήριζαν το παλάτι και επηρέαζαν μεγάλες μάζες αγροτών κάνοντας τους να πιστεύουν ότι ήταν σύμβολο ανεξαρτησίας, εγγύηση εσωτερικής ησυχίας , μελλοντικής απελευθέρωσης των υπόδουλων ελλήνων και εξασφάλισης της ευρωπαϊκής βοήθειας. Παρ’ όλα αυτά ο θρόνος απειλήθηκε.

    Αν στην Πελοπόννησο οι εξεγέρσεις εκφυλίστηκαν, στη Στερεά οι αντάρτες συνέχιζαν να νικούν και η Κυβέρνηση έριχνε συνεχώς νέες δυνάμεις στη μάχη αποφασισμένη να δώσει τέλος στην ένοπλη εξέγερση. Η τελευταία μάχη δόθηκε στην Υπάτη όπου μετά από ολιγοήμερη πολιορκία η πόλη εγκαταλείφθηκε από τους αντάρτες σηματοδοτώντας την κατάρρευση του αντάρτικου μετώπου και τη νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων ( 8-9 Μάη 1848)

    Έτσι ένα μήνα μετά ο ένοπλος αγώνας έληξε με νίκη των κυβερνώντων αφού πέρασε από πολλές φάσεις και απείλησε το καθεστώς και το θρόνο.

    Τα αίτια της κατάρρευσης του μετώπου των ανταρτών αποδόθηκαν στην απουσία πολιτικής ηγεσίας ικανής να συντονίσει και να διεξάγει τον αγώνα, σε βασικά σφάλματα τακτικής, στην έλλειψη ενιαίου στρατηγικού σχεδίου και στην ανωριμότητα των συνθηκών.

    Η ήττα των ανταρτών έφερε πολλά δεινά στους αγρότες. Διωγμοί, συλλήψεις, φυλακίσεις και δολοφονίες ξέσπασαν σε βάρος τους. Οι φυλακές Λαμίας και Χαλκίδας γέμισαν από αγρότες της Φθιώτιδας, Παρνασσίδας και Βοιωτίας. Περιουσίες λεηλατήθηκαν. Στην Αθήνα η Κυβέρνηση ενέτεινε τα αστυνομικά μέτρα και στράφηκε κατά της αντιπολίτευσης. Η Αγγλία ανησυχώντας για τη θέση της στη Μεσόγειο πίεσε τον Όθωνα να εγκαταστήσει αγγλόφιλη κυβέρνηση.

    Το αποτέλεσμα ήταν στις 26 Ιουνίου 1848 να γίνει ανασχηματισμός αλλά διατηρώντας τον ίδιο Πρωθυπουργό για αρκετό διάστημα.

    Η θητεία του ελληνικού 1848 τελείωσε μέσα σε μια ατμόσφαιρα βίας και αυθαιρεσίας και καταστολής. Παρ’ όλα αυτά όμως έχει την αξία του και τη σημασία του καθώς έθεσε ζητήματα πολιτικά και κοινωνικά ανεξάρτητα από την πραγμάτωσή τους και τις έντονες ιδιομορφίες του σε σχέση με το ευρωπαϊκό 1848 .

    Τάσος Βουρνάς, Το ελληνικό 1848. Αγώνες για κοινωνικό και πολιτικό μετασχηματισμό στην Ελλάδα κάτω από την επίδραση των ευρωπαϊκών αστικοδημοκρατικών εξεγέρσεων. Εκδόσεις Αφων Τολίδη, Αθήνα 1983

    http://ofisofi.blogspot.gr/2016/02/1848.html

  7. Γρηγόρη Βέλκου: «Το άδοξο τέλος της οικογένειας του Γεωργάκη Ολυμπίου» – Μία προσέγγιση σε ένα εξαίρετο μορφωτικό προϊόν ενδελεχούς έρευνας

    Του Γιώργου Συνεφάκη
    τέως Πρόεδρου του Συλλόγου Λιβαδιωτών
    Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’

    Ο φίλτατος Γρηγόρης Βέλκος, ο εξαίρετος αυτός εκπαιδευτικός, ο γνωστός και ακούραστος ερευνητής των σπλάχνων της ελληνικής ιστορίας, συνέγραψε το τελευταίο του πόνημα «Το άδοξο τέλος της οικογένειας του Γεωργάκη Ολυμπίου». Το βιβλίο είναι μια όμορφη έκδοση, 140 σελίδων. Τα συγγραφικά δικαιώματα ο συγγραφέας τα εδώρισε στον Σύλλογο Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’, ο οποίος είναι και ο εκδότης. Η έκδοση αυτή κατέστη εφικτή χάρις και στην ευγενή συμπαράσταση του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης και ειδικότερα του πρώην Υπουργού Γεωργίου Ορφανού. Στο βιβλίο είναι ενσωματωμένες πολύ εύστοχα και κάποιες χαρακτηριστικές ιστορικές εικόνες της εποχής του 1821, καθώς και φωτογραφίες των περιοχών που διαδραματίστηκαν τα τότε συγκλονιστικά γεγονότα. Επίσης στο τελευταίο σκέλος του, υπάρχει μία σειρά από ντοκουμέντα της εποχής, βασιλικά διατάγματα, αποκόμματα εφημερίδων και άλλα κείμενα, τιμαλφή, ως παρακαταθήκη της μεγάλης ιστορικής έρευνας του συγγραφέα. Ο Βέλκος χρησιμοποίησε και μελέτησε (και πολύ καλά έκανε), εκτός των βασιλικών διαταγμάτων και τον τότε τύπο της εποχής. Διότι ο Τύπος δεν είναι απλώς αντιγραφέας. Εμπλέκεται πρωταγωνιστικά σε πολιτικές διαμάχες, υποστηρίζει καθεστώτα ή στρατεύεται εναντίον τους, προάγει τον πολιτισμό κάθε τόπου ή λειτουργεί αναχαιτιστικά.
    Διαβάζοντας το βιβλίο, ένοιωσα μία έμφυτη τάση να διαφωνήσω με τον τίτλο του. Θεωρώ ότι πιο εύστοχος θα ήταν ως τίτλος: «Ο δεύτερος θάνατος του Γεωργάκη Ολυμπίου» και με υπότιτλο «Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος και της αχαριστίας επακόλουθον η αναισχυντία εστί».
    Στα 14 κεφάλαια του βιβλίου, ο Βέλκος περιγράφει με εντυπωσιακά λεπτομερή τρόπο τις τελευταίες ημέρες του Ήρωα και την μετέπειτα Οδύσσεια της οικογένειάς του, της συζύγου Στάνας και των τριών παιδιών του, Αλέξανδρου, Μιλάνου και Ευφροσύνης, τους εμπαιγμούς και εξευτελισμούς που υπέστη η οικογένεια από την συμπεριφορά του ελληνικού κράτους, έως τον άδοξο και τραγικό θάνατό τους,
    Το βιβλίο είναι δομημένο σε τρεις ενότητες.
    Η πρώτη αφορά κυρίως στην τελευταία περίοδο της ζωής του Γεωργάκη Ολυμπίου. Αναφέρεται λεπτομερώς η πορεία του Ήρωα, η στρατιωτική του καριέρα, η καταξίωσή του ως πολέμαρχου, η αναγνώριση των ικανοτήτων του από την Ρωσία, ο γάμος του με την Στάνα, η γέννηση των παιδιών του και ο ηρωικός του θάνατος.
    Η δεύτερη ενότητα αναφέρεται στις ταλαιπωρίες που υπέστη η οικογένεια, κατά την μετακίνησή της και την διαμονή της στην Ελλάδα. Περιγράφονται λεπτομερώς η απίστευτη οδύσσεια της οικογένειας. Η Στάνα, όταν έσβησε η επανάσταση στην Μολδοβλαχία, είχε να αντιμετωπίσει, εκτός των Οθωμανών και των διαφόρων εχθρών του Ήρωα, την ένδεια και την πείνα, μια που όλη της την περιουσία την είχε προσφέρει στον Αγώνα (5.500 χρυσά φλουριά, που αντιστοιχούν στο κολοσσιαίο ποσό των 65-70.000 δραχμών του νεόκοπου ελληνικού κράτους). Περιγράφεται η τραυματική πορεία της οικογένειας, που ξεκινάει από το σπίτι τους στο Κίμπουλουκ, πρώτα στη μονή του Σέκου για να συλλέξουν τα όποια εναπομείναντα οστά του Ήρωα, μετά στην Βεσσαραβία, στο Βουκουρέστι, μετά στη Ρωσία, όπου όντως βρήκαν περίθαλψη και θαλπωρή, σε συνεργασία και με το Προξενείο της Οδησσού και μετά, με προπομπό τον Μιλάνο, στην Αθήνα το 1842 σε ηλικίες, η Στάνα 50 ετών, ο Μιλάνος 27, ο Αλέξανδρος 26 ετών και η Ευφροσύνη 21 ετών.Ο Βέλκος περιγράφει την τραγική συμπεριφορά του κράτους απέναντι στην οικογένεια, τους εξευτελισμούς που υπέστη ο Μιλάνος στο στράτευμα, το μηνιαίο βοήθημα ύψους 140 δραχμών στην Στάνα, ποσόν ανεπαρκέστατο για την επιβίωσή τους, έως ότου ήθελε διευθετηθεί το θέμα της επιστροφής του δανείου των 65-70.000 δραχμών. Παράλληλα, αναφέρει και τα ραγδαία πολιτικά γεγονότα, την απώλεια της εξουσίας από τον Μαυροκορδάτο (νονός των δύο τέκνων της Στάνας) και τα γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, που ανέτρεψαν όλες τις ελπίδες της οικογένειας, για την ουσιαστική αναγνώριση του Αγώνα τους και για μία αξιοπρεπή αποκατάστασή τους.
    Στην τρίτη ενότητα, περιγράφεται με συγκλονιστικό τρόπο η τραγική κατάληξη όλων των μελών της οικογένειας και διαφαίνεται σε όλο της το μεγαλείο η υποκρισία, η αγνωμοσύνη και η αχαριστία του κράτους.
    Ο Γρηγόρης Βέλκος, κατάφερε να μεταφέρει με την γραφή του, την αποπνικτική πολιτική και κοινωνική ατμόσφαιρα της εποχής του 19ου αιώνα του νεόκοπο ελληνικού κράτους και να δημιουργήσει, ηθελημένα ή άθελά του, ένα εκπληκτικό κινηματογραφικό σενάριο, που ενδεχομένως θα το ζήλευε και θα το αξιοποιούσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο συγχωρεμένος Θόδωρος Αγγελόπουλος. Η πολιτική νοσηρότητα της εποχής και οι μικροπολιτικές ωφελιμιστικές σκοπιμότητες, δεν ορρωδούσαν κάν προ των ιερών εθνικών συνειδήσεων των λεγομένων ετεροχθόνων από τους δήθεν ακραιφνείς αυτόχθονες, οι οποίοι αντιμετώπιζαν εμμέσως πλην σαφώς ως μιάσματα, τους μετακινηθέντες εντός των εθνικών συνόρων από τα ακόμη μη απελευθερωμένα εδάφη Έλληνες. Όλα αυτά, αποτυπώνονται γλαφυρά από την γραφίδα του Βέλκου. Η ατμόσφαιρα αυτή, δικαιολογεί πλήρως την εξ αρχής σχέση μεταξύ κράτους και πολίτη, η οποία κατά τη γνώμη μου, στην καλύτερη περίπτωση είναι μία σχέση αμοιβαίας δυσπιστίας και καχυποψίας και στην χειρότερη, αμοιβαίας υπονόμευσης και αντιπαλότητας. Και δυστυχώς, αυτό ισχύει μέχρι σήμερα, ως προϊόν αέναης συμπεριφοράς ενός αναξιόπιστου κράτους προς τους πολίτες του.
    Διαβάζοντας κανείς αυτά τα κείμενα της εποχής, νομίζει ότι πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας και όχι για πραγματική ιστορία. Οι απίστευτοι διάλογοι μεταξύ των μελών της Εθνοσυνέλευσης, η αντιπαράθεση μεταξύ των αυτοχθόνων της 1ης φάσης του ελληνικού κράτους και των δήθεν ετεροχθόνων, αλλά αυτοχθόνων Ελλήνων της τότε ας πούμε διασποράς, δείχνουν στην πραγματικότητα τις βαθειές ρίζες της έλλειψης ενιαίου εθνικού φρονήματος στην κορυφή της πυραμίδας του κράτους. Είναι κατά τη γνώμη μου, μια που μιλάμε για τους τότε κορυφαίους εκπροσώπους της Ελλάδας, η απαρχή όλων των μετέπειτα δεινών και διχασμών του έθνους, που με άλλη μορφή συνεχίστηκαν και συνεχίζονται.
    Τελικά η ζωή της Στάνας είναι ένα αρνητικό φιλμ της Οδύσσειας, μια αντίστροφή πορεία της, ένα περίεργο παιγνίδι της μοίρας, με ανεστραμμένους ρόλους και χώρους. Ξεκινάει το μεγάλο ταξίδι από την Τροία του σπιτικού της για την Ιθάκη-Ελλάδα, περιπλανάται επί πολλά χρόνια σε όλα τα Βαλκάνια, περνάει από Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες, από Λωτοφάγους, από Κίρκες και Σειρήνες, από Σκύλλες και Χαρύβδεις, χωρίς στάση στη χώρα των Φαιάκων. Μόνο που οι ρόλοι και η διαδρομή αντεστράφησαν. Τελικά η Ιθάκη ήταν το αρχικό σπιτικό της. Οι Λαιστρυγόνες, οι Κύκλωπες, οι Κίρκες, οι Σειρήνες, οι Σκύλλες και οι Χαρύβδεις που βρήκε στο δρόμο της, κατάφεραν να την εμποδίσουν να ολοκληρώσει το όνειρό της και να το μεταμορφώσουν σε εφιάλτη. Ο πηγαιμός της για την Ιθάκη, που λέει και ο Καβάφης, ήταν δυστυχώς γεμάτος από διπρόσωπες Κίρκες, θυμωμένους Ποσειδώνες και βίαιους Λαιστρυγόνες. Την Στάνα τη νίκησε κατά κράτος, το Κράτος των αμνημόνων Λωτοφάγων.
    Το βιβλίο του Βέλκου, είναι ένα δείγμα δωρικής γραφής, διανθισμένης περιοδικά με ορισμένες σωστές επικολυρικές εξάρσεις. Ο αναγνώστης μαθαίνει πολλά πράγματα από αυτό και νοιώθει ακόμη περισσότερα. Κυρίως για την διαχρονικότητα της ελληνικής συγκρουσιακής λογικής των πραγμάτων, μεταξύ της ιδιοτελούς μικροπολιτικής σκέψης και των εθνικών οραμάτων, μεταξύ των κοτσαμπάσηδων και του λαού, μεταξύ ηρώων και αγνωμόνων καιροσκόπων, μεταξύ τελικά της μνήμης και της λήθης. Το βιβλίο προβάλλει σε όλες τις διαστάσεις και όλες τις λεπτές γραμμές που χωρίζουν το μεγαλείο από τα τάρταρα αυτού που λέγεται ελληνική ψυχή. Συστήνω ανεπιφύλακτα το βιβλίο να το διαβάσουν όλοι, οι δε Σύλλογοι των απανταχού Λιβαδιωτών να οργανώσουν κατά τόπους την δημόσια παρουσίασή του.

    Γιώργος Συνεφάκης

    Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΛΙΒΑΔΙ, τεύχος Μαρτίου-Απριλίου 2015.

  8. Amfikratis on

    Πως διαβάσατε το έγγραφο που αναφέρετε στη διαδικασία των εκλογών ? Προσπαθώ για κάτι αντίστοιχο και είναι πολύ δύσκολο.

  9. Agtzidis Vlassis on

    Ο τραπεζίτης που έφερε τους Γλύξμπουργκ στην Ελλάδα

    http://moneyingreece.org/el/trapezitis-glyksbourg?fbclid=IwAR1n5YzJoCl3EHaa3-c3BDauys7U0wHDh22PpWf4z87G0EeD1GsHRZXHgqk


Αφήστε απάντηση στον/στην Γιωρίκας Ακύρωση απάντησης