Για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας

DSC06697-1

Στις 30 Ιανουαρίου του 1923, υπογράφτηκε από τις αντιπροσωπείες Ελλάδας και Τουρκίας η συμφωνία για την υποχρεωτική ανταλλαγή προσώπων και περιουσιών. Με αφορμή αυτή την επέτειο έγινε στην “Ελευθεροτυπία” (Κυριακή 10-2-2013) ένα αφιέρωμα -με τη  συμβολή του Άγγελου Συρίγου- με τον τίτλο  «Το πρωτόκολλο που σφράγισε το μεγάλο ξεριζωμό«…

DSC06689

Πατήστε ΚΛΙΚ για μεγέθυνση:

DSC06694-1

Το KEIMENO από την enet.gr:

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Ιστορικά

  • Η ανταλλαγή πληθυσμών στο Διεθνές Δίκαιο

    Η Σύμβαση για την Ανταλλαγή Πληθυσμών νομιμοποιούσε προς στιγμήν τη μέθοδο της ανταλλαγής ανθρώπων, εν είδει πραγμάτων, ως μέσο επίλυσης των διαφορών μεταξύ των κρατών.

    Ενδιαφέρον έχει να σημειωθεί ότι η ανταλλαγή πληθυσμών, ως τέτοιο μέσο αντιμετώπισης διακρατικών διαφορών, θα εξοβελιστεί από το Διεθνές Δίκαιο μερικές δεκαετίες αργότερα. Στην Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η ανταλλαγή πληθυσμών αντιμετωπίζεται ως παραβίαση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.
    .

    Ομως το 1923 η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Η μέθοδος της ανταλλαγής πληθυσμών για τη σύσταση ομοιογενών εθνικών κρατών που συγκροτήθηκαν στις παλιές οθωμανικές περιοχές φαινόταν ως η μόνη λύση για τη μετάβαση στη νέα πολιτειακή δομή. Ηδη από το 1913 είχε αποφασιστεί μεταξύ της Βουλγαρίας και της κυβέρνησης των Νεότουρκων η εθελοντική ανταλλαγή των πληθυσμών στην περιοχή των τουρκοβουλγαρικών συνόρων της Ανατολικής Θράκης. Στο τουρκοβουλγαρικό Πρωτόκολλο Ειρήνης (Σεπτέμβριος 1913) αναγραφόταν ότι συμφωνούσαν για «την αμοιβαία ανταλλαγή των Βουλγάρων και μουσουλμάνων κατοίκων, καθώς και των κτημάτων αυτών, σε ζώνη 15 χλμ. το ανώτερο κατά μήκος των κοινών συνόρων».
    .

    Το τουρκοβουλγαρικό αυτό πρωτόκολλο έδινε την πρώτη διεθνή νομική υπόσταση σ’ ένα κατά τα άλλα επαχθές μέτρο. Στη συνέχεια, τον Μάιο του 1914, οι Νεότουρκοι, οι οποίοι είχαν ήδη αποφασίσει τις γενοκτονίες των χριστιανικών οθωμανικών πληθυσμών, πρότειναν στην ελληνική κυβέρνηση την ανταλλαγή «του ελληνικού πληθυσμού του βιλαετίου Σμύρνης με τους μουσουλμάνους της Μακεδονίας». Η ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε το αίτημα και συγκροτήθηκε τον Ιούνιο του 1914 Μικτή Επιτροπή στη Σμύρνη για την υλοποίηση της συμφωνίας. Η είσοδος της Νεοτουρκικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ματαίωσε το συγκεκριμένο σχέδιο. Τον Νοέμβριο του 1919 υπογράφτηκε μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας η εθελοντική ανταλλαγή των πληθυσμών με τη Συνθήκη του Νεϊγί.

    Η Συνθήκη της Λωζάννης υπήρξε το τελικό και πλέον βίαιο επιστέγασμα αυτής της διαδικασίας.

  • Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ, Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας και μαθηματικός
  • Το πρωτόκολλο που σφράγισε το μεγάλο ξεριζωμό

    Ενενήντα χρόνια κλείνουν φέτος από τη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης, το 1923, και την υπογραφή της σύμβασης υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και κεμαλικής Τουρκίας. Το επιστέγασμα της πρωτοφανούς ανθρωπιστικής καταστροφής των Ελλήνων ένα χρόνο πριν!

 

  • Η ελληνική αντιπροσωπεία στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης. Διακρίνονται καθιστοί στην πρώτη σειρά από αριστερά οι: Δ. Κακλαμάνος, Ελ. Βενιζέλος, Α. Μιχαλακόπουλος, Αλ. Μαζαράκης (Πηγή: «Ιστορία του ελλ. έθνους», φωτ. αρχείο «Ε»)Η ελληνική αντιπροσωπεία στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης. Διακρίνονται καθιστοί στην πρώτη σειρά από αριστερά οι: Δ. Κακλαμάνος, Ελ. Βενιζέλος, Α. Μιχαλακόπουλος, Αλ. Μαζαράκης (Πηγή: «Ιστορία του ελλ. έθνους», φωτ. αρχείο «Ε»)

 

  • Στις 30 Ιανουαρίου του 1923 υπογράφτηκε μεταξύ της Ελλάδας και της κεμαλικής Τουρκίας το πρωτόκολλο της σύμβασης για υποχρεωτική ανταλλαγή ελληνικών και μουσουλμανικών πληθυσμών μεταξύ των δύο χωρών.
  • Ισως και να ‘χει ιδιαίτερη συμβολική σημασία το ότι το πρωτόκολλο -που ήταν το επιστέγασμα μιας πρωτοφανούς ανθρωπιστικής καταστροφής που είχε συμβεί λίγο πριν στη Μικρά Ασία- υπογράφτηκε μία μέρα μετά τη λήξη των εργασιών στο Μόναχο του πρώτου κομματικού συνεδρίου των Ναζί. Στο συνέδριο αυτό των Εθνικοσοσιαλιστών της Γερμανίας, που είχε ξεκινήσει με την παρέλαση των ταγμάτων εφόδου (S.Α.), ο Αδ. Χίτλερ είχε ζητήσει την κατάργηση της Συνθήκης των Βερσαλιών. Με μια έννοια, αυτό που ζητούσε ο Χίτλερ, το πέτυχε στη Λωζάννη ο παλιός του σύμμαχος στον κοινό τους Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μουσταφά Κεμάλ Πασά.
  • Η σύμβαση της ανταλλαγής, που περιείχε 19 άρθρα, στην πραγματικότητα άρχισε να εφαρμόζεται στο τέλος του 1923. Ηδη η πλειονότητα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης είχαν υποχρεωθεί με εξαιρετικά βίαιο τρόπο από τους Τούρκους εθνικιστές να εγκαταλείψουν την επαύριο της Μικρασιατικής Καταστροφής την πατρίδα τους. Οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Ανατολής είχαν υποστεί γενοκτονία από το 1914 και η μοίρα των επιζησάντων στη νέα εθνικιστική Τουρκία ήταν προδιαγεγραμμένη.Ετσι, από έναν ελληνορθόδοξο πληθυσμό που τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αριθμούσε 2,2 εκατομμύρια άτομα υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα έφτασαν μετά την καταστροφή του ’22 περί το 1,5 εκατομμύριο, για να καταμετρηθούν τελικά 1,25 εκατομμύρια πρόσφυγες το 1928.
  • Οι εναπομείναντες
  • Η διαδικασία της επίσημης ανταλλαγής αφορούσε, στην πραγματικότητα, περίπου 190.000 Ελληνες που είχαν παραμείνει στην κεμαλική Τουρκία και 355.635 μουσουλμάνους της Ελλάδας -διαφόρων εθνοτικών καταγωγών- που ήταν εγκατεστημένοι στις Νέες Χώρες (Μακεδονία, Ηπειρο, Θράκη) και στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Η σύμβαση, όμως, ρύθμιζε οριστικά την τύχη των πληθυσμών που θεωρήθηκαν «ασύμβατοι» με τις κυρίαρχες ιδεολογικές και πολιτιστικές αρχές που καθόριζαν τα δύο κράτη. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι Ελληνες της Κωνσταντινούπολης (περίπου 125.000) και των νησιών Ιμβρου και Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης (νομοί Ξάνθης και Ροδόπης).Η διοίκηση και η διαχείριση των περιουσιών περιέρχονταν στα κράτη. Στην Ελλάδα, στόχος της διαχείρισης της ανταλλάξιμης περιουσίας -δηλαδή αυτήν που εγκατέλειψαν οι μουσουλμάνοι οι οποίοι απελάθηκαν- ήταν η αποκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων. Υπολογίστηκε ότι οι ελληνικές περιουσίες που εγκαταλείφθηκαν ήταν δεκαπλάσιες των αντίστοιχων μουσουλμανικών.
  • Οι συνομιλίες είχαν αρχίσει από το Νοέμβριο του 1922 στη Λωζάννη. Είχε προηγηθεί η συντριπτική ήττα του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία ως αποτέλεσμα εσωτερικών αντινομιών και προδοσιών, η ολοκληρωτική εγκατάλειψη από τη μοναρχική κυβέρνηση των Αθηνών των χριστιανικών πληθυσμών στο έλεος των νικητών, η συνειδητή παράδοση από τον Μουσταφά Κεμάλ των ανεπιθύμητων πληθυσμών της ιωνικής παραλίας στις εθνικιστικές συμμορίες, το ολοκαύτωμα της Σμύρνης και η μαζική έξοδος του επιζήσαντος πληθυσμού. Λίγο αργότερα, με τη Συμφωνία των Μουδανιών (Οκτώβριος 1922), οι Σύμμαχοι υποχρέωσαν την Ελλάδα -η οποία αποδέχθηκε τις αποφάσεις χωρίς την παραμικρή αντίδραση- να παραδώσει την Ανατολική Θράκη στους κεμαλικούς, μαζί με την Ιμβρο και την Τένεδο. Στις συνομιλίες για την τελική ειρήνευση και την αντικατάσταση της Συνθήκης των Σεβρών με μια νέα, αναθεωρητική, έλαβαν μέρος οι δυνάμεις της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία), η ηττημένη Ελλάδα, η νικήτρια κεμαλική Τουρκία, και από τα Βαλκάνια η Γιουγκοσλαβία, η Ρουμανία. Επίσης συμμετείχαν το Βέλγιο, η Πορτογαλία, η Ιαπωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ως παρατηρητής, και η Σοβιετική Ενωση ειδικά για το θέμα του καθεστώτος των Στενών.
  • Πάντες οι ικανοί άρρενες (hommes valides), οι ανήκοντες εις τον ελληνικόν πληθυσμόν, ων αι οικογένειαι εγκατέλειψαν ήδη το τουρκικόν έδαφος, οι κρατούμενοι νυν εν Τουρκία, θα αποτελέσωσι το πρώτον τμήμα εξ Ελλήνων οίτινες θα σταλώσιν εις Ελλάδα συμφώνως τη παρούση Συμβάσει». (Αρθρο 4 της σύμβασης περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών)Πάντες οι ικανοί άρρενες (hommes valides), οι ανήκοντες εις τον ελληνικόν πληθυσμόν, ων αι οικογένειαι εγκατέλειψαν ήδη το τουρκικόν έδαφος, οι κρατούμενοι νυν εν Τουρκία, θα αποτελέσωσι το πρώτον τμήμα εξ Ελλήνων οίτινες θα σταλώσιν εις Ελλάδα συμφώνως τη παρούση Συμβάσει». (Αρθρο 4 της σύμβασης περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών).
  • Το πρωτόκολλο της σύμβασης για την ανταλλαγή των πληθυσμών ενσωματώθηκε στην τελική συνθήκη και υπογράφτηκε από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη στις 24 Ιουνίου του 1923. Η Συνθήκη της Λωζάννης ρύθμιζε το σύνολο των θεμάτων που ήταν σε εκκρεμότητα, τόσο των ελληνοτουρκικών όσο και αυτών που σχετίζονταν με τη χρήση των Στενών και το διακανονισμό οικονομικών και δημοσιονομικών διαφορών κάποιων κρατών με την κεμαλική Τουρκία.
  • Η «τελευταία πράξη»
  • Η συνθήκη αυτή υπήρξε η τελευταία πράξη μιας διαδικασίας που είχε ξεκινήσει με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και κορυφώθηκε με την υπογραφή της ατυχούς Συνθήκης των Σεβρών τον Αύγουστο του 1920. Η Συνθήκη της Λωζάννης, όπως και η Συνθήκη των Σεβρών, την οποία αντικαθιστούσε, ρύθμιζε τις μεταπολεμικές εκκρεμότητες σε σχέση με την ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι δύο αυτές συνθήκες βρίσκονταν σε δύο αντιδιαμετρικά σημεία και εξέφραζαν δύο εντελώς διαφορετικές οπτικές για την πολιτική μοίρα του συγκεκριμένου χώρου. Η Συνθήκη των Σεβρών πρόσφερε τη χειραφέτηση στους υποταγμένους λαούς της πολυεθνικής μουσουλμανικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και υλοποιούσε ένα μέρος των ελληνικών επιδιώξεων. Η Συνθήκη της Λωζάννης, αντιθέτως, επισφράγιζε τη νίκη του τουρκικού εθνικισμού και την οριστική πλέον εκδίωξη των χριστιανικών πληθυσμών από τον κοινό χώρο, που μετεξελισσόταν πια σε πλήρως εθνική επικράτεια των Τούρκων.
  • Παράλληλα, σε κοινωνικό και ιδεολογικό επίπεδο, οι Συνθήκες των Σεβρών και της Λωζάννης σημείωσαν τον τρόπο επίλυσης των μεγάλων εθνικών εκκρεμοτήτων που υπήρχαν στην περιοχή μας και εξέφρασαν το τέλος της μακράς και βασανιστικής διαδικασίας αντικατάστασης της πολυεθνικής αυτοκρατορίας από σύγχρονα εθνικά κράτη.
  • Με το άρθρο 12 αναγνωρίστηκε οριστικά από την Τουρκία η ελληνική κυριαρχία «επί των νήσων της ανατολικής Μεσογείου, Λήμνου, Σαμοθράκης, Λέσβου, Χίου, Σάμου και Ικαρίας». Με το άρθρο 13 η Ελλάδα υποχρεώθηκε να μην εγκαταστήσει ναυτικές βάσεις στα νησιά και να διατηρεί περιορισμένες μόνο στρατιωτικές δυνάμεις. Με το άρθρο 14 οριζόταν ειδικό καθεστώς για την Ιμβρο και την Τένεδο. Συγκεκριμένα, αναγραφόταν:
  • Τα νησιά Ιμβρος και Τένεδος
  • «Τα νησιά Ιμβρος και Τένεδος παραμένουν υπό τουρκική κυριαρχία. Θα απολαύσουν ειδικής διοικητικής οργάνωσης, η οποία θα αποτελείται από τοπικά στοιχεία. Θα παρέχει η οργάνωση αυτή κάθε εγγύηση στον αυτόχθονα μη μουσουλμανικό πληθυσμό όσον αφορά την τοπική αυτοδιοίκηση και την προστασία των ατόμων και των αγαθών. Η τήρηση της τάξης θα διασφαλίζεται από αστυνομία η οποία θα προέρχεται από τον ντόπιο πληθυσμό, με φροντίδα και επιμέλεια της τοπικής διοίκησης, όπως προβλέπεται παραπάνω, στις διαταγές της οποίας θα υπακούει».

 

—————————————–

  • Του ΑΓΓΕΛΟΥ Μ. ΣΥΡΙΓΟΥ, Δικηγόρος, επ. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
  • Μερικά από τα στοιχεία για την ανταλλαγή

  • Στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης συζητήθηκε η υποχρεωτική και όχι απλώς η εθελούσια ανταλλαγή των μειονοτήτων που βρίσκονταν στο έδαφος Ελλάδος και Τουρκίας. Η υποχρεωτική ανταλλαγή αποτελούσε αναγνώριση της αδυναμίας προστασίας των μειονοτικών δικαιωμάτων.Το θέμα της ανταλλαγής ετέθη από τον Νορβηγό Φρίντχοφ Νάνσεν, Υπατο Αρμοστή της Κοινωνίας των Εθνών για τους πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή. Θα ήταν άδικο να χρεωθεί ο Νάνσεν την πατρότητα της ιδέας. Οι προτάσεις του αποτελούσαν λύση ανάγκης μπροστά στη βεβαία εκδίωξη όλου του χριστιανικού στοιχείου από την Τουρκία, που θα ολοκληρωνόταν μόλις οι Σύμμαχοι αποχωρούσαν από τα τουρκικά εδάφη. Η ανταλλαγή -και μάλιστα υποχρεωτική- του μουσουλμανικού στοιχείου από την Ελλάδα ήταν μονόδρομος, για να υπάρξει μια στοιχειώδης εθνοτική ισορροπία μεταξύ των δύο κρατών που θα απέτρεπε νέες πολεμικές περιπέτειες.

    Αλάνθαστο κριτήριο για την ανταλλαγή υπήρξε το θρήσκευμα των πληθυσμών. Η ύπαρξη ελληνόφωνων μουσουλμάνων (π.χ. Τουρκοκρητικοί) και τουρκόφωνων χριστιανών ορθοδόξων (π.χ. Καραμανλήδες από την Καππαδοκία) θα δημιουργούσε σοβαρά εμπόδια κατά την υποχρεωτική ανταλλαγή εφ’ όσον επιλεγόταν άλλο κριτήριο, π.χ. γλώσσα ή καταγωγή.

    Στην ανταλλαγή περιελήφθησαν 190.000 Ελληνες έναντι 355.000 Τούρκων. Από πλευράς αριθμών η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών εμφανίζεται ετεροβαρής για την Τουρκία. Σε αυτούς, όμως, τους αριθμούς πρέπει να προστεθούν και 950.000 Ελληνες που εγκατέλειψαν την Τουρκία μεταξύ Αυγούστου και Δεκεμβρίου 1922 για να αποφύγουν τη σφαγή. Για την Τουρκία το κέρδος ήταν ότι διασφάλιζε και νομικά ότι κανένας από τους Ελληνες πρόσφυγες της καταστροφής του 1922 δεν θα επέστρεφε πίσω. Παράλληλα, η μεν Τουρκία αποκτούσε θρησκευτική ομοιογένεια, ενώ η Ελλάδα, πέραν της θρησκευτικής, αποκτούσε και φυλετική ομοιογένεια. Επιπλέον, το ελληνικό κράτος είχε στη διάθεσή του εκτεταμένες γαίες να αποκαταστήσει τους πρόσφυγες. Τα σημεία αυτά δεν μείωναν την τραγικότητα του γεγονότος της υποχρεωτικής ανταλλαγής, όπως τη βίωσαν σε ατομικό επίπεδο εκατοντάδες χιλιάδες άτομα και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Advertisement

33 Σχόλια

  1. Βλάσης Αγτζίδης on

    Ένα ενδιαφέρον κείμενο:
    ————————————–

    The Greek-Turkish population exchange: a necessary evil?

    Thanks to the HA reader who suggested I go here and watch the talks and Q&A (in English) from professors Giorgos Mavrogordatos and Ayhan Aktar on the 1923 population exchange agreements between Greece and Turkey that saw 1.5 million Greeks from Asia Minor, Anatolia and Thrace resettled in Greece and half a million Turks go the other way.

    [ http://www.ascsa.edu.gr/index.php/gennadius/newsDetails/george-mavrogordatos-and-ayhan-t.-aktar-the-1923-exchange-of-populations.-a ]

    Mavrogordatos suggests that the exchange was the best, or at least most pragmatic, outcome to the failed attempt by Greece to liberate Ionia.

    Arguing in favour of homogenous nation-states, Mavrogordatos says that the Ottoman Greeks provided a means to complete the Hellenisation of those territories (especially Macedonia) liberated during the Balkan wars; ensured, with the expulsion of Muslims from Greece, that Greece didn’t end up with a problematic Muslim minority, which would now number three million; and that, indeed, since Turkey’s preferred method of dealing with minorities in its midst was physical destruction, having some sort of agreed relocation was the only way to guarantee the survival and future of 1.5m Greeks.

    On the other hand, the Turkish professor bemoans the population exchange, guided as it was, he argues, by narrow, nationalist definitions of ethnic identity, which ended up impoverishing both countries and was a disaster for those directly affected.

    The discussion to be had on the issues raised is inexhaustible, but I’ll just make a couple of points.

    Having experienced the humiliating trauma of the decline and disintegration of the Ottoman empire, the new Turkish republic couldn’t countenance the continuing presence of Armenians, Assyrians and Greeks and had an unambiguous policy of annihilating its Christian minorities. This decisive approach is in contrast to the policy of Greece towards non-Greeks in the territories it had liberated in 1913 and was expecting to annex in Asia Minor.

    Eleftherios Venizelos was torn between creating a Greece that would be a liberal multi-ethnic state in which non-Greeks (Muslims, Jews and Bulgarians) would be full citizens and have their rights and identities protected, and a more homogenous country, insensitive to its minorities, who would be subordinate to the dominant Greek element and encouraged to assimilate or, in the worst-case scenario, face exchange with Greeks living in Rumelia and Turkey. (Exterminating its minorities, as Turkey was prepared to do, did not appeal to Greece).

    In Ionia, Venizelos was inclined to the former policy, insisting that the Turks living in the newly liberated areas should experience no discrimination and be won over to the benefits of Greek government – though at other times (as Mavrogordatos notes) he contemplates exchanging the Turks in Ionia for Greeks living in parts of Anatolia not liberated by the Greek army.

    Informing Venizelos’ view of the Turks as susceptible to the advantages of enlightened Greek rule was a sense that Turks were less conscious of their national and religious identity than Greeks. This ignorance of the Turks had disastrous consequences for Greek rule in Ionia. More ruthless treatment of the Turks in Ionia may have suited Greek interests better, though it would have risked alienating Greece’s European allies who, hypocritically, made their support conditional on Greece proving its credentials as a civilised country by the fair treatment of the non-Greek population under its jurisdiction.

    A similar Greek underestimation of Turkish nationalism was also evident later in Cyprus where, it should be pointed out that, after the Turkish invasion in 1974, the 200,000 Greeks forced from northern Cyprus and 50,000 Turks encouraged (by Turkey and Britain) to leave the government-controlled for the occupied areas – were not, according to the Turks, ethnically cleansed but the necessary victims of an agreed population exchange.

    http://hellenicantidote.blogspot.com.au/2013/02/the-greek-turkish-population-exchange.html?showComment=1361274792071

  2. Π.Μ.H.C on

    πολιτική: Συνθήκη της Λωζάννης: Ξεριζωμός στο όνομα της ειρήνης
    Συμπλήρωση 90 χρόνων από την υπογραφή της

    ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 05/01/2013

    Η Συνθήκη της Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923) επισφράγισε με οδυνηρό τρόπο τη Μικρασιατική Καταστροφή και, ταυτόχρονα, το τέλος της ελληνικής πολεμικής περιπέτειας που είχε ξεκινήσει με τους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912. Η Ανατολική Θράκη, η Ιμβρος, η Τένεδος και η ζώνη της Σμύρνης παραχωρήθηκαν στην Τουρκία, ενώ αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης, οι ελληνορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου, και οι μουσουλμάνοι «αλβανικής καταγωγής» που ήταν εγκατεστημένοι κυρίως στην Ηπειρο (Τσαμουριά) καθώς και οι ελληνορθόδοξοι Αραβες της Κιλικίας.

    Στην ουσία, η ανταλλαγή των πληθυσμών βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης σηματοδότησε την οριστική μετάβαση από την πολυεθνοτική και πολυθρησκευτική Αυτοκρατορία στα ομοιογενή εθνικά κράτη. Υπ’ αυτή την έννοια, οι εξελίξεις στην ελληνοτουρκική διαμάχη δεν απέχουν από τα αποτελέσματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Συνθήκη των Βερσαλλιών και οι συναφείς συνθήκες που υπογράφτηκαν το 1919-1920, κλείνοντας τον εξοντωτικό Μεγάλο Πόλεμο, είχαν ως βασικό χαρακτηριστικό ακριβώς τη διάλυση των αυτοκρατοριών και τη δημιουργία στη θέση τους των σύγχρονων ευρωπαϊκών εθνών-κρατών στην Κεντρική και στην Ανατολική Ευρώπη.

    Με τις εκατόμβες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου εξάλλου και την οριστική αναδιάταξη των συσχετισμών δυνάμεων στο επίπεδο της ευρωπαϊκής πολιτικής, είχε πλέον λυθεί οριστικά και το Ανατολικό Ζήτημα. Η συγκυρία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου Ελλάδα και Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα, έφερε τον ελληνικό στρατό στην άλλη όχθη του Αιγαίου αλλά ενεργοποίησε ταυτόχρονα ένα ισχυρό τουρκικό εθνικιστικό κίνημα. Η Μικρασιατική Καταστροφή σήμανε τόσο τον θάνατο της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα όσο και τη γέννηση της σύγχρονης Τουρκίας πάνω στις στάχτες της Αυτοκρατορίας. Και για τις δύο χώρες, υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση του εθνικού κράτους, τον ορισμό των συνόρων και του εθνικού εδάφους και την, κατά το δυνατόν, εθνική ομογενοποίηση του πληθυσμού.

    Η πρωτοφανής για τα διεθνή δεδομένα απόφαση της υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών υπαγορεύθηκε από την αρχή της ομοιογένειας που πρέσβευε το δόγμα του εθνικισμού και στο όνομα της οποίας άλλωστε είχαν γίνει διωγμοί και εθνοκαθάρσεις (και όχι μόνο στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης). Είχε ήδη προηγηθεί, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ (1919), η εθελούσια ανταλλαγή ελληνικών και βουλγαρικών πληθυσμών. Σε ό,τι αφορούσε την ελληνοτουρκική διαμάχη, φαινόταν πως η λύση της ανταλλαγής θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη στην περιοχή και την ασφάλεια στους πληθυσμούς. Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, ανταλλάχθηκαν περίπου 1.220.000 χριστιανοί και 525.000 μουσουλμάνοι πρόσφυγες. Παρ’ όλα ταύτα, οι εξαιρέσεις της Συνθήκης δημιούργησαν μειονότητες μέσα στα αντίστοιχα εθνικά κράτη, των οποίων η τύχη παρακολουθούσε (και παρακολουθεί) τη διακύμανση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

    Η ριζική λύση της Ανταλλαγής λοιπόν, παρ’ όλο που προκρίθηκε με στόχο να επιλύσει ένα μακροχρόνιο ζήτημα και να προλάβει νέες εθνικές συγκρούσεις, δημιούργησε ταυτόχρονα δύο νέα ζητήματα: το μειονοτικό και το προσφυγικό. Η επαχθέστερη κληρονομιά της Συνθήκης της Λωζάννης υπήρξε πράγματι η ανάγκη εγκατάστασης και ενσωμάτωσης των ανταλλαχθέντων προσφύγων στο ελληνικό κράτος. Επρόκειτο για μια τεράστια επιχείρηση, για την οποία ιδρύθηκαν ειδικοί θεσμοί και ζητήθηκε διεθνής στήριξη. Η άφιξη των προσφύγων αναδιαμόρφωσε τις κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις στην Ελλάδα, ενώ η εγκατάστασή τους προσέκρουσε συχνά στην εχθρότητα των ντόπιων πληθυσμών. Παρ’ όλο που η Ανταλλαγή έγινε με στόχο την εθνική ομοιογένεια, ούτε οι πρόσφυγες αποτελούσαν ομοιογενή ομάδα ούτε οι Ελλαδίτες τούς υποδέχθηκαν ως ομοεθνείς. Η εγκατάστασή τους κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα βάθυνε τον διχασμό ανάμεσα στην Παλαιά και στη Νέα Ελλάδα, ενώ η αφομοίωσή τους υπήρξε δύσκολη και μακροχρόνια. Ωστόσο, το έργο της αποκατάστασης εκτιμήθηκε ως «επίτευγμα» του ελληνικού κράτους, μέσα στις δύσκολες συνθήκες του Μεσοπολέμου.

    Η Συνθήκη της Λωζάννης μπορεί να θεωρηθεί η συνθήκη με την οποία οριστικοποιήθηκαν τα σύνορα του ελληνικού έθνους-κράτους ύστερα από έναν αιώνα αλυτρωτικής πολιτικής. Με την εξαίρεση της προσάρτησης των Δωδεκανήσων, τα σύνορα του 1923 έμειναν ίδια έως σήμερα. Η οριστικοποίηση όμως των συνόρων, που στην πραγματικότητα σήμαινε τον διπλασιασμό του εθνικού εδάφους, δεν βιώθηκε ως επιτυχία αλλά ως καταστροφή – όπως και ήταν. Η Ελλάδα, λόγω της μικρασιατικής εκστρατείας, είχε υποστεί τεράστιες απώλειες σε όλα τα επίπεδα, για να καταλήξει, με εξαίρεση τη Δυτική Θράκη, στα ίδια σύνορα που είχε επιτύχει με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου.

    Η κυρία Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

    http://www.tovima.gr/society/article/?aid=491581

  3. […] κύκλο της αρχικής προσφυγιάς, μιας και υπάγονταν στη Συνθήκη Ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που […]

  4. Π.Α. on

    Τα συμφέροντα των Ελλήνων προσφύγων υποτάχτηκαν στα συμφέροντα του Ελληνικού κράτους. Όπως έγράψε ο Δημήτριος Κακλαμάνης, ο Έλληνας διαπραγματευτής για την ανταλλαγή των πληθυσμών, «ετιμωρούντο όχι εξ ιδίου σφάλματος, αλλ’ εκ πλάνης και λαθών ημών των ελευθέρων» [ Μανωλικάκης Γιάννης.»Ελευθέριος Βενιζέλος η άγνωστη ζωή του», εκδόσεις Γνώση, Αθήνα, 1985, σελ.513 .

    Το ίδιο συνέβη και στην άλλη πλευρά.

  5. Δημήτρης on

    Ανθεκτική, ετεροβαρής και αναγκαία διεθνής συμφωνία

    Του Δημητρη Λυβανιου*

    Τον Ιούλιο του 1963 ο Γάλλος πρόεδρος Charles de Gaulle αισθάνθηκε την ανάγκη να φιλοσοφήσει. «Οι συνθήκες» δήλωσε «είναι σαν τις νεαρές κοπέλες και τα τριαντάφυλλα: διαρκούν όσο διαρκούν». Πιθανώς, αλλά όχι πάντοτε. Και τούτο γιατί έναν άλλο Ιούλιο, σαράντα χρόνια πριν, είχε υπογραφεί μία συνθήκη που επρόκειτο να διαρκέσει πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε ευπαθές άνθος. Η Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία σφράγισε το τέλος του περίφημου «Ανατολικού Ζητήματος», όχι μόνο συνεχίζει μέχρι και σήμερα να αποτελεί βασικό νομικό έρεισμα για διαδοχικές ελληνικές και τουρκικές κυβερνήσεις αλλά και εξακολουθεί να ανακαλεί αισθήματα εθνικού τραύματος στην Ελλάδα και εθνικής ανάτασης στην Τουρκία.

    Στα τέλη του 1922 η συγκυρία ήταν ζοφερή για την Ελλάδα. Η «Μεγάλη Ιδέα» είχε μετατραπεί σε μεγάλη καταστροφή, ο ξεριζωμός του μικρασιατικού Eλληνισμού είχε ήδη αρχίσει, ενώ η «Δίκη των Εξ», παρότι προσέφερε μία αίσθηση κάθαρσης και συνέβαλε στην εκτόνωση ενός δηλητηριώδους πολιτικού κλίματος, ενέγραφε θλιβερές υποθήκες για το μέλλον. Η Ελλάδα θα προσπαθούσε πλέον να περισώσει ό,τι ήταν δυνατό να περισωθεί, καθώς με την Ανακωχή των Μουδανιών, τον Οκτώβριο του 1922, είχε αποδεχθεί την αποχώρηση του ελληνικού στρατού και από την Ανατολική Θράκη. Ανατολικότερα, η κατάσταση ήταν διαφορετική. Ο Κεμάλ ήταν πανίσχυρος στη χώρα του, είχε ήδη προσεταιριστεί Γάλλους, Ιταλούς και Σοβιετικούς και τον Νοέμβριο κατέλυσε το σουλτανάτο εμποδίζοντας τους Βρετανούς να χρησιμοποιήσουν τον τελευταίο σουλτάνο για να διασπάσουν το τουρκικό πολιτικό μέτωπο. Ο Τούρκος ηγέτης ήταν πλέον έτοιμος να μετατρέψει τα λάφυρα του πολέμου σε διπλωματικό θρίαμβο στην επερχόμενη συνδιάσκεψη ειρήνης.

    Η συνδιάσκεψη συγκλήθηκε στη Λωζάννη τον Νοέμβριο του 1922, σε μία εποχή που η Βρετανία ήταν η αδιαφιλονίκητη δύναμη στην ανατολική Μεσόγειο και είχε ως ουσιαστικό στόχο να διασφαλίσει τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή αυτή: τη διέλευση βρετανικών πολεμικών πλοίων από τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων, την παραχώρηση της κουρδικής και πετρελαιοφόρου Μοσούλης στο, υπό βρετανικό έλεγχο, Ιράκ, τη μετατροπή της Τουρκίας σε αντι-σοβιετικό ανάχωμα και την προστασία των βρετανικών οικονομικών συμφερόντων στη χώρα. Θα έπρεπε επίσης να διευθετηθούν οι απαιτήσεις της Γαλλίας αλλά και αυτές της Ιταλίας του Μουσολίνι. Κατά συνέπεια, πρωταγωνιστής της Λωζάννης ήταν ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Λόρδος Curzon, ενώ την Ελλάδα εκπροσώπησαν ο Βενιζέλος και ο επιτετραμμένος της Αθήνας στο Λονδίνο Δημήτριος Κακλαμάνος. Τα περιθώρια κινήσεων της ελληνικής πλευράς ήταν εμφανώς περιορισμένα, ενώ η διπλωματική ακαμψία της Τουρκίας εικονογραφήθηκε εναργώς στο πρόσωπο του αντιπροσώπου της, Ισμέτ Πασά. Κάθε φορά που αντιμετώπιζε τη χειμαρρώδη ρητορεία του Curzon, ο Ισμέτ εύρισκε καταφύγιο στην -υπαρκτή- βαρηκοΐα του.

    Η ανταλλαγή των πληθυσμών

    Τα περισσότερα ελληνοτουρκικά ζητήματα διευθετήθηκαν σχετικά σύντομα, ενώ αποφασιστικής σημασίας για το μέλλον των δύο χωρών ήταν η σύμβαση που υπέγραψαν οι Βενιζέλος και Ισμέτ στις 30 Ιανουαρίου 1923 για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών. Το κριτήριο της ανταλλαγής αυτής ήταν το θρήσκευμα και όχι η γλώσσα ή η εθνική συνείδηση, και έτσι πάνω από 1.200.000 ορθόδοξοι (πολλοί από τους οποίους τουρκόφωνοι Καραμανλήδες) και περισσότεροι από 350.000 μουσουλμάνοι (πολλοί από τους οποίους ελληνόφωνοι αλλά και Εβραίοι «ντονμέδες») εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Εξαιρέθηκαν όμως «οι Ελληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης», οι «μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης», οι Ελληνες της Ιμβρου και της Τενέδου και οι Αλβανοί Τσάμηδες της Ηπείρου. Για πρώτη φορά μαζικές και υποχρεωτικές πληθυσμιακές ανταλλαγές διευθετήθηκαν με διεθνή συνθήκη.

    Επίπονες διαπραγματεύσεις

    Οι διαπραγματεύσεις για τα υπόλοιπα θέματα ήταν επίπονες, κατέρρευσαν τον Φεβρουάριο εξαιτίας οικονομικών διαφωνιών και συνεχίστηκαν τον Απρίλιο, με τη Συνθήκη της Λωζάννης να υπογράφεται τελικά στις 24 Ιουλίου 1923. Σύμφωνα με τους όρους της, η Ελλάδα ελάμβανε τα νησιά Λήμνο, Σαμοθράκη, Σάμο, Χίο, Ικαρία, και Λέσβο, όλα όμως αποστρατιωτικοποιημένα, και τη Δυτική Θράκη και έχανε την Ανατολική Θράκη μαζί με την περιοχή του Καραγάτς και το τρίγωνο του Αρδα με τον Εβρο, τη ζώνη της Σμύρνης και τα νησιά Ιμβρο και Τένεδο. Τα Δωδεκάνησα επιδικάστηκαν στην Ιταλία, μαζί με το Καστελλόριζο, παρά τις προσπάθειες του Ισμέτ για κατοχύρωση του νησιού στην Τουρκία. Το σαντζάκι της Αλεξανδρέτας παραδόθηκε στην, υπό γαλλικό έλεγχο, Συρία, και τελικά επέστρεψε στην Τουρκία το 1939. Η Μοσούλη παρέμεινε στους Βρετανούς, για να παραχωρηθεί το 1926 στο Ιράκ, ενώ επιβεβαιώθηκε και η προσάρτηση της Κύπρου στη Βρετανία. Τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων αποστρατιωτικοποιήθηκαν, αλλά όχι και η Θάλασσα του Μαρμαρά, ενώ επετράπη, αν και με περιορισμούς, ο διάπλους πολεμικών πλοίων. Το ταπεινωτικό οικονομικό καθεστώς των διομολογήσεων καταργήθηκε, αλλά η Τουρκία αναγκάστηκε να αποδεχθεί τις προνομιακές εμπορικές συμφωνίες που είχαν συναφθεί με ξένες εταιρείες πριν από το 1914.

    Η συνθήκη αναγνώριζε μόνο θρησκευτικές μειονότητες στην Τουρκία και όχι «φυλετικές, θρησκευτικές και γλωσσικές», όπως είχε κάνει η Συνθήκη των Σεβρών το 1920, αφήνοντας έτσι νομικά ακάλυπτους τους μουσουλμάνους Κούρδους. Τα θρησκευτικά, πολιτικά και γλωσσικά δικαιώματα των «μη μουσουλμανικών μειονοτήτων» της Τουρκίας κατοχυρώνονταν με σχετική σαφήνεια σε οκτώ άρθρα, αλλά και αυτά παρέμειναν ανενεργά, όπως απέδειξε αργότερα η οδυνηρή ελληνική εμπειρία. Η έλλειψη συγκεκριμένης αναφοράς στο νομικό καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο η Τουρκία επεδίωξε ανεπιτυχώς να εκδιώξει από την Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, επρόκειτο επίσης να καταστεί πρόξενος δεινών στο μέλλον.

    Στη σκιά του ξεριζωμού και της ήττας

    Αναμφισβήτητα η Συνθήκη της Λωζάννης συνιστούσε περιφανή νίκη της κεμαλικής Τουρκίας, και έχει δικαιολογημένα χαρακτηρισθεί το «πιστοποιητικό γέννησής» της, καθώς αναγνωρίστηκε και επίσημα ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, ενώ με την εκδίωξη των Ελλήνων προωθήθηκε και η εθνική ομογενοποίηση της χώρας. Παρότι ακραίοι Τούρκοι εθνικιστές κατηγόρησαν τον Κεμάλ για «προδοσία του τουρκικού έθνους», λόγω Μοσούλης και Αλεξανδρέτας, δεν στάθηκαν ικανοί να εμποδίσουν τον Ισμέτ να υπογράψει ευχαρίστως, και πρώτος, τη συνθήκη με τη χρυσή πένα που του είχε στείλει ο Κεμάλ ειδικά για την περίσταση. Ο Βενιζέλος υπέγραψε έκτος, «κύριος εαυτού», όπως ανέφεραν δημοσιεύματα της εποχής, με τον Ισμέτ και τους άλλους Τούρκους αντιπροσώπους να τον παρακολουθούν «λίαν αξιοπρεπείς και σοβαροί και σιωπηλοί».

    «Ανταλκίδειος Ειρήνη»

    Αν στην Τουρκία η υπογραφή της συνθήκης χαιρετίστηκε ως εθνικός θρίαμβος, στην καθημαγμένη Ελλάδα τα συναισθήματα ήταν διαφορετικά. Στη σκιά της ήττας και του ξεριζωμού, δεν έλειψαν αυτοί που τη θεώρησαν ταπεινωτική, ενώ ο Θεόδωρος Πάγκαλος την απεκάλεσε «Ανταλκίδειο Ειρήνη». Ηταν περισσότεροι όμως όσοι αναγνώριζαν ότι δεν υπήρχε ρεαλιστική δυνατότητα για ευνοϊκότερες ρυθμίσεις. Οι δηλώσεις του ίδιου του Βενιζέλου μετά την υπογραφή της συνθήκης ήταν χαρακτηριστικές: «Πώς να σας κρύψω την βαθείαν μελαγχολίαν με την οποίαν υπέγραψα την Συνθήκην της Λωζάννης διά της οποίας οριστικώς καταργείται η Συνθήκη των Σεβρών; Εν τούτοις υπέγραψα με την συναίσθησιν ότι προσέφερον υπηρεσίαν εις την Χώραν». Σε ανάλογο κλίμα, ο πρωθυπουργός Στυλιανός Γονατάς, παρότι εξέφρασε την «απόλυτη ικανοποίηση» της κυβέρνησης «διά την επιτευχθείσαν ειρήνην», έσπευσε να τονίσει ότι δεν συνέτρεχαν λόγοι εορτασμού «λόγω των τελικών αποτελεσμάτων, κατόπιν των γενομένων ατυχιών μας».

    Ωστόσο, Ελληνες αλλά και ξένοι παρατηρητές επεσήμαναν τα «εθνολογικά» οφέλη που απεκόμισε η χώρα, καθώς η εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων στη Μακεδονία παγίωσε τη δημογραφική υπεροχή του Ελληνισμού σε μία περιοχή που εξακολουθούσε να προσελκύει τις βλέψεις της Βουλγαρίας. Κοινή είναι επίσης η εκτίμηση ότι η Λωζάννη σηματοδότησε την οριστική εγκατάλειψη του αλυτρωτισμού από την Ελλάδα, κάτι όχι απολύτως ακριβές, καθώς η Βόρειος Ηπειρος, η Κύπρος αλλά και «συνοριακοί διακανονισμοί» σε βάρος της Βουλγαρίας θα εξακολουθούσαν να απασχολούν τις ελληνικές κυβερνήσεις και μετά το 1923. Σε κάθε περίπτωση, η Συνθήκη της Λωζάννης μπορεί να θεωρηθεί ως μία ανθεκτική και ετεροβαρής συνθήκη που αντικατόπτριζε επαρκώς τους δυσμενείς για την Ελλάδα συσχετισμούς δυνάμεων της εποχής. Το ότι έχει ήδη συμπληρώσει πάνω από 85 χρόνια ενεργού βίου, αποδεικνύει έμπρακτα ότι εκτός από ανθεκτική ήταν και αναγκαία.

    * Ο κ. Δημήτρης Λυβάνιος είναι επίκουρος καθηγητής Ιστορίας στο ΑΠΘ.
    http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articl…/12/2009_383295

  6. Η Συνθήκη της Λωζάννης σχεδιάστηκε ως αντίδοτο στον πόνο, αλλά προκάλεσε πόνο. Για πρώτη φορά η διεθνής κοινότητα αποδέχτηκε και επέβαλε την υποχρεωτική μετακίνηση μεγάλων ομάδων πληθυσμού με κριτήριο το θρήσκευμα
    Η ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν νομιμοποίηση μίας ανθρωπιστικής καταστροφής
    Η τελευταία πράξη του μικρασιατικού δράματος
    ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: , ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΑ ΠΕΛΩΝΗ

    «Το επίκεντρο της διήγησης κάθε πρόσφυγα παραμένει το ίδιο. Να γεννιέσαι σε ένα μέρος, να γερνάς σε άλλο. Και να αισθάνεσαι ξένος και στα δύο μέρη»… Η αφήγηση προέρχεται από ανταλλαγείσα μουσουλμάνα που το 1923 αναγκάστηκε να μεταναστεύσει από την Κρήτη στην Τουρκία. Θα μπορούσε, όμως, κάλλιστα, να είναι η αφήγηση της άλλης πλευράς. Θύματα του ξεριζωμού και της προσφυγιάς ήταν και οι Έλληνες και οι Τούρκοι.

    Για την Ελλάδα η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν το αποκορύφωμα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Για την Τουρκία σηματοδότησε τη συγκρότηση του νέου τουρκικού κράτους. Η Συνθήκη της Λωζάννης σχεδιάστηκε ως αντίδοτο στον πόνο, αλλά προκάλεσε πόνο. Έχουν περάσει 86 χρόνια από την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, αλλά το φάντασμα των μαζικών απελάσεων χριστιανικών και μουσουλμανικών πληθυσμών στις δύο πλευρές του Αιγαίου δεν έχει αναπαυθεί ακόμα.

    Νέες μελέτες διαπιστώνουν ότι η ανταλλαγή- η οποία ως μέρος της Συνθήκης της Λωζάννης είχε χαρακτηριστεί «επίτευγμα» από τη διεθνή κοινότητα- ήταν το αποτέλεσμα της ιδεολογίας του έθνους- κράτους και το δραστικό μέσο επιβολής της ιδέας του «καθαρού» εθνικού κράτους που προέβαλλε ως επιτακτική ανάγκη στις μέρες του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Μουσταφά Κεμάλ. Για κάποιους αναλυτές, εξηγεί και τη σημερινή παθολογία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

    Η ανταλλαγή. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που η διεθνής κοινότητα αποδέχτηκε και επέβαλε με υποχρεωτικούς όρους ξεριζωμό οριστικοποιώντας αλλά και μεγιστοποιώντας τις συνέπειες της προσφυγιάς που είχε ήδη προηγηθεί. Η συζήτηση για την ανταλλαγή δεν άρχισε το 1923. Είχε πρωτοσυζητηθεί το 1914 και αργότερα στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων το 1919. Το 1914 ο Βενιζέλος είχε προτείνει στο μνημόνιό του, αν οι εδαφικές διεκδικήσεις του δεν ικανοποιούνταν, περισσότεροι από 900.000 Έλληνες που έμεναν στην Τουρκία, να ανταλλαχθούν εθελούσια με τους περίπου 1.000.000 μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες. Ελλάδα και Τουρκία υπέγραψαν τη Σύμβαση υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών, επιβάλλοντας την υποχρεωτική μετακίνηση για τους ελληνορθόδοξους της Τουρκίας και τους μουσουλμάνους της Ελλάδας με κριτήριο τη θρησκεία. Η ανταλλαγή επισφραγίστηκε με την ελληνοτουρκική σύμβαση της 10ης Ιουνίου 1930, σύμφωνα με την οποία εκκαθαρίστηκε οριστικά το περιουσιακό ζήτημα των ανταλλαγέντων.

    Η ανταλλαγή είχε αμοιβαίο όφελος: την τόνωση των «εθνικά» ερημωμένων περιοχών και την αποδέσμευση από «εθνικά αλλότρια στοιχεία». Ο ίδιος ο όρος, σημειώνει ο Κ. Τσιτσελίκης («Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών», Κριτική), παραπέμπει στην ιδέα της αμοιβαίας παραχώρησης πραγμάτων από τους ιδιοκτήτες τους. Αυτή, στην ελληνοτουρκική περίπτωση, αποφασίστηκε και διεκπεραιώθηκε με όρους ηγεμονικούς: «Ελλάδα και Τουρκία πάγωσαν για λίγο την ιστορία, εφάρμοσαν σχέσεις μη νεωτερικές στους πολίτες τους, τους οποίους αντιμετώπισαν ως “υπηκόους”, ώστε αμέσως μετά την Ανταλλαγή να εφαρμόσουν το εθνικό/νεωτερικό πρόγραμμα στο πλαίσιο της σχέσης κράτους/έθνους πολίτη».

    Τα άρθρα 2 και 14. Για πολιτικούς λόγους που αφορούσαν Ελλάδα και Τουρκία, το άρθρο 2 της Σύμβασης της Λωζάννης εξαιρούσε από την ανταλλαγή τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης, η οποία είχε ήδη προσαρτηθεί στην Ελλάδα, και τους ελληνορθόδοξους της Κωνσταντινούπολης. Με το άρθρο 14 της Συνθήκης της Λωζάννης, οι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί της Ίμβρου και της Τενέδου συμπεριλήφθηκαν στην εξαίρεση. Ο Ισμέτ πασάς επεδίωξε οι τουρκομουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να εξαιρεθούν από την ανταλλαγή, ώστε να υπάρχει αντίβαρο στην εξαίρεση των ελληνορθόδοξων της Πόλης. Με σύγχρονους όρους, η ανταλλαγή δεν ήταν παρά η επισημοποίηση μιας ανθρωπιστικής καταστροφής. Ήταν ο ξεριζωμός εκατομμυρίων ανθρώπων αναπόφευκτη λύση δεδομένων των συνθηκών της εποχής; «ΤΑ ΝΕΑ» έθεσαν το ερώτημα σε τρεις ανθρώπους που ξέρουν από αναγκαστικούς «χωρισμούς»: έναν Βορειοϊρλανδό (Μπρους Κλαρκ), έναν Έλληνα (Κωνστ. Τσιτσελίκη) κι έναν Τούρκο (Μπασκίν Οράν).

    «Η ανταλλαγή αποτέλεσε ριζική λύση στο εθνικό θέμα»

    Ήδη πέρασαν 85 χρόνια από την υλοποίηση της αμφιλεγόμενης «ανταλλαγής ελληνοτουρκικών πληθυσμών» και η συζήτηση σχετικά με τα αίτια που την προκάλεσαν, τους όρους διεξαγωγής της, ή τους ανθρώπous που καθόρισε, φαίνεται ότι σιγά σιγά αλλάζει περιεχόμενο. Η ανταλλαγή προσφέρει ελκυστικές ερμηνευτικές αναζητήσεις και αναλύσεις ορισμένων πτυχών της που θεωρούνται ακόμα και σήμερα ταμπού. Μιας ιστορικής περιόδου κατά την οποία Ελλάδα και Τουρκία αναγκάστηκαν από κοινού να λύσουν τον γόρδιο δεσμό του μειονοτικού φαινομένου και να διασφαλίσουν την εθνική τους συγκρότηση.

    Πολιτικός ρεαλισμός που οδήγησε στην ειρήνη ή καταπάτηση των δικαιωμάτων τoυ ανθρώπoυ; Πώς χρησιμοποιήθηκε το δίκαιο και οι εθνικές ιδεολογίες για την εξάλειψη και την προστασία των μειονοτήτων; Πώς αντιμετωπίστηκαν αυτοί που έμειναν και αυτοί που έφυγαν; Η ελληνική και τουρκική βιβλιογραφία κατά κανόνα εστίασε η κάθε μία στους ανταλλαχθέντες/ πρόσφυγες της «δικής της» πλευράς σύμφωνα με τη λογική του «εθνικού συμφέροντος». Για τη μία πλευρά, εάν οι Έλληνες πρόσφυγες είναι οι ήρωες και τα θύματα του ξεριζωμού, οι άνθρωποι που ακολούθησαν την αντίστροφη πορεία αγνοούνται. Για την άλλη πλευρά, οι μουσουλμάνοι, δυνάμει Τούρκοι, συρρέουν από την καταρρέουσα Αυτοκρατορία για να συμβάλουν στην συγκρότηση της νέας Τουρκίας. Το παρελθόν τους αποσιωπάται, όπως και οι πολιτισμικές και γλωσσικές ετερότητές τους. Στις εθνοκεντρικές βιβλιογραφίες η ανταλλαγή εξετάζεται μονόπλευρα: Για τους Έλληνες αυτό γίνεται στο πλαίσιο της Καταστροφής, δηλαδή, της ματαίωσης της Μεγάλης Ιδέας. Για τους Τούρκους, αποτελεί το σημείο αναφοράς της νέας Τουρκίας, η οποία απαλλάχθηκε από το βάρος των μη μουσουλμάνων και της στρατιωτικής απειλής των γειτόνων. Η θυματοποίηση στην Ελλάδα και η λήθη του βαλκανικού παρελθόντος στην Τουρκία, αποτελούν τα παράλληλα μοτίβα τα οποία «αριστερή» και «δεξιά» βιβλιογραφία αναπαράγουν μέσω μιας ανομολόγητης ιδεολογικής σύμπνοιας.

    Η Σύμβαση της Λωζάννης εφάρμοσε επίσημα και μέσω του δικαίου εθνοκαθαρτικές πολιτικές στα αποκαΐδια τις αποτυχημένης «μικρασιατικής εκστρατείας» ή του πετυχημένου «πολέμου της ανεξαρτησίας», αμφισβητούμενης, ωστόσο, νομιμότητας. Από την άλλη πλευρά δεν θα ήταν άστοχο να ισχυριστεί κανείς ότι η ανταλλαγή πληθυσμών αποτέλεσε μια ριζική λύση στο εθνικό θέμα, το οποίο ήταν συνυφασμένο με στρατιωτικές αντιπαραθέσεις και πολέμους. Στο πλαίσιο αυτό, η ανταλλαγή εξυπηρέτησε την ομογενοποίηση του κράτους προτάσσοντας την «εθνική ασφάλεια». Ωστόσο, θα ήταν ολισθηρό το επιχείρημα ότι η Ανταλλαγή υπήρξε αποτρεπτική σχετικά με τις μελλοντικές συγκρούσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς η εθνοθρησκευτική ετερότητα δεν αποτελεί αφ΄ εαυτής αιτία σύγκρουσης, αλλά πεδίο στο οποίο ασκούνται πολιτικές ανταγωνισμών. Εάν το πεδίο αυτό εκλείψει δεν συνεπάγεται ότι εξαλείφονται και οι πιθανότητες σύγκρουσης.

    Ο Κ. Τσιτσελίκης είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, επιμελητής του συλλογικού τόμου «Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών: πτυχές μιας εθνικής σύγκρουσης» (εκδ. Κριτική)

    «Τρομερή τραγωδία, αλλά απέτρεψε ακόμη χειρότερες»

    Ηυποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν μια φοβερή τραγωδία για όλους όσοι επηρεάστηκαν άμεσα από αυτήν. Στη σύγχρονη αντίληψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι απαράδεκτο να αναγκάζεις ανθρώπους να αφήσουν τη χώρα κατοικίας τους επειδή έχουν «λάθος» θρησκεία. Ακόμη και την εποχή που γινόταν η διαπραγμάτευση για την ανταλλαγή, τα άμεσα εμπλεκόμενα μέρη αναγνώριζαν ότι υπήρχε κάτι επαίσχυντο στην ιδέα της υποχρεωτικής ανταλλαγής. Κάθε μέρος προσπαθούσε να κατηγορήσει κάποιον άλλο για την ιδέα του καταναγκασμού, παρ΄ ότι κάθε μέρος είχε τους δικούς του λόγους που ήθελε την υποχρεωτική ανταλλαγή.

    Η ελληνική πλευρά ήθελε να διώξει το μεγαλύτερο μέρος του μουσουλμανικού πληθυσμού της, επειδή έβλεπε τον χώρο και την ιδιοκτησία που καταλάμβαναν οι μουσουλμάνοι ως χώρο για να μεταφερθούν οι χριστιανοί ορθόδοξοι πρόσφυγες που συνέρρεαν στην Ελλάδα και απειλούσαν με απόλυτη κοινωνική διάλυση. Δεν ήταν μόνο ζήτημα φυσικού χώρου για τους πρόσφυγες. Η κυβέρνηση ήλπιζε να λάβει ένα μεγάλο διεθνές δάνειο με την υποστήριξη της Κοινωνίας των Εθνών, για τη φροντίδα των προσφύγων. Για να λάβει το δάνειο, η Ελλάδα έπρεπε να προτάξει ορισμένα απτά στοιχεία, όπως η ασφάλεια και η περιουσία που οι μουσουλμάνοι θα άφηναν, τα οποία ήταν η μόνη ασφάλεια που ρεαλιστικά μπορούσε να προσφέρει η κυβέρνηση.

    Για την τουρκική πλευρά, η υποχρεωτική ανταλλαγή ήταν μια ελκυστική πρόταση, γιατί προσέφερε νομιμοποίηση και έκανε αξιοσέβαστη μια πράξη που θεωρούσε αναπόφευκτη- την εκδίωξη όλων, ή σχεδόν όλων των χριστιανικών οθωμανικών πληθυσμών, με την αιτιολογία ότι είχαν συνεργαστεί με τους Έλληνες κατακτητές της Ανατολίας. Παρ΄ ότι το νέο τουρκικό κράτος ήταν αποφασισμένο να εκδιώξει τις χριστιανικές μειονότητες, ήταν ταυτόχρονα ιδιαίτερα ευαίσθητο στην κριτική των δυτικών δυνάμεων καθώς υποπτευόταν ότι αυτή η κριτική θα τις διευκόλυνε να πιέσουν με απαιτήσεις τους σε άλλους τομείς, όπως η οικονομία και το εμπόριο. Η ανταλλαγή ήταν για την Τουρκία μια κατάσταση win-win: απουσία των χριστιανών και οποιασδήποτε αιτιολογίας βάσει της οποίας η Τουρκία θα μπορούσε να επικριθεί. Ταυτόχρονα, «προσκαλώντας» τον μουσουλμανικό πληθυσμό της Ελλάδας, το νέο τουρκικό κράτος θα συμπλήρωνε τα κενά σε ανθρώπινο δυναμικό που θα δημιουργούσε η απομάκρυνση των χριστιανών.

    Για τον Μουσταφά Κεμάλ και τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν ένα ακόμη βήμα προς τον κοινό στόχο: τη δημιουργία συμπαγών εθνών- κρατών, όπου θα κυριαρχούσαν μία γλώσσα, μία θρησκεία και μία εθνική συνείδηση. Από την άποψη όλων όσων πήραν τις αποφάσεις, η ανταλλαγή εκπλήρωσε αυτές τις προσδοκίες. Συνέβαλε πράγματι στη δημιουργία, και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, σχετικά ομοιογενών εθνώνκρατών που ζούσαν σε τυπική αντίθεση το ένα απέναντι στο άλλο, αλλά δεν επιδίωκαν ενεργά εδαφικές διεκδικήσεις έναντι αλλήλων. Αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η ανταλλαγή ήταν μια τρομερή τραγωδία για τους ανθρώπους που επηρέασε. Η μόνη βάση στην οποία μπορεί να την υποστηρίξει κανείς είναι ότι απέτρεψε ακόμη χειρότερες τραγωδίες.

    Ο Μπ. Κλαρκ είναι αρχισυντάκτης στον «Εconomist», συγγραφέας του βιβλίου «Δυο φορές ξένος: Οι μαζικές απελάσεις που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ελλάδα και Τουρκία» (Εκδ. Ποταμός)

    «Για την εποχή, ήταν το μόνο πράγμα που μπορούσε να γίνει»

    «Η ανταλλαγή πληθυσμών ήταν μια αμοιβαία εθνοτικοθρησκευτική εκκαθάριση. Αλλά, εκείνη την εποχή, ήταν το μόνο πράγμα που μπορούσε να γίνει, επειδή τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, το απεχθές “έθνος- κράτος” γνώριζε επιτυχία μέσα σε μια ατμόσφαιρα πολεμική. Ο ορισμός μου για το έθνος- κράτος είναι: “Ένας τύπος κράτους που απαιτεί το έθνος του να είναι ομοιογενές, και εφαρμόζει πολιτική αφομοίωσης και/ή εθνοτικής/θρησκευτικής εκκαθάρισης για να τη διασφαλίσει”. Δυστυχώς, υπάρχουν ισχυρά απομεινάρια αυτού του μισητού είδους κράτους και στις δύο χώρες ακόμη και σήμερα. Κοιτάξτε πώς οι αντίστοιχες μειονότητες (στη Δυτική Θράκη και στην Κωνσταντινούπολη) αντιμετωπίζονται σαν ξένα καρκινογόνα κύτταρα. Επιπλέον, η εθνότητα δεν είναι το μόνο πράγμα. Ακόμη και σήμερα και στα δύο κράτη η θρησκεία είναι το πιο σημαντικό συστατικό της εθνικής ταυτότητας. Ένας μη ορθόδοξος Έλληνας δεν είναι Έλληνας και ένας μη μουσουλμάνος Τούρκος δεν είναι Τούρκος.

    Με αυτή την έννοια, η Ελλάδα βρίσκεται σε ελαφρώς καλύτερη θέση από την Τουρκία, λόγω του ότι έγινε σχετικά νωρίς μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Τουρκία θα διορθωθεί περισσότερο, όταν γίνει μέλος της Ε.Ε.».

    Ο Μπ. Οράν είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας, μέλος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Άγκυρα), ενώ στις τουρκικές εκλογές του 2007 ήταν υποψήφιος ως ανεξάρτητος βουλευτής
    http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&la=1…id=4534715&ct=1

  7. personalgloryAl. on

    01/22/2013
    Videocast. The 1923 Exchange of Populations: An Ongoing Debate

    The event that took place on January the 15th focused on the exchange of populations between Greece and Turkey in the aftermath of the Asia Minor campaign. Characterized as the «largest population movement in history», the exchange of populations that the Lausanne Treaty proposed as a solution to the political stalemate created after the Greco-Turkish war of 1919-1922 created numerous demographic and economic upheavals.

    Historians George Th. Mavrogordatos of the National and Kapodistrian University of Athens and Ayhan T. Aktar of the Istanbul Bilgi University presented the views from both sides of the Aegean and analyzed the issues faced by Greece and Turkey.

    The two presentations were followed by discussion with the audience.

    The lectures and discussion were in English. A short summary of the presentations in Greek was available.

    George Th. Mavrogordatos and Ayhan T. Aktar, “The 1923 Exchange of Populations. An Ongoing Debate” part1 from ASCSA on Vimeo.

    George Th. Mavrogordatos and Ayhan T. Aktar, “The 1923 Exchange of Populations. An Ongoing Debate” part2 Q&A from ASCSA on Vimeo.

    http://www.ascsa.edu.gr/index.php/gennadius/newsDetails/george-mavrogordatos-and-ayhan-t.-aktar-the-1923-exchange-of-populations.-a

  8. Συνθήκη της Λωζάνης/Σύμβασις Περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών

    VI. ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ
    ΚΑΙ ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΝΤΑ ΤΗ 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1923

    Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΚΑΙ

    Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ συνεφώνησαν επί των ακολούθων όρων.

    Άρθρον 1.

    Από της 1ης Μαΐου 1923, θέλει διενεργηθή η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων, ελληνικού ορθοδόξου θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων, μουσουλμανικού θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των ελληνικών εδαφών.

    Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσιν ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδι, άνευ της αδείας της Τουρκικής Κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

    Άρθρον 2.

    Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγήν:

    α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως·

    β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης.

    Θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προς της 30ης Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται δια του νόμου του 1912.

    Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.

    Άρθρον 3.

    Οι Έλληνες και οι Μουσουλμάνοι, οι εγκαταλείψαντες ήδη από της 18ης Οκτωβρίου 1912 τα εδάφη, ων οι 'Έλληνες και τούρκοι κάτοικοι θέλουσιν αμοιβαίως ανταλλαγή, θα θεωρηθώσι περιλαμβανόμενοι εν τη ανταλλαγή τη προβλεπομένη εν τω 1 άρθρω.

    Η έκφρασις “μετανάστης” εν τη παρούση Συμβάσει, περιλαμβάνει πάντα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τα μέλλοντα να μεταναστεύσωσιν ή έχοντα μεταναστεύσει από της 18ης Οκτωβρίου 1912.

    Άρθρον 4.

    Πάντες οι ικανοί άρρενες (hommes valides), οι ανήκοντες εις τον ελληνικόν πληθυσμόν, ων αι οικογένειαι εγκατέλειψαν ήδη το τουρκικόν έδαφος, οι κρατούμενοι νυν εν Τουρκία, θα αποτελέσωσι το πρώτον τμήμα εξ Ελλήνων οίτινες θα σταλώσιν εις Ελλάδα συμφώνως τη παρούση Συμβάσει.

    Άρθρον 5.

    Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 της παρούσης Συμβάσεως, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και αι απαιτήσεις των εν Τουρκία Ελλήνων ή των εν Ελλάδι Μουσουλμάνων, ουδόλως θέλουσι θιγή συνεπεία της γενησομένης δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως ανταλλαγής.

    Άρθρον 6.

    Ουδέν κώλυμα θέλει παρεμβληθή, δι' οιανδήποτε αίτιαν, ως προς την αναχώρησιν προσώπων ανηκόντων εις τους ανταλλακτέους πληθυσμούς. Εν περιπτώσει τελεσιδίκου καταδίκης εις επανορθωτικήν ποινήν και εν περιπτώσει μη οριστικής καταδίκης ή ποινικής διώξεως κατά μετανάστου, ο τελευταίος ούτος θέλει παραδοθή υπό των Αρχών της διωκούσης χώρας, εις τας Αρχάς της εις ην μεταβαίνει χώρας, ίνα εκτίση την ποινήν του ή δικασθή.

    Άρθρον 7.

    Οι μετανάσται θέλουσιν αποβάλει την ιθαγένειαν της εγκαταλειπομένης παρ' αυτών χώρας και αποκτήσει την της χώρας προς ην κατευθύνονται, άμα τη αφίξει των εις το έδαφος ταύτης.

    Οι μετανάσται, οι εγκαταλείψαντες ήδη την μεν ή την ετέραν των δύο χωρών και μη αποκτήσαντες εισέτι την νέον αυτών υπηκοότητα, θέλουσιν αποκτήσει την υπηκοότητα ταύτην κατά την χρονολογίαν της υπογραφής της παρούσης Συμβάσεως.

    Άρθρον 8.

    Οι μετανάσται θα ώσιν ελεύθεροι να συναποκομίσωσιν ή να μεταφέρωσι την πάσης φύσεως κινητήν αυτών περιουσίαν χωρίς δια τον λόγον τούτον να τοις επιβληθή τέλος τι εξαγωγικόν ή εισαγωγικόν ούτε άλλος τις φόρος.

    Ομοίως τα μέλη πάσης κοινότητος (περιλαμβανομένου του προσωπικού των τεμενών (τζαμιών), μοναστηριών (τεκκέ), ιερατικών σχολών (μεδρεσέ), εκκλησιών, μοναστηρίων, σχολείων, νοσοκομείων, εταιρειών, συνεταιρισμών και νομικών προσώπων ή άλλων ιδρυμάτων οιασδήποτε φύσεως), ήτις θέλει εγκαταλείψει το έδαφος ενός των συμβαλλομένων Κρατών, δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, θα έχωσι το δικαίωμα να συναποκομίσωσιν ελευθέρως ή να μεταφέρωσι την εις την εαυτών κοινότητα ανήκουσαν κινητήν αυτών περιουσίαν.

    Υπό των Αρχών των δύο χωρών θέλει παρασχεθή πάσα ευκολία μεταφοράς, τη συστάσει της Μικτής Επιτροπής, της προβλεπομένης υπό του άρθρου 11.

    Οι μετανάσται οίτινες δεν ήθελον δυνηθή να συναποκομίσωσι πάσαν ή μέρος της κινητής αυτών περιουσίας δύνανται ν' αφήσωσι ταύτην επί τόπου. Εν τη περιπτώσει ταύτη, αι τοπικαί αρχαί υποχρεούνται να καθορίσωσι, παρισταμένου και του μετανάστου, την άξιον της παρ' αυτών εγκαταλειπομένης κινητής περιουσίας. Τα πρωτόκολλα, περιέχοντα τον κατάλογον και την άξιον της υπό του μετανάστου εγκαταλειπομένης κινητής περιουσίας, θα συντάσσωνται εις 4 αντίτυπα, ων το εν θα φυλάσσηται παρά των τοπικών Αρχών, το δεύτερον θα παραδίδηται εις την εν τω άρθρον 11 προβλεπομένην Μικτήν επιτροπήν ίνα χρησιμεύση ως βάσις δια την εν τω άρθρω 9 προβλεπομένην εκκαθάρισιν, το τρίτον αντίτυπον θα παραδίδηται εις την Κυβέρνησιν της εις ην μεταναστεύει χώρας και το τέταρτον εις τον μετανάστην.

    Άρθρον 9.

    Η ακίνητος αγροτική ή αστική περιουσία, η ανήκουσα εις τους μετανάστας, εις τας εν τω άρθρω 9 αναφερομένας κοινότητας, ως και η παρά των μεταναστών ή των κοινοτήτων εγκαταλειπομένη κινητή περιουσία, θέλουσιν εκκαθαρισθή συμφώνως προς τας κατωτέρω διατάξεις υπό των μικτών επιτροπών των προβλεπομένων εν άρθρω 11.

    Αι περιουσίαι, αι κείμεναι εις τα εδάφη τα υπαγόμενα εις την υποχρεωτικήν ανταλλαγήν, ανήκουσαι δε εις εκκλησιαστικά ή εις ευαγή καθιδρύματα κοινοτήτων εγκατεστημένων εις έδαφος μη υπαγόμενον εις την ανταλλαγήν, ανήκουσαι δε εις εκκλησιαστικά ή εις ευαγή καθιδρύματα κοινοτήτων εγατεστημένων εις έδαφος μη υπαγόμενον εις την ανταλλαγήν, θέλουσιν ομοίως εκκαθαρισθή υπό τους αυτούς όρους.

    Άρθρον 10.

    Η εκκαθάρισις της κινητής και ακινήτου περιουσίας της ανηκούσης εις πρόσωπα εγκαταλείψαντα ήδη τα εδάφη των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, θεωρούμενα δε δυνάμει του άρθρου 3 της παρούσης Συμβάσεως ως υπαγόμενα εις την ανταλλαγήν των πληθυσμών, θέλει συντελεσθή συμφώνως προς το άρθρον 9 και ανεξαρτήτως παντός μέτρου οιουδήποτε χαρακτήρας, όπερ, συμφώνως προς τους νόμους ή άλλα διοικητικά μέτρα πάσης φύσεως, θεσπισθέντα από της 18ης Οκτωβρίου 1912 εν Ελλάδι ή εν Τουρκία ή καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον, έσχεν ως αποτέλεσμα οιονδήποτε περιορισμόν του δικαιώματος της ιδιοκτησίας επί της περιουσίας ταύτης, οίον κατάσχεσις, αναγκαστική πώλησις και άλλα. Εν περιπτώσει καθ' ην εις τας εν τω παρόντι ή εν τω άρθρω αναφερομένας περιουσίας είχεν επιβληθή μέτρον τοιαύτης φύσεως, η αξία τούτων θέλει καθορισθή υπό της εν τω άρθρω 9 προβλεπομένης Επιτροπής, ως εάν δεν είχον εφαρμοσθή τα εν λόγω μέτρα.

    Όσον αφορά τας απαλλοτριωθείσας περιουσίας, η Μικτή Επιτροπή θέλει προβή εις νέαν εκτίμησιν των από της 18 Οκτωβρίου 1912 απαλλοτριωθεισών τούτων περιουσιών, αίτινες ανήκον εις πρόσωπα υποκείμενα εις την ανταλλαγήν των δύο χωρών και αίτινες κείνται εις τα υποκείμενα εις ανταλλαγήν εδάφη. Η Επιτροπή θα καθορίση υπέρ των ιδιοκτητών αντιστάθμισμα προς επανόρθωσιν της ζημίας, ην θέλει βεβαιώσει. Το ποσόν του αντισταθμίσματος τούτου θέλει αχθή εις πίστωσιν των ιδιοκτητών τούτων και εις χρέωσιν της Κυβερνήσεως επί του εδάφους της οποίας ευρίσκονται τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα. Εις ην περίπτωσιν τα εν τοις άρθροις 8 και 9 αναφερόμενα πρόσωπα δεν ήθελον εισπράξει το εισόδημα των περιουσιών της καρπώσεως, των οποίων είχον κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπον στερηθή, η ανταπόδοσις της αξίας των εισοδημάτων θέλει τοις εξασφαλισθή επί τη βάσει της μέσης προπολεμικής αποδόσεως, καθ' όν τρόπον θέλει ορίσει η Μικτή Επιτροπή.

    Η εν τω άρθρω 11 προβλεπομένη Μικτή Επιτροπή κατά την εκκαθάρισιν των εν Ελλάδι περιουσιών των Βακουφιών και των εκείθεν απορρεόντων δικαιωμάτων και συμφερόντων ως και των αναλόγων ιδρυμάτων των ανηκόντων εις Έλληνας εν Τουρκία θέλει εμπνευσθή εκ των καθιερωθεισών αρχών εις τας προηγούμενας Συνθήκας, όπως εξασφάλιση πλήρως τα δικαιώματα και συμφέροντα των ιδρυμάτων τούτων και των ιδιωτών των εχόντων σχετικά συμφέροντα.

    Η εν τω άρθρω 11 προβλεπομένη Μικτή Επιτροπή θέλει εφαρμόσει τας διατάξεις ταύτας.

    Άρθρον 11.

    Εντός προθεσμίας ενός μηνός από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως, θέλει ιδρυθή Μικτή Επιτροπή εδρεύουσα εν Τουρκία ή εν Ελλάδι και συνισταμένη εκ τεσσάρων μελών δι' έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, και εκ τριών μελών εκλεγομένων υπό του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών μεταξύ των υπηκόων των Δυνάμεων των μη μετασχουσών εις τον πόλεμον του 1914-1918. Η προεδρεία της Επιτροπής θέλει ασκηθή διαδοχικώς υφ' ενός εκ των ουδετέρων τριών τούτων μελών.

    Η Μικτή Επιτροπή θα έχη το δικαίωμα να συνιστά, εις ους ήθελεν εγκρίνει τόπους, Υποεπιτροπάς εργαζομένας υπό τας διαταγάς της. Εκάστη τούτων θ' αποτελήται εξ ενός Τούρκου, ενός Έλληνος ως μελών και ενός Προέδρου ουδετέρου, υποδειχθησομένου υπό της Μικτής Επιτροπής. Η Μικτή Επιτροπή θα καθορίση την εις τας Υποεπιτροπάς ανατεθησομένην εξουσίαν.

    Άρθρον 12.

    Η Μικτή Επιτροπή θέλει ασκεί την επιτήρησιν και διευκολύνει την υπό της παρούσης Συμβάσεως προβλεπομένην μετανάστευσιν και προβαίνει εις την υπό των άρθρων 9 και 10 εκκαθάρισιν της κινητής και ακινήτου περιουσίας.

    θέλει ορίζει τον τρόπον της μεταναστεύσεως και της ως άνω οριζόμενης εκκαθαρίσεως.

    Εν γένει η Μικτή Επιτροπή θα δύναται να λαμβάνη πάντα τα κατάλληλα μέτρα προς εκτέλεσιν της παρούσης Συμβάσεως και θα λύη παν εκ της Συμβάσεως ταύτης αναφυόμενον ζήτημα.

    Αι αποφάσεις της Μικτής Επιτροπής θα λαμβάνωνται κατά πλειονοψηφίαν. Πάσα διαφορά αφορώσα τας υπό εκκαθάρισιν περιουσίας, δικαιώματα και συμφέροντα θέλει κανονίζηται οριστικώς υπ' αυτής.

    Άρθρον 13.

    Η Μικτή Επιτροπή θα έχη παν δικαίωμα όπως διατάξη την ενέργειαν εκτιμήσεως της κινητής και ακινήτου περιουσίας της εκκαθαρισθησομένης δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, αφού εξετάση τους ενδιαφερομένους ή αφού αρμοδίως καλέση αυτούς προς εξέτασιν.

    Ως βάσις εκτιμήσεως των υπό εκκαθάρισιν περιουσιών θέλει ληφθή η εις χρυσόν αξία των.

    Άρθρον 14.

    Η Επιτροπή θέλει παραδώσει εις τον ενδιαφερόμενον ιδιοκτήτην δήλωσιν αναγράφουσαν το εις αυτόν οφειλόμενον ποσόν εκ της στερήσεως της περιουσίας του, ήτις περιουσία θέλει παραμείνη εις την διάθεσιν της Κυβερνήσεως επί του εδάφους της οποίας αύτη κείται.

    Τα επί τη βάσει των ειρημένων δηλώσεων οφειλόμενα ποσά θ' αποτελέσωσιν οφειλήν της Κυβερνήσεως της χώρας, εις ην θα ενεργηθή η εκκαθάρισις, έναντι της Κυβερνήσεως της χώρας, εις ην ανήκει ο μετανάστης. Ούτος δικαιούται κατ' αρχήν να λάβη εν τη χώρα, ένθα μεταναστεύει και δια τα ποσά άτινα τω οφείλονται, περιουσίαν ίσης αξίας και της αυτής φύσεως οία η παρ' αυτού εγκαταλειφθείσα.

    Κατά εξ μήνας θέλει καταρτίζηται λογαριασμός των παρά των οικείων Κυβερνήσεων οφειλομένων ποσών, επί τη βάσει των ως άνω εκδιδομένων δηλώσεων.

    Κατά την γενικήν εκκαθάρισιν, εάν υφίσταται ισοτιμία μεταξύ των αμοιβαίως οφειλομένων ποσών, οι σχετικοί λογαριασμοί θέλουσι συμψηφισθή. Εάν η μία των Κυβερνήσεων είναι οφειλέτις έναντι της ετέρας μετά τον γενόμενον συμψηφισμόν, το χρεωστικόν υπόλοιπον θέλει καταβληθή τοις μετρητοίς. Εάν η οφειλέτις Κυβέρνησις ζήτηση προθεσμίας δια την καταβολήν ταύτην, η Επιτροπή δύναται να τη παράσχη ταύτας, υπό τον όρον όπως το οφειλόμενον ποσόν πληρωθή το πολύ εις τρεις ετησίας δόσεις. Η Επιτροπή θέλει ορίζει τους πληρωτέους τόκους κατά τας προθεσμίας ταύτας.

    Εάν το πληρωτέον ποσόν είναι αρκούντως σημαντικόν και απαιτεί μακροτέρας προθεσμίας, η οφειλέτις Κυβέρνησις θα πληρώσει τοις μετρητοίς ποσόν καθοριστέον υπό της Μικτής Επιτροπής μέχρι 20% επί του συνόλου του οφειλομένου ποσού και θα εκδώση δια το υπόλοιπον ομολογίας δανείου αποφέρουσας τόκον καθορισθησόμενον υπό της Μικτής Επιτροπής και εξοφλητέας εις διάστημα είκοσι ετών κατά μέγιστον όριον. Δια την υπηρεσίαν του δανείου τούτου η οφειλέτις Κυβέρνησις θα διάθεση εγγυήσεις εγκρινομένας υπό της Επιτροπής. Η διαχείρισις των εγγυήσεων τούτων ως και η είσπραξις των προσόδων αυτών θέλει ενεργείται εν Ελλάδι υπό της Διεθνούς Επιτροπής και εν Κων/πόλει υπό του Συμβουλίου του Δημοσίου Χρέους. Εν περιπτώσει ασυμφωνίας όσον αφορά τας εγγυήσεις ταύτας, ο καθορισμός τούτων ανατίθεται εις το Συμβούλιον της Κοινωνίας των Εθνών.

    Άρθρον 15.

    Προς διευκόλυνσιν της μεταναστεύσεως τα ενδιαφερόμενα Κράτη θέλουσι προκαταβάλει χρηματικά ποσά εις την Μικτήν Επιτροπή, κατά τους παρ' αυτής ορισθησομένους όρους.

    Άρθρον 16.

    Αι Κυβερνήσεις της Τουρκίας και της Ελλάδος θέλουσι συμφωνήσει μετά της εν τω 11 άρθρω προβλεπομένης Μικτής Επιτροπής επί παντός ζητήματος αφορώντος τας γενησομένας γνωστοποιήσεις εις τα πρόσωπα, άτινα δέον να εγκαταλείψωσι τα εδάφη των δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως και τους λιμένας εις ους τα εν λόγω πρόσωπα θέλουσι κατευθυνθή, όπως μεταφερθώσιν εις τας χώρας του προορισμού των.

    Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουσιν αμοιβαίως την υποχρέωσιν, όπως ουδεμία άμεσος ή έμμεσος πίεσις ασκηθή επί των μελλόντων να ανταλλαγώσι πληθυσμών ίνα εξαναγκασθώσι να εγκαταλείψωσι τας εστίας των ή αποξενωθώσι της περιουσίας των προ της οριζομένης προθεσμίας δια την αναχώρησίν των. Αναλαμβάνουσιν ομοίως την υποχρέωσιν, όπως μη υποβάλωσι τους εγκαταλείψαντας ή μέλλοντας να εγκαταλείψωσι την χωράν μετανάστας εις ουδένα φόρον ή τέλος έκτακτον. Ουδέν εμπόδιον θέλει παρεμβληθή δια την παρά των κατοίκων, των δυνάμει του άρθρου 2 εξαιρουμένων της ανταλλαγής περιοχών, ελεύθεραν άσκησιν του δικαιώματος αυτών όπως παραμείνωσιν έχει ή επιστρέψωσιν και απολαμβάνωσιν απωλύτως της ελευθερίας των και των δικαιωμάτων αυτών ιδιοκτησίας εν Τουρκία και εν Ελλάδι. Η διάταξις αύτη δεν θέλει προβληθή ως λόγος παρεμποδίσεως της ελευθέρας αποξενώσεως της περιουσίας της ανηκούσης εις τους κατοίκους των ειρημένων περιοχών των εξαιρουμένων της ανταλλαγής ως και της εκουσίας αναχωρήσεως εκείνων εκ των κατοίκων τούτων, οίτινες επιθυμούσι να εγκαταλείψωσι την Τουρκίαν ή την Ελλάδα.

    Άρθρον 17.

    Αι δαπάναι της συντηρήσεως και λειτουργίας της Μιτής Επιτροπής και των οργάνων αυτής θέλουσιν επιβαρύνει κατά την ορισθησομένην υπό της Επιτροπής αναλογίαν τας ενδιαφερομένας Κυβερνήσεις.

    Άρθρον 18.

    Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να επιφέρωσιν εις την οικείαν αυτών νομοθεσίαν τας τυχόν αναγκαίας τροποποιήσεις προς εκτέλεσιν της παρούσης Συμβάσεως.

    Άρθρον 19.

    Η παρούσα Σύμβασις θα έχη το αυτό κύρος και την αυτήν ισχύν έναντι των ώδε Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, ωσεί περιελαμβάνετο αύτη εν τη Συνθήκη Ειρήνης, ήτις θέλει συναφθή μετά της Τουρκίας. Η ισχύς ταύτης άρξεται αμέσως μετά την επιχύρωσιν της ειρημένης Συνθήκης παρά των δυο υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.

    ΠΡΟΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΩΝ, οι υπογεγραμμένοι Πληρεξούσιοι, ων τα πληρεξούσια έγγραφα ευρέθησαν εν πλήρει τάξει και κατά τους απαιτουμένους τύπους, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν.

    ΕΓΕΝΕΤΟ εν Λωζάννη, τη 30ή Ιανουαρίου 1923. εις τρία αντίτυπα, ων το εν θέλει επιδοθή εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, το έτερον εις την Κυβέρνησιν της Μεγάλης Εθνοσυνελεύσεως της Τουρκίας και το τρίτον θέλει κατατεθή εις τα αρχεία της Κυβερνήσεως της Γαλλικής Δημοκρατίας, ήτις θέλει επιδώσει επίσημα αυτού αντίγραφα εις τας λοιπάς Δυνάμεις αίτινες θα υπογράψωσι την Συνθήκην Ειρήνης μετά της Τουρκίας.

    Ε.Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

    M. ISΜΕΤ

    Δ. ΚΑΚΛΑΜΑΝΟΣ

    Dr. RIZA NOUR

    HASSAN

    ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
    ΟΙ ΥΠΟΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΙ, δεόντως εξουσιοδοτημένοι, δηλούσιν ότι η Τουρκική Κυβέρνησις, χωρίς ν' αναμείνη την έναρξιν της ισχύος της υπό σημερινήν χρονολογίαν μετά της Ελλάδος συναφθείσης Συμβάσεως περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών, και κατ' εξαίρεσιν του άρθρου 1 της Συμβάσεως ταύτης, θέλει απελευθερώσει, άμα τη υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης, τους ικανούς άρρενας (homines valides) περί ων προνοεί το άρθρον 4 της ρηθείσης Συμβάσεως και εξασφαλίσει την αναχώρησίν των.

    ΕΓΕΝΕΤΟ εις τριπλούν εν Λωζάννη, την τριακοστήν Ιανουαρίου του χιλιοστού εννιακοσιοστού εικοστού τρίτου έτους.

    Μ. ΙSMET

    Dr. RIZA NOUR

    HASSAN

  9. XXς on

    ΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΕΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

    Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΡΟΔΟΠΑΙΩΝ (ΠΟΜΑΚΩΝ) ΣΤΗΝ ΘΡΑΚΗ

    τοῦ Ἀθ. Κόρμαλη*

    Μὲ ἀφορμὴ τὶς κατὰ καιροὺς ἐπίσημες προκλητικὲς δηλώσεις (καὶ ἐνέργειες) τῶν Τούρκων ἀξιωματούχων (καὶ λοιπῶν στελεχῶν τῆς μειονότητας) γιὰ τὴν ὕπαρξη «τουρκικῆς» μειονότητας στὴν Θράκη καὶ γιὰ τὴν «νομιμοποίηση» τῆς Τουρκίας νὰ ἐκδηλώνει ἐπὶ δεκαετίες, ἐμφανέστατο, πολυποίκιλο καὶ μεθοδευμένο ἐνδιαφέρον ὡς ἐγγυήτρια τῶν Μουσουλμάνων Ἑλλήνων ὑπηκόων πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε τὰ κάτωθι.
    Πρῶτα-πρῶτα τὸ ἄρθρο -2- τῆς Ἑλληνοτουρκικῆς Συμφωνίας περὶ «ἀνταλλαγῆς τῶν πληθυσμῶν», ποὺ ὑπογράφηκε στὴν Λωζάνη στὶς 30 Ἰανουαρίου 1923 (λίγο πρὶν τὴν ὑπογραφὴ τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάνης) στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται ρητῶς: «Δὲν θὰ περιληφθοῦν εἰς τὴν ἐν τῷ πρώτῳ ἄρθρῳ προβλεπομένην ἀνταλλαγὴν οἱ Ἕλληνες κάτοικοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ οἱ Μουσουλμᾶνοι κάτοικοι τῆς Δυτικῆς Θράκης».
    Ὑφίσταται λοιπὸν ἐδῶ μία σαφὴς διαφορὰ ἀνάμεσα στοὺς Ἕλληνες τῆς Τουρκίας (Ἐθνικὴ μειονότητα) καὶ στοὺς Μουσουλμάνους τῆς Θράκης (Θρησκευτικὲς μειονότητες). Κατὰ τὸν χρόνο ὑπογραφῆς τῆς Συνθήκης ἦταν ἀναμφισβήτητο ὅτι οἱ Μουσουλμᾶνοι τῆς Θράκης ἀνῆκαν σὲ διαφορετικὲς ἐθνότητες (Πομάκοι, Τσιγγάνοι, Γιουροῦκοι πλκ), οἱ ὁποῖες εἶχαν ἐξισλαμισθεῖ (ἰδίως βιαίως) κατὰ τὰ χρόνια τῆς Ὀθωμανικῆς κατάκτησης τῆς περιοχῆς(1).
    Τὸ ἄρθρο -45- τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάνης εἶναι σαφές. Ἀναφέρεται σ΄αὐτό: «Τὰ ἀναγνωρισθέντα διὰ τῶν διατάξεων τοῦ παρόντος Τμήματος δικαιώματα εἰς τὰς ἐν Τουρκία μὴ μουσουλμανικὰς μειονότητας ἀναγνωρίζονται ἐπίσης ὑπὸ τῆς Ἑλλάδος εἰς τὰς ἐν τῷ ἐδάφει αὐτῆς εὑρισκομένας ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΑΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑΣ». Συνεπῶς εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι πρόκειται γιὰ θρησκευτικὲς μειονότητες καὶ μάλιστα ὄχι γιὰ μία ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ἀλλὰ γιὰ πολλὲς (τρεῖς) ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ καθ’ ὅσον ἔχουμε διαφόρων ἐθνικοτήτων Μουσουλμάνους.
    Κατὰ συνέπεια ἀπὸ τὰ ἐπίσημα κείμενα τῶν Συνθηκῶν προκύπτει ὅτι οἱ ἐξαιρεθέντες καὶ στὴν Τουρκία Ἕλληνες ἀποτελοῦν μία ὁμοιογενῆ ἐθνικὴ μειονότητα, ἐνῶ οἱ ἐναπομείναντες στὴν Ἑλλάδα Μουσουλμᾶνοι ἀποτελοῦν πολλές, ἀνομοιογενεῖς ἀπὸ ἐθνικὴ ἄποψη, θρησκευτικὲς μειονότητες. Ἔτσι ὁ Τουρκικὸς ἰσχυρισμὸς περὶ ὑπάρξεως μιᾶς ὁμοιογενῶς ἐθνικῆς «τουρκικῆς» μειονότητας ἀντίκειται στὴν ἱστορικὴ καὶ τὴν σύγχρονη πραγματικότητα, ἀλλὰ καὶ στὶς διατάξεις τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάνης˙ καὶ συνεπῶς τοῦτος ὁ ἰσχυρισμὸς ἀποτελεῖ παραβίαση αὐτῆς.
    Οἱ μουσουλμανικὲς αὐτὲς μειονότητες – ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου – δὲν εἶναι ὁποιεσδήποτε μειονότητες. Ὁ λόγος ὕπαρξης (raison d’etre) καὶ τὰ θεσμικὰ πλαίσια τῶν μουσουλμανικῶν μειονοτήτων στὴν Θράκη, καθορίζονται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν Συνθήκη τῆς Λωζάνης (2). Οἱ μουσουλμανικὲς μειονότητες στὴν Ἑλλάδα δὲν ἔχουν καμμία θεσμικὴ σχέση μὲ τὶς ἄλλες μουσουλμανικὲς μειονότητες τῆς Βαλκανικῆς.
    Ἡ Συνθήκη τῆς Λωζάνης πραγματοποιήθηκε ἐπὶ τῆς ἀδίκου ἀναγκαστικῆς ἀνταλλαγῆς πληθυσμῶν. Οὐσιαστικῶς ἀντηλλάγησαν 1.400.00 Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀνατ. Θράκης (ποὺ διεσώθησαν ἀπὸ τὴν ἐξόντωση τοῦ γένους /1913-23) μὲ 350.000 μουσουλμάνους (ἀπὸ Μακεδονία, Θράκη, Κρήτη, Σάμο, Χίο, Λέσβο) (ἀναλογία 1 πρὸς 3 ἢ 1 πρὸς 4).
    Γιατί ὅμως ἐξαιρέθησαν τῆς ἀναγκαστικῆς ἀνταλλαγῆς οἱ Ἕλληνες τῆς Κων/πόλεως καὶ ἀμοιβαίως τὸ ἐθνολογικὸ «μωσαϊκὸ» ἀλλὰ μὲ μόνον κοινὸ παρανομαστὴ τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία, πληθυσμιακὸ στοιχεῖο τῆς Δυτικῆς Θράκης;
    Ὁ Ν. Σαρρῆς σὲ ὁμιλία του στὴν Κομοτηνὴ (Ἀπρίλιος 1990 «Οἱ παραβιάσεις τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάνης» σελ. 55, 56, ἔκδοση ΙΚΤΑΘ-1993), δίδει ἀπαντήσεις στὴν ρίζα τοῦ ἐρωτήματος.
    Ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὰ «Πρακτικὰ» τῆς Συνθήκης, ὁ λόγος τῆς ἐξαιρέσεως τῶν Ἑλλήνων τῆς Κων/πολης (περίπου 300.000) διαφαίνεται ἀπὸ τὴν πρώτη συνεδρίαση τῆς Ἐπιτροπῆς, ὅταν ὁ λόρδος Πάρσον παρεκάλεσε «τὴν Τουρκικὴ ἀντιπροσωπεία νὰ ἐξαιρεθοῦν τῆς ἀνταλλαγῆς οἱ Ἕλληνες τῆς Κων/πολεως. Αὐτὸ διότι ἂν φύγουν οἱ Ἕλληνες τῆς Κων/πολεως κινδυνεύει νὰ καταρρεύσει ἡ Οἰκονομία τῆς Τουρκίας καὶ συνεπῶς διακυβεύονται συμφέροντα τῶν Δυτικῶν χωρῶν» (2).
    «Ἀντίβαρο» γιὰ τὴν ἐπιδιωκόμενη ἀμοιβαιότητα καὶ τὴν διατήρηση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Δήμου (ἐντέλει) Κων/πόλεως ἀπετέλεσαν οἱ μουσουλμανικὲς μειονότητες (Τουρκοφώνων, Πομάκων – Ροδοπαίων καὶ Ἀθιγγάνων) τῆς Δυτ. Θράκης γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Ἐλ. Βενιζέλος ζήτησε «νὰ μὴν φύγουν».
    Μελανὸ ἐπίσης σημεῖο γιὰ τὴν Συνθήκη τῆς Λωζάνης καὶ τὴν ἄδικη βίαια ἀνταλλαγὴ πληθυσμῶν ἡ ἐπιλογὴ τοῦ τεθέντος κριτηρίου.
    Στὴν Συνθήκη Νεϊγὺ (1919 Ἑλλὰς-Βουλγαρία) εἶχε τεθεῖ κριτήριο, τὸ φρόνημα. Ἐν προκειμένω, στὴν Συνθήκη τῆς Λωζάνης ἐπελέγη κριτήριο τὸ θρήσκευμα.
    Πράγματι …. ποιό ἕτερο κοινὸ στοιχεῖο θὰ μποροῦσε ἐναγωνίως νὰ προκριθεῖ, ὥστε νὰ ἀνευρεθεῖ τὸ πληθυσμιακὸ «ἀντίβαρο» γιὰ τὴν ἐξαίρεση καὶ διατήρηση στὶς ἑστίες τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Βασιλεύουσας; Ποιό ἕτερο κοινὸ στοιχεῖο μποροῦσε νὰ ἀνευρεθεῖ, ὅταν τότε οἱ Πομάκοι ἀρνοῦνταν νὰ τοὺς ὀνομάσουν Τούρκους; Εὐκαιρία ἐδῶ νὰ ἀναφερθοῦμε στοὺς μὴ ἀνταλλάξιμους μουσουλμανικοὺς πληθυσμούς.
    Πομάκοι ἢ Ροδοπαῖοι …
    http://www.odeg.gr/teuxos-3-96-4-97/book/57.html?page=29

  10. Λαθεμένο μου φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν:
    «Μετανάστες».

    Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο,
    δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,
    λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη.

    Ούτε και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε
    να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.

    Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
    Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ‘ναι, μα εξορία.

    Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα,
    προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό
    σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις
    κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, ν’ απαρνιόμαστε,
    χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.

    Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ’ εδώ
    τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους. Εμείς
    οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε
    τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας,
    περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα,
    μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.

    Όμως κανένας μας
    δε θα μείνει εδώ. Η τελευταία λέξη
    δεν ειπώθηκε ακόμα.

    Μπ. Μπρεχτ, Ποιήματα,
    μτφρ. Μάριος Πλωρίτης, Θεμέλιο

    Οι τραγικές φωτογραφίες είναι από

  11. Ψήφισμα των Προσφύγων στην Αθήνα του 1923 για την ανταλλαγή των πληθυσμών

    Ψήφισμα που εγκρίθηκε από τους πρόσφυγες της Αθήνας στην Ομόνοια , στο πάνδημο συλλαλητήριο της 21-1-192 3 που οργανώθηκε για να εκφραστεί η αντίθεσή τους στην υποχρεωτική ανταλλαγή .

    «Οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Εύξεινου Πόντου … θεωρούν ότι η Ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών της Τουρκίας που ανέρχονται σε ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες απέναντι σε τριακόσιες χιλιάδες μουσουλμάνους της Ελλάδας …

    πλήττει καίρια την παγκόσμια συνείδηση και την παγκόσμια ηθική… ότι είναι αντίθετη προς τα ιερότερα δικαιώματα του ανθρώπου, της ελευθερίας και ιδιοκτησίας· ότι το σύστημα της Ανταλλαγής αποτελεί νέα και κεκαλυμμένη μορφή αναγκαστικού εκπατρισμού και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που κανένα κράτος δεν έχει το δικαίωμα να θέσει σε εφαρμογή παρά τη θέληση των πληθυσμών.

    Ότι οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικρασίας, αυτόχθονες από πανάρχαιους χρόνους στη γη που κατοικούσαν και πάνω στην οποία τα δικαιώματά τους είναι αναπαλλοτρίωτα και απαράγραπτα, δεν μετανάστευσαν με τη θέλησή τους αλλά εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους αντιμετωπίζοντας το φάσμα της σφαγής. … Οι αλύ τρωτοι Έλληνες συναγμένοι εδώ και σε άλλες πόλεις και νησιά της Ελλάδας αποφασίζουν και ψηφίζουν ομόφωνα να αξιώσουν τη δυνατότητα να παλιννοστήσουν στις πατρίδες τους κάτω από ουσιαστικές συνθήκες εγγύησης που θα καταστήσουν αυτήν την παλιννόστηση πραγματοποιήσιμη … Σε αντίθετη περίπτωση καταγγέλλουν την αδικία που τους γίνεται, σαν μία προσβολή δίχως προηγούμενο κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.»…

    http://mikrasiatis.gr/psifisma-prosfygon-athina-1923-antallagi-plythismon/

    • Αλή αλ Γιουνάνι on

      Πρώτων,
      οι μουσουλμάνοι της μειονότητας είναι περίπου 150.000. Από αυτούς οι 120.000 ζουν στη Δυτική Θράκη και οι υπόλοιποι 30.000 στη Γερμανία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Υπάρχουν επίσης 80.000 Τούρκοι από τη Δυτική Θράκη, από τους οποίους αφαιρέθηκε η ελληνική υπηκοότητα και ζουν στην Τουρκία, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη (Μπουγιούκ Τσέκμετζε, Ζεϊτίν Μπουρνού κ.α.) και στην Προύσα.

      Δεύτερον,
      το 1923 οι μουσουλμάνοι της Θράκης δεν ήταν 8.000 όπως διάβασα σε κάποιο ιστολόγιο αλλά 93.000 περίπου, σύμφωνα τουλάχιστον με ορισμένες πηγές (σύμφωνα με κάποιες άλλες ήταν 112.000) και δεν ήταν το 30% του πληθυσμού της Δυτικής Θράκης αλλά η πλειοψηφία. Οι υπόλοιποι κάτοικοι της Δ.Θράκης ήταν Έλληνες και λίγοι Βούλγαροι. Αργότερα εγκατέστησαν στην περιοχή 200.000 χιλιάδες περίπου Έλληνες από τη Μικρά Ασία και από την Ανατολική Θράκη, Αρμένιους, Εβραίους κ.α.

      Τρίτον,
      λένε ότι το όνομα Πομάκος προέρχεται από την ελληνική λέξη “ιππομάχος”, πράγμα ψευδές. Η λέξη ‘Πομάκος’ δεν είναι αρχαία λέξη και προέρχεται από το βουλγαρικό ρήμα “Πομάγκαμ” (βοηθάω) με την τουρκική κατάληξη ‘ακ’. Δεν γνωρίζω αν το ρήμα ‘πομάγκαμ’ της βουλγαρικής είναι δάνειο από την ελληνική γλώσσα (από τη λέξη ‘ιππομάχος’) αλλά πάντως και οι ίδιοι οι Πομάκοι της Δυτικής Θράκης (οι περισσότεροι) αποκαλούν τους εαυτούς τους: “Pomak Türkleri” (Πομακότουρκοι) δηλαδή Τούρκοι με το όνομα ‘Πομάκ’ να έχει μία εθνοτική και όχι εθνική έννοια)

      Τέταρτον,
      οι Τσιγγάνοι αποκαλούνται στην Ελλάδα ως “Έλληνες Τσιγγάνοι”. Γιατί λοιπόν οι Ρομά της Δυτικής Θράκης που είναι μουσουλμάνοι (και πολλοί από αυτούς Τουρκόφωνοι) να μην αποκαλούνται ως “Τούρκοι Τσιγγάνοι”; Εφόσον οι περισσότεροι έχουν υιοθετήσει την τουρκική κουλτούρα και πολλοί από αυτούς (όχι όλοι) έχουν αφομοιωθεί από τους Τούρκους;

      Λέτε ότι η Συνθήκη της Λωζάννης δεν αναγνωρίζει τουρκική μειονότητα. Σωστά. Όμως δεν αναγνωρίζει ούτε Πομάκους ούτε Τσιγγάνους. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν ενταχτεί στην τουρκική κουλτούρα/ταυτότητα (οι περισσότεροι), έχουν τουρκική εθνική συνείδηση και εσείς δεν μπορείτε να το αρνηθείτε. Είναι φιλήσυχοι άνθρωποι και συνήθως δεν προκαλούν προβλήματα. Όμως, θα πρέπει να ξέρετε ότι άλλο είναι το «Έλληνας» και άλλο το «Έλληνας πολίτης» (ή Έλληνας υπήκοος). Έλληνας πολίτης θα μπορούσε να είναι κάποιος οποιασδήποτε καταγωγής. Εγώ π.χ. θα μπορούσα να πάρω την κινεζική υπηκοότητα αλλά αυτό δεν θα με μετέτρεπε αυτόματα σε σχιστομάτη. Οι άνθρωποι αυτοί είναι Έλληνες πολίτες, αλλά όχι Έλληνες.

      Οι Πομάκοι που συντάσσονται με τον ελληνικό εθνικισμό είναι μία μειοψηφία. Μπορεί να μην σας αρέσει αυτό αλλά αυτή είναι η αλήθεια και το ξέρετε. Επιπλέον, ας δούμε και κάτι ακόμα. Όλοι οι μειονοτικοί της Δυτικής Θράκης (σε ποσοστό 90%) στις ευρωεκλογές του 2014 ψήφισαν το κόμμα D.E.B. που εκφράζει την τουρκική ταυτότητα. Στις επόμενες εθνικές εκλογές του 2015 ο Πομάκος υποψήφιος του κόμματος ΑΝ.ΕΛ. – που δηλώνει Έλληνας Πομάκος – δεν πήρε παρά μόνο λίγες εκατοντάδες ψήφους.

      Οι Τούρκοι Δυτικής Θράκης, ζoυv στην Ελλάδα εντός των συνόρων της Δυτικής Θράκης και κατά την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, έμειναν έξω από την υποχρεωτική μετακίνηση. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία 130.000 μουσουλμάνοι – οι περισσότεροι από αυτούς Τούρκοι – ζουν στη Θράκη. Οι ρίζες των Τούρκων της Δυτικής Θράκης είναι από την περιοχή της Ανατολίας, στην οποία τοποθετούνται μετά από την οθωμανική κατάκτηση (η οποία άρχισε το 1352 μ.Χ.), και με τη σειρά τους προέρχονται από την περιοχή του σημερινού Τουρκμενιστάν, από τους Oğuz (Ογούζους) Τούρκους. Η τουρκική μετανάστευση από την Ανατολία στην Δυτική Θράκη έγινε κατά τα έτη 1357-1359 εντατικά. Στα έγγραφα που αφορούν το έτος 1360, από τους οικισμούς και τα χωριά με τουρκικές ονομασίες στην περιοχή, φαίνεται να είναι εγκατεστημένοι σε πολλά χωριά και αγροκτήματα.

      Το 1951 υπογράφηκε το πρώτο Μορφωτικό Πρωτόκολλο, με το οποίο δεχόταν η ελληνική κυβέρνηση να διδάσκονται την τουρκική γλώσσα ως μητρική γλώσσα οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης στα μειονοτικά σχολεία. Το 1954 ψηφίστηκε ο νόμος 3065. Ο νόμος 3065/1954 (ΦΕΚ Α’ 239, 9.10.1954) ήταν ο πρώτος νόμος που ρύθμιζε τα θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα. Στο Νόμο αυτό η Ελλάδα αναγνωρίζει τα σχολεία της μειονότητας ως Τουρκικά. Η αλλαγή του χαρακτηρισμού από Τουρκικά σε Μουσουλμανικά ή Μειονοτικά (Μ/ΚΑ) θεσπίστηκε τον Μάρτιο του 1972 κατά την διάρκεια της Χούντας. Επίσης το Πρωτόκολλο του 1968 επιβεβαίωνε το Πρωτόκολλο του 1951 και τον νόμο του 1954. (Hugh Poulton, Suha Taji-Farouki (1997). Muslim Identity and the Balkan State. United Kingdom: C. Hurst & Co, σελ. 85. και Stefanos, Stavros (1997). «Cultural Rights for National Minorities: Covering the Defict in the Protection Provided by the European Convention on Human Rights». IALS Bulletin 25: 9.).

      Και να κάνω ένα ρητορικό ερώτημα. Πολλοί δεν το γνωρίζουν αλλά γιατί όταν κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο εισέβαλαν οι Βούλγαροι στο χωριό Δημάριο (ορεινή Ξάνθη) οι ντόπιοι Πομάκοι, που ομιλούσαν μία βουλγαρική διάλεκτο, δήλωναν στους Βούλγαρους με πείσμα ότι: «Εμείς είμαστε Τούρκοι! Εμείς δεν είμαστε Βούλγαροι!»

      Οι Πομάκοι προέρχονται φυλετικά από μία μείξη ντόπιων προσλαβικών πληθυσμών με Τσεπνίδες Τούρκους οι οποίοι ήρθαν στη Δυτ. Θράκη τον 11ο αιώνα μ.Χ. και με Πετσενέγους και Κουμάνους (τουρκικές φυλές που έφτασαν στην περιοχή τους 5ο-6ο αιώνα μ.Χ. και δεν είναι όλοι «γαλανομάτες» όπως τους λέτε αλλά μια μειοψηφία τους.

  12. ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΩΝ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΟΒΡΟΥΤΣΑΣ
    —————————————————————————

    «…Μόνο η πρώτη αναθεώρηση της Συνθήκης του Νεϊγύ – η Συμφωνία της Θεσσαλονίκης του 1938, σύμφωνα με την οποία καταργούνται οι στρατιωτικοί περιορισμοί εναντίον της Βουλγαρίας, δίνει την πιθανότητα επιστροφής των βουλγαρικών εδαφών. Μετά το ξέσπασμα του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου η ανάπτυξη του ζητήματος για την Δοβρουτσά εξαρτάται άμεσα από τις αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της Ευρώπης. Η κρίσιμη χρονιά είναι το 1940, όταν άρχισε η γερμανική επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο. Μετά την γερμανική και την ιταλική πίεση, στις 7 Σεπτεμβρίου του 1940 υπεγράφη η συμφωνία στην Κραϊόβα, βάσει της οποίας η Νότια Δοβρουτσά επιστρέφεται στη Βουλγαρία

    Έτσι, τα όρια καθορισμένα από την Συνθήκη του Βερολίνου του 1878, αποκαταστάθηκαν. Προβλέπονται ανταλλαγή ίσου αριθμού Ρουμάνων από την Νότια και Βουλγάρων από τη Βόρεια Δοβρουτσά. Το φθινόπωρο του 1940 φορτηγά και καρότσες μεταφέρουν ανθρώπους από ένα τόπο σε άλλο.

    Η βουλγαρική κυβέρνηση πρέπει να πληρώσει 1 δισ. λέι αποζημίωση για τα ρουμανικά ακίνητα στη Νότια Δοβρουτσά. Στις 21 Σεπτεμβρίου ο πληθυσμός της περιοχής χαιρετίζει με ενθουσιασμό το βουλγαρικό στρατό….»

    http://bnr.bg/el/post/100431301/80-ronia-se-80-evdjomadjes-i-sumonia-tis-kraiova-kai-i-epistroi-tou-notio-djovroutsa-stin-voulgaria

  13. Ψήφισμα των Προσφύγων στην Αθήνα του 1923 για την ανταλλαγή των πληθυσμών

    Ψήφισμα που εγκρίθηκε από τους πρόσφυγες της Αθήνας στην Ομόνοια , στο πάνδημο συλλαλητήριο της 21-1-192 3 που οργανώθηκε για να εκφραστεί η αντίθεσή τους στην υποχρεωτική ανταλλαγή .
    «Οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Εύξεινου Πόντου … θεωρούν ότι η Ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών της Τουρκίας που ανέρχονται σε ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες απέναντι σε τριακόσιες χιλιάδες μουσουλμάνους της Ελλάδας …
    πλήττει καίρια την παγκόσμια συνείδηση και την παγκόσμια ηθική… ότι είναι αντίθετη προς τα ιερότερα δικαιώματα του ανθρώπου, της ελευθερίας και ιδιοκτησίας· ότι το σύστημα της Ανταλλαγής αποτελεί νέα και κεκαλυμμένη μορφή αναγκαστικού εκπατρισμού και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που κανένα κράτος δεν έχει το δικαίωμα να θέσει σε εφαρμογή παρά τη θέληση των πληθυσμών.
    Ότι οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικρασίας, αυτόχθονες από πανάρχαιους χρόνους στη γη που κατοικούσαν και πάνω στην οποία τα δικαιώματά τους είναι αναπαλλοτρίωτα και απαράγραπτα, δεν μετανάστευσαν με τη θέλησή τους αλλά εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους αντιμετωπίζοντας το φάσμα της σφαγής. … Οι αλύ τρωτοι Έλληνες συναγμένοι εδώ και σε άλλες πόλεις και νησιά της Ελλάδας αποφασίζουν και ψηφίζουν ομόφωνα να αξιώσουν τη δυνατότητα να παλιννοστήσουν στις πατρίδες τους κάτω από ουσιαστικές συνθήκες εγγύησης που θα καταστήσουν αυτήν την παλιννόστηση πραγματοποιήσιμη … Σε αντίθετη περίπτωση καταγγέλλουν την αδικία που τους γίνεται, σαν μία προσβολή δίχως προηγούμενο κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.»…
    http://mikrasiatis.gr/psifisma-prosfygon-athina-1923-antallagi-plythismon/

  14. 29.09.2016

    Ερντογάν: «Ηττα της Τουρκίας η Συνθήκη της Λωζάνης» – Αθήνα: «Όλοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη»

    ΝΙΚΟΣ ΣΤΕΛΓΙΑΣ

    Ο Πρόεδρος της Τουρκίας προβαίνει σε μια ιστορικής σημασίας τοποθέτηση για την Συνθήκη Λωζάνης και τα ελληνοτουρκικά. Για πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκφράζει δημοσίως την διαφωνία του με την Συνθήκη Λωζάνης, με βάση την οποία αναδύθηκε η σύγχρονη Τουρκία. Την ίδια στιγμή, ο Ρετζέπ Ταγγίπ Ερντογάν πραγματοποιεί μια βαρυσήμαντη δήλωση για τα ελληνοτουρκικά.

    Ο κ. Ερντογάν ισχυρίζεται ότι το καθεστώς του κεμαλισμού επιχείρησε να προβάλλει ως νίκη την Συνθήκη της Λωζάνης, τα άρθρα της οποίας, σύμφωνα πάντα με την δική του άποψη, δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Τουρκίας. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας τονίζει το εξής: «Κάποιοι επιχειρούν να προβάλλουν την Συνθήκη της Λωζάνης ως νίκη», τονίζει ο κ. Ερντογάν.

    Στην συνέχεια της τοποθέτησης του, ο κ. Ερντογάν πραγματοποιεί μια σημαντική τοποθέτηση για τα ελληνοτοτυρκικά: «Με την συνθήκη της Λωζάνης παραχωρήσαμε τα νησιά του Αιγαίου. Όσοι έλαβαν μέρος στις συνομιλίες της Λωζάνης δεν κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σήμερα βιώνουμε τις επιπτώσεις αυτής της αδυναμίας».

    Στο πλαίσιο των νέων δηλώσεων του, ο κ. Ερντογάν φέρνει στο προσκήνιο και έναν άλλο ισχυρισμό. Ισχυρίζεται ότι σε περίπτωση που στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, οι πραξικοπηματίες σημείωναν επιτυχία, ο διεθνής παράγοντας θα επέβαλλε στην Τουρκία μια συνθήκη πολύ χειρότερη από αυτή των Σεβρών.

    «Ολοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάνης».

    Σε απάντηση των δηλώσεων Ερντογάν, ελληνικές διπλωματικές πηγές επισημαίνουν ότι «ολοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάνης».

    «Η Συνθήκη της Λωζάνης και όλο το διεθνές δίκαιο είναι όντως μία πραγματικότητα στον πολιτισμένο κόσμο την οποία κανείς, ούτε η Άγκυρα, μπορεί να αγνοήσει και όλοι οφείλουν να σέβονται. Όσο οδυνηρό και αν τους φαίνεται αυτό» προσθέτουν οι ίδιες πηγές.

    Ας σημειωθεί ότι με την Συνθήκη των Σεβρών που υπογράφηκε το 1920 διαμελιζόταν τα τελευταία εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τρία χρόνια μετά, η κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ υπέγραφε με τις δυτικές δυνάμεις την Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία καθόριζε τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας και το καθεστώς γειτονίας και συνόρων μεταξύ της Τουρκίας και των πρώην κτήσεων της Αυτοκρατορίας. Στα εδάφη της Τουρκίας του 1923 δεν συμπεριλαμβανόταν η Αντιόχεια και η Ίμβρος με την Τένεδος εξασφάλιζαν καθεστώς αυτονομίας. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία είχε μερίδιο από τα πετρέλαια της Μουσούλης.

    Επίσης, με βάση την Συνθήκη της Λωζάνης, η Τουρκία παραιτούνταν από κάθε είδους δικαίωμα ή διεκδίκηση από το νησί της Κύπρου.

    http://www.kathimerini.gr/876935/article/epikairothta/politikh/erntogan-htta-ths-toyrkias-h-syn8hkh-ths-lwzanhs—a8hna-oloi-ofeiloyn-na-sevontai-th-syn8hkh

    ——————————-

    ΠΟΛΙΤΙΚΗ 06:33

    Ερντογάν αμφισβητεί Λωζάννη

    ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΕΔΟΣ

    «Οσοι έλαβαν μέρος στις συνομιλίες της Λωζάννης δεν κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σήμερα, βιώνουμε τις επιπτώσεις αυτής της αδυναμίας», είπε ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν.
    «Οσοι έλαβαν μέρος στις συνομιλίες της Λωζάννης δεν κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σήμερα, βιώνουμε τις επιπτώσεις αυτής της αδυναμίας», είπε ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν.

    ————-

    Αποδέκτες στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό έχει η απόσταση που έλαβε δημοσίως ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν από τη Συνθήκη της Λωζάννης και τα αποτελέσματά της. «Κάποιοι επιχειρούν να προβάλουν τη Συνθήκη της Λωζάννης ως νίκη», είπε μιλώντας στην 27η σύναξη κοινοταρχών στην Αγκυρα. Και έπειτα προσέθεσε ότι «με τη Συνθήκη της Λωζάννης παραχωρήσαμε τα νησιά του Αιγαίου. Οσοι έλαβαν μέρος στις συνομιλίες της Λωζάννης δεν κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σήμερα βιώνουμε τις επιπτώσεις αυτής της αδυναμίας».

    Η πρώτη αντίδραση από την Ελλάδα προήλθε από διπλωματικές πηγές του ΥΠΕΞ, οι οποίες σημείωναν ότι «όλοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάννης». Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι η Συνθήκη της Λωζάννης και ολόκληρο το Διεθνές Δίκαιο «είναι όντως μια πραγματικότητα στον πολιτισμένο κόσμο, την οποία κανείς, ούτε η Αγκυρα, δεν μπορεί να αγνοήσει και όλοι οφείλουν να σέβονται. Οσο οδυνηρό και αν τους φαίνεται αυτό». Πηγές ανέφεραν ότι προφανώς στην Αθήνα οι δηλώσεις του κ. Ερντογάν δεν προκαλούν ενθουσιασμό. Ωστόσο, επισήμαιναν ότι η στόχευση του κ. Ερντογάν ήταν κατά κύριο λόγο εσωτερικού χαρακτήρα και εντάσσεται στην πάγια τακτική του Τούρκου προέδρου να θέτει εν αμφιβόλω την κεμαλική κληρονομιά με κάθε ευκαιρία. Και παρέπεμπαν στις πολύ έντονες αντιδράσεις του κεμαλικού κόμματος CHP στην Τουρκία έπειτα από τις δηλώσεις του Τούρκου προέδρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου που η κεμαλική αντιπολίτευση αντιδρά τόσο σφοδρά στον κ. Ερντογάν.

    Στην Ελλάδα τα κόμματα της αντιπολίτευσης εξέφρασαν την ανησυχία τους. Η συντονίστρια Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών της Ν.Δ. Ντόρα Μπακογιάννη εκτίμησε ότι η δήλωση του κ. Ερντογάν «επιβαρύνει έτι περαιτέρω το ήδη δύσκολο κλίμα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας». Ζήτησε από το ελληνικό ΥΠΕΞ «να αντιδράσει άμεσα, τονίζοντας ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση υπαρχουσών συνθηκών που αποτελούν τη βάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ενέχει μόνο προβλήματα για το αύριο». Και κατέληξε επισημαίνοντας ότι «ο νεο-οθωμανισμός ανήκει στον προηγούμενο αιώνα και οι σχέσεις των χωρών χτίζονται με το βλέμμα στο μέλλον». Οξύτατη ήταν η αντίδραση του ΚΚΕ, που εντάσσει τις δηλώσεις του κ. Ερντογάν «στη συστηματική προσπάθεια της τουρκικής ηγεσίας να αμφισβητεί τα νησιά του Αιγαίου και γενικότερα τα σύνορα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, να εγείρει θέμα “γκρίζων ζωνών”». Σύμφωνα με το ΚΚΕ, οι δηλώσεις του κ. Ερντογάν δεν γίνονται τυχαία και συμπίπτουν με μια περίοδο εντατικών διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και συζητήσεων για το προσφυγικό ζήτημα. «Καλούμε την Τουρκία να μην κάνει σκέψεις για δημιουργία νέας εστίας κρίσης με την αμφισβήτηση ενός διεθνούς κειμένου που ρύθμισε το θέμα των ίδιων των συνόρων της και των μειονοτήτων και να τιμήσει την υπογραφή που έβαλε στη Λωζάννη, σεβόμενη τις προβλέψεις της συνθήκης ειρήνης», αναφέρεται στην σχετική ανακοίνωση του Ποταμιού.

    http://www.kathimerini.gr/877022/article/epikairothta/politikh/erntogan-amfisvhtei-lwzannh

    —————

    Τούρκος διεθνολόγος επιτίθεται στον Ερντογάν: «Είναι σε πανικό. Τα νησιά δόθηκαν στην Ελλάδα από το 1913»

    «Ο Ερντογάν μπροστά στον πανικό του, άρχισε τις εθνικιστικές προκλήσεις» υποστηρίζει ο Τούρκος διεθνολόγος καθηγητής Μπασκίν Οράν αναφερόμενος στις δηλώσεις του Προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχετικά με τις Συνθήκη της Λωζάννης.

    Σύμφωνα με την τουρκική ειδησεογραφική ιστοσελίδα «Τ24» ο Οράν λέει ότι ο Ερντογάν «στην πρώτη φάση των εθνικιστικών προκλήσεων κάνει λόγο περί Λωζάννης. Αυτό είναι κλασική περίπτωση. Όλοι οι δεξιοί στην Τουρκία επικρίνουν τη Λωζάννη. Και το κάνουν αυτό όχι σε σχέση με τα νησιά, αλλά σε σχέση με το Κουρδικό πρόβλημα και τη Μοσούλη. Η δεύτερη προβοκάτσια στην οποία θα καταφύγει ο Ερντογάν βλέποντας ότι μειώνεται η ισχύς του στην Τουρκία θα είναι ο πόλεμος. Η Συρία, το Ιράν, το Ιράκ και ιδιαίτερα η Ρωσία έχουν αρχίσει ήδη να λένε ότι η εισβολή της Τουρκίας στις περιοχές αυτές συνιστά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Δηλαδή υπάρχει ισχυρή αντίσταση. Οι Αμερικανοί απορρίπτουν τα πλήγματα εναντίον του PYD (η οργάνωση των Κούρδων της Συρίας) διότι η οργάνωση αυτή είναι ο κύριός τους σύμμαχος».

    Ως προς την υπόθεση των νησιών, ο Οράν λέει ότι «κατά τις συνομιλίες της Λωζάννης η Τουρκία δεν θέλησε να πάρει τα νησιά διότι οι κάτοικοί τους ήταν κατά 90% Έλληνες». Ως προς το θέμα της Μοσούλης ο καθηγητής λέει ότι «τις παραμονές της υπογραφής της συνθήκης, υπήρξαν στην εθνοσυνέλευση αντιρρήσεις στην εγκατάλειψη της Μοσούλης, αλλά ο Ατατούρκ συνειδητά δεν θέλησε τη Μοσούλη με το σκεπτικό ότι τη στιγμή που δεν είναι ακόμη γνωστή η τύχη των Κούρδων της Τουρκίας, τι θα κάνουμε αν προστεθούν και οι Κούρδοι του Ιράκ».

    Ειδικότερα για τα νησιά, ο Οράν λέει ότι «τα νησιά δόθηκαν το 1913 επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η απέναντι πλευρά δεν ήταν απλώς η Ελλάδα, αλλά έξι μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ρωσία, η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία. Αρχικά το 1913 με τη Συνθήκη του Λονδίνου και στη συνέχεια με τη Συνθήκη των Αθηνών που υπογράφηκε μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα Δωδεκάνησα δόθηκαν στην Ελλάδα. Επίσης συμφωνήθηκε ώστε, τα υπόλοιπα νησιά, με εξαίρεση την Ίμβρο και την Τένεδο να δοθούν στην Ελλάδα. Ωστόσο προτού τεθεί σε ισχύ η συμφωνία αυτή, ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η υπόθεση παραπέμφθηκε στη Λωζάννη».

    (πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ)

  15. Γιατί ο Ερντογάν «παίζει» με την Ιστορία;

    Η αντίδραση των κεμαλιστών για τις δηλώσεις του προέδρου της Τουρκίας ήταν οργισμένη και γεμάτη αναφορές στην κληρονομιά του Ατατούρκ. Αλλά αυτό δεν λύνει το πρόβλημα που δημιουργήθηκε. Μια «τρύπα» στην Ιστορία άνοιξε…
    Protagon Team

    O Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε τις δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάνης «επικίνδυνες». Ο Πάνος Καμμένος το πήγε δύο βήματα παραπέρα και είπε ότι «οι φωνές που ακούει ο Ερντογάν, ήταν φωνές Ιώνων, ήταν οι φωνές των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, που προϋπήρχαν εκείνων που σφαγίασαν τον Ελληνισμό». Σε κάθε περίπτωση η Αθήνα διαμαρτυρήθηκε χλιάρά, είπε και δυο λόγια παραπάνω, έκανε και ένα ΚΥΣΕΑ και το θέμα μάλλον θεωρείται λήξαν – αν και αυτό είναι κάτι που θα αποδειχτεί, διότι όταν ο τούρκος πρόεδρος αμφισβητεί μια δομική γεωπολιτική συνθήκη όπως αυτή που υπογράφηκε το 1923, δεν είναι καθόλου απλό πράγμα.

    Αλλά το ενδιαφέρον γρήγορα μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της Τουρκίας, άλλωστε στο εσωτερικό απευθυνόταν ο Ερντογάν όταν χαρακτήρισε τη Συνθήκη της Λωζάνης «επιζήμια» και κατηγόρησε τους πολιτικούς που την υπέγραψαν το 1923 ότι «εξαπάτησαν» τον τουρκικό λαό προβάλλοντας ως νίκη κάτι που ήταν, κατά τη γνώμη του, ήττα.

    Οπως είχαμε εγκαίρως σημειώσει, οι δηλώσεις του Ερντογάν στρέφονταν ευθέως κατά του κεμαλικού DNA της Τουρκίας. Ο ισλαμιστής και θρησκόληπτος πρόεδρος της Τουρκίας είναι η ζωντανή εκδίκηση του οθωμανισμού κατά των Νεότουρκων που εκσυγχρόνισαν μεν τη χώρα, αλλά στα μάτια του την έκαναν «μια χώρα σαν τις άλλες». Ηταν η πρώτη φορά που όχι μόνο ο Ερντογάν, αλλά οποιοσδήποτε τούρκος ηγέτης, αμφιβητούσε δημοσίως τα θεμέλια του κεμαλισμού, την κληρονομιά του μέγα Κεμάλ Ατατούρκ στη χώρα.

    Κιλιτζντάρογλου: «Αν ο Ερντογάν δεν ξέρει Ιστορία να πάει σε έναν ιστορικό»
    Η αντίδραση λοιπόν των κεμαλικών ήταν σφοδρή. Σε ανάρτησή του στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης ο Κεμάλ Κιλιτζντάρογλου, αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης – κόμμα που ίδρυσε ο Κεμάλ Ατατούρκ – σημείωσε ότι η υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης είναι η αποκορύφωση του πολέμου της Ανεξαρτησίας της Τουρκίας. «Το ότι ο πρόεδρος Ερντογάν δεν βλέπει τη συνθήκη αυτή ως νίκη είναι απαράδεκτο», είπε ο Κιλιτζντάρογλου.

    «Αν δεν υπήρχε η Λωζάννη δεν θα υπήρχε χώρα που είστε πρόεδρος σήμερα», είπε ο Κιλιτζντάρογλου απευθυνόμενος στον Ερντογάν.

    Ο Κεμάλ Κιλιτζντάρογλου στις δηλώσεις του στους δημοσιογράφους από την Κωνσταντινούπολη (Reuters)
    Αργότερα σε δηλώσεις του σε ξένους δημοσιογράφους ο Κιλιτζντάρογλου ήταν ακόμα πιο οξύς κατά του Ερντογάν, τον οποίο κάλεσε να μάθει Ιστορία!

    «Αν ο πρόεδρος της Τουρκίας δεν γνωρίζει Ιστορία να καλέσει έναν ιστορικό να του εξηγήσει» είπε χαρακτηριστικά. Μάλιστα υπενθύμισε ότι ο Ερντογάν παλαιότερα ανέφερε πως η Συνθήκη της Λωζάννης είναι «προνόμιο» για την Τουρκία ενώ σήμερα λέει πως η χώρα «πουλήθηκε» μέσω της Λωζάννης.

    «Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι προνόμιο για την Τουρκία! Εμείς, υπερασπιζόμαστε την Λωζάννη, αυτοί (το ΑΚΡ) υπερασπίζονται την Συνθήκη των Σεβρών. Υπερασπιζόμαστε το Δημοκρατία αυτοί υπερασπίζονται το χαλιφάτο. Υπερασπιζόμαστε τους πολίτες αυτοί υπερασπίζονται τη δουλεία», είπε ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης.

    Η εγγονή του Ισμέτ Ινονού, δεύτερου προέδρου της Τουρκίας και επικεφαλής της τουρκικής διαπραγματευτικής ομάδας στη Λωζάννη, βουλευτής σήμερα του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, η Γκιουλσούν Μπιλκγεχάν, δήλωσε πως η Συνθήκη της Λωζάννης είναι ο τίτλος ιδιοκτησίας της Τουρκικής Δημοκρατίας και πιστοποιητικό τιμής για εκείνους που την υπέγραψαν. «Τον καλώ να διαβάσει ένα πραγματικό βιβλίο ιστορίας που να βασίζεται σε έγγραφα για την Λωζάννη και τον Ισμέτ Ινονού για να μάθει πώς συνήφθη η συνθήκη» ανέφερε η Μπιλγκεχάν σε γραπτή της δήλωση.

  16. […] Συνθήκη της Λωζάννης (που ένα μέρος της αφορούσε την ελληνοτουρκική ανταλλαγή των πληθυσμών)και να προσπαθεί να την αποδομήσει ιδεολογικά. Εάν […]

  17. Νέα πρόκληση Ερντογάν: Η Συνθήκη της Λωζάνης δεν είναι ιερό κείμενο, είναι θέμα επαναδιαπραγμάτευσης
    «Θα εργαστούμε για να εξασφαλίσουμε κάτι καλύτερο»
    NEWSROOM
    22.11.2016 – 18:12

    Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προκαλεί ξανά για τη Συνθήκη της Λωζάνης κι αυτή τη φορά προχωράει 10 βήματα παραπέρα. Για πρώτη φορά, ζητεί επαναδιαπραγμάτευσή της.

    «Η Συνθήκη, που ορίζει τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας, δεν είναι ένα ιερό κείμενο, που δεν μπορεί να μείνει ανέγγιχτο» δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος σύμφωνα με τη φιλοκυβερνητική ιστοσελίδα «A Haber».

    Συγκεκριμένα, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε: «Οι κανόνες που έθεσαν οι νικήτριες δυνάμεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έδιναν στην Τουρκία το δικαίωμα της επιβίωσης. Με τη Συνθήκη των Σεβρών η Τουρκία διαμελιζόταν σε 7-8 κομμάτια. Η Τουρκία δεν αποδέχθηκε αυτή τη διχοτόμηση και σχημάτισε τα σημερινά σύνορα. Η συζήτηση για την Συνθήκη της Λωζάνης ξεκινά από αυτό το σημείο… Φυσικά αντιμετωπίζουμε με ευχαρίστηση ό,τι κερδίσαμε στη Συνθήκη της Λωζάνης. Η Συνθήκη της Λωζάνης δεν είναι μια συνθήκη που δεν μπορεί να συζητηθεί. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ένα ιερό κείμενο, δεν είναι ιερό βιβλίο. Και φυσικά θα την συζητήσουμε… Θα εργαστούμε για να εξασφαλίσουμε κάτι καλύτερο… Είμαστε αποφασισμένοι να οδηγήσουμε την Τουρκία πιο πέρα».

    Μάλιστα, πρόσθεσε ότι «η Τουρκία είναι φυλακισμένη στα συμφωνηθέντα του 1923».

    http://www.athensvoice.gr/kosmos/nea-proklisi-erntogan-i-synthiki-tis-lozanis-den

  18. Αργυρης Χατζηηλιας on

    Γνωρίζουμε ποτε διαλύθηκε η μεικτή επιτροπή ανταλλαγής ; προσπαθώ να βρω παντού κάποια σχετική πληροφορία αλλά τίποτα…

  19. πολιτική: Συνθήκη της Λωζάννης: Ξεριζωμός στο όνομα της ειρήνης
    Συμπλήρωση 90 χρόνων από την υπογραφή της
    ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 05/01/2013 05:45
    πολιτική: Συνθήκη της Λωζάννης: Ξεριζωμός στο όνομα της ειρήνης
    Ανταλλαγή πληθυσμών, Λήμνος
    Tweet
    Κοινή χρήση16
    emailεκτύπωση

    Η Συνθήκη της Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923) επισφράγισε με οδυνηρό τρόπο τη Μικρασιατική Καταστροφή και, ταυτόχρονα, το τέλος της ελληνικής πολεμικής περιπέτειας που είχε ξεκινήσει με τους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912. Η Ανατολική Θράκη, η Ιμβρος, η Τένεδος και η ζώνη της Σμύρνης παραχωρήθηκαν στην Τουρκία, ενώ αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης, οι ελληνορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου, και οι μουσουλμάνοι «αλβανικής καταγωγής» που ήταν εγκατεστημένοι κυρίως στην Ηπειρο (Τσαμουριά) καθώς και οι ελληνορθόδοξοι Αραβες της Κιλικίας.

    Στην ουσία, η ανταλλαγή των πληθυσμών βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης σηματοδότησε την οριστική μετάβαση από την πολυεθνοτική και πολυθρησκευτική Αυτοκρατορία στα ομοιογενή εθνικά κράτη. Υπ’ αυτή την έννοια, οι εξελίξεις στην ελληνοτουρκική διαμάχη δεν απέχουν από τα αποτελέσματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Συνθήκη των Βερσαλλιών και οι συναφείς συνθήκες που υπογράφτηκαν το 1919-1920, κλείνοντας τον εξοντωτικό Μεγάλο Πόλεμο, είχαν ως βασικό χαρακτηριστικό ακριβώς τη διάλυση των αυτοκρατοριών και τη δημιουργία στη θέση τους των σύγχρονων ευρωπαϊκών εθνών-κρατών στην Κεντρική και στην Ανατολική Ευρώπη.

    Με τις εκατόμβες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου εξάλλου και την οριστική αναδιάταξη των συσχετισμών δυνάμεων στο επίπεδο της ευρωπαϊκής πολιτικής, είχε πλέον λυθεί οριστικά και το Ανατολικό Ζήτημα. Η συγκυρία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου Ελλάδα και Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα, έφερε τον ελληνικό στρατό στην άλλη όχθη του Αιγαίου αλλά ενεργοποίησε ταυτόχρονα ένα ισχυρό τουρκικό εθνικιστικό κίνημα. Η Μικρασιατική Καταστροφή σήμανε τόσο τον θάνατο της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα όσο και τη γέννηση της σύγχρονης Τουρκίας πάνω στις στάχτες της Αυτοκρατορίας. Και για τις δύο χώρες, υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση του εθνικού κράτους, τον ορισμό των συνόρων και του εθνικού εδάφους και την, κατά το δυνατόν, εθνική ομογενοποίηση του πληθυσμού.

    Η πρωτοφανής για τα διεθνή δεδομένα απόφαση της υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών υπαγορεύθηκε από την αρχή της ομοιογένειας που πρέσβευε το δόγμα του εθνικισμού και στο όνομα της οποίας άλλωστε είχαν γίνει διωγμοί και εθνοκαθάρσεις (και όχι μόνο στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης). Είχε ήδη προηγηθεί, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ (1919), η εθελούσια ανταλλαγή ελληνικών και βουλγαρικών πληθυσμών. Σε ό,τι αφορούσε την ελληνοτουρκική διαμάχη, φαινόταν πως η λύση της ανταλλαγής θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη στην περιοχή και την ασφάλεια στους πληθυσμούς. Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, ανταλλάχθηκαν περίπου 1.220.000 χριστιανοί και 525.000 μουσουλμάνοι πρόσφυγες. Παρ’ όλα ταύτα, οι εξαιρέσεις της Συνθήκης δημιούργησαν μειονότητες μέσα στα αντίστοιχα εθνικά κράτη, των οποίων η τύχη παρακολουθούσε (και παρακολουθεί) τη διακύμανση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

    Η ριζική λύση της Ανταλλαγής λοιπόν, παρ’ όλο που προκρίθηκε με στόχο να επιλύσει ένα μακροχρόνιο ζήτημα και να προλάβει νέες εθνικές συγκρούσεις, δημιούργησε ταυτόχρονα δύο νέα ζητήματα: το μειονοτικό και το προσφυγικό. Η επαχθέστερη κληρονομιά της Συνθήκης της Λωζάννης υπήρξε πράγματι η ανάγκη εγκατάστασης και ενσωμάτωσης των ανταλλαχθέντων προσφύγων στο ελληνικό κράτος. Επρόκειτο για μια τεράστια επιχείρηση, για την οποία ιδρύθηκαν ειδικοί θεσμοί και ζητήθηκε διεθνής στήριξη. Η άφιξη των προσφύγων αναδιαμόρφωσε τις κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις στην Ελλάδα, ενώ η εγκατάστασή τους προσέκρουσε συχνά στην εχθρότητα των ντόπιων πληθυσμών. Παρ’ όλο που η Ανταλλαγή έγινε με στόχο την εθνική ομοιογένεια, ούτε οι πρόσφυγες αποτελούσαν ομοιογενή ομάδα ούτε οι Ελλαδίτες τούς υποδέχθηκαν ως ομοεθνείς. Η εγκατάστασή τους κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα βάθυνε τον διχασμό ανάμεσα στην Παλαιά και στη Νέα Ελλάδα, ενώ η αφομοίωσή τους υπήρξε δύσκολη και μακροχρόνια. Ωστόσο, το έργο της αποκατάστασης εκτιμήθηκε ως «επίτευγμα» του ελληνικού κράτους, μέσα στις δύσκολες συνθήκες του Μεσοπολέμου.

    Η Συνθήκη της Λωζάννης μπορεί να θεωρηθεί η συνθήκη με την οποία οριστικοποιήθηκαν τα σύνορα του ελληνικού έθνους-κράτους ύστερα από έναν αιώνα αλυτρωτικής πολιτικής. Με την εξαίρεση της προσάρτησης των Δωδεκανήσων, τα σύνορα του 1923 έμειναν ίδια έως σήμερα. Η οριστικοποίηση όμως των συνόρων, που στην πραγματικότητα σήμαινε τον διπλασιασμό του εθνικού εδάφους, δεν βιώθηκε ως επιτυχία αλλά ως καταστροφή – όπως και ήταν. Η Ελλάδα, λόγω της μικρασιατικής εκστρατείας, είχε υποστεί τεράστιες απώλειες σε όλα τα επίπεδα, για να καταλήξει, με εξαίρεση τη Δυτική Θράκη, στα ίδια σύνορα που είχε επιτύχει με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου.

    https://kars1918.wordpress.com/2013/02/19/lozanne/

  20. Αναλυτικά το κείμενο της Συνθήκης της Λωζάνης – Πότε, πού και από ποιους υπεγράφη

    Η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας, αμέσως μετά την μικρασιατική καταστροφή και την ουσιαστική κατάρρευση της Συνθήκης των Σερβών.

    Η περίφημη συνθήκη, που ήρθε απρόσμενα ξανά στην επικαιρότητα μέσα από τις δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ, που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη.

    Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ίδρυση του Τουρκικού Κράτους το 1920, η Κυβέρνηση του Κεμάλ αρνήθηκε να αναγνωρίσει την Συνθήκη των Σερβών. Έτσι, μετά τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής και την εκδίωξη των Ελλήνων της περιοχής, τέθκηκε επιτακτικά η ανάγκη αναπροσαρμογής της Συνθήκης.

    Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
    Διαβάστε αναλυτικά το κείμενο:

    http://kranosgr.blogspot.gr/2016/10/blog-post_4.html

  21. 80 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΦΙΛΙΑΣ ΤΟΥ 1930

    Η Συμφωνία της Άγκυρας

    * Η στροφή Βενιζέλου * Η αντίδραση των προσφύγων * Η πτώχευση
    Δημοσίευση: 31 Δεκ 2010 18:00 | Τελευταία ενημέρωση: 25 Σεπ 2015 9:58 Άρθρα
    Το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930 είναι η κορωνίδα της ρεαλιστικής πολιτικής που ακολούθησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετά τον καταποντισμό, στην προκυμαία της Σμύρνης τον Αύγουστο του 1922, της Μεγάλης Ιδέας. Ο Βενιζέλος θεωρώντας ότι μετά τους βαλκανικούς πολέμους, τη μικρασιατική καταστροφή και την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών ο στόχος της εθνικής ολοκλήρωσης είχε επιτευχθεί, με τα όρια του ελληνικού κράτους να ταυτίζονται με τον ελληνισμό, στράφηκε στην ανόρθωση του κράτους. Βασική προϋπόθεση ήταν η οριστική επίλυση των εκκρεμοτήτων με την Τουρκία και η συνομολόγηση συμφώνου φιλίας με τη γείτονα χώρα, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να ασχοληθεί απερίσπαστη με την εσωτερική αναδιοργάνωσή της. Το τίμημα ωστόσο της ρεαλιστικής στροφής του Βενιζέλου με την υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας δεν ήταν αμελητέο. Αντιθέτως, για πρώτη φορά τον έφερε αντιμέτωπο με τους πρόσφυγες, για τους οποίους έως τότε ήταν «ο σωτήρας της πατρίδας». Βεβαίως η πολιτική τοποθέτηση του προσφυγικού κόσμου ήταν σταθερά βενιζελική και εκπηγάζει από την αλυτρωτική πολιτική του Βενιζέλου ως ελευθερωτή, από την καταστροφή του 1922 για την οποία κατηγορήθηκαν ως κυρίως υπαίτιοι οι αντιβενιζελικοί, αλλά και από τη γενικώς επιτυχημένη πολιτική αποκατάστασης των προσφύγων που εφήρμοσε μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών.

    ΝΕΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

    Ταυτόχρονα, το σύμφωνο φιλίας είναι η τελευταία πράξη του δράματος του Μικρασιατικού Ελληνισμού, καθώς σηματοδοτεί σε συναισθηματικό επίπεδο τον οριστικό ενταφιασμό κάθε μύχιας προσδοκίας επανόδου στη γενέθλια γη των προσφύγων, αλλά και τον οδυνηρό συμβιβασμό της εξίσωσης των περιουσιών που εγκατέλειψαν στη Μικρά Ασία με εκείνες των μουσουλμάνων που ανταλλάχθηκαν από την Ελλάδα, σε εφαρμογή της συνθήκης της Λοζάνης.

    Η δυσαρέσκεια του προσφυγικού κόσμου, που ήταν η εκλογική ραχοκοκαλιά του κόμματος των Φιλελευθέρων, εκφράστηκε στις εκλογικές αναμετρήσεις του 1932 και κυρίως του 1933 σημαίνοντας και το πολιτικό τέλος του μεγάλου Κρήτα πολιτικού.

    Με την άνοδό του στην εξουσία το 1928 ο Ελευθέριος Βενιζέλος, εν σχέσει με τη διακυβέρνησή του τη δεκαετία του 1910, ακολουθεί άλλο προσανατολισμό στην εξωτερική πολιτική που χαρακτηρίζεται από μία τάση ανεξαρτητοποίησης από την αγγλική και κυρίως από τη γαλλική πολιτική. Όμως η κομβικότερη μεταβολή της εξωτερικής πολιτικής ήταν η αποκατάσταση των σχέσεων με την Τουρκία, μέσα από την αναγνώριση του ιδίου του Βενιζέλου της νέας πραγματικότητας. Μεταβολή που επικυρώθηκε με τις συμφωνίες που υπεγράφησαν το 1930 και επιβεβαίωσαν την προσδοκία του Βενιζέλου να επενδύσει στη δημιουργία ενός αμιγώς ελληνικού αστικού κράτους, εγκαταλείποντας οριστικώς τη Μεγάλη Ιδέα.
    Οι προσπάθειες του Βενιζέλου να οικοδομήσει ένα εθνικό κράτος με αστικά χαρακτηριστικά έκανε επιβεβλημένο η εξωτερική του πολιτική να κινηθεί προς την κατεύθυνση της ελληνοτουρκικής φιλίας. Το ζητούμενο είναι το κατά πόσο αυτή η φιλία οικοδομήθηκε ή όχι σε σαθρά θεμέλια. Κύριος στόχος του Βενιζέλου ήταν η διασφάλιση των συνόρων που είχαν οριστεί με τη συνθήκη της Λοζάνης, τόσο με την Τουρκία όσο και με το βορρά. Οι συμφωνίες που ακολούθησαν (από το 1924 ως το 1926) ήταν όλες προς την κατεύθυνση διευθέτησης των διαφορών που πολλές φορές φαινόταν δυσεπίλυτες, μέχρι που φτάσαμε στο 1928 και στην καθολική εκλογική νίκη του Βενιζέλου που επιτάχυνε τη διαδικασία απευθείας συνεννόησης Ελλάδος-Τουρκίας.

    Η άνοδος του Βενιζέλου στην εξουσία συνέπεσε με το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων Αθήνας-Άγκυρας το 1928. Ο Βενιζέλος όμως είχε επιλέξει μια προωθημένη για τα μέτρα της εποχής κατευναστική πολιτική, δεχόμενος εκτός από τον αμοιβαίο συμψηφισμό των απαιτήσεων και καταβολή πολεμικής αποζημίωσης στους Τούρκους. Αυτό που έμενε εκκρεμές ήταν το κέντρο αντίδρασης στις εξελίξεις αυτές που ήταν τα συναισθήματα των προσφύγων. Πρόσφυγες που το 1928 είχαν ψηφίσει σχεδόν ομόφωνα Βενιζέλο και διατηρούσαν γι’ αυτόν -από το 1920- την εικόνα του ελευθερωτή. Τώρα έβλεπαν τον ίδιο άνθρωπο να ακολουθεί μια εξωφρενική πολιτική συμφιλίωσης με τον προαιώνιο εχθρό. Όμως η κατάσταση είχε εν πολλοίς κριθεί με τη συνθήκη ειρήνης της Λοζάνης στις 24-7-1923 και τη σύμβαση περί ανταλλαγής των ελληνοτουρκικών πληθυσμών στις 17/30 Ιανουαρίου του ίδιου έτους.

    Παράλληλα είχε δημιουργηθεί και μια νέα κατάσταση σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, την οποία ο Βενιζέλος ήταν αδύνατον να μην συνεκτιμήσει. Η Τουρκία είχε υπερβολικές αξιώσεις αποζημιώσεων, μη αρκούμενη ακόμη και στον καταφανώς αρνητικό για την Ελλάδα συμψηφισμό περιουσιών και πληθυσμών, αισθανόμενη ισχυρή διπλωματικά. Κατά μία, λοιπόν, ανάγνωση ο Βενιζέλος ίσως και να έσωσε πολύ περισσότερα από αυτά που και οι πλέον αισιόδοξοι πίστευαν ότι μπορούσαν να σωθούν.

    ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΣΜΟΣ Ή ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ;

    Η αποχή του Βενιζέλου από την πολιτική ζωή διήρκεσε μέχρι το 1928. Όμως ο επαναστάτης του κινήματος της Θερίσου στην Κρήτη το 1905 είχε δώσει πλέον τη θέση του σε ένα πολύ πιο συντηρητικό Βενιζέλο που, όπως θα εξομολογηθεί αργότερα, έχοντας μέσα του τα σαράκι του διχασμού, ίσως προσδοκούσε να γίνει ο υπερκομματικός ηγέτης των Ελλήνων. Σε κάθε περίπτωση ουδείς μπορεί να εισχωρήσει στις μύχιες σκέψεις του. Δεδομένο πάντως είναι ότι οι κινήσεις του διακατείχοντο και από το σύνδρομο της εκλογικής ήττας του 1920 που -ας μην το λησμονούμε- την υπέστη ο θριαμβευτής της υπογραφής της συνθήκης των Σεβρών που έκανε πράξη την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών».

    Πάντως ο Βενιζέλος, ειδικά με την υπογραφή των συμφωνιών του 1930 και με τη λογική που αντιμετώπισε το προσφυγικό ζήτημα, κατά την τετραετία 1928-1932 προσέφερε στην Ελλάδα κάτι περισσότερο από έναν απλό επαναπροσδιορισμό της εξωτερικής της πολιτικής. Προσέφερε δηλαδή μια ολοκληρωμένη και πιθανώς ρεαλιστικότερη στρατηγική σύλληψη για τη διεθνή θέση της νέας Ελλάδας. Η Ελλάδα του 1923-1928 ήταν μια Ελλάδα ηττημένη, οικονομικά προβληματική, συνοριακά επίφοβη και διπλωματικά σχεδόν απομονωμένη. Ο Βενιζέλος στην αρχή της θητείας του κατάφερε να αναβαθμίσει θεαματικά τη διεθνή θέση της χώρας.

    Υπερβαίνοντας ο Βενιζέλος κάθε παρελθοντική τροχοπέδη και δείχνοντας έμπρακτα την αποφασιστικότητά του να ξεκαθαρίσει οριστικώς κάθε διαφορά του με την Τουρκία, στις 10 Ιουνίου του 1930 υπέγραψε στην Άγκυρα σύμβαση που εκκαθάριζε όλα τα ζητήματα ανταλλαγής περιουσιών και μειονοτήτων. Ακολουθούν, στις 30 Οκτωβρίου 1930 τρεις ελληνοτουρκικές συμφωνίες: α) Σύμφωνο φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας, β) συμφωνία ναυτικών εξοπλισμών και γ) εμπορική σύμβαση. Ο Βενιζέλος, που ήθελε μια Ελλάδα μακριά από τους συνδυασμούς των Μεγάλων Δυνάμεων στα Βαλκάνια, επέλεξε μία απευθείας συνεννόηση με την Τουρκία. Με τη συμφωνία του 1930 η περιουσία των ανταλλάξιμων μουσουλμάνων στην Ελλάδα και Ελλήνων στην Τουρκία περνούσε στην κατοχή της ελληνικής και της τουρκικής κυβέρνησης αντιστοίχως. Ρυθμιζόταν παράλληλα και το ζήτημα των μονίμως εγκατεστημένων, καθώς και το ζήτημα των αποζημιώσεων. Ο Βενιζέλος πέτυχε το στόχο του, πέτυχε όμως να εξοργίσει και τους πρόσφυγες, καθώς και τους πολιτικούς αντιπροσώπους τους. Η διπλωματική του οπτική, παράλληλα με τη βοήθεια της ιταλικής διπλωματίας, οδήγησε τελικά στην υπογραφή της συμβάσεως στις 10 Ιουνίου 1930, η οποία δέχθηκε δριμύτατη κριτική από την αντιπολίτευση. Κριτική την οποία ο Βενιζέλος αμφισβήτησε με το επιχείρημα ότι η συνθήκη της Λοζάνης προστάτευε βασικά τις ακίνητες περιουσίες των Τούρκων, ενώ οι ελληνικές, που ήταν και κινητές, υπό την έννοια πως επρόκειτο και για σύνθετες επιχειρηματικές και εμπορικές δραστηριότητες η υπεραξία των οποίων δεν μπορούσε να σταθμιστεί επακριβώς, δεν προστατεύοντο. Συνεπώς δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί η μεγαλύτερη σε αξία ελληνική περιουσία. Ακόμη δε και αν αυτό γινόταν, η διαδικασία θα ήταν χρονοβόρα με υψηλό κόστος για την ελληνική εξωτερική πολιτική 1. Η υιοθέτηση από το Βενιζέλο της άποψης ότι η αξία των μουσουλμανικών κτημάτων συνέπιπτε με την αξία των περιουσιών των Ελλήνων προσφύγων μπορεί να χαρακτηριστεί από κάποιους και έωλη, που απλώς εξυπηρετούσε την ανάγκη να κλείσει ένα κεφάλαιο. Τα κτήματα των Τούρκων, αγροτικά κτήματα, τσιφλίκια, δασικές εκτάσεις, αποτελούσαν μια περιουσία εύκολα σταθμίσιμη. Από την άλλη, τα αστικά ακίνητα, οι επιχειρήσεις, οι καταθέσεις των Ελλήνων δεν ήταν δυνατόν να σταθμιστούν με απόλυτη ακρίβεια 2.

    Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ ΚΑΙ Η ΠΤΩΧΕΥΣΗ

    Βέβαια, ακόμη και η αντιπολίτευση η οποία κέρδισε την εκλογική αναμέτρηση του 1933 (κυβέρνηση συνασπισμού του Παναγή Τσαλδάρη) συνέχισε την πολιτική στενών επαφών με την τουρκική ηγεσία, γεγονός που αποδεικνύει πως η πολιτική του Βενιζέλου, παρά τις όποιες επικρίσεις δέχθηκε, ειδικά από τους πρόσφυγες, λειτουργούσε με βάση το εφικτό.
    Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό στην Ελλάδα ως και την υπογραφή του συμφώνου φιλίας Βενιζέλου και Ατατούρκ που κόστισε στην παράταξη του Βενιζέλου κατά την εκλογική αναμέτρηση του 1932 και κυρίως του 1933. Ο προσφυγικός κόσμος συνειδητοποίησε πως έχασε οριστικά κάθε πιθανότητα για αποζημιώσεις όταν ο Βενιζέλος δήλωσε τον Ιούνιο του 1930 στη Βουλή πως το όραμα της πλήρους αποζημίωσης των προσφύγων αντικαθίσταται από το όραμα της πλήρους αποκατάστασης 3.

    Βασική παράμετρος της δυσκολίας αντιμετώπισης της προσφυγικής αποκατάστασης αποτελεί και η δυσχερής οικονομική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα και γενικότερα όλη η Ευρώπη από την οικονομική κρίση του κραχ στην Αμερική το 1929 που εισήχθη σταδιακά και στην Ευρώπη από το 1931. Η παραίτηση της κυβέρνησης Βενιζέλου στις 21 Μαΐου του 1932 αποτελεί επί της ουσίας τον πολιτικό του επίλογο λόγω της οικονομικής κρίσης και της αδυναμίας να αντιμετωπίσει τη μάχη της δραχμής 4. Ήταν το πλήρωμα του χρόνου για μια κυβέρνηση που ήταν από τις λίγες που κατάφεραν, από συστάσεως ελληνικού κράτους, να μείνει στην εξουσία για τέσσερα συναπτά έτη. Ο Βενιζέλος που το 1928 είχε επανεμφανιστεί στην πολιτική σκηνή της χώρας σαν μεσσίας, προσήλθε στη Βουλή, της οποίας ήλεγχε τη μέγιστη πλειοψηφία, και ανακοίνωσε την παραίτηση της κυβέρνησής του μετά την πτώχευση 5. Οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης διήρκεσαν πέντε μέρες και οδήγησαν στις 26 Μαΐου στην πρωθυπουργία τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων, αφού πρώτα αποκλείστηκε η λύση της άμεσης διάλυσης της Βουλής. Τα μέτρα όμως που εξήγγειλε ο Παπαναστασίου υπέρ των ασθενέστερων στρωμάτων θορύβησαν τον Κρήτα πολιτικό, ο οποίος, φοβούμενος ότι μπορούν να του αποσπάσουν μέρος της εκλογικής δύναμης των Φιλελευθέρων, ήρε την υποστήριξή του προς τον Παπαναστασίου και στις 26 Ιουνίου 1932 ορκίστηκε νέα κυβέρνηση «εκλογών» υπό την προεδρία του ιδίου του Βενιζέλου.
    Μέσα σε απολύτως πολωμένο κλίμα, που το τροφοδοτούσε και το πρόβλημα του πολιτειακού, διεξήχθησαν οι εκλογές στις 26 Σεπτεμβρίου του 1932. Το κόμμα των Φιλελευθέρων απώλεσε σημαντικό τμήμα της δύναμής του και ισοψήφησε σχεδόν με το Λαϊκό κόμμα (33,4% και 33,8%). Τα πολιτικά συμπεράσματα που εξήχθησαν δεν ήταν απολύτως αρνητικά για τους Φιλελευθέρους. Η πτώση τους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολυδιάσπαση του ιδεολογικού τους χώρου, ενώ η άνοδος των Λαϊκών στη μονοκομματική τους συσπείρωση. Αυτός είναι ακριβώς και ο συσχετισμός που κράτησε ρυθμιστή της πολιτικής κατάστασης για λίγο χρόνο ακόμη το Βενιζέλο.

    Ενώ η φυσιολογική πολιτική εξέλιξη θα ήταν μία κυβέρνηση συνασπισμού των βενιζελικών κομμάτων, ο Βενιζέλος, λόγω της δυσχερούς θέσης της Ελλάδος, επέλεξε να προβεί στη λύση κυβέρνησης συνεργασίας, που τελικά δεν κατέστη δυνατό να επιτευχθεί και δεν την επιθυμούσε και ο πολιτικός του αντίπαλος Τσαλδάρης. Ας μην λησμονούμε άλλωστε πως ο Βενιζέλος επιθυμούσε για τον ίδιο έναν υπερκομματικό ρόλο και ο Τσαλδάρης δεν ήθελε να του χαρίσει τέτοια ευκαιρία.

    Στις 4 Νοεμβρίου 1932 σχηματίστηκε τελικώς κυβέρνηση μειοψηφίας με πρωθυπουργό τον Τσαλδάρη και με την ανοχή του κόμματος των Φιλελευθέρων. Η νέα κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει μία αρνητικότατη οικονομική συγκυρία, την κατά 75% υποτίμηση της δραχμής και την ανέχεια των κατωτέρων στρωμάτων της κοινωνίας. Εντός του κλίματος αυτού ο Βενιζέλος, μετά από πιέσεις των βουλευτών του, καταψήφισε την κυβέρνηση Τσαλδάρη και σχημάτισε κυβέρνηση οριακής πλειοψηφίας 6 με τους μικρούς κομματικούς σχηματισμούς που προέρχονταν από τη μήτρα της βενιζελικής παράταξης. Όμως ο Βενιζέλος δεν ήταν πια ο ίδιος. Ενεργώντας αντισυνταγματικά, ποτέ δεν εμφανίστηκε στο κοινοβούλιο για να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Διέλυσε τη Βουλή, πήγε σε εκλογές με πλειοψηφικό σύστημα ονειρευόμενος το θρίαμβο του 1928 και ηττήθη. Οι πολωτικές εκλογές έδωσαν στην ενωμένη αντιπολίτευση το 46% των ψήφων, σηματοδοτώντας μία μη αναμενόμενη ανατροπή. Η προγενέστερη αποδοχή από τον Τσαλδάρη του πολιτεύματος της αβασίλευτης δημοκρατίας (στις 3 Οκτωβρίου του 1932) και η μετατόπιση προσφυγικών ψήφων βοήθησαν προς την κατεύθυνση αυτή. Αυτό ήταν το κύκνειο πολιτικό άσμα ενός μεγάλου ηγέτη.

    * Ο δρ Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι ιστορικός ερευνητής, Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού της ΝΔ και βουλευτής Λαρίσης

    ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
    1 Γρηγόριος Δάφνης, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος δεύτερος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1997, σελ. 66-67.
    2 Ό. π., σελ. 251.
    3 Στάθης Πελαγίδης, Προσφυγική Ελλάδα (1913-1930), εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 398.
    4 Η κήρυξη της πτώχευσης του 1932 συνέπεσε με την εγκατάλειψη του «χρυσού κανόνα», της σύνδεσης δηλαδή χρυσού και δραχμής, που ως τότε επέβαλε τη νομισματική πειθαρχία. Ήρθη δηλαδή η ελεύθερη μετατρεψιμότητα της δραχμής σε χρυσό ή συνάλλαγμα, με συνέπεια την απώλεια της ονομαστικής αξίας της δραχμής κατά 60% στις αρχές του 1932.
    5 Σπύρος Μαρκεζίνης, Πολιτική Ιστορία της Συγχρόνου Ελλάδος, τόμος 3 (1924-1932), εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1978, σελ. 379.
    6 Νικόλαος Μαραντζίδης, « Η Πορεία προς την Πόλωση», στο Θ. Βερέμης-Η. Νικολακόπουλος (επιμ.) Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή του, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2005, σελ. 341-346.

    http://www.eleftheria.gr/m/%CE%B1%CF%80%CF%8C%CF%88%CE%B5%CE%B9%CF%82/item/79653-.html

  22. Η συμφωνία Ανταλλαγής Πληθυσμών του 1914*

    “Αυτό το επαίσχυντον παζάρεμα, το οποίο η κτηνώδης βία επέβαλεν ως νόμον και αρχήν […] το ακατανόητον και ανήκουστον και πρωτοφανές εις τα χρονικά της Ιστορίας ανθρωπομέτρημα και αντάλλαγμα, ως γίνεται εις τους ζωεμπόρους διά τα άλογα, τα θρέμματα και κτήνη” (Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, 22 Ιουν. 1914)

    Στις 5/18 Μαΐου 1914 η οθωμανική κυβέρνηση υπέβαλε στην ελληνική πλευρά επίσημη πρόταση για την ανταλλαγή της ελληνικής μειονότητας του βιλαετίου του Αϊδινίου με τη μουσουλμανική μειονότητα της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Μόλις τέσσερις μέρες αργότερα, με απαντητική επιστολή του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, η Ελλάδα δεχόταν την πρόταση υπό δύο όρους: α) Η Ανταλλαγή να έχει χαρακτήρα προαιρετικό και β) να περιλαμβάνει και την ελληνική μειονότητα της Αν. Θράκης! Για την υλοποίηση της κατ’ αρχήν συμφωνίας συγκροτήθηκε μια Μικτή Επιτροπή που θα αποσαφήνιζε τους θεμελιώδεις όρους της ανταλλαγής: αριθμό ανταλλάξιμων, συνθήκες μετανάστευσης, εκτίμηση περιουσιών, αποζημιώσεις κ.ά. Οι διαπραγματεύσεις κράτησαν περίπου μισό χρόνο, κατέληξαν σε αδιέξοδο και στα τέλη του 1914, μετά και το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τερματίστηκαν χωρίς συμφωνία.

    Δε θα ιστορήσουμε τις πολλές πτυχές του ζητήματος[1], αλλά θα περιοριστούμε στα αυτονόητα ερωτήματα: Για ποιο λόγο η οθωμανική πλευρά επεδίωξε την ανταλλαγή των ελληνοτουρκικών πληθυσμών το 1914 και γιατί η Ελλάδα την αποδέχτηκε;

    Η πρωτοβουλία της Υψηλής Πύλης αναμφίβολα υπηρετούσε τη βασική επιδίωξη των Νεότουρκων, που ήταν ο ολοκληρωτικός εκτουρκισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο στόχος αυτός ενσωματώθηκε επισήμως στο πολιτικό πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος «Ένωση και Πρόοδος» κατά το τρίτο συνέδριό του στη Θεσσαλονίκη το 1911. Στην τότε απόφαση αναφέρεται: «Αργά ή γρήγορα πρέπει να επιτευχθεί η πλήρης οθωμανοποίηση, όμως είναι πλέον ξεκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ, αλλά πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία».

    Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση δεν άργησαν. Από τις αρχές του 1914 εξαπολύθηκαν ανθελληνικοί διωγμοί στα μικρασιατικά παράλια και στην Ανατολική Θράκη, με φυλακίσεις και απελάσεις, οικονομικό μποϋκοτάζ και εμπορικούς αποκλεισμούς, με εμπρησμούς, λεηλασίες και σφαγές. Στις 25 Μαΐου το Οικουμενικό Πατριαρχείο κήρυξε την ορθόδοξη εκκλησία σε διωγμό και αποφάσισε το κλείσιμο των ναών και των σχολείων, σε ένδειξη πένθους και διαμαρτυρίας. Οι διωγμοί έσπειραν πανικό και ανασφάλεια στους ελληνικούς πληθυσμούς και είχαν ως αποτέλεσμα τη μαζική αναχώρηση 150.000 ανθρώπων προς τη μητέρα πατρίδα.

    Την ίδια εποχή η Ελλάδα και η Τουρκία βρίσκονταν στα πρόθυρα πολεμμικής αναμέτρησης για τα νησιά του Αιγαίου, αυτά που είχε απελευθερώσει ο ελληνικός στόλος κατά τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο. Η τύχη τους δεν είχε κριθεί ακόμη από τη διεθνή διπλωματία και οι Τούρκοι πίεζαν την ελληνική πλευρά να παραιτηθεί από αυτά! «Ενώπιον αφορήτου καταστάσεως γενικού συστηματικού διωγμού ομογενούς στοιχείου, αγόμεθα μοιραίως εις σύρραξιν προς Τουρκίαν…», έγραφε τότε ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Στρέιτ στον Έλληνα πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη. Οι Μεγάλες δυνάμεις απεύχονταν έναν τρίτο βαλκανικό πόλεμο, γι’ αυτό συνιστούσαν ειρηνική και συμβιβαστική επίλυση των διαφορών.

    Υπ’ αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα δεν είχε περιθώρια να απορρίψει την τουρκική πρόταση για Ανταλλαγή των πληθυσμών. Εξηγούσε ο Γ. Στρέιτ στον επιτετραμμένο της Ελλάδας στο Βερολίνο Ίωνα Δραγούμη στις αρχές Ιουνίου 1914: «Η ανάγκη, αφενός, να σταματήσουμε το κύμα της αναγκαστικής μετανάστευσης που έχει εξαπολυθεί στη Θράκη και στη Μικρά Ασία, η μέριμνα, αφετέρου, να σώσουμε αυτόν τον πληθυσμό που εγκαταλείπει τις εστίες του και ζητά καταφύγιο στην Ελλάδα, και τέλος η προσπάθεια να διοχετεύσουμε αυτό το κύμα, συνδυάζοντάς το με την εθελούσια μετανάστευση των Μουσουλμάνων της Μακεδονίας, να ποιοι ήταν οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης τη στιγμή που αποδέχτηκε την πρόταση της Τουρκίας». Και ο ίδιος ο Βενιζέλος δήλωνε απολογητικά στις 22 Δεκεμβρίου στη Βουλή ότι συμφώνησε στην προαιρετική ανταλλαγή για να προλάβει τα χειρότερα, όπως «την βιαίαν έξωσιν των πληθυσμών» και «την διαρπαγήν των κινητών αυτών περιουσιών».

    Η ελληνική πλευρά έθετε ως όρο για την έναρξη των διαπραγματεύσεων τον τερματισμό των διώξεων και την επιστροφή των 50.000 εκτοπισμένων στο εσωτερικό της Μ. Ασίας. Όμως, παρά τις υποσχέσεις των οθωμανικών αρχών, οι διωγμοί ποτέ δε σταμάτησαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ημέρα έναρξης των συνομιλιών άντρες του τουρκικού στρατού προέβησαν σε δολοφονίες Ελλήνων στο Εγγλεζονήσι, στον κόλπο της Σμύρνης. Αντικειμενικός σκοπός των Τούρκων ήταν προφανώς η εκρίζωση του ελληνικού στοιχείου από την Ανατολική Θράκη και τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Γι’ αυτό κλιμάκωναν τους διωγμούς, γι’ αυτό και επέμεναν να μην τεθεί κανένα όριο στον αριθμό των μεταναστών. Δήλωναν άλλωστε κυνικά ότι η σταδιακή αποψίλωση των επιλεγμένων περιοχών από μειονοτικούς πληθυσμούς θα ήταν προς όφελος των δύο χωρών.

    Μητροπολίτης Αγαθάγγελος

    Διαφορετική γνώμη είχαν βέβαια οι ήδη εκδιωχθέντες από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη, οι 150.000 άνθρωποι που δεν είχαν πλέον το δικαίωμα του επαναπατρισμού. Ο Σύλλογος «Καρτερία» των προσφύγων της Αθήνας και οι διάφορες Επιτροπές Προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου διακήρυσσαν ότι η συμφωνία αποτελεί νομιμοποίηση «της μεγίστης αδικοπραγίας και του βιαίου εκπατρισμού» και ότι προετοιμάζει συμφορές για το ελληνικό γένος. Διέβλεπαν κινδύνους καταστροφής ακόμη και για τα δύο μεγάλα ελληνικά κέντρα της Μικρασίας, την ιωνική Σμύρνη και τις αιολικές Κυδωνίες (Αϊβαλί), στη συνέχεια δε και για την Κωνσταντινούπολη. «Και μετά ταύτα; Παντελής νέκρωσις και ερημία επί μεγίστου τμήματος της ελληνικής πατρίδος, έχοντος τα αυτά δικαιώματα μετά των απελευθερωθέντων τμημάτων του ελληνικού γένους»! Αυτά έγραφε, μεταξύ άλλων, το Σεπτέμβριο 1914 ο Μητροπολίτης Δράμας Αγαθάγγελος, πρόεδρος της «Καρτερίας».

    Η πιο φλογερή φωνή διαμαρτυρίας ήρθε πάλι από το Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο: «Εμάθομεν –έγραφε στις 22 Ιουνίου προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη– ότι όλοι οι βιαίως εκδιωχθέντες, εξανδραποδισθέντες χριστιανοί […] θεωρούνται ως διά παντός εκπατρισθέντες και απολύτως ουδείς δικαιούται και δύναται να επανέλθη εις την γενεθλιον γην, εκεί όπου αναπαύονται οι πατέρες και πρόγονοί του, εκεί όπου αυτός είδε του ηλίου το φως, εκεί όπου ευρίσκεται η οικογενειακή εστία, οι αγροί, η εργασία […]». Εκφράζει την αγανάκτησή του για την «ανθρωποεμπορία» που συμφώνησαν οι δυο κυβερνήσεις, βάσει της οποίας σε λίγο «θα αρχίση το ακατανόητον και ανήκουστον και πρωτοφανές εις τα χρονικά της Ιστορίας ανθρωπομέτρημα και αντάλλαγμα, ως γίνεται εις τους ζωεμπόρους διά τα άλογα, τα θρέμματα και κτήνη. […]».

    Καλεί τέλος τον Πατριάρχη να αντιδράσει: «Η Εκκλησία οφείλει συμφώνως προς τας αιωνίους αρχάς του ιδρυτού της να αναθεματίση τοιαύτην πράξιν […], ήτις δεν έχει παρόμοιον παράδειγμα άλλο εν τη ιστορία του πολιτισμού […], οφείλει να καταγγείλη εις την χριστιανικήν συνείδησιν του πεπολιτισμένου κόσμου, αυτό το επαίσχυντον παζάρεμα, το οποίο η κτηνώδης βία επέβαλεν ως νόμον και αρχήν […]. Είναι προτιμότερον, Παναγιώτατε, να εξανδραποδισθώμεν ως φυλή από προσώπου γης, όχι όμως ως αντικείμενα ευτελέστατης συναλλαγής, να πωλούμεθα και αγοραζώμεθα εις τας αγοράς της Σμύρνης, Κωνσταντινουπόλεως και Θεσσαλονίκης.

    Συσσίτιο Μικρασιατών προσφύγων στη Μυτιλήνη, 1914 (φωτ. Εθνικό και Ιστορικό Αρχείο)

    * Το κείμενο αυτό το πρωτοδημοσιεύσαμε στη «Μνήμη» του Συλλόγου Μικρασιατών Καβάλας, φ. 16 (Σεπτ. 2014), σελ. 14.
    [1] Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να δει το εξαιρετικά κατατοπιστικό άρθρο του καθηγητή Γιάννη Γ. Μουρέλου «Πληθυσμιακές ανακατατάξεις την επομένη των Βαλκανικών πολέμων: Η πρώτη απόπειρα ανταλλαγής πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία», Πρακτικά Συμποσίου Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα, έκδ. ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 175-199.

    http://lykourinos-kavala.blogspot.gr/2017/05/1914.html

  23. «οριστική λύση» του ελληνοτουρκικού προβλήματος κατέστη δυνατή μόνο μετά τη στρατιωτική νίκη του Κεμάλ και την de facto εθνοκάθαρση της Μικρασίας από τους εκεί Ελληνες…

    Nur Masalha, Expulsion of the Palestinians. The Concept of ‘Transfer’ in Zionist Political Thought, 1882-1948 (Ουάσινγκτον 1992, εκδ. Institute for Palestine Studies, σ.59-60, 70, 77, 88-9, 129)

  24. Π on

    ………………………….
    ………………………….
    Άρθρον 13.
    Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα:
    1. Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέγερσιν οχυρωματικού τίνος έργου.
    2. θα απαγορευθή εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοΐαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας.
    Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοΐαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων.
    3. Αι ελληνικαι στρατιωτικαί δυνάμεις εν ταις ειρημέναις νήσοις θα περιορισθώσι εις τον συνήθη αριθμόν των δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων, οίτινες δύνανται να εκγυμνάζωνται επί τόπου, ως και εις δύναμιν χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογον προς την εφ’ ολοκλήρου του ελληνικού εδάφους υπάρχουσαν τοιαύτην.

    Άρθρον 14.
    Αι νήσοι Ίμβρος και Τένεδος, παραμένουσαι υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν, θα απολαύωσιν ειδικής διοικητικής οργανώσεως, αποτελούμενης εκ τοπικών στοιχείων και παρεχούσης πάσαν εγγύησιν εις τον μη μουσουλμανικόν ιθαγενή πληθυσμόν δι’ ό,τι αφορά εις την τοπικήν διοίκησιν και την προστασίαν των προσώπων και των περιουσιών.

    Η διατήρησις της τάξεως θα εξασφαλίζηται εν αυταίς δι’ αστυνομίας στρατολογουμένης μεταξύ του ιθαγενούς πληθυσμού, τη φροντίδι της ως άνω προβλεπομένης τοπικής διοικήσεως υπό τα διαταγάς της οποίας θα διατελή.

    Αι συνομολογηθείσαι ή συνομολογηθησόμεναι μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας συμφωνίαι, αι αφορώσαι την ανταλλαγήν των Ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών, δεν θα εφαρμοσθώσιν εις τους κατοίκους των νήσων Ίμβρου και Τενέδου.

    Άρθρον 15.
    Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπάλαιας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου (όρα χάρτην υπ’ αρ. 2).

    Άρθρον 16.
    Η Τουρκία δήλοι ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη άτινα κείνται πέραν των προβλεπομένων υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων, ως και επί των νήσων, εκτός εκείνων ων η κυριαρχία έχει αναγνωρισθή αυτή δια της παρούσης Συνθήκης, της τύχης των εδαφών και των νήσων τούτων κανονισθείσης ή κανονισθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων.
    Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουσι τας συνομολογηθείσας ή συνομολογηθησομένας ιδιαιτέρας συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και των ομόρων χωρών λόγω της γειτνιάσεως αυτών.

  25. Τι ορίζει η συνθήκη της Λωζάνης

    Η Συνθήκη της Λοζάνης, εκτός των άλλων, καθορίζει τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας με την Ελλάδα.

    Στις 24 Ιουλίου 1923 υπογράφηκε η Συνθήκη ειρήνης της Λωζάνης. Έξι μήνες πριν, στις 30 Ιανουαρίου 1923, είχε υπογραφεί η ελληνοτουρκική Σύμβαση, η οποία ρύθμιζε την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Προβλεπόταν η υποχρεωτική ανταλλαγή μεταξύ των Ελλήνων ορθοδόξων κατοίκων της Τουρκίας και των Μουσουλμάνων κατοίκων της Ελλάδας. Αυτή θα ίσχυε τόσο γι’ αυτούς που παρέμεναν στις εστίες τους, όσο και για εκείνους που είχαν ήδη καταφύγει στην ομόθρησκη χώρα. Μάλιστα, η ανταλλαγή ίσχυσε αναδρομικά για όλες τις μετακινήσεις που έγιναν από τη μέρα που κηρύχθηκε ο Α’ Βαλκανικός πόλεμος (18 Οκτωβρίου 1912). Από την ανταλλαγή αυτή εξαιρέθηκαν οι Έλληνες ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.

    Επίσης, με βάση την Συνθήκη της Λωζάνης, η Τουρκία παραιτούνταν από κάθε είδους δικαίωμα ή διεκδίκηση από το νησί της Κύπρου.

    Με την Συνθήκη των Σεβρών που υπογράφηκε το 1920 διαμελιζόταν τα τελευταία εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τρία χρόνια μετά, η κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ υπέγραφε με τις δυτικές δυνάμεις την Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία καθόριζε τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας και το καθεστώς γειτονίας και συνόρων μεταξύ της Τουρκίας και των πρώην κτήσεων της Αυτοκρατορίας.

    Οι ανταλλάξιμοι, σύμφωνα με τη σύμβαση ανταλλαγής:

    θα απέβαλαν την παλιά ιθαγένεια και θα αποκτούσαν την ιθαγένεια της χώρας στην οποία θα εγκαθίσταντο,
    είχαν δικαίωμα να μεταφέρουν την κινητή περιουσία τους,
    είχαν δικαίωμα να πάρουν από το κράτος στο οποίο μετανάστευαν ως αποζημίωση περιουσία ίσης αξίας
    με την ακίνητη περιουσία που εγκατέλειπαν φεύγοντας,
    θα διευκολύνονταν στη μετακίνηση τους από τη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής12.
    Η συμφωνία αυτή για ανταλλαγή πληθυσμών διέφερε από τις προηγούμενες. Καθιέρωνε για πρώτη φορά τη μαζική μετακίνηση πληθυσμών και είχε υποχρεωτικό χαρακτήρα, ενώ οι μέχρι τότε συμφωνίες προέβλεπαν εθελοντική μετανάστευση κατοίκων κάποιων επίμαχων περιοχών.

    Όταν έγινε γνωστή η υπογραφή της Σύμβασης και οι όροι της, οι πρόσφυγες που βρίσκονταν στην Ελλάδα αντέδρασαν έντονα. Σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας συγκρότησαν συλλαλητήρια, διατρανώνοντας την απόφασή τους να εμποδίσουν την εφαρμογή της13. Η πραγματικότητα όμως, όπως είχε διαμορφωθεί μετά την έξοδο χιλιάδων Ελλήνων από τις πατρογονικές εστίες τους και την άρνηση της Τουρκίας να δεχτεί την επιστροφή τους, ανάγκασε την ελληνική αντιπροσωπεία να συμφωνήσει. Εξάλλου η υπογραφή της Σύμβασης υποβοηθούσε τις βλέψεις των ηγετών των δύο χωρών (Βενιζέλου και Κεμάλ) για τη διασφάλιση και αναγνώριση των συνόρων τους, την επίτευξη ομοιογένειας και την απρόσκοπτη ενασχόληση με την εσωτερική μεταρρύθμιση και ανάπτυξη. Σύμφωνη ήταν και η Κοινωνία των Εθνών. Οι πρόσφυγες έμειναν με την πικρία ότι το δίκαιο και τα συμφέροντά τους θυσιάστηκαν στο βωμό των συμφερόντων του ελληνικού κράτους.

    Με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης της Λωζάνης ιδρύθηκε η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Την αποτελούσαν έντεκα μέλη (τέσσερις Έλληνες, τέσσερις Τούρκοι και τρία μέλη-πολίτες ουδέτερων κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο κρατών) με αρμοδιότητα τον καθορισμό του τρόπου μετανάστευσης των πληθυσμών και της εκτίμησης της ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίμων.

    Τα πέντε πρώτα άρθρα της Σύμβασης της Λωζάνης

    ΣΥΜΒΑΣΙΣ
    Αφορώσα την ανταλλαγήν των Ελληνοτουρκικών πληθυσμών και Πρωτόκολλον, υπογραφέντα την 30ην Ιανουαρίου 1923. Η Κυβέρνησις της Μεγάλης Εθνοσυνελεύσεως της Τουρκίας και η Ελληνική Κυβέρνησις συνεφώνησαν επί των ακολούθων όρων.

    Άρθρον 1.

    Από της 1 Μαΐου 1923, θέλει διενεργηθή η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων Ελληνικού Ορθοδόξου θρησκεύματος, εγκατεστημένων επί των τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων Μουσουλμανικού θρησκεύματος, εγκατεστημένων επί των ελληνικών εδαφών.
    Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσιν ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδι, άνευ της αδείας της Τουρκικής Κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

    Άρθρον 2.

    Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγην: α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κων/πόλεως, β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης
    Θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κων/πόλεως πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προ της 30 Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφερεία της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται δια του Νόμου του 1912.
    Θέλουσι θεωρηθή ως Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913, δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.

    Άρθρον 3.

    Οι Έλληνες και οι Μουσουλμάνοι, οι εγκαταλείψαντες ήδη από της 18 Οκτωβρίου 1912 τα εδάφη, ων οι Έλληνες και Τούρκοι κάτοικοι θέλουσιν αμοιβαίως ανταλλαγή, θα θεωρηθώσι περιλαμβανόμενοι εν τη ανταλλαγή τη προβλεπομένη εν τω 1 άρθρω.
    Η έκφρασις «μετανάστης» εν τη παρούση συμβάσει, περιλαμβάνει πάντα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τα μέλλοντα να μεταναστεύσωσιν ή έχοντα μεταναστεύσει από της 18 Οκτωβρίου 1912.

    Άρθρον 4.

    Πάντες οι ικανοί άρρενες, οι ανήκοντες εις τον Ελληνικόν πληθυσμόν, ων αι οικογένειαι εγκατέλειψαν ήδη το τουρκικόν έδαφος, οι κρατούμενοι νυν εν Τουρκία, θα αποτελέσωσι το πρώτον τμήμα εξ Ελλήνων, οίτινες θα σταλώσιν εις Ελλάδα συμφώνως τη παρούση συμβάσει.

    Άρθρον 5.

    Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 της παρούσης συμβάσεως, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και αι απαιτήσεις των εν Τουρκία Ελλήνων ή των εν Ελλάδι Μουσουλμάνων, ουδόλως θέλουσι θιγή συνεπεία της γενησομένης δυνάμει της παρούσης συμβάσεως ανταλλαγής.

    http://www.fortunegreece.com/article/ti-orizi-i-sinthiki-tis-lozanis/

  26. Kοstikaς on

    Ιστορικός πληθυσμός Τουρκοκρητικών στην Κρήτη

    Απογραφή Τουρκοκρήτες Ποσοστό Συνολικός πληθυσμός

    1858[6][7] 62.138 22,2% 278.908
    1881[7][8] 72.353 26,2% 276.208
    1900[7][9] 33.496 11% 303.543
    1911[7] 27.852 8,3% 336.151
    1920[7] 22.999 6,6% 346.584

  27. Συνθήκη Λωζάννης: Αναλυτικά η διακρατική συμφωνία του 1923

    Ο Ελ. Βενιζέλος κατά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης

    Με τη Συνθήκη της Λωζάννης να βρίσκεται στο επίκεντρο της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα, το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι τι τελικά προβλέπει η 94 ετών Συνθήκη. Η εν λόγω συνθήκη υπογράφηκε στη Λωζάννη (εξ ου και το όνομα) της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923.

    Η συνθήκη ορίζει ουσιαστικά τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας κατά την μετεξέλιξη της από Οθωμανική Αυτοκρατορία σε κράτος.

    Οι διμερείς σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας είναι μόνο ένα τμήμα, και όχι το αποκλειστικό, της Συνθήκης της Λωζάννης που συνήφθη μεταξύ δύο πλευρών μεταξύ 8 κρατών. Από τη μία ήταν η τότε Βρετανική Αυτοκρατορία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και το τότε Σερβικό – Κροατικό – Σλοβενικό κράτος και από την άλλη η Τουρκία.

    Ως εκ τούτου, η συζήτηση περί αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης με επίκεντρο τα ελληνοτουρκικά είναι μάλλον μία συζήτηση άνευ αντικειμένου. Επιπλέον το Δίκαιο των Συνθηκών ορίζει πως δεν αναθεωρούνται Συνθήκες που ορίζουν σύνορα, άρα η σχετική συζήτηση γίνεται ακόμα πιο περιττή.

    Η πιο σημαντική πρόβλεψη της Συνθήκης (πρόκειται για την ενότητα VI), ήταν αυτή για την ανταλλαγή πληθυσμών και τις αμοιβαίες ρυθμίσεις για την προστασία της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη και αντίστοιχα της μουσουλμανικής -και όχι τουρκικής- μειονότητας της Δυτικής Θράκης.

    Το πογκρόμ του 1955 κατά των Ελλήνων της Πόλης, καταπάτησε την Συνθήκη, «εκκαθαρίζοντας» ουσιαστικά τους «Ρωμιούς» της Κωνσταντινούπολης. Χαρακτηριστικά αναφέρεται στο άρθρο 38 περί προστασίας των μειονοτήτων αναφέρεται πως «Η τουρκική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωσιν να παρέχη εις πάντας του κατοίκους της Τουρκίας πλήρη και απόλυτον προστασίαν της ζωήςκαι της ελευθερίας αυτών, αδιακρίτως γεννήσεως, εθνικότητος, γλώσσης, φυλής ή θρησκείας».

    Δείτε το πλήρες κείμενο της Συνθήκης της Λωζάννης, σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία του ελληνικού Υπ. Εθνικής Άμυνας:

    https://www.kathimerini.gr/938341/article/epikairothta/politikh/syn8hkh-lwzannhs-analytika-h-diakratikh-symfwnia-toy-1923

  28. Ανδρέας on

    «Η χαμένη (ή κρυμμένη) Ρωμηοσύνη»
    Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

    2. Οἱ κρυπτοχριστιανοί
    Τό ἄρθρο ξεκινᾶ ἀπό τίς ἀπόψεις τοῦ ἀρθρογράφου ὅτι μέ τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν, μετά τήν συνθήκη τῆς Λωζάνης πού ὑπογράφηκε στίς 30 Ἰανουαρίου τοῦ 1923, δέν ἔφυγαν ὅλοι οἱ Ρωμηοί, ἀλλά ὑπῆρξαν χιλιάδες Ρωμηοί «πού προτίμησαν νά μείνουν στά πατρικά ἐδάφη, στά ἱστορικά καί ἅγια ἐδάφη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, δηλώνοντας ὅτι γίνονται μουσουλμάνοι, καθώς τό βασικό κριτήριο τῆς ἀνταλλαγῆς ἦταν τό θρησκευτικό».
    Ὁ Τοῦρκος καθηγητής τῆς ἱστορίας Γισούφ Χαλάτσογλου, σέ δημόσια ὁμιλία του δήλωσε ὅτι «τό 1924, στή Μικρά Ἀσία, 130.000 χριστιανοί γιά νά παραμείνουν στίς πατρίδες τους καί νά μή συμπεριληφθοῦν στούς ἀνταλλάξιμους, ἀναγκάστηκαν νά δηλώσουν πώς εἶναι μουσουλμάνοι καί μάλιστα Ἀλεβῆτες, μιά θρησκευτική ταυτότητα πού τούς ἔδινε τή δυνατότητα νά διαφοροποιηθοῦν ἀπό τό ἐπίσημο σουνιτικό θρησκευτικό δόγμα».
    Σύμφωνα μέ μελέτη τῆς Τουρκάλας ἱστορικοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Μερσίνας Fahriye Emgili πού συντάχθηκε τό 2005, ἀλλά δημοσιεύθηκε τό 2012 μέ τίτλο «Προσηλυτισμός, (στό Ἰσλάμ) σάν μιά προσπάθεια διάσωσης-ἐξαίρεσης ἀπό τήν Ἀνταλλαγή, (τῶν πληθυσμῶν)», γίνεται ἀναφορά σέ πολλά περιστατικά πού ἔχουν καταγραφεῖ στά ἀρχεῖα τῆς ἐποχῆς.
    Σύμφωνα μέ αὐτήν τήν μελέτη «ὑπῆρξαν ἀμέτρητες περιπτώσεις ὅπου οἱ Ἑλληνορθόδοξοι ἀποφάσισαν νά μείνουν -εἴτε δηλώνοντας ὅτι προσέρχονται στό Ἰσλάμ, ἤ ἀκόμα πιό συχνά, μέ διάφορους περιστασιακούς γάμους, ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ προσδοκία νά σώσουν τίς περιουσίες καί τά σπίτια τους καί νά παραμείνουν στήν προγονική τους γῆ».
    Σέ ἄρθρο στήν τουρκική ἐπιθεώρηση «Aksyon» (Μάρτιος 2005) μέ τίτλο «ἐπιστρέφουν, στίς πατρογονικές τους θρησκεῖες» γίνεται ἀναφορά «σέ πολλές ἐπώνυμες περιπτώσεις μουσουλμάνων πού μετά ἀπό πολλά χρόνια δήλωναν ὅτι θέλουν νά ξαναγίνουν Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι, ὅπως ἦταν οἱ πρόγονοί τους».
    Ἡ Τουρκική ἐφημερίδα Radikal στίς 15 Φεβρουαρίου 2013 δημοσίευσε ἄρθρο μέ τίτλο: «Στήν Τουρκία ζοῦν ἑκατοντάδες χιλιάδες κρυφοί Χριστιανοί», καί στήν ἐφημερίδα Ekspres δημοσιεύθηκε ἄρθρο ἀπό τήν δημοσιογράφο Yasemin Güs μέ πιό χαρακτηριστικό τίτλο «στήν Ἀνατολία ὑπάρχουν χιλιάδες κρυμμένες ἀπό τό παρελθόν χριστιανικές οἰκογένειες». Ἡ δημοσιογράφος ἀναφέρεται στό γεγονός ὅτι «οἱ ἀπόγονοι αὐτῶν τῶν Ρωμιῶν ἐνῶ ἐπίσημα δηλώνουν ὅτι εἶναι Τοῦρκοι μουσουλμάνοι, παρά ταῦτα στά σπίτια τους ἐξακολοθοῦν νά εἶναι χριστιανοί καί νά ἀκολουθοῦν τίς χριστιανικές θρησκευτικές ἑορτές», «πιστεύουν στόν Χριστό» καί ἐνῶ φαίνονται μουσουλμάνοι «στήν πραγματικότητα εἶναι κρυμμένοι χριστιανοί».

  29. Ανδρέας on

    Για τους τουρκοκρητικού.

    Η εργασία αυτή υποβλήθηκε στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα Θεολογικών σπουδών του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου στο μάθημα της Θρησκειολογίας το Μάιο του 2014.http://agonaskritis.gr/%CF%87%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%B9%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B8%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9/

  30. Ανδρέας on

    Κείμενο του Αλέξη Αλεξανδρή για τη Συνθήκη της Λωζάννης

    https://www.kathimerini.gr/society/1009580/alexis-alexandris-i-teleytaia-praxi/


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: