-Οι άγνωστες πλευρές του 1821

Με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου αναδημοσιεύω ένα παλιό μου κείμενο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» της Κυριακής, 25 Μαρτίου 2001  που διαπραγματεύεται το ‘21, τις ομάδες που συγκρούστηκαν τότε  και τα ζητήματα ταυτότητας, και φέρνει στο φως έναν άγνωστο θρήνο των ελληνόφωνων μουσουλμάνων της Καρύστου που εκπατρίστηκαν μετά την ενσωμάτωση της Εύβοιας στο νεαρό ελληνικό κράτος .

Μια άλλη εκδοχή για την Επανάσταση του 1821

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η μεγαλύτερη και σημαντικότερη επέτειος του νεότερου ελληνισμού είναι η 25η Μαρτίου. Η συμβολική αυτή ημερομηνία παριστά στην πραγματικότητα την έναρξη της ένοπλης διαδικασίας που στόχευε στην πολιτική αποκατάσταση του γένους. Μόνο που χρόνια τώρα, η αναφορά μας στη συγκεκριμένη επέτειο περικλείεται μέσα στο ομοιόμορφο και το αυτονόητο, κάτι που αποτρέπει το στοχασμό για την ίδια την επέτειο, για τα σύμβολα και τους μύθους.

Ο νέος ιστορικός, που καλείται να διερευνήσει τα όσα διαδραματίστηκαν κατά τον 19ο αιώνα, μέχρι και το τραγικό για μας ´ 22, βρίσκεται μπροστά σε ένα πλήθος άγνωστων σημαντικών ζητημάτων – θεωρητικών αλλά και συγκεκριμένων γεγονότων. Θέματα καθοριστικής σημασίας για την τελική μορφή που έλαβε η ελληνική ταυτότητα, η Ελλάδα και ο ελληνικός κόσμος, αλλά και η γεωπολιτική ισορροπία που επικράτησε στην ευρύτερη περιοχή μας, αγνοούνται και εντέχνως απωθούνται. Η σύγχυση μεταξύ εθνικού κράτους και ελληνικού κόσμου είναι πλέον καθολική. Οι οδύνες που προκάλεσε στον ελληνισμό η εποχή του έθνους-κράτους και οδήγησε στον περιορισμό των Ελλήνων στο βαλκανικό νότο, είναι άγνωστες. Η μεγέθυνση του ελληνικού κράτους, επικάλυψε τη σμίκρυνση του ελληνικού κόσμου.

Τα στερεότυπα που διαμορφώθηκαν από τον 19ο αιώνα για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες εδραίωσης του μικρού βασιλείου, υποκατέστησαν τη νηφάλια ανάγνωση της ιστορίας. Τους αγωνιστές -που είχαν τη βιωματική σχέση με το παρελθόν, την άμεση εμπειρία των πολλαπλών ρήξεων αλλά και των αντίστοιχων μορφών- η ιστορική έρευνα εκείνης της εποχής επέλεξε να τους αγνοήσει, αναδεικνύοντας τους αρχαιοελληνικούς μύθους. Ο Καμπούρογλου έγραψε χαρακτηριστικά: «με την αρχαιότητα μας συνδέει ο θαυμασμός, με την παλαιότητα ο πόνος». Και επειδή κανείς πολίτης ή έθνος δεν θέλει να πονά, οι Έλληνες επέλεξαν τη λήθη που φέρνει η ιστορική αυθαιρεσία. Το δυτικό εθνικιστικό μοντέλο που επικράτησε στην απελευθερωμένη Ελλάδα προσέφερε τις απαντήσεις: Όλοι οι Χριστιανοί του νεαρού ελληνικού βασιλείου ήταν Έλληνες, κατευθείαν απόγονοι των αρχαίων και, κατ´ επέκταση, όλοι οι μουσουλμάνοι ήταν Τούρκοι, κατευθείαν απόγονοι των κεντροασιατών εισβολέων. Το μοντέλο αυτό, βασισμένο στην ξένη προς τον ελληνισμό αντίληψη του αίματος, δεν μπορούσε να ερμηνεύσει την ιδιομορφία της περιοχής μας, όπου η πολιτισμική κατάσταση και ειδικά η θρησκευτική ομολογία, καθόρισε την ένταξη των πολιτών στα υπερκείμενα σύνολα.

Έτσι, εφεξής θα ταυτιζόταν απολύτως το «γένος των Ρωμιών» με το «έθνος των Ελλήνων». Οι εξισλαμισμοί μεγάλου μέρους των Ελλήνων κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, καθώς και η είσοδος στον ελληνισμό πλήθους αλλοφώνων ομάδων βάσει της κοινής ορθόδοξης θρησκείας, παρέμεναν «απαγορευμένα θέματα» για την επίσημη ιστοριογραφία. Ένα από τα πλέον άγνωστα θέματα που σχετίζονται με την Επανάσταση του 1821, αφορά τους Τούρκους που κατοικούσαν στις επαναστατημένες περιοχές, τη δική τους αντίληψη των γεγονότων και εν τέλει τη μοίρα τους. Προσπαθώντας να περιπλανηθούμε στα δύσβατα μονοπάτια της ιστορικής γνώσης εκείνων των κρίσιμων χρόνων, θα χρησιμοποιήσουμε την περίπτωση των Τούρκων της Καρύστου.

Οι «Τούρκοι» της Καρύστου

Λίγα χρόνια μετά το 1461 και την κατάληψη της Τραπεζούντας, της πρωτεύουσας της τελευταίας ελληνικής Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών του Πόντου, η ενετοκρατούμενη Εύβοια πέφτει στα χέρια του Πορθητή. Από το 1470 συστάθηκε το Σαντζάκ Εγριπόζ (Νομός Ευρίπου), το οποίο περιελάμβανε επίσης τη Βοιωτία και την Αττική και διοικούνταν από έναν Πασά. Οι Οθωμανοί αντικατέστησαν τους προηγούμενους Λατίνους φεουδάρχες και άσκησαν μεγάλη πίεση κατά του χριστιανικού πληθυσμού. Μόνο τα πιο άγονα χωριά έμειναν στα χέρια των χριστιανών. Την Κάρυστο με το περίφημο ενετικό κάστρο την ονόμαζαν Κιζίλ Χισάρ (Κόκκινη Πόλη), υιοθετώντας της ενετική ονομασία Καστέλο Ρόσο ή Κοκκινόκαστρο, όπως το αποκαλούσαν οι Έλληνες.

(Το κάστρο της Καρύστου: Κοκκινόκαστρο ή Καστέλο Ρόσο ή  Κιζίλ Χισάρ)

Η οθωμανική εποχή και στην Εύβοια, όπως και σε όλο τον οθωμανικό χώρο, χαρακτηρίστηκε από την προσηλυτική δράση των μουσουλμάνων ιεραποστόλων και τη μεγάλη οικονομική και πολιτική καταπίεση των χριστιανών. Ο προσηλυτισμός ευνοήθηκε από την εξουσία, εφόσον ο εξισλαμισμός των γηγενών πληθυσμών μεγάλωνε την κοινωνική βάση των νέων κυριάρχων. Το Κοράνι και η νομοθεσία, που βασίζεται πάνω σε αυτό, εισάγει έναν νέο διαχωρισμό των εθνών: οι πιστοί και οι άπιστοι. Όσοι εξισλαμίζονταν εντάσσονταν αυτόματα στο κυρίαρχο έθνος και γίνονταν «Τούρκοι», δηλαδή μουσουλμάνοι.

Οι πρώτοι εξισλαμισμοί γίνονται μέσω του γνωστού παιδομαζώματος, δηλαδή της υποχρεωτικής επιστράτευσης από τη μικρή ηλικία. Μεγάλο μέρος των γενιτσάρων (που θα πει «Νέοι πιστοί») είναι ελληνικής καταγωγής. Στο σώμα των γενιτσάρων υπάρχουν έντονες τάσεις κρυπτοχριστιανισμού. Ο καθηγητής Ι. Κ. Χασιώτης δημοσίευσε μία από τις εκκλήσεις των Ελλήνων προς τις χριστιανικές δυνάμεις της Δύσης που στάλθηκε το 1606: «Για βάλτε με το νου σας τι μεγάλη καλοσύνη θέλει γένει σε όλην την χριστιανιτά, πόση σκλαβιά θέλει ελευθερωθεί, χριστιανοί που είναι τη σήμερον εις τα χέρια τους (των Τούρκων), πόσες χιλιάδες Τούρκοι είναι όπου κάμνουν κρυφά χριστιανοί, και τότες θέλουν φανερωθεί τριάντα χιλιάδες γενίτσαροι, που είναι όλοι από χριστιανούς και κρυφά έρχονται στες εκκλησίες και προσκυνούν, και από στανιό τους στέκονται Τούρκοι».

Εξισλαμισμοί του ντόπιου χριστιανικού πληθυσμού στην Εύβοια και ειδικά στην Κάρυστο, εντοπίζονται στα τέλη του 17ου αιώνα. Είναι η εποχή των μαζικών εξισλαμισμών σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Οι πληθυσμοί αυτοί δημιουργούν το ουσιαστικό κοινωνικό σώμα, που πάνω του βασίστηκε η οθωμανική κυριαρχία. Οι εξισλαμισμένοι ή εξωμότες όπως καταγράφονται, υιοθετούν εξαιρετικά σκληρή συμπεριφορά κατά των χριστιανών. Ειδικά οι μουσουλμάνοι της Καρύστου φημίζονται για τη σκληρότητά τους. Παράλληλα όμως, μέσα στη μουσουλμανική κοινότητα εμφανίζονται και κρυπτοχριστιανοί, τους οποίους αποκαλούσαν σκωπτικά «Σαμπάνηδες» ή «Μουρτάτες».

Την εποχή της Επανάστασης του ´21, στην Εύβοια κατοικούσαν 50.000 κάτοικοι. Απ´ αυτούς, το ένα πέμπτο ήταν μουσουλμάνοι. Οι περισσότεροι έμεναν στην Χαλκίδα, όπου κατοικούσαν 1.500 ντόπιες μουσουλμανικές οικογένειες, άλλες 600 μουσουλμανικές που προέρχονταν από περιοχές εκτός Εύβοιας και αφορούσαν κυρίως τη στρατιωτική και διοικητική διάρθρωση. Στη Χαλκίδα ζούσαν και 200 περίπου χριστιανικές οικογένειες. Φαίνεται ότι γλωσσικά οι μουσουλμάνοι ήταν ελληνόφωνοι και αλβανόφωνοι. Αντίστοιχη κατάσταση επικρατούσε και στη χριστιανική κοινότητα.

Το σημερινό Κτήμα Μοντοφώλι στην Παλιά Κάρυστο είναι τα παλιό κτήμα του Ομέρ Πασά, που τότε ονομαζόταν «Τα περιβόλια του πασά»

Στην Κάρυστο κατοικούσαν 400 μουσουλμανικές οικογένειες στο Κάστρο, ενώ οι χριστιανοί έμεναν στις έξω περιοχές. Ο Ομέρ μπέης, τελευταίος διοικητής της Καρύστου που θεωρούνταν δίκαιος και η πολιτική του ανακούφισε το χριστιανικό πληθυσμό, ήταν γνώστης και της αλβανικής γλώσσας. Οι «Τούρκοι» πολεμιστές της περιφέρειας της Καρύστου, χίλιοι περίπου, ήταν όλοι ντόπιοι και θεωρούνταν εκλεκτοί και ικανοί για τακτικό και άτακτο πόλεμο. Ελάχιστοι από αυτούς μιλούσαν τα τουρκικά. Ένας από τους αξιωματικούς του καρυστινού τουρκικού σώματος που συγκρούστηκε σκληρά με τους χριστιανούς επαναστάτες το 1821 ήταν ο Μαχμούτ Ξυνός. Την τρίτη χρονιά της επανάστασης, στην Εύβοια αποβιβάστηκε ο Χοσρέφ Πασάς με δέκα χιλιάδες γενίτσαρους, δηλαδή εξισλαμισμένους χριστιανούς, με στόχο την καταστολή της Επανάστασης. Απ´ ό,τι φαίνεται, ελάχιστοι πραγματικοί εθνικά Τούρκοι πήραν μέρος στις συγκρούσεις κατά τη διάρκεια των επαναστατικών γεγονότων.

Το 1826 η Επανάσταση έσβησε στην Εύβοια μετά από μια αποτυχημένη εκστρατεία του Φαβιέρου. Ο Ομέρ της Καρύστου, ο οποίος είχε προβιβαστεί από το 1823 σε γενικό διοικητή της Εύβοιας με τον τίτλο Εγριμπόζ Βαλεσί, ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος. Τελικά όμως, με βάση το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (3 Φεβρουαρίου 1830) η Εύβοια συμπεριελήφθη στα εδάφη που θα απάρτιζαν το νέο ελληνικό κράτος. Όμως η παράδοση του νησιού στην Ελλάδα έγινε τρία χρόνια αργότερα, εξαιτίας της οικονομικής ανέχειας του νέου κράτους που αδυνατούσε να αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες μουσουλμάνους. Στις 11 Απριλίου 1833 ο ελληνικός στρατός παρέλαβε τα κλειδιά του κάστρου της Καρύστου από τον Ισμαήλ, γιο του φρούραρχου. Αμέσως άρχισαν οι προετοιμασίες των μουσουλμάνων για αναχώρηση, αν και μερικοί απ´ αυτούς είχαν εγκαταλείψει νωρίτερα τα σπίτια από το φόβο των αντεκδικήσεων. Οι περισσότεροι από τους μουσουλμάνους της Εύβοιας πούλησαν τα κτήματά τους σε χριστιανούς και αναχώρησαν για τη Θεσσαλία ή τη Μακεδονία που ακόμη βρισκόταν υπό οθωμανική κυριαρχία. Το μεγαλύτερο μέρος των Καρυστινών «Τούρκων» πρέπει να εγκαταστάθηκε στην Ιωνία, στη χερσόνησο της Ερυθραίας (Τσεσμές), «στ´ Αλάτσατα, το κάτου Σιβριτσάρι» (Σιβρί Χισάρ). Οι Καρυστινοί παρέμειναν σχεδόν μέχρι το ´ 22 ως διακριτή ομάδα μέσα στη μουσουλμανική κοινότητα της Ιωνίας, μιλώντας το χαρακτηριστικό τους καρυστινό ιδίωμα.

ilias_mavromihalis

Ηλίας (Λιάκος) Μαυρομιχάλης, πρωτότοκος γιος του Πετρόμπεη. Σκοτώθηκε έξω από τα Στύρα τον Ιανουάριο του 1821 σε σύγκρουση με τον Ομέρ μπέη της Καρύστου.


Ο θρήνος των «Τούρκων»

Ο θρήνος των «Τούρκων» της Καρύστου για τη μοίρα τους διασώθηκε και δημοσιεύθηκε το 1947 από τον Δ.Κ. Χατζηκωνσταντή. Ο θρήνος είναι εξαιρετικά σημαντικός γιατί είναι στα ελληνικά, στο ιδιαίτερο καρυστινό ιδίωμα. Αυτό σημαίνει ότι οι μουσουλμάνοι που κατοικούσαν στο Κάστρο της Καρύστου ήταν ελληνόφωνοι. Επιπλέον, αναδεικνύει την αντίληψη που είχε η άλλη πλευρά για τη δική μας πετυχημένη Επανάσταση. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την αντίληψη οι ίδιοι ήταν ντόπιοι, ήταν Καρυστινοί. Η παράδοση της Εύβοιας στην Ελλάδα αποτελούσε πράξη προδοσίας. Η ίδια η Ελλάδα δεν αναφέρεται καθόλου, αντιθέτως θεωρούν ότι η Εύβοια εγκαταλείφθηκε στους Φράγκους και στους Ρώσους, με τους οποίους συνδέεται άμεσα η ρωμιοσύνη. Στο θρήνο φαίνεται και το αρνητικό εθνικό στερεότυπο. Αυτός που φέρνει την είδηση της παράδοσης δεν μπορεί να είναι άλλος από τον Τάταρο. Έτσι αποκαλούσαν, σχεδόν μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, όλους τους αυθεντικούς τουρκογενείς στο χώρο της Μαύρης Θάλασσας και του Καυκάσου. Ο θρήνος έχει ως εξής:

Κατακαημένη Κάρυστο με τα κρύα τα νερά σου,
φύγαν τα παληκάρια σου τσε καίγεται η καρδιά σου.
Κατακαημένη Κάρυστο, πούσουν μισό Μισίρι,

τσε τώρα εκατάντησες να γίνεις Ρωμιοσύνη.

Που σ´ έτρεμε μια Έγριπο, μια ζηλεμέν´ Αθήνα
τσε τώρα σ´ εδώσανε στο Φράγκο, στη Ρουσία.
Νάταν ο κάμπος θάλασσα, τσε τα βουνά ποτάμια,
να πνίγανε τον Τάταρο που ´ φερε το χαμπέρι,
να φύγουν οι Καρυστινοί τούτο το καλοτσαίρι.

Ομέρ Πασάς που τ´ άκουσε, μηνάει ένα χαμπέρι,
του μπέη μας του μήνυσε τσε του στραβιντζιντάρη.
Όντας αποδιαβάσανε το μαύρο το φερμάνι,
μικροί, μεγάλοι κλαίανε, τσ´ οι δυο μας ζαμπιτάδες,
τρέχουν τσε παν τα μάτια τους ωσάν τις αργαστάρες.

Δεν κλαίμε μεις τον τόπο μας, στο Φράγκο π´ απομένει,
μον´ κλαίμε το κρύο νερό που ´ μαστε μαθημένοι.
Τσε τον Μπεκήρ αγά πελάει στη Σμύρνη για καράβια,
στο μπούρτσι μας τ´ άραξε τα δώδεκα καράβια,
Καρυστινοί που τα ´ δανε, τριτσάνα τους τινάζει
μπαρκάραν οι Καρυστινοί και πήγαν στο μπογάζι.

Πήγανε στο Βενέτικο, τσε μια μπουνάτσα πιάνει.
τσε πήγανε στ´ Αλάτσατα, το κάτου Σιβρισάρι.
Αλλά, Αλλάχ, βρε βασιλιά, που θα σε πάη το κρίμα,
που χώρισες αντρόγενα, παιδιά απ´ τα σκαφίδια.
Σεμπέτι όποιος γένηκε να δώσ´ το Γριπονήσι,
όποιος ριτζάλι το´ καμε, σαν σκύλος να βαβίσει.

—————————————————————————

Ένας άλλος «τούρκικος» θρήνος, αυτή τη φορά από την Πελοπόννησο, μαρτυρά την ύπαρξη ελληνόφωνου μουσουλμανικού πληθυσμού και εκεί:

ΤΟΥ ΚΙΑΜΙΛ ΜΠΕΗ

[Ό Κιαμίλ μπέης της Κορίνθου ήτο κατά το 1821 ό ισχυρότατος και πλουσιότατος των εν Πελοποννήσω Τούρκων. Φοβηθείς εκ της προόδου της επαναστάσεως των Ελλήνων, κατέφυγεν εις την Τρίπολιν, καταλιπών την οικογένειάν του εις τον Ακροκόρινθον, όπου ενέκρυψε και τους θησαυρούς αυτού, τους οποίους ο λαός εφαντάζετο ως ανερχόμενους εις πολλά εκατομμύρια. Κατά την άλωσιν της Τριπόλεως συνελήφθη αιχμάλωτος και καθείρχθη εις τον Ακροκόρινθον. Ότε δ’ επιδραμόντος του Δράμαλη κατά το 1822 ο φρούραρχος Αχιλλεύς Θεοδωρίδης εγκατέλιπε τον Ακροκόρινθον, εκρινεν αναγκαίον να θανατωση τον Κιαμίλ, όστις ηρνείτο ν’ αποκάλύψη εις τους Έλληνας τας κρύπτας των χρημάτων του. Μέρος τούτων λέγεται ότι εύρεν ό Δράμαλης, όστις και ενυμφεύθη την χήραν του Κιαμίλ μπέη].

Πήραν τα κάστρα, πήραν τα, πήραν και τα ντερβένια,
πήραν και την Τριπολιτσά, την ξακουσμένη χώρα.
Κλαίουν ταχούρια γι’ άλογα και τα τζαμιά γι’ αγάδες,
κλαίουν ‘ς τους δρόμους Τούρκισσαις, κλαίουν εμιροπούλαις,

κλαίει και μια χανούμισσα το δόλιο τον Κιαμίλη.

Αχ! που σαι και δεν φαίνεσαι, καμαρωμένε αφέντη;
Ήσουν κολόνα ‘ς το Μοριά και φλάμπουρο ‘ς την Κόρθο,
ήσουν και ‘ς την Τριπολιτσά πύργος θεμελιωμένος.

‘Στην Κόρθο πλια δε φαίνεσαι, ουδέ μεσ ‘ς τα σαράγια.
Ένας παπάς σου τα κάψε τα γέρμα τα παλάτια.
Σκλάβος ραγιάδων έπεσες και ζης ραγιάς ραγιάδων»

—————————————————

Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύτηκε:

http://users.uoa.gr/~nektar/history/3contemporary/kathimerini_different_interpretation_1821.htm

http://pontosandaristera.wordpress.com/2008/03/25/25-3-2008-2/

Το μοιρολόι της Πάργας και ο θρήνος της Κάρυστος

http://gaia-hellas.blogspot.com/2010/07/blog-post_5041.html

http://tgiorgos.blogspot.com/2008/03/1821.html

http://polites-ampelokipon.blogspot.com/2010/03/blog-post_25.html

http://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=51&t=148322

http://ellines-albanoi.blogspot.com/2010/05/1821_14.html


Για τους άγνωστους όρους [ΕΔΩ]

Advertisement

47 Σχόλια

  1. Ματσουκάτες on

    ———————————————-
    Τελικά ήταν εθνική, θρησκευτική ή ταξική η Επανάσταση του 1821;

    ———————————————-

    «Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος…Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την
    ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν
    …».

    (Αλέξανδρος Υψηλάντης)

    «Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστι μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά
    μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας…Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;»
    .

    (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)

    «…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»

    (Γρηγόριος – Δικαίος Παπαφλέσσας)

    «Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι’ έχουν και κανόνια κι’ όλα τα μέσα. Εμείς σε ούλα
    είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι’ αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι’ ο Θεός βοηθός…».

    (Στρατηγός Μακρυγιάννης)

    «…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και
    εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω
    τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν…
    ».

    (Ο όρκος των Ιερολοχιτών)

    «Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…»

    «Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι
    και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση…
    ».

    (Θ. Κολοκοτρώνης)

    «…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή
    ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε
    λευτεριά»
    .

    (Ιω. Μακρυγιάννης )

    «Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου
    Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω…»
    .

    (Ανδρέας Μιαούλης)

    «Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε…Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος
    δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα…Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…Εις το όνομα του
    Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα
    και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους…
    ».

    (Κωνσταντίνος Κανάρης)

    «Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο
    όπου έκλαιγα την Ελλάς…Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου
    δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα
    στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του. – Κανείς δεν είναι
    στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. – Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια…Ο Θεός
    υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του
    ».

    (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)

    «Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν».

    «…Κι’ αν είμαστε ολίγοι…παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως
    τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη
    την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…».

    «…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι
    άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’ όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε
    ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται
    πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν,
    να ζήσωμεν όλοι μαζί…
    .».

    (Ιω. Μακρυγιάννης)

    «Το Ελληνικόν Έθνος, αφ’ ού υπέκυψεν εις τον βάρβαρον και σκληρότατον ζυγόν της Οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη όχι μόνον την ελευθερίαν του, αλλά

    και παν είδος μαθήσεως…και ήτον ενδεχόμενον να εκλείψη διόλου από το Έθνος η Ελληνική γλώσσα, εάν δεν την διέσωζεν η Εκκλησία προς ήν οφείλεται και κατά
    τούτο ευγνωμοσύνη»
    .

    (Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός)

    «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους, όταν μάλιστα κηρύττεται από ποιμένας φίλους της αληθείας και της δικαιοσύνης»

    (Αδ. Κοραής)

    «…Τούτο παρακαλώ να τους παραγγείλετε να πράττωσιν εις το εξής, παριστάνοντες εις αυτούς, ότι πολεμούν όχι μόνον υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».

    (Αδ, Κοραής προς Γ.Κουντουριώτην, 1824)

    «…Μόνη η δικαιοσύνη φέρει την ελευθερίαν, την δύναμιν και την ασφάλειαν. Όπλα χωρίς δικαιωσύνην, γίνονται όπλα ληστών, ζώντων εις καθημερινόν κίνδυνον
    να στερηθώσι την δύναμιν από άλλους ληστάς, ή και να κολασθώσιν ως λησταί από νόμιμον εξουσίαν. Η ανδρεία χωρίς την δικαιοσύνην είναι ευτελές προτέρημα,
    η δικαιοσύνη, αν εφυλάσσετο από όλους, ουδέ χρείαν όλως είχε της ανδρείας. Και αυτή του Θεού η παντοδυναμία ήθελ’ είσθε χωρίς όφελος διά τους ανθρώπους,
    αν δεν ήτον ενωμένη με την άπειρον δικαιοσύνην του…
    ».

    (Αδ, Κοραής προς Οδυσσέα Ανδρούτσον, 1824)

    «…Αχ, διά τους οικτιρμούς του Θεού, ο οποίος είναι όλος αγάπη, διά το όνομα της Πατρίδος, η οποία είναι όλη αρετή, ας καθαρίσωμεν την ψυχήν μας,
    και εις αυτήν την ώραν του κινδύνου, από τον ρύπον της διχονοίας, ας θάψωμεν εις τον τάφον της λησμονησίας τα άγρια και ανόητα πάθη μας, ας πλύνωμεν τας
    μεμολυσμένας καρδίας εις το ιερόν λουτρόν της αγάπης, ο πατριωτισμός ας λαμπρύνη, εις το εξής τον θολωμένον νουν μας, η ειλικρίνεια ας βασιλεύση εις την
    καρδίαν μας, η αγάπη κα η σύμπνοια ας προπορεύωνται, ως νεφέλη πυρός, όλων των βουλών μας και όλων των έργων μας»
    .

    (Σπ. Τρικούπης)

    «Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό μου
    μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θανά είμαι. Ότι σ΄αυτείνη θα ζήσω,
    δεν έχω σκοπό να πάγω αλλού»
    .

    (Ιω. Μακρυγιάννης)

    «Είναι καιρός…να κρημνίσωμεν από τα νέφη την Ημισέληνον διά να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ού πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν και ούτω να εκδικήσωμεν
    την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιναπό την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν»;

    (Αλ. Υψηλάντης)

    «…Η ημέρα εκείνη, την οποίαν επιθυμούσαν οι πατέρες μας να την ιδούν, έφθασε και ο Νυμφίος έρχεται…Έφθασεν ο καιρός διά να λάμψη πάλιν ο Σταυρός
    και να λάβη πάλιν η Ελλάς, η δυστυχής Πατρίς μας, την ελευθερίαν της…
    ».

    «Ό, τι και αν εκάμαμεν, είτε εγώ, είτε οι συνάδελφοί μου, είτε ως εταίροι, είτε ως αγωνισταί, ήτο έμπνευσις και έργον της Θείας Προνοίας, και ουδέν
    ηθέλομεν πράξει άνευ της εμπνεύσεως ταύτης»
    .

    (Άνθιμος Γαζής)

    «ΙΔΟΥ ο Θεός μεθ’ ημών, ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς κραταιούς. Ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μας αφήνει εις την διάκρισιν του εχθρού.
    Αλλά είναι σύμμαχός μας, καθώς πολλάκις το είδομεν και άμποτε εις το εξής διά της δυνάμεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού και διά της ενεργείας και γενναιότητός
    σας να αφανισθή ο εχθρός εξ ολοκλήρου…»
    .

    (Π. Μαυρομιχάλης προς τον Θ.Κολοκοτρώνη)

    «ΧΩΡΙΣ αρετή και θρησκεία δεν σχηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον».

    (Στρατηγός Μακρυγιάννης)

    «Ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αύτη σωθήσεται. Επί ταύτης της πεποιθήσεως αντλώ πάσας μου τας δυνάμεις και πάντας τους πόρους».

    (Ι. Καποδίστριας)

    «Η Ιστορία και το μέλλον της Ελλάδος στηρίζονται πάνω σε τρεις λέξεις: Θρησκεία, Ελευθερία, Πατρίς».

    (Παλαιών Πατρών Γερμανός)

    «Εγώ, η φαμίλια μου, τα’ άρματά μου, ό,τι έχω είναι για την Ελλάδα».

    (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)

  2. […] Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης ιστορίας AKPC_IDS += "5683,";Popularity: […]

  3. […] της Μακεδονίας-Για την εφημερίδα "Κόκκινος Καπνάς"-Οι άγνωστες πλευρές του 1821 Περί ημών-Εκτοπίσεις από Καύκασο και […]

  4. mr Z on

    ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
    ——————————————

    Τα Συντάγματα της Επανάστασης

    Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης 1821-1829, ψηφίσθηκαν τρία Συντάγματα.

    Τα Συντάγματα αυτά ψηφίσθηκαν αντίστοιχα από τις τρεις Εθνοσυνελεύσεις, της Επιδαύρου, 1822, του ‘Αστρους 1823 και της Τροιζήνας το 1827.
    Η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου συνήλθε σης 20 Δεκεμβρίου του 1821, ως «η πρώτη ελευθέρα Συνέλευσις των Ελλήνων ως Έθνους μετά είκοσι δύο αιώνες».
    Η Α’ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων δεν εκλέχθηκε, και δεν ήταν δυνατό να γίνει αυτό στις συγκεκριμένες συνθήκες, γι’ αυτό και εκπροσωπούσε κυρίως τα αριστοκρατικά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, τους προεστούς.
    Φυσικά θεωρείται ως νόμιμος αντιπρόσωπος του ελληνικού λαού.

    Στο προοίμιο του Συντάγματος της Eπιδαύρου διακηρύσσεται η ανεξαρτησία του έθνους και δικαιολογείται η Επανάσταση.
    «Το Ελληνικό Έθνος το υπό φρικώδη Οθωμανικήν δυναστεία, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας,κυρύττει σήμερον δια των Νομίμων Παραστατών του εις Εθνική συνηγμένων Συνέλευσιν ενώπιον Θεού και ανθρώπων την πολιτικήν αυτού Ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν».
    Το Σύνταγμα αυτό, θεσμοθετούσε τη νέα εθνική εξουσία εγκαθιδρύοντας από την αρχή το αντιπροσωπευτικό σύστημα. Το Πολίτευμα που έθετε το Σύνταγμα της Επιδαύρου, χαρακτηρίσθηκε «Προσωρινό».
    Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο Σύνταγμα αυτό παρουσιάζουν τα παρακάτω άρθρα και διατάξεις που είναι επηρεασμένα από τα γαλλικά συντάγματα του 1793 και 1795 και από τις Διακηρύξεις τους, καθώς και από τα αντίστοιχα συντάγματα της Αμερικανικής Επανάστασης.

    Τμήμα Α Περί θρησκείας.
    Παρ.α Η επικρατούσα θρησκεία εις την Ελληνικήν επικράτειαν είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, ανέχεται όμως η Διοίκησις της Ελλάδος πάσαν άλλην θρησκείαν, και αι τελεταί και ιεροπραγίαι εκάστης αυτών εκτελούνται ακωλύτως.

    Τμήμα Β Περί των Γενικών Δικαιωμάτων των κατοίκων της Επικρατείας της Ελλάδος.
    Παρ.β Οσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουσι άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων.
    Παρ.γ Ολοι οι Έλληνες εισίν όμοιοι ενώπιον των νόμων άνευ τινός εξαιρέσεως ή βαθμού, ή αξιώματος.
    Παρ.δ Οσοι έξωθεν ελθόντες κατοικήσωσιν ή παροικήσωσιν εις την Επικράτειαν της Ελλάδος, εισίν όμοιοι με τους αυτόχθονος κατοίκους ενώπιον των Νόμων.
    Παρ.ε Η Διοίκησις θέλει φροντίσει να εκδώση προσεχώς νόμον περί πολιτογραφήσεως των ξένων,
    όσοι έχουσι την επιθυμίαν να γίνωσι Έλληνες.
    Παρ.ς Ολοι οι Έλληνες εις όλα τα αξιώματα και τιμάς έχουσι το αυτό δικαίωμα, δοτήρ δε τούτων μόνη η αξιότης εκάστου.
    Παρ.ζ Η ιδιοκτησία, τιμή και ασφάλεια εκάστου των Ελλήνων, είναι υπό την προστασίαν των νόμων.
    Παρ.η Όλαι αι εισπράξεις πρέπει να διανέμωνται δικαίως εις όλας τας τάξεις και κλάσεις των κατοίκων,
    καθ όλην την έκτασιν της Ελληνικής Επικρατείας, καμμία δε είσπραξις δεν γίνεται άνευ προεκδοθέντος Νόμου.

    Τμήμα Γ Περί Σχηματισμού Διοικήσεως
    Παρ.θ Η Διοίκησις σύγκειται εκ δύο σωμάτων, Βουλευτικού και Εκτελεστικού.
    Παρ.ια Το Βουλευτικόν σύγκειται εκ πληρεξουσίων εκλελεγμένων Παραστατών των διαφόρων μερών της Ελλάδος.
    Παρ.ιδ Οι Παραστάται πρέπει να ήναι Έλληνες.
    Παρ.κ Το Εκτελεστικόν σώμα σύγκειται εκ πέντε μελών, εκλεγομένων εκτός των μελών του Βουλευτικού, υπό Συνελεύσεως επίτηδες αθροιζόμενης κατά τον περί τούτου ιδιαίτερον Νόμον.

    Τμήμα Ζ Περί των καθηκόντων του Εκτελεστικού Σώματος.
    Παρ.νδ Το εκτελεστικόν σώμα είναι απαραβίαστον ολικώς θεωρούμενον.

    Τμήμα Θ Περί του Δικαστικού
    Παρ.πζ Το Δικαστικόν είναι ανεξάρτητον από τας αλλάς δύο δυνάμεις, την Εκτελεστικήν και Βουλευτικήν.

    Η Β’ Εθνική Συνέλευση, που συνήλθε στο Αστρος της Κυνουρίας στις 29 Μάρτη του 1823,αποφάσισε να προβεί σε αναθεώρηση ορισμένων Διατάξεων του Συντάγματος της Επιδαύρου το οποίο ονομάσθηκε «Νόμος της Επιδαύρου».
    Όμως οι θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος δεν θίχθηκαν και οι διατάξεις οι σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα ενισχύθηκαν και διευρύνθηκαν.
    Αναθεωρήθηκαν ορισμένες διατάξεις σχετικά με τα δικαιώματα της Εκτελεστικής Εξουσίας και την έκταση τους.

    Η Γ’ Εθνική Συνέλευση συνήλθε στην Τροιζήνα το Μάρτιο του 1827 και τον Μάιο του 1827 ψήφισε το τρίτο Σύνταγμα, το «Σύνταγμα της Τροιζήνας». Το Σύνταγμα της Τροιζήνας έδινε στην επαναστατημένη χώρα ένα πολίτευμα έντονα δημοκρατικό, εμπνευσμένο από τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές ιδέες της εποχής και θεωρείται ως το πιο δημοκρατικό και προοδευτικό όχι μόνο από τα προηγούμενα δύο Συντάγματα, αλλά και από τα τότε ισχύοντα στις χώρες της Ευρώπης.
    Για πρώτη φορά καθιερώνεται ρητά η αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας, ορίζοντας στο άρθρο 5 ότι
    «η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού».
    Καθιερώνεται δηλαδή, καθώς και με άλλες διατάξεις, η πολιτική υπεροχή της λαϊκής αντιπροσωπείας.
    Επίσης καθορίζεται η πλήρης διάκριση των τριών εξουσιών.
    Στο Σύνταγμα αυτό θεσπίζονται και καθιερώνονται κατά άρτιο τρόπο ως σύστημα οι ατομικές ελευθερίες των Ελλήνων.
    Η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε ως Κυβερνήτη, δηλαδή «Πρόεδρο» της χώρας, τον Ιωάννη Καποδίστρια.
    Η θητεία του Κυβερνήτη οριζόταν από το Σύνταγμα διάρκειας επτά ετών και σε αυτό ορίζονταν και οι αρμοδιότητες του με σαφήνεια. Το Σύνταγμα αυτό, το δημοκρατικότερο και το αρτιότερο από τα τρία Συντάγματα της Επανάστασης, υπό το βάρος και την πίεση των συνθηκών στις οποίες βρισκόταν η επαναστατημένη χώρα, ανεστάλη από την Συνέλευση λίγους μήνες μετά την ψήφιση του. Όμως η επιρροή του υπήρξε εμφανής στα επόμενα Συντάγματα και βεβαίως στην επιστήμη του Συνταγματικού Δικαίου, αλλά και στην εξέλιξη του πολιτικού βίου της χώρας, ιδιαίτερα μετά την Επανάσταση του 1862 και έως σήμερα.

  5. Β.Α. on

    Παραθέτω τα παρακάτω στοιχεία για να καταλάβουμε καλύτερα την εκπαιδευτική θέση της υπόδουλης ρωμιοσύνης:

    Στον 18ο αιώνα, ονομαστά ελληνικά σχολεία (αναφέρουμε μόνο τα κυριότερα, φυσικά) υπήρχαν εκτός από την Κωνσταντινούπολη, στις Κυδωνίες, τη Σμύρνη, τη Χίο, την Πάτμο, την Αδριανούπολη, το Μελένικο, τη Θεσσαλονίκη, τη Νάουσα, την Έδεσσα, τη Βέροια, την Κοζάνη, τη Σιάτιστα, την Κλεισούρα, την Καστοριά, το Μοναστήρι, την Αχρίδα, τη Μοσχόπολη, τα Γιάννενα (3), τη Ζαγορά, τις Μηλιές, την Άρτα, τα Άγραφα, το Καρπενήσι, το Μεσολόγγι, το Αιτωλικό, την Πάτρα, την Αθήνα, τη Δημητσάνα και, φυσικά, σε όλα τα Επτάνησα. – όλα αυτά κατά Απ. Βακαλόπουλο.

    Επίσης, σύμφωνα με τον Τρύφωνα Ευαγγελίδη (Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας, Αθήναι 1936) τον 17ο και 18ο αι. εμφανίζονται νέα σχολεία:
    Στη Χίο: Αγ. Αναργύρων 1643, Βίκτωρος 1660, Μαστιχοχωρίων 1759. Στήν Κρήτη: Γωνιάς Κισσάμου 1661, Αγκαράθου 1669, Μονής Αγ. Τριάδος Τσαγγαρόλων 1669, Σφακίων, Χανίων, 1791, Ρεθύμνου 1795.
    Στην Κύπρο: Λάρνακας 1733, Λευκωσίας 1757, Μονής Μαχαιρά 1768, Μονής Κύκκου 1787, Ομόδου 1803.

    Ο Μ. Παρανίκας [Σχεδίασμα περί της εν τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από Αλώσεως Κωνσταντινουπόλεως (1453) μέχρι των αρχών της ενεστώσης (ιθ’) εκατονταετηρίος, Κωνσταντινούπολη 1867] αναφέρει τα εξής σχολεία: Στην Ανδριανούπολη 100 χρόνια μετά την Άλωση υπάρχει σχολή ελληνική. Στην Καλλίπολη του Ελλήσποντου το 1599. Στο Διδυμότειχο, στη Φιλιππούπολη, στη Θεσσαλονίκη. Η Κοζάνη είχε σχολείο από τον 16ο αι.

    Στην Ήπειρο ώς τον 17ο αι. λειτουργούσαν σχολές στις μονές Καμιτσάνης, Σωζίνου, Μολυβδοσκέπαστου και Βελλάς. Στο φρούριο των Ιωαννίνων υπήρχε σχολή ελληνική ώς το 1650. Στο νησί των Ιωαννίνων στη μονή Σπανού ώς τα μέσα του 16ου αι. Η Άρτα είχε σχολή στα 1500. Μπορεί να συμπεράνει κανείς από την ύπαρξη λογίων σχολεία σε Αθήνα, Ναύπλιο, Κόρινθο, Σπάρτη, Κορώνη, Πάτρα και Μονεμβασιά. Στη Ρόδο τον 16ο αι., στη Λήμνο στα 1543.

    Σύμφωνα με τον Ευαγγελίδη υπήρχαν σχολεία στη Θράκη: στην Αδριανούπολη από το 1365, στην Καλλίπολη από το 1550, στη Σωζόπολη από το 1561, στη Φιλιππούπολη από το 15ο αιώνα. Στη Μακεδονία: στη Χαλκιδική στα 1520 (μονή Αναστασίας της Φαρμακολύτριας). Στην Ήπειρο στη Ζίτσα στα 1530, στην Απολλωνία ώς τον 18ο, στα 46 χωριά γνωστά ως Ζαγοροχώιρα υπήρχαν σχολές από το 1413 ώς το 1868. Στη Μονή Ιερομηρίου ή Γερομερίου ώς τον 17ο αι. Το ίδιο στις μονές Καμιτσάνης, Βελλάς, Μολυβδοσκέπαστου και Διπαλίτσης, ενώ στη μονή Σωζινού υπήρχε σχολείο το 1586. Στη Λάρισσα διδάσκει στα 1520 ο Παχώμιος Ρουσάνος, στα Τρίκαλα υπάρχει σχολείο στα 1565. Στην Αθήνα, οι διάφορες μονές: ο παρθενών της Αγ. Φιλοθέης στη μονή Αγ. Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, η Μονή Καισαριανής, οι μονές του Βρανά, της Πεντέλης, των Ασωμάτων, του Αστερίου. Στην Υπάτη ιδρύθηκε στην μονή Αγάθωνος σχολή τον 16ο αι.

    Στην Πελοπόννησο: στο Ναύπλιο διδάσκει ώς το 1549 ο Ζυγομαλάς, ενώ πριν είχε διδάξει στο Άργος το 1534. Στη Μονεμβασιά υπήρξε σχολή μεταξύ 1532-1540, στο Μυστρά διδάσκει στα 1555 ο ο Δωρόθεος ο Ναυπλιεύς. Στην Αδριανούπολη τέλη16ου-αρχές 17ου αι. διδάσκει ο Αλέξιος Σπανός.

    Ο Β. Αρβανίτης (Η Ελληνική Παιδεία επί Τουρκοκρατίας και η συμβολή αυτής εις την απόκτησιν της εθνικής ημών ελευθερίας, Φιλιατρά 1961) αναφέρει σχολείο στην Άρτα ώς τα μέσα του 16ου αι., στην Κοζάνη στα 1500, στην Πάτμο στα 1580. Κατά τον Απ. Βακαλόπουλο στη Θεσσαλονίκη στα 1585 διδάσκουν ο Αθηναίος Γεώργιος και ο Κρητικός Ματθαίος. Στη Λέσβο διδάσκει (1532-1540) ο Ρουσάνος.

    Ο Ά. Αγγέλου αναφέρει (Ιστορία Ελλ. Έθνους) σχολεία στην Κορώνη στα 1480, στη Μεθώνη το 1483, στην Κέρκυρα τ 1500, στη Ναύπακτο το 1500, στο Ναύπλιο το 1522, στη Μονεμβασιά το 1524, στη Ζάκυνθο το 1556.

    Νέα σχολεία ιδρύθηκαν σύμφωνα με τον Παρανίκα:
    – στην Μακεδονία: Βέροια 1650, Καστοριά 1650, Σιάτιστα 1700, Ντάρδα 1700, Σέρρες 1740, Νάουσα 1750, Έδεσσα 1750, Βελβενδό 1780, Μελένικο, Σέλιτσα, Γρεβενά, Πολύγυρος, Σέρβια, Κλεισούρα, Μοναστήρι πριν το 1800.
    -Στην Ήπειρο: Επιφάνειος σχολή 1645, Σχολή Γκιούμα 1675, Μπαλαναία 1723, Μαρουτσαία 1742, Καπλάνειος 1805, Ζωσιμαία 1828. Παραμυθιά 1681, Μοσχόπολη 1710, Δέλβινο 1749, Πάργα 1765, Μονοδένδρι, Κουκούλι, Νεγάδες, Φραγκάδες, Καπέσοβο, Αρτσίστη, Κόνιτσα, Καλαρρύτες, Συράκο, Πρέβεζα, Αργυρόκαστρο, Δελβινάκι, Μπεράτι, ώς τα τέλη του 18ου αι., Κορυτσά 1817, Αχρίδα 1817.
    -Στη Θεσσαλία: Λάρισα (από 17ο αι. σύμφωνα με τον Ελλάδιο), Τσαριτσάνη 1690, Τύρναβος 1702, Ζαγορά 1713, Τρίκκη 1721, Μηλιές 1745, ΡΑψάνη 1753, Μοσχολούριο 1754, Λιβάδι 1768, Αμπελάκια 1780, Καστανιά 1780.
    -Στην Στερεά Ελλάδα: Βρανιανά 1650, Καρπενήσι 1650, Αιτωλικό 1665, Φουρνά 1700, Ρεντίνα 1700, Λοκροί 1723, Μεσολόγγι 1750, Σάλωνα 1757, Κεράσοβο 1779, Υπάτη 1800, Χρυσό Φθιώτιδας 1808.
    -Στα τουρκοκρατούμενα νησιά: Θήρα 1650, Σίφνος 1687, Κως 1682, Λέσβος 1757, Σάμος 1757, Πάρος 1760, Σκόπελος 1760, Σκιάθος 1760, Άνδρος, Σύμη, Τένεδος, Νάξος πριν το 1800, Σέριφος, Ύδρα, Ίος, Ίμβρος λίγα χρόνια πριν την Επανάσταση.
    -Στην Μικρά Ασία: Τραπεζούντα 1650, Σμύρνη 1700, Σινώπη 1750, Ερζερούμ 1765, Κυδωνίες 1770, Καππαδοκία 1773, Μαγνησία και Ρύσιο 1800, Προύσα και Μουδανιά 1804.

    Ο Ευαγγελίδης συμπληρώνει:

    -Στη Μακεδονία, Σέρρες 1622, Βελισσά 1650, Γιαννιτσά 1658, Κοζάνη 1668, Σέρβια 1668. Στην Ήπειρο: Χιμάρα 1655, Άρτα 1669, Δέλβινο 1682. Στη Θεσσαλία: Ζαγορά 1647, Τύρναβος 1655.

    -Στη Στερεά Ελλάδα: Λειβαδιά 1600, Μονή Βαρνακώβης 1652, Θήβα 1661, Λαμία 1670, μονή Όσιου Λουκά 1676.

    -Στην Πελοπόννησο: Χρυσοβίτσα 1615, Στεμνίτσα 1690, Πάτρα 1691, Πύργος 1695, Άργος 1711.

    Για τον 18ο αιώνα ο Ευαγγελίδης αναφέρει:
    -Στη Θράκη: Αγχίαλος 1703, Ραιδεστός κοινή σχολή 1760 και ελληνική 1790, Μάδυτος 1776, Μυριόφυτο 1788, Γανόχωρο 1790, Χώρα 1795, Επιβάτες 1796, Σηλυβρία 1799, Διδυμότειχο 1799.
    -Στη Μακεδονία: Σιάτιστα 1715, Κορυτσά 1723, Λινοτόπι 1724, Νάουσα 1750, Αχρίδα 1754, Σέλιτσα 1755, Έδεσσα 1764, Κλεισούρα 1775, Βελβενδός 1780, Ελασσώνα 1798.
    -Στην Ήπειρο: Μέτσοβο 1780, Πογδόριανη 1730, ΑΡγυρόκαστρο 1733, Πωγωνιανή 1733, Αυλώνα 1741, Πρεμετή 1778 και ώς το 1779 στα χωριά Αρόβιανη, Ζίτσα, Χάλιο, Συρακάτες, Μουζίνο, Σενίτσα, Ζάλογγο.

    -Στη Θεσσαλία: Νιβόλιανη 1700, Καστανιά 1706, Αμπελάκια 1734, Μακρυνίτσα 1742, Άνω Βόλος 1743, Αγ. ΓΕώργιος 1752, Κισσός 1753, Ανήλιο 1753, Πορταριά 1778, Δράκια 1778, Σούρπη 1792. -Στη Στερεά Ελλάδα: Αγ. Κων/νος 1720, Δελφοί 1723, Λομπότινα 1734, μονή Τατάρνης 1776, Γαλαξείδι 1780, Αγρίνιο 1790, Δεσφίνα 1795.
    -Στην Πελοπόνησσο: Λειβάρτζι 1709, Κόρινθος 1748, Καλάβρυτα 1760, Τρύπη Λακωνίας 1764, Αίγιο 1770, Βυτίνα 170, Κυππαρισία 1783, Ανδρίτσαινα 1783, Αλαγωνία 1785, Αγ. Ιωάννης 1790, Ζυγοβίστι 1791, Σοπωτό 1796, Βαμβακού 1798, Λαγκάδια 1799.
    -Στα νησιά: Λέρος 1715, Σκόπελος 1724, Λέσβος 1744, Ύδρα 1750, Αμοργός 1751, Λήμνος 1754, Μύκονος 1756, Χώρα Σάμου 1757, Λίνδος Ρόδου 1759, Ψαρά 1767, Αγιάσος 1773, Κόρθι και Μεσαρά Άνδρου 1775, Καρλόβασι 1781, Ίμβρος 1780-90, Τένεδος 1783, Πάρος 1786, Κέα 1788, Κύθνος 1791, Χαλκίδα 1792, Χαλκίδα 1792, Θήρα 1799, Μήλος, Κονίστρες Εύβοιας, Σύμη και Μεγίστη ώς το 1800.
    -Στη Μικρά Ασία: Μιχαλίτσι Βιθυνίας αρχ. 18ου αι., Σμύρνη (1708 Παλαιόν Σχολείον, 1733 Ευαγγελική Σχολή), Αργυρούπολη Πόντου 1733, Χαλδία 1747, Μαινεμένη 1725, Κασαμπάς 1750, Βούρλα 1760, Καισάρεια 1773, Σκουτάρι 1780, Νέα Έφεσος 1792, μονή Σουμελά 1792, Δαρδανέλλια 1773, Νικομήδεια 1795, Κυδωνίες, Αμισός, Μαγνησία, Κερασούντα, Καρβάλη, Κερμήρα, Χαλκηδόνα, Άρετσού, Προύσα, Τριγλεία, Βόρυ, Αλατσάτα, Τσεσμέ ώς το 1800 καθώς και σε δεκάδες άλλες πόλεις και χωριά ώς το 1820.

    Ο Β. Μυστακίδης (Σχολεία μετά την άλωσιν κατά κώδικας του Οικουμενικού πατριαρχείου) αναφέρει μεταξύ άλλων τις σχολές: Αβασίου (Δέρκων), Αθηνών, Αίνου, Αμασείας, Άνδρου, Γανοχώρων, Διδυμοετίχου, Επιβατών, Θερμίων, Θεσσαλονίκης, Ιθάκης, Ιωανννίνων, Κιουτάχειας, Κυζίκου, Μετσόβου, Μηθύμνης, Μιχαλίτση Νίκαιας, Μουντανιών Προύσας, Μυτιλήνης, Νάξου, Βυτίνης, Δημητσάνης, Στεμνίτσης, Μάνης (διάφορες μονές), Μονεμβάσιας, Τριπόλεως, Ραιδεστού, Ρεθύμνης (διάφορες μονές), Σαντορίνης, Σηλυβρίας, Σιατίστης, Σωζοπόλεως, Τορνόβου, Φιλαδελφείας.

    Ο Αναστάσιος Μιχαήλ από τη Νάουσα το 1707 μετρούσε “σαράντα σπουδαστήρια εν πλείσταις των Ηπειρωτικών, Μακεδονικών, Θεσσαλικών, Πελοποννησιακών, Κρητικών πόλεων και των της Μ. Ασίας, Ιωνικών και νησιωτίδων”.

    Ο Γεώργιος Κωνσταντίνου στα 1757 στο Τετράγλωσσο λεξικό του παραθέτει κατάλογο ελληνικών σχολείων: “Εν Κωνσταντινουπόλει είναι δύο κοινά σχολεία, εις Ιωάννινα τρία, εις Θεσσαλονίκην δύω, εις Αθήνας δύο, …εις Αδριανούπολιν εν, εις Βέρροιαν εν, εις Καστορίαν εν, εις Σιάτισταν εν, εις Μοσχόπολιν εν και μία τυπογραφία, εις Τούρναβον της Θετταλίας εν, εις Τρίκαλλα Θετταλίας εν, εις Τροπολιτζάν του Μωρέως εν, εις Παλαιάν Πάτραν εν, εις Σάλωνα εν, εις Άρταν εν, εις Σμύρνην εν, εις Σίφνον εν, εις Ρόδον εν, εις Κρήτην εν, εις Λευκωσίαν Κύπρου εν…”

    Kάποια απ’ αυτά τα στοιχεία τα βρήκα στα http://www.portaaurea.gr/page2.htm , http://pontosandaristera.wordpress.com/2009/11/25/3-11-2009/. Αρκετά στοιχεία υπάρχουν και στο: http://www.antibaro.gr/node/395

  6. Β.Α. on

    ——————————————————————————

    Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση στο HEC

    ——————————————————————————

    Το κρυφό σχολείο δεν είναι μύθος:

    Ο καθηγητής της ιστορίας κ. Βερέμης εξήγησε σε τηλεοπτική εκπομπή

    οτι όταν γίνονταν εξισλαμισμοί λειτουργούσε το κρυφό σχολείο.
    Κρυφό σχολείο υπήρξε σε περιόδους συγχρονισμένου εξισλαμισμού,
    στην Ήπειρο, π.χ., κατά την εποχή του Αγ. Κοσμά του Αιτωλού.
    Επίσης ο ιστορκός κ. Καργάκος αναφέρει

    οτι δεν έχουμε επαρκή γραπτά μνημεία για ότι αφορά στο κρυφό
    σχολείο αλλά οτι υπάρχουν γραπτά μνημεία που μιλούν για το κρυφό σχολείο,
    υπάρχουν και παραϋπάρχουν, π.χ. η μαρτυρία του Στέφανου Κανέλλου,
    γιατρού, φίλου του Ρήγα και του Κοραή, που σε επιστολή προς ένα
    Γερμανό θεατρικό συγγραφέα (Ικεν?) το 1822 του μιλάει για κρυφό
    σχολείο.

    Ήδη από το 1584 ο γερμανός φιλόλογος Martin Crusius, στο έργο του
    Turcagraecia, μεταξύ άλλων αναφέρει παράπονα των Ελλήνων οτι
    «Σοφίαν γαρ ή μαθήματα, δούλοι όντες, ουκ έχομεν» και
    «… σοφίας εστερήθημεν βαρβαρωθέντες εν βαρβάροις χρόνοις».
    http://www.pentapostagma.gr/2011/03/blog-post_146.html#ixzz1bRYRusXx
    Στα χωριά, τα ελληνόπουλα μάθαιναν λίγα (κολυβο-)γράμματα από
    τους παπάδες, πράγμα γνωστό σε όλους, που αναφέρεται και στα
    απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη και του Φωτάκου
    http://www.pentapostagma.gr/2011/03/blog-post_146.html
    για να διατηρηθεί πρακτικώς η θρησκεία, η Ιεροσύνη και το
    Ψαλτήρι, και μέσω αυτής διατηρήθηκε η Ελληνική συνείδηση.

    Αυτό είναι γεγονός.
    Τώρα, άν αυτό το σχολείο ήταν φανερό ή κρυφό, οι Οθωμανοί δεν
    ενδιαφέρονταν για την μόρφωση των Ελλήνων, ό,τι κάναμε, μόνοι μας.
    Τις περισσότερες φορές ίσως να ήταν φανερό, αλλά υπήρχαν και
    περίοδοι που ήταν κρυφό.
    Αλλά νομίζω οτι η έμφαση δεν είναι στο «κρυφό» ή στο «φανερό»,
    αλλά στην λειτουργία, καθ’ εαυτήν, αυτού το (κολυβο-)σχολείου
    που διατήρησε τον Ελληνισμό.

    Ν. Μπακάλης
    Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

    ————————————————————————-

    2011/10/21 Constantin Polychronakos :
    > Δέν ξέρω για την ιδιωτική ζωή της Μπουμπουλίνας (και ούτε καταλαβαίνω τί
    > σχέση έχει με τα Πεπρωμένα του Έθνους) ή για το πόσο καλά ήταν τα Ισπανικά
    > του Κανάρη. Για το κρυφό σχολιό, άς ξεκαθαρίσουμε ωρισμένα πράγματα.

    >
    > Δεν αμφιβάλω οτι κάποιος τοπικός τυραννίσκος, κάπου, κάποτε στους αιώνες της
    > τουρκοκρατίας, θα απαγόρεψε την διδασκαλία των Ελληνικών. Σίγουρα όμως δεν
    > ήταν επίσημη πολιτική των Οθωμανών. Στην Έδεσσα σώζεται ακόμα, και στεγάζει
    > πολιτιστικές εκδηλώσεις, το ωραίο κτήριο του Ελληνικού παρθεναγωγείου, όπου
    > η προ-προ-γιαγά μου, απο σλαβόφωνη οικογένεια, έμαθε αρχαία Ελληνικά στα
    > τέλη του 19ου αιώνα, όταν η Μακεδονία ήταν ακόμα μέρος της Οθωμανικής
    > αυτοκρατορίας.
    >
    >
    >
    > Η Μεγάλη του Γένους Σχολή άρχισε την λειτουργία της μερικά χρόνια μετά την
    > άλωση και λειτούργησε χωρίς διακοπή σε όλη την διάρκεια της τουρκοκρατίας,
    > μέσα στην πρωτεύουσα των Οθομανών.
    > http://www.megalisxoli.gr/frames.asp?Page=IstorikoTisMGS
    >
    > Δέν αμφισβητώ την συμβολή του Γκύζη στην Ελληνική ταυτότητα αλλά δεν νομίζω
    > οτι χρειάζεται να αγνοήσουμε την ιστορική αλήθεια για να αισθανθούμε
    > Έλληνες.
    >
    >
    >
    > ==============================================
    >
    —– Original Message —–
    > From: Ifestos

    > Μπουμπουλίνα η …Ερωτιάρα: Η Επανάσταση του ’21 και οι ήρωές της
    >
    > Σημ. Πριν μια περίπου δεκαετία είχαν κυριολεκτικά οργιάσει οι δράσεις
    > αποδόμησης της ιστορικής μας συνείδησης. Το ανεκδοτολογικό ιστοριογραφικό
    > στιλ είναι γνωστό. Ανήκει στην σχολή εκείνη των κριτικών (κονστρουκτιβιστών)
    > της Εσπερίας οι οποίοι γράφουν χιλιάδες «αναλύσεις» των οποίων για κάθε
    > σοβαρό και λογικό άνθρωπο ο επιστημονικός προορισμός μπορεί να είναι μόνο ο
    > σκουπιδοτενεκές. Πλην είναι σύνηθες και γνωστό κύριο μέσο της στρατηγικής
    > μαλακής ισχύος των ηγεμονικών δυνάμεων προορισμένο για ιθαγενείς υποψήφιους
    > για υποδούλωση που εκπληρώνεται μέσω αποδυνάμωσης και κατεδάφισης του
    > εθνοκράτους τους (βλ. http://www.ifestosedu.gr/47SoftPower.htm,
    > http://www.ifestosedu.gr/59HistoryBooksMemos.htm, ιδ. -Δοκίμιο: Η διαμάχη
    > για τα βιβλία ιστορίας, οι πανεπιστημιακοί και οι «κριτικοί
    > κονστρουκτιβιστές»). Μπροστά στο όργιο των οργανωμένων αποδομήσεων το 2002,
    > τις μέρες μάλιστα που εορτάζαμε την επέτειο της εθνικής ανεξαρτησίας,
    > αντιδρώντας μεταξύ σοβαρού και αστείου έστειλα κείμενο το οποίο έθιξε και
    > τις γραμματικές γνώσεις, αλλά και ζητήματα ανθρώπινης ετερότητας σε
    > συνάρτηση με τους αγώνες εθνικής ανεξαρτησίας μιας κοινωνίας. Το χιούμορ
    > μάλλον είναι πιο κατάλληλο για τους κράχτες της αποδόμησης. Το παραθέτω
    > καθότι είναι φαίνεται επίκαιρο. Αναμφίβολα, το παρόν τέλμα οφείλεται σε
    > συγκεκριμένα αίτια. Εντεταλμένοι εκπαιδευτές εκπαίδευσαν τους νεοέλληνες να
    > θεωρούν το εθνοκράτος τους αναλώσιμο και την έννοια εθνικό συμφέρον, όπως
    > χαρακτηριστικά έγραψε «δράστης», … «παρωχημένη ελληνική ιδιοτροπία».
    >
    >
    >
    > Μπουμπουλίνα η …Ερωτιάρα, Παναγιώτης Ήφαιστος, ΤΑ ΝΕΑ , 30/03/2002
    >
    >
    >
    > Μιλούσε καλά ελληνικά ο Κολοκοτρώνης; Ήταν… ερωτομανής η Μπουμπουλίνα; Το
    > κρυφό σχολειό υπήρξε ή αποτελεί επινόημα του Γύζη; Αυτά και πολλά, λοιπόν,
    > αποτελούν το μέγα θέμα πολυσέλιδων «αναλύσεων» την παραμονή της επετείου του
    > αγώνα ελευθερίας-ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Με περισσή σοφιστεία, επίσης, μας
    > πληροφορούν πως ο αγώνας για συλλογική ελευθερία των Ελλήνων ήταν περίπου
    > σύμπραξη αλητών που ήσαν αγαπημένα παιδιά των ιμπεριαλιστικών μεγάλων
    > δυνάμεων και πως όλοι αυτοί οι άθλιοι συνωμότησαν κατά του αγαθού Οθωμανικού
    > κράτους που αγαθοεργά μοίραζε σε έλληνες προνόμια και ωφελήματα στους
    > άθλιους εξεγερμένους έλληνες. Γιατί εξάλλου να απορούμε για το παιδομάζωμα;
    > Οι αγαθοί τούρκοι απλώς στρατολογούσαν λόγω κάποιου ανατολίτικου εθίμου
    > παιδιά από την Βαλκάνια.
    >
    > Γι’ αυτούς και αρκετούς άλλους λόγους, λοιπόν, και για να υιοθετηθεί μια νέα
    > μέθοδος επίλυσης διαφορών με τη γείτονα Τουρκία, θα πρέπει να διαγράψουμε
    > τις ιστορικές μας αναμνήσεις, να απονευρωθούμε συνειδησιακά από το
    > εθνικιστικό νεύρο που μας εμφύσησαν ψευτο-ιστορικοί όπως ο Κοραής και ο
    > Παπαρηγόπουλος και να αφαιρέσουμε κάθε αναφορά για σουβλίσματα, σφαγιασμούς,
    > βιασμούς και παιδομαζώματα. Έλεος … Ο σχολιασμός τέτοιων ακατανίκητων
    > γνωμών, ασφαλώς, θα ήταν περιττός αν αυτή η στοχαστική δηλητηρίαση δεν έχει
    > πρόσβαση σε εκατοντάδες ανυποψίαστους αναγνώστες, παραμονή μάλιστα της
    > εθνικής επετείου ανεξαρτησίας. Τρία μόνο σύντομα σχόλια.
    >
    > Πρώτον, ακόμη και γυμνασιόπαιδες γνωρίζουν πως το κονσέρτο των
    > μεγάλων δυνάμεων δεν ευνοούσε τις επαναστάσεις υπόδουλων λαών του 18ου
    > αιώνα. Γνωρίζουν επίσης πως η σταδιακή αλλαγή στάσης των μεγάλων δυνάμεων
    > απέναντι στην ελληνική επανάσταση ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, μεταξύ
    > άλλων, της μετεξέλιξης της ίδιας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, των
    > τετελεσμένων που δημιουργούσε ο αγώνας ελευθερίας των ίδιων των Ελλήνων,
    > των πιέσεων των διανοουμένων του διαφωτισμού, των ανακατανομών ισχύος μεταξύ
    > των μεγάλων δυνάμεων και των αλλαγών των στρατηγικών των τότε ηγεμονικών
    > δυνάμεων, ιδιαίτερα της Μεγάλης Βρετανίας.
    >
    > Δεύτερον, ακόμη και γυμνασιόπαιδες γνωρίζουν πως η έκρηξη της
    > ελληνικής επανάστασης ήταν αποτέλεσμα δυναμικής σύμμειξης 1) στρατηγικού
    > σχεδιασμού πολλών επιφανών ελλήνων της ελληνικής διασποράς, 2) ξεσηκωμού
    > αναρίθμητων αφανών ελλήνων που επιβίωσαν των αφομοιωτικών πρακτικών των
    > Οθωμανών και 3) σύμπραξης τοπικών οπλαρχηγών, «αρματολών και κλεφτών». Οι
    > γυμνασιόπαιδες γνωρίζουν, επίσης, πως οι συντελεστές του αγώνα, λόγω ακριβώς
    > μακρόχρονης υποδούλωσης, υποτέλειας και έξυπνων οθωμανικών πολιτικών του
    > τύπου «διαίρει και βασίλευε», αντιμετώπισαν προβλήματα ιδεολογικής συνοχής,
    > πολιτικού συντονισμού, προδοσίες, υπερβολές, ατομικές στρατηγικές και
    > ιδιοτελείς ενέργειες. Αναμενόμενα δεν είναι όλα αυτά; Σε ποια επανάσταση δεν
    > εμφανίζονται τέτοια προβλήματα; Σε τι μειώνει το μεγαλείο και την ιστορική
    > σημασία μιας επανάστασης που πρωτοπόρησε σ’ ένα αγώνα
    > ανεξαρτησίας-ελευθερίας-κυριαρχίας για να την ακολουθήσουν στη συνέχεια
    > άλλοι λαοί των Βαλκανίων; Το ίδιο δεν έκαναν δεκάδες άλλες κοινωνίες στη
    > συνέχεια όταν επαναστάτησαν κατά των αποικιοκρατών; Ήταν εν τέλει οι
    > αξιώσεις συλλογικής ελευθερίας έγκλημα κατά αγαθών αυτοκρατορικών κρατών;
    > Μήπως, εν τέλει, στο ίδιο πνεύμα μαζοχιστικού αυτομαστιγώματος θα πρέπει να
    > δεχτούμε την προπαγάνδα των Βρετανών αποικιοκρατών που ισχυρίζονται πως οι
    > Αυξεντίου, Μάτσης και Καραολής στην Κύπρο ήταν τρομοκράτες και μανιακοί
    > εθνικιστές; (και που κάποιες επιστημονικές μεταμφιέσεις εδώ στην Ελλάδα
    > αναμεταδίδουν σκόπιμα ή άκριτα!)
    >
    > Τέλος, γιατί αυτός ο ρατσισμός; Όπως εύστοχα παρατήρησε ο Κώστας
    > Γεωργουσόπουλος, οι επαναστάτες δεν ήταν απλοί άνθρωποι όπως ο καθένας μας;
    > Γιατί λοιπόν να μην ήσαν –αν ήσαν, όπως η «νέα ιστορία» θέλει να τονίζει– η
    > Μπουμπουλίνα … «ερωτιάρα» ή «ερωτομανής» και ταυτόχρονα ηρωίδα; Δηλαδή όσες
    > ερωτεύονται συχνά δεν δικαιούνται να είναι ηρωίδες; Γιατί επίσης ο
    > Κολοκοτρώνης έπρεπε να γνωρίζει καλά ελληνικά όταν αυτός και οι προπάπποι
    > του ήταν υπόδουλοι; Ενοχοποιείται μήπως επειδή μολαταύτα επιβίωσε η ελληνική
    > του συνείδηση;
    >
    > Ίσως το πρόβλημα τελικά εντοπίζεται στο τελευταίο σημείο: Πολλά
    > πλέον βιβλία –που παραπέμπονται επιτήδεια, στα οποία προσφέρονται ολοσέλιδες
    > βιβλιοκριτικές σε έγκριτα έντυπα, στα οποία με επιπολαιότητα παραπέμπουν
    > ακόμη και επιφανείς στοχαστές και τα οποία δηλητηριάζουν χιλιάδες φοιτητές
    > ελληνικών πανεπιστημίων– μετατρέπονται σε αιχμή του δόρατος μιας «νέας
    > ιστορίας» που για ποικίλους λόγους αποσκοπεί στην ακύρωση των αποτελεσμάτων
    > της ελληνικής επανάστασης. Για να το επιτύχει αυτό η «νέα ιστορία»
    > ενσυνείδητα πλέον αποσκοπεί στην συνειδησιακή απονεύρωση και στοχεύει στις
    > ιστορικές αναμνήσεις που υποστυλώνουν το νεοελληνικό κράτος. Δεν
    > δικαιούμαστε, λοιπόν, να είμαστε ελεύθεροι-ανεξάρτητοι επειδή η Μπουμπουλίνα
    > ήταν, ενδεχομένως, πολύ ερωτιάρα. Αυτό, αν το πιστέψουμε, υποστηρίζουν πλέον
    > πολλοί, βοηθά την ειρήνη και σταθερότητα στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας …
    >
    >
    >
    > Υστερόγραφο.
    >
    > Τέσσερεις διακεκριμένοι διεθνολόγοι, μεταξύ άλλων, γράφουν χαρακτηριστικά:
    > “More powerful states may be in position to alter the conceptions that the
    > weaker actors have of their own self interests, especially when economic and
    > military power has delegitimated ideological convictions in weaker or
    > defeated societies. The United States, for instance, pressed for a
    > particular vision of the international society should be ordered after World
    > War II and renewed and reinvigorated this project after the en of the Cold
    > War. The goal was not simply to promote a particular set of objectives, but
    > to alter how other societies conceived of their own goals. The emphasis on
    > what Nye has called soft power engages both realist concerns about relative
    > capabilities and constructivism’s focus on beliefs and identity”.
    > [Katzenstein/Keohane/Krasner , International Organization, vol. 52. 4 1998
    > p. 673
    >
    > Βλ. επίσης το εξαιρετικά τεκμηριωμένο έργο του Christopher Simpson, Science
    > of Coercion: Communication Research and Psychological Warfare, 1945-1960
    > Publisher: Oxford University Press, USA; 1ST edition 1996.
    >
    >
    >
    > Π. Ήφαιστος – P. Ifestos

  7. Β.Α. on

    Από το βιβλίο του Κ. Σιμόπουλου, Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 21, Αθήνα 1979, τ. 1

    1) Ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη R. Walsh

    «Βάδιζα σε ένα στενοσόκακο. Μπροστά μου προχωρούσε ένας Τούρκος. Ξαφνικά φάνηκε να κατεβαίνει απέναντι ένας Έλληνας. Στάθηκε και κόλλησε την πλάτη στον τοίχο αφήνοντας τόπο για να περάσει ο Οθωμανός. Εκείνος έβγαλε το γιαταγάνι και τον έσφαξε. Ύστερα καθάρισε τη ματωμένη λεπίδα, μπήκε στο διπλανό καφενείο κι’ άναψε τσιμπούκι» σ. 121

    Κάθε μέρα διαδραματίζονταν καινούργιες ωμότητες, γράφει ο Walsh. Τα θύματα απαγχονίζονταν σε πόρτες ή σε τοίχους. Πτώματα ακέφαλα έβλεπες στη μέση του δρόμου, ποδοπατημένα και τυλιγμένα στο βόρβορο. Ήταν οι μέρες που γύριζαν τα αποδημητικά όρνια. Γύπες και άλλα σαρκοβόρα πουλιά πετούσαν ολημερίς, έτσι που σκέπαζαν σαν κουνουπιέρα τις περιοχές όπου υπήρχαν πτώματα. Τις νύχτες πάλι κοπάδια από αδηφάγα σκυλιά ούρλιαζαν γύρω από ακέφαλα κουφάρια ή διεκδικούσαν γρυλίζοντας άγρια κάποιο κεφάλι, δαγκώνοντας και γδέρνοντας. Οι Τούρκοι ρίχτηκαν ύστερα με μανία εναντίον των ελληνικών χώρων λατρείας. Άρχισαν στις 17 Απριλίου καταστρέφοντας το ναό του αγίου Ρωμανού και το θαυματουργό Μπαλουκλή…Ακολούθησε ο χαλασμός των εκκλησιών που βρίσκονταν μέσα στην πόλη. Σε μερικές γκρέμιζαν τις σκεπές και τους τοίχους. Σε άλλες κατέστρεφαν στασίδια, αναλόγια, άμφια, εκκλησιαστικά βιβλία. Λίγες μέρες αργότερα εισόρμησαν στο τυπογραφείο του πατριαρχείου. Χτυπούσαν με τσεκούρια τις μηχανές και γέμιζαν τις τσέπες τους με τυπογραφικά στοιχεία. [σημ. 37: στις 12 Ιουνίου 1821 ο πρεσβευτής της Σουηδίας έδινε σε αναφορά…μια συνοπτική εικόνα της τραγωδίας των Ελλήνων της Πόλης: «Η πρωτεύουσα παρουσιάζει ακόμα το ίδιο θέαμα…ομαδική εκτέλεση 450 ανδρών και πολλών παιδιών που η μόνη ενοχή τους είναι πως οι πατεράδες τους γεννήθηκαν στο Μωριά….παντού δολοφονίες Χριστιανών από τον ένοπλο τουρκικό όχλο, που διασκεδάζει..»] σελ. 126

    Εκείνες τις μέρες ο Walsh πληροφορήθηκε ότι έφθασαν στην Πόλη σακκιά με 2.500 ζευγάρια αφτιά από τη σφαγή των Ελλήνων της Πάτρας, κι ότι μπορούσε να δει κανείς αυτά τα πολεμικά τρόπαια, στοίβες μπροστά στην πύλη του σεραγιού. «Πίστευα πως ήταν φήμες, ανατολίτικα παραμύθια. Κι ότι αν τέτοια δημόσια έκθεση μπορούσε να γίνει σε περασμένους αιώνες θα ήταν αδύνατο να συνεχίζεται στην εποχή μας αυτό το βάρβαρο έθιμο». Πήρε ένα γενίτσαρο και ξεκίνησε για το σεράι. «Οι δρόμοι παρουσίαζαν πένθιμη εικόνα…Περάσαμε πλάι στο πτώμα ενός αποκεφαλισμένου. Το αίμα έτρεχε ακόμα από τις φλέβες. Γύρω-γύρω ένα κοπάδι σκυλιά καθισμένα στα πισινά τους. Μερικά είχαν κι όλας γλύψει το αίμα, κι όλα μαζί περίμεναν να νυχτώσει για να κατασπαράξουν το πτώμα. Ήταν πεταμένο σε ένα στενό σοκάκι του παζαριού μπροστά σε ένα χασάπικο κι από πάνω του ακριβώς κρέμονταν κρέατα, έτσι που νόμιζε κανείς πως ήταν κομμάτια από το ίδιο το πτώμα. Οι Τούρκοι δρασκέλιζαν αδιάφορα το κουφάρι». Έφθασε στην πύλη του σεραγιού και διαπίστωσε την ακρίβεια της πληροφορίας… «Στις δυο πλευρές της πύλης υπήρχαν δυο στοίβες, σαν μικρά δεμάτια σανού, από κάθε λογής κομμάτια του προσώπου. Τα αφτιά ήταν τρυπημένα και κρέμονταν από σπάγγους. Μαζί με κάθε μύτη είχαν κόψει επίσης το πάνω χείλος και ένα κομμάτι από το μέτωπο. Μαζί με τα πηγούνια υπήρχαν το κάτω χείλος καθώς και μακριά, συνήθως, γενειάδα. Σε μερικές περιπτώσεις ήταν πελεκημένο κάθετα ολόκληρο το πρόσωπο και όλα τα χαρακτηριστικά της μορφής παρέμεναν ανέπαφα. Άλλοτε ήταν χωρισμένα κατά κατηγορίες, ανάλογα με τον ακρωτηριασμό. Εκεί έμεναν κρεμασμένα ώσπου, σαπίζοντας εντελώς, έπεφταν στη λάσπη του δρόμου. Οι Τούρκοι περνούσαν πατώντας τα αδιάφοροι. Τα λείψανα των προσώπων, καθώς βρίσκονταν σε αποσύνθεση, κολλούσαν στα παπούτσια των περαστικών. Έτσι έβλεπες τον Τούρκο να βαδίζει με ένα χείλος ή πηγούνι στις παντούφλες του. Και καθώς ξεπετιόνταν τα ανθρώπινα γένεια, νόμιζες πως τα παπούτσια ήταν φοδραρισμένα με γουναρικά» σελ. 128

    Ο Walsh παρακολούθησε στην προκυμαία της Πόλης την πανηγυρική υποδοχή του καπουδάν πασά κατά το γυρισμό του από τις ελληνικές θάλασσες ύστερα από την καταστροφή του Γαλαξιδιού και την αιχμαλωσία των καραβιών… «Δύο τρίκροτα αγκυροβόλησαν ακριβώς απέναντι από τα παράθυρά μου. Με την αυτοκρατορική σημαία και ένα σωρό κρεμασμένους από τα ξάρτια. Κοπάδια γλάροι πετούσαν γύρω από τα πτώματα κρώζοντας. Έμειναν κρεμασμένα τρεις μέρες. Από την αποσύνθεση έπεφταν στη θάλασσα κι εκεί έπλεαν ολόκληρο μήνα, ώσπου τα ρεύματα τα παρέσυραν έξω από το λιμάνι..» σελ. 129

    Ο Άγγλος κληρικός συγκέντρωσε από γενίτσαρο της φυλακής του σεραγιού πληροφορίες για τους βασανισμούς των 36 Ελλήνων εμπόρων που είχαν συλληφθεί ύστερα από τα γεγονότα της Χίου. Ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Είδε να γυμνώνουν εντελώς έναν Έλληνα και να τον κρεμούν ανάποδα. Το αίμα μαζευόταν στο κεφάλι κι ο άνθρωπος πνιγόταν. Σ’ αυτή τη θέση τον χτυπούσαν δύο με κοντοράβδια ώσπου τον άφηναν αναίσθητο ή νεκρό. Έναν άλλο τον κρέμασαν από τα αφτιά σε σιδερένιους γάντζους προσδένοντας στα πόδια του ένα βάρος. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου είχαν τόσο παραμορφωθεί, που νόμιζες ότι το στόμα του είχε φθάσει στο μέτωπό του. Είδε να καρφώνουν με ένα εργαλείο βελόνες στις άκρες των δακτύλων κάποιου κρατουμένου, έτσι που οι αιχμές να βγαίνουν πίσω από τα νύχια του. Είδε να ξεβιδώνουν με ειδικό εργαλείο την άρθρωση των καρπών και να τη συστρέφουν, έτσι που το πίσω μέρος του χεριού να παίρνει τη θέση της παλάμης. Είδε να εφαρμόζουν στο μέτωπο Έλληνα κρατούμενου ένα στεφάνι και να το συμπιέζουν βιδώνοντας το σιγά-σιγά πάνω στα μηνίγγια. Στο τέλος, τα μάτια του θύματος έβγαιναν έξω από τις κόγχες. Είδε να εφαρμόζουν στο κεφάλι ενός Έλληνα πυρακτωμένο μεταλλικό φέσι. Είδε να ανάβουν το φούρνο της φυλακής και να σπρώχνουν μέσα τα θύματα ώσπου να καψαλιστούν τα μαλλιά και τα γένεια, και το δέρμα να φουσκαλιάσει και να ξεκολλήσει από το κορμί. Ο Walsh μίλησε και με Έλληνες που έτυχε να επιζήσουν ύστερα από τους φρικαλέους βασανισμούς. Ένας κρατούμενος είχε αλυσοδεθεί στις φυλακές του Μπάνιου με σιδερένιους χαλκάδες στα σφυρά. Του εξάρθρωσαν τους καρπούς με βιδολόγους. Το σώμα του είχε τόσο σακατευτεί, που για να μετακινηθεί χρησιμοποιούσε δεκανίκια. Τον βασάνιζαν για να αποκαλύψει τους πρωταίτιους του ξεσηκωμού. Σελ. 136-7

    2) Ο Άγγλος John Came

    Παραβρέθηκε και στην εκτέλεση ενός Έλληνα. «Γονάτισε και δίπλωσε ήρεμα τα χέρια στο στήθος χωρίς καμιά αλλαγή στην έκφρασή του. Την ίδια στιγμή δέχτηκε το χτύπημα. Πέρασα δύο φορές πλάι στο πτώμα του. Οι Τούρκοι είχαν τοποθετήσει, κατά τη συνήθειά τους, το κομμένο κεφάλι ανάμεσα στα γόνατά του ανάστροφα, έτσι που η φρικαλέα όψη του να συναντά το βλέμμα του διαβάτη. Αργότερα στη Σμύρνη είδα ένα πρωί τα πτώματα εικοσιτριών Ελλήνων, σωρό το ένα πάνω στο άλλο. Σελ.149

    Κάπου-κάπου έβλεπες ένα πτώμα να επιπλέει κοντά στην ακτή. Ο Came βρέθηκε μια μέρα ανάμεσα σε κάμποσους Τούρκους που παρατηρούσαν με αγαλλίαση ένα σκοτωμένο Έλληνα. Κάποιος απ’ αυτούς βάλθηκε να πετάξει το πτώμα στη θάλασσα σέρνοντάς το με ένα γάντζο. «Αλλά ένας άλλος τον σταμάτησε για να το γδύσει ολότελα και να πάρει ό,τι φορούσε. Ύστερα το έρριξαν ολόγυμνο στα νερά». Σελ. 150

    3) Το χρονικό του Γερμανού τεχνίτη Johann Wilhelm August Streit

    «Ο οθωμανικός όχλος, σε φοβερή έξαψη, ρίχτηκε στα σπίτια των Ελλήνων αρχόντων και άρχισε τη λεηλασία. Βασάνιζαν τους ενοίκους με θηριωδία, έκοβαν μύτες και αφτιά και τους γκρέμιζαν ύστερα από τα παράθυρα στο δρόμο» σελ. 151

    Το πλήθος κατέλαβε τις φυλακές του Κατροσάν και άρπαξε τους 186 Έλληνες. Οι Τούρκοι σκότωσαν πολλούς επιτόπου και άλλους «τους έδεσαν με σκοινιά και τους έσερναν στα καλντερίμια, ώσπου οι σάρκες αποκολλήθηκαν από τα οστά και οι δύστυχοι βρήκαν πικρό θάνατο». Έδεναν τα πόδια και τα χέρια των Ελλήνων με σκοινιά και τα τραβούσαν από όλες τις μεριές διαμελίζοντάς τα. Έκοβαν τα κεφάλια τους, τα κάρφωναν στις αιχμές των σπαθιών και τα τριγύριζαν στους δρόμους θριαμβικά. ….Άναβαν φωτιές σε όλους τους δρόμους και εκεί βασάνιζαν τους Έλληνες. «Πύρωναν στη φλόγα τα μεταλλικά τμήματα των όπλων και τα έμπηγαν στα ξεγυμνωμένα κορμιά. Τους έψηναν στα κάρβουνα σιγά-σιγά, πρώτα τα πόδια, ύστερα τα χέρια και ολόκληρο το κορμί ώσπου να ξεψυχήσουν. Περνούσαν πυρακτωμένα σύρματα στη μύτη, έκαιγαν τα βλέφαρα των θυμάτων με πυρωμένα σίδερα. Το άλλο πρωί είδε πολλούς Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, κρεμασμένους ανάποδα από τα παράθυρά τους. «Τα θύματα σπαρταρούσαν και ούρλιαζαν. Στα οπίσθια πολλών είχαν καρφώσει μαχαίρια και σπαθιά. Κάθε τόσο έκοβαν και ένα κομμάτι σάρκα» σελ. 152

    «Εκείνο το πρωινό γύρω στα 4.000 πτώματα και των δύο φύλων, κεφάλια, πόδια, κείτονταν στους δρόμους της Πόλης. Χωρίς να λογαριάσουμε όσους σκοτώθηκαν στα σπίτια τους ή κρεμάστηκαν από τα παράθυρα». Ο νεαρός Streit παρακολούθησε τη φοβερή σφαγή από το εργαστήριο του αφεντικού του, που βρισκόταν στην πλατεία του Μουφτή. «Μόνο σ’ αυτή την πλατεία μέτρησα γύρω στα 300 πτώματα. Βραβεία ορίζονταν για την επινόηση των πιο φριχτών βασανιστηρίων». Κάτι μεθυσμένοι Τούρκοι είδαν τον Streit και δύο παραγιούς που κοιτούσαν από το παράθυρο και τους κάλεσαν να πάρουν μέρος στη σφαγή. Τους όπλισαν και τους ανάγκασαν να ενταχθούν σε μια συμμορία. Μπήκαν στο σπίτι ενός πλούσιου Έλληνα κοσμηματοπώλη –το μαγαζί του, που βρισκόταν στο ισόγειο, ήταν κιόλας καταστραμμένο. Αφού καταλεηλάτησαν το σπίτι ανακάλυψαν στο ανώγειο την οικογένεια: πατέρα, μητέρα, δύο θυγατέρες και μια υπηρέτρια. «Η μια κόρη, ένα λεπτό και όμορφο κορίτσι, όταν ένας Τούρκος θέλησε να της επιτεθεί, πήδηξε από το παράθυρο στο κενό. Κατέβασαν την οικογένεια στην πλατεία. Εκεί ξεγύμνωσαν την άλλη κόρη και την υπηρέτρια και έκοψαν πρώτα τους μαστούς και ύστερα τη μύτη τους. Ο γιος, ένας εύρωστος νέος 24 χρόνων, χύμηξε πάνω στον Τούρκο, τον γρονθοκόπησε στον κρόταφο, άρπαξε το ματωμένο γιαταγάνι από το χέρι του, και με ένα χτύπημα από πάνω προς τα κάτω του έκοψε τη μύτη έτσι που έμεινε κρεμασμένη από τα χείλια του. Μέσα σ’ ένα λεπτό τον είχαν κιόλας κατακομματιάσει εκατό σπαθιά».

    Στο μεταξύ άλλοι Τούρκοι στερέωναν στο χώμα πολλές σιδερένιες σούβλες. Εκεί θα κάθιζαν τα θύματά τους για να παραδώσουν το πνεύμα σφαδάζοντας. Το επεισόδιο με τον Έλληνα, είχε προκαλέσει γενικό ερεθισμό. Οι σούβλες ήταν ογδόντα περίπου. Γύμνωσαν τους Έλληνες – γύρω στους 65 νέοι, γέροι, γυναίκες – και τους κύκλωσαν με ξεθηκαρωμένα σπαθιά, μπροστά στις σούβλες. Αλλά ήρθε η νύχτα. Η βασανιστική εκτέλεση αναβαλλόταν. Έστησαν καζάνια πάνω στις φωτιές και ετοίμασαν πόντσι. Μεθούσαν και αλάλαζαν. Κατά τα μεσάνυχτα έφεραν και άλλους Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, ανάμεσά τους και τρία μικρά παιδιά. Τα σούβλισαν με τα σπαθιά και τα έρριξαν ζωντανά στη φωτιά. Κάθε τόσο τραβούσαν έναν Έλληνα κοντά στις πυρές και τον βασάνιζαν. Κάρφωναν τα αφτιά του πάνω σε πάγκους, άδειαζαν με το φτυάρι κάρβουνα στο στόμα τους, που το άνοιγαν με ρόπαλα, ξεκολλούσαν με πυρωμένες τανάλιες κομμάτια από τις σάρκες τους. Το πρωί…Δυο κακούργοι άρπαζαν έναν Έλληνα ή μια Ελληνίδα τους ανασήκωναν ψηλά τους κάθιζαν με δύναμη πάνω στο κοφτερό και μυτερό σιδεροπάλουκο, έτσι που η αιχμή περνώντας από τα σπλάχνα έφτανε στο στήθος. Παλούκωσαν σαραντατέσσερες. Έτσι καρφωμένοι σπαρταρούσαν σαν τα σκαθάρια που τα παιδιά διατρυπούν με βελόνα για να διασκεδάσουν. Ένα ουρλιαχτό θανατερής αγωνίας υψωνόταν ώς τον ουρανό. Κρατούσε μια περίπου ώρα, έσβηνε και τα κεφάλια έγερναν στο πλάι». Ακόμα και οι Τουρκάλες συναγωνίζονταν αυτούς τους φονιάδες σε αγριότητα και απανθρωπία, γράφει ο Steit. «Δεν είδα ούτε ένα Τούρκο που το πρόσωπό του να δείχνει συμπόνια. Ακόμη και παιδιά έξη χρόνων ξεθύμαιναν το μίσος τους πάνω στους νεκρούς. Τρυπούσαν με μαχαίρια τους σκοτωμένους Έλληνες». Ύστερα άρχισαν να καθαρίζουν τους δρόμους από τα αναρίθμητα πτώματα. «Πολλά ρίχτηκαν σε μεγάλους λάκκους έξω από την πόλη και σκεπάστηκαν με ασβέστη και χώματα, άλλα κάηκαν ή πετάχτηκαν στη θάλασσα». Στο μεταξύ συνεχίζονταν οι συλλήψεις. Κάθε πρωί ώς εκατό Έλληνες μεταφέρονταν στον τόπο των βασανιστηρίων και των εκτελέσεων, έξω από την Κωνσταντινούπολη. «Πολλοί σταυρώνονταν πάνω σε δέντρα. Καρφώνονταν τα χέρια και τα πόδια τους κι εκεί πέθαιναν από την αιμορραγία και τους φριχτούς πόνους. Άλλους θανάτωναν χτυπώντας τους με βούρδουλα. Σε πολλούς έκοβαν πόδια και χέρια με πριόνι. Διατρυπούσαν τα παιδιά με τη λόγχη και τα τριγύριζαν στους δρόμους, έτσι καθώς σπαρταρούσαν καρφωμένα, ώσπου να ξεψυχήσουν» σελ. 153-154

    3) ο Γάλλος γεωλόγος V. Fontanier

    Πηγαίνοντας ο Fontanier στο μέγαρο της πρεσβείας πέρασε από ένα βρώμικο σοκάκι γεμάτο σκύλους. Εκεί είδε «ανθρώπινα κορμιά αποκεφαλισμένα πλάι σε ένα χασάπικο όπου κρέμονταν μοσχάρια και αρνιά» σελ. 158

    Ο F. παρατήρησε ότι οι Ευρωπαίοι δεν έκρυβαν διόλου τον φιλοτουρκισμό τους. «Όλοι εγκωμίαζαν τα ανθρωπιστικά αισθήματα των Οθωμανών, τη μεγαλοψυχία, τη μετριοπάθειά τους. Οι δύστυχοι Έλληνες, που τα πτώματά τους φαίνονταν σκορπισμένα εδώ και κει, «είχαν εγκάρδια μεταχείριση». Σελ. 158

    Επιστρέφοντας ο Fontanier στην κατοικία του δέχτηκε επίθεση από ένα κοπάδι αγριόσκυλα και άγριο πετροβολητό από ένα τσούρμο τουρκόπουλα. Εκεί πλάι είδε έναν αποκεφαλισμένο Ρωμιό, πεσμένο μπρούμυτα. Το κεφάλι ήταν απιθωμένο στα οπίσθια του πτώματος. Γύρω-γύρω στέκονταν Τούρκοι που χασκογελούσαν και το έσπρωχναν με τα ραβδιά τους. Σελ. 158

    4) ο Ρώσσος διπλωμάτης Σεργκέι Ιβάνοβιτς Τουργκένιεφ

    Μέσα σε μια μόνο μέρα συνέλαβαν 300 Μωραΐτες μικρέμπορους και τους εκτόπισαν στα μεταλλεία της Ασίας. Ο τουρκικός όχλος έσφαζε. Στο Πέραν και στον Γαλατά λεηλατούσαν τα σπίτια και δολοφονούσαν Χριστιανούς. «Τα αστραφτερά νερά του Βοσπόρου γέμισαν, από τη μια ακτή ώς την άλλη, ακρωτηριασμένα πτώματα Ελλήνων». Όλα τα χριστιανικά χωριά γύρω από την πρωτεύουσα ήταν έρημα. «Δεν έβλεπες παρά μόνο αποκεφαλισμένα κορμιά Χριστιανών ή Τούρκους που έμπαιναν στα κατάκλειστα και ακατοίκητα σπίτια – οι νοικοκυραίοι τους είχαν φύγει ή είχαν θανατωθεί – για να αρπάξουν ό,τι είχαν περιφρονήσει οι πρώτοι λαφυραγωγοί, πράγματα βαμμένα στο αίμα ή ποτισμένα με δάκρυα». Σελ. 181

    ——————————————
    ….από τον Γιάννη της Porta Aurea

  8. Μαχ.... on

    Εφημερίς Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

    23 Φεβρουαρίου 1825

    Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος : φήμες και διαδόσεις.

    Ύδρα

    Η «εφημερίς των Αθηνών» της 21 Ιανουαρίου αναφέρει, όσα εψιθυρίζοντο και μηνύοντο έκτοτε περί του Οδυσσέως, ότι δηλαδή συνεννοήθη με του Τούρκους και με τον Ομέρ πασσάν, ότι συνήργησε να προσκυνήσουν εις τους Τούρκους της Ευρίπου χωρία τινά του Τολαντίου και τα παρόμοια. Η φήμη δεν έπαυσε μέχρι τούδε να διασπείρει ολεθρίους και προδοτικάς πράξεις αυτού του ανθρώπου, και όλη σχεδόν η ανατολική Ελλάς καταβοά περί αυτού., Ειδοποιήθημεν αξιωματικώς ότι περί την 16 του παρόντος μηνός έν σώμα στατιωτών του Οδυσσέως συνωδευμένων με Τούρκους του Ομέρ πασσά υπήγαν εις Κούμην της Ευβοίας, όπου τέσσαρας των προεστώτων τους έστειλαν εις το φρούριον της Ευρίπου. εκυρίευσαν όλας τας αποθήκας των ζωωτροφών και περί τα τεσσαράκοντα πλοιάρια ευρεθέντα συρμένα εις την ξηράν τα εκράτησαν. Επαπειλεί δε προσέτι αυτός και τας πλησίον της Ευβοίας κειμένας νήσους Σκύρον, Σκόπελον και Σκιάθον.
    Δεν αμφιβάλλομεν δε ότι τα εις την ανατολικής Ελλάδα προσταλέντα ήδη στρατεύματα της σεβ. Διοικήσεως έχουν παρ’ αυτής τις ανήκουσας οδηγίας και περί των κινημάτων αυτού του υπόπτου ανθρώπου.

  9. Β... on

    H συγκρότηση του αμερικανικού έθνους

    Aπόστολος Διαμαντής

    Οι πρώτοι άποικοι της Bιρτζίνια και της Bοστώνης ήταν άγγλοι πουριτανοί, δηλαδή κληρονόμοι του αγγλικού εμπειρισμού και της ηθικής της θρησκευτικής μεταρρύθμισης. Ταυτόχρονα ήταν οπαδοί του αγγλικού πολιτικού φιλελευθερισμού, ο οποίος έδωσε με τον Όλιβερ Κρόμγουελ στην Αγγλία, την πρώτη συνταγματική εξουσία. Οι πρώτοι λοιπόν άποικοι, οι άγγλοι πουριτανοί του 16ου αιώνα, επιβίωσαν στη φυσική και ψυχολογική ένταση του ταξιδιού στον ωκεανό και είχαν αποδεχτεί την πρόκληση του νέου περιβάλλοντος. Ήταν λοιπόν πραγματιστές.

    Τι ήταν ακριβώς οι άγγλοι πουριτανοί; Ήταν μια θρησκευτική μεταρρυθμιστική τάση που εμφανίστηκε το 1564 στην Αγγλία και ζητούσε την κατάργηση πολλών τελετουργικών τυπικών της καθολικής εκκλησίας. Ήταν δηλαδή άγγλοι προτεστάντες. Αντιπολιτεύτηκαν τον βασιλιά Κάρολο Α, προβάλλοντας ζητήματα ανεξιθρησκίας.

    Αλλά ο πουριτανισμός ήταν και ένας άκαμπτος, ασκητικός τρόπος ζωής. Περιελάμβανε μια ζωή χωρίς καταχρήσεις και απολαύσεις και αυστηρό έλεγχο της ατομικής ηθικής. Είναι αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά της προτεσταντικής ηθικής εν γένει, τα οποία όμως σύντομα θα αποτελέσουν και τη βάση της νέας επιχειρηματικής ηθικής στο Νέο Κόσμο.

    Στο πολιτικό πεδίο η καλύτερη εποχή του αγγλικού πουριτανισμού ήταν η ανάδειξη του Κρόμγουελ στην κεφαλή της δημοκρατικής Αγγλίας. Αυτός ο «Λόρδος Προστάτης» κατάφερε να επιβάλει πολλές από τις θέσεις των πουριτανών. Όμως ο θάνατός του έφερε και την υποχώρηση των ιδεών των πουριτανών, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από την εκκλησία, μετά την επαναφορά της Μοναρχίας.

    Μόνη διέξοδος των πουριτανών ήταν πλέον οι αποικίες. Μαζικά λοιπόν μετακινήθηκαν προς την Αμερική και ίδρυσαν εκεί τις πιο χαρακτηριστικές κοινότητες του Νέου Κόσμου, κυρίως στη Νέα Αγγλία και την Μασσαχουσέτη. Έτσι, με τον αποικισμό, οι άγγλοι πουριτανοί απέφευγαν τον κίνδυνο των θρησκευτικών διώξεων και ταυτόχρονα εύρισκαν έναν νέο ελεύθερο τόπο για να διαδώσουν τις ιδέες τους.

    Φτάνοντας στην Αμερική, οι άγγλοι πουριτανοί μετέφεραν φυσικά και τις αντιμοναρχικές, φιλελεύθερες ιδέες τους. Έτσι, όταν αργότερα ο αγγλικός πολιτικός φιλελευθερισμός, θα πάρει μια πιο καθαρή μορφή με το έργο του Τζων Λοκ, θα σχηματιστεί πλήρως η εικόνα μιας νέας χώρας που πιστεύει βαθιά στην πολιτική ελευθερία. Από τότε η Αμερική θα κατακτήσει τον τίτλο «χώρα της ελευθερίας».

    Οι βασικότερες φιλελεύθερες προτάσεις του Λοκ αφορούσαν τα ατομικά δικαιώματα και την ιδιοκτησία. Ούτε η κυβέρνηση, ούτε η εκκλησία, ούτε κάποια άλλη μορφή εξουσίας, μπορούν να στερήσουν το φυσικό δικαίωμα του ατόμου να κρίνει το σωστό και το λάθος. Το άτομο δεν έχει καμία απολύτως υποχρέωση να υποτάσσεται σε οποιαδήποτε μορφή πνευματικής εξουσίας, κόμμα ή θεσμό. Επομένως τα φυσικά δικαιώματα του ατόμου είναι απαραβίαστα. Και η ελευθερία του ενός έχει ένα μόνον όριο, την ελευθερία του άλλου. Το κράτος οφείλει να προστατεύει αυτήν ακριβώς την αρχή.

    Το πιο βασικό από όλα τα φυσικά δικαιώματα είναι η ατομική ιδιοκτησία, η οποία προστατεύεται απολύτως από το κράτος. Και πηγή κάθε εξουσίας είναι η θέληση του λαού. Αυτή ακριβώς η πλευρά του αγγλικού πολιτικού φιλελευθερισμού, η οποία πέρασε στην καθαρή της μορφή, μέσω των πουριτανών, στην Αμερική, συνιστά και το περιεχόμενο της περίφημης Διακήρυξης της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας. «Kανένας δεν μπορεί να επιβάλλει τη θέλησή του πάνω σε ένα ελεύθερο έθνος».

    H Aμερική απαίτησε λοιπόν, με την επανάστασή της, το δόγμα της μη επέμβασης. Το δόγμα αυτό, το οποίο επιβάλει την ελευθερία των πολιτικών επιλογών κάθε λαού, οδήγησε την Αμερική στην πλήρη εναντίωσή της με τα αποικιοκρατικά καθεστώτα του 19ου αιώνα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως η πρώτη επίσημη αναγνώριση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 έγινε από τον αμερικανό πρόεδρο Mονρόε, στις 4 Δεκεμβριου του 1822: “Eίναι αδύνατον να βλέπουμε τις καταθλίψεις, τας οποίας υφίσταται η Eλλάς, χωρίς να συγκινηθούμε βαθύτατα. Tο όνομά της γεμίζει το μυαλό και την καρδιά με τα υψηλότερα αισθήματα. Eξαιρετική επιδεξιότητα και λεπτότητα στις τέχνες, ηρωισμός στις πράξεις, αγνός πατριωτισμός, ενθουσιώδης ζήλος για ελευθερία, ενώνονται με τις αναμνήσεις μας για την Aρχαία Eλλάδα. H επί τόσα χρόνια εξαφάνιση της χώρας αυτής, είχε βαθιά πικράνει τα γενναιόφρονα πνεύματα”.

    Tο διάγγελμα αυτό του Mονρόε έκανε αίσθηση στη σχεδόν εχθρική ακόμη Eυρώπη. Tο ρεύμα του φιλελληνισμού βρήκε μια νέα ορμητική πηγή. H κυβέρνηση ωστόσο των HΠA δεν προχώρησε αμέσως σε αναγνώριση του νέου ελληνικού κράτους, παρά την έντονη πίεση που είχε από τις εφημερίδες και την κοινή γνώμη. Δεν ήθελε να διαταράξει ακόμη τις σχέσεις της με την Tουρκία και περιορίστηκε στη σαφή οπωσδήποτε προφορική συμπαράταξη με τις επιδιώξεις των επαναστατημένων Eλλήνων.
    Ωστόσο η αμερικανική βοήθεια ήταν σημαντική, κυρίως οικονομική, μέσω επιτροπών βοηθείας που είχαν συσταθεί με πρωτοβουλία των αμερικανικών κολλεγίων και των διαφόρων λεσχών. Xιλιάδες δολάρια εισέρεαν για τους σκοπούς του αγώνα, ενώ εστάλη επίσης και μια φρεγάτα με την επωνυμία “Eλλάς”, η οποία έφτασε στο Nαύπλιο το 1826.
    Ο αμερικανικός φιλελληνισμός σήμαινε ουσιαστικά την ταύτιση των ιδεών του ελληνικού και του αμερικανικού εθνικισμού, πολύ καθαρότερα από αυτή που θα περίμενε κανείς, μέσα σε μια Eυρώπη που κυριαρχείται από τον αγγλο- γαλλικό ανταγωνισμό. Mπορεί η ελληνική επανάσταση να γίνεται στον απόηχο της Γαλλικής, όμως από την άποψη των στόχων και των ιδεών που συγκροτούν την εθνική συνείδηση, ασφαλώς η αμερικανική περίπτωση βρίσκεται εγγύτερα στην ελληνική. Mιλάμε κυρίως για ένα αγώνα εθνικό, απελευθερωτικό. Kαι αυτό ήταν επόμενο να φτάσει μέχρι τα αυτιά του Προέδρου των HΠA. Πολύ πιο γρήγορα από τα αυτοκρατορικά ακόμη αυτιά των Eυρωπαίων πολιτικών.
    Η ίδια πολιτική θέση οδηγεί αργότερα τις ΗΠΑ στην καταδίκη των γενοκτονιών των αρχών του 20ου αιώνα, με κορυφαίο παράδειγμα τη γενοκτονία των αρμενίων, αλλά και την αποδοχή της ελληνικής προσπάθειας να απελευθερωθούν εδάφη της Μικράς Ασίας, μετά τη συνθήκη των Σεβρών. Για τον αμερικανό πρόεδρο «οι λαοί έχουν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, όταν καταπιέζονται από αυταρχικές κυβερνήσεις για πολλούς αιώνες».

    Η στάση της Αμερικής, απέναντι στο δόγμα της μη επέμβασης, αλλάζει από την συμμετοχή της στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι η πρώτη φορά που βγαίνει από τον απομονωτισμό της και παραβαίνει το δόγμα της μη επέμβασης. Οι αμερικανοί θα έχουν εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς στην Ευρώπη και αυτό θα συνεχιστεί φυσικά και στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Με το τέλος του η Αμερική θα αναλάβει εργολαβικά την οικονομική ανασύνταξη της Ευρώπης με το Σχέδιο Μάρσαλ και κυριολεκτικά τα αμερικανικά δολάρια θα στήσουν και πάλι στα πόδια της την ευρωπαϊκή οικονομία που ήταν εντελώς κατεστραμμένη.

    Η πορεία της Αμερικής από το δόγμα της μη επέμβασης στην πολιτική της παγκόσμιας κυριαρχίας, είναι μια πορεία που έχει διαμορφώσει το ιδεολογικό εκκρεμές, μεταξύ μιας καλής και μιας κακής Αμερικής. Ιστορικά είναι τα δύο πρόσωπα του Νέου Κόσμου, ο οποίος όμως, τόσο από την άποψη της ιστορικής του καταγωγής, όσο και από την θέση του μέσα στην παγκόσμια πολιτική τάξη, δεν είναι και τόσο Νέος: είναι μια μετεξέλιξη του αγγλικού πολιτικού φιλελευθερισμού, αλλά και της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας, που άλλοτε ήταν βρετανική και τώρα είναι αμερικανική.

    Έμερσον- Μέλβιλ- Ουίτμαν: Τα 3 πρόσωπα του αμερικανικού έθνους.

    Οι εθνικοί συγγραφείς της Αμερικής, ο φιλόσοφος Ραλφ Βάλντο Έμερσον (1803-1882), ο μυθιστοριογράφος Χέρμαν Μέλβιλ (1819-1891) και ο ποιητής Ουώλτ Ουίτμαν (1819-1892), έδωσαν με το έργο τους τα χαρακτηριστικά του αμερικανικού πνεύματος και διαμόρφωσαν την ιδιαιτερότητα της εθνικής συνείδησης του λαού των ΗΠΑ. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να συνοψισθούν στο τρίπτυχο: πρακτικός ιδεαλισμός, φιλελευθερισμός και ατομικότητα. Γι’ αυτές τις τρεις πλευρές του αμερικανικού πνεύματος, έδωσαν τις καλύτερες σελίδες τους ο Έμερσον στο έργο του «Ο Αμερικανός πνευματικός άνθρωπος», ο Ουίτμαν στην εισαγωγή του στα «Φύλλα Χλόης» και ο Μέλβιλ με το σύνολο του έργο του και κυρίως με το «Μόμπυ Ντικ».

    Ο Ραλφ Βάλντο Έμερσον, με την διάλεξή του στο Χάρβαρντ, με τίτλο «Ο Αμερικανός πνευματικός άνθρωπος», δίνει με τρόπο σαφή τα χαρακτηριστικά μιας απόλυτης ατομικότητας: «Η ιδιαίτερη ζωή του κάθε ανθρώπου θα γίνει ένα κράτος πιο φημισμένο, πιο τρομερό στους εχθρούς του, πιο ευεργετικό στους φίλους του, απ’ όσο υπήρξαν ποτέ όλα τα βασίλεια της γης. Γιατί ο άνθρωπος στην ολοκλήρωσή του, συγκεντρώνει μέσα του τις ιδιαίτερες ικανότητες όλων των ανθρώπων».

    Μέσω αυτής της θεοποίησης του ατόμου, ο Έμερσον τοποθέτησε στο κέντρο της ανθρώπινης φύσης την έννοια της «αυτοπεποίθησης», η οποία αποτέλεσε και την καρδιά της αμερικανικής ιδεολογίας. Η δύναμή της έφερε έναν άνεμο επαναστατικό σε όλους θεσμούς, αλλά και την πρακτική ζωή. Είναι η καρδιά της αμερικανικής ηθικής, η ηθική της ατομικότητας. Σκοπός της ανθρώπινης ζωής είναι να μεταφέρει ο άνθρωπος τον κόσμο μέσα του και να μην αφήσει τίποτε που να μην αντιπροσωπεύεται μέσα στο Είναι του. Για το Έμερσον «…τίποτα δεν είναι τόσο ιερό όσο η αυτοτέλεια και η ακεραιότητα του πνεύματός μας. Το μόνο ορθό είναι το σύμφωνο με την ιδιοσυστασία μου».

    Αυτή είναι και η βάση του σύγχρονου αμερικανικού εθνικισμού, η οποία περνάει σε όλα τα έθνη, εφόσον αυτό που ισχύει για το κάθε άτομο ξεχωριστά, ισχύει και για κάθε έθνος ξεχωριστά. Το έθνος νοείται ως άτομο. Επομένως τίποτα δεν είναι ιερότερο από την πλήρη αυτονομία ενός έθνους και η εθνική ιδιαιτερότητα είναι η μόνη ορθότητα.

    Ένας ελεύθερος άνθρωπος, αλλά και ένα ελεύθερο έθνος, μπορεί να κατορθώσει τα πάντα. Ο Έμερσον απομακρύνεται από την χριστιανική ηθική, κυρίως από την έννοια του ελέους. «Εγώ…», λέει ο Έμερσον, «…δεν ζητώ να εξιλεωθώ, αλλά να ζήσω. Η ζωή μου δεν είναι απολογία, αλλά ζωή. Και μη μου λέτε πως έχω υποχρέωση να ελαφρύνω τη θέση των φτωχών. Ποιος φταίει γιατί είναι φτωχοί; Εγώ; Αστόχαστε φιλάνθρωπε, γκρινιάζω για το δολάριο, το σεντ, τον οβολό που μου ζητάς, γιατί το χρήμα δεν μου ανήκει και δεν μπορώ να το δώσω». Αυτός ο πρακτικός ιδεαλισμός του Έμερσον κατακλύζει την διδασκαλία του για την ηθική αγωγή των νέων και ασφαλώς, διδάσκοντας την αυτοπεποίθηση, διαπαιδαγωγεί το άτομο της καπιταλιστικής εποχής.

    Ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο εθνικός ποιητής των ΗΠΑ, το 1855 εκδίδει τα «Φύλλα Χλόης» με τα οποία γίνεται ευρύτερα γνωστός. Είναι προσηλωμένος στο μεγαλείο της αμερικανικής φύσης, στη δύναμη του ενστίκτου, στη ορμή της ζωής και στην απλότητα που έρχεται από την θεία τάξη. Ο Ουίτμαν, διονυσιακός και ρωμαλέος στην έκφραση, αποδίδει με τρόπο έξοχο την πίστη του απλού αμερικανού του 19ου αιώνα στη φιλία και την ελευθερία. Είναι ένας ποιητής μεγάλων οριζόντων, ανάλογος στο ύφος και την ρητορική με τον δικό μας Κωστή Παλαμά ή τον Άγγελο Σικελιανό. “Eίμαστε αυτό που είμαστε/ κι η ίδια η γέννησή μας/ απάντηση ισχυρή σε όποια αντίδραση /εμείς έχουμε για όπλα τους εαυτούς μας/ κι είμαστε οι ομορφότεροι για τα δικά μας μάτια./ Όποια αμαρτία αρχίζει και τελειώνει μέσα μας,/ ότι κι αν γίνει κι ότι κι αν δε γίνει /αμαρτωλοί ή ωραίοι /μόνο για μας και μέσα μας. Kι αν κάποτε χαθούμε, δε θάναι από κατακτητή. Στην αιώνια νύχτα μόνοι μας θα βυθιστούμε”.(Στη γαλάζια όχθη της Οντάριο, μτφ. Γιάννης Βαρβέρης, «Ρόπτρον», Αθήνα 1992).

    Ο Χέρμαν Μέλβιλ, είναι ασφαλώς ο κορυφαίος αμερικανός συγγραφέας και ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών. Το έργο του Μόμπυ Ντικ, με φιλοσοφικές προεκτάσεις, αποδίδει μοναδικά το αμερικανικό πνεύμα της κατάκτησης της Φύσης, της αναζήτησης της γνώσης, αλλά και της πίστης στη δύναμη μιας ανίκητης ατομικότητας.

    Ο Mέλβιλ παλεύει με το άγνωστο της Φύσης και της Γνώσης: H απάντησή του είναι το ταξίδι προς τον σκοτεινό ωκεανό. Mόνος ο άνθρωπος βρίσκεται απέναντι στην τεράστια φάλαινα, τον Μόμπυ Ντικ, που συμβολίζει και τα δύο: “Οι ψυχές μας είναι σαν εκείνα τα ορφανά που οι ανύπαντρες μάνες τους πεθαίνουν πάνω στη γέννα’ το μυστικό της πατρότητάς μας βρίσκεται στον τάφο τους’ εκεί λοιπόν πρέπει να κατέβουμε για να το μάθουμε “.

    Αυτός ήταν ο άνθρωπος του Nέου Kόσμου, που για πρώτη φορά μετά από αιώνες βρίσκεται μόνος, αντιμέτωπος με κάτι που τον τρομάζει και που πρέπει ωστόσο να κατακτήσει; Ο άνθρωπος που σ’ αυτό το κυνήγι “ανάμεσα στις δυνάμεις του ουρανού της κόλασης και της γής μπορεί να χαθεί’ όσο όμως υπάρχει επιμένει να συναλλάσσεται με όλες τις δυνάμεις σε ίσια βάση “.

    Ο Xέρμαν Mέλβιλ, που πέθανε το 1891, πέρασε και από την Αθήνα το 1856 και έγραψε χαρακτηριστικά: «Πάρε όλους τους ηθοποιούς της όπερας μια νύχτα από τα θέατρα του Λονδίνου και βάλε τους να δουλεύουν ντυμένοι με τα θεατρικά τους κοστούμια: να ζυγίζουν δέματα, να μετράνε μπακαλιάρους, να κάθονται σε τραπέζια στο μώλο καπνίζοντας, συζητώντας, σουλατσάροντας – να κάθονται σε βάρκες – να μαζεύουν κουρέλια, να κουβαλάνε βαρέλια νερού και θά έχεις μιαν ιδέα ενός ελληνικού λιμανιού”.

    http://www.antifono.gr/portal/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82/%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CF%83%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1-%CE%95%CF%80%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1/%CE%86%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/4483-h-sygkrotisi-toy-amerikanikoy-ethnoys.html

    • Β.Α. on

      Γράφει ο Απόστολος Διαμαντής:

      “Η ίδια πολιτική θέση οδηγεί αργότερα τις ΗΠΑ στην καταδίκη των γενοκτονιών των αρχών του 20ου αιώνα, με κορυφαίο παράδειγμα τη γενοκτονία των αρμενίων, αλλά και την αποδοχή της ελληνικής προσπάθειας να απελευθερωθούν εδάφη της Μικράς Ασίας, μετά τη συνθήκη των Σεβρών. Για τον αμερικανό πρόεδρο «οι λαοί έχουν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, όταν καταπιέζονται από αυταρχικές κυβερνήσεις για πολλούς αιώνες»….”

      Η τελική στάση της αμερικανικής διπλωματίας ευνοούσε την διατήρηση της ακεραιότητας της Τουρκίας, επέτρεψε τη νίκη των κεμαλικών στρατευμάτων και ανέχτηκε την ολοκλήρωση των Γενοκτονιών.

      Υπάρχουν καταγγελίες ότι αμερικανικά πολεμικά που ναυλοχούσαν στο λιμάνι της Σαμψούντας παρέδωσαν στους κεμαλικούς αντάρτες Πόντιους που είχαν καταφύγει σ’ αυτά. Επίσης με απάθεια είδαν και την τελευταία πράξη του δράματος: την πυρπόληση της Σμύρνης και τη σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού που ακολούθησε.

      Ο ηπιότερος χαρακτηρισμός για την στάση των ΗΠΑ στα μικρασιατικό δράμα είναι ότι υπήρξε κυνική…..

      Βέβαια, μπορεί κάποιος να αντικρούσει τις κατηγορίες αυτές λέγοντας ότι εδώ ολόκληρη η μοναρχική κυβέρνηση των Αθηνών:
      -δεν απέστειλε ούτε μια σφαίρα στους αντάρτες του Πόντου,
      -δεν επέτρεψε τους Ίωνες να εξοπλιστούν για να αμυνθούν,
      -δεν δημιούργησε γραμμή άμυνας γύρω από τη Σμύρνη,
      -δεν επέτρεψε τους χριστιανικούς πληθυσμούς να αποχωρήσουν,
      -δεν επέτρεψε στα ελληνικά πλοία που αναχωρούσαν από το λιμάνι της Σμύρνης να πάρουν μαζί τους πρόσφυγες και άμαχους χριστιανούς, τους οποίους εν τέλει παρέδωσε συνειδητά στα κεμαλικά στρατεύματα για “να μην δημιουργηθεί προσφυγικό πρόβλημα στην Ελλάδα”…

      Οπότε, πώς να ρίξουμε όλα τα βάρη στους ξένους;;;;;;

  10. […] «Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστι μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας…Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;». (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης) «Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος…Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν…». (Αλέξανδρος Υψηλάντης) «…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού» (Γρηγόριος – Δικαίος Παπαφλέσσας) «Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι’ έχουν και κανόνια κι’ όλα τα μέσα. Εμείς σε ούλα είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι’ αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι’ ο Θεός βοηθός…». (Στρατηγός Μακρυγιάννης) «…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν…». (Ο όρκος των Ιερολοχιτών) «Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…» «Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση…». (Θ. Κολοκοτρώνης) «…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε λευτεριά». (Ιω. Μακρυγιάννης ) «Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω…». (Ανδρέας Μιαούλης) «Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε…Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα…Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…Εις το όνομα του Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους…». (Κωνσταντίνος Κανάρης) «Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του. – Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. – Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια…Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του». (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης) «Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν». «…Κι’ αν είμαστε ολίγοι…παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…». «…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’ όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί….». (Ιω. Μακρυγιάννης) «Το Ελληνικόν Έθνος, αφ’ ού υπέκυψεν εις τον βάρβαρον και σκληρότατον ζυγόν της Οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη όχι μόνον την ελευθερίαν του, αλλά και παν είδος μαθήσεως…και ήτον ενδεχόμενον να εκλείψη διόλου από το Έθνος η Ελληνική γλώσσα, εάν δεν την διέσωζεν η Εκκλησία προς ήν οφείλεται και κατά τούτο ευγνωμοσύνη». (Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός) «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους, όταν μάλιστα κηρύττεται από ποιμένας φίλους της αληθείας και της δικαιοσύνης» (Αδ. Κοραής) «…Τούτο παρακαλώ να τους παραγγείλετε να πράττωσιν εις το εξής, παριστάνοντες εις αυτούς, ότι πολεμούν όχι μόνον υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως». (Αδ, Κοραής προς Γ.Κουντουριώτην, 1824) «…Μόνη η δικαιοσύνη φέρει την ελευθερίαν, την δύναμιν και την ασφάλειαν. Όπλα χωρίς δικαιωσύνην, γίνονται όπλα ληστών, ζώντων εις καθημερινόν κίνδυνον να στερηθώσι την δύναμιν από άλλους ληστάς, ή και να κολασθώσιν ως λησταί από νόμιμον εξουσίαν. Η ανδρεία χωρίς την δικαιοσύνην είναι ευτελές προτέρημα, η δικαιοσύνη, αν εφυλάσσετο από όλους, ουδέ χρείαν όλως είχε της ανδρείας. Και αυτή του Θεού η παντοδυναμία ήθελ’ είσθε χωρίς όφελος διά τους ανθρώπους, αν δεν ήτον ενωμένη με την άπειρον δικαιοσύνην του…». (Αδ, Κοραής προς Οδυσσέα Ανδρούτσον, 1824) «…Αχ, διά τους οικτιρμούς του Θεού, ο οποίος είναι όλος αγάπη, διά το όνομα της Πατρίδος, η οποία είναι όλη αρετή, ας καθαρίσωμεν την ψυχήν μας, και εις αυτήν την ώραν του κινδύνου, από τον ρύπον της διχονοίας, ας θάψωμεν εις τον τάφον της λησμονησίας τα άγρια και ανόητα πάθη μας, ας πλύνωμεν τας μεμολυσμένας καρδίας εις το ιερόν λουτρόν της αγάπης, ο πατριωτισμός ας λαμπρύνη, εις το εξής τον θολωμένον νουν μας, η ειλικρίνεια ας βασιλεύση εις την καρδίαν μας, η αγάπη κα η σύμπνοια ας προπορεύωνται, ως νεφέλη πυρός, όλων των βουλών μας και όλων των έργων μας». (Σπ. Τρικούπης) «Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θανά είμαι. Ότι σ΄αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπό να πάγω αλλού». (Ιω. Μακρυγιάννης) «Είναι καιρός…να κρημνίσωμεν από τα νέφη την Ημισέληνον διά να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ού πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν και ούτω να εκδικήσωμεν την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιναπό την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν»; (Αλ. Υψηλάντης) «…Η ημέρα εκείνη, την οποίαν επιθυμούσαν οι πατέρες μας να την ιδούν, έφθασε και ο Νυμφίος έρχεται…Έφθασεν ο καιρός διά να λάμψη πάλιν ο Σταυρός και να λάβη πάλιν η Ελλάς, η δυστυχής Πατρίς μας, την ελευθερίαν της…». «Ό, τι και αν εκάμαμεν, είτε εγώ, είτε οι συνάδελφοί μου, είτε ως εταίροι, είτε ως αγωνισταί, ήτο έμπνευσις και έργον της Θείας Προνοίας, και ουδέν ηθέλομεν πράξει άνευ της εμπνεύσεως ταύτης». (Άνθιμος Γαζής) «ΙΔΟΥ ο Θεός μεθ’ ημών, ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς κραταιούς. Ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μας αφήνει εις την διάκρισιν του εχθρού. Αλλά είναι σύμμαχός μας, καθώς πολλάκις το είδομεν και άμποτε εις το εξής διά της δυνάμεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού και διά της ενεργείας και γενναιότητός σας να αφανισθή ο εχθρός εξ ολοκλήρου…». (Π. Μαυρομιχάλης προς τον Θ.Κολοκοτρώνη) «ΧΩΡΙΣ αρετή και θρησκεία δεν σχηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον». (Στρατηγός Μακρυγιάννης) «Ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αύτη σωθήσεται. Επί ταύτης της πεποιθήσεως αντλώ πάσας μου τας δυνάμεις και πάντας τους πόρους». (Ι. Καποδίστριας) «Η Ιστορία και το μέλλον της Ελλάδος στηρίζονται πάνω σε τρεις λέξεις: Θρησκεία, Ελευθερία, Πατρίς». (Παλαιών Πατρών Γερμανός) «Εγώ, η φαμίλια μου, τα’ άρματά μου, ό,τι έχω είναι για την Ελλάδα». (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης) Πηγή: https://kars1918.wordpress.com/2010/03/20/1821/paterikos.blogspot.gr […]

  11. Ανδρέας on

    Οι Νεοφώτιστοι – Οι Τούρκοι Αγωνιστές του 1821
    Posted on Απριλίου 1, 2014
    Rate This

    Είναι γεγονός ότι η επανάσταση του 1821 είχε εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα. Ωστόσο δεν της έλειπαν στοιχεία θρησκευτικού ή κοινωνικού χαρακτήρα.

    Όλοι γνωρίζουμε επαναστάτες όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Μαυρομιχάλης, ο Καραϊσκάκης, ο Μπότσαρης κ.ά. όλοι τους πολέμησαν υπέρ πίστεως και πατρίδας. Πόσοι όμως από εμάς γνωρίζουμε τους Τούρκους που πολέμησαν υπό την σημαία της επανάστασης και τα κίνητρά τους?

    Με τον όρο Τούρκο φυσικά εκείνη την εποχή δεν εννοούμε μόνον εκείνον που ήταν τουρκικής καταγωγής αλλά γενικότερα τον Μουσουλμάνο Οθωμανό οποιασδήποτε εθνικής καταγωγής (Αιγύπτιος, Αλβανός, Βούλγαρος, Σύριος). Την εποχή εκείνη ο θρησκευτικός διαχωρισμός ήταν και εθνικός διαχωρισμός.

    Δεν είναι τυχαίο το φαινόμενο του γενιτσαρισμού αλλά και η αλλαγή πίστης σε μεγαλύτερη ηλικία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η άρνηση του Α. Διάκου να αλλαξοπιστήσει προκειμένου να γλιτώσει την ζωή του.

    – “Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, τη πίστη σου ν΄ αλλάξεις;

    Να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν΄ αφήσεις”

    Με την λήξη της ελληνικής επανάστασης και την ίδρυση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους οι τούρκοι της Ρούμελης και της Πελοποννήσου φυσικά δεν εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας ούτε παρακάμφθηκαν σαν να μην υπήρχαν ποτέ. Όσοι γλίτωσαν, ειδικά από τις σφαγές τους πρώτου έτους της επανάστασης, βαπτίστηκαν χριστιανοί (άλλοι δια της βίας και άλλοι εθελοντικά) προκειμένου να συνεχίσουν να διαμένουν στο κράτος, ως κάτοικοι και όχι ως μέτοικοι (πολίτες αλλόθρησκοι β κατηγορίας).

    Πολλοί από αυτούς μάλιστα είχαν συμμετάσχει στον πόλεμο του 1821 ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Πολλοί από αυτούς είχαν δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό, άλλοι προσπάθησαν με αυτόν τον τρόπο να σώσουν την ζωή τους, άλλοι είχαν έρθει σε προστριβές με την κεντρική Οθωμανική Εξουσία, άλλοι πάρθηκαν ως δούλοι από αγωνιστές όπως οι είλωτες για τους αρχαίους Σπαρτιάτες.

    Όπως και να έχει ένα μέρος Οθωμανών βαπτίστηκαν Χριστιανοί και άλλαξαν θρήσκευμα με την αλλαγή των γεωπολιτικών συσχετισμών στην περιοχή των Βαλκανίων.

    Αυτοί ονομάστηκαν «Νεοφώτιστοι». Ονομασία που σημαίνει αυτός που βαπτίστηκε πρόσφατα. Το ελληνικό κράτος τους συμπεριφέρθηκε σε μεγάλο βαθμό δίκαια. Τους απένεμε ακόμα και αριστεία για τις υπηρεσίες τους στον αγώνα του 1821.

    Χαρακτηριστικά αναφέρουμε μερικούς Οθωμανούς οι οποίοι πήραν αριστείο και διέμεναν άλλοι προσωρινά άλλοι μόνιμα στην περιοχή της Μάνης αφού πολέμησαν με τα μανιάτικα τμήματα.

    Δημουλέας Ιωάννης, 1807, Αρεόπολη Οιτύλου, σιδερένιο, φάκ. 38, έγγρ. 351. Γεννήθηκε στην Ανδρούσα και ήταν ‘’νεοφώτιστος’’, πήρε δε το επίθετο του αναδόχου του. Κατατάχθηκε στο στρατό και το 1837 ήταν στρατιώτης του 2ου λόχου του 3 ελαφρού τάγματος και εγκρίθηκε για το αριστείο. Έλαβε μέρος σε α) Μεσολόγγι (Μήτρο Σκυλοδημάκο ; ), β) Βόνιτσα (Ν. Έμπαρη ; ) και γ) Αλμυρό (Ν. Πιεράκο).

    Νεοφώτιστος Αντώνιος, Ράχη Γυθείου

    Νεοφώτιστος Δημήτριος, Γύθειο

    Νεοφώτιστος Κυριακούλης, Μαρούλια Γυθείου

    Νεοφώτιστος Μιχαήλ, Καρυούπολη,

    Νεοφώτιστος Παναγιώτης, Οροβά-Άγιος Βασίλειος Αβίας,

    Νεοφώτιστος Χρήστος, Βαχός Καρυουπόλεως

    Ζουλαμάνης -Τσουλαμάνης Θεόδωρος, Τουρκοβαρδουνιώτης,

    Ζουλαμάνης Ν, Τουρκοβαρδουνιώτης,

    Ζουλούμης Νικόλαος, Τουρκοβαρδουνιώτης βαπτισμένος χριστιανός

    Μάλιστα ο Θεόδωρος Ζουλαμάνης έλαβε το αργυρό αριστείο αγώνος (ως αξιωματικός) με πρόταση του ίδιου του Πέτρου Μαυρομιχάλη. Ακόμα και δικαίωμα ψήφου έδωσαν στους άνδρες Νεοφώτιστους όπως συμπεραίνουμε από εκλογικούς καταλόγους των πρώτων εκλογικών αναμετρήσεων όπως του 1844 και του 1871.

    Στον παραπάνω εκλογικό κατάλογο του Δήμου Μονεμβασιάς της επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς στο χωριό Παντάνασσα και Γερμάνης καταγράφονται (2) Οθωμανοί ψηφοφόροι (πατέρας και γιος). Αριθμοί 336 και 354. Που σημαίνει ότι οικογενειακώς είχαν αλλάξει θρήσκευμα για να παραμείνουν στο νέο ελληνικό κράτος με πλήρη δικαιώματα.

    Ωστόσο η διαβίωση τους δεν ήταν πάντα εύκολη μιας και η ατμόσφαιρα μέχρι το 1830 ήταν ακόμα ρευστή. Η ρατσιστική βία λόγω αλλαγής πίστης ήταν συχνό φαινόμενο και αίτιο υποτιμητικής συμπεριφοράς.

    Στα γενικά αρχεία του Κράτους , σώζεται αναφορά μιας αλλαξοπιστεμένης που το 1823 κλαίει και οδύρεται:

    “Εις το Εξοχώτατον και Σεβασμιώτατον Συμβούλιον των Υπουργών.

    Πρακαλώ τους αφεντάδες να με λυπηθούν την καυμένην , οπού μου έκαψαν το συκώτι οι γενιές μου , ούτε σκουτιά μου άφησαν ούτε τίποτες . Με πέρασαν απ’ του σκυλιού τον κώλο , με τις βρισιές τους και με τυραννούν ολημέρα ,ωσάν οι Εβραίοι τον Χριστόν από τότε που εβαπτίσθηκα , η μάνα μου δεν έχει μάτια να με ιδή . Τι τραβώ , ένας Θεός το ξέρει….

    η δούλη σας , η νεοφώτιστος Φωτεινή “.

    Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά πως το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος μπορεί να ήταν αδύναμο οικονομικά, εξαρτημένο από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής ωστόσο ήταν βαθιά αντιρατσιστικό και δημοκρατικό αναγνωρίζοντας μπροστά από την εποχή του τα στοιχεία πολυπολιτισμικότητας.

    Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ένα μεγάλο μέρος αυτών των που άλλαξαν θρησκευτική ταυτότητα, μπορεί να το είχαν επαναλάβει κατά το παρελθόν δια της βίας. Άλλωστε οι εξισλαμισμοί δεν έλειπαν από κάποια πασαλίκια.

    ΠΗΓΕΣ

    http://www.lidoriki.com/
    Σ. Καπετανάκη «Αριστεία του 1821 σε Μανιάτες Αγωνιστές»
    Γ.Α.Κ Υποαρχείο ανακτόρων σειρά 007
    Λεωνίδα Λ. Σγούτα «Ευρετήριο Ελληνικής Νομολογίας» Αθήνησι 1853

    http://maniatika.wordpress.com/2014/04/01/%CE%BF%CE%B9-%CE%BD%CE%B5%CE%BF%CF%86%CF%8E%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%BA%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%BD%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AD%CF%82-%CF%84/

  12. 3 Ιουλίου 2014

    ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥΡΚΙΣΣΩΝ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ

    Την Ακρόπολη την κρατούν ακόμα οι Τούρκοι (όλο το 1821), ήδη οι Έλληνες έχουν καταλάβει δύο πύλες της Ακροπόλεως, και η πίεση των Ελλήνων έχει επιφέρει «αναστεναγμό και ο κλαυθμό των γυναικόπαιδων».

    Οι τούρκισσες « διαλογίζονται την μέλλουσαν τύχην των, αν πέσωσιν εις χείρας εχθρικάς και δουλικάς μάλλον κατά το φρόνημα των, και γίνονται απαρηγόρητοι». Οι γυναίκες αυτές καλομαθημένες και ασυνήθιστες «εις εργασίας χειρών κοπώδεις», τώρα υποχρεώνονται «μετά πόνου ψυχής» να κάνουν εργασίες που έβαζαν να κάνουν οι Αθηναίες. Φτιάξαν λοιπόν ένα ποίημα που εξιστορεί αυτά τα βάσανά τους.

    «Κακόμοιραις η Αθηναίς η καλομαθημέναις

    Τραβούσιν τον χερόμυλον και κλαίουν η καυμέναις

    Αφήκαν βρύσες με νερά, δένδρα με πορτοκάλια

    Κ εμβήκαν στο ρημόκαστρον, και τρώγουν τα λιθάρια.

    Τάχα να ζήσω να τα δω τα πράσινα μπαιράκια*;

    Νάρθουν να πολεμήσουνε, να βγάλουν τα φαρμάκια.

    Βρε Ισαλά** ελπίζομεν να έρθουν οι Πασσάδες.

    Και να κτυπήσουν τα σπαθιά να κόψουν τους ραγιάδες»

    ΣΟΥΡΜΕΛΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
    ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΥΠΕΡ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΑΓΩΝΑ ΑΡΧΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ»

    ISBN13 9789604004393
    Εκδότης ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
    Χρονολογία Έκδοσης Σεπτέμβριος 2011

    [Σουρμελής, Διονύσιος. Αθηναίος λόγιος και ιστορικός των Αθηνών. Η Ιστορία των Αθηνών του συγγραφέα, μολονότι αφήνει αρκετά ερωτηματικά, παρέχει πολλά αυθεντικά ιστορικά έγγραφα και σημαντικά στοιχεία με άγνωστες στους πολλούς, λεπτομέρειες και πληροφορίες, όπως π.χ. τα αναφερόμενα στην προσωπικότητα, τον χαρακτήρα, την πολιτείαν και την συνολική δράση του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του Ιωάννη Γκούρα και άλλων παραγόντων και πρωταγωνιστών του Αγώνος στην Αττική.]

    http://pluton22.blogspot.gr/2014/07/blog-post_3.html

  13. Για τις συγκρούσεις με τον Ομέρ Πασα του Ευρίπου:

    ΔΙΑΛΕΞΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΛΑΡΧΗΓΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗ ΣΤΟΝ ΑΥΛΩΝΑ
    http://skourtaniotisathanasios.blogspot.gr/2014/10/blog-post.html

    Στις 13-10-2014 δόθηκε διάλεξη στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημ Σχολείου Αυλώνα, για τον οπλαρχηγό Αθανάσιο Σκουρτανιώτη από τον Γιώργο Πύργαρη, στα πλαίσια του προγράμματος »ανοικτό πανεπιστήμιο» του Συλλόγου Αυλωνιτών »ΤΟ ΣΑΛΕΣΙ».
    Ήταν η πρώτη φορά που ακούστηκαν δημόσια τα αποτελέσματα και τα καινούρια συνταρακτικά στοιχεία της μέχρι τώρα έρευνας του Γιώργου Πύργαρη για τον Δερβενοχωρίτη οπλαρχηγό.
    Θα δημοσιεύσουμε προσωρινά κάποια στιγμιότυπα της συγκεκριμένης ομιλίας και αργότερα θα δημοσιεύσουμε όλη την ομιλία…

    ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΥΛΩΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΛΑΡΧΗΓΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗ

    …»…Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε κάτι το εκπληκτικό. Μιαν έξαρση στην δημιουργία πολιτιστικών, χορευτικών Συλλόγων, μιαν έξαρση πολιτιστικών εκδηλώσεων κάτι που πριν λίγα χρόνια θεωρούνταν αδιανόητο. Τι σημαίνει όμως αυτό; Σε δύσκολους καιρούς αρχίζει να επαναλειτουργεί ξαφνικά το ένστικτο της αυτοοργάνωσης και του επαναπροσδιορισμού μιας κοινωνίας, κυρίως όταν αυτή η κοινωνία αντιλαμβάνεται πως οι θεσμοί και οι πολιτικοί αντιπρόσωποί της, αδυνατούν να επιτελέσουν τον ουσιαστικό τους ρόλο που είναι εκτός από την επιβίωση, η ευτυχία και η ανάταση της κοινωνίας.»
    «…Ουσιαστικά είστε πολιτικοί φορείς, διότι εκείνοι που μέχρι σήμερα ονομάζουμε πολιτικούς και δεν μιλώ για την τοπική αυτοδιοίκηση, κάθε άλλο παρά πολιτικοί είναι. Μακριά από τον λαό, ακόμη και στις εκλογές φοβούνται πια να παρουσιαστούν και να ζητήσουν την ψήφο, γιατί γνωρίζουν ότι δεν εξυπηρετούν κανέναν λαό, καμία ανάταση, κανένα όραμα παρά μονάχα τα οικονομικά συμφέροντα των πατρώνων τους. »
    «…Για μένα κυρίες και κύριοι, ο Έλληνας έχει μπει σαράντα χρόνια στο σελοφάν και μόλις τώρα κάνει τις πρώτες δειλές κινήσεις να ξετυλιχτεί και να αναπνεύσει ξανά ελεύθερα. Πολιτικά κόμματα, λαϊκισμός, τηλεόραση χειραγώγησαν τον Έλληνα, προσπάθησαν να του ξεριζώσουν τις αξίες, να τον καταστήσουν άβουλο καταναλωτή άχρηστων προϊόντων και ψεύτικων ιδανικών. »
    »…Η προσωπογραφία του Σκουρτανιώτη λοιπόν, είχε διαμορφωθεί κυρίως από τους δύο αυτούς συγγραφείς και ήταν οπωσδήποτε ηρωική. Μια αγιογραφία που όμως για μένα όσο γοητευτική κι αν ήταν, έμοιαζε λειψή. Στην πραγματικότητα ήθελα να σκάψω κάτω από αυτήν και να ανακαλύψω τον Έλληνα, τον πολεμιστή, τον άνθρωπο και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Ίσως και τα λάθη του. Να σκάψω κάτω από την ρομαντική ηρωογραφία κι ας έβρισκα ακόμη και ψεγάδια…»
    »…Τα κίνητρα της επανάστασης του 1821, όση ιδεαλιστική βάση κι αν είχαν, είναι αδύνατο να μην είχαν και προσωπικά κίνητρα. Εάν η επανάσταση πετύχαινε, οι Τούρκοι θα άφηναν πίσω περιουσίες, κτήματα, σπίτια, φρούρια, όπλα, λιμάνια, λιόδεντρα, αμπέλια. Παράλληλα εάν οικοδομούνταν ένα ελληνικό κράτος, θα δημιουργούνταν ένα σωρό ανάγκες για κρατικές θέσεις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές. Θα ήμασταν αφελείς λοιπόν εάν πιστεύαμε πως οι άμεσοι πρωταγωνιστές αυτής της επανάστασης, δεν προσέβλεπαν σε όλα αυτά. Η ελευθερία ήταν λοιπόν μια σχετική λέξη που συμπύκνωνε μέσα της πολλά. Και προσωπικές φιλοδοξίες αλλά και ιδεαλιστικές θέσεις. Όμως!
    Στην πορεία της αυτή η μεγαλειώδη επανάσταση λειτούργησε σαν το άγριο κύμα που λαξεύει τον βράχο. Τον λειαίνει. Έτσι λάξευσε και αυτούς τους πρωταγωνιστές. Μέσα στις τόσες δυσκολίες και μέσα από εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις, πολλοί μεταμορφώθηκαν από διαβόλους σε αγίους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Καραϊσκάκης. Το μόνο που γύρευε στην αρχή, ήταν το αρματολίκι των Αγράφων. Το να έχει κανείς ένα αρματολίκι φυσικά εκείνη την εποχή, σήμαινε δύναμη πολιτική και οικονομική. Οι αρματωλοί ήταν υπεύθυνοι όχι μόνο για την τάξη, αλλά και το μάζεμα των φόρων και τούτο ακριβώς σήμαινε πολλά γρόσια στα χέρια τους. Δύναμη και εξουσία. Ο Καραϊσκάκης λοιπόν ήθελε πολύ το αρματολίκι των Αγράφων στην αρχή της επανάστασης. Δρώντας με καθαρά προσωπικά κίνητρα, προσπάθησε να επωφεληθεί από την επανάσταση, γι’ αυτό αντέδρασε στην τότε κυβέρνηση και τον Μαυροκορδάτο που ήθελε να δημιουργήσει κράτος εκ του μη όντος. Και πολλοί καπεταναίοι το ίδιο. Ήθελαν μεν να φύγει ο Τούρκος, αλλά να μην υπάρχει κάτι τις από πάνω να τους ελέγχει. Ήθελαν τις επαρχίες και τα αρματολίκια τους να τα ελέγχουν μονάχα οι ίδιοι. Όπως και ο Ανδρούτσος, που ήθελε απεγνωσμένα το αρματολίκι της Στερεάς, που το θεωρούσε κληρονομιά από τον πατέρα του. Εδώ ακριβώς έγκειται και η διαφορά των στρατιωτικών με τους πολιτικούς. Στην πορεία όμως, μέσα από όλες αυτές τις συγκρούσεις, πολλοί καπεταναίοι όπως ο Καραϊσκάκης όχι μόνο κατανόησαν το καινούριο που χτίζεται, αλλά και έγιναν ταπεινοί υπηρέτες αυτού του αγώνα και έδωσαν την ζωή τους γι’ αυτό. Λαξεύτηκαν και μεταμορφώθηκαν σε ήρωες και αγίους. Άλλος ο Καραισκάκης του 1821, άλλος ο Καραισκάκης του 1827. Άλλος ο Κολοκοτρώνης του 1821, άλλος ο Κολοκοτρώνης του 1825. Μόνο μέσα από αυτήν την εξελικτική δυναμική, θα κατανοήσουμε τις μεγάλες αντιφάσεις του 1821. Και βέβαια, θα πρέπει κάποτε να δούμε και τον σοβαρό ρόλο των Κωλέττη και Μαυροκορδάτου μέσα σε αυτήν την ιστορία και τις προσπάθειές τους με όλα τα λάθη -εξυπηρετώντας συνάμα και τις προσωπικές τους φιλοδοξίες- τις προσπάθειές τους όμως, να χτίσουν από το μηδέν ένα κράτος, απέναντι σε άγριους οπλαρχηγούς που δεν είχαν σαφή επίγνωση στην αρχή, του προσανατολισμού της ελληνικής επανάστασης…»
    »…Η ελληνική επανάσταση λοιπόν, δεν ήταν μια «ωραία ιστοριούλα». Ήταν μια συγκλονιστική, μεγαλειώδη, φονική και αντιφατική περιπέτεια που αναγέννησε ένα έθνος, δημιούργησε ένα κράτος και αποτέλεσε την αρχή του τέλους της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μια περιπέτεια που ένα σημαντικό κεφάλαιό της, είναι και ο αρβανίτης οπλαρχηγός Αθανάσιος Σκουρτανιώτης, για τον οποίο ήρθαμε να μιλήσουμε σήμερα…»
    »…Με την είσοδο του Δράμαλη την Άνοιξη του 1822, επιτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς ρόλους. Επιτίθεται στις εφοδιοπομπές του Δράμαλη που περνούν από την Κάζα και δεν αφήνει να περάσει τίποτα στην Πελοπόννησο. Η μεγάλη νίκη των Ελλήνων στα Δερβενάκια, οφείλεται εν πολλοίς στον καπετάν Αθανάσιο Σκουρτανιώτη. Στα Δερβενάκια μπορεί να δοξάστηκε ο Κολοκοτρώνης –και σωστά δοξάστηκε- θα πρέπει κάποτε όμως, για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, να δοξάσουμε και όσους εργάστηκαν άοκνα και αθόρυβα ώστε να φτάσουμε σε εκείνο το αποτέλεσμα. Ένας πολύ σημαντικός απ’ αυτούς, ήταν ο Σκουρτανιώτης. Και αν οι ιστορικοί της εποχής δεν ασχολήθηκαν με το γεγονός, δεν το άφησε να βυθιστεί στην λήθη, ο ειλικρινής Μακρυγιάννης, ο οποίος θα αποδώσει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι «…κι ο γενναίος κι ατρόμητος Θανάσης Σκουρτανιώτης δεν τους άφηνε να ξεμυτίσουν» δηλώνει στα απομνήμονεύματά του, για το ζήτημα της πείνας της στρατιάς του Δράμαλη.»
    »…Είναι βέβαια η εποχή που αρχίζουν οι πρώτες σοβαρές προστριβές μεταξύ κυβέρνησης και Ανδρούτσου. Η κυβέρνηση αμφισβητώντας την αρχιστρατηγία του στην Στερεά, στέλνει τους Νούτσο-Παλάσκα να τον αντικαταστήσουν. Οι στρατιώτες του Ανδρούτσου σκοτώνουν τους επίδοξους αρχηγούς και αρχίζει ουσιαστικά ένας κύκλος μίσους και αίματος, που θα λήξει μονάχα με την δολοφονία του Ανδρούτσου στην Ακρόπολη τον Ιούνιο του 1825.
    Με δεδομένες αυτές τις εσωτερικές συγκρούσεις, ο Σκουρτανιώτης θα πρέπει να ισορροπήσει περπατώντας σε ένα τεντωμένο σχοινί…»
    »…Την κύρια ευθύνη όμως για την αντιμετώπιση του Ομέρ Πασά του Ευρίπου την έχει ο Θανάσης Σκουρτανιώτης ο οποίος έχει προαχθεί σε αντιστράτηγο από τον Οκτώβριο του 1824. Εκείνος είναι υπεύθυνος να τον παρακολουθεί με στημένο εδώ και χρόνια καραούλι στον ανηφορίτη, εκείνος έχει αναλάβει να τον αντιμετωπίσει όπου και όταν μπορεί, εκείνος έχει αναλάβει να ειδοποιεί και να προστατεύει τους χωρικούς όταν οι Τούρκοι εξέρχονται για λεηλασίες. Όλα τα έγγραφα που έχω στην διάθεσή μου, αυτό δείχνουν. Πώς μεταξύ των Τούρκων του Ευρίπου και του στρατηγού Σκουρτανιώτη, υπήρχε θανάσιμο μίσος μία βεντέτα που κρατούσε χρόνια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως λίγο μετά τον θάνατο του στρατηγού στο Μαυρομάτι, ο αρχιστράτηγος Γκούρας δηλώνει ανήσυχος με επιστολή του προς την κυβέρνηση ΄΄…καθ΄εκάστην σχεδόν, οι εν Ευρίπω, ενθαρυνθέντες από τον θάνατο του Σκουρτανιώτη, εξερχόμενοι λεηλατούν την επαρχία Θηβών και μέρος των Αθηνών…΄΄
    »…Το Φθινόπωρο του 1824 ένα ατυχές περιστατικό, δείχνει πως δεν τα πηγαίνει καθόλου καλά με τον Κεφαλλονίτη στρατηγό Διονύσιο Ευμορφόπουλο. Στο στρατόπεδο του αέρος, ένας στρατιώτης του Σκουρτανιώτη διαπληκτίζεται με έναν στρατιώτη του Ευμορφόπουλου και τον σκοτώνει. Ο Ευμορφόπουλος κάνει αναφορά σην κυβέρνηση εναντίον του Σκουρτανιώτη κατηγορώντας τον πως άφησε ον στατιώτη του να φύγει και πως δεν είναι συνεργάσιμος στον πόλεμο μαζί του. Ο Κωλέττης –παρόλο που ξέρει τον Σκουρτανιώτη, ζητάει παραπάνω πληροφορίες. Απάντηση παίρνει από κάποιον Ματουλάκη; (η υπογραφή του είναι δυσανάγνωστη) ο οποίος γράφει μεταξύ άλλων στον Κωλέττη: «…αν με ρωτάς την γνώμη μου, ο Σκουρτανιώτης είναι καλός πατριώτης, αλλά θέλει τον πόλεμο να τον κάνει όπως θέλει αυτός με τας λεγομένας κοσιάδες και όχι καθώς η τάξις το θέλει…» ΄
    Την ίδια εποχή οι Θηβαίοι μέσω του βουλευτού Βρυζάκη ζητούν από την κυβέρνηση να προάγει τον Σκουρτανιώτη σε αρχηγό των αρμάτων της επαρχίας.»
    »…Το Φθινόπωρο του 1824, όλα οδηγούν στον δεύτερο εμφύλιο. Η κυβέρνηση έχοντας στα χέρια της ένα μεγάλο όπλο, το δάνειο από την Αγγλία θέλει να ξεμπερδεύει με τους Πελοποννήσιους, Κολοκοτρώνηδες, Ζαίμηδες, Σισίνιδες κτλ που έχουν σηκώσει κεφάλι εναντίον της. Ο Κωλέττης πείθει όλους τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς Καραισκάκη, Γκούρα, Κατζικογιάννη, Μακρυγιάννη, Διοβουνιώτη, υιό Πανουριά να μεταβούν στην Πελοπόννησο ώστε να τιμωρήσουν τους αντάρτες στασιαστές. Μέχρι σήμερα πιστεύαμε πως ο Σκουρτανιώτης δεν είχε λάβει μέρος στον δεύτερο εμφύλιο, πως ήταν απλά ένας δευτερεύον τοπικός καπετάνιος. Δενείναι όμως έτσι. Υπάρχει έγγραφο στα τέλη του Δεκέμβρη του 1824 που αποδεικνύει το αντίθετο. Πρόκειται για μια επιστολή του Σκουρτανιώτη προς την κυβέρνηση…»
    »…Μετά από ένα μήνα όμως ο εμφύλιος τελειώνει. Ο Κολοκοτρώνης με τους άλλους φυλακίζονται στην αρχή στο Ανάπλι και μετά στην ‘Υδρα την στιγμή που ο Ιμπραήμ ετοιμάζεται να μπει στην Πελοπόννησο.
    Οι Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί επιστρέφουν ενώ ο Γκούρας σε μια κρίση συνείδησης, γράφει στην κυβέρνηση… «Εμένα ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι, δεν μου σκοτώσανε ούτε τη μάνα, ούτε τον πατέρα. Εσείς μου είπατε πως σηκώσανε κεφάλι εναντίον της διοίκησης και ήρθα. Τώρα όμως βλέπω πως αντί να ξεμπερδεύετε μαζί τους, πιάνετε πάλι φιλίες. Σε λίγο θα τους βγάλετε και εγώ δεν θα ξέρω σε ποια πόλη της Ευρώπης να κρυφτώ μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά μου, που τα έβαλα με τους πρώην φίλους μου χωρίς να μούχουν κάνει τίποτα και τους έκανα τόσα…»
    »…Μετά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο τον Ιανουάριο του 1825 και την λήξη του εμφυλίου, η κυβέρνηση αφού έχει ξεμπερδέψει με τους Πελοποννήσιους, στρέφει την προσοχή της στον μοναδικό εναπομείναντα κίνδυνο. Στον Οδυσσέα Ανδρουτσο. Αφού έχει φροντίσει από πριν να του κόψει κάθε ανεφοδιασμό, είτε χρηματικό είτε σε ζαιρέδες, αφού έχει προσπαθήσει αρκετές φορές να τον δολοφονήσει, τον σπρώχνει ουσιαστικά να βρει καταφύγιο στους Τούρκους για να τον κατηγορήσει ως προδότη. Η επιχείρηση εναντίον του ονομάζεται ‘’Κακοδυσσέος πανήγυρις» και περιλαμβάνει α) διασπορά κατασκόπων παντού γύρω του, ακόμη και μέσα στο ίδιο του το στράτευμα β) Αξιοποίηση εναντίον του κάθε πληροφορίας γ) Συκοφαντία σε κάθε επίπεδο δ) Διασπορά της είδησης πως ετοιμάζεται μαζί με τους Τούρκους να χτυπήσει την Αθήνα και θα τα κάψει όλα, ώστε να τρομοκρατηθούν οι κάτοικοι ε) προετοιμάζει εκστρατευτικό σώμα με αρχηγό τον Γκούρα εναντίον του…
    Φυσικά δεν μπορούσαν να αφήσουν έξω και τον Σκουρτανιώτη από αυτήν την υπόθεση. Ο αντιστράτηγος λαμβάνει δύο διαταγές. Η πρώτη είναι έμμεση. Ο Γκούρας στέλνει διαταγή στον Στάθη Κατζικογιάννη «Να ενωθείς με τον Σκουρτανιώτη και να πιάσετε την Κάζα. Ό, τι ακούτε να ενημερώνετε». Είναι η στιγμή βέβαια που τάχα φοβούνται κάθοδο του Ανδρούτσου με τους Τούρκους. Μάταια ο Ανδρουτσος στέλνει επιστολές στους Δερβενοχωρίτες και στους Κουντουριώτες, επιστολές που έχω στα χέρια μου «μην ακούτε τι σας λένε για μένα, είναι όλα ψέματα, βγάλτε τα κοπάδια σας, βγείτε στα περιβόλια, δεν πρόκειται να σας πειράξει κανείς»
    Η δεύτερη διαταγή είναι κατ’ ευθείαν από την κυβέρνηση στον ίδιο τον Σκουρτανιώτη «Γενναιότατε Στρατηγέ, να εκστρατεύσεις εναντίον των Τούρκων (εννοεί προς βορρά και Λιβανάτες) και γρήγορα θέλει ανταμειφθείς από την πατρίδα δια τις πολύτιμες εκδουλεύσεις σου».
    »…Ο Σκουρτανιώτης μπλεγμένος στα δίχτυα και στις πολιτικές της εποχής που πολλές φορές αδυνατεί να κατανοήσει, αναγκάζεται να εκστρατεύσει και κείνος εναντίον των Τούρκων και του Ανδρούτσου στις Λιβανάτες, πριν όμως θα επιτεθεί στο απόσπασμα που θα μετέφερε τρόφιμα του Ομερ στις Λιβανάτες. Η επίθεση έγινεσχεδόν έξω από την Χαλκίδα. Ο Σκουρτανιώτης θα πάρει τα τρόφιμα, αφήνοντας πεινασμένο το τούρκικο στρατόπεδο στις Λιβανάτες. Εκστρατεύει προς βορρά, στέλνοντας τον αδερφό του Γιώργη και τον παπαθανάση Φίλη από το Δερβενοσάλεσι (Πύλη) στο Ναύπλιο για να ζητήσουν τους μισθούς των στρατιωτών του, καθώς και μια διαταγή αύξησης του στρατεύματος. Αντί αυτών, η κυβέρνηση φυλακίζει στο Ανάπλι τον Γιώργη και τον παπά! Γιατί;
    Έχω το έγγραφο. Λέει επί λέξη τα εξής :
    «Προσωρινή Διοικ της Ελλάδος του υπουργείου Αστυνομίας προς τον Γεν Αστυνόμο Ναυπλίου
    Εδώ ευρίσκονται παπα θανάσης της Φίλης και ο αδελφός του καπετάν Σκουρτανιώτη. Τούτους διαταγήν σου να συλλάβεις και να βάλεις υπό φύλαξη, συγχρόνως δε να κάμης ακριβείς εξετάσεις περί αυτών και ν αναφέρεις» ο Γραμματεας Γ. Γλαρακης. Στην αριστερή πλευρά της σελίδας με μικρά γράμματα είναι σημειωμένο: «διότι είναι ύποπτοι ως σύμφωνοι με Οδυσσέα»!!!!»
    »…Όσο γίνονται βέβαια αυτά στο Ναύπλιο, ο Θανάσης βρίσκεται στις Λιβανάτες. Εκεί σε μια άγρια συμπλοκή με τους Τούρκους, τραυματίζεται πολύ άσχημα στο δεξί του χέρι στις 4 Απριλίου 1825 και μεταφέρεται σε νοσοκομείο της Σαλαμίνας για να γιατρευτεί. Από εκεί γνωρίζοντας καλύτερα απ’ όλους το ανοιχτό μέτωπο που έχει με τον Ομέρ, συνεχίζει να στέλνει επιστολές στην κυβέρνηση και στον Κωλέττη για να του δοθεί άδεια αύξησης του στρατεύματός του.
    ΄΄…να ζητήσω παρά της σεβαστής διοικήσης μίαν διαταγήν αύξησης του σώματος μου, διότι δεν καταδέχομαι να ατιμασθώ τώρα εις τα γεράματα με πενήντα μόνον στρατιώτας…΄΄ γράφει στον Κωλέττη την Άνοιξη του 1825, αλλά το αίτημά του δεν γίνεται δεκτό. »
    »…Και την στιγμή που ο Γκούρας και η κυβέρνηση θεωρούν την κίνηση αυτή του Ανδρούτσου παράδοση, ο Σκουρτανιώτης είναι ίσως ο μοναδικός άνθρωπος στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, που στέλνει επιστολές. Μία στο βουλευτικό και την άλλη στο εκτελεστικό. Δεν μιλάει για παράδοση, αλλά για συνένωση! Και λέει πως ο Ανδρούτσος με τον Γκούρα θα χτυπήσουν μαζί τους Τούρκους. Υπερασπίζεται με έναν μοναδικό τρόπο τον Ανδρούτσο έντιμα και ενυπόγραφα, δίνοντας συνάμα και έναν προσανατολισμό στην κυβέρνηση να ασχοληθεί με το στρατόπεδο των Ελλήνων που έχει ξεμείνει από τρόφιμα και όχι με τον Ανδρούτσο. Η κυβέρνηση φυσικά έχει άλλα σχέδια. Αλυσοδένει τον Ανδρούτσο και τον μεταφέρει στην Ακρόπολη. Στους δρόμους της Αθήνας πλήθος κόσμου δεξιά και αριστερά καθώς περνά ο σιδηροδέσμιος πάλαι ποτέ φρούραρχος των Αθηνών, τον φτύνει, τον βρίζει, τον προπηλακίζει. Δύο μήνες αργότερα, ο Μαμούρης με τον Μήτρο Τριανταφυλλίνα, θα τον γκρεμίσουν από την Ακρόπολη χωρίς δίκη.»
    »…Από δω και μπρος οι διαταγές της κυβέρνησης προς τον Σκουρτανιώτη είναι απανωτές ΄΄ Να μεταβείς στα μέρη των Θηβών΄΄ …΄΄να προσέχεις διά απόβασην΄΄…και ο Σκουρτανιώτης με τους τελευταίους 50 πιστούς του, πηγαίνουν παντού, δεν διστάζει να τα βάλει με υπέρτερους. Γράφει σε μια επιστολή του: ΄΄…Βγήκαν εις ωρωπόν έως χίλιοι. Τους εδοκίμασα εις τον πόλεμον και τους ήυρα αδύναμους..΄΄ Το διαβάζεις και δεν μπορείς να το πιστέψεις. Δοκιμάζει στον πόλεμο 1000 Τούρκους μονάχα με 50 δικούς του και τους βρίσκει αδύναμους. Ατρόμητο τον έχει αποκαλέσει ο Μακρυγιάννης, μα πίστευα πως ήταν κατά κάποιο τρόπο σχήμα λόγου. Όμως τέτοια ανδρεία, είναι πραγματικά απίστευτη…»
    »…Έχουν ειπωθεί πολλά για την μάχη του Μαυροματίου. Πως η κυβέρνηση τον έστειλε επίτηδες για να σκοτωθεί επειδή τάχα ήταν Ανδρουτσικός. Η έρευνά μου όμως δεν με οδήγησε σε κανένα τέτοιο συμπέρασμα. Τον Σκουρτανιώτη τον χρειαζόταν η κυβέρνηση γιατί ήταν ο μόνος που έλεγχε και τα έβαζε με τον Ομερ του Ευρίπου και είχε αναλάβει μια περιοχή από το ωρωπό μέχρι τον Αλιαρτο, από τα Μέγαρα μέχρι την Χαλκίδα. Και όχι μόνο τον χρειαζόταν. Ήταν αγαπητός και σεβαστός στην κυβέρνηση του Ναυπλίου. Εξ’ άλλου λίγες ημέρες πριν από την μάχη στο Μαυρομάτι εκδίδεται διαταγή πληρωμής των αντρών του. 16000 γρόσια. Αν ευθύνεται κάπου η κυβέρνηση και εδώ πράγματι πρόκειται για εγκληματική αμέλεια, είναι στο ότι τόσους μήνες δεν λαμβάνει υπόψη της τις απανωτες αναφορές του για αύξηση του στρατεύματός του. Όντως εδώ πρόκειται για εγκληματική αμέλεια. Δεν κρατιέται ένας Ομερ πασάς με 50 στρατιώτες, όσο αποφασισμένοι, όσο έμπειροι και όσο σκληροτράχηλοι κι αν είναι…»
    »..Μια μάχη που χωρίζεται σε δύο φάσεις. Στην πρώτη οι Ελληνες πολεμούν έχοντας ως ασπίδα την μάντρα του περιβόλου της εκκλησίας. Εκεί οι Τούρκοι αφήνουν πίσω πολλούς νεκρούς, υποχωρούν για λίγο αλλά επιτίθονται ξανά μαζί με το ιππικό τους. Βοήθεια δεν έρχεται από πουθενά και τα πολεμοφόδια τελειώνουν. Ο Σκουρτανιώτης και οι άντρες του αναγκάζονται να κλειστούν μέσα στην εκκλησία. Το μεγάλο δράμα έχει αρχίσει. Οι Τούρκοι ανεβαίνουν στην στέγη της εκκλησίας , ανοίγουν τρύπες και πετούν από κει οβούζια και εύφλεκτες ύλες. Όσοι προσπαθούν να βγουν από την πόρτα σκοτώνονται επί τόπου γιατί όλες οι κάνες των Τούρκων σημαδεύουν αυτήν. Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα. Μέσα σε μία ώρα, λίγο πριν βραδιάσει, έχουν τελειώσει όλα. Ο Σκουρτανιώτης με τους άντρες του, έχουν αφήσει την τελευταία τους πνοή μέσα στην εκκλησία και έχουν παραδώσει τις ζωές τους στην αθανασία…»

  14. Το 1823, μετά την Επανάσταση και την άλωση της Τριπολιτσάς, οι «Τούρκοι » της Πελοποννήσου ανέρχονται σε 16.500 σε σύνολο 441.500.

    «…. Τα πληθυσμιακά στοιχεία είναι με βάση την εκτίμηση της πρώτης μεταεπαναστατικής ελληνικής «Υπέρτατης Διοίκησης» από το 1823, αλλά πρακτικά ισχύουν τα ίδια για την περίοδο μετά την άλωση της Τριπολιτσάς. Υπάρχουν ακόμα Τούρκοι κάτοικοι και στρατιώτες στο φρούριο της Πάτρας 9,000, στο καστέλι του Μοριά (Ρίο) 1,200, στην Μεθώνη 4,500 και στην Κορώνη 1,800. Αυτοί οι πληθυσμοί ενισχυμένοι από τα αραβικά στρατεύματα του Ιμπραήμ μετά το 1825 παρέμειναν στα ίδια μέρη μέχρι την τελική εκδίωξή τους όταν έληξαν οι εχθροπραξίες. Ο ελληνικός πληθυσμός γνώρισε μείωση (νεκρούς και αιχμαλώτους) σε σχέση με τα στοιχεία του 1823 κατά την δήωση της Πελοποννήσου από τον Ιμπραήμ. Από τον πίνακα απουσιάζουν οι αριθμοί για τον καζά Πραστού (Τσακωνιά), Ύδρα, Σπέτσες, Πόρο και Αίγινα, αν και δεν άνηκαν συνολικά στον Μοριά, εκτιμώνται με βάση την απογραφή του 1834….»

    http://www.saouarcadian.blogspot.gr/2013/12/1821_3.html

  15. Ἡ συγκλονιστικώτερη μαρτυρία ἔρχεται ἀπὸ τὸν ἱστορικὸ τῆς πόλης τῶν Ἀθηνῶν Διονύσιο Σουρμελῆ. Ὁ Σουρμελῆς ἦταν μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων μαχητῶν στὴν πολιορκία τῆς Ἀκρόπολης ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους ἐπαναστάτες τὸν Νοέμβριο τοῦ 1821.

    Ἀναφέρει τὸν παρακάτω διάλογο μεταξὺ χριστιανῶν καὶ μουσουλμάνων:
    «Ὅθεν εἶχον δίκαιον οἱ Τοῦρκοι νὰ παραπονοῦνται πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς συμπολίτας των, λέγοντες πρὸς αὐτοὺς “ἡμεῖς εἴμεθα Ἕλληνες καὶ πολεμοῦμεν, διὰ νὰ ἐ λευθερώσωμεν τὴν πατρίδα μας”, ἀποκρινόμενοι οὕτω· “καὶ τί εἴμεθα ἡμεῖς; δὲν εἴμεθα Ἕλληνες; δὲν ἐγεννήθημεν εἰς τοῦτον τὸν τόπον; δὲν ἀνετράφημεν, δὲν ἐμεγαλώσαμεν μαζὶ εἰς ταύτην τὴν γῆν, τὴν ὁποίαν ἐσεῖς κάμνετε τώρα ἐδικήν σας;”, καὶ ἄλλα παρόμοια. “Μὰ εἶσθε Τοῦρκοι, εἶσθε Μωαμεθανοί”, λέγει ἕνας τῶν ἡμετέρων· “καὶ διατί,ἀποκρίνονται, δὲν γίνεσθε καὶ σεῖς, διὰ νὰ εἴμεθα ὅλοι ἐλεύθεροι;”.»
    Τὰ ἴδια μαρτυρεῖ καὶ ὁ Γάλλος ἀξιωματικὸς Maxime Raybaud, ποὺ βρέθηκε στὴν πολιορκία ὡς ἐθελοντὴς στὸ πλευρὸ τῶν ἐπαναστατῶν: «Ἀκούγοντας οἱ Τοῦρκοι τοὺς πολιορκητὲς νὰ ἀλληλοαποκαλοῦνται “Ἕλληνες” φώναζαν:»- Τί θέλετε νὰ πῆτε; Κι’ ἐμεῖς δὲν εἴμαστε Ἕλληνες ὅπως καὶ σεῖς; Ἀπόγονοι δὲν εἴμαστε ὅλοι τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων;»

    … καὶ αὐτοὶ οἱ «Τοῦρκοι» τῆς Πελοποννήσου ἦταν ὅλοι ἑλληνόφωνοι. Καὶ ὄχι μόνο μιλοῦσαν Ἑλληνικά, ἀλλὰ εἶχαν καὶ ἑλληνικὰ ἐπίθετα, ὅπως ὁ Σπάχης Χασὰν Ἀλιλῆ Ζηλιατόπουλος ἀπὸ τὸ Λιοντάρι τῆς Ἀρκαδίας, ποὺ σκοτώθηκε κατὰ τὴν ἅλωση τῆς Τριπολιτσᾶς ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες.

    Συγκλονιστική, ἡ ἀποκαλυπτικὴ μαρτυρία τοῦ Θ. Ρηγόπουλου, γραμματικοῦ τοῦ Πάνου Κολοκοτρώνη, γιὰ τὰ ὅσα συνέβησαν μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Τριπολιτσᾶς ἀπὸ τὸν ἐπαναστατικὸ στρατό.

    Ἀνάμεσα στὶς σφαγὲς καὶ τὶς λεηλασίες, ποὺ ξέσπασαν κατὰ τῶν μουσουλμάνων ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες Ἕλληνες (καὶ ἰδίως τοὺς Μανιᾶτες), οἱ «Τοῦρκοι» προύχοντες ἔσπευσαν νὰ ζητήσουν ἔλεος ἀπὸ τὸν Πάνο Κολοκοτρώνη μὲ τὰ ἀκόλουθα λόγια:
    «Καὶ ἡμεῖς Ἕλληνες εἴμεθα, γεννηθέντες καὶ ἀνατραφέντες, ἡμεῖς καὶ οἱ πατέρες καὶ οἱ πρόγονοί μας, εἰς τὴν Ἑλλάδα. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς λέγετε Περσιανοὺς οὔτε νὰ μᾶς σκοτώνετε, διότι εἴμεθα ἀδελφοί, ἔξω ἀπὸ μίαν πίστιν… Τὸν ραγιᾶ δὲν τὸν ἐγυμνώσαμεν καὶ δὲν τὸν ἐτυραννούσαμε ἡμεῖς ἀλλὰ οἱ Ἄρχοντές σας. Διότι ἐκεῖνοι ἐπλήρωναν (συμπλήρωναν) τὰ Δεφτέρια (κατάστιχα) ἐμφαίνοντα τὴν εἰς ἑκάστην ἐπαρχίαν, χωρίον καὶ ἄτομον ἀναλογοῦσαν φοροδοσίαν καὶ αὐτοὶ ἐλάμβανον,ἡμεῖς δὲ εἴμεθα μόνον ἐκτελεσταί. Ὁ Σουλτάνος νόμιμον φόρον ἐγνώριζε τὸ χαράτζι (κεφαλικὸν φόρον) τοὺς δὲ λοιποὺς φόρους ἐπροσδιόριζαν οἱ Ἄρχοντες μὲ τοὺς Ἁγιάννηδες Ὀθωμανούς.»

    Κυριάκος Σιμόπουλος, «Πῶς εἶδαν οἱ ξένοι τὴν Ἑλλάδα τοῦ ’21», τόμος Α΄, ἐκδόσεις «Στάχυ», Πέμπτη Ἔκδοση, Ἀθήνα 1999, σελ. 492-3

  16. Το τσιφλίκι των Βάβουλων
    21 Οκτωβρίου 2011 Σωτήρης Μπαρσάκης Επιστήμη 0
    Μοιραστείτε το: Facebook Twitter Google+ Pinterest Email to a Friend
    Αναδημοσίευση από το Messapianews
    ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ
    Η απελευθέρωση της Εύβοιας

    Η Εύβοια δεν είχε την τύχη να κερδίσει τη λευτεριά της με τα όπλα παρά τη μεγάλη συμμετοχή των κατοίκων της στον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας από τον κατακτητή αν και επαναστάτησε από την πρώτη μέρα του μεγάλου εθνικού ξεσηκωμού.

    Οι μεγαλύτερες ένοπλες συγκρούσεις είχαν επίκεντρο το Μοριά και την Ρούμελη γιατί εκεί βρίσκονται τα πιο οργανωμένα σώματα αντίστασης τα πρώτα χρόνια του ξεσηκωμού μετά το 1821.

    Αργότερα με την σύμβαση του Λονδίνου το 1829, καθώς και το πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 3 Φεβρουαρίου του 1830 αποφασίστηκε οι Τούρκοι της Ευβοίας να αποζημιώνονται για τα κτήματα που είχαν στην άμεση κυριότητά τους.

    Από την άνοιξη του 1821 έως την άνοιξη του 1826 έλαβαν χώρα σοβαρά πολεμικά γεγονότα στο νησί. Ανάμεσά τους οι μάχες στα Βρυσάκια, οι δύο εκστρατείες κατά της Καρύστου, με πρωτοβουλία του επισκόπου της περιοχής εκείνης, Νεόφυτου, οι μάχες στο Διακόφτη και το Βατήσι της Καρύστου, οι δυο πολιορκίες της Καρύστου από τον Κριεζώτη και η εκστρατεία του Φαβιέρου εναντίον της Καρύστου με τακτικό στρατό.

    Δυστυχώς όλες αυτές οι προσπάθειες δεν απέδωσαν το ποθητό αποτέλεσμα. Το φρούριο της Χαλκίδας και Καρύστου που εξασφάλιζαν την τουρκική κυριαρχία στην ευβοϊκή γη και στους χριστιανούς κατοίκους της έμειναν απόρθητα. Κάθε αποτυχία την ακολουθούσαν φοβερές διώξεις και ατιμώσεις του άμαχου πληθυσμού.1

    Ο κυβερνήτης της χώρας Ιωάννης Καποδίστριας ήθελε το πρωτόκολλο του Λονδίνου να υλοποιηθεί γιατί είχε τον φόβο μήπως οι Οθωμανοί θα πίεζαν στην πρώτη ευκαιρία τις μεγάλες δυνάμεις να ανατρέψουν τα συμφωνηθέντα προς όφελός τους.

    Υπήρχαν όμως σοβαρά προβλήματα γιατί το νεοσύστατο ελληνικό κράτος βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση και δεν μπορούσε να αγοράσει από τους Τούρκους τα Τσιφλίκια στις περιοχές που ανέφερε το πρωτόκολλο του Λονδίνου.

    Ο Ιωάννης Καποδίστριας προσπάθησε να συνάψει εσωτερικό ή εξωτερικό δάνειο αλλά οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες.

    Οι όροι που έθεταν οι ξένοι δανειστές ( κυρίως Άγγλοι και Γάλλοι) ήταν ασύμφοροι για την ελληνική πλευρά και ταπεινωτικοί για τους κατοίκους των περιοχών αυτών, γιατί θα έφευγαν από την τουρκική κυριαρχία, αλλά θα γίνονταν κολίγοι στην Φραγκική φεουδαρχία . Αυτό θα ήταν ένα βαρύ τίμημα για τους Έλληνες που έδωσαν τα πάντα για την απελευθέρωση της χώρας και έμειναν πάμφτωχοι και διαλυμένοι από την τουρκική κυριαρχία και καταδυνάστευση.

    Ο Καποδίστριας το 1831 έστειλε γράμμα του στην Οδησσό προς τον προσωπικό του φίλο Αλέξανδρο Στούρτζα, διπλωμάτη και λόγιο Ελληνορουμάνο όπου ζητούσε τη βοήθειά του να προτείνει στους πλούσιους Έλληνες, τους εγκατεστημένους στην Οδησσό να αγοράσουν αυτοί τα κτήματα των αγάδων της Εύβοιας.

    Έγραφε λοιπόν «Διατί οι κεφαλαιούχοι της Οδησσού να μη συστήσωσι εταιρίαν υπογράφουσαν καθ’ υπόθεσιν , δια 50.000 τάλληρα; Αυτή ήθελε να στείλει εις την Ελλάδα επίτροπον της με χρήματα, ίνα αγοράση γαίας. Και αν απεφάσιζε να τας διανέμη εις τους γεωργούς εκείνους τους ομογενείς, τους εκ πολέμου κατά σωρευθέντας εις τα παράλια του Ευξείνου Πόντου, υπόσχομαι να τη παραχωρήσω αρίστας γαίας επί συμφωνίας συμφωρωτάταις : Ει δε μη αι καλλίτερα γαίαι της Ελλάδος θέλουσιν γίνει απόκτημα κεφαλαιούχων Άγγλων και Γάλλων» 2

    Δεν έγινε τίποτα τελικά προς αυτή την κατεύθυνση γιατί ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι αποσκοπούσε να ξεπουλήσει την Ελλάδα σε Ελληνορώσους για να την κάνει υποχείριο της εξωτερικής πολιτικής του Τσάρου και των ρώσικων κεφαλαίων.

    Κατά τη σύντομη παρουσία του Καποδίστρια στην ηγεσία του τότε ελεύθερου ελληνικού κράτους έγιναν αρκετές προσπάθειες για την υλοποίηση του πρωτοκόλλου του Λονδίνου είτε για την εξεύρεση αγοραστών είτε για την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργούσε η επιθετικότητα των Τούρκων στις περιοχές της Αττικής και της Ευβοίας.

    Παρά την δημιουργία επιτροπών και μεσολαβητών δεν είχε προχωρήσει όμως η χαρτογράφηση3 και το ξεκαθάρισμα των τίτλων γιατί οι Τούρκοι εμφάνιζαν και πλαστά χαρτιά προσπαθώντας να πουλήσουν γη που δε τους ανήκε ή να διπλοπουλήσουν διάφορα κτήματα για να αρπάξουν όσο πιο πολλά χρήματα μπορούσαν.

    Για το θέμα αυτό είχαν υποβάλλει υπόμνημα πολλοί Ευβοείς πρόκριτοι και οπλαρχηγοί μεταξύ των οποίων και ο Νικόλαος Κριεζώτης όπου διαμαρτύρονται για τη συμπεριφορά των Τούρκων που παραβιάζουν τη συμφωνία που υπογράφηκε μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων στις 3 Φεβρουαρίου 1830 στο Λονδίνο, και τους έδινε το δικαίωμα της εκποίησης μόνο των ιδιόκτητων κτημάτων, εκείνοι πουλούσαν εκτάσεις στις οποίες δεν είχαν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας αλλά μόνο της κατοχής. Σαν να μην έφτανε αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις πουλούσαν τα κτήματα, μαζί με τους χριστιανούς που δούλευαν σ’ αυτά, σα να ήταν δούλοι.

    Την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια τον Σεπτέμβριο του 1831 ακολούθησαν τα γνωστά γεγονότα της διαδοχής στην εξουσία του αδελφού του Αυγουστίνου Καποδίστρια, της εισβολής των Συνταγματικών στην Πελοπόννησο, και τις προκλητικές επεμβάσεις των ξένων δυνάμεων στα εσωτερικά της Ελλάδας με αποκορύφωμα τον αφοπλισμό των Συνταγματικών από τους Γάλλους στο Ναύπλιο.

    Τον Μάιο του 1832 οι μεγάλες δυνάμεις ως συνέχεια της συνθήκης του Λονδίνου που προέβλεπε την σύσταση Ελληνικού κράτους συνεδρίασαν και ενέκριναν την εκλογή του Όθωνα,

    δευτερότοκου γιου του βασιλιά της Βαυαρίας, για να δοθεί το στέμμα της Ελλάδας, και τον Ιούλιο του ιδίου έτους η εθνοσυνέλευση της Πρόνοιας επικύρωσε την εκλογή.

    Στην Εύβοια δεν άλλαξαν τα πράγματα η εκκρεμότητα των ιδιοκτησιών παραμένει και αυτό το πιστοποιούν με αναφορά τους προς την Ελληνική κυβέρνηση τον Νοέμβριο του 1832 οι:

    Ιωάννης Μίσσιος και Κωνσταντίνος Μάνος που λειτουργούσαν ως παρατηρητές και μεσολαβητές μεταξύ κυβέρνησης και των Τούρκων αγάδων.

    “Αι ελληνικαί γαίαι θέλουν καταντήσει όλαι εις χείρας τινών πλουσίων αλλοεθνών, χωρίς να δυνηθώσιν οι κάτοικοι να αγοράσωσι το παραμικρότερον και θέλει μείνωσιν ούτω ξένοι εις την πατρώαν γην”.

    Οι υπογράφοντες την αναφορά συνιστούν στην κυβέρνηση να πάρει τα πιο κάτω μέτρα για την αντιμετώπιση του κακού.

    α)Να διακηρύξει ότι κανείς ξένος δεν θα μπορούσε να αγοράσει κτήμα στην Εύβοια, αν δεν αποκτούσε πρώτα την Ελληνική υπηκοότητα.

    β)Να θέσει ένα όριο αγοράς γαιών, που δεν θα μπορούσε κανείς να ξεπεράσει.

    γ)Να δώσει χρηματικά δάνεια στους αγρότες ,για να αγοράσουν οι ίδιοι τα κτήματα.

    Τέτοιες αποφάσεις ήταν δύσκολες για την κυβέρνηση με την οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόταν, αλλά πέραν των άλλων ήθελε να καθησυχάσει τους τούρκους που αρνούνταν να αποχωρίσουν από την Εύβοια και προσπαθούσαν να ανατρέψουν το πρωτόκολλο του Λονδίνου.

    Η αγορά κτημάτων και από ξένους αντίθετα θα καθησύχαζε τους τούρκους ότι θα εξασφάλιζαν την πώληση των κτημάτων όπως η συμφωνία προέβλεπε.

    Την απάντηση στο πρόβλημα έδωσε νέα απόφαση της Ελληνικής κυβέρνησης στις 3 Φεβρουαρίου του 1833 (9 δηλαδή μόλις μέρες μετά την αποβίβαση του Όθωνα στο Ναύπλιο).

    «Αποφασίστηκε η ενσωμάτωση της Αττικής και της Εύβοιας στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και πήρε τα μέτρα που χρειάζονταν για να προβεί στην κατάληψή τους4

    Τα στρατεύματα συνόδευσε ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Ιάκωβος Νερουλός που διορίστηκε επίτροπος του βασιλιά Όθωνα για την πραγματοποίηση της προσάρτησης της Ευβοίας και της Αττικής.

    Στα μέσα Μαρτίου ο Νερουλός έφτασε στην Αθήνα, όπου διόρισε φρούραρχο το Βαυαρό Χριστόφορο Νέζερ. Λίγες μέρες μετά, ξεκίνησε για την Εύβοια. Ο εκπρόσωπος της πύλης Χατζή-Ισμαήλ Μπέης, που λίγες μέρες πριν συνέχιζε ακόμη τις ραδιουργίες του για την παράταση της τουρκικής κυριαρχίας στο νησί, αναγκάστηκε θέλοντας και μη να του παραδώσει τη Χαλκίδα στις 7 Απριλίου του 1833 και δύο μέρες μετά, στις 9 Απριλίου την Κάρυστο.

    Η Εύβοια έπειτα από μακροχρόνια σκλαβιά 363 ετών ήταν επιτέλους ελεύθερη».

    Όπως προκύπτει από το σύντομο ιστορικό που προηγήθηκε η Ευβοϊκή γη έγινε τσιφλίκια γιατί η επανάσταση στο νησί δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, και τη ρύθμιση του ιδιοκτησιακού ζητήματος καθόρισε το πρωτόκολλο του Λονδίνου που ήταν παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων ώστε να πουληθούν τα «τουρκικά» κτήματα.

    Οι κάτοικοι που ήταν οικονομικά εξαθλιωμένοι και διαλυμένοι κάτω από τον τουρκικό ζυγό δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτή την απαίτηση σε όλο το νησί. Συγχρόνως οι ξένοι σαμποτάρισαν την έγκριση δανείου για το σκοπό αυτό, και είχαν τους δικούς τους λόγους.

    Την ευκαιρία αυτή εκμεταλλεύτηκαν αρκετά οι οικονομικά ισχυροί της εποχής και απέκτησαν μεγάλα τσιφλίκια σε εξευτελιστικές τιμές. Περίπου 80000 στρέμματα στη Βόρεια Εύβοια πέρασαν στους Άγγλους και γνωρίζουμε τους αγώνες των κατοίκων ενάντια σε αυτό το καθεστώς ιδιοκτησίας.

    Ευτυχώς στην περιοχή της Δίρφυς τα περισσότερα τσιφλίκια αγοράστηκαν από τους ντόπιους κατοίκους, όπως το τσιφλίκι των Βαβούλων που ήταν το μεγαλύτερο σε έκταση, το τσιφλίκι του Απόγκρεμου, του Πισώνα κ. α.

    Από το 1830 μέχρι το 1840 μέσα σε μια δεκαετία έγιναν τα περισσότερα συμβόλαια αγοράς από τους Τούρκους. Στη συνέχεια θα γνωρίσουμε τον Ιστορικό οικισμό των Βαβούλων και το συμβόλαιο αγοράς του τσιφλικιού από τους Βαβουλιώτες, αξιοποιώντας ιστορικά στοιχεία και μαρτυρίες συμπολιτών μας που θυμούνται από τους παππούδες τους για την ιστορία της περιοχής.

    Τα Βάβουλα

    Να είχα νερό απ’ τον Έρτερο

    Κορίτσι από τα Βάβλα

    Και χήρα απ’ τον Απόγκρεμο

    Κι ας ήτανε με τα μαύρα.

    (παλιό δημοτικό τραγούδι)

    Τα Βάβουλα σήμερα είναι ερειπωμένος και εγκαταλελειμμένος οικισμός στις καταπράσινες πλαγιές της Δίρφυς ,από τη νότια πλευρά προς τον Ευβοϊκό κόλπο.

    Πιο συγκεκριμένα βρίσκονται λίγο νοτιότερα της βουνοκορφής με το όνομα Ταναϊδα και βόρεια του χωριού Μακρυκάπα σε απόσταση γύρω στα 8 χιλιόμετρα. Πήρε το όνομά του από το βαθούλωμα –κάθισμα που παρουσιάζει η νότια πλευρά της Ταναϊδας που βρίσκεται ο οικισμός σε υψόμετρο περίπου 750 μέτρα. Τα Βάβουλα χτίστηκαν στα χρόνια της Φραγκοκρατίας μεγάλωσαν κατά την Τουρκοκρατία, όπου βρέθηκαν στη μεγαλύτερη ακμή τους. Μετά την απελευθέρωση της Εύβοιας άρχισε η πτωτική πορεία μέχρι το 1880 που ο οικισμός ερημώθηκε.

    Το 1875 σε απογραφή του πληθυσμού των οικισμών αναφέρονται τα Βάβουλα μαζί με τη Μακρυκάπα με 261 κατοίκου, στον οικισμό πρέπει να υπήρχαν μόνο δύο οικογένειες και το 1885 έφυγε κι ο τελευταίος κάτοικος. Πολύ κοντά στον οικισμό των Βαβούλων ήταν ένας άλλος ιστορικός οικισμός του Απόγκρεμου που είχε κι αυτός την ίδια τύχη.

    Τα δύο αυτά γειτονικά χωριά ήτανε σ’ όλα σα δυο σταγόνες νερό όμοια κι απαράλλαχτα5.

    Κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα Βάβουλα μαζί με τον Απόγκρεμο ήταν καταφύγιο των επαναστατών και των κατατρεγμένων Ελλήνων από τον κατακτητή. Στο δύσκολο αγώνα της απελευθέρωσης που ξεκίνησε το 1821, τα δύο χωριά είχαν την πρώτη θέση εισφοράς σ’ όλη την κεντρική Εύβοια. Από την Ευβοϊκή εγκυκλοπαίδεια 6διαβάζουμε:

    «

    Βαβουλιώτες οπλοφόροι σκότωσαν τον Τούρκο Αμουσαγά και τον υπηρέτη του, που συνόδευαν τον Πρωτοσύγκελο Μακάριο Βαρλαάμ, όταν πήγαιναν στο Κοντοδεσπότι για να συνάξουν τα όπλα των ραγιάδων. Αυτό έγινε ύστερα από συνεννόηση του Πρωτοσύγκελου με τον ιερέα των Βαβούλων παπά-Κωνσταντή Κουσκούτη. Μετά τη δολοφονία οι Βαβουλιώτες με τον Βαρλαάμ και τον παπά-Κωνσταντή πήγαν στο στρατόπεδο του Άγιου και εντάχτηκαν στη δύναμή του».

    Ο Κ. Παπαδόπουλος 7 γράφει ότι κατά τη μάχη των Αντριαλών « Ο Βάσος και ο Κριεζώτης κάθονταν στα Βάβουλα, χωριό δυο ώρες μακριά, τρώγοντας και ευθυμούντας, χωρίς να δράμουν προς βοήθεια των μαχωμένων».( Χαρακτηριστικό των αντιθέσεων που επικρατούσαν μεταξύ των οπλαρχηγών).

    Υπήρχε κάποιο καπετανάτο σε λειτουργία τα χρόνια της σκλαβιάς κι έφκιανε αρματολούς, στηριγμένο στο πατριωτισμό και την παλικαριά και συντηρούσε πάντοτε το σπόρο της ανεξαρτησίας, όπως μας πληροφορεί ο Ρίζος Νερουλός.8

    Τις περισσότερες πληροφορίες για τα Βάβουλα μας δίνει ο Λεωνίδας Παπακωνσταντίνου. Στο βιβλίο του «Ευβοϊκή Μεσσαπία» διαβάζουμε:

    «Πού στηρίχτηκε ο κουτσός Γερο-κηρύκος από τα Βάβουλα να μην στέρξει να παραδώσει την πεντάμορφη μοναχοκόρη του στον Τούρκο που την διάλεξε σε ένα πανηγύρι, να την στείλει πεσκέσι στον Σουλτάνο ή στον Πασά και την πήρε κι έφυγε μαζί με το μεγάλο του γιο για το βουνό; Πού την πήγαινε και σε ποιους είχε απαντοχή;

    Αγιος Κωνσταντίνος

    Η εικόνα του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης στα Βάβουλα

    …Τι απόμεινε από τα Βάβουλα; Τίποτε. Το καθολικό της ήτανε στη μνήμη της Αγίας Παρασκευής. Την εικόνα της την φέρανε στη Μακρυκάπα, και την βάλανε στο νέο καθολικό που κτίστηκε το 1865. Το ναό τον μετονόμασαν και οι Βαβουλιώτες, όπως και οι Απογκρεμιώτες και τον αφιέρωσαν στη μνήμη του Αγίου Κωνσταντίνου. Όχι τυχαία, αλλά πίστευαν οι παππούδες μας ότι θα βοήθαγε ο Άγιος που πρωτοϊδρυσε ΤΗΝ Βυζαντινή αυτοκρατορία να ξαναστεριωθεί. Είχαν ένα ιδανικό. Το ιδανικό της μεγάλης ιδέας, γι’ αυτό πέτυχαν έστω και με τόσες θυσίες στους αγώνες τους».

    Όπως είπαμε πιο πάνω το χωριό γνώρισε την μεγαλύτερη ακμή του κατά την Τουρκοκρατία, αμέσως μετά την απελευθέρωση όμως άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Μέσα σε πενήντα χρόνια έφυγε και ο τελευταίος κάτοικος από το ιστορικό κεφαλοχώρι. Οι Βαβουλιώτες μετά τη απελευθέρωση και την αγορά του τσιφλικίου από τους Τούρκους ,μπορούσαν να εγκατασταθούν όπου αυτοί νόμιζαν ότι είναι ο καλύτερος τόπος μιας και ήταν ιδιοκτήτες μιας τεράστιας έκτασης με δάση, βοσκοτόπια, γόνιμα χώματα για καλλιέργεια.

    Ελάχιστα χαλάσματα έχουν διασωθεί

    από τον κάποτε μεγάλο οικισμό.

    Το ποτάμι

    Χαλάσματα

    Η Μακρυκάπα, η Τσέργες ( Γλυφάδα), τα Κοτσίκια, η Αγρισυκιά, ο Άγιος Αθανάσιος, ο Πάλιουρας, η Λούτσα είναι χωριά που κατάγονται από τα Βάβουλα, οι προσπαππούδες των σημερινών κατοίκων είναι Βαβουλιώτες.

    Η διασπορά βέβαια ήταν μεγαλύτερη. Όπως στους Καθενούς, τον Πισσώνα, τα Ψαχνά, τη Χαλκίδα αλλά τα χωριά που στην πλειοψηφία τους είναι Βαβουλιώτες είναι τα χωριά που βρίσκονται μέσα στα όρια του τσιφλικιού των Βαβούλων, όπως θα περιγράψουμε στη συνέχεια το ιστορικό της αγοράς.

    Η αγορά του τσιφλικίου των Βαβούλων

    Κατ’ αρχήν αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι το τσιφλίκι των Βαβούλων μετά την αγορά του το 1838 από τους κατοίκους των Βαβούλων, πάει να είναι τσιφλίκι γιατί οι νέοι ιδιοκτήτες ήταν οι κάτοικοι που έμεναν σ’ αυτή τη περιοχή, είχαν τα καλύβια τους, τα κοπάδια τους και τις καλλιέργειες για τα προς το ζην. Δεν έγινε ιδιοκτησία μερικών μόνο οικογενειών, αλλά όλων των οικογενειών που ζούσαν στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τον τρόπο που διένειμαν τις μερίδες οι κάτοικοι των Τσεργοκοτσικίων πολύ αργότερα το 1923 μέσω του Δασικού Αναγκαστικού Συνεταιρισμού.

    Δε γνωρίζουμε αν κατά την αγορά του 1838 είχε προηγηθεί κάποιο προσύμφωνο μεταξύ των κατοίκων και των Τούρκων ιδιοκτητών. Όπως επίσης δεν γνωρίζουμε πώς συγκεντρώθηκε αυτό το ποσό το ποσό των 45000 γροσσίων που είναι ένα αρκετά μεγάλο ποσό για τους κατοίκους των Βαβούλων που αγωνίζονταν για την επιβίωση κάτω απ’ την κατοχή των Τούρκων. Τις επόμενες δεκαετίες που ακολούθησαν την αγορά του τσιφλικιού από τους Βαβουλιώτες γνωρίζουμε από μαρτυρίες ότι στην περιοχή των Τσεργοκοτσικίων έγινε εκτεταμένη υλοτομία από Ικαριώτες στο πλούσιο άγριο δάσος της περιοχής.

    Οι Ικαριώτες έκαναν το ξύλο ξυλοκάρβουνο με τα καμίνια και το μετέφεραν με τα καΐκια τους στις διάφορες αγορές.

    Επίσης γνωρίζουμε ότι για πολλές δεκαετίες το πευκοδάσος της περιοχής το εκμεταλλεύτηκε ο Νικόλαος Ριτσώνης για τη συλλογή της ρητίνης και οι ντόπιοι κάτοικοι ήταν εργάτες που δούλευαν γι αυτόν.

    Ο Ριτσώνης έφυγε από το πευκοδάσος το 1923 μετά την ίδρυση του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού Τσεργοκοτσικίων.

    Δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι Ικαριώτες έμποροι και ο Ν.Ριτσώνης ήταν δανειστές των κατοίκων για την αγορά του τσιφλικιού, δεν μπορούμε όμως να το αποκλείσουμε ως πιθανή εκδοχή για την εξοικονόμηση από τους βαβουλιώτες κάποιων χρημάτων για την αγορά του κτήματος.

    Στη συνέχεια θα δούμε τρία σημαντικά έγγραφα που μας δίνουν με ακρίβεια το ιστορικό της αγοράς αλλά και των ορίων του τσιφλικίου των βαβούλων. Τα τρία σχετικά έγγραφα είναι:

    α)Το συμβόλαιο αγοράς (χοτζέτι)από την Χανούμ Χαμπέμ, θυγατέρα του Χουϊσή Αχμέτ πασά.

    β)Η από 7 Δεκεμβρίου 1839 έγκριση της αγοράς από το Ελληνικό Κουβέρνο.

    γ)Το πρωτόκολλο επιτόπιου παρατηρήσεως των ορίων της θέσεως Τσέργες που έγινε από επιτροπή κρατικών υπαλλήλων μαζί με το Δασονόμο του Ν. Ευβοίας την Κυριακή 3 Μαΐου του 1842.

    Με τα έγγραφα των Βαβουλιωτών που παρουσιάζουμε πιο πάνω αλλά και ότι ακολούθησαν αυτά τα 168 χρόνια από το 1838 οι ιδιοκτησία της περιοχής από τους κατοίκους της είναι γεγονός αναμφισβήτητο.

    Το πελατειακό ελληνικό κράτος εξαρτημένο από τα συμφέροντα των οικοπεδοφάγων και καταπατητών της ελληνικής γης δεν κατάφερε να νομοθέτηση την κατάρτιση δασολογίου ακόμη και όταν διετάχθη με αποφάσεις του Ε τμήματος του ΣτΕ, συνέπραξε στη διαστρέβλωση του θεσμού της κατατμήσεως των δασών και στην οικοπεδοποίησή των.

    Ανεγνώρισε ανύπαρκτα δικαιώματα επί δασών σε διάφορες κατηγορίες προσώπων, οικοδομικών συνεταιρισμών και τους πραγματικούς ιδιοκτήτες δασών όπως στην περίπτωσή μας του τσιφλικιού των Βαβούλων τους ταλαιπώρησε 165 χρόνια για να τους ονομάσει ιδιοκτήτες δάσους.

    Ο ανώτατος δικαστικός Μιχαήλ Δεκλερής Επ. Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας αναφέρει σε ομιλία του της 25η Φεβρουαρίου 2003: «Ειδικώτερα, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος απέσπασε τα δάση μας από τον μέχρι τότε ιδιοκτήτη του Οθωμανό Σουλτάνο, πρώτα μεν «δικαιώματι πολέμου και δημευτικώς», δηλ. διά της στρατιωτικής κατοχής, και ύστερα νομικώς με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830. Ο τότε Κυβερνήτης μας Ιωάννης Καποδίστριας ηρνήθη να καταβάλει την ζητηθείσα από τον Σουλτάνο αποζημίωση και επεκαλέσθη ρητώς το κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδος ως νικητρίας κατά την εθνεγερσία του 1821, τουθ’ όπερ πράγματι και ανεγνωρίσθη από το ειρημένο Πρωτόκολλο του Λονδίνου. Τοιουτοτρόπως, μόνο σε ολίγα μέρη, όπως ιδίως η Εύβοια, όπου δεν υπήρχε ελληνικός στρατός κατοχής, ανεγνωρίσθη από το Πρωτόκολλο εκείνο ότι οι Τούρκοι πασάδες είχαν το δικαίωμα να πωλήσουν τα κτήματά τους σε αλλοδαπούς, τουθ’όπερ αποτελεί και την αρχή της γνησίας ιδιωτικής κτήσεως επί δασών στην χώρα μας. Για την αναγνώριση των δικαιωμάτων αυτών, το κράτος επέβαλε τότε αυστηρές διατυπώσεις. Το νομικό προηγούμενο του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του 1830, δηλ. η κυριαρχική απόκτηση της δημοσίας κτήσεως από το ελληνικό κράτος, επαναλαμβάνεται και κατά τις διαδοχικές εδαφικές επεκτάσεις του ελληνικού κράτους μέχρι των ημερών μας και αποτελεί το θεμέλιο της ιδιαιτέρας φύσεως της δημοσίας κτήσεως…

    Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι οι Βαβουλιώτες κάτοικοι των κοινοτήτων που αναφέραμε πιο πάνω, μέσα στα όρια που περιγράφονται από την επιτόπια παρατήρηση του 1842 έχουν απόλυτα τεκμηριωμένο το δικαίωμα της ιδιοκτησίας σε όλη την περιοχή του τσιφλικιού.

    Η κοινότητα Γλυφάδας

    Με την επωνυμία Τσεργοκοτσίκια βρίσκουμε σε όλα τα αρχεία και τα κρατικά έγγραφα το κομμάτι του τσιφλικιού που ορίζεται από την κορυφογραμμή της οροσειράς της Δίρφυς μέχρι τη θάλασσα του Αιγαίου. Δυτικά συνορεύει με την κοινότητα Αγίας Σοφίας και ανατολικά με την κοινότητα Στροπώνων.

    Σ’ αυτή την περιοχή είναι σήμερα το Δ. Δ. Γλυφάδας με τους οικισμούς Αγριοσυκιά, Κερασιά, Κοτσίκια και Νίκη ( Αρκοσουβάλα).

    Η παραλιακή ζώνη κάτω από τα χωράφια μέχρι το κύμα είναι δασωμένη από την Πόλη μέχρι την Ακτή και βρίσκονται τα Χειμαδιά10, τεμαχισμένα σε μερίδια σύμφωνα με απόφαση του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού.

    Επίσης, όλο το πευκοδάσος είναι χωρισμένο σε μερίδια και μοιρασμένο σε όλες τις οικογένειες των συνεταίρων με πρακτικό που έγινε το 1923 με την ίδρυση του Συνεταιρισμού.

    Το ορεινό κομμάτι είναι κατοχυρωμένο σ’ αυτούς που είχαν ανοίξει τα χωράφια τους και τους βοσκότοπους κατά την θερινή περίοδο.

    Οι ορεινοί βοσκότοποι σε μια μικρή απόσταση πάνω από τα κτήματα παραχωρήθηκαν στην κοινότητα από τον Δασικό Αναγκαστικό Συνεταιρισμό για να εισπράττει τις βοσκές.

    Οι κάτοικοι της Γλυφάδας και των οικισμών δεν είχαν ποτέ πρόβλημα αμφισβήτησης από το δυτικό όριο που συνορεύουν με την κοινότητα Αγίας Σοφίας, αντίθετα, στο ανατολικό όριο αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα από την εγκατάστασή τους στη Γλυφάδα μέχρι σήμερα.

    Η διείσδυση κυρίως της οικογένειας Ντεγιάννη μέσα στο ανατολικό σύνορο του τσιφλικιού δημιούργησε πολλαπλά προβλήματα στους κατοίκους της Γλυφάδας και για 160 χρόνια, ταλαιπωρούνταν με τα δικαστήρια, πρώτα με τους Στροπωνιάτες και μετέπειτα μεταξύ τους, χωρίς να έχουν βρει τη λύση.

    Οι κάτοικοι της Γλυφάδας και των οικισμών το εισόδημά τους το αποκτούσαν με πολλές δραστηριότητες. Ήταν γεωργοί, για να παράγουν τα βασικά προϊόντα διατροφής χωρίς να τα εμπορεύονται. Ήταν κτηνοτρόφοι για να παράγουν το κρέας και τα γαλακτοκομικά που είχαν ανάγκη αλλά το πλεόνασμα το πουλούσαν για να πάρουν κάποια χρήματα αναγκαία προς το ζην. Συγχρόνως, πάρα πολλοί ήταν ρητινοσυλλέκτες, υλοτομούσαν το δάσος και έκαναν ξυλοκάρβουνο, την ρητίνη και το κάρβουνο το μετέφεραν μέσω της θαλάσσιας οδού πριν γίνει ο δρόμος που συνδέει τα χωριά με τον Άγιο Αθανάσιο.

    Ένας άλλος πόρος εισοδήματος κατά τη θερινή περίοδο ήταν η συλλογή αρωματικών φυτών( κυρίως τσάι του βουνού, ρίγανη) που συμπλήρωνε τον οικογενειακό προϋπολογισμό.

    Παρά τις δυσχέρειες και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν λόγο της δύσκολης πρόσβασης στην περιοχή (από τη μία το βουνό που έκλεινε το μονοπάτι όλη τη χειμερινή περίοδο, από την άλλη η θαλάσσια οδός ήταν δύσκολη, γιατί αν δεν είχε μπουνάτσα δε μπορούσε να πιάσει το καΐκι για τις μεταφορές προϊόντων) τα χωριά έφτασαν σε διάφορες χρονικές περιόδους να έχουν μέχρι και 600 κατοίκους συνολικά.

    Οι οικισμοί της κοινότητας Γλυφάδας είναι πανέμορφοι μέσα στο καταπράσινο τοπίο με τα παραδοσιακά πετρόχτιστα σπιτάκια, η φύση τους χάρισε τόση ομορφιά που δεν μπορεί να χορτάσει το μάτι σου.

    Η Κερασιά, τα Κοτσίκια, και η Νίκη βρίσκονται σε μια απόσταση λιγότερη από 800 μέτρα μεταξύ τους πνιγμένοι στο πράσινο και σε απόσταση 1,5 χλμ από την εντυπωσιακή παραλία της Πετάλης.

    Η Αγριοσυκιά βρίσκεται 4 χλμ βορειοδυτικά της Γλυφάδας και είναι ένας γραφικός οικισμός με πετρόχτιστα σπίτια. Είναι ίσως από τους ομορφότερους οικισμούς της Εύβοιας.

    Η Γλυφάδα είναι χτισμένη πάνω σε μια πευκόφυτη πλάγια του λόφου «Πάτημα» στους πρόποδες της Δίρφυς με θέα προς το νότο, την άγρια και επιβλητική κορυφή του βουνού, και ανατολικά του χωριού το απέραντο και βαθυγάλανο Αιγαίο.

    Ο περιηγητής που θα περπατήσει στην περιοχή, μπορεί να απολαύσει ένα υπέροχο φυσικό τοπίο με ήπιες εναλλαγές των δασωμένων λόφων με κοιλάδες και διάσελα όπου υπάρχει μεγάλη ποικιλία δέντρων, θάμνων, αρωματικών φυτών και βοτάνων. Κατά την περιήγηση στην ορεινή ζώνη, μπορείς να συναντήσεις πολλά πέτρινα κονάκια που έμεναν οι βοσκοί τη θερινή περίοδο, μικρά πηγάδια και πηγές που με το λίγο νερό που μάζευαν ήταν σωτηρία για τους ίδιους και τα κοπάδια τους. Όμως πέτρινα κτίσματα υπάρχουν και στην παραθαλάσσια ζώνη κοντά στα χειμαδιά που ξεχείμαζαν τα κοπάδια ή έκαιγαν τα καμίνια για ξυλοκάρβουνο.

    Στην παραθαλάσσια ζώνη των κτημάτων που βρίσκεται πάνω απ’ τα χειμαδιά και σε απόσταση 1 χλμ από το κύμα, από την Πόλη μέχρι το Θηλή υπήρχαν προϊστορικοί οικισμοί και αυτό το μαρτυρούν τα απομεινάρια( όπως σπασμένα κεραμίδια, κατεργασμένες πέτρες κ.α.).

    Στην περιοχή δεν έχουν γίνει ανασκαφές από την αρχαιολογική υπηρεσία αλλά πάνω σε κάποια αξιόλογα ιστορικά ευρήματα έχει γίνει σχολιασμός και έρευνα από τον Λεωνίδα Παπακωνσταντίνου για την ιστορία της περιοχής με τοπωνύμια Πόλη, Λούτσα, Κουμαριά, Θηλή.

    Η απουσία αρχαιολογικής έρευνας για το θέμα δε μας επιτρέπει να γράψουμε κάτι παραπάνω γιατί θα αποτελούν εικασίες και φανταστικά σενάρια.

    Αυτό που σήμερα μπορεί να δει ο επισκέπτης είναι το Δρακόσπιτο της Δίρφυς που βρίσκεται πάνω από την παραλία Γλυφάδα, δεξιά του δρόμου και δίπλα από το Δρακόσπιτο, τη Νεολιθική δεξαμενή που είναι μια από τις τρεις που διασώζονται και έχουν εντοπιστεί από τους κατοίκους.

    Πιστεύω ότι με αυτά που έγραψα δόθηκε μια εικόνα στον αναγνώστη για το βόρειο τμήμα του τσιφλικιού των Βαβούλων που βρίσκεται από την κορυφογραμμή της Δίρφυς μέχρι τα παράλια του Αιγαίου. Η Γλυφάδα και η Αγριοσυκιά είναι ο τόπος καταγωγής μου και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Ελπίζω αργότερα να μου δοθεί η ευκαιρία να γράψω ένα βιβλίο για την ιστορία, τη λαογραφία, τις παραδόσεις και την εξέλιξη της τοπικής οικονομίας απ’ την απελευθέρωση της Εύβοιας μέχρι σήμερα

    Η γνώση απ’ όλους μας των πολιτιστικών παραδόσεων και της ιστορίας του τοπικού χώρου συμβάλλει στην πνευματική αναγέννηση και την κατανόηση του ιστορικού τοπίου15 ως μια ολότητα που είναι άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξή μας. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή μας στα κοινά, αλλά και της αίσθησης του μέτρου και της αρμονικής συνύπαρξης με το περιβάλλον.

    Ειδικά σήμερα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια επικίνδυνη ιδεολογία περί «ανάπτυξης» και «προόδου». Μιας προόδου απροσδιόριστης και ψεύτικης που μπορεί πάντα μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς της τεχνοκρατίας και του κέρδους να διαστρέφει την πραγματικότητα και να θεωρεί αναλώσιμο κάθε πόρο, έστω κι αν αυτός αποτελεί το σημαντικότερο κομμάτι από την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά του τόπου μας.

    ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

    Από το βιβλίο του Γεωργίου Αθ. Καδίτη με τίτλο «Η απελευθέρωση της Εύβοιας από τους Τούρκους και το ξανασκλάβωμά της από Έλληνες και ξένους τσιφλικάδες» .

    Βιβλίο του Επαμ. Α. Βρανόπουλου με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή διπλωματία στο θέμα της απελευθέρωσης της Εύβοιας»

    Η χαρτογράφηση από επιτροπές αρμόδιες για το θέμα με εκπροσώπηση και των δύο πλευρών ήταν προϋπόθεση που έθετε το πρωτόκολλο του Λονδίνου.

    Επαμ. Α. Βρανόπουλος «Η Ευρωπαϊκή διπλωματία στο θέμα της απελευθέρωσης της Εύβοιας». Σελ. 269

    Από το βιβλίο του Λεωνίδα Παπακωνσταντίνου «Ευβοϊκή Μεσσαπία» σελ. 207

    «Ευβοϊκή εγκυκλοπαίδεια»

    Κάρπος Παπαδόπουλος παραπομπή από την Ευβοϊκή Εγκυκλοπαίδεια για τη μάχη των Ανδριαλών. Υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για τη μάχη των Ανδριαλών στο βιβλίο του Δημητρίου Γιαννούκου με θέμα «ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΣΤΕΝΗΣ» Έκδ. 1973

    Ρίζος Νερουλός αναφορά από το έργο του «Ιστορία της Ν. Ελλάδας» Γενεύη, 1828 σελ. 384

    Γερακάρα ( Γερά + Κάρα) γερό κεφάλι, ξύπνιο μυαλό. Ήταν πηγή με κρυστάλλινο και υγιεινό νερό.

    Ομιλία σε συνέντευξη τύπου στην αίθουσα του δικηγορικού συλλόγου Αθηνών την Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2003 με θέμα «Η επιβουλή κατά των Δημοσίων Δασών» είναι τόπος κατάλληλος για ξεχειμώνιασμα των κοπαδιών. Στην περιοχή των Τσεργοκοτσικίων τα χειμαδιά βρίσκονται σε όλη την παραλιακή ζώνη, από την Πόλη μέχρι την Ακτή.

    Τα χειμαδιά

    Από βιβλίο του ιδίου με θέμα «ΕΥΒΟΙΑ-ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ» σελ. 152

    ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    Γεωργίου Αθ. Καδίτη.

    Βρανόπουλος Α. Επαμ. «Η Ευρωπαϊκή διπλωματία στο θέμα της απελευθέρωσης της Εύβοιας και η εξαγορά των τουρκικών κτημάτων» Α.Ε.Μ. Τομ. 25 ( 1983)

    Λεωνίδας Παπακωνσταντίνου «Ευβοϊκή Μεσσαπία».Εκδ.1972.Αθήνα.

    Ευβοϊκή εγκυκλοπαίδεια. Γιάγγου Τσαούση Έκδ1998

    Γεωργίου Φραντζή «

    Εύβοια- Τοπική ανάπτυξη-Κοινωνική αναγέννηση» Έκδ. 1994 «Η απελευθέρωση της Εύβοιας από τους Τούρκους και το ξανασκλάβωμά της από Έλληνες και ξένους τσιφλικάδες» Έκδ. Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών 2000βλέπε λήμμα Βάβουλα τόμος Α σελ. 256

    …Ιδιωτικό δικαίωμα κυριότητος μπορεί να επικαλούνται μόνον εκείνοι που αποδεικνύουν την πηγή του δικαιώματός των στην Ειδική Πράξη του Σουλτάνου (Χοτζέτι) ή άλλων ισοδυνάμων οθωμανικών τίτλων. Τέτοιες, όμως, περιπτώσεις είναι πολύ λίγες. Είναι δε βαρεία προσβολή της εθνικής κυριαρχίας η αναγνώριση ιδιωτικών δικαιωμάτων επί της δημοσίας κτήσεως με νόμο, αμέσως ή εμμέσως, μέσω θεσμών που προσιδιάζουν στα ιδιωτικά δικαιώματα όπως είναι η χρησικτησία.»

    Πώς παγωντέοι οπλοφόροι, πολύ προτού την επανάσταση, έσωσαν την τιμή της Λενιώς Μαστραγκάνα από τους Τούρκους που κινδύνεψε; Την τιμή, γιατί την ζωή δεν μπόρεσαν να τη σώσουν μια που πάνω στον κίνδυνο από τους Έλληνες οπλοφόρους την σκότωσαν οι Τούρκοι.

    Στο βαθούλωμα, που δεν είναι παρά λίγα μονάχα στρέμματα ήταν στοιβαγμένα ένα πάνω στ’ άλλο τα πεντακόσια σπιτικά του χωριού, λες και πάσχιζαν να μην βγουν από το φυσικό κάστρο που τους πάρεχε το μέρος.

    Ο δροσερός αέρας απ’ το μεγάλο υψόμετρο, τα κρύα νερά από τις τρεις βρύσες, που ανάμεσά τους είναι και η Γερακάρα- σημαδιακό το όνομα9 -και οι σκιές από τα έλατα και τα πανάρχαια πλατάνια στον πάτο του μεγάλου τούτου κακκαβιού, αναπλήρωναν το ψωμί και το προσφάι…

    …Η θέα απλώνεται από ένα στενό μπαλκόνι, π’ ανοίγεται από το δεξί γόνατο του γέροντα προστάτη Άβαντα. Λίγα μέτρα νότια από το εκκλησάκι του Αι- Κωνσταντή -το μοναχικό χτίσμα, όχι που σώθηκε αλλά που ξαναχτίστηκε τελευταία. Από τούτο το μπαλκόνι βλέπει κανένας όλη τη μέση κοιλάδα του Μεσσαπίου σε πλάτος και μάκρος.

    Το εκκλησάκι γιορτάζεται στη μνήμη του Αγίου και μαζεύει πολλούς προσκυνητές που τιμάνε τη μνήμη του, αλλά και άλλους που θέλουν να δούνε με τα ίδια τους τα μάτια πού είχανε τα κονάκια τους οι προσπαππούδες τους…

    …Ο δασικό δρόμος που περνάει ανάμεσα από τα χαλάσματα του παλιού τούτου χωριού, κλώθει στη δεξιά αντηρίδα που είναι και η πιο πατητή. Άλλοτε ήταν ένα κακοτράχαλο γιδόστρατο με στεφάνια από βράχια, σκαλισμένα σ’ αυτά σκαλοπάτια, πιότερο ανηφορικό και πιότερο σύντομο, που φυλαγότανε στο Διάσελο. Δεν είχανε καιρό για χάσιμο οι Βαβουλιώτες, ούτε οι μηνιτάδες αφού θα πηγαινοέρχονταν με τα ποδάρια. Πού να καταλάβουν λαχάνιασμα, μη δα είχανε και βάρος; Ξεραγιανοί και κοντούτσικοι, σα γυαλισμένοι στούμποι, που άλλοτε τρίβανε το αλάτι.

    Σε τούτο το πήγαινε και έλα, περνάει κανένας αξέχαστα χρωματιστά αλλάγματα που τα φτιάχνουν οι φυλλωσιές από τα πυκνοφυτρωμένα ρείκια, τα κούμαρα, οι αριές, οι αγλαδνιές, οι μέλεγοι, τα πουρνάρια, τα σχίνα, τα βάτια, οι αγριελιές, οι κοκρετσές και πότε-πότε τα πεύκια και οι ανθισμένες αγράμπελες…

    http://www.eviawelle.gr/epistimi/%CF%84%CE%BF-%CF%84%CF%83%CE%B9%CF%86%CE%BB%CE%AF%CE%BA%CE%B9-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B2%CE%AC%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BB%CF%89%CE%BD/

  17. «Η μισθοδοςία του κλήρου στην Ελλάδα
    και η συνάρτησή της με την εκκλησιαστική περιουσία
    «

    Συντάκτης
    —————–

    Ο δρ Σωτήρης Μητραλέξης γεννήθηκε το 1988 ςτην Αθήνα. Είναι
    επύκουροσ καθηγητόσ φιλοσοφίας ςτο Πανεπιςτόμιο τησ Πόλεωσ,
    Κωνςταντινούπολη (Istanbul Sehir Univ.), ερευνητικός εταίρος στο
    Πανεπιστήμιο του Winchester και διδάκτωρ φιλοςοφύασ τησ Freie
    Universitat Berlin μετά από ςπουδές φιλολογίας και φιλοςοφίας ςτο
    Εθνικό και Καποδιςτριακό Πανεπιςτόμιο Αθηνών και ςτην Freie
    Universitat Berlin.

    Click to access misthodosia-17-24.pdf

  18. 21.03.2017
    Πως είδε την 25η Μαρτίου η Ευρωπαϊκή κοινή γνώμη

    Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, παρακολουθούσε με ενδιαφέρον, τα γεγονότα που εκτυλίσσονταν στα Γιάννενα. Στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος ο Αλί Πασάς. Αποσπάσματα από την ιστορικά τεκμηριωμένη αναφορά του Αναστασίου Παπασταύρου, του δίτομο έργο του, ο «Αλί Πασάς, από λήσταρχος ηγεμόνας», δίνουν το στίγμα της ταραγμένης εκείνης εποχής.

    Ευρωπαϊκή διπλωματία, Τύπος και Ιστορικές πηγές

    «…Ο Αλί, τις δύσκολες ημέρες της πολιορκίας του, από τα στρατεύματα του Σουλτάνου, σε μία προσπάθεια για να συσπειρώσει τους πληθυσμούς του κράτους στο πλευρό του, αναζήτησε «Σύνταγμα», από την Κέρκυρα και την Ζάκυνθο, ακόμη και από τον καγκελάριο της Αυστρίας Klemens von Metternich, τον πλέον ακατάλληλο για το ζήτημα αυτό, αφού ήταν ο πιο δεσποτικός και αντιδημοκρατικός πολιτικής της Ευρώπης».

    Τον Ιανουάριο του 1838, η σκωτσέζικη εφημερίδα Edinburg Magazine, δημοσίευσε το περιστατικό όπως ο ίδιος ο Metternich το διηγήθηκε. Ο Metternich, όταν άρχισε η τουρκική επίθεση εναντίον του Αλί, ζητούσε συνεχώς πληροφορίες από τους ανά την Ευρώπη πράκτορες του. Στα Βιενέζικα κρατικά αρχεία υπάρχει αρκετές τέτοιες εμπιστευτικές εκθέσεις.

    Στις 21 Μαρτίου 1821 από το Ιάσιο της Ρουμανίας ένας πράκτορας τον πληροφορεί: «Ο Αλί Πασάς, καθώς λένε έδωκε το χέρι (στους έλληνες), βαφτίστηκε και πήρε το όνομα Αλέξανδρος η κατ ‘άλλους Κωνσταντίνος…».

    Στις 24 Μαρτίου του 1821, εμπιστευτική αναφορά από το Βουκουρέστι αναφέρει στον Metternich: «Στις 14 Μαρτίου έμαθα από ασφαλή πηγή, ότι ο Αλί Πασάς, πρόσφερε 400 εκατομμύρια για την Ελληνική Επανάσταση…». Τέσσερις μήνες αργότερα, στις 6 Ιουνίου 1821, ένα Έλληνας πληροφοριοδότης από την Τεργέστη συμπληρώνει: «Ακόμη και ο Αλί Πασάς είναι μέλος της «Εταιρείας». Γι’ αυτό πήγαν μαζί του οι Σουλιώτες και οι Αγραφιώτες».

    Η σκωτσέζικη εφημερίδα Calidonian Mercury, επικαλούμενη τις μαρτυρίες δύο Τούρκων μοναχών που έφτασαν στην Σμύρνη γράφει: «Ο Αλί Πασάς των Ιωαννίνων προκειμένου να βελτιώσει τη θέση του, έχει οργανώσει σχέδιο εξέγερσης των Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήδη οι κάτοικοι του Μοριά προετοιμάζονται, ενώ τα νησιά Ύδρα και Ψαρά έχουν αρχίσει την επανάσταση..».
    Στις 29 Απριλίου 1821, η λονδρέζικη εφημερίδα Jonh Bull, δημοσιεύει ανταπόκριση από τη Βιέννη, σύμφωνα με την οποία θεωρείται σίγουρο, ότι «ο Αλί Πασάς, βαφτίστηκε χριστιανός και έχει πάρει το όνομα Αλέξανδρος».

    Χαρακτηριστική είναι η αναφορά, της γαλλόφωνης εφημερίδας της Σμύρνης, SpectateurOriental: 22α Ιανουαρίου 1822. «Ο Βεζίρης των Ιωαννίνων κρύφτηκε μέσα στην ακρόπολη που ευνοείται από την διαμόρφωση του τόπου…». 9η Φεβρουαρίου 1822: «Λένε ότι ο Αλί Πασάς, έστειλε στους Μοραΐτες, δύο εκατομμύρια πιάστρα(!) και έχει συμφωνήσει με τους Έλληνες ότι στην περίπτωση που δεν θα αντέξει στην πολιορκία των τριών στρατηγών, τα ελληνικά στρατεύματα θα πάνε να τον πάρουν, μαζί με τους θησαυρούς του…». 1ηΜαρτίου1822: «Το κεφάλι του Αλί Πασά έπεσε…»

    Το επίγραμμα του Αλί

    Το κεφάλι του Αλί Πασά έφτασε στην Πόλη στις 23 Φεβρουαρίου του 1822 και εκτέθηκε στο σεράι. Από τους πρώτους επισκέπτες ήταν και ο βετεράνος διπλωμάτης και συγγραφέας Rοbert Walsh που δωροδόκησε ένα γενίτσαρο και πήρε την «γιάφτα», το επίγραμμα.

    «Όλοι αγοράζονται στην Τουρκία…» έγραψε. Το επίγραμμα, επιβεβαιώνει ότι ο Αλί «τηρούσε μυστικήν συνεννόηση μετά των επαναστατών… στέλνοντας σημαντικά ποσά στους γκιαούρηδες». Το σχετικό απόσπασμα σε ελληνική μετάφραση αναφέρει: «…Προχώρησε ακόμη σε μυστική συμφωνία με τους αποστατήσαντες Έλληνες και έστειλε μεγάλη ποσότητα χρημάτων στους Πελοποννησίους και τους Σουλιώτες, με σκοπό να οπλιστούν αυτοί κατά του λαού των μουσουλμάνων. Με τέτοιες πράξεις αποδείκνυε συνεχώς, ότι ήταν ένας άθρησκος και άπιστος άνθρωπος».

    (πηγή ΑΠΕ – ΜΠΕ)

    http://www.kathimerini.gr./901537/article/epikairothta/ellada/pws-eide-thn-25h-martioy-h-eyrwpaikh-koinh-gnwmh

  19. « Οχτώ
    Επέκεινα του Δερβενιού
    Μαρτίου 25, 2017 από Δύτης των νιπτήρων
    Δεν είναι πολλά τα κείμενα Οθωμανών που να πολέμησαν στη διάρκεια της Επανάστασης. Για την ακρίβεια είναι μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού (ένα είναι του Βαχίτ Πασά, εκείνου που διέταξε τη σφαγή της Χίου· ένα άλλο — καλά, θα σας πω του χρόνου). Αυτό που αντιγράφω σήμερα ανήκει στην ημιτελή αυτοβιογραφία του Καμπουτλή Βασίφ Εφέντη, ενός άτακτου μισθοφόρου ιππέα που πολέμησε στη Στερεά, την Πελοπόννησο και την Εύβοια και έγραψε απομνημονεύματα («τις χώρες και τις επαρχίες, τους πολέμους και τους θανάτους έναν προς έναν, ό,τι παρατήρησα από το έτος 1216 [1801/2] ως το 1248 [1832/3]… ώστε οι αναγνώστες να ακούσουν, να αφήσουν τούτο τον κόσμο και να σκεφτούν το Επέκεινα») το 1834. Δυστυχώς το κείμενο κόβεται απότομα, πάνω σε κάτι περιπέτειες στα βουνά της Κύμης. Ο τύπος άφησε το χωριό του για τα ξένα (έτσι το γράφει) το 1801, σε ηλικία οχτώ χρονών, μαζί με τον πατέρα του, και πολέμησε σε διάφορα μέτωπα της Μικρασίας, εναντίον τοπαρχών και Ρώσων, προτού ενταχθεί σε ένα από τα σώματα που στάλθηκαν κατά του Αλή Πασά. Ε, «ενώ έκοβαν το κεφάλι αυτού του Αλή Πασά, οι άπιστοι του Μοριά ξεσηκώθηκαν». Έχει ενδιαφέρον ότι το κείμενο είναι στολισμένο με εικόνες που περιγράφουν τα μέρη και τα τεκταινόμενα· έβαλα μερικές κι εδώ. (Μπορείτε να δείτε και αυτό το σχετικό άρθρο).

    Μη νομίσετε ότι είναι ακριβώς συναρπαστικό κείμενο, είναι γεμάτο με κάπως μονότονες περιγραφές, μάχες και κομμένα κεφάλια· ούτε ο συγγραφέας είναι καμιά συμπαθητική προσωπικότητα, παρότι βέβαια το ότι έγραψε και ζωγράφισε είναι, αν μη τι άλλο, αξιοπρόσεχτο. Διάλεξα να μεταφράσω τη μάχη στα Δερβενάκια. Ο Κολλή Κοτρόν φαντάζεστε ποιος είναι:

    …Την επόμενη μέρα, το απόγευμα, το δερβένι [πέρασμα] του Μοριά φάνηκε και το πλησιάσαμε. Άπιστος δεν φαινότανε. Είπαμε: «Ο Θεός γνωρίζει καλύτερα — αλλά δεν υπάρχουν άπιστοι στρατιώτες στο πέρασμα». Ενώ τα λέγαμε όμως αυτά, είχαμε μαζί μας έναν οδηγό που ήταν μοραΐτης. Μας ενημέρωσε πως το πέρασμα δεν είχε εγκαταλειφθεί, και ότι ο Κολλή Κοτρόν, ο κυριότερος μπέης των απίστων, βρισκόταν εκεί. Δεν ακούσαμε όμως τα λόγια του και μόλις φτάσαμε κοντά στη χαμηλότερη είσοδο του περάσματος, είδαμε πως οι άπιστοι είχαν σκάψει χαρακώματα από το ένα βουνό στο άλλο, είχαν στήσει τις σημαίες τους στην κορφή του βουνού και περίμεναν. Όταν είδαμε τη διάταξή τους, επιστρέψαμε στα χωριά της πεδιάδας. Ενώ περιφερόμασταν εκεί, ένας άπιστος έπεσε στα χέρια μας. Του πήραμε πληροφορίες· τον ρωτήσαμε: «Υπάρχουν πολλοί άπιστοι σ’ αυτό το Δερβένι του Μοριά;» Ο άπιστος απάντησε ως εξής: «Υπάρχουν σαράντα χιλιάδες, και μαζί τους ο Κολλή Κοτρόν, που είναι ο μπέης τους». […] Ο πασάς ετοιμάστηκε –είχε ήδη χαράξει– και η εμπροσθοφυλακή του στρατού έφτασε στο δερβένι του Μοριά. Μας βρήκαν εκεί. Ο στρατός συγκεντρώθηκε στην είσοδο του περάσματος και στάθμευσε εκεί. […] [Την άλλη αυγή] ο Μαχμούτ Πασάς μάζεψε τους επικεφαλής, έστειλε το πεζικό σε δύο φάλαγγες στα δυο βουνά, με τον ίδιο τρόπο έστειλε το ιππικό ως κεντρική φάλαγγα στο δρόμο, έβαλε χρυσούς μαχμουτιέδες σε ένα χαλί προσευχής και άρχισαν όλοι να φωνάζουν ταυτόχρονα. Φώναζαν με όλη τους τη δύναμη, γιατί όποιος θα έφτανε πρώτος με το μπαϊράκι του στην κορφή του περάσματος θα έπαιρνε πεντακόσιους μαχμουτιέδες […]

    Οι άπιστοι μας παρακολουθούσαν από το βουνό. Δεν ήξεραν ότι το πεζικό μας πλησίαζε σε δύο φάλαγγες. Περίμεναν πίσω από τα οχυρώματά τους, πίνοντας και γλεντώντας, και έλεγαν: «Για να δούμε τι θα κάνουν τούτοι οι Τούρκοι». […] Οι στρατιώτες που είχαν κινηθεί από την αριστερή πτέρυγα είχαν φτάσει ακριβώς κάτω από τα οχυρώματα των απίστων στην κορφή. Οι ιππείς είχαν κινηθεί από τη μέση και είχαν φτάσει κι αυτοί κάτω από τα χαρακώματα. Τότε ένας θόρυβος γέμισε τα βουνά, από τους πυροβολισμούς και τις φωνές απίστων και δικών μας. Ο ήχος αντιλαλώντας στα βουνά και τους βράχους έφτανε μέχρι τον ουρανό. Είναι αδύνατο να πω πώς εξελίχθηκε η μάχη, θα έπρεπε να είναι κανείς εκεί. Ακριβώς δύο ώρες πριν τη δύση οι άπιστοι είχαν τραπεί σε φυγή προς τα στρατεύματά μας στη δεξιά μεριά, πέρασαν μέσα από τη φωτιά της κόλασης και έφυγαν.

    Έπεσε η νύχτα. Οι άπιστοι είχαν φύγει. Είχαν φύγει στα βουνά στα δεξιά. […] Ο στρατός μας, ιππικό και πεζοί, εμφανίστηκε στο σημείο του βουνού όπου βρίσκονταν πριν οι άπιστοι. Άφησαν πίσω τις αποσκευές τους, τα πυρομαχικά, τους σταβλίτες και το ιππικό της Σεβάστειας. Η κεντρική φάλαγγα του ιππικού μας, που είχε φτάσει στην κορφή, πήγε στην πεδιάδα του Γκιόρντους [Κορίνθου] για σκλάβους, άντρες και γυναίκες, λέγοντας: «Δεν έχει μείνει άπιστος στα βουνά, πάμε στην πεδιάδα της Κορίνθου».

    Το δερβένι του Μοριά είναι ανάμεσα σε δυο βουνά, και στις δυο πλευρές έχει μαύρα βράχια. […] Πάνω από το ποτάμι και τα βράχια είναι ένα μονοπάτι· οι στρατιώτες έπρεπε να περάσουν ένας-ένας απ’ το μονοπάτι. Έτσι σε δέκα μέρες μόνο τόσες χιλιάδες στρατιώτες περνούσαν. Όσοι είχαν φτάσει στην κορφή κατηφόριζαν προς την άλλη μεριά. Κανένας δεν έμεινε στο βουνό.

    Ενώ εκείνοι κινούνταν έτσι από το πέρασμα μια μέρα και μια νύχτα, οι άπιστοι πληροφορήθηκαν την κατάσταση. Οι άπιστοι που είχαν διαφύγει τώρα επέστρεψαν, πήραν το δερβένι, επάνδρωσαν ξανά τα μετερίζια τους και άρχισαν να πολεμούν. Κανένας από το στράτευμα της Σεβάστειας, τους άλλους στρατιώτες ή οποιοσδήποτε είχε μείνει πίσω στις πλαγιές δεν πέρασε αβλαβής. Οι άπιστοι πήραν τις προμήθειές τους, τις σκηνές, τα όπλα και τα πυρομαχικά τους, τα πάντα, και τα κατέσχεσαν. Έτσι που οι άπιστοι είχαν οχυρωθεί στο δερβένι, είχαμε αποκοπεί από την οπισθοφυλακή. Φτάσαμε στον κάμπο της Κορίνθου και στρατοπεδεύσαμε. Από τον στρατό μας των πενήντα πέντε χιλιάδων, μόνο κάπου τριάντα χιλιάδες στρατιώτες είχαν μείνει. […]

    Το εν λόγω Δερβένι του Μοριά, όπου κεφάλια κόπηκαν και όπου τόσες χιλιάδες καβαλάρηδες από τη Σεβάστεια χάθηκαν φαίνεται εδώ:

    [Ο αφηγητής βρίσκει μετά από μέρες στο στρατόπεδο τον πατέρα του, που έχει λαβωθεί βαριά στο κεφάλι:]

    Σ’ αυτή την κατάσταση βρήκα τον πατέρα μου, μισοπεθαμένο και αναίσθητο. Τον είδα και θρήνησα και ξέσπασα σε κλάματα. Ύστερα από λίγο, ο πατέρας μου βρήκε τις αισθήσεις του και είπε:

    «Μουσταφά, γιε μου, πού είμαστε; Τι μέρος είναι τούτο; Περάσαμε το δερβένι του Μοριά; Γιε μου, γιατί κλαις; Δόξα τω Θεώ, περάσαμε το δερβένι του Μοριά, ήρθαμε εδώ και είμαστε ασφαλείς. Γιατί κλαις; Είμαι καλά» — και έτσι με παρηγόρησε λίγο.

    (Πηγή: Jan Schmidt, “The Adventures of an Ottoman Horseman: The Autobiography of Kabudlı Vasfî Efendi, 1800-1825”, στου ίδιου, The Joys of Philology: Studies in Ottoman Literature, History and Orientalism (1500-1923), τ. 1, Κωνσταντινούπολη 2002, σελ. 165-286· εδώ οι σελ. 237-41)

    https://dytistonniptiron.wordpress.com/2017/03/25/kabudli/

  20. Το Εικοσιένα στην ελληνική πεζογραφία

    26 Μαρτίου 2017

    Στις πρώτες μετεπαναστατικές δεκαετίες, πεζογραφήματα με θέματα από την προεπαναστατική και επαναστατική εποχή έχουν αξιοσημείωτη παρουσία· άλλωστε το Εικοσιένα αποτελούσε ακόμη κομμάτι της ατομικής βιωμένης μνήμης των ανθρώπων της εποχής.

    ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΤΑΘΗ

    Η επανάσταση του 1821 και η περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας στην ελληνική πεζογραφία δεν έχουν την ισχυρή παρουσία που θα ανέμενε κανείς, στο μέτρο που το Εικοσιένα συνιστά την κύρια ιστορική τομή και τη γενέθλια πράξη του ελληνικού έθνους-κράτους και της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Στις πρώτες μετεπαναστατικές δεκαετίες, πεζογραφήματα με θέματα από την προεπαναστατική και επαναστατική εποχή έχουν αξιοσημείωτη παρουσία· άλλωστε το Εικοσιένα αποτελούσε ακόμη κομμάτι της ατομικής βιωμένης μνήμης των ανθρώπων της εποχής. Ωστόσο, η νεοελληνική φιλολογία δεν αξιολόγησε θετικά αυτά τα πεζογραφήματα, αφενός λόγω της καθαρεύουσας γλώσσας τους, αφετέρου διότι θεώρησε ότι ήταν λογοτεχνικά πρωτόλεια. Αντίθετα αξιολόγησε θετικά την ποίηση της εποχής για το Εικοσιένα, κυρίως αυτή των Σολωμού και Κάλβου.

    Ορισμένα από τα σημαντικότερα πεζογραφήματα για το Εικοσιένα γράφτηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα: ο Λουκής Λάρας του Δημήτριου Βικέλα, ο Χρήστος Μηλιόνης του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Το Φίλημα» του Μιχαήλ Μητσάκη, τα σχετικά διηγήματα του Γιάννη Βλαχογιάννη και το διήγημα «Μεσολογγίτικα Χριστούγεννα» της Πηνελόπης Δέλτα. Στη μεταπολεμική περίοδο τα σημαντικότερα σχετικά μυθιστορήματα είναι η τριλογία Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου, Αίμα χαμένο και κερδισμένο, και Τα στερνά του Μίχαλου του Μ. Καραγάτση, οι Μαυρόλυκοι και ο Ελληνικός όρθρος του Θανάση Πετσάλη-Διομήδη και Ο Δαίμονας και οι Σουλιώτες του Μιχάλη Περάνθη. Κατά τα άλλα, στη σχετική με το Εικοσιένα πεζογραφία του 20ού αιώνα κυριαρχούν οι μυθιστορηματικές βιογραφίες κλεφταρματολών και ηρώων της Επανάστασης. Σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, κοινό στοιχείο σε όλη αυτή λογοτεχνία περί το Εικοσιένα είναι η προσέγγιση της οθωμανικής περιόδου ως ενός διαρκούς αγώνα των υπόδουλων Ελλήνων απέναντι στους κυρίαρχους Τούρκους, αγώνα που οδηγεί κατά φυσικό τρόπο στην επανάσταση. Η ηρωοποίηση των αγωνιστών συνιστά επίσης φυσικό επακόλουθο αυτής της προσέγγισης.

    Στη μεταπολίτευση, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1980, το ιστορικό μυθιστόρημα απουσιάζει σχεδόν εντελώς από την ελληνική λογοτεχνία. Επανεμφανίζεται στη δεκαετία του 1990 ως απότοκο δύο παράλληλων διαδικασιών: αφενός της έξαρσης του εθνικισμού λόγω του Μακεδονικού ζητήματος και αφετέρου της προϊούσας κρίσης των ιδεολογιών μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του ανατολικού μπλοκ και της απίσχνανσης της πασοκικής ιδεολογίας, την οποία δεν μπόρεσε να αναζωογονήσει το εγχείρημα του «σημιτικού» εκσυγχρονισμού. Έτσι η αδυναμία συγκρότησης μιας συνεκτικής ιδεολογίας που να συσπειρώσει ενεργητικά μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού (άλλωστε ο νεοφιλελευθερισμός που ηγεμόνευσε υπονομεύει τα συλλογικά εγχειρήματα) ευνόησε τη διόγκωση της ζήτησης της ιστορίας. Ώθησε στην επαναδιερεύνηση του εθνικού παρελθόντος, στο πλαίσιο μιας προϊούσας ανάγκης να επανεξεταστούν οι εθνικοί μύθοι και βεβαιότητες και να αναζητηθούν οι ιστορικές διαδρομές που οδήγησαν στη σημερινή ελληνική κοινωνία.

    Σε αυτό το πλαίσιο αυξάνονται ραγδαία τα ιστορικά μυθιστορήματα, στην πλειονότητα τους με θεματικές που επικεντρώνονται στον 20ό αιώνα. Αυξάνονται όμως και τα μυθιστορήματα που αφορούν παλαιότερες εποχές όπως η οθωμανική περίοδος και η επανάσταση του 1821. Ορισμένα αποτελούν απλώς αισθηματικά ρομάντζα εποχής, τμήμα μιας διογκούμενης πεζογραφίας με στόχο ένα λαϊκό, κυρίως γυναικείο, αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για μια πεζογραφία που παλαιότερα περνούσε κυρίως μέσα από τα δημοσιευόμενα σε συνέχειες αναγνώσματα σε εφημερίδες και περιοδικά.

    Εμφανίζονται όμως και μυθιστορήματα που επιζητούν να εισαγάγουν νέα στοιχεία στην αφήγηση της οθωμανικής και της επαναστατικής περιόδου, τόσο στην ιστορική προσέγγιση όσο και στους αφηγηματικούς τρόπους. Για παράδειγμα, εκδίδονται μυθιστορήματα με επίκεντρο γυναίκες του Εικοσιένα (τη Μπουμπουλίνα, τη Μαντώ Μαυρογένους, τη Δόμνα Βισβίζη ή την Ποθητή της Ελένης Σαραντίτη) τα οποία, ωστόσο, ελάχιστα ξεφεύγουν από την παραδοσιακή εθνική ηρωική οπτική. Άλλα στοιχεία αυτής της πεζογραφίας είναι η στροφή στην περιγραφή της καθημερινότητας ή/και των ερωτικών ηθών, και στην ανάδειξη της βίας με ρεαλιστικό τρόπο και χωρίς τον εξιδανικευτικό ηρωικό χαρακτήρα που διέπνεε την παλαιότερη πεζογραφία. Ορισμένα μυθιστορήματα, απαλλαγμένα από την παραδοσιακή εθνική οπτική, εξετάζουν με νέους όρους τους δρόμους διαμόρφωσης της εθνικής ταυτότητας και της επαναστατικής προοπτικής, επιμένοντας στη διερεύνηση των κοινωνικοοικονομικών και ιδεολογικών μεταβολών στις προεπαναστατικές δεκαετίες, ή επανεξετάζουν τις εμφύλιες αντιπαραθέσεις στην Επανάσταση υπό το πρίσμα των κοινωνικοπολιτικών αντιθέσεων που προκαλούν οι νέοι εθνικοί νεωτερικοί προσανατολισμοί της επανάστασης. Ενδεικτικά παραδείγματα: Το ρολόι της σκιάς του Θωμά Σκάσση, το Για μια συντροφιά ανάμεσα μας και Η αναχώρηση του Νίκου Θέμελη, Ο Καρτέσιος στην Τρίπολη του Κώστα Βούλγαρη, γραμμένο μάλιστα με τη μορφή κέντρωνα.

    Η οικονομική κρίση και το προσφυγικό ζήτημα ανανέωσαν το ενδιαφέρον για την ιστορία με πολλαπλούς τρόπους. Τόσο στο ιστορικό μυθιστόρημα όσο και στο ιστορικό θέατρο, ένας συνήθης τρόπος είναι η διερεύνηση επώδυνων στιγμών του παρελθόντος μέσα από την αφήγηση ιστοριών ζωής (ένα είδος απολογισμών ζωής). Σε αυτά τα έργα, ο λανθάνων ή διακηρυκτικός διάλογος παρελθόντος – παρόντος αφενός λειτουργεί παραμυθητικά απέναντι στις σημερινές δυσκολίες, αφετέρου αντιπαρατίθεται εμμέσως στο ζόφο της απαισιοδοξίας που κυριαρχεί, υποδεικνύοντας ότι ο άνθρωπος με καθημερινό αγώνα μπορεί να διατηρήσει την αξιοπρέπεια του και να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις μεγάλες ανατροπές που επέφερε η κρίση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η νουβέλα Βγερού γλυκά φανού του Γιώργου Χατζόπουλου (εκδ. Αιώρα, 2015) που συμπλέκει την αφήγηση μιας Χιώτισσας που επέζησε από την καταστροφή της Χίου του 1822 ξεπερνώντας χίλιες δυσκολίες, και μιας σύγχρονης γυναίκας που προσπαθεί να διαχειριστεί με αξιοπρέπεια την αποτυχία του γάμου της επανεξετάζοντας παράλληλα όλη την προηγούμενη ζωή της.

    Στο μυθιστόρημα Φεύγω ξένη του Γιάννη Μπάρτζη (εκδ. Αντ. Σταμούλη 2014) το υποκείμενο της αφήγησης και του απολογισμού του βίου συνιστά νεωτερισμό για την ελληνική πεζογραφία με θέμα το Εικοσιένα: πρόκειται για την μουσουλμάνα Γκιουλχανούμ, σύζυγο του Κιαμήλ, τελευταίου οθωμανού μπέη της Κορίνθου. Η Γκιουλχανούμ θα χάσει τον σύζυγο της, τον πατέρα της, τον ένα της γιο, θα χάσει την περιουσία της και το 1823 θα αναγκαστεί να φύγει πρόσφυγας με τα δυο παιδιά που της απέμειναν σε άλλα οθωμανικά εδάφη. Ο συγγραφέας, μέσα από τη ματιά της Γκιουλχανούμ, παρουσιάζει μια ειδυλλιακή και προφανώς ανακριβή εικόνα για την προεπαναστατική κοινωνία της Κορίνθου, όπου μουσουλμάνοι και χριστιανοί, προεστοί και ραγιάδες ζουν εν πολλοίς αρμονικά μεταξύ τους. Πρόκειται για μια εικόνα εξίσου ανακριβή με την παραδοσιακή εθνική αφήγηση των Ελλήνων που υπέφεραν τα πάνδεινα από τους βάρβαρους Τούρκους. Ωστόσο, στηριζόμενος στην ανιστορική αυτή προσέγγιση, ο Μπάρτζης καταφέρνει να αναδείξει την άλλη πλευρά της επανάστασης: τα βάσανα και τις τραγικές ανατροπές που η Επανάσταση επέφερε στις ζωές των μουσουλμάνων της Πελοποννήσου οι οποίοι αισθάνονταν εξίσου ντόπιοι με τους χριστιανούς Μοραΐτες. Έτσι ο συγγραφέας θεματοποιεί τη βία, τον πόλεμο και την προσφυγιά ως κοινές πληγές σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας και εθνικότητας.

    Το μυθιστόρημα Μαύρο φυλαχτό. Από το Σούλι ως τους Κορφούς του Βαγγέλη Μπέκα (εκδ. Ψυχογιός, 2017) αφηγείται τον τελευταίο πόλεμο των Σουλιωτών με τον Αλή πασά που καταλήγει στην ήττα και την αναγκαστική προσφυγιά τους στην Κέρκυρα. Ο συγγραφέας στηρίζεται κυρίως στην Ιστορία του Σουλίου του Χριστόφορου Περραιβού (1η έκδ.: 1803) και στην εξαιρετική μελέτη της Βάσως Ψιμούλη, Σούλι και Σουλιώτες (2η έκδ.: Εστία, 2005). Όπως όμως γράφει στον πρόλογο, επιχείρησε να διατηρήσει «μια ισορροπία μεταξύ των “παραδοσιακών” και των κάπως πιο “προοδευτικών” ιστορικών εκτιμήσεων». Ωστόσο μολονότι ο Μπέκας εισάγει στην πραγμάτευση ορισμένα νεωτερικά στοιχεία, όπως π.χ. το ρόλο της βεντέτας και την κεντρική σημασία της φάρας για τη σουλιώτικη κοινωνία ή την αντίθεση μεταξύ της παραδοσιακής κουλτούρας των Σουλιωτών και της νεωτερικής που φέρνει η Γαλλική επανάσταση, η «ισορροπία» γέρνει προς την πλευρά των παραδοσιακών προσεγγίσεων. Η αντίθεση χριστιανών-μουσουλμάνων ταυτίζεται σε τελευταία ανάλυση με την αντίθεση Ελλήνων-Τούρκων και το Σούλι πέφτει εξαιτίας της διχόνοιας που διαίρεσε τους υπερασπιστές του.

    Αυτό το τελευταίο συνιστά νομίζω την κυριότερη αδυναμία στα περισσότερα από τα πρόσφατα ιστορικά μυθιστορήματα για το Εικοσιένα: καθώς αδυνατούν να ενσωματώσουν τις σύγχρονες ιστοριογραφικές προσεγγίσεις για τον χαρακτήρα των πολιτικών αντιπαραθέσεων στη διάρκεια του Αγώνα (που οφείλονται εν ολίγοις στις αντιστάσεις των παραδοσιακών στρωμάτων στη συγκρότηση φιλελεύθερου συγκεντρωτικού νεωτερικού κράτους), οι συγγραφείς αποδίδουν τις εμφύλιες συγκρούσεις στη διχόνοια. Πρόκειται για μια ερμηνεία που, συνειδητά ή ασυνείδητα, εκβάλλει και στη σημερινή συγκυρία καθώς προβάλλει ως θεραπεία της κρίσης την ανάγκη ομόνοιας των κομμάτων, παραβλέποντας τις έντονες ιδεολογικές αντιθέσεις τους που εκπροσωπούν αντιπαρατιθέμενα κοινωνικά συμφέροντα.

    Ένα δεύτερο κοινό πρόβλημα στα περισσότερα ιστορικά μυθιστορήματα, πρόσφατα και παλαιότερα, συνιστά η αναχρονιστική πραγμάτευση των ερωτικών σχέσεων και των σχέσεων μεταξύ των φύλων, πρόβλημα που καθίσταται εντονότερο καθώς αυτά τα ζητήματα απασχολούν τους συγγραφείς σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι παλαιότερα. Είναι ωστόσο απότοκο και της έλλειψης επαρκών, σχετικών με αυτά τα θέματα, σύγχρονων επιστημονικών μελετών για τις περιόδους προ της συγκρότησης του ελληνικού κράτους.

    *Ο Παναγιώτης Στάθης είναι ιστορικός

    http://www.avgi.gr/article/10812/8013282/to-eikosiena-sten-ellenike-pezographia

  21. 1821:
    Το Εικοσιένα στην ελληνική πεζογραφία

    Αναδημοσιεύουμε από τα Ενθέματα μια επίκαιρη συνέντευξη του Σπύρου Ι. Ασδραχά με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου. Τη συνέντευξη πήραν ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης και ο Στρατής Μπουρνάζος

    Στις σημερινές συνθήκες της κρίσης αλλάζουν πολλά, ανάμεσά τους και τα εργαλεία με τα οποία σκεφτόμαστε το παρελθόν. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρείτε ότι ανασηματοδοτείται η σχέση μας με το παρελθόν, και ιδιαίτερα με κρίσιμες στιγμές όπως η Επανάσταση του 1821;

    Θα έλεγα ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σύνηθες ιστοριογραφικό δίλημμα, της αναλογίας και της επανάληψης. Σε ποιο βαθμό αναλογίες που προκύπτουν από διαφορετικές ή εν μέρει ανόμοιες δομές μπορούν να τροφοδοτήσουν τις κατανοήσεις των σημερινών φαινομένων, όπως η καπιταλιστική κρίση; Προσωπικά, θεωρώ ότι μας χρειάζονται και, με τους κατάλληλους όρους, μπορούν να συνεισφέρουν στον εμπλουτισμό των αναλυτικών εργαλείων μας.

    Όπως έγραφε ο Σβορώνος σε εκείνο το επίδικο άρθρο του για την εθνογένεση, για να γνωρίσεις τις διαδοχικές συνειδητοποιήσεις ενός λαού, πρέπει να γνωρίσεις την ιστορία του. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να δούμε τι ακριβώς ήταν αυτό το Εικοσιένα. Καθώς πριν από το 1821 υπάρχουν μια σειρά επαναστατικών κινητοποιήσεων στον ελλαδικό χώρο, τίθεται το γνωστό ζήτημα αν η Επανάσταση του Εικοσιένα είχε το ίδιο περιεχόμενο, λ.χ., με το 1770. Θα έλεγα ότι η επισφαλής λύση προβλημάτων ορίζεται εν πολλοίς από την κακή τοποθέτησή τους. Και θεωρώ κακή τοποθέτηση του προβλήματος να ρωτάμε αν το 1770 είχε τους χαρακτήρες της Επανάστασης του 1821. Είναι σαν να λέμε ότι ο νόμος της βαρύτητας υπήρχε από την εποχή που πέφτουν τα μήλα από τη μηλιά, σαν να λέμε ότι ο προάγγελος του νόμου της βαρύτητας, που διατύπωσε ο Νεύτωνας, ήταν η παλινωδία του Πλάτωνος στον Φαίδρο: οι ψυχές που αιωρούνται, και οι βαριές ψυχές που πέφτουν.

    Ένα ιστορικό φαινόμενο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επανάσταση, αν δεν συγκεντρώνει ορισμένα χαρακτηριστικά· στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η μετάβαση από την έννοια του γένους (που έχει τη ρίζα του στις οικουμενικότητες της εποχής και των προηγούμενων εποχών, φτάνοντας μέχρι τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τους ελληνιστικούς χρόνους) στην έννοια του έθνους. Μέσα στη φαινομενική συνέχεια υπάρχουν ουσιώδεις ασυνέχειες. Το 1821 είναι η ανασηματοδότηση των προηγούμενων επαναστατικών κινημάτων και η μεταμόρφωσή τους, δηλαδή η προσαρμογή τους στους όρους της εποχής. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι μια εποχή επαναστάσεων και σε άλλα μέρη, όπως στη Λατινική Αμερική.

    Αν προχωρήσουμε στο ζήτημα των συνεχειών, αλλά μετά το 1821, μπορούμε να πούμε ότι η Επανάσταση του 1821 είναι ένα είδος αντιστασιακής μήτρας, καθώς πολλές φορές, και ιδίως σε στιγμές κρίσιμες, όπως στα χρόνια της Κατοχής, γίνεται επίκληση σε αυτήν;

    Θα μιλούσα με τους όρους του Φίλιππου Ηλιού για τη «χρήση της Ιστορίας». Ο Φίλιππος προσανατολιζόταν περισσότερο στη χρήση της ιστοριογραφίας, δηλαδή της ιστορικής ερμηνείας. Στο ζήτημά μας υπάρχει ένα θέμα «αναμορφώσεων» — όπως σε έναν πίνακα ο οποίος, ανάλογα με την οπτική γωνία που τον βλέπεις, έχει διαφορετική μορφή. Ανακρατιέται όμως κάτι: η έννοια της μη συμβίωσης με την κατακτητική κοινωνία. Και έτσι, στα χρόνια της Αντίστασης, έχουμε και τη φράση «Το Εικοσιένα ξαναζεί με το λαό μαζί». Βεβαίως ξαναζεί το Εικοσιένα, επειδή υπάρχει η σύγκρουση ανάμεσα σε κατακτημένους και κατακτητές, με τη διαφορά όμως ότι τα αιτούμενα του Εικοσιένα δεν εγγράφονται στα αιτούμενα της κοινωνίας η οποία έχει προκύψει από τη Βιομηχανική Επανάσταση.

    Aς επιμείνουμε λίγο στο ζήτημα των συνεχειών και των ασυνεχειών, της σχέσης της Επανάστασης με προηγούμενα επαναστατικά κινήματα.

    Οι κατακτημένοι δεν ανέχτηκαν ποτέ την κατάκτηση. Αυτό γενικεύτηκε και εκφράστηκε μέσα από τις, κατά Δημαρά, συλλογικές συνειδήσεις. Προχείρως θα αναφερόμουν στην αντίληψη που είχε διαμορφώσει ο Μακρυγιάννης, ο άνθρωπος της παράδοσης, σχετικά με την κατάκτηση. Αυτό φαίνεται καθαρότερα όχι τόσο στο απομνημόνευμα, αλλά στις εικόνες των αδελφών Ζωγράφου. Ο Μακρυγιάννης τους βάζει αρχικά να απεικονίσουν τον σουλτάνο να λέει στον κλήρο: –Δεν παραδοθήκατε, αλλά κατακτηθήκατε, γι’ αυτό σας βάζω στον ζυγό. Εν συνεχεία, εμφανίζονται οι κλέφτες που βγαίνουν στα βουνά και μετά ο Ρήγας, το αγαθό παιδί της πατρίδας, που σπέρνει τον σπόρο της Ελευθερίας. Είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές, ηγετικές θα έλεγα εκδηλώσεις αυτής της αντίληψης της συνεχούς αντίστασης, για την οποία ο Νίκος Σβορώνος θέλησε να μας δώσει ένα αναλυτικό εργαλείο με την παρεξηγημένη φράση του για τον αντιστασιακό χαρακτήρα της ελληνικής ιστορίας — αλλά αυτό είναι μια ξεχωριστή συζήτηση.

    Το 1821 διαφέρει από τα προηγούμενα κινήματα, αλλά έχει και ομοιότητες. Οι ομοιότητες είναι ότι όλες αυτές οι προσπάθειες για την απελευθέρωση προϋπέθεταν μια εδαφικότητα. Αυτή την εδαφικότητα ο Ρήγας την επεξέτεινε σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το Πολίτευμα είναι ένα επαναστατικό κείμενο, το οποίο αμέσως εθνικοποιήθηκε. Αν διαβάσουμε παράλληλα τον Πατριωτικό Ύμνο και το Πολίτευμα, βλέπουμε αμέσως τη μεταβολή. Το ένα είναι η αδύνατη επανάσταση που θα μετέτρεπε τη σουλτανική οικουμενικότητα σε δημοκρατική οικουμενικότητα. Το δεύτερο σκέλος, παρεπόμενο, είναι η εθνικοποίηση, στο πλαίσιο πλέον του ελλαδικού χώρου, ενωτικό στοιχείο του οποίου ήταν η παιδεία, με μια γλώσσα –την ελληνική– που συνέχιζε να έχει οικουμενικές αξιώσεις σε όλη τη διάρκεια της οθωμανικής κατάκτησης, με μια αναφορά στην ελληνικότητα. Ποια είναι όμως η ελληνικότητα του Ρήγα; Η σύγχρονη ελληνικότητα ή η αρχαιότητα; Θεωρώ ότι είναι η αρχαιότητα· η Ελληνική Νομαρχία ή η ελληνική πολιτεία του Ρήγα δεν είναι παρά μια αναφορά στην ανασηματοδοτημένη, με θετικό τρόπο, από τη Γαλλική Επανάσταση, αρχαιότητα.
    Τα πράγματα είναι ανόμοια, αλλά υπάρχει ένα νήμα που τα συνδέει. Εν ολίγοις, το 1821 είναι μια επανάσταση εθνική. Βρισκόμαστε στην εποχή της αρχής των εθνοτήτων. Είναι, ταυτόχρονα, μια επανάσταση δημοκρατική, η εκβολή της Γαλλικής Επανάστασης στους Ναπολεόντειους Πολέμους.

    Ένα βασικό ζήτημα: ποιες είναι οι δεκτικότητες. Για να εμπεδωθεί η κατάκτηση, οι κατακτημένοι πρέπει να διαθέτουν δομές. Αλλιώς, δεν μπορεί να επιβληθεί. Δομές εκκλησιαστικές και κοινοτικές, συλλογικότητες δηλαδή οι οποίες δεν είναι όμοιες· η εκκλησιαστική συλλογικότητα περιέχει στοιχεία που δεν τα περιέχει η κοινοτική: στοιχεία οικουμενικά και έναν υπερτοπισμό, τον οποίο δεν τον περιέχει η κοινοτική. Αλλά αυτές οι επιμέρους συλλογικότητες ήταν έτοιμες να δεχτούν καταστατικούς χάρτες, οι οποίοι είναι πραγματικά συντάγματα. Εννοώ τα πρώτα Συντάγματα της Επανάστασης.

    Μέσα στον χρόνο όμως δεν έχουμε μεταβολές;

    Μεταβάλλονται οι νοοτροπίες, αλλά μένουν σταθερές οι οικονομικές δομές — εκεί δεν γίνεται καμία μετατροπή. Σταθερές μένουν και οι μορφές εξουσίας, ανασηματοδοτημένες όμως με την Επανάσταση, επειδή δόθηκε γενικότερος ρόλος στις υπάρχουσες κοινωνικές αυθεντίες, είτε αυτές ήταν προυχοντικές είτε στρατιωτικές.

    Τα καινούργια στρώματα προκύπτουν μέσα από τον Αγώνα. Οι αλλαγές και οι ρήξεις συνίστανται στο ότι διαμορφώνονται τα στρώματα εκείνα που έχουν εξουσία διά του Αγώνος· έχουμε τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς. Η μεγάλη ρήξη γίνεται στην Πελοπόννησο, η οποία, μη έχοντας την πολεμική παράδοση της χερσαίας Ελλάδας, δημιουργεί τους στρατιωτικούς, το ισχυρότερο σώμα, καθώς αυτό πρωταγωνιστεί στον πόλεμο. Αυτά τα καινούργια συλλογικά σώματα –χρησιμοποιώ πάλι τον όρο «συλλογικότητες», επειδή ο όρος «ταξικότητες» δεν είναι επιχειρησιακός εδώ– είχαν κοινωνικό πρόγραμμα; Ο Πιπινέλης, τον οποίο αξίζει να θυμόμαστε παρά την πολιτική του τοποθέτηση, γράφει ότι τα λαϊκά συμφέροντα συνδέονται με τα συμφέροντα των στρατιωτικών. Οι στρατιωτικοί ήθελαν οικονομική βάση, και η οικονομική βάση της εποχής ήταν η γη, είτε ως καλλιεργήσιμος είτε ως οικοδομήσιμος χώρος. Για ποιους ζητάει αναδασμό της γης ο Μακρυγιάννης; Για τους στρατιωτικούς. Γι’ αυτούς που, αν έμεναν χωρίς οικονομική βάση, μετά τη δημιουργία του κράτους θα γίνονταν ληστές — το ιταλικό παράδειγμα μας δίνει χαρακτηριστικές αναλογίες. Τα σώματα αυτά αποκτούν μια ιδεολογία και μια πολιτική πρακτική.

    Έχει διαμορφωθεί η εικόνα –μια εικόνα που ενισχύθηκε και με την περσινή τηλεοπτική σειρά του ΣΚΑΪ– των πολιτικών ως «φιλεοευρωπαϊστών» και «εκσυγχρονιστών», σε αντίθεση με τους πιο «πρωτόγονους» στρατιωτικούς. Πώς τη σχολιάζετε;

    Υπάρχει η εντύπωση ότι επικρατούσε πλήρης διχοτομία ανάμεσα στους λεγόμενους «στρατιωτικούς» και τους λεγόμενους «πολιτικούς». Η υιοθέτηση αυτής της διχοτομίας μπορεί να βοηθά ορισμένα ερμηνευτικά σχήματα, να προσφέρει κάποια δήθεν σαφή περιγράμματα κ.ο.κ., ωστόσο δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Οι στρατιωτικοί, αγράμματοι ή ημιεγγράμματοι, σεβόμενοι τους γραμματισμένους που ταυτόχρονα τους θεωρούν υποδεέστερους, μετέχουν, με τον τρόπο τους, στο γενικό πρόβλημα. Μετέχουν μέσα από τη διάχυση των ιδεών, τις μορφές εκπολιτισμού, που διαδίδονται με την Επανάσταση. Και, παράλληλα, αποκτούν τις ίδιες οικονομικές βάσεις με τους προύχοντες. Ας διαβάσουμε τις σελίδες που αφιερώνει ο Κασομούλης στον Στουρνάρη: ο ομόλογός του προύχοντας δεν τον αποκαλούσε «καπετάν», αλλά «κυρ», επειδή οι κύριοι είχαν την οικονομική βάση, όπως ο Στουρνάρης, ο οποίος απέκτησε μεγάλη ιδιοκτησία και κοπάδια. Το ίδιο συνέβη με τον Βαρνακιώτη. Αυτή η κοινή οικονομική βάση μπορούσε να οδηγήσει σε κοινές οικονομικές συμπεριφορές με το προυχοντικό οικονομικό στρώμα, το οποίο τελικά έγινε ταξικό. Την ταξικότητα αυτή την εκφράζει με τον χαρακτηριστικότερο τρόπο ο Κανέλλος Δεληγιάννης στα απομνημονεύματά του.

    Υπήρχε αυτή η σύγκλιση, πράγμα που υποδεικνύει και τo consensus, τη γενική συναίνεση, η οποία αποτελούνταν από επιμέρους συναινέσεις. Βέβαια, υπάρχουν διαφορετικοί προσανατολισμοί: προς την ομόδοξη Ρωσία, προς τη Γαλλία και τη Βρετανία — ας σημειώσουμε εδώ το παράδοξο των ρωσόφιλων, που θεωρούν ότι πρέπει να γίνουν πλέον αγγλόφιλοι, επειδή η Αγγλία είναι η πλέον προοδευμένη και συγχρόνως ισχυρή δύναμη. Ο Φωτάκος τα δείχνει αυτά πολύ ωραία.

    Δεν είναι ενιαία τα πράγματα, είναι ένα πολύπλεγμα. Και είναι ένα πολύπλεγμα, επειδή μια εθνική επανάσταση ενέχει την ταξική διάσταση, αλλά δεν είναι ταξική επανάσταση. Η ταξικότητα ενέχεται, διότι έχουν συγκροτηθεί οι συλλογικότητες εκείνες οι οποίες γίνονται τάξεις, όχι καθ’ εαυτές πλέον, αλλά δι’ εαυτές, μέσω του πολιτικού, μέσω του ερωτήματος πώς θα ασκήσουν την εξουσία.

    Επιστρέφοντας στο σήμερα, από όπου και ξεκινήσαμε, θα σας θέσουμε ξανά το ερώτημα της επικαιροποίησης του 1821.

    H επικαιροποίηση του 1821 έχει μία και μόνη σοβαρή διάσταση, η οποία αποκλείει τις εξυμνήσεις των ηρώων και των ηρωικών πράξεων. Και αυτή είναι η εθνικοποίηση της ταξικότητας. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα διηνεκές και υπερκείμενο φαινόμενο, της επίκλησης των εθνικών αξιών, επίκληση η οποία συνοδεύεται από πράξεις ή υποταγές, καταναγκασμούς που οδηγούν στην κατάλυση της εθνικής ανεξαρτησίας. Και ας δούμε, στο κεφάλαιο αυτό, για ποιες αιτίες περάσαμε από τις στρατιωτικές κατοχές στις οικονομικές κατοχές.

    Τι σημαίνει εθνικοποίηση του ταξικού λοιπόν; Σήμερα, και όχι μόνο στη χώρα μας, βρισκόμαστε μπροστά σε μια διεύρυνση των υποτελών τάξεων. Παλιότερα μιλάγαμε για τους «ασπρογιακάδες», οι οποίοι ενσωματώνονταν στο προλεταριάτο. Σήμερα έχουμε κατάργηση της μικροαστικής και της μεσαίας αστικής τάξης, η οποία αποτελούσε το συστατικό στοιχείο της όλης εθνικής συνοχής. Δεν γίνονται προλετάριοι· γίνονται, απλούστατα, φτωχοί. Φτάνουμε σε μορφές της γενικής αποπτώχευσης, τις οποίες έχει γνωρίσει και άλλοτε η Ιστορία. Επόμενο είναι η διευρυμένη αυτή υποτελής τάξη να γίνεται υποκείμενο πολιτικής και συνάμα κοινωνικής στρατηγικής.

    Λέγεται πως οι δρόμοι είναι δύο, ο διεθνικός και ο εθνικός. Νομίζω ότι οι δύο αυτοί δρόμοι συμπίπτουν εν πολλοίς. Η ιστορία των επαναστάσεων δείχνει ότι έχουν μια εδαφικότητα που συμπίπτει με το υπάρχον ή δυνάμει έθνος. Δεν αντίκειται το γενικό στο ειδικό φαινόμενο. Συνεπώς, σήμερα μια αντι-εθνική (και δεν εννοώ αντιεθνικιστική) ρητορεία είναι επιβλαβής γι’ αυτό το διαφοροποιητικό εργαλείο που είναι η εθνικοποίηση της ταξικότητας.

    Τι σημαίνει εθνικοποίηση; Σημαίνει ότι το σύνολο των αξιών που αποτελούσαν τη γενική συναίνεση τώρα επιμερίζεται και η μεγάλη πλειοψηφία, η πλειοψηφία που έχει μπει στη διαδικασία της αποπτώχευσης, θα μπορούσε να ανασηματοδοτήσει την έννοια της ταξικότητας. Σε ποιον θα ανήκε δυνατολογικώς ο ρόλος αυτός; Σε αυτό που αποκαλούμε Αριστερά.

    Ας δεχτούμε τον χαρακτηρισμό που προέρχεται από αντιαριστερές εστίες: μιλάνε για τη «μαρξιστική Αριστερά». Ας είμαστε πιο μετριοπαθείς, ας μιλήσουμε για μια μαρξικογενή Αριστερά, η οποία κατάφερε να γίνει εθνική Αριστερά, και η οποία εκφράστηκε με το ΕΑΜ. Έχει σημασία ότι το είπαν ΕΑΜ, Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, και όχι ΛΑΜ, Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Λαϊκό χαρακτήρισαν τον στρατό, δηλαδή την αιχμή του δόρατος. Και αυτός ο λαϊκός στρατός δεν ήταν ταξικός αλλά πατριωτικός στρατός.

    Επιτρέψτε μου εδώ μια παρέκβαση. Δεν συμφωνώ ότι ο αγώνας ήταν αντιφασιστικός. Ο πόλεμος στην Αλβανία ήταν πατριωτικός. Ο πόλεμος γίνεται αντιφασιστικός στη διάρκεια της Αντίστασης, όταν η Αντίσταση –μιλάω για την αριστερή Αντίσταση, και ένα μέρος της δεξιάς, όπως ο Πυρομάγλου– ενέχει κοινωνικά αιτούμενα. Ούτε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος σε όλη του διάρκεια ήταν αντιφασιστικός. Ήταν βέβαια ένας πόλεμος εναντίον των επιτιθέμενων δυνάμεων, που ήταν οι φασιστικές και οι ναζιστικές, αλλά από ένα σημείο και ύστερα σταμάτησε να είναι αντιναζιστικός — από τη στιγμή που προδιαγραφόταν η τελική νίκη.

    Τελειώνοντας, πώς πιστεύετε λοιπόν ότι μπορεί να χρησιμεύσει σήμερα η ιστορική αναλογία;

    Αν εκκρεμεί μια αξιοδότηση της ιστορικής αναλογίας –και με αυτό θα ήθελα να τελειώσω–, της ανάκλησης του παρελθόντος, αυτή θα πρέπει να απαντήσει στο τρέχον, κυρίαρχο φαινόμενο της αποπτώχευσης. Παλιότερα (μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980), γινόταν λόγος για τις κοινωνίες των 2/3: τα 2/3 ήταν οι εύποροι, το 1/3 οι φτωχοί, και η αναλογία αυτή ίσχυε για τις υπανάπτυκτες και τις υπό ανάπτυξη χώρες. Σήμερα έχουμε μια αντιστροφή: μπορούμε να μιλήσουμε πάλι για κοινωνίες των 2/3, με τη διαφορά ότι τα 2/3 είναι οι φτωχοί, αυτοί που βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας — και αυτό ισχύει και για τις ανεπτυγμένες χώρες. Η ανάπτυξη οδήγησε στην υπανάπτυξη.

    Αυτά τα βαριά προβλήματα δεν λύνονται βεβαίως από τους λογιστές που παριστάνουν τους οικονομολόγους και λένε, λ.χ., να μείνουμε οι άνθρωποι χωρίς δουλειά, να απολύσουμε 150.000 υπαλλήλους, να κουτσουρέψουμε τους μισθούς, να μην ελέγχουμε την κίνηση των τιμών. Και, για να μην ξεχνάμε τις διαφωτιστικές πλευρές της Επανάστασης του Εικοσιένα, υπάρχει σήμερα το θέμα της ανασηματοδότησης του φωτισμού των ανθρώπων, το πρόβλημα της ανάδυσης και ανάδειξης συνειδήσεων, πράγμα που σημαίνει αποφενακισμό και δημιουργία μιας κοινωνικής ηθικής αντίστοιχης με τα σύγχρονα προβλήματα.

    http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/1821-mia-ethniki-epanastasi-poy-enexei-tin-taksiki-diastasi-alla-den-einai-taksi

  22. Η επανάσταση του ’21 μέσα από επιστολές των πρωταγωνιστών της

    10:15 | 25 Μαρ. 2017
    Ελένη Καρασαββίδου

    H mνήμη της εθνεγερσίας του 1821 αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ακόμη πεδίο καταγραφής της ιστορικής εμπειρίας στη χώρα μας. Ειδικότερα η βιωματική γραφή και μνήμη διαμορφώνει τους όρους ανάδειξης της αφηγηματικότητας ως μιας μάλλον παραμελημένης διάστασης της ευρύτερης ιστορικής εμπειρίας και γνώσης, «εξαιρετικά σημαντικής όμως για τη συγκρότηση του -σσ ατομικού και συλλογικού- εαυτού.» (Σρεντεδάκις, 2012). Η γραφή αυτή δεν είναι ποτέ ανεξάρτητη από τις ευρύτερες προσωπικές, πολιτικές, και κοινωνικές συντεταγμένες. Πρόκειται για μια διαδικασία που καθορίζεται από υφιστάμενες πολιτισμικά διαθέσιμες μορφές αφήγησης, οι οποίες με ένα τρόπο «επιβάλλουν τη δική τους λογική τόσο των ιστοριών ζωής όσο και του ίδιου του βίου», αναδεικνύοντας τις διαστάσεις της υποκειμενικότητας στη διαλεκτική της σχέση με τη διϋποκειμενικότητα».

    Η επιστολογραφία, είδος ιδιαίτερο, συνδέει την ατομική προσωπική και κοινωνική διαδρομή με ευρύτερες αφηγήσεις των συλλογικοτήτων, ερμηνεύοντας με τον δικό της τρόπο την ιστορική στιγμή και την ίδια την ιστορία.

    Στα 1939 εκδίδονται στην Αθήνα από την Εταιρεία Ιστορικών Μελετών «τα Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρείας του Εμμανουήλ Ξάνθου Εκ των ιδρυτών αυτής». Σε ανυπόγραφο προλογικό σημείωμα, ίσως του Χρ. Μαρορραχίτη που συνέταξε το προηγούμενο, σημειώνεται «ποιος δεν θέλει καταλάβει η δεινότέρα λύπη όταν ακούση ότι ο Ξάνθος ζει εις την Ελλάδα δι’ ελέους; Ποιαν φεύγει καταισχύνην αγνωμοσύνης η πατρίς εις τοιαύτας σκληρότητος εικονας ζώσας;» (σελ. 51).

    Στα Απομνημονεύματα αυτά αίρεται η αδυναμία να πλαισιωθούν ιστορικά τα αυτοβιογραφικά κείμενα, αφού η αναφορά των ημερομηνιών και η παράλληλη καταγραφή των γεγονότων από ιστορικά πονήματα (συνήθως ξεχασμένα από την επίσημη εκδοχή που επικράτησε ως «εθνική») αποτελεί πολύτιμη πηγή, παρά το ενδεχόμενο φίλτρο κάθε συλλέκτη των επιστολών και κάθε εκδότη.

    Σε μια επιστολογραφία όπου η ορολογία είναι συχνά συνομωτική ώστε να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες του εθνικού αγώνα της εποχής και που η πολιτικάντικες προσεγγίσεις κάποιων εκ των πρωταγωνιστών δεν λείπουν, ο Γρηγόριος Δικαίος, ή Παπαφλέσσας, αναδεικνύεται (πριν αναδειχθεί σε Υπουργό Εσωτερικών) σε πρόσωπο που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αρχή της εξέγερσης σπάζοντας ιεραρχίες και καλούπια:

    Αδερφέ θυμίδη (Ξάνθε) γράφει στης 22 Φλεβάρη του 1821 την ίδια ημέρα που Αλέξανδρος Υψηλάντης κήρυξε την έναρξη του Αγώνα στο Ιάσιο της Μολδαβίας (άραγε; Ή έπαιξαν ρόλο εκ των υστέρων οι ανευθεθείσες επιστολές όχι στο ίδιο το γεγονός αλλά στην «κατοχυρωμένη» ημερομηνία;), «κράζοντας» τους υπεύθυνους για τους «φρονηματισμούς» και τις καθυστερήσεις: Δεν ηξεύρω δια τι περιωρίσθης εις τον ορίζοντα σου, και άλλο δεν ηξεύρεις πλέον παρά να συμβουλεύεις τον Δικαίον να μην ορμά κατά την συνήθειαν του και άλλα κουραφέξαλα. Ο Δικαίος φίλε έκαμεν ως προστάχθη τα δανείσματα έγιναν προς τα σύννεφα εκ μέρους της βροχής. Αυτά βιαζόμενα επολλαπλασιάστηκαν. Τι θέλεις η ευγένεια σου; Να μην ακουστεί μικρός καν γδούπος; Οι φρόνιμοι πρότερον σκέφτονται ταύτα και ύστερον αποφασίζουν και εις τας αποφάσεις μένουν σταθεροί…/ φίλε ο καιρος παρέρχεται και δεν προσμένει την ιδικήν μου και ιδικήν σου αργοπορίαν. ../Ενταύθα είναι μέγα βρασμός, καθώς ίσως και άλλοθι δια τον πολλαπλασιασμόν των συννέφων, τα οποία συνωθούμενα αδύνατον να μην δουπήσουν μικρόν ή μέγα, ώστε να φτάσει ο δούπος και προς τους μετοίκους… Λοιπόν φίλε δια τους οικτιρμούς του θεού επιταχύνατε τον σεβαστόν Καλόν, (σσ Υψηλάντη) ότι αν παρέλθει εορτή μία και δεν φανή τα αγκάθια ως σκοτεινιασμένα δύνανται να κεντήσουν τους προθύμους μας ανεπαισθήτως, και τότε η αμαρτία ας ήναι εις τον λαιμόν σας… Εις τα κλουμπιά δεν γίνονται άνδρες ούτε εις τα ταντούρια…(σελ. 144-145)
    Την ίδια ημέρα στέλνει επιστολή ως Αρμόδιος (το ψευδώνυμο του) στο Σύνολο της Φιλικής Εταιρείας: Εντιμότατοι Κύριοι!

    …Λοιπόν δια τον Θεόν! Μην αφήνεται να παρέρχεται ο καιρός. Οι τούρκοι ημέραν με την ημέραν υποπτεύονται, και είναι και φόβος, φόβος μεγάλος! Και έχετε να δώσετε λόγο ν, αν δια την άργηταν του προσδωκόμενου Υψηλάντου βιασθώμεν οι έλληνες να πάθωμεν ζημίας, όσας δεν ελπίζομεν…

    Ο σος ειλικρινής αδερφός Γρηγόριος Δικαίος σελ 148.

    Έναν ακριβώς μήνα μετά θα ξεκινήσει επισήμως η Επανάσταση: Τέλος συγκεντρώθηκαν και βγήκαν στις 22 Μαρτίου (α) στην Καλαμάτα ο Π. Μαυρομιχάλης , οι Καπετάκηδες , Κουμουνδουράκηδες, ο Π. Μούρτσινος, ο Αναγνωσταράς Ο Νικίτας Σταματελόπουλος,ο αρχιεπίσκοπος τους Φλέσσας Παπαφλέσσας… (Απομνημονεύματα Περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του Φωτάκου, Πρώτου Υπασπιστή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη)

    Προδομένη αρχή που εκ των υστέρων χρεώνεται (χειραγωγιστικά από την ξενοκρατία βλέπε αναφορά του Πουκεβίλ και δουλοπρεπώς από την ντόπια άρχουσα τάξη) σε άτομο που δεν ήταν καν στην περιοχή (Π. Π. Γερμανό) και στην «βολική» ημερομηνία της 25ης Μαρτίου: Στα 1838 την βολική αυτή ημερομηνία θα την υπογράψει ο κάποτε Γραμματέας του Υπουργού Δικαίου Γλαράκης που έμεινε στέλεχος στην Καμαρίλα και (σε αντίιυεση με τον μαρτυρικό Δίκαιο-Φλέσσα) «διεσώθη»: «Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25 Μαρτίου, λαμπρά καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα διά την εν εαυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος διά την κατ’ αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του Ελληνικού Εθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ».
    Εν Αθήναις τη 15η Μαρτίου 1838
    ΟΘΩΝ
    Ο επί των εκκλησιαστικών κτλ.
    Γραμματεύς της Επικρατείας
    Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ

    Η χειραγώγηση της ιστορικής μνήμης προς έναν καθόλου πολιτικά ουδέτερο ανιστορικό,ακίνητο στον χρόνο, σκοπό (κάτι στο οποίο αρέσκονται αντιδιαλεκτικοί εκπρόσωποι όλων των ιδεολογιών μιλώντας για έναν και μοναδικό χαρακτήρα πολύπλοκων φαινομένων) φαίνεται και από την μη ανάδειξη σημαντικών “λεπτομερειών”. Λεπτομερειών που αναδεικνύουν το πολύπλοκο των πραγμάτων δίχως να αναιρούν όμως στην περίπτωση του 21 τις βασικές (εθνικές και κοινωνικές) παραμέτρους: Όπως τα “καπάκια” (οι προδοτικές κολοτούμπες οπλαρχηγών για να οφεληθούν από αγάδες ή να εκδικηθούν συνέλληνες) αλλά και η ύπαρξη ταξιαρχίας Οθωμανών που πολέμησε υπερ των Ελλήνων υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη, κι εναντίον του Πασά.Όπως τα εξελλισόμενα συμφέροντα αλλά κι οι πολιτισμικές παράμετροι (όπως κι οι πολιτιστικές εκφορές τους) που έκαναν πχ την τότε Γερμανία να υιοθετήσει τον νεοκλασσικισμό εκδηλώνοντας εκείνες τις δεκαετίες ένα φιλελληνικό ρεύμα (βλέπε πχ την ελληνογερμανική λεγεώνα ή τα τραγουδια των Ελλήνων του Muller, ή τον Έλβνγκ τον Γερμανοεβραίο ραββίνο που μέσα από πύρηνους λόγους μάζευε χρήματα υπερ των επαναστατημένων Ελλήνων),ή που έκαναν ομάδες με οικονομικά συμφέροντα εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Χριστιανούς της Δυτικής Ευρώπης, προεστούς στα καθ’ υμάς κι Εβραίους) να συμπαραταχθούν στην προσπάθεια διατήρησής της.

    Όμως, ήδη από ις αρχές του σωτήριου έτους 1821 και κατά την Μυστική Συνάντηση του Παπαφλέσσα με Πρόκριτους και Αρχιερείς στη Βοστίτσα (Αίγιο, 26-30 Ιανουαρίου 1821) διαπιστώθηκε πλήρης διάσταση απόψεων ανάμεσα στον ενθουσιώδη Απόστολο της Φιλικής και τους διστακτικούς Προκρίτους και Αρχιερείς. Σε αυτή τη συνάντηση ειπώθηκαν τα παράκάτω:

    Σωτήρης Χαραλάμπης, (προεστός):
    «…Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, τι θ’ απογίνουμε; Ποιον θα έχουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, άμα πάρει άρματα, δεν θα μας ακούει πια. Και τότε θα πέσουμε στα χέρια εκείνων που δεν μπορούν να κρατήσουν πιρούνι να φάνε»
    Παπαφλέσσας: «Για ακούτε δω, η Επανάσταση είτε το θέτε, είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω τον κοσμάκη και να την κάνω. Και τότε όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι ας τον κόψουν!»

    Η αναφορά του απόντα και φυτευτού Παλαιών Πατρών Γερμανού (και εν αντιθέση η λήθη στο πρόσωπο του Καρατζά, του αληθινού μάρτυρα της πατρίδας από την Πάτρα) είναι χαρακτηριστική και φέρνει στο νου εκείνη την φράση του Μαρορραχίτη «ποιαν καταισχύνην αγνωμοσύνης η πατρίς»:

    «Όθεν οι μεν Πελοποννήσιοι έμειναν εν αμηχανία περί του πρακτέου, βλέποντες το παράκαιρον και ανέτοιμον· ο δε Δικαίος, άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος, περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του Έθνους, δια να πλουτίση εκ των αρπαγών, τους εβεβαίωνεν, ότι είναι τα πάντα έτοιμα.»
    (σσ Ο Καρατζάς, αυτός που σηκώνει το λάβαρο της Επανάστασης -με Ιερέα τον Ήλιο όχι τον Μητροπολίτη- στο Πατρινό Κάστρο στης 21 Μάρτη αναγκάζοντας τους παραδουνάβιους να βιασθούν επιτέλους, μεγαλομάρτυρας του προδομένου 21, ξεχάστηκε γιατί ως πολύ έντιμος κι απροσκύνητος είχε άλλωστε κακό Τέλος ως συνήθως από «συνέλληνες» (Αχαιούς Κοτζαμπάσηδες… να δεις ποιους με θυμίζουν! Αφού πρώτα τους έδειξε τα οπίσθια του σύμφωνα με μαρτυρίες βεβαίως! ) και μόνο η μαρτυρία ξεχασμένων Δημοτικών μένει για να κάνει ρωγμές στην επίσημη Μνήμη…

    «Τρεις περδικούλες κάθουνταν στης Κούκουρης τη ράχι
    Η μια τηράει τα πέλαγα κι’ η άλλη κατά την Πάτρα
    Κι’ η τρίτη η καλύτερη μοιρολογάει και λέει:
    Θε μου ο Καρατζάς τί γίνηκε,αυτός ο καπετάνιος;
    Μάϊδε στην Πάτρα φαίνεται μάϊδε στο Σαραβάλι
    Μάς είπαν πως τον σκότωσαν μεσ’του Ομπλού την πόρταν».

    Ο Παπαφλέσσας δεν αντιδρά στο έγκλημα στην Μονή Ομπλού. “Τρέχει”… Σε λίγα χρόνια θα είναι άλλωστε Υπουργός Εσωτερικών, σταρ της “καμαρίλας”. Μέσα του όμως, σ’ ένα άθικτο κομμάτι, είναι ο ίδιος Γρηγόριος Δικαίος που την κρίσιμη στιγμή λίγα χρόνια αργότερα κι ενώ η Επανάσταση σβήνει, θα ξαναβρεί την σπορά που υπάρχει στις επιστολές των αρχών του 1821 και παραιτούμενος από το αξίωμα θα κατέβει να μαρτυρήσει στο Μανιάκι. Η φιγούρα του Παπαφλέσσα, φιγούρα ιδιαίτερη, εξοραϊστηκε και νομιμοποιήθηκε μεταπελευθερωτικά από ένα κράτος που ήθελε (όπως όλα τα κράτη) να κάνει ιδεολογική χρήση της ιστορίας, ταυτίζοντας μονοσήμαντα στην περίπτωση της Ελλάδας την Εκκλησία (πολυσχιδή στις τάσεις της) με τον απελευθερωτικό Αγώνα. Η Φιγούρα όμως του Παπά Αντάρτη, που θα επαναληφθεί λίγες δεκαετίες αργότερα στα Βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας, (συχνά ξεχασμένη -αν και για διαφορετικούς λόγους- από όλες τις μεριές που όμως έχουν κοινό πως κρύβονται πίσω από ιδεολογήματα και δεν ακούν την φωνή της γης που πλάθει και τις γνήσιες ιδεολογίες) δεν έπαψε να στοιχειώνει το συλλογικό φαντασιακό μας… Υπενθυμίζοντας ότι αν η Μνήμη κάθε απελευθερωτικού Αγώνα είναι αμφιλεγόμενη, είναι γιατί είναι τόσο μα τόσο άβολη αλλά και τόσο ελπιδοφόρα…

    http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/i-epanastasi-toy-21-mesa-apo-epistoles-ton-protagoniston-toy

  23. Mουσουλμάνοι στον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας

    ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΤΑΘΗ

    Με τη συζήτηση που διεξάγεται τις τελευταίες εβδομάδες εξ αφορμής του νόμου για παραχώρηση ιθαγένειας στους μετανάστες, τούτο το σημείωμα αποκτά μια παράξενη επικαιρότητα. Πώς αντιμετώπισαν οι επαναστάτες τους ντόπιους μουσουλμάνους; Συλλήβδην και χωρίς εξαιρέσεις, ως εχθρούς και αλλοεθνείς; Πώς είδαν οι μουσουλμάνοι την επανάσταση; Ως μια σύγκρουση μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών, στην οποία η τοποθέτηση του καθενός ήταν προδιαγεγραμμένη αναλόγως του θρησκεύματος του; Ή μήπως υπήρχαν περιθώρια διαφορετικής πρόσληψης της σύγκρουσης, με όρους που δεν ανάγονταν αποκλειστικά στη θρησκευτική διαφορά;
    Μολονότι η έμφαση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που συγκρότησε ιδεολογικά το έθνος, και κυρίως της ριζοσπαστικής του μερίδας, δεν ήταν στη θρησκευτική διαφορά, για την πλειονότητα των κατοίκων της οθωμανικής αυτοκρατορίας η προεπαναστατική διάκριση ταυτότητας ήταν θρησκευτική. Τούτη η διάκριση καθόρισε καταρχάς και εν πολλοίς το «εμείς και οι άλλοι» του αγώνα και συνακόλουθα οδήγησε στη σταθερή συνταγματική διατύπωση του ορισμού του «Έλληνα» ως του αυτόχθονα χριστιανού(1). Πράγματι στα επαναστατικά συντάγματα ο ορισμός της ελληνικής ιθαγένειας και συνακόλουθα του έλληνα πολίτη είναι σχεδόν πανομοιότυπος: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων»(2). Αυτός ο βασικός ορισμός προσαρμοζόταν βέβαια στις κύριες ταυτοποιητικές διακρίσεις των εμπολέμων στις επαναστατημένες περιοχές: δηλαδή, των ορθοδόξων χριστιανών που συνιστούσαν τη συντριπτική πλειονότητα απέναντι σε μια μουσουλμανική πληθυσμιακή μειονότητα που κατείχε εν πολλοίς τις θέσεις κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ισχύος, και απέναντι στους οποίους οι χριστιανοί αισθάνονταν ότι δεν είχαν τις ίδιες προοπτικές κοινωνικής ανέλιξης. Επίσης αναπαρήγαγε τις κοινωνικές ταυτότητες που προέκυπταν από τις διακρίσεις του οθωμανικού δικαίου, το οποίο εν πολλοίς διαχώριζε και ιεραρχούσε τους υπηκόους ανάλογα με το θρήσκευμα. Συγχρόνως όμως έδινε εθνικό περιεχόμενο στη θρησκευτική διάκριση.
    Πράγματι, για τους περισσότερους Διαφωτιστές η χριστιανική θρησκεία συνιστούσε άρρητα ένα από τα πολιτισμικά στοιχεία της ελληνικής ταυτότητας. Και τούτο, όχι μόνον επειδή οι ίδιοι προέρχονταν από το σώμα του ορθόδοξου χριστιανικού πληρώματος, αρκετοί μάλιστα από τον ορθόδοξο κλήρο, αλλά επίσης επειδή στην αντιπαράθεση ‘πολιτισμού–βαρβαρότητας’ και ‘ελευθερίας-τυραννίας’ η χριστιανική Ευρώπη εντασσόταν, ρητά ή άρρητα, στο πρώτο σκέλος, ενώ ο κόσμος της Ανατολής, η οθωμανική δεσποτεία, στο δεύτερο σκέλος. Εξάλλου, κάθε υπό διαμόρφωση εθνική ομάδα ενσωματώνει επιλεκτικά προϋπάρχουσες πολιτισμικές και ιδεολογικές παραδόσεις, επανιεραρχώντας και αναδιατάσσοντας τις. Στο πλαίσιο δηλαδή του υπό συγκρότηση ελληνικού έθνους και καθώς κανένα άλλο αντικειμενικό κριτήριο δεν μπορούσε να έχει καθολική ισχύ για τη διάκριση Ελλήνων – Τούρκων, η θρησκευτική διαφορά επενδυόταν με πολιτική σημασία και εθνικοποιείτο.
    Ωστόσο, ο πλήρης αποκλεισμός των μη χριστιανών από το εθνικό σώμα δεν ήταν απολύτως ομόφωνος. Ενδεικτική περίπτωση, μολονότι εξαιρετική, ο Αδαμάντιος Κοραής ο οποίος σχολιάζοντας το σχετικό άρθρο του συντάγματος της Επιδαύρου, γράφει: «Κατά το άρθρον τούτο όμως, δια να ήναι τις και να λέγεται Έλλην, και να χαίρεται όλα τα δίκαια της Ελληνικής πολιτείας, δεν αρκεί να ήναι αυτόχθων κάτοικος της Ελλάδος, αλλά χρειάζεται να πιστεύη εις Χριστόν. Όθεν αποκλείονται από την Ελληνικήν πολιτείαν και από την απόλαυσιν των πολιτικών δικαίων και οι Τούρκοι και οι Ιουδαίοι• και δικαίως κατά παρόν• αλλ’ όχι διότι δεν είναι Έλληνες, ουδέ διότι δεν πιστεύωσιν εις Χριστόν, αλλά δι’ άλλας αιτίας αναγκαίας τας μετ’ ολίγα. Εάν κατά το επόμενον άρθρον (§ ε΄), οι ξένοι δια μόνης της πολιτογραφήσεως γίνωνται Έλληνες, πόσον γνησιώτεροι Έλληνες δεν πρέπει να λογίζωνται, όσοι Τούρκοι ή Ιουδαίοι εγεννήθησαν εις την Ελλάδα, και κατοικούν παις παρά πατρός προ πολλών ετών, και πολλών εκατονταετηρίδων την Ελλάδα;» Ο Κοραής, λοιπόν, θεωρεί ότι πρέπει να δοθούν πολιτικά δικαιώματα στους μουσουλμάνους, όχι αμέσως όμως διότι «οι Τούρκοι, μαθημένοι να μας δεσπόζωσι, χρειάζονται μακρότερον διάστημα ν’ απομάθωσι την δεσποτείαν»(3).
    Ο αποκλεισμός των μουσουλμάνων δεν ήταν ωστόσο πλήρης σε όλα τα συνταγματικά κείμενα: στη Νομική Διάταξη της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος (1821) περιλαμβάνονται οι εξής διατάξεις (Τμήμα Α. Κεφάλαιο πρώτο):
    «Άρθρο ΙΒ΄: Όσοι κάτοικοι της Ελλάδος δεν πιστεύουσιν εις Χριστόν είναι Μέτοικοι.
    Άρθρο ΙΓ΄: Μέτοικος εις μόνα τα πολεμικά έχει είσοδον, ουδέποτε όμως Αρχηγός στρατού γίνεται, ουδέ δια μίαν στιγμήν.
    Άρθρο ΙΔ΄: Μέτοικος διαφοράν δεν έχει καμμίαν από τον Έλληνα ως προς τους νόμους και την ενέργειαν αυτών.
    Άρθρο ΙΕ΄: Μέτοικος ουτ’ εκλεκτής ουτ’ εκλεκτέος είναι εις την Ελλάδα.
    Άρθρο ΙΣΤ΄: Μέτοικος δύναται να έχη ακίνητον κτήμα εις το Ελληνικόν έδαφος».
    Πρόκειται για μια ενδιάμεση κατηγορία, ανάμεσα στους πολίτες και τους ξένους, εμφανώς αρχαιοελληνικής έμπνευσης, μάλλον χωρίς αντίστοιχο στα ευρωπαϊκά συντάγματα της εποχής. Οι διατάξεις αυτές υποδεικνύουν, όχι τόσο την πρόθεση θέσπισης διακρίσεων εις βάρος των μουσουλμάνων, όσο την προσπάθεια να αποκλεισθεί η άνοδός τους στα ανώτερα αξιώματα, εξαιτίας των κινδύνων που αυτό εγκυμονεί σε καιρούς που το έθνος διεξάγει πόλεμο εναντίον ενός εχθρού που διακρίνεται κατά βάση από το μουσουλμανικό θρήσκευμα. Για παρόμοιους λόγους άλλωστε, ενόσω διαρκούσε ο πόλεμος, δεν δόθηκαν πολιτικά δικαιώματα στους εκχριστιανισθέντες μουσουλμάνους.
    Όπως σήμερα, όμως, έτσι και τότε, η εθνική ταυτότητα ήταν δύσκολο να οριστεί με αντικειμενικούς όρους: συνιστά σε τελευταία ανάλυση μια υποκειμενική επιλογή. Τούτο δεν ήταν έξω από τους νοητικούς ορίζοντες των ιθυνόντων της επανάστασης του 1821. Το σύνταγμα που ψήφισε το 1823 η Β΄ εθνοσυνέλευση αναφέρει: «Τα μεγάλα ανδραγαθήματα και αι σημαντικαί εκδουλεύσεις εις τας χρείας της Πατρίδος, ενούμεναι με την χρηστότητα ηθών, είναι δικαιώματα ικανά εις πολιτογράφησιν» (άρθρο ιβ΄, β΄). Παρόμοιο περιεχόμενο έχει το άρθρο 31 του συντάγματος της Τροιζήνας, ενώ το άρθρο 33 αναφέρει: «Όστις ξένος υπηρέτησεν ή υπηρετήση πολεμικώς δύο έτη την Ελλάδα, έχων τας αναγκαίας της υπηρεσίας του αποδείξεις, είναι δι’ αυτό τούτο πολίτης Έλλην». Η απουσία θρησκευτικού περιορισμού στις παραπάνω διατάξεις επέτρεπε δυνάμει την παραχώρηση ιθαγένειας σε εξαιρετικές περιπτώσεις ακόμη και σε μουσουλμάνους.
    Δεν φαίνεται, βέβαια, να ήταν πολλές οι περιπτώσεις μουσουλμάνων που συμμετείχαν στην πολεμική σύρραξη στο πλευρό των επαναστατών. Περισσότερο όμως από τον αριθμό τους, σημασία έχει η διερεύνηση του τρόπου που έβλεπαν την επανάσταση, διότι μπορεί να αναδείξει τους ιδεολογικούς περιορισμούς, τους κοινωνικούς καταναγκασμούς και τα όρια δράσης των ανθρώπων ή αντίθετα τις ρήξεις στις συνειδήσεις που επέφερε η γοργή μεταβατική περίοδος της επανάστασης.
    Το 1828, όταν ο Καποδίστριας οργάνωσε το ημιτακτικό στρατιωτικό σύστημα των χιλιαρχιών, συστήθηκε μια «οθωμανική εκατονταρχία», που περιελάμβανε 31 άνδρες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν μουσουλμάνοι. Η οθωμανική εκατονταρχία έλαβε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στην ανατολική Στερεά Ελλάδα κατά το διάστημα 1828-1829 για την εκδίωξη των οθωμανικών στρατευμάτων από εκεί. Υπήρξαν όμως και άλλοι μουσουλμάνοι που συμμετείχαν στην επανάσταση ενταγμένοι σε χριστιανικά στρατιωτικά σώματα. Οι περισσότεροι παρέμειναν στην Ελλάδα μετά την επανάσταση και διεκδίκησαν οικονομικές απολαβές, στρατιωτικούς βαθμούς και συντάξεις, ή ακόμη και το δικαίωμα του πολίτη επικαλούμενοι τη συμμετοχή τους, τις «θυσίες και εκδουλεύσεις» τους, κατά την ελληνική επανάσταση, παρακάμπτοντας ή υπερβαίνοντας τη θρησκευτική τους ταυτότητα. Τα παρακάτω αποσπάσματα εγγράφων είναι ενδεικτικά:
    Σε αίτηση του προς τη Βουλή, της 5/10/1287, ο κατόπιν εκατόνταρχος της οθωμανικής εκατονταρχίας, Μουσταφάς Γκέκας αναφέρει: «Η τυραννία, και τα απάνθρωπα των ομοθρήσκων μου Μουσλημάνων, και τα μεγάλα δίκαια του δεινοπαθούντος ελληνικού λαού, όστις βεβαρυμένος από την πολυχρόνιον δουλείαν απεφάσισε το 1821 έτος το χριστιανικόν, να αποτινάξη τον ζυγόν, επειδή με εκίνησαν εις οίκτον και συμπάθειαν απεφάσισα και εγώ να συναποθάνω με τους έλληνας». Κατόπιν περιγράφει τη συμμετοχή του στις πολεμικές επιχειρήσεις σε όλη τη διάρκεια του αγώνα και ζητά κάποια οικονομική ενίσχυση ώστε να μπορέσει και πάλι να πολεμήσει «ως και άλλοτε καταφρονών και πυρ και σήδηρον δι’ όφελος και δόξαν της ελλάδος». Υπογράφει: «Ο φιλέλλην Μουστάφας Γκέκας», ενώ σε προηγούμενο παρόμοιο έγγραφο του, της 16/9/1827, υπογράφει ως «ο πολίτης μουστάφας γγεκας».
    Ένας άλλος μουσουλμάνος, ο Μεχμέτ Δερβίσης γράφει προς τον κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια, στις 4/2/1828, για να ζητήσει επίσης οικονομική ενίσχυση: «Εξοχώτατε! Ότι η μετά των Ελλήνων σχέσις μου μεταξύ του τοσαετούς διαστήματος της διαγωγής μου εστάθη ανεπίληπτος ως προς τας οθωμανικάς προλήψεις, εναργώς απεδείχθη πρότερον. μετά δε την εκ της ελλάδος καταστροφήν των οθωμανών η πείρα με απέδειξε πρόθυμον εις το να συμπάσχω, και να συνδυστυχώ μετά των ελευθέρων Ελληνων, προτιμήσας την ελευθέραν ζωήν μάλλον, ή την μετ’ ευκλείας υπόζυγον μετά των ομοφύλων μου διαγωγήν. αξιόπιστον επί τούτω μάρτυρα έχω τας μεταξύ του επταετούς διαστήματος εις το ελληνικόν έθνος πράξεις μου, λογιζόμενος και καθ’ εμαυτόν, τας κατά την των ευαισθήτων ελλήνων προς εμέ υπόληψιν έλλην γνήσιος, χωρίς να υπονοώμαι οθωμανός και πράγματι, και ονόματι. επί των προλαβουσών Διοικήσεων είχον την τιμήν του διερμηνεύειν τα οθωμανικά συμπίπτοντα διάφορα γράμματα, αναγγέλων τα διατρέχοντα μεταξύ των εχθρών του ελληνικού έθνους. τούτο μετηρχόμην ουχί ως προδίδων το ομογενές μου, αλλ’ ως ζηλωτής υπέρμαχος της ελευθερίας εξ υπαρχής».
    Σε αντίστοιχο έγγραφο, της 18/12/1828, ο Μπαϊράμης Λιάπης γράφει στον Ι. Καποδίστρια: «Είμαι Τούρκος την θρησκείαν, το γένος Αλβανός, αλλά πολίτης Έλλην, (διότι ηγωνίσθην εις όλον το διάστημα του Ελληνικού υπέρ ελευθερίας αγώνος· και ηγωνίσθην όχι κατ’ ανάγκην, αλλά κατά προαίρεσιν μισών την τυραννίαν, και λαβών συμπάθειαν δια την τυραννουμένην ανθρωπότητα) έτυχον δε πολλάκις πολλάς περιστάσεις, καθ’ ας ηδυνάμην να απολαύσω και πλούτη και δόξας, αλλά τας κατεφρόνησα μόνον και μόνον δια την φιλελευθερίαν μου, και δια να μη βλάψω τους υπέρ ελευθερίας αγωνιζομένους έλληνας· […] Παρακαλώ λοιπόν αν το Ελληνικόν έθνος ευγνωμονή, προς όσους εδικαίωσαν αλλοεθνείς, και μάλιστα τούρκους, τους αγώνας των, και αν η τοιαύτη δικαίωσις αξίζη περιθάλψεως, ευαρεστηθήτε, να περιθαλφθώ ώστε να μη αποθάνω της πείνας ομού με την οικογένειαν μου, οίτινες δυστυχούμεν, διότι δεν ηγαπήσαμεν την Οθωμανικήν τυραννίαν, των ομοθρήσκων μας, και αγωνιζόμεθα με τους Έλληνας υπέρ ελευθερίας»(4).
    Είναι χαρακτηριστικό για την πολιτική και φιλελεύθερη αντίληψη του έθνους που έλκει την καταγωγή της από τη Γαλλική Επανάσταση, ότι στα παραπάνω έγγραφα οι μουσουλμάνοι νομιμοποιούν τη συμμετοχή τους στον αγώνα του επαναστατημένου έθνους των Ελλήνων επικαλούμενοι την οικουμενική αξία της ελευθερίας και την αντίθεση προς ένα καθεστώς που προσδιορίζεται πρωτίστως από την καταπάτηση της ελευθερίας και όχι από άλλα χαρακτηριστικά. Έτσι διεκδικούν την ιδιότητα του πολίτη. Λίγα χρόνια μετά, στο ελληνικό βασίλειο του Όθωνα, η βούληση συμμετοχής στην ιδιότητα αυτή περνά μέσα από τη συμβολική υπόμνηση της πολιτικής ισχύος του Στέμματος: το 1836 ο «Σουλημάνης Γκόγκας οθωμανός» και ο προαναφερόμενος Μπαϊράμης Αλβανός, στα έγγραφα παραλαβής του αργυρού νομισματόσημου ως ανταμοιβής για τις υπηρεσίες τους στον αγώνα, υπογράφουν πλέον με τη φράση «Πιστός υπήκοος της Α.Μ.», δηλαδή του βασιλιά Όθωνα(5).
    Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση του Χασάν Μπασαρή από την Άμφισσα, ο οποίος εκχριστιανίστηκε και πολέμησε στο πλευρό των επαναστατών στο διάστημα 1821-1828, αλλά το 1830 «λόγοι οικογενειακοί», όπως αναφέρει, τον ανάγκασαν να «επανέλθει στο θρήσκευμα του» και να πάει να μείνει με την οικογένεια του στην οθωμανική Λάρισα. Παρά ταύτα, το 1865 στέλνει αίτηση από τη Λάρισα προς την Εξεταστική Επιτροπή του Αγώνος ζητώντας: «λαμβάνουσα υπ’ όψιν τας πιστάς μου προς την πατρίδα των Ελλήνων εκδουλεύσεις, [να] απονείμη και εις τον υποφαινόμενον παν ότι θεωρήση δίκαιον και ανάλογον».
    Διαφορετική είναι η περίπτωση του μουσουλμάνου Χατζήμπεη από το Μαλανδρίνο της Φωκίδας, ο οποίος πολέμησε ως αρχηγός μικρού στρατιωτικού σώματος από το 1821 ως το 1829 «ήτοι μετά την άφιξιν της ανεξαρτησίας μας». Το 1865 συντάσσει αίτηση προς την Εξεταστική Επιτροπή του Αγώνος, όπου ζητά να του χορηγηθεί «ο ανάλογος με τας εκδουλεύσεις του στρατιωτικός βαθμός» και γράφει: «Καθ’ ην στιγμήν υψώθη η σημαία της ιεράς ημών ανεξαρτησίας, κατά τον Μάρτιον του 1821, ο υποφαινόμενος, καίτοι οθωμανός τότε και καταταγμένος θρησκευτικώς εις την οθωμανικήν πίστην, ην εξ ακαταμαχήτου μίσους της ψυχής μου και της καρδίας μου μεγίστης προς αυτήν αγανακτήσεως, απέβαλον τελευταίον το θρήσκευμά μου τούτο και βαπτισθείς, ησπάσθην εγκαρδίως και μετά μεγάλου πόθου και ζήλου το Χριστιανικόν θρήσκευμα και βαπτισθείς έλαβον το χριστιανικόν δόγμα και το όνομα Λεωνίδας, ο και Λιδωρίκης επονομαζόμενος»(6).
    Στη μετεπαναστατική Ελλάδα, προϊόντος του χρόνου, τα περιθώρια για τους μουσουλμάνους που είχαν μετάσχει στην επανάσταση είχαν στενέψει και, κάποιοι τουλάχιστον, αναγκάστηκαν να γίνουν χριστιανοί.

    Ο Παναγιώτης Στάθης είναι ιστορικός

    (1) Ελάχιστες μελέτες επικεντρώνουν στα ζητήματα της ιθαγένειας και της εθνικής ταυτότητας κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Η πιο πρόσφατη και πιο συνολική είναι της Ελπίδας Βόγλη, «Έλληνες το γένος». Η ιθαγένεια και η ταυτότητα στο εθνικό κράτος των Ελλήνων (1821-1844), Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2007. Βλ. ακόμα Άγγελος Ελεφάντης, «Ποιος είναι Έλληνας; Η απάντηση της επανάστασης του 1821», Κυριακάτικη Αυγή, 23/3/1997.
    (2) Η διατύπωση από το σύνταγμα της Επιδαύρου (1 Ιανουαρίου 1822). Για τις σχετικές διατυπώσεις στα τέσσερα εθνικά συντάγματα και στα δύο τοπικά της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος και της Κρήτης βλ. Απ. Β. Δασκαλάκης, Κείμενα – πηγαί της ιστορίας της ελληνικής επαναστάσεως, τ. Α΄, Αθήνα 1966.
    (3) Αδαμάντιος Κοραής, Σημειώσεις εις το προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος του 1822 έτους, επιμ. Θεμ. Π. Βολίδης, Αθήνα 1933,
    (4) Ο κατάλογος των στρατιωτών της οθωμανικής εκατονταρχίας και τα έγγραφα των τριών μουσουλμάνων στο Σπυρ. Λουκάτος, «Τουρκο-αλβανικού φιλελληνισμού εράνισμα …», Αθηνά, τ. ΟΓ΄-ΟΔ΄ (1972-1973), σ. 54-61.
    (5) Πηγή: ΓΑΚ, Αρχείο Αριστείων των αγωνιστών της επανάστασης.
    (6) Για τις περιπτώσεις Χασάν Μπασαρή και Λεωνίδα Λιδωρίκη βλ. Κώστας Καψάλης, «Τρεις οθωμανοί αγωνιστές …» στην ιστοσελίδα http://www.lidoriki.com/2009/09/t_14.html (ημερομηνία ανάγνωσης: 22/10/2010).

    http://avgi-anagnoseis.blogspot.gr/2010/03/blog-post_27.html

  24. * πηγή : Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξενοκρατία Μισελληνισμός και Υποτέλεια .
    Θεόδωρος Παναγόπουλος, Τα ψιλά Γράμματα της Ιστορίας.

    Χρειάστηκαν μόνο 3,5 μήνες παραμονής του λόρδου Βύρωνα στο επαναστατημένο Μεσολόγγι, για να δημιουργηθεί ο μύθος του εθνικού ήρωα. Του έχουμε στήσει προτομές, του έχουμε αφιερώσει πλατείες, δρόμους κι έναν δήμο της Αθήνας στο όνομά του. Αλλά ο μύθος δεν είναι ιστορία. Ο άγγλος λόρδος δεν πέθανε μαχόμενος για την ελευθερία των Ελλήνων. Δεν ήταν καν φιλέλληνας…!

    Ο Βύρωνας, ένας από τους διαπρεπέστερους εκπροσώπους του ρομαντισμού, είχε γνωρίσει την Ελλάδα πριν την Επανάσταση, κατά το ταξίδι του 1809- 1811. Άνθρωπος φιλελεύθερος και αντιδεσποτικός.Ένας αριστοκράτης αναρχικός, αντίθετος στο κατεστημένο της εποχής του. Κυριολεκτικά τυχοδιώκτης, ζούσε μεταξύ ερωτικών σκανδάλων, ανίας, επαναστατικών εξάρσεων και ρομαντικών παρορμήσεων. Αντιφατικός ως χαρακτήρας. Από τη μια εραστής της ελευθεροφροσύνης κι από την άλλη θαυμαστής του αιμοσταγούς σατράπη της Ηπείρου, Αλή πασά.
    Θαμπώνεται από τη χλιδή του σεραγιού και κολακεύεται η ματαιοδοξία του από την υποδοχή του Αλή. Γνώριζε ο νεαρός λόρδος ότι ο Αλή έψηνε ανθρώπους ζωντανούς, αλλά του χρωστά ευγνωμοσύνη για τις περιποιήσεις που του έκανε. Θα επισκεφτεί και τον Βελή πασά, τον γιο του Αλή, στην Τριπολιτσά. Καταγοητεύτηκε. » Με δέχτηκε όρθιος και κατά την αναχώρησή μου με συνόδεψε ως την πόρτα λέγοντάς μου πως είμαι παλληκάρι και όμορφο παιδί «.

    Έβλεπε με καταφρόνηση τους Έλληνες και θαύμαζε τους Τούρκους. » Οι Έλληνες είναι γοητευτικοί κατεργαρέοι με όλα τα ελαττώματα των Τούρκων αλλά χωρίς το θάρρος τους «. Δεν υπάρχει, έλεγε, πιο έντιμος, πιο ευπροσήγορος και πιο μεγαλόφρων άνθρωπος από ένα Τούρκο αγά της επαρχίας ή μουσουλμάνο της υπαίθρου. Στους Έλληνες έβλεπε ηθικό εκφυλισμό και εθνική κατάπτωση. Και τι φταίει; Η εθελοδουλία τους. Είχαν ωριμάσει για τη σκλαβιά. Τώρα πια δεν είναι για τίποτα άξιοι εκτός από το έγκλημα. Δεν έχουν ούτε την αρετή των αγρίων που είναι προτιμότεροι από τα ανάξια για ελευθερία ανδράποδα. Και όλα αυτά γράφονταν 10 χρόνια πριν από την Επανάσταση.

    Δεν είναι φιλέλληνας ο Βύρωνας αλλά πιστεύει στην απελευθέρωση των λαών. Στα ποιήματά του προτρέπει τους Έλληνες να αποτινάξουν τον ζυγό της δουλείας χωρίς να περιμένουν βοήθεια από τους ξένους. Μόνο για τον γενναίο ποιητικό του λόγο και την ώριμη πολιτική του σκέψη θα άξιζε να τον μελετάμε.

    Ο Βύρωνας δεν πίστευε πως οι Έλληνες, » παρακμασμένοι και εθελόδουλοι «, θα αποτολμούσαν να υψώσουν τον αυχένα στον δυνάστη τους. Και σίγουρα θα έμεινε εμβρόντητος όταν έφτασε στην Ιταλία το μήνυμα του ξεσηκωμού τους. Κι όμως ο τόσο παρορμητικός Βύρωνας για μια ολόκληρη διετία μετά την Επανάσταση παραμένει σιωπηλός. Όταν οι ευρωπαϊκοί λαοί, ο ένας μετά τον άλλο, εκδήλωναν τον θαυμασμό και την συμπάθειά τους προς τους εξεγερμένους Έλληνες που θριαμβεύουν σε στεριά και θάλασσα ο λόρδος Βύρωνας παραμένει ασυγκίνητος. Κανένα ενδιαφέρον για την Ελλάδα, ούτε με λόγια ούτε με έργα.

    Και ξαφνικά, ο αδιάφορος για την επανάσταση ποιητής αποφασίζει να αφοσιωθεί στην υπόθεση της ελληνικής ελευθερίας. Είναι η στιγμή που η Αγγλία επιχειρεί να θέσει υπό τον έλεγχό της την εξέγερση των Ελλήνων υπερφαλαγγίζοντας τους ανταγωνιστές της. Ιδρύεται το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου με κυβερνητική παρακίνηση και προωθείται η χορήγηση δανείου. Ο γνωστός πράκτορας Blaquiere συναντά τον λόρδο το 1823 στην Ιταλία και τον πείθει να γίνει μέλος του Κομιτάτου και να αναλάβει αποστολή στην Ελλάδα. Έπρεπε να αξιοποιηθούν η ακτινοβολία και ο τίτλος ευγενείας για τους πολιτικούς ελιγμούς και τις κερδοσκοπικές προσδοκίες από το δάνειο. Τον αφήνουν να εννοήσει ότι θα πρωτοστατήσει σε μεγαλεπήβολα σχέδια και πως προορίζεται για το ελληνικό στέμμα. Βασιλιάς των Ελλήνων…

    Ο λόρδος Βύρωνας το αποφασίζει. Θα φύγει για την Ελλάδα. Αγοράζει ένα καράβι και επιλέγει τους αυλικούς του. Διαλέγει 10 υπηρέτες, μαύρο θαλαμηπόλο και πέντε άλογα για τους περιπάτους του στην Ελλάδα που κολυμπάει στο αίμα… Συμπεριφέρεται σαν μεγιστάνας που ξεκινάει για περιήγηση αναψυχής ή για εκστρατεία σε φανταστικά πεδία μαχών. Κυριευμένος από εξωφρενική ματαιοδοξία παραγγέλνει σε ραφτάδες της Γένοβας γύρω στις 10 πολυτελείς στρατιωτικές στολές διαφόρων χρωμάτων -πράσινες, γαλάζιες, πορφυρές, χρυσαφιές, όλες κατακόσμητες από μαλαματένια και ασημένια σειρήτια, ζώνες ανωτάτων αξιωματικών, πλούσιες επωμίδες και επιβλητικούς πολεμικούς πίλους με φτερά και μεγαλοπρεπείς μανδύες. Παραγγέλνει ακόμα 3 χρυσοποίκιλτες περικεφαλαίες και τουλάχιστον 10 σπαθιά.

    Στο μεταξύ ο ποιητής αλληλογραφεί με το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου και εκθέτει τις απόψεις του για την ελληνική Επανάσταση. Ο χθεσινός αντάρτης και στηλιτευτής της απολυταρχίας μεταμορφώνεται ξαφνικά σε καλό Άγγλο πατριώτη που ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα της πατρίδας του. Βλέπει την Ελλάδα ως μελλοντική αποικία της Μεγάλης Βρετανίας. Σε επιστολή του προς τον γραμματέα του Κομιτάτου, εξηγεί πως αντιλαμβάνεται την απελευθέρωση των Ελλήνων. Αγγλικός εποικισμός και πλούσια κέρδη! » Η Ελλάδα θα ικανοποιήσει με κάποιον τρόπο το σημερινό πάθος των Άγγλων για κάθε λογής κερδοσκοπία. Μπορούν να βρουν σ’ αυτή χώρο κατάλληλο για εκμετάλλευση και μάλιστα κοντά στην πατρίδα. Ανεκτίμητες οι πηγές πλούτου που μπορούν να προσφέρουν τα ελληνικά νησιά σε μετανάστες… Τα φρούτα, τα κρασιά, τα λάδια ξεπερνούν κατά πολύ όσα οδηγούνται για το Cape, την Van Diemen Land και άλλους τόπους πέρα από τον ωκεανό, όπου καταφεύγουν αγγλικοί πληθυσμοί «.
    Ο Βύρωνας θα εγκατασταθεί με την Αυλή του στα Μεταξάτα της Κεφαλλονιάς και επί 6 μήνες θα μελετά το πέρασμά του στην Ελλάδα. Πότε, πού, πώς και με ποιους;

    Δεν βιαζόταν. Έπρεπε να προετοιμαστεί το έδαφος, να θαμπώσει τους Έλληνες με το μεγαλείο του. Εκτός από την αυλή, τους υπηρέτες, τους θαλαμηπόλους και τα άλογα χρειαζόταν και τιμητική φρουρά. Μίσθωσε 40 Σουλιώτες που ζούσαν πρόσφυγες στην Κεφαλονιά. Τώρα πια είναι έτοιμος. Ο πράκτορας Blaquiere που είχε αναλάβει την προπαγανδιστική αποστολή έχει κάνει σαφές στους πάντες πως το επερχόμενο δάνειο θα περνούσε από τα χέρια του Βύρωνα.

    Όλοι τον περιμένουν. Όλοι αδημονούν. Από το Μεσολόγγι καταφθάνουν αδιάκοπα ικετήρια μηνύματα να μην αργοπορεί. Ο Μαυροκορδάτος επιστρατεύει την κολακεία και την χαμέρπεια. » Δε χρειάζεται να σας πω, κύριε μου, πόσο ανυπομονώ να σας δω. Όλος ο κόσμος σας περιμένει με λαχτάρα. Μόλις φτάσετε όλα θα διορθωθούν. Οι συμβουλές σας θα ακούγονται σαν χρησμοί… Να είστε βέβαιος, κύριε μου, πως το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στα χέρια σας… Κύριέ μου περιμένω τη στιγμή που θα ενωθείτε με τα στρατεύματα μας «.

    Στις 6 Ιανουαρίου 1824 ο Βύρωνας αποβιβάζεται στο Μεσολόγγι, ανάμεσα σε ζητωκραυγές του λαού και των στρατιωτών που είχαν συγκεντρωθεί στην παραλία. Παρών ο Μαυροκορδάτος, οι καπεταναίοι και οι προεστοί. Τον υποδέχτηκαν σαν Μεσσία.

    Κάθε μέρα έβγαινε έφιππος περίπατο στον μεσολογγίτικο κάμπο με επισημότητα και κουστωδία, όπως οι Τούρκοι πασάδες. Δεξιά και αριστερά του δυο ακόλουθοι. Ακριβώς πίσω του ο υπηρέτης του Τίτα, ένας «φουσκωτός» γονδολιέρης από τη Βενετία και ένας μεγαλόσωμος αράπης, και οι δυο ντυμένοι με ειδικές λιβρέες. Μπροστά και πίσω του οι Σουλιώτες της σωματοφυλακής του.

    Η γνώμη του για τους Έλληνες εξακολουθεί να είναι η χειρότερη. Στον συμπατριώτη του γιατρό Millingen έλεγε: » Εγώ τους γνωρίζω από κοντά. Στην Ευρώπη τους ξέρουν με τη φαντασία τους. Οι Έλληνες είναι ίσως ο πιο διεφθαρμένος, ο πιο εκφυλισμένος λαός του κόσμου. Συντρίβοντας με την επανάσταση τους εύθραυστους κρίκους των αλυσίδων τους αποκάλυψαν τον πραγματικό τους χαρακτήρα. Και είναι φυσικό να προβάλει πιο έντονα η μελαγχολική εικόνα της ευτέλειάς τους «.

    Με την άρνησή του να μεταβεί στην Πελοπόννησο, για να συνεργαστεί με την επαναστατική κυβέρνηση και την απόφασή του να εγκατασταθεί στο Μεσολόγγι επισημοποιήθηκε ο πρώτος διχασμός της νεοελληνικής ιστορίας. Η επιρροή του Μαυροκορδάτου στον Βύρωνα προκάλεσε αντιδράσεις των άλλων παρατάξεων που έβλεπαν ότι η αγγλόφωνη φατρία θα διαχειριζόταν το δάνειο, δηλαδή την εξουσία. Ήταν η πρώτη επέμβαση των Άγγλων με διεκπεραιωτή τον Βύρωνα.

    Η δεύτερη συμφορά που προκάλεσε ο Βύρωνας ήταν η καλλιέργεια του μισθοφορικού πνεύματος στους αγωνιστές. Ονειρεύεται πολεμικές δόξες. Στρατολογεί 500 Σουλιώτες που λιμοκτονούσαν στο Μεσολόγγι. Αυτοχειροτονείται αρχιστράτηγος και σχεδιάζει εκστρατεία, της οποίας ηγείται, κατά της Ναυπάκτου. Διορίζει και το «επιτελείο» του. Υπαρχηγός ο ακόλουθός του Gamba με βαθμό συνταγματάρχη, διοικητής ταξιαρχίας πυροβολικού ο συμπατριώτης του Parry, ένας πυροτεχνουργός που έστειλε το Κομιτάτο του Λονδίνου, άξεστος και μέθυσος αλλά γελωτοποιός και ομοτράπεζός του.

    Ο Βύρωνας έπαιζε τον πόλεμο και εξευτέλιζε τους Έλληνες. Χιλιάδες πεινασμένοι αγωνιστές εκλιπαρούν να τους προσλάβει στο στρατό του. Την παραμονή της εκστρατείας κατά της Ναυπάκτου οι Σουλιώτες αγανακτισμένοι που ξένοι, ανίδεοι και άκαπνοι είχαν τεθεί επικεφαλής του στρατεύματος, αξίωσαν βαθμολογική ανακατάταξη και βελτίωση μισθών. Ο αρχιστράτηγος λόρδος οργίστηκε και ματαίωσε την εκστρατεία.
    Είναι πια εξακριβωμένο ότι ο Βύρωνας έγινε όργανο της αγγλικής πολιτικής -προσδοκώντας το χρίσμα του πρώτου ηγεμόνα- για τον πλήρη έλεγχο των ελληνικών πραγμάτων με την επικράτηση της αγγλόφιλης φατρίας.
    Συμμάχησε ανοιχτά με την παράταξη του Μαυροκορδάτου και αξίωσε υποταγή των «αντιπατριωτών». Ενεργούσε πια χωρίς προσχήματα ως εντολοδόχος της αγγλικής κυβέρνησης. Αρνήθηκε να δεχθεί απεσταλμένο του Κολοκοτρώνη, έκοψε τις συμφιλιωτικές γέφυρες, έγινε κομματάρχης και επιτάχυνε τον αλληλοσπαραγμό. Στην αρχή, εξαιτίας των ηγεμονικών φιλοδοξιών του, εμφανιζόταν ως αυτόκλητος συμφιλιωτής που προσφέρει τις ευλογίες του σε όλους τους «υπηκόους». Αλλά στην κρίσιμη περίοδο συμμορφώνεται με τις οδηγίες του Υπουργού Εξωτερικών Canning. Γράφει στον τραπεζίτη του Douglas Kinnaird: » Αν μπορέσω να συμφιλιώσω τα δύο κόμματα θα ήταν μεγάλη επιτυχία. Αλλιώς πρέπει να εξαπολυθούμε στον Μοριά με τους Έλληνες της Δυτικής Ελλάδας που είναι οι πιο γενναίοι και, προς το παρόν, οι πιο ισχυροί και να επιδιώξουμε το αποτελέσμα της «φυσικής» επιβολής, αφού δεν δέχονται ( οι Μωραΐτες ) την ηθική πειθώ «.
    Από εκείνη την στιγμή χάθηκε η εθνική ομοψυχία. Οι Έλληνες που χωρίς καμμιά εξωτερική βοήθεια είχαν, ως την άφιξη του Βύρωνα και το αγγλικό δάνειο, διαλύσει 3 στρατιές Οθωμανών και όλες τις αρμάδες τους, δεν θα κερδίσουν πια καμιά αποφασιστικής σημασίας μάχη.

    Ο αιφνίδιος και πρόωρος θάνατος του Βύρωνα ωφέλησε την υστεροφημία του και κυρίως την πατρίδα του. Ακόμα και σήμερα οι Άγγλοι εξαργυρώνουν τις επιταγές του «φιλελληνισμού» του…

  25. Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ,
    Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

    ΤΟ ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΟ ᾽21 [1]
    ΑΠΟ χρόνια δουλεύω αὐτό τό θέμα καί ἔχει συγκεντρωθεῖ ἕνα τεράστιο ὑλικό, ἀρχειακό, ἀδημοσίευτο ἤ καί δημοσιευμένο. Σκοπός τοῦ κειμένου αὐτοῦ εἶναι νά λειτουργήσει ὡς πρόκληση στούς ἀγαπητούς μας ἀναγνῶστες. Εἶναι βέβαιο, ὅτι θά δημιουργηθοῦν ὄχι μόνο εὔλογες ἀπορίες, ἀλλά καί ἀντιδράσεις, διότι τό κείμενο συμβάλλει στην ὑπέρβαση τῆς «σιδερωμένης» ἱστορίας, πού θά ᾽λεγε καί ὁ ἀείμνηστος Μακρυγιάννης, ἡ ὁποία διδάσκεται καί ἀναπαράγεται στή σχολική μας ἐκπαίδευση. Ἀλλ᾽ αὐτό εἶναι φυσική ἀπόληξη τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀναγνώσεως τῆς ἱστορίας μας.
    Χρειάζεται γι᾽ αὐτό καί ἡ ρωμαίικη-ἑλληνορθόδοξη ἀνάγνωσή της, ἐπί τῇ βάσει τῶν πηγῶν, πού ὄχι μόνο ὑπάρχουν, ἀλλά εἶναι καί πλούσιες. Μιά τέτοια ἀνάγνωση εἶχε πραγματοποιήσει ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης († 2001), καί ἀντιμετωπίσθηκε ἀπό κάποιους μέ βιαιότητα καί κακία, διότι ἐτάραξε τά λιμνάζοντα ὕδατα τῆς καθιερωμένης ἱστοριογραφίας, ἀλλά καί τῆς πολιτικῆς ἀκαμψίας. Σήμερα ὅμως ἴσως εἶναι εὐνοϊκότερες οἱ ἐθνικοκοινωνικές συνθῆκες, γιά νά ἐπαναληφθεῖ τό ἐγχείρημα ἐκείνου. Διότι ἡ Εὐρώπη, στήν ὁποία εἴχαμε ἐναποθέσει «τήν πᾶσαν ἐλπίδα» μας, ἀπεκάλυψε (καί στήν ἐποχή μας) τό ἀληθινό πρόσωπό της.
    * * *
    Ἰσχυρή πρόκληση γιά την Ἑλληνική συνείδηση εἶναι, ἄν πέτυχε ἡ Ἑλληνική ἐπανάσταση τούς σκοπούς της, πού ἦταν σκοποί ὅλου τοῦ Γένους/Ἔθνους. Τό ἐρώτημα αὐτό ἔχει τεθεῖ ἐπανειλημμένα μέχρι σήμερα. Ποιός ἦταν ὁ κύριος στόχος της; Κατά τήν ἐκτίμηση πολλῶν ἱστορικῶν μας τό «1821» εἶχε μεγαλοϊδεατικό-ρωμαίικο καί ὄχι ἀλυτρωτικό-χαρακτήρα. «Νά φτειαχθεῖ τό ρωμαίικο» ἦταν τό βασικότερο κίνητρό του. Ρωμαίικο ὅμως σημαίνει οἰκουμενικά καί ὑπερφυλετικά ἑλληνικό καί ὄχι ἑλλαδικό καί παραπέμπει τό «εὐρύ» καί ὄχι τό «στενό» Γένος. Κατά τον π. Ἰωάννη Ρωμανίδη «οἱ Ρωμηοί (ΓΔΜ: οἱ ἑλληνορθόδοξοι) ἐπαναστάτησαν τό 1821, διά νά ξαναγίνη ἡ Ρωμηοσύνη κράτος μέ τόν ρωμαίικο (ΓΔΜ: ἑλληνορθόδοξο) πολιτισμόν της, πού μέ ὑπερηφάνειαν καί κάθε θυσίαν εἶχαν διαφυλάξει κατά τά σκληρά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, τῆς Φραγκοκρατίας καί τῆς Ἀραβοκρατίας»2. Πόση ἀλήθεια ἐκφράζει αὐτή ἡ θέση;

    Θά παρουσιάσουμε δειγματοληπτικά κάποιες ἄμεσες μαρτυρίες ἀπό την πλούσια βιβλιογραφία.
    1. Ἡ ἀνάσταση τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμανίας (Βυζαντίου) ἦταν το 1821 ἡ κυριαρχοῦσα στά εὐρύτερα στρώματα τοῦ λαοῦ ἰδεολογία. Ὑπῆρχαν μυστικοί πόθοι τοῦ Γένους. Ἡ λαϊκή ποίηση ὑποσχόταν (στην Παναγία): «Πάλι μέ χρόνους μέ καιρούς, πάλι δικά Σου θἆναι». (Ὅταν τά ἔχει ἡ Παναγία, εἶναι καί δικά ΜΑΣ, ἐνῶ, ὅπως στήν ἐποχή μας, τό ἀντίστροφο δέν εἶναι βέβαιο…). Συνήθεις σ᾽ ὅλη τήν διάρκεια τῆς δουλείας ἦσαν οἱ ἐκφράσεις «πότε θά γίνει ρωμαίικο», «ὅταν θά γίνεται Ρωμανία» (ποντιακό)3.
    Ἀκόμη καί οἱ ὑποστηρίζοντες τή στενή-κρατική-ἐθνική ἰδέα (διαφωτιστές κ.λπ) στά τέλη τοῦ 18ου ἤ τίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα, δέν θά μποροῦσαν νά φαντασθοῦν «Ἑλληνικό Κράτος» μέ τά σύνορα τοῦ 1828/30, ἀκόμη καί τά σημερινά. Τούς στόχους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως καθόριζε, ἀπό τῆς πλευρᾶς τῆς Ρωμηοσύνης, ἡ συλλογική μνήμη τοῦ Γένους, πού προσανατολιζόταν στην Ἅγια-Σοφιά, τή Νέα Ρώμη/Κωνσταντινούπολη. Σέ ὅ,τι δηλαδἠ εἶχε χαθεῖ καί τό ὁποῖο ὀνειρευόταν τό Γένος νά ξαναποκτήσει. Ἡ ἀπελευθέρωση ἑνός μικροῦ τμήματος, κατοικημένου ἀπό Ἕλληνες τοῦ ἀρχαίου «θέματος» Ἑλλάς (Στερεά Ἑλλάδα, Πελοπόννησος καί μερικά νησιά) ἀποτελοῦσε τήν φιλοδοξία ἐκείνων, πού εἶχαν ταυτισθεῖ μέ τούς διπλωματικούς στόχους τῶν «Μεγάλων Δυνάμεων», πού προέβλεπαν τή μεταβοή τοῦ παλαιοῦ «ἑλλαδικοῦ θέματος» σέ κράτος τῶν Ἑλλήνων, γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σχεδίων τους. Θα φθάσουν, μάλιστα, οἱ ταυτισμένοι μέ τή δυτική πολιτική Ἕλληνες τοῦ μικροῦ ἐλευθέρου Ἑλληνικοῦ κράτους να ἀπαιτοῦν νά ἐγκατασταθοῦν οἱ ἐκτός (ἐλευθέρας) Ἑλλάδος Ἕλληνες σ᾽ αὐτήν, γιά νά «πολιτογραφηθοῦν Ἕλληνες», διαφορετικά ἔμεναν «Ρωμηοί»4.
    Οἱ ὑπόδουλοι «Ρωμηοί» ἔλεγαν ὅμως «ὅταν θά κάμωμεν τό ρωμαίικο» ἤ «ὅταν θά ἔλθει τό ρωμαίικο», πολύ πρίν ἀπό τήν ἐξέγερση τοῦ 1821. Κατά τόν μεγάλο ἱστορικό μας ἀείμνηστο Ἀπόστ. Βακαλόπουλο, «ἡ δεύτερη φράση ἐξακολούθησε νά ἐπιζεῖ καί ἀργότερα στίς συνομιλίες τῶν ὑποδουλωμένων ἀκόμη Ἑλλήνων τῆς Θεσσαλίας, Ἠπείρου, Μακεδονίας καί τῶν ἄλλων Ἑλληνικῶν χωρῶν»5. «Να φτειαχθεῖ τό Ρωμαίικο» ἦταν ὁ κοινός πόθος τοῦ Γένους. Ὁ Μεγαλοϊδεατισμός του ἦταν οἰκουμενικός ὅμως, μέ ἐπίκεντρο τήν Πόλη (Κωνσταντινούπολη), τήν παλαιά πρωτεύουσά του. Ἡ ἀνάσταση τῆς αὐτοκρατορίας, τῆς Ρωμανίας/Βυζαντίου, καί ὄχι κάποιας μικρῆς ἐπαρχίας. Αὐτό ὅμως σήμαινε ἀνάσταση ὅλων τῶν Ρωμηῶν, τῶν πολιτῶν δηλαδή τῆς Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως).
    Ρητά παρατηρεῖ ὁ βρεττανός διπλωμάτης καί ἱστορικός τῶν πολιτισμῶν Arnold Toynbee: «Οἱ νεώτεροι Ἕλληνες τρέφουν -ἤ ἔτρεφαν τοὐλάχιστον ἴσαμε τό 1922- τη φιλοδοξία νά νεκραναστήσουν την Ἀνατολική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία καί νά καταστήσουν τήν Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσά τους ξανά»6. Καί παρακάτω: «Τό ἑνιαῖο ὁμοιογενές ἐθνικό κράτος, πού συγκροτήθηκε ἀπό τό 1831 ἕως το 1945, δέν εἶχε ἀληθινά προηγούμενα στά προγενέστερα στάδια τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας. Οὔτε εἶχε καθόλου ρίζες στή νεοελληνική ζωή»7. Γιά τήν ἀνάσταση τοῦ «Ρωμαίικου» εἶναι σημαντική ἡ ἀκόλουθη δήλωση τοῦ Ληξουριώτη πολιτικοῦ Γεωργίου Τυπάλδου – Ἰακωβάτου (1813-1882) μέσα στην Ἑλληνική Βουλή στίς 23.11.1879: «… Εὔχομαι δέ καί ἡμεῖς νά γίνωμεν Ρωμαῖοι, ὡς εἶμαι Ρωμαῖος και ἐγώ. Θέλω σᾶς ἐξηγήσει παρ᾽ ἐμπρός, ὁποίαν ἔννοιαν προσάπτω εἰς τήν λέξιν Ρωμαῖος. Σεῖς χωρίς νά θέλετε καί νά τό αἰσθάνεσθε, λέγετε “πότε θά κάμωμεν τό Ρωμαίικο”. Ἐγώ θέλω σᾶς ἐξηγήσει το Ρωμαίικο»8.
    2. Ἡ αὐτοκρατορική ἰδέα-το «εὐρύ γένος» ἦταν ἡ μόνιμη και ἀμετάτρεπτη ἰδεολογία τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας, ἡ ὁποία συνέχιζε τήν «Βυζαντινή» Αὐτοκρατορία. Γι᾽ αὐτό καί ἐξηγοῦνται οἱ ἀρχικοί δισταγμοί της γιά τήν ἐπανάσταση τῶν «Ἑλλήνων» στήν ἑλλαδική ἐπαρχία, διότι τό Φανάρι γνώριζε καλά τά σχέδια τοῦ Ναπολέοντος, ἀλλά καί τῶν εὐρωπαϊκῶν ἀνακτοβουλίων. Ἡ προϊοῦσα κατάπτωση τῆς Ὀθωμανικῆς ἐξουσίας ἦταν αἰσθητή στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα καί ἡ Ἐθναρχία γνώριζε, ὅτι ἡ αὐτοκρατορία περιερχόταν ἀργά, ἀλλά σταθερά, στά χέρια τῶν Ρωμηῶν. Γι᾽ αὐτό ἤδη ἀπό τόν 18ο αἰώνα εἶχε ἀποκρυσταλλωθεῖ ἡ Φαναριώτικη προοπτική, ὅτι ἡ αὐτοκρατορία θά μεταστοιχειωνόταν σε Ἑλληνική-Ρωμαίικη μέ τήν ἐκ τῶν ἔσω μεταλλαγή της σέ «Ὀθωμανικό Κράτος τῆς ρωμαίικης/ἑλληνικῆς ἐθνότητος». Ἡ ἐθνικιστική ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων (1908), πού ἔγινε, γιά νά ἀποκλεισθοῦν οἱ ὑπερισχύσαντες στις ἐκλογές Χριστιανοί (Ὀρθόδοξοι καί Ἀρμένιοι) ἀπό τήν διεκδίκηση τῆς ἐξουσίας, βεβαιώνει τόν ρεαλισμό τῆς φαναριώτικης προσδοκίας. Ἀνάλογο μέ τήν Ἐθναρχία ὅραμα ἐνσάρκωναν καί οἱ Κολυβάδες
    τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦσαν καί αὐτοί φορεῖς τοῦ πνεύματος τῆς Ρωμηοσύνης, τῆς ἀπελευθερώσεως δηλαδή «ὅλων τῶν ὑποδούλων στον Σουλτάνο λαῶν, χωρίς καμμιά (εὐρωπαϊκοῦ τύπου) ἐθνικιστική διάκριση ἤ κατακερματισμό τους σε συμβατικές κρατικοεθνικές ὀντότητες, καί στή οὐσία δυτικά προτεκτοράτα. Γι᾽ αὐτό ὁ προφήτης τῆς ἐλευθερίας μας Πατροκοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» († 1779), πού δίκαια ὀνομάσθηκε «ὁ μεγαλύτερος Νεοέλληνας» (Κώνστας), μιλοῦσε γιά την ρωμαίικη ἀνάστασή μας μέ τόν λόγο του: «αὐτό μιά μέρα θά γίνει ρωμαίικο».
    3. Ὁ Οἰκουμενικός αὐτός πατριωτισμός ἐνέπνεε καί τόν Ρήγα, ὁ ὁποῖος πιστός στήν αὐτοκρατορική ἰδέα σχεδίαζε στούς χάρτες του ὁλόκληρη τήν αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, τό «οἰκουμενικό κράτος», ἀπευθυνόμενος σ᾽ ὅλους τούς λαούς της καί ὄχι μόνο στους Ἑλλαδικούς, τούς φυλετικά Ἕλληνες, ἀλλά καί στούς μή χριστιανούς. Χρησιμοποιεῖ τήν «ἐπίσημη» γλώσσα τῆς «αὐτοκρατορίας», τά Ἑλληνικά (τά Ρωμαίικα) καί μιλεῖ ὡς «ρωμηός»9 στούς ἄλλους ρωμηούς, ἀνεξάρτητα ἀπό φυλή, γλώσσα καί θρησκεία. Κατά τον Ἀπόστ. Δασκαλάκη «πρέπει νά θεωρήσωμεν ὡς βέβαιον, ὅτι ἤδη ἀπό τῆς ἐποχῆς αὐτῆς εἶχε συλλάβει (δηλ. ὁ Ρήγας) τό σχέδιον μιᾶς γενικῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων καί τῶν λοιπῶν λαῶν τῆς Βαλκανικῆς μέ τήν βοήθειαν τῶν στρατιῶν τῆς Γαλλικῆς Δημοκρατίας, πρός ἀποτίναξιν τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ πρός ἵδρυσιν μιᾶς μεγάλης ἑλληνικῆς δημοκρατίας, τῶν ὁρίων περίπου τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἐντός τῶν κόλπων τῆς ὁποίας θά ἔζων ἐν πλήρει ἐλευθερίᾳ καί ἰσότητι πολιτικῶν καί ἀτομικῶν δικαιωμάτων πάντες οἱ λαοί, ἀνεξαρτήτως ἐθνικότητος, γλώσσης καί θρησκείας»10. Αὐτό, πράγματι, ἦταν τό ρωμαίικο ὄνειρο τοῦ Ρήγα καί ὄχι ἡ μικρή Ἑλλάδα τοῦ 1828/30 ἤ καί ἡ σημερινή, ἀκόμη. Ἡ σχεδιαζόμενη ἀπό αὐτόν «Γραικική (Ἑλληνική) Δημοκρατία» εἶναι οἰκουμενική καί πολυεθνική. Εἶναι «αὐτοκρατορία» μέ αὐτοκράτορα (αὐτεξούσιο) τόν Λαό της. Παρά τίς γαλλικές του ἐπιδράσεις, δηλαδή, ὁ Ρήγας δέν εἶχε ἐγκολπωθεῖ τή στενή ἐθνική ἰδέα, ἀλλά ἔμενε «ρωμηός/βυζαντινός στη συνείδησή του. Ὀρθά παρατηρεῖ ὁ Δασκαλάκης: «Ἡ Βυζαντινή παράδοσις παρέμενε ζῶσα χάρις εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ὁ δέ Ρήγας εἶχε ζήσει ἐπί μακρόν εἰς την Κωνσταντινούπολιν, ἕδραν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου και θεματοφύλακα τῶν Βυζαντινῶν παραδόσεων11. Συνεπῶς, ὁ Ρήγας ἐκινεῖτο μέσα στήν πατριαρχική- φαναριώτικη-ἐθναρχική προοπτική τοῦ οἰκουμενικοῦ ἐθνισμοῦ, μέ βάση τήν ἰδέα τῆς Ρωμανίας/Ρωμηοσύνης, τοῦ ἑλληνορθόδοξου δηλαδή πολιτισμοῦ, μέ κέντρο την δεύτερη ἱστορικά πρωτεύουσα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τήν
    Κωνσταντινούπολη-Νέα Ρώμη. Ἡ «Ἑλληνική Νομαρχία» 1806, ἔργο κατά την συνάδελφο κ. Μαρία Μαντουβάλου, τοῦ Ἀδαμ. Κοραῆ, «κατ᾽ οὐσίαν ἀνατρέπει τό σχέδιον τοῦ Ρήγα διά σχεδίου τοῦ Ναπολέοντος, τό ὁποῖον ἀργότερον φέρεται ὡς σχέδιον τοῦ Κοραῆ»12.
    Ἀλλά καί ὁ ρουμάνος πολιτικός καί διακεκριμένος ἱστορικός Νικ. Γιόργκα (†1940) δέχεται, ὅτι στο ἴδιο ἰδεολογικό πλαίσιο ἐκινεῖτο και ἡ Φιλική Ἑταιρεία: Ἡ Ἑταιρεία «ἀνώτατον σκοπόν ἔτασσε νά ἀποκαταστήσει τήν Βυζαντινήν αὐτοκρατορίαν, ἔχουσαν πρωτεύουσαν τήν Κων/λιν»13.
    4. Ἐφαρμογή τῶν σχεδίων τοῦ Ρήγα προγραμμάτιζε τό «Σχέδιον Γενικόν», πού συντάχθηκε μεταξύ Μαΐου καί Ἰουλίου 1820 καί τό εἶχε ἐγκρίνει ὁ Ἀλέξ. Ὑψηλάντης. Προέβλεπε «τήν ἐξέγερσιν τῆς Βαλκανικῆς». Εἶχε 23 ἄρθρα καί ὅριζε ὅτι ἔπρεπε νά ἐκδηλωθεῖ ὁ ἀγώνας σε πέντε μέτωπα, γιά νά διασπασθοῦν οἱ δυνάμεις τοῦ Κατακτητῆ. Τά μέτωπα αὐτά ἦσαν: 1. Ὁ Μοριάς, 2. Ἡ Ἤπειρος, 3. Ἐπανάσταση στή Σερβία καί ἐνδεχόμενα στό Μαυροβούνιο, 4. Κάψιμο τῆς ἀρμάδας τῶν Ὀθωμανῶν στήν Κωνσταντινούπολη καί 5. Ἀντιπερισπασμός στη Μολδοβλαχία, τόσο ἀπό τίς φρουρές τῶν ἡγεμόνων, ὅσο καί ἡ ἐξέγερση τῆς τοπικῆς ἀγροτιᾶς. Ἄρα ὁ πολυπροβαλλόμενος ἀντιπερισπασμός τῆς ἐξέγερσης στή Μολδοβλαχία ἦταν μόνο ἕνα μέρος τοῦ καταρτισθέντος σχεδίου.
    Ὁ ἀείμνηστος διδάσκαλός μας Διον. Ζακυθηνός σχολιάζει τόν τονιζόμενο ἀπό τόν Ἰω. Φιλήμονα ἀντιπερισπασμό ὡς ἑξῆς: «Ἐάν διά τοῦ ὅρου τούτου νοῆται ἡ περιωρισμένη στρατιωτική ἤ πολιτική ἐνέργεια, ἡ ἀποσκοποῦσα εἰς την παραπλάνησιν τοῦ ἀντιπάλου, δυσκόλως ἡ ἐπιχείρησις τῆς Δακίας θα ἠδύνατο νά θεωρηθῆ ὡς ἀντιπερισπασμός. Ὡς πρᾶξις πολιτική και στρατιωτική ὑπῆρξε μέρος τοῦ ὅλου. Καί τό Σχέδιον Γενικόν, ἔστω καί ἄν μονομερῶς ἐφηρμόσθη, ἔδωκεν εἰς τήν Ἐπανάστασιν τον οἰκουμενικόν χαρακτῆρα της. Ἄνευ αὐτοῦ ὁ ἀγών θά ἐκινδύνευεν ἴσως νά ἐξελιχθῆ εἰς χρονίζουσαν τοπικήν σύγκρουσιν»14.
    Ἀλλά καί αὐτός ὁ ἡγέτης τῶν Βλάχων (ρουμάνων) ἀγροτῶν Θεόδ. Βλαντιμιρέσκου, σέ ὁμιλία του, ἀνακοίνωσε στούς ὀπαδούς του ὅτι τό «κίνημά του (μαζί μέ τόν Ἀλ.Ὑψηλάντη) ἀνῆκε σέ γενικώτερη ἐπαναστατική κίνηση»15. Καί ὁ Θεόδ. Κολοκοτρώνης γιά νά ἐμψυχώσει τό ἑλλαδικό στοιχεῖο, τόνιζε μεταξύ ἄλλων, ὅτι «ὅλον τό γένοςτῶν Χριστιανῶν (αὐτό σημαίνει οἱ Ρωμηοί) καί εἰς τόν Μορέα, Ρούμελη, Σερβία, Βουλγαρία, Καραταγλίδες (Μαυροβούνιο), Βλαχομπογδανία καί σχεδόν εἰς αὐτήν την ἀνατολήν, ἐσηκώθη εἰς τ᾽ ἄρματα, ὁμοίως καί ὅλα τά νησιά τῆς Ἄσπρης Θαλάσσης» (τοῦ Αἰγαίου), προβάλλοντας ἔτσι τήν ρωμαίικη οἰκουμενική ἰδέα. Ἐξεγειρόταν ὁλόκληρο τό Ρωμαίικο Μιλλέτι τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας.
    Μετά τό κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη ἀρχίζει ἡ παρέκκλιση τοῦ στόχου τῆς Ἐπαναστάσεως, πού προσέλαβε στενό ἐθνικό (ἐθνικιστικό) χαρακτήρα, ὡς ἐπανάσταση τῶν ἑλλαδιτῶν, μιᾶς ἐπαρχίας δηλαδή τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας. Σαφέστατος στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὁ καθηγ. Κωνσταντῖνος Τριανταφυλλόπουλος: «Ἐν τοσούτῳ -γράφει- ὅταν τόν Φεβρουάριον τοῦ 1821 ἐξερράγη παρά τά πολωνικά σύνορα τό κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη καί διά τούς γνωστούς λόγους ἀπέτυχεν, ἐπηκολούθησε δέ τόν Μάρτιον ἡ ἀποστασία τῆς Πελοποννήσου, δεν πρόκειται πλέον περί ἑνώσεως πλειόνων λαῶν εἰς πολιτείαν φέρουσαν τόν χαρακτῆρα τοῦ ὑπερέχοντος ἑλληνικοῦ στοιχείου, ἀλλά περί ἀποκαταστάσεως τοῦ ἑλληνικοῦ γένους»16. Μετά τό ἐπαναστατικό κίνημα, δηλαδή, τοῦ Ὑψηλάντη, ἀλλάζει ὁ οἰκουμενικός-ρωμαίικος στόχος τοῦ Ρήγα. Συνεχίζει δέ: «Μέ ἄλλους λόγους ἡ ἀρχή τῶν ἐθνικοτήτων, ἥν ἐνσαρκώνει ὁ ἑλληνικός ἀγών, διατελεῖ εἰς ἐσωτερικήν συνοχήν πρός πολίτευμα, οἷος υἱοθετήθη ἀπό τήν ἐν Ἐπιδαύρῳ συνέλευσιν»17. Αὐτό σημαίνει, ὅτι στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης ἐπεβλήθη ἄνωθεν (καί ἔξωθεν!) ἰδεολογία ἄγνωστη στό Γένος μέχρι τότε. Τό βαυαρικό αὐτοκέφαλο τοῦ 1833 καί ὅλες οἱ πολιτικές ἐξελίξεις μέχρι τή Μικρασιατική καταστροφή (1922) θά ὁλοκληρώσουν τά εὐρωπαϊκά σχέδια.
    Ὅπως συνοψίζει ὁ κ. Τριανταφυλλόπουλος «ἡ ἀποτυχία τοῦ κινήματος τῶν Παραδουναβίων ἐπαρχιῶν κατέστρεψε τάς πραγματικάς προϋποθέσεις διά τήν ἄσκησιν οἰκουμενικῆς πολιτικῆς»18. Αὐτό ὑποστήριξε, μέ μεγάλη ἐκφραστική δύναμη καί ὁ Νικ. Γιόργκα: «Ὁ Ἑλληνικός Φοῖνιξ τῆς (Φιλικῆς) Ἑταιρείας ἐν τῇ τολμηρᾷ του ὁρμῇ εἶχε φονεύσει τόν παλαιόν βυζαντινόν ἀετόν»19.
    Εἶναι ὅμως σημαντικό, γιά την ἀπόδειξη τῆς συνέχειας αὐτοῦ τοῦ οἰκουμενικοῦ -ρωμαίικου- πνεύματος, πού καμμία ξένη προπαγάνδα δέν εἶχε τήν δύναμη νά καταπνίξει, τό πλαίσιο τῶν ὁραματισμῶν τοῦ μεγάλου ἡγέτη μας Ἰωάννου Καποδίστρια (1776-1831), τοῦ ΜΟΝΟΥ καθ᾽ ὁλοκληρίαν ὀρθοδόξου πολιτικοῦ αὐτοῦ τοῦ τόπου. Ὁ Καποδίστριας ἐκινεῖτο στό ἰδεολογικό κλίμα τοῦ Ρήγα και τοῦ Ἀλ. Ὑψηλάντη. Στό γνωστό Ὑπόμνημά του ἀπό 18 Ἀπριλίου 1819 ἐκφράζεται ἡ βούλησή του να θεμελιωθεῖ ἡ Φιλική Ἑταιρεία «οὐχί ἐπί τῆς
    ἐθνότητος, ἀλλ᾽ ἐπί τῆς εὐρείας καί ζώσης ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» , δηλαδή τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας20. Ἐξ ἄλλου, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1828, κυβερνήτης ἤδη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας, μέ μιά ἐνέργειά του φανερώνει τό ἐνδιαφέρον του γιά ρωμαίικη-οἰκουμενική λύση τοῦ Ἀνατολικοῦ ζητήματος, μέ ὑπόβαθρο τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμηοσύνης- Βυζαντίου. Τότε ὑποβάλλει στον Τσάρο Νικόλαο σχέδιό του, πού προέβλεπε τήν ἀναδιοργάνωση τῆς Ὀθωμανικῆς Ρούμελης (τῆς Βαλκανικῆς) σέ ὁμοσπονδία πέντε αὐτονόμων κρατῶν: Ἑλλάδας, Ἠπείρου (ὁλοκλήρου), Μακεδονίας (ὁλοκλήρου), Σερβίας καί Δακίας (τό ὄνομα ROMANIA/ΡΩΜΑΝΙΑ θα τῆς δοθεῖ ἀπό τόν Ἀλ. Κούζα το 1859/60)21.
    Ἡ πρόταση τοῦ Καποδίστρια συνιστοῦσε παραλλαγή τοῦ σχεδίου τοῦ Ρήγα, ἀλλά ἀπορρίφθηκε μέ τη συνθήκη τῆς Ἀνδριανουπόλεως (14.9.1829)22. Ὁ Καποδίστριας ἐργαζόταν γιά τήν ἀπελευθέρωση και προοδευτική ἑνοποίηση τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐπαρχιῶν τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης. Ἔτσι κατανοεῖται καί ἡ μαρτυρία τοῦ Νικ. Σπηλάδη, στενοῦ συνεργάτη τοῦ Καποδίστρια, γιά τήν ἐπιθυμία τοῦ Κυβερνήτου νά ἐπιτύχει τήν ἵδρυση «Νεορωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας», δηλαδή ἀνάσταση τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης/Βυζαντίου. Ἔτσι σκέπτονταν ὅλοι οἱ Ρωμηοί, δηλαδή οἰ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, ὄχι ὅμως καί οἱ Ἕλληνες– Ὀρθόδοξοι, πού χρησιμοποιοῦν τήν Ὀρθοδοξία, ταυτιζόμενοι μέ τά ἑκάστοτε σχέδια τῆς Εὐρωπαϊκῆς Πολιτικῆς.
    5. Ἀλλά καί ἡ Ὑψηλή Πύλη γνώριζε τήν προσδοκία τῆς Ἐθναρχίας γιά τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμανίας καί ἔτσι κατενόησε καί τόν ἀγώνα τοῦ ᾽21. Δέν εἶναι ἄρα ἀνεξήγητο, ὅτι ἀντέδρασε μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Γενάρχη τῶν Ρούμ/Ρωμηῶν (10.4.1821). Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἦταν γιά τόν Σουλτάνο ὁ ἀρχηγός τοῦ Μιλλετίου τῶν «Ρούμ» καί ὄχι μόνο τῶν «Γιουνανλάρ». Ὁ ἅγιος Πατριάρχης και ὅλοι οἱ λοιποί συναθλητές του, κληρικοί καί ἐπίσημοι λαϊκοί, ἔπαθαν ὑπέρ ὅλου τοῦ Γένους τῶν Ρωμαίων καί ὄχι μόνο «ὑπέρ Δημητσάνης», ὅπως ἔγραφε τό 1831 ὁ ἱερομόναχος καθηγητής τῆς Ἰονίου Ἀκαδημίας Κων/νος Τυπάλδος- Ἰακωβάτος (†1867). Τά θύματα τῆς ὀθωμανικῆς θηριωδίας τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1821, ὅπως καί ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς, ἐκτελέσθηκαν ἀπό την Πύλη γιά τήν αὐτοκρατορική ἰδέα, γιά τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ἕνα ἐρώτημα για τό κατά πόσον αὐτό θά ἦταν δυνατό τότε δέν εἶναι παρά ρητορικό. Ὁ ρεαλισμός τοῦ μεγάλου διπλωμάτη Καποδίστρια ἀποδεικνύει τήν ἀντιιστορικότητα χρήσεως συλλογισμῶν β᾽ εἴδους («φῶς εἰ μή εἴχομεν, ὅμοιοι τυφλοῖς ἄν ἦμεν»), ἀλλά μόνο συλλογισμῶν τοῦ πρα γματικοῦ (εἴ εἰσί βωμοί, εἰσί καί θεοί), ὅπως πράττει ἡ αὐθεντική ἱστοριογραφία καί ἡ πατερική Ὀρθοδοξία.
    6.Οἱ Μεγάλες Δυτικές Δυνάμεις (Ἀγγλία-Γαλλία) ἤθελαν μέν την διάλυση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί τήν ἀντικατάστασή της μέ μικρά κράτη, προτεκτοράτα τους ὑπό μόνιμη κατοχή (αὐτό γίνεται αἰσθητό σήμερα). Ἕνα παρόμοιο σχέδιο ὅμως ἐπέβαλλε τήν διάλυση τῆς Ρωμηοσύνης (Ἐθναρχίας τῶν Ρωμηῶν). Κατά τήν εὔστοχη ἐπισήμανση τοῦ π. Ἰ. Ρωμανίδη, οἱ βασιλεῖς καί εὐγενεῖς τῆς Εὐρώπης «ἐφοβοῦντο το ἐνδεχόμενον γενικῆς ἐξεγέρσεως τῆς Ρωμαιοσύνης εἰς τήν Δύσιν και τήν Ἀνατολήν. Αὐτός δέ, εἶναι ὁ λόγος, διά τόν ὁποῖον ἐτέθησαν εὐνοϊκῶς ἔναντι τῆς λεγομένης “Ἑλληνικῆς” Ἐπαναστάσεως, και τοῦτο μόνον ὅτε ἐξησφάλισαν το ἀρχαιοελληνικόν προσανατολισμόν της καί τήν ἀντίθεσίν της εἰς τήν Ρωμαιοσύνην καί τήν πρωτεύουσαν αὐτῆς Κωνσταντινούπολιν»23.
    Καί ἡ Ρωσία ὅμως δέχθηκε τελικά τήν γραμμή τῶν Εὐρωπαίων για τό Πατριαρχεῖο, ὅτι δηλαδή ὡς Ἐθναρχικό Κέντρο ἔπρεπε νά διαλυθεῖ (αὐτοκέφαλα). Οἱ Εὐρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις ἤξεραν, ἄλλωστε, καλά ὅτι ἕνα «Ἑλληνικόν Σχέδιον» τοῦ 1781 προέβλεπε ἀνασύσταση τῆς «Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας»24. Εἶναι ὅμως γνωστό, ὅτι «οἱ Ρῶσοι καί οἱ Εὐρωπαῖοι οὐδέ κἄν ἐδέχθησαν ποτέ τήν σκέψιν, ὅτι θά ἠδύναντο νά ἐπιτρέψουν νά γίνη ξανά ἡ Κωνσταντινούπολις-Νέα Ρώμη πρωτεύουσα τῆς Ρωμηοσύνης. Ὁσάκις οἱ Ρῶσοι μετά τόν Μέγαν Πέτρον ἐσκέφθησαν τήν ἐκδίωξιν τῶν Τούρκων ἀπό τήν Πόλιν, ἐξέλαβον τήν Πόλιν ὡς ρωσικήν κτῆσιν καί ὄχι ὡς ρωμαίικην»25.
    Εἶναι εὐνόητο, μετά τά παραπάνω, γιατί «ἔπρεπε» νά συντριβεῖ ἡ ρωμαίικη ἐπανάσταση ἐν τῇ γενέσει της. Ἔτσι ἐξουδετερώθηκε ὁ Ρήγας, ἔχοντας ἀντικατασταθεῖ στό ἐπιτελεῖο τοῦ Ναπολέοντος με τόν Κοραῆ, πού μιλοῦσε γιά ἐπανάσταση τῶν «ἀρχαίων» Ἑλλήνων, ὄχι μόνο κατά τῶν Τούρκων, ἀλλά καί τῶν «Ρωμαίων» (τῆς Ἐθναρχίας) τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὁ Κοραῆς, δηλαδή, ἀντίθετα μέ τόν Ρήγα, ἐκινεῖτο στό πνεῦμα τῆς στενῆς ἐθνικῆς ἰδέας. Νά μη λησμονεῖται, ἄλλωστε, ὅτι τό ἔργο του «Ἑλληνική Νομαρχία» δείχνει ὑπόβαθρο ὄχι μόνο «ἐθνικιστικό», ἀλλά καί καθαρά ρατσιστικό, λέγοντας ὅτι «οἱ ἄνθρωποι εἶναι κατά φύσιν ἀνόμοιοι», ἄνισοι δηλαδή· διαφέρουσι ἀναμεταξύ των κατά φυσικόν νόμον, σ᾽ ἀντίθεση μέ τον ἀντιφυλετικό χαρακτήρα τῆς Ρωμανίας στηριζόμενο στά μυστήρια τοῦ βαπτίσματος καί τοῦ χρίσματος. Ὁ Κοραῆς ἔγινε ἀρχηγέτης ὄχι μόνο τῶν ἐν Ἑλλάδι εὐσεβιστῶν, μέ τό προτεσταντινοκαλβινιστικό ὑπόβαθρό του, ἀλλά και τῶν «Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων», ὅπως ἐλέχθη παραπάνω. Σ᾽ αὐτό καταντᾶ ὅμως, ὅποιος ὑποτιμᾶ και ἀπορρίπτει τήν ἡσυχαστική παράδοση, τήν ραχοκοκκαλιά τῆς Ὀρθοδοξίας.
    Τεκμηριώνεται, συνεπῶς, ἀβίαστα καί χωρίς κανένα κενό, ἡ θέση τοῦ μεγάλου «Ὀρθοδόξου Ἕλληνος», δηλαδή Πατερικοῦ, π. Ἰω. Ρωμανίδου, ὅτι ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἐπετράπη τότε μόνον, ὅταν ἐξασφαλίσθηκε ὁ ἀρχαιοελληνικός καί ἀντιρωμαίικος προσανατολισμός της.
    Συμπερασματικά: Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ὑπῆρξε τό μεγάλο αἴνιγμα τῶν Εὐρωπαίων. Ἡ Ρωμηοσύνη, ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνισμός στήν ὑπερφυλετική οἰκουμενικότητά του, εἶναι πολύ ἐνοχλητική για τήν φράγκικη Εὐρώπη. Εἶναι τό μόνιμο σκάνδαλό της. Τό «Βυζάντιο», τό ὀρθόδοξο Βυζάντιο, ἔπρεπε να θαφτεῖ μιά γιά πάντα, καί πολιτικά, ἀλλά καί πνευματικά (αὐτό ἔχει ἀναλάβει ὁ θρησκευτικός οἰκουμενισμός). Οὔτε ὅμως τό «1204», οὔτε ἡ ὀθωμανική λύση (ἅλωση τῆς Πόλης τό 1453) μπόρεσαν νά θάψουν τήν Ἑλληνορθόδοξη Ρωμηοσύνη, καί αὐτό τό ἀνέλαβε τό δυτικά δομημένο, δυτικοκυριαρχούμενο καί δυτικοκατευθυνόμενο (καί ἡ Σοβιετική Ἕνωση δύση εἶναι) Κράτος. Τό σχέδιο αὐτό ἐξελίσσεται σταθερά μέχρι σήμερα (εἴμαστε στήν ὁλοκλήρωσή του;). Ἡ Ἐπανάσταση, συνεπῶς, τοῦ 1821 ἀπό πλευρᾶς τῆς Ρωμηοσύνης σημαίνει ἧττα τῆς Ρωμαίικης ἰδέας τοῦ Γένους καί θρίαμβο τῆς φραγκικῆς πολιτικῆς γι᾽ αὐτό. Βέβαια, ἕνας ὀρθόδοξος Ἕλλην (Ρωμηός) εὐλογεῖ τόν Θεό καί γιά τήν δημιουργία «ἐλευθέρου» Ἑλληνικοῦ Κράτους καί τήν μερική ἐπιτυχία τῆς Ἐπανάστασής μας. Διότι τό πρόβλημα δεν εἶναι αὐτό. Ἀληθινή ἧττα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης εἶναι ἡ πνευματική ἅλωση καί ἀλλοτρίωσή μας, πού ὁλοκληρώνεται σήμερα, στά 192 χρόνια τοῦ «ἐλευθέρου» ἐθνικοῦ μας βίου. Ἀλλά «ἔχει ὁ καιρός γυρίσματα», ἀφοῦ, κι ἄν εἴμαστε ἐμεῖς μικροί, εἶναι Μεγάλος ὁ Θεός μας!
    Ὑποσημειώσεις:
    1. Μία πρώτη ἀναφορά στό θέμα βλ. στό π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Παράδοση καί Ἀλλοτρίωση, Ἀθήνα 1986, σ. 191 ἑ.ἑ.
    2. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Ἡ Ρωμηοσύνη τοῦ 1821 καί αἱ Μεγάλαι Δυνάμεις, στήν ἐφημ. Ὀρθόδοξος Τύπος» ἀρ. 309/ 25.3.1978 (ἔκτακτη ἔκδοση).
    3. Βλ. Ἀπ. Ε. Βακαλοπούλου, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τόμ. Γ´, Θεσσαλονίκη 1968, σ. 100-102.
    4. Γιά τά προβλήματα αὐτά βλ. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Ρωμαιοσύνη-Ρωμανία-Ρούμελη, Θεσσαλονίκη 19812, σσ. 17 ἑπ., 190 ἑπ., 251 ἑπ.
    5. Ἀπ. Ε. Βακαλοπούλου, Ἱστορία…, τόμ. Ε´, Θεσσαλονίκη 1980, σ. 31.
    6. Arnold Toynbee, Οἱ Ἕλληνες και οἱ κληρονομιές τους (μετάφρ. Νίκος Γιαννουδάκης), Ἀθήνα 1992, σ. 20.
    7. Στό ἴδιο, σ. 331.
    8. Γεωργίου Ἰακωβάτου, Ἀγορεύσεις ἐν τῇ Β´ ἐν Ἀθήναις Ἐθνοσυνελεύσει καί ἐν ταῖς Βουλαῖς, Ἐν Ἀθήναις 1902, σ. 212.
    9. Πολίτης τῆς Ἐθναρχεύουσας Νέας Ρώμης.
    10. Ἀπ. Δασκαλάκη, Τό πολίτευμα τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ, Ἀθήνα 1976, σ. 29.
    11. Στό ἴδιο, σ. 60.
    12. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Τό προπατορικόν ἁμάρτημα, Ἀθήνα 19892, σ. ιστ´.
    13. N. Jorga, Histoire des Etats balcaniques jusqu’ a’ 1924, Paris 1925.
    14. Διον. Ζακυθηνός στό τόμο: «Το Εἰκοσιένα», ἐπιμέλεια Π. Χάρη, Ἀθῆναι 1977, σ. 850-851.
    15. Βλ. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους (ἐκδόση «Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν»), τ. ΙΒ/´1975, σ. 28.
    16. Κων. Τριανταφυλλοπούλου, Ὁ Ἀγών τῆς Ἑλληνικῆς Ἀνεξαρτησίας καί ἡ ἀρχή τῶν Ἐθνικοτήτων, στό «Το Εἰκοσιένα», ἐπιμ. Π. Χάρη, Ἀθῆναι 1977, σ. 290-320 (ἐδῶ: σ. 296/7).
    17. Στό ἴδιο, σ. 308.
    18. Στό ἴδιο.
    19. N. Jorga, Etudes Byzantines, τόμ. Β´ Βουκουρέστι 1940, σ. 276.
    20. Χρυσ. Παπαδοπούλου, Ἡ Ἐκκλησία Κων/πόλεως καί ἡ Μεγάλη Ἐπανάστασις τοῦ 1821, ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑ´ (1950), σ. 316.
    21.M.S. Anderson, The Eastern Question, London 1966, σ. 71.
    22. Ἦταν τό τέλος τοῦ Ρωσοτουρκικοῦ πολέμου.
    23. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Τό προπατορικόν ἁμάρτημα…, ὅπ. π. σ. κβ/
    24. E. Driaylt, La Question d’ Orient, Paris 19146, σ. 65 ἑπ.
    25. π. Ἱω. Σ. Ρωμανίδου, Ἡ Ρωμηοσύνη τοῦ 1821…, ὅπ. π.
    Πηγή: ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος, 22/03/2013
    https://engymo.wordpress.com

  26. Ανδρέας on

    Η Θεσσαλονίκη το 1821**

    «Ολη η πόλη ζούσε το μαρτύριό της από τον Απρίλιο ως τον Μάιο του 1821. Εκατοντάδες συμπολιτών μας ευρίσκονταν σιδηροδέσμιοι στον σημερινό χώρο που αρχίζει από την πλατεία Συντριβανίου ως το Γ’ Σώμα Στρατού (δηλ. στον χώρο που τώρα είναι η Διεθνής Έκθεση). Κατά μήκος της αποστάσεως αυτής, εκτός τειχών, έλαβαν χώρα φρικτά βασανιστήρια, απαγχονισμοί, σφαγές, και ανασκολοπισμοί…(…)…Γράφει ο Α.Γ. (1):
    «Όλον το από της πύλης Καλαμαρίας μέχρι του στρατώνος διάστημα ήτο επί πολύν φρικώδες θέατρον ανασκολοπισμών και παντοίων άλλων βασάνων. Ανεσκολοπίζοντο οι τάλανες Χριστιανοί Έλληνες κατά δεκάδας και εκατοντάδες ακόμη και οι πέριξ λόφοι αντήχουν εκ των γοερών κραυγών της απεριγράπτου αγωνίας ο δε ανήρ επληρούτο εκ της δυσωδίας των αποσυντιθεμένων πτωμάτων. Υπεβάλλοντο δε εις το μαρτύριον τούτο πλειότερον οι προεστώτες και άλλοι σημαίνοντες της επαναστάσεως Χαλκιδικής και υφίσταντο αυτό εν μέσω απεριγράπτων αλγηδόνων και της κτηνωδίας των δημίων των… Τα τουρκόπαιδα εξήρχοντο των πυλών αθρόα και διεσκέδαζον τυμπανίζοντα δια δυο ράβδων επι των γυμνών γαστέρων των μαρτύρων, τας οποίας μετεώριζον τα εκ της αποσυνθέσεως αέρια, ενώ οι Τούρκισσαι ίσταντο επι ώρας επι των επάλξεων εντρυφώσαι εις το ατερπέστατον θέαμα της προσαγωγής νέων θυμάτων και της υποβολής αυτών εις το μαρτύριον του ανασκολοπισμού.»
    Εκείνον τον καιρό, Απρίλιος-Μάιος του 1821, χωριά ολόκληρα καίγονταν σ’ όλο το μήκος της παραλίας από τον Θερμαϊκό ως την Κατερίνη και έντρομοι οι Θεσσαλονικείς έβλεπαν την φωτιά να καταπίνει τα άλλοτε γραφικά χωριά. Το ίδιο και τα χωριά της Χαλκιδικής που σε μερικούς ναούς των χωριών τους πριν από λίγα χρόνια διακρίνονταν τα σημάδια της καταστροφής (2).
    Και όταν αναχωρούσε για την Κωνσταντινούπολη ο Χαïρουλλάχ (μολλάς-ιεροδικαστής Θεσσαλονίκης), Ιούνιος του 1821, έγραφε ότι 30 000 Θεσσαλονικείς και άλλοι Μακεδόνες, που είχαν μεταφερθεί στην πόλη μας όμηροι και εκτελέστηκαν, είχαν πληρώσει με την ζωή τους την επανάσταση του 1821.
    (2) Ο Ιμπραίμ πασάς κομπάζοντας έγραφε στον ιεροδικαστή Βεροίας (21 Ιουλίου 1821) καυχώμενος για τα κατορθωματά του: Εκκαθαρίζων από των τοιούτων ακαθάρτων στοιχείων και βδελυρών ερπετών την περιφέρειαν Θεσσαλονίκης επέδραμον μετα του γενναίου στρατού μου κατά των περιοχών Καλαμαριάς, Παζαρούδας, Σιδηρόπορτας, Πολυγύρου, Κασσάνδρας, Κίτρους, Κατερίνης, ένθα καταπολεμήσας τους απίστους τούτους εξώντωσα και απήλλειψα από προσώπου γης 42 πόλεις και χωρία αυτών, συνωδά δε τω ιερώ φετφά αυτούς μεν τους ιδίους διεπέρασα εν στόματι ρομφαίας, τας γυναίκας και τα τέκνα τα εξηνδραπόδισα, τα υπάρχοντά των διένειμα μεταξύ των πιστών νικητών, τας εστίας δε αυτών παρέδωσα εις το πύρ και την τέφραν, ώστε φωνή αλέκτορος να μη ακουστεί πλέον εις αυτάς (Βλ. Ιω. Βασδραβέλλης, Ιστορικά Αρχεία Μακεδονίας. Β’, Αρχείον Βεροίας-Ναούσης (1598-1886), Θεσσαλονίκη 1954, σς.73-74).»
    Στην φωτογραφία είναι ο πίνακας ζωγραφικής του ζωγράφου Θανάση Μπακογιώργου «Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, 2004, 70×145 εκατ., ακρυλικό, Ιδιωτική Συλλογή.
    Photo: Thanassis Bakogiorgos, “Byzantine Thessaloniki”, 2004, 70×145, acrylic, Private Collection.
    ** Απόσπασμα από τον πανηγυρικό λόγο του Αθανασίου Ε. Καραθανάση επί τη Εθνική Εορτή της 25ης Μαρτίου, Εκφωνηθείς στις 19.03.2008 εν τη Αιθούση Τελετών της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2008. Εθνική Βιβλιοθήκη, Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, 55.
    (1) Α.Γ.. «Μακεδονικά Σύμμεικτα», Επετηρίς Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, έτος Η’, Αθήναι 1904, σ. 198

  27. Ανδρέας on

    17 Μαρτίου 2021
    «… Ο Υψηλάντης, μετα τούτο, εζήτησεν την διάλυσιν της εν Καλτετζαις Γερουσίας και προσέτι να του δοθή εγγραφως η πληρεξουσιότης να διοική. Τούτο όμως δεν επαραδέχθησαν οι άρχοντοκοτζαμπασηδες, και ο Υψηλάντης τοτε εδυσαρεστήθη και ητοιμάζετο να φυγη δια τα ς Καλάμας. Ούτος διόλου δεν αντεπραττεν εις τα σχέδια των προκρίτων και ιδίως των Αχαιων, εξ εναντίας αυτοί αντέπραττον εις τα σχεδιά του, τα οποία ήσαν καλά δια την σωτηρίαν του έθνους. Και των προκρίτων επίσης η γνώμη δεν ήτο κακή δια την πατρίδα, αλλ΄επειδή ήταν συνηθισμένοι να άρχουν, τους εκυριευσεν πολύς φόβος από τον Υψηλάντην , διοτι αυτος επεριστοιχήθη από το σύστημα των κλεφτοκαπεταναίων και από τον απλόν λαόν οιτινες τον ηγαπησαν και τον εσεβάσθησαν ως ανδρα κοινωφελή και ενάρετον και τον εθεώρησαν ως φραγμόν στην μεταξυ των αντιζηλίαν περί του ποίος να γίνη πρώτος των άλλων. Ο Υψηλάντης δεν είχε καμμίαν πλεονεξίαν ούτε επιθυμία εις υλικά συμφέροντα, και δι αυτό εκέρδισεν την αγαπη και διήγειρε την αντίπραξιν των αρχόντων εις τα εγχειρήματά του και διοτι άλλως θα εδιδε ελευθερίαν εις τους λαούς νά εχωσιν ψηφο και χωρις την ψηφον τους να μην έρχονται αυτοχειροτόνητοι αντιπρόσωποι εις τα πολιτικα και διοικητικά πράγματα, αλλά να προτιμώνται οι ικανοί. Αλλά ταυτα δεν ήρεσαν εις τους κοτζαμπάσηδες, διοτι ούτω πως ο λαός εφωτίζετο. Η δε φιλοτιμία και η φιλοδοξία τους έφερε τα πράγματα δια τον Δ.Υψηλαντη και τον Θ.Κολοκοτρωνην τον οποιο μάλιστα εφθόνησαν και αντενέργησαν να μη κυριεύσει τας Πάτρας… φοβούμενοι μήπως γινει εκει κέντρον της φατριας τω Υψηλαντών. Τοιαύται υποψίαι τους εκατελαβαν. . Η δε ραδιουργία των Πελοποπνησίων ( κοτζαμπάσηδων ) ενώθη με την μηχανοραφίαν και την αρχομανίαν των Φαναριωτών , και ιδίως με την του Α.Μαυροκορδάτου, Κ. Καρατσα, Θ.Νέγρη και των Δυτικοελλαδιτων οιτινες ηθελησαν να καμνουν αλλον ιδικον των πολιτικον σύστημα, διοτι εσυστησαν εις την Δυτικην Ελλάδα πριγκηπάτο και πρίγκηπα αυτών εξέλεξαν τον Α.Μαυροκορδατον. Ουτω πως οι Φαναρτιώται τους εγέλασαν, διοτι μη εχοντες καμίαν πολιτικη δυναμιν , επηραν την των εντοπίων τους οποίους ειχαν ερμαιον των θελήσεών τους, τους εχορταιναν όλο σχέδια καλά δι΄αυτους, και εδώ και εκει , τους ερριπταν τον φόβον, λέγοντές τους τι θα πάθουν από τον Υψηλάντην και τον Κολοκοτρώνη, όταν λείψουν αυτοι από τα πράγματα…» ( 1822)
    Από τα Απαντα του Φωτάκου, Α΄τόμος, σ. 161-162
    (εξαντλημένο οπως και Φωτακου, «Οι βιοι των Πελοποννησίων αγωνιστων», εξαντλημλένο κι αυτό)

    Μας το θύμησε η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη…

  28. Ανδρέας on

    Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης για την κατάσταση στην υπόδουλη Ελλάδα, τον Διαφωτισμό και τη Φιλική Εταιρεία:
    «Ο Σουλτάνος διόρισε έναν Βιτσερέ (αντιβασιλέα), έναν Πατριάρχη και του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο Σουλτάνος.
    »Ύστερον έγιναν οι Κοτζαμπάσηδες (προεστοί) εις όλα τα μέρη.
    »Η τρίτη τάξις, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλλίτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέροντες τον ζυγό, έφευγαν και οι γραμματισμένοι επήραν και έφυγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι έμεινε ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε μέρα χειρότερα· διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του, ή εγίνετο γραμματικός του προεστού.
    »Και μερικοί, μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντες τες δόξες αυτές και τες ηδονές, όπου απελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο μουσουλμάνοι. Και τοιουτοτρόπως κάθε ημέρα ο λαός ελίγνευε και επτώχαινε».
    «Εις αυτήν την δυστυχισμένην κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία· και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς όπου κανένας άνθρωπος από τον απλό λαό εμάνθανεν τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία, και έβλεπε ποιους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, και οι άλλοι παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάστασιν ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνωμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινεν και επροόδευσεν η (Φιλική) Εταιρεία».

    • Ανδρέας on

      «Ο Ζαχαριάς… ο Γιαννιάς, οι Πετιμεζαίοι… οι Κολοκοτρωναίοι
      πάντοτε ελήστευον, ήρπαζον, αβασάνιζον τους αδυνάτους και αόπλους χριστιανούς… Είναι μωρία να πιστεύει τις, ότι οι τοιούτοι είχον ποτέ αίσθημα ελευθερίας!»
      Κ. Δεληγιάννης. τ. 1, σελ. 34-37

      Το αφιέρωμα στους «ήρωες του 21 » συνεχίζεται …

  29. Ανδρέας on

    «Τότε ελυμαίνοντο οι κλέφτες,
    οι τε Κολοκοτρωναίοι Θεόδωρος και Ιωάννης αδελφοί,
    ο Γιώργης από τον Αετόν της Τριφυλίας
    και ελήστευον πάντοτε τους ομοφύλους των χριστιανούς
    και είχον άσυλον τα Πηγάδια και την Μάνην.
    Εκεί είχον το άσυλόν των και ηνάγκαζον δια της ληστείας
    τους προεστούς δια να τους βάνουν αρματολούς
    κι ότι δήθεν ούτοι να εμποδίζουν την τε ληστείαν
    και τη ζωοκλοπήν από τον τόπον και κατά καιρόν
    τους έβγαναν και μπουγιουρδί του πασιά
    ως τοιούτους διοριζόμενοι.
    Αλλʼ όταν τους έκοβαν τα χάρτζια ταύτα
    ήτοι τους λουφέδες των,
    εθύμωναν και ήρχιζαν την παλαιάν τους τέχνην
    με περισσότερην επίτασιν…
    Όταν τους έπαυαν εγένοντο θηριωδέστεροι…
    Εις τούρκον ποτέ δεν έβανον χέρι,
    διότι εσκληρύνοντο και τους κατεδίωκον.
    Ευχαριστούντο και οι τούρκοι, ότι οι κλέφται
    ελήστευον τους ομοθρήσκους των χριστιανούς».

    Στρατηγού Π. Παπατσώνη:
    «Απομνημονεύματα από των χρόνων
    της Τουρκοκρατίας μέχρι της βασιλείας Γεωργίου Α΄»,
    σελ. 35-36

  30. Ανδρέας on

    Το 1821 ενέπνευσε την Εθνική Αντίσταση

    «Από τα βάθη μιας τρισχιλιόχρονης ιστορίας σε ατενίζουν οι ήρωές σου και οι μάρτυρες. Οι αγωνιστές του Μαραθώνα, της Σαλαμίνας, οι αγωνιστές του ’21, οι ήρωες των αλβανικών βουνών»

    Δημήτρης Γληνός από το «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ».

  31. Ανδρέας on

    Για τη Ρωσική στάση..
    Υπάρχουν Ρώσοι φιλέλληνες αγωνιστές;

    https://roides.wordpress.com/2014/12/19/19dec14/

  32. Ανδρέας on

    Τη Δευτέρα 19 Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, λίγο μετά τις 6 το απόγευμα, ο Λόρδος Βύρωνας άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, στα 36 του χρόνια. Μέσα στα χρόνια, πολλές εξηγήσεις έχουν προταθεί για τον θάνατο του Άγγλου ευγενή και ποιητή, που ήρθε στην Ελλάδα να πολεμήσει στο πλευρό των Ελλήνων ξοδεύοντας όλη σχεδόν την περιουσία του στον αγώνα για την ανεξαρτησία τους· του ανθρώπου που, μετά τον πρόωρο θάνατό του που συγκλόνισε τον ελληνισμό και όλη την Ευρώπη, καταξιώθηκε ως ο εμβληματικότερος Φιλέλληνας.

    O Λόρδος Βύρωνας έμεινε στο Μεσολόγγι λίγο παραπάνω από εκατό ημέρες· για τις τελευταίες από αυτές, τις κρίσιμες ώρες πριν χαθεί, αλλά και για τον αντίκτυπο που προκάλεσε η τόσο σύντομη παρουσία του στον Αγώνα, διαβάζουμε σε τρία βιβλία: Ο πόλεμος του Μπάιρον (μτφρ. Κατερίνα Σχινά) του καταξιωμένου καθηγητή Σύγχρονης Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο King’s College του Λονδίνου Roderick Beaton, επανεξετάζει τη ζωή και το έργο του Βύρωνα µέσα από τη µακρά διαδροµή της σχέσης του µε την Ελλάδα. Στη Φλόγα της ελευθερίας: 1821-1833 (μτφρ. Τιτίνα Σπερελάκη), ο David Brewer αφηγείται ολόκληρη την τρομακτική και συγκλονιστική ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, αφιερώνοντας δύο ολόκληρα κεφάλαια στον Βύρωνα. Και, τέλος, στο έργο της 1821. Η αρχή που δεν ολοκληρώθηκε. Πότε και πώς δημιουργήθηκε το κράτος όπου ζούμε σήμερα, η Αθηνά Κακούρη εξηγεί συνοπτικά πώς και γιατί διατηρήθηκε ο ελληνισμός ζωντανός στα τετρακόσια χρόνια της Τουρκοκρατίας, φτάνοντας ως την ίδρυση του ελληνικού κράτους, αναφέροντας συχνά τον ρόλο του Βύρωνα στη δύσβατη αυτή πορεία. Η πολύπλοκη και πολυεπίπεδη προσωπικότητα του Λόρδου Βύρωνα, πρωταγωνιστή του πρώτου βιβλίου, αλλά με σημαντική παρουσία και στα άλλα δύο, ξεδιπλώνεται μέσα από τις συναρπαστικές, αλλά ταυτόχρονα ιστορικά τεκμηριωμένες, αφηγήσεις των τριών συγγραφέων.

    Στο παραλήρημα των τελευταίων ημερών του επανερχόταν συνεχώς στην κόρη του Άντα — καθώς και στην Ελλάδα και σε όλα όσα είχε κάνει για τον Αγώνα. Ο Γκάμπα, πάντα αφοσιωμένος, συμπεραίνει ότι ακόμη τον απασχολούσε η υπόθεση, ενώ ο Πάρρυ επιμένει ότι είχε περιπέσει σε σύγχυση. Σε κάποιο διάλειμμα διαύγειας, είπε τα ακόλουθα λόγια στον Γκάμπα, ο οποίος και τα μετέφρασε στα ιταλικά: io lascio qualche cosa dicaro nel mondo. Το τι εννοούσε ακριβώς έχει αποτελέσει ζήτημα διαφωνιών. Όμως η φράση είναι ξεκάθαρη: «Αφήνω κάτι πολύτιμο στον κόσμο». Αν όχι τίποτε άλλο, είναι μια δήλωση. Παρ’όλα όσα είχαν συμβεί, ύστερα από αυτούς τους μήνες στην Ελλάδα, και καθώς ο προσωπικός του «πόλεμος» έφτανε στο τέλος του, ο Μπάιρον ήταν έτοιμος να παραδώσει στους επόμενους κάτι πολύτιμο, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τους άλλους. Στον Δον Ζουάν, λίγες μέρες αφότου είχε δει τη σορό του Σέλλεϋ να παραδίδεται στις φλόγες περιβεβλημένος τη δόξα ενός αρχαίου Έλληνα ήρωα, είχε γράψει:

    Θα πολεμήσω, έστω και με λέξεις (και, αν η τύχη το θελήσει, και με πράξεις)…

    Παρά τα πλήγματα που δέχτηκε τις τελευταίες μέρες της ζωής του, η τελευταία παρακαταθήκη του Μπάιρον στον κόσμο ήταν η πολιτική πραγματικότητα στο Μεσολόγγι, στη δημιουργία της οποίας είχε συμβάλει ο ίδιος — και όχι η ποίηση στην οποία όφειλε τη φήμη του.

    Την Κυριακή ήταν Πάσχα. Ήταν έθιμο, μετά την πρωινή λειτουργία, οι ένοπλοι άνδρες να πυροβολούν απανωτά στον αέρα,όπως συμβαίνει σε ορισμένα μέρη της Ελλάδας ακόμη και σήμερα. Ο Μαυροκορδάτος διέταξε τον Πάρρυ και τον Γκάμπα να απομακρύνουν εκτός πόλης τους Σουλιώτες της ταξιαρχίας του Μπάιρον, για να μην ενοχληθεί ο ετοιμοθάνατος από τους πανηγυρισμούς τους. Περιπολίες στους δρόμους παρότρυναν τους πολίτες να αναστείλουν το γλεντοκόπι τους. Το βράδυ ο Μπάιρον βυθίστηκε σε κώμα, από το οποίο ποτέ δεν συνήλθε.

    Είχε φτάσει στην Ελλάδα μία ημέρα πριν από τα Χριστούγεννα. Πέθανε μία μέρα μετά το Πάσχα, στο αποκορύφωμα μιας θυελλώδους εβδομάδας. Ήταν μία στιγμή που έμοιαζε να ξεπηδάει από κάποιο δραματικό ποίημά του ή από ένα κλέφτικο τραγούδι. Ακόμη και όταν ζούσε, είχε χαιρετιστεί ως «λυτρωτής» ή «απελευθερωτής» — πιο πρόσφατα από τον παλιό σύντροφό του στα νεανικά του ταξίδια, τον Χομπχάους, στην τελευταία του επιστολή που ήταν σε θέση να διαβάσει ο Μπάιρον. Η τυχαία χρονική συγκυρία της άφιξης και του θανάτου στο Μεσολόγγι θα προσέδιδε νέους απόηχους σε αυτά τα εγκώμια.

    (Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Πύρρειος Νίκη» του βιβλίου Ο πόλεμος του Μπάιρον του Roderick Beaton, μτφρ. Κατερίνα Σχινά, Εκδόσεις Πατάκη, 2015).

    Είχε περάσει μόλις πάνω από εκατό ημέρες στο Μεσολόγγι και κατά μία έννοια δεν είχε καταφέρει τίποτα. Ήθελε να χρησιμοποιήσει την επιρροή και τα χρήματά του σε τρεις τομείς: στρατιωτικό, πολιτικό και ανθρωπιστικό. Οι στρατιωτικές (Ναύπακτος) και οι πολιτικές (Σάλωνα) πρωτοβουλίες δεν απέδωσαν τίποτα, και θα είχαν μικρό αντίκτυπο ακόμα κι αν είχαν επιτύχει. Αν η Ναύπακτος είχε παραδοθεί σε μια δύναμη υπό τον Βύρωνα, κανένα άλλο τουρκικό οχυρό δε θα είχε πέσει συνεπεία αυτού του γεγονότος. Αν ο Βύρωνας είχε πάει στη συνέλευση των Σαλώνων, δε θα είχε συμβιβάσει τον Μαυροκορδάτο με τον Οδυσσέα. Μόνο στον ανθρωπιστικό τομέα σημείωσε επιτυχία ο Βύρωνας, αλλά η διάσωση εκ μέρους του Ελλήνων και Τούρκων χωρίς προκαταλήψεις, όσο αξιέπαινη κι αν ήταν, δεν είχε καμιά επίδραση στον πόλεμο.

    Κατά μία άλλη έννοια, ωστόσο, ο Βύρωνας κατάφερε όλα όσα θα μπορούσε να ευχηθεί. Η παρουσία του στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα ο θάνατός του εκεί, προσέλκυσαν στον ελληνικό αγώνα όχι μόνο την προσοχή των ευνοϊκά διακείμενων χωρών αλλά και την ολοένα και πιο ενεργή συμμετοχή τους. Ο Μπλακιέρ, παρά την εκνευριστική ασάφειά του για τον πιθανό ρόλο του Βύρωνα, είχε προβλέψει από την αρχή ποια θα ήταν η πραγματική του συνεισφορά: «Η παρουσία σου θα λειτουργήσει σαν φυλαχτό». Με τον Βύρωνα νεκρό, ο ελληνικός αγώνας δεν θα μπορούσε να πεθάνει.

    Ο Βύρωνας είχε τους επικριτές του, από την εποχή του μέχρι και σήμερα· κατακρίθηκε ο τρόπος ζωής του, ειδικά η συμπεριφορά του στις γυναίκες, χλευάστηκαν οι στίχοι του και αμφισβητήθηκαν τα κίνητρά του για τη μετάβαση στην Ελλάδα. Μεγάλο μέρος της δυσμενούς κριτικής από τους συγχρόνους του Βύρωνα μπορεί να επιρριφθεί σε ιδιοτέλεια ή σε προσπάθεια αυτοδικαίωσης. Μεγάλο μέρος των μεταγενέστερων αποδοκιμασιών μπορεί να αποδοθεί στην τάση, χαρακτηριστικά αγγλική κατά τα φαινόμενα, να υποκλίνεσαι μπροστά σ’ έναν διάσημο μόνο και μόνο για να εξετάσεις πιο προσεκτικά τα πήλινα πόδια του. Παρά τους επικριτές, ο κόσμος θυμάται με θαυμασμό τον Βύρωνα πρωτίστως ως εξαίρετο ποιητή, με κάτι που πλησιάζει τον σεβασμό ως σύμβολο υψηλών ιδανικών, και με μεγάλη αγάπη ως άνθρωπο: για τη γενναιότητα και την ειρωνική στάση του απέναντι στη ζωή, για τη γενναιοδωρία του απέναντι στον σπουδαιότερο αγώνα και στα ταπεινότερα άτομα, για τη συνεχή αλληλεπίδραση ευθυκρισίας και συμπόνιας. Στην Ελλάδα είναι ακόμα σεβαστός όπως κανένας άλλος ξένος και όπως πολύ λίγοι Έλληνες, και σαν σε ομηρικό ήρωα του αποδίδεται ένας κλασικός τιμητικός επιθετικός προσδιορισμός, μεγάλος και καλός.

    (Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Ο Βύρωνας στο Μεσολόγγι» του βιβλίου Η φλόγα της ελευθερίας: 1821-1833 του David Brewer, μτφρ.: Τιτίνα Σπερελάκη, Εκδόσεις Πατάκη, 2020).

  33. Ανδρέας on

    Τα αληθινά μου παιδικά χρόνια στο λιμάνι της Κύμης

    Του ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ

    Στο χωριό που γεννήθηκα, το Νεοχώρι Ύπατης, δεν αξιώθηκα να πάω ποτέ. Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος και όλη η οικογένεια, τέσσερα άτομα δηλαδή μαζί με τον αδελφό μου, τον ακολουθούσαμε σε κάθε μετάθεση που έπαιρνε. Έχω κάτι θαμπές παραστάσεις από την ΚΑΡΥΣΤΟ, όπου — όταν ο πατέρας μου εμφανιζόταν στην αγορά — οι Αρβανίτες έλεγαν: «Σσσστ, μιλάτε ελληνικά, έρχεται ο δάσκαλος!»

    Αλλά τα αληθινά μου παιδικά χρόνια άρχισαν στο λιμάνι της Κύμης, όπου ζήσαμε δέκα χρόνια στη σειρά. Οι κάτοικοι ήταν λίγοι, καμιά πενηνταριά οικογένειες, στέγη δεν υπήρχε για να μας στεγάσει, και ο πατέρας μου υποχρεώθηκε να χτίσει μόνος του τους τοίχους και να φτιάξει τη σκεπή με τα κεραμίδια σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι που είχε γίνει περιστεριώνας. Με προσωπική εργασία αναμόρφωσε μια αίθουσα ενός κτιρίου που είχε χρησιμοποιηθεί κατά τον πόλεμο σαν αποθήκη των Γερμανών και την έκανε σχολείο. Εκεί θυμάμαι έκοβε το τυρί και έψηνε το γάλα σκόνη που έστελνε η αμερικανική βοήθεια. Τον θυμάμαι πολύ καθαρά, προτού ακόμα φέξει για τα καλά, να στέκει πλάι στο καζάνι και μεις, πιτσιρίκια εφτάχρονα, να περιμένουμε στη σειρά με τα κυπελάκια στο χέρι…

    Το δασκαλίκι το είχε για βιοπορισμό· η αληθινή του κλίση στρεφόταν προς τη χειρωναξία. Ήταν κτίστης, μαραγκός, αυτοσχέδιος γιατρός — είχε τρυπήσει όλους τους κώλους του χωριού με τις περίφημες εκείνη την εποχή πενικιλίνες —, κουρέας και γεωργός. Δεν τον θυμάμαι ποτέ να διαβάζει, αντίθετα όλα κείνα τα χρόνια τον άκουγα να ροκανίζει ή να λιανίζει ξύλα με το τσεκούρι στο υπόγειο του σπιτιού. Αυτές οι ικανότητες τον έκαναν αγαπητό στους ντόπιους, οι οποίοι σπάνια τον έβλεπαν στο καφενείο. Μπορώ να πω ότι είχε και κάποια ελαφρά κλίση προς την καλλιτεχνία. Έφτιαχνε γλυπτά από άλιπα — ένα μαλακό ύλικό που υπάρχει σε κείνα τα μέρη —, προσωπογραφίες συνήθως φίλων ή συναδέλφων.

    Απείχε από την τοπική κοινωνική ζωή και μάλλον τα πολιτικά της εποχής ήταν ο λόγος. Η αδερφή του είχε πεθάνει στη φυλακή, ο αδερφός του ήταν καταδικασμένος σε θάνατο και ο ίδιος μόλις είχε γυρίσει από εκτοπισμό στην Ικαρία. Άλλωστε δεν κάπνιζε, δεν έπινε, δεν ήταν φουστανάκιας, τσαμπουκάς, ξενύχτης. Μετά το 1950 αυτός ο άνθρωπος κλείστηκε στο σπίτι του και δεν ξαναβγήκε. Σχολείο — σπίτι ήταν όλη του η ζωή.

    Τον θυμάμαι πάντως κάτι απογεύματα να παίζει βιολί μέσα στην αίθουσα —τότε πηγαίναμε σχολείο πρωί και απόγευμα — και να τραγουδάει σωστά, γιατί είχε γνώσεις μουσικής από το διδασκαλείο. Εφημερίδα δεν αγόραζε, πού να τη βρει κιόλας, μόνο τα Σάββατα ανέβαινε στην Κύμη και έφερνε τον Ταχυδρόμο που επί μια εβδομάδα ήταν το αξιοπερίεργο του σπιτιού.

    Ακόμα πρέπει να πω ότι ήταν τακτικός ψάλτης στην Εκκλησία και έβγαζε σχεδόν μόνος του τη λειτουργία γιατί ο κανονικός ψάλτης ερχόταν από άλλο χωριό με γαϊδούρι και σχεδόν πάντα σουρωμένος.

    […] Όταν από την τετραμελή οικογένεια είχαμε μείνει μόνο εγώ κι ο πατέρας μου, έμενα πια στο Χαλάνδρι για να κάνω αυτό που δεν είχα φανταστεί ποτέ — να γίνω γηροτρόφος του πατέρα μου. Πράγματι, του στάθηκα ως τη στιγμή του θανάτου του. Περιττό να σου πω ότι μαλώναμε ως τη στιγμή που έκλεισε τα μάτια του. Μοιάζαμε τόσο πολύ ώστε ήταν αδύνατο να περάσουμε μια μέρα χωρίς να χαλάσουμε τις καρδιές μας.

    Ευτυχώς, δεν υπήρχαν βιβλία στο σπίτι. Κάποια δασκάλα είχε δωρίσει [στον πατέρα μου] τη βιογραφία του Βαν Γκογκ, που έστεκε χρόνια σε ένα ράφι πλάι στην Ιστορία της φιλοσοφίας του Θεοδωρίδη και σε μια συνοπτική βιογραφία του Νίτσε γραμμένη από τον Τσβάιχ. Αυτά ήταν και τα πρώτα βιβλία που διάβασα — εκτός από τα Κλασσικά εικονογραφημένα βέβαια.

    Το κλίμα του σπιτιού δεν είχε σχέση με το πνεύμα, ήταν η απόλυτη αυστηρότητα… το δασκαλίκι τότε εκφραζόταν με απηνή μέριμνα για την καλλιγραφία και την ορθογραφία. Δύο πράγματα οπού ήμουνα μπούφος. Γι’ αυτό, όταν, μετά από χρόνια, του είπα ότι γράφω βιβλία με κοίταξε συγκαταβατικά και μου είπε: «Ένα παιδί που ήταν τόσο ανορθόγραφο, πώς είναι δυνατόν να γράφει βιβλία;»

    Αυτό που δεν κατάλαβα ποτέ ήταν ο τρόπος με τον οποίο μας είχε επιβληθεί αυτός ο άνθρωπος — σε μένα και τον αδελφό μου. Τα άλλα παιδιά του χωριού οι γονείς τους τα σάπιζαν στο ξύλο. Εμείς το πολύ να δεχόμασταν κάποια ξυλιά στα πόδια. Εντούτοις ήμασταν τα πιο τρομοκρατημένα παιδιά.

    Παιδί φιλάσθενο, μίζερο, προβληματικό. Σε ηλικία δέκα χρονώ είχα διαπλάσει τον μελλοντικό μου χαρακτήρα. Από τότε ένιωθα σαν τον άνθρωπο που του λείπει το δέρμα και ό,τι τον αγγίξει τον τραυματίζει. Ζήλευα τα χωριατόπαιδα για τον αυθορμητισμό τους, για τα απίθανα καμώματα με τις βάρκες που άρπαζαν κρυφά — αυτό μου έχει μείνει απωθημένο. Έπαιζα ξύλο καθημερινά για να τους μοιάσω…

    Το μόνο που με ενδιέφερε τότε ήταν το ποδόσφαιρο. Εκεί πρωτοκατάλαβα τον εαυτό μου. Πάνω στο παιχνίδι, ξέρεις, ο άλλος σου αναγνωρίζει ότι είσαι απαραίτητος, σε φωνάζει με το όνομά σου, παραδέχεται πως υπάρχεις — όλα αυτά είναι βασιλικός πολτός για το παιδί.

    Ενώ μέσα στο σπίτι δεν είχα ακούσει ποτέ κανέναν να επαίρεται για κάτι — ο πατέρας μου ποτέ δεν περιαυτολογούσε —, εγώ άρχισα να διαπλάθω ένα παράνομο «εγώ» εκτός οικογένειας, μέσα στην άλάνα. Ήμουνα κάποιος μακριά από τη δεσποτεία του δασκάλου. Τα παιδιά δασκάλων, παπάδων, δικαστικών, μπάτσων, κ.τ.λ. έχουν αυτό το πρόβλημα — πρέπει να επινοήσουν τον εαυτό τους εκτός οικογένειας…

    Κωνσταντίνος Αν. Θεμελής, Η ανάποδη των ανθρώπων,
    Η μανία του Κωστή Παπαγιώργη, εκδόσεις Ίνδικτος

  34. Ανδρέας on

    Καρατζάς ο αγνοημένος, Πατρών Γερμανός ο τιμημένος

    Απόσπασμα από το βιβλίο «21 ρωγμές στην επίσημη ιστορία για το 1821″ του Σπύρου Αλεξίου.

    …Ο υπεράνω πάσης «αντεθνικής υποψίας» ιστορικός, υπαρχηγός του Αγγλικού κόμματος και πρωθυπουργός Σπυρίδων Τρικούπης σημειώνει: «ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα ότι η εν τη μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτον η σημαία της ελληνικής επαναστάσεως». (Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τόμος Α, σελ. 368).

    Άλλοι ιστορικοί, επίσης υπεράνω κάθε υποψίας, όπως ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος και ο ακαδημαϊκός Διονύσιος Κόκκινος, δεν αναφέρουν τίποτα για το περιστατικό αυτό. Το 1938 θα δημοσιοποιηθούν έγγραφα από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους που αποδεικνύουν ότι η πρώτη αναφορά για την Αγία Λαύρα και το «λάβαρο» μαρτυρείται μόλις το 1851.

    Και το κυριότερο: στα «Απομνημονεύματά» του ο ίδιος ο Π.Π. Γερμανός δεν αναφέρει τίποτα σχετικό! Η κοινή λογική λέει πως αν είχε κηρύξει μια Επανάσταση… θα το θυμόταν! Έχει λοιπόν αξία να επιχειρήσουμε μικρή ρωγμή στο επίσημο αφήγημα μιλώντας για την πραγματική έναρξη της Επανάστασης που αποτελεί, όπως θα δούμε, μικρογραφία όλης της εξέλιξής της.

    Πάτρα, η πρώτη ελεύθερη πόλη κι ο Παναγιώτης Καρατζάς

    Λίγοι γνωρίζουν πως η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε ήταν η Πάτρα. Ακόμη λιγότεροι το όνομα του Παναγιώτη Καρατζά, του τσαγκάρη που ηγήθηκε του ξεσπάσματος της επανάστασης.

    Ο Αναστασόπουλος, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, από νεαρός ερχόταν σε σύγκρουση με την τουρκική εξουσία. Τον Σεπτέμβρη του 1809 αναγκάζεται να καταφύγει στην Ζάκυνθο και τον Νοέμβρη κατατάσσεται εθελοντής στο 3ο Τάγμα της Ελληνικής Λεγεώνος Γραμμής (μονάδα του Αγγλικού στρατού) υπό τον λοχαγό Καλογήρου. Υπηρέτησε για τρία χρόνια και έφτασε ως τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.

    Θα επιστρέψει στην Πάτρα το 1812 όπου θα ασκήσει το επάγγελμα του τσαγκάρη, ερχόμενος πάλι σε προστριβές τόσο με την εξουσία όσο και με τους κοτζαμπάσηδες.

    Δεν είναι γνωστό πότε μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, ο Λ. Μαργαρίτης υποστηρίζει ότι μυήθηκε από τον Παπαφλέσσα. Το σίγουρο είναι πως τις παραμονές της επανάστασης η Πάτρα ήταν γεμάτη από Φιλικούς. Ο Καρατζάς, μαζί με τον Παναγιώτη Ανδριτσόπουλο είχαν συγκροτήσει ένοπλο τμήμα 50 ανδρών με την ενίσχυση του μεγαλέμπορου και Φιλικού Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου.

    Αξίζει να πούμε δυο λόγια και για αυτόν: Ο Κωστής Παπαγιώργης τον χαρακτηρίζει, σωστά, ως έναν από τους τιμιότερους αγωνιστές. Ξόδεψε την κολοσσιαία περιουσία του για να στηρίξει τον αγώνα. Είναι χαρακτηριστικό το τέλος του: Πολέμησε στο Μεσολόγγι, λίγο πριν την Έξοδο πήγε στη Ζάκυνθο να αγοράσει προμήθειες. Παρά τις παραινέσεις των φίλων του να μην επιστρέψει στην, καταδικασμένη, πολιτεία αυτός αρνήθηκε, γύρισε και σκοτώθηκε στην Έξοδο. Μην ψάξετε και γι’ αυτόν αράδες στην επίσημη ιστορία, δεν θα βρείτε.

    Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην Αχαΐα και στον Καρατζά. Από τις 14 ως τις 16 του Μάρτη του 1821 ο Νίκος Σολιώτης μαζί με τον Αναγνώστη Κορδή και άλλους κλέφτες έστησαν ενέδρα και χτύπησαν φοροεισπράχτορες των Τούρκων και στην τοποθεσία «Πόρτες», κοντά στο χωριό Αγρίδι στον Χελμό, τρεις ταχυδρόμους που μετέφεραν επιστολές του Καϊμακάμη (διοικητή) της Τρίπολης Μεχμέτ Σαλίχ στον Χουρσίτ πασά στα Ιωάννινα. Το πρώτο ντουφέκι είχε ριχτεί.

    Στις 20 Μάρτη οι Πετμεζαίοι θα χτυπήσουν τον διοικητή των Καλαβρύτων Αρναούτογλου. Σημαντική λεπτομέρεια(;): Εκείνες τις μέρες, ο Μεχμέτ Σαλίχ είχε απαιτήσει από τους πρόκριτους και τους αρχιερείς της Πελοποννήσου να παρουσιαστούν στην Τρίπολη, ουσιαστικά όμηροι. Πολλοί πήγαν, ορισμένοι κρύφτηκαν καιροσκοπικά, λίγοι αρνήθηκαν. Ανάμεσα σε αυτούς που ξεκίνησαν να πάνε την Τρίπολη ήταν κι ο Π.Π. Γερμανός. Ο Καρατζάς με τους άντρες του θα τον υποχρεώσουν με ισχυρή πειθώ(…) να γυρίσει πίσω!

    Η απάντηση των ένοπλων Ελλήνων ήταν άμεση! Με επικεφαλής τον Καρατζά και τους Επτανήσιους Β. Λιβαδά και Ν. Γερακάρη χτύπησαν τους Τούρκους και τους ανάγκασαν να τραβηχτούν στο κάστρο της Πάτρας. Αξίζει να αναφέρουμε πως την πρώτη νύχτα ο Καρατζάς και οι 50 άντρες του έτρεχαν συνεχώς γύρω από το Κάστρο δίνοντας την αίσθηση εκατοντάδων πολιορκητών! Με τους Τούρκους κλεισμένους στο κάστρο, η Πάτρα είναι η πρώτη πόλη που ελευθερώνεται και, στην ουσία, ξεκινάει τον μεγάλο αγώνα της Επανάστασης.

    Τρεις μέρες κράτησε η χαρά. Στις 24 Μάρτη θα μπουν καμαρωτοί στην πόλη ο Π.Π. Γερμανός, ο Λόντος, ο Χαραλάμπης και άλλοι κοτζαμπάσηδες. Σχημάτισαν μόνοι τους το «Αχαϊκόν Διευθυντήριον», πήραν στα χέρια τους την εξουσία και παραμέρισαν τον Καρατζά, τον Παπαδιαμαντόπουλο και τους άλλους πρωτεργάτες της επανάστασης. Τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά: η άμυνα παρέλυσε και λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Απρίλη, ο Γιουσούφ Πασάς πέρασε από το Ρίο και κατέλαβε την Πάτρα που την παρέδωσε στη σφαγή.

    Το … «Αχαϊκόν Διευθυντήριον» έγινε, φυσικά, καπνός. Ο μόνος που κράτησε τη θέση του και κάλυψε τη φυγή των αμάχων ήταν ο Καρατζάς. Από τα μέσα του Μάη ξεκίνησε μια ιδιόμορφη πολιορκία: οι Τούρκοι κρατούσαν την πόλη και το φρούριο, οι Έλληνες τα γύρω χωριά. Τους επόμενους μήνες ακολούθησαν σκληρές μάχες στις οποίες ο Καρατζάς ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής, το όνομά του έγινε θρύλος μεταξύ των αγωνιστών.

    Δυστυχώς, την ίδια στιγμή εξελισσόταν και η προσπάθεια των κοτζαμπάσηδων να μειώσουν την επιρροή των οπλαρχηγών, καλλιεργώντας τη διχόνοια και την καχυποψία. Κατόρθωσαν να στρέψουν εναντίον του Καρατζά την οικογένεια των Κουμιανωταίων, ισχυρών οπλαρχηγών. Αποτέλεσμα, το ελληνικό στρατόπεδο στα μέσα Αυγούστου να διαλυθεί και το χειρότερο: στις 4 Σεπτέμβρη του 1821, στο μοναστήρι του Ομπλού, ο Τσαλαμηδάς – πρωτοπαλίκαρο των Κουμιανωταίων – θα δολοφονήσει πισώπλατα τον Καρατζά.

    Σπάνια υπήρξε, σύμφωνα με τις πηγές, τέτοιος παλλαϊκός θρήνος σαν αυτόν που ακολούθησε τη δολοφονία του Καρατζά. Το δημοτικό τραγούδι γεννήθηκε αμέσως:

    «Θεέ μου ο Καρατζάς τι γίνηκε, αυτός ο καπετάνιος;
    Μάιδε στην Πάτρα φαίνεται μάιδε στο Σαραβάλι.

    Μας είπαν πως τον σκότωσαν μεσ’ στου Ομπλού την πόρτα».

    Στρατιωτικά οι συνέπειες ήταν μεγάλες: Τα ένοπλα τμήματα των Ελλήνων θα διαλυθούν και η Πάτρα, η πρώτη σημαντική ελληνική πόλη που απελευθερώθηκε, θα μείνει μέχρι και το τέλος της Επανάστασης στα χέρια των Τούρκων, μόλις τον Οκτώβρη του 1828 θα αποχωρήσουν. Είναι γεγονός που θα έχει καταλυτική σημασία σε πολλές περιπτώσεις και, κυρίως, στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Αν η Πάτρα ήταν ελεύθερη, το Μεσολόγγι δεν θα είχε πρόβλημα ανεφοδιασμού.

    Κλείνοντας την ιστορία του Παναγιώτη Καρατζά είναι σημαντικό να σταθούμε στο βιβλίο του Πατρινού Νίκου Μόσχου «Καρατζάς ο αγνοημένος, Πατρών Γερμανός ο τιμημένος». Η αντίθεση του τίτλου είναι τόσο εύγλωττη! Το βιβλίο αυτό που εκδόθηκε το 1961 ξεκινάει με ένα σημείωμα του συγγραφέα:

    «Το σπίτι που γεννήθηκε και έζησε ο Παναγιώτης Καρατζάς σώζεται ακόμη. Ωστόσο ούτε η ιδιαίτερη πατρίδα του η Πάτρα, ούτε η μεγάλη πατρίδα του αξιώθηκαν να εντοιχίσουν ένα κομμάτι μάρμαρο – τόσο ασήμαντη τιμή για τον Αγωνιστή που τις αγάπησε και τις δυο πάρα πολύ.».

    Δεν μπορεί να τα πει κάποιος καλύτερα! Εννοείται πως το σπουδαίο αυτό βιβλίο για τον αγνοημένο αγωνιστή, αγνοείται κι αυτό στα επίσημα κείμενα!

    Σαν σκηνή από ταινία προσεχώς…

    Η γνώση των πραγματικών γεγονότων της αρχής της Επανάστασης έχει ιδιαίτερη αξία, ειδικά στην εποχή που ζούμε μια πρωτόγνωρη επίθεση αποδόμησης κάθε ιστορικής αλήθειας αλλά και μεθοδολογίας, επαναφορά των πιο σκοταδιστικών, ανιστόρητων ιδεολογημάτων.

    Ταυτόχρονα, εύκολα διαπιστώνουμε πως μέσα σε αυτό το στιγμιότυπο περιγράφεται όλος ο θρίαμβος κι η τραγωδία της Επανάστασης. Αν αλλάξουμε τα ονόματα των τόπων και των ανθρώπων θα βρούμε αντίστοιχες ιστορίες στην Ύδρα με τον Οικονόμου, στις Σπέτσες με τον Πάνου, στη Σάμο με τον Λογοθέτη, στην Αττική με τον Βασιλείου, στη Χίο με τον Μπουρνιά και άλλες.

    Είναι εντυπωσιακές οι ομοιότητες. Η πρώτη διαπίστωση είναι πως τα ονόματα αυτών των πρωτεργατών, όπως και των πρωτοπόρων Φιλικών, αγνοούνται επιδεικτικά από την επίσημη ιστορία. Όλοι προέρχονταν από τα μεσαία και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα: τσαγκάρηδες, μικροκαπετάνιοι, αγρότες. Στελέχη της Φιλικής Εταιρείας με μεγάλη κοινωνική αναγνώριση και, εξίσου, μεγάλη αντιπαλότητα με τους κοτζαμπάσηδες και τους μεγαλοκαραβοκύρηδες των νησιών.

    Ηγήθηκαν του επαναστατικού ξεσπάσματος, κόντρα στη θέληση των δυνατών και, στην αρχή, επικράτησαν. Γρήγορα όμως, με εξαίρεση τον Λογοθέτη στη Σάμο, παραμερίστηκαν από τους κοτζαμπάσηδες και, το πιο τραγικό, σχεδόν όλοι δολοφονήθηκαν.

    Τόσες ομοιότητες δεν μπορεί φυσικά να είναι τυχαίες. Είναι η κοινή πορεία της ριζοσπαστικής πτέρυγας της επανάστασης που, σε γενικές γραμμές, εκφράζει η Φιλική Εταιρεία: Η στρατηγική της Εθνικής Ενότητας για το ξέσπασμα της Επανάστασης που θα προσέλκυε ανώτερα στρώματα και άλλα θα ουδετεροποιούσε έφερε αποτέλεσμα. Μετά όμως, το επόμενο βήμα; Η εύκολη απάντηση είναι πως δεν υπήρχε σχέδιο, η Φιλική Εταιρεία ουσιαστικά έπαψε να παίζει ρόλο.

    Ας αναρωτηθούμε όμως, με απόσταση δύο αιώνων, αν θα μπορούσε να υπάρξει σχέδιο και μια διαφορετική πορεία. Στη ρημαγμένη, πάμφτωχη και αναλφάβητη Ελλάδα του 1821, σε ένα διεθνές περιβάλλον που όλα τα έσκιαζε η «Ιερά Συμμαχία» θα ήταν μάλλον ουτοπικό να ζητάμε κάτι περισσότερο από αυτό το πρώτο, το τεράστιο βήμα που γέννησε το Ελληνικό κράτος. Αν το δούμε ψυχρά, πρόκειται για γεγονός με κοσμοϊστορική σημασία.

    Μην υποτιμούμε, συνέβαλε αποφασιστικά στην αποδυνάμωση της Ιεράς Συμμαχίας, στο ξέσπασμα επαναστατικών κινημάτων που κι αυτά ξεπέρασαν την εποχή τους.

    Αυτή η εκτίμηση εξηγεί και το μένος του επίσημου κράτους να γραφτεί η ιστορία της εποχής με συγκεκριμένο τρόπο και, κυρίως, να σταλούν τα «κατάλληλα» μηνύματα. Μισό αιώνα πριν, στη μονογραφία του Καραϊσκάκη, ο Φωτιάδης χαρακτήριζε τον τρόπο που παρουσιάζεται το 1821 σαν ένα αντεστραμμένο είδωλο, σαν έναν παραμορφωτικό καθρέφτη που έφτιαξε το επίσημο κράτος. Είχε δίκιο φυσικά.

    Έχει αξία να σπάμε σε πολλά κομμάτια το ψεύτικο αυτό είδωλο ώστε ψηφίδα – ψηφίδα να ξανασυνθέσουμε το μεγάλο δίδαγμα: Η Επανάσταση, όταν είναι πραγματική κοινωνική ανάγκη μπορεί να γίνει, όσο κι αν οι συσχετισμοί φαντάζουν ανίκητοι. Αυτό προσπαθεί να κρύψει η επίσημη ιστορία, αυτή η τσούλα! Δεν πρέπει να την αφήσουμε…

    * * * *

    Βιβλιογραφικές αναφορές

    Σ. Τρικούπη, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως»

    Γ. Λαμπρινού, «Μορφές του 1821»

    Ν. Μόσχου, «Καρατζάς ο αγνοημένος, Πατρών Γερμανός ο τιμημένος»

    Δ. Φωτιάδη, «Καραϊσκάκης»

    Κ. Παπαγεωργίου, «Τα καπάκια»

    Λ. Μαργαρίτη, «Παναγιώτης Καρατζάς»

  35. Μια πλευρά της επανάστασης του 1821 ήταν ταξική εξέγερση και είχε κοινωνικούς στόχους επηρεασμένους από την μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789.

    Ο παρακάτω νομος του Φεβρουαρίου του 1822 καταργεί την σκλαβιά, τη δουλεία για όλους. Για κάθε φύλο και για κάθε έθνος…

  36. Χριστιανοί πασάδες εναντίον οπλαρχηγών κατά την Εθνεγερσία

    «…Εκλιπόντος του Κράτους του Σουλτάνου -γράφει ο Καρλ Μέντελσον στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως»:- έκαστος προεστός ήρχιζε να νομίζει τον εαυτόν του Σουλτάνον και να αντιποιείται άπαντα τα Σουλτανικά προνόμια. Οι Χριστιανοί δε εκείνοι πασάδες παρεσκευάζοντο να συνεχίσουν απαράλλακτα, το έργον των Τούρκων προκατόχων των…».

    Το πρόγραμμα των κοτζαμπάσηδων ήτο η βαθμιαία ανάληψη των στρατιωτικών αξιωμάτων υπ’ αυτών των ιδίων ώστε να εκμηδενισθούν οι παλαιοί στρατιωτικοί… οι περισσότεροι από αυτούς χωρίς να έχουν πολεμικήν πείραν επήραν την στρατιωτικήν αρχηγίαν. (Δ. Κόκκινος, τόμος Β΄, σελ. 204- 205).

    Όσοι από τους κοτσαμπάσηδες δεν μπόρεσαν να συμπορευθούν με τους αρχηγούς των επαναστατημένων όπλων, προσπάθησαν με διάφορες δολοπλοκίες να τους εξουδετερώσουν. Εδώ στην Ηλεία και ιδιαίτερα στην επαρχία Γαστούνης καταγράφηκαν αρκετές απόπειρες, δολοπλοκίες εξουδετέρωσης, αλλά και φόνοι αρκετών επιφανών οπλαρχηγών, από τον κοτζαμπάση της επαρχίας Γαστούνης Γεώργιο Σισίνη, με απώτερο σκοπό, να απομείνει ο μόνος στην επαρχία, που θα διαφέντευε τον τόπο, σύμφωνα με τις συνήθειες που είχε κληρονομήσει από την τουρκική εξουσία.

    Απόπειρα Γεωργίου Σισίνη, κατά Χαράλαμπου Βιλαέτη.

    Κατά τις πρώτες ημέρες της έναρξης της επανάστασης στον Μοριά, επικρατεί μεγάλη αναστάτωση στην Ηλεία. Οι Τούρκοι γι’ ασφάλεια δεν πολεμούν τους εξεγερθέντες, αλλά κλείνονται στα κατά τόπους κάστρα. Στις 27 Μαρτίου 1821, οι Τούρκοι της Γαστούνης κλείνονται στο Κάστρο Χλεμούτσι. Εκεί πολιορκούνται από τον Γεώργιο Σισίνη, σε συνεργασία με τον Χαράλαμπο Βιλαέτη.

    Κατά την διάρκεια της πολιορκίας, πληγώνεται στο χέρι ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, αρχηγός των Ηλειακών στρατευμάτων, από αδέσποτη σφαίρα. Για αυτό το επεισόδιο, κατηγορείται ευθέως ο Γεώργιος Σισίνης, για ηθική αυτουργία και ότι θέλησε να τον σκοτώσει, από τον υπερβολικό φθόνο που έτρεφε προς το πρόσωπο του Βιλαέτη. Για τούτο τον τραυματισμό του Χαράλαμπου Βιλαέτη, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης γράφει στα απομνημονεύματά του:

    «Τότε, ενώ συνεγένοντο, Έλλην τις από την Κάπελην επιστόλισε τον Βιλαέτη και τον επλήγωσεν εις την χείρα. Λέγεται ότι ήτο διατεταγμένος από τον Σισίνη ή από τους Τούρκους να τον φονεύσει όντα ικανό εις τα του πολέμου».

    (Γενναίου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1955, σελίδα 34).

    Σημείωση: Από την τοπική προφορική παράδοση έχει αναφερθεί, ότι ο στρατιώτης που έκανε απόπειρα δολοφονίας κατά του Χαράλαμπου Βιλαέτη, λεγόταν Τζερλεμές ή Τζερεμές και καταγότανε από την Γορτυνία, ήταν όμως σώγαμπρος στο χωριό Αντρώνι, κατ’ άλλους στο Κούμανι.

    Ο Φιλήμων στο «Ιστορικόν Δοκίμιον» για το συμβάν τούτο, αθωώνει εντελώς τον Γεώργιο Σισίνη γράφοντας: «Κατ’ αυτήν επληγώθη το αξιολογώτερο πρόσωπον ο Χαραλάμπης Βιλαέτης τον δεξιόν βραχίονα εκ τούτου: Δύο Κερβεσαίοι εφιλονίκουν δεινώς δι’ έν τουρκικόν πυροβόλιον, αξιούντες αυτό ως λάφυρον, επιχειρούντες να το πάρει ο καθένας δια λογαριασμό του. τούτο ανάπτει και ο Βιλαέτης πλησίον τυχών πληγώνεται …ίνα να ανεραίσωμεν την γεννηθείσαν τότε κατά του Σισίνη συκοφαντίαν επί αποπείρα δολοφονίας».

    (Φιλήμονος Ι., Ιστορικόν Δοκίμιον, τόμος Γ΄, σελίδα 415, υποσημ. α΄).

    Πληγωμένος ο Βιλαέτης δεν ήταν δυνατόν να θεραπευθεί και αναχώρησε για την Ζάκυνθο. Όμως δεν έγινε δεκτός από τις Αγγλικές Αρχές του Νησιού και του τέθηκε ρητή προθεσμία να το εγκαταλείψει. Στις 10 Μαΐου 1821, σαράντα τρεις (43) ημέρες μετά από αυτό το θλιβερό επεισόδιο, ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ο αρχηγός των όπλων της επαναστατημένης Ηλείας, πέφτει νεκρός στο χωριό Λαντζόι, μετά από μια άνιση μάχη που έδωσε με τους Λαλαίους Τουρκαλβανούς.

    Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, τον οποίον οι Λαλαίοι αποκαλούσαν «Φραγκοπαλλίκαρο» πρότεινε να περιορίσουν τους Λαλαίους στην περιοχή τους. Αμέσως συνεννοήθηκε με τον Γεώργιο Σισίνη να συνεκστρατεύσουν κατά του Λάλα. Ο Γεώργιος Σισίνης τον προέτρεψε και του υποσχέθηκε την αμέριστη βοήθειά του.

    Κάποιος άγνωστος συγγραφέας, του υπ’ αριθμόν 250 χειρόγραφου των Γ.Α.Κ. γράφει:
    «….Ο Γεώργιος Σισίνης προτρέπει τον Βιλαέτη να σπεύση υπέρ αυτών επικουρικώς, αλλά δεν παρακολουθεί τον φιλότιμον και ακράτητον Βιλαέτην, σπεύσαντα με μόνους 27 Πυργίους, τον εγκαταλείπει και φονεύεται παρά των Λαλαίων εντός αύλακος τινός, την οποίαν είχε προκαταλάβει αμυνόμενος εις τον φθόνον και την αντιζηλίαν του Γ. Σισίνη κατά του ικανού τούτου πολεμιστού αποδίδει η γενική ιδέα τον θάνατον του…».

    Απόπειρα Γεωργίου Σισίνη, κατά Γεωργίου Γιαννιά.

    Έπειτα από επτά ημέρες, από τον θάνατο του Χαράλαμπου Βιλαέτη, σειρά είχε ο Γεώργιος Γιαννιάς, ο δεύτερος στην σειρά υπαρχηγός των επαναστατημένων Όπλων της Ηλείας. Ο Γιαννιάς με εκατό παλικάρια, από τις παρυφές του Ερυμάνθου προκαλούσε και παρενοχλούσε σημαντικά τους Λαλαίους. Οι Λαλαίοι μεθυσμένοι από την νίκη τους και την εξόντωση του αρχηγού των επαναστατημένων δυνάμεων της Ηλείας, θέλουν να ξεκαθαρίσουν σιγά- σιγά τους επικίνδυνους οπλαρχηγούς.

    Η επομένη κίνησή των Λαλαίων, ήταν το επόμενο επικίνδυνο κεφάλαιο που λεγόταν Γιώργης Γιαννιάς. Με την χαρά της νίκης και με ακμαιότατο ηθικό, κινήθηκαν προς συνάντηση του Γεωργίου Γιαννιά, που ήταν ο υπ’ αριθμόν ένα επικίνδυνος εχθρός τους, σ’ όλη την Βόρεια Ηλεία. Ο σκοπός όμως της εκστρατείας των ήταν τριπλός.

    1. Θα επιχειρούσαν να ξεκαθαρίσουν το κεφάλαιο που λεγόταν Γιαννιάς.
    2. Να τρομοκρατήσουν τους Χριστιανούς κατοίκους της Πηνείας, της Βόρειας ορεινής Ηλείας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής
    3. Αντιλαμβανόμενοι ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν και τόσο καλά, αποφάσισαν να βγουν για ζαϊρέ, δηλαδή να μαζέψουν τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης.

    Μια πανστρατιά αποτελούμενη από 1500 πεζούς και καβαλαραίους, οι Λαλαίοι εκστράτευσαν κατά του Γιαννιά. Την 16ην Μαΐου 1821 ξεκινώντας από το Λάλα και πλιατσικολογώντας έφθασαν στο χωριό Τσίπιανα[1] όπου και διανυχτέρευσαν. Σε έκτατη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το ίδιο βράδυ, οι οπλαρχηγοί της βόρειας ορεινής Ηλείας, για ν’ αντιμετωπίσουν μια τόση υπέρογκη δύναμη, ο Γιαννιάς πρότεινε να κλείσουν όλα τα στενά περάσματα και να τους αποδεκατίσουν.

    Την άλλη ημέρα, κατά παράδοξο τρόπο, οι επίλεκτες ομάδες της στρατιάς των Λαλαίων κινήθηκαν προς την θέση Τσάχλη, αμυντική θέση που επιλέχθηκε από τον Γεώργιο Γιαννιά[2] και είχε αναλάβει να την υπερασπίσει ο ίδιος με τα παλικάρια του. Επίσης κατά παράδοξο πάλι τρόπο κατά τις ισχυρές επιθέσεις που δέχθηκε τα χαράματα ο Γιαννιάς με τα παλικάρια του, είδε ότι οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί δεν συνέδραμαν, για βοήθεια.

    Μετά από πολλές λυσσαλέες επιθέσεις, αναγκάσθηκε να υποχωρήσει σταδιακά, στην Πολίτσα και στην συνέχεια στα Στενά του Κατσαρού να όπου δέχθηκε το άνισο τελειωτικό χτύπημα από τις δυνάμεις των Λαλαίων Τουρκαλβανών. Εκεί αποκλεισμένος πια και πολεμώντας σαν θηρίο έπεσε νεκρός στις 17 Μαΐου 1821, στα ριζοβούνια του Ωλενού (Ερυμάνθου).
    Συγκεχυμένες οι πληροφορίες που έχουμε για αυτή την μάχη που αποσοβήθηκε από τους ιστορικούς, και όχι μόνο.

    Τα ερωτήματα πολλά, οι απαντήσεις μηδαμινές. Αρκετοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ο Γιαννιάς τυχαίως συναντήθηκε με την στρατιά των Λαλαίων. Αυτό νομίζω ότι δεν ισχύει διότι ένας οπλαρχηγός με μια συγκροτημένη και ετοιμοπόλεμη μονάδα κλεφτών που είχε τα λημέρια του επάνω στις βουνοκορφές θα ήταν αδύνατον να μην αντιληφθεί μια στρατιά χιλίων πεντακοσίων στρατιωτών να ανεβαίνει στις κακοτράχαλες και αδιαπέραστες βουνοπλαγιές.

    Εξάλλου η αποστολή του Γιαννιά ήταν να παρενοχλεί και όχι να αντιπαρατεθεί με μια ετοιμοπόλεμη στρατιά πολλαπλάσια των δυνάμεων που διέθετε.

    Δολοφονία Γεωργίου Κρασάκη.

    Οι αδελφοί Κωσταντής και Γεώργιος Κρασάκης ή Κρασάκιας, ήσαν οπλαρχηγοί και καταγόταν από το χωριό Νεμούτα της Φολόης. Πριν και κατά την περίοδο της παλιγγενεσίας του 1821, έδρασαν στην περιοχή της Πηνείας, έχοντας συγκροτήσει στρατόπεδο στην Δάφνη (Ντάμιζα) και Παλιοντάμιζα του σημερινού δήμου Ήλιδος. Τον Μάρτη του 1821 συγκρότησαν τα πρώτα στρατόπεδα της Πηνείας στον λόφο Σκουρντέμπεη και στο χωριό Καλαθά.

    Παρά τις έντονες αντιδράσεις του Γεωργίου Σισίνη, αρχηγός των επαναστατημένων όπλων της Πηνείας, ορίσθηκε ο καπετάν Γιωργάκης Κρασάκης. Ο Γ. Σισίνης ήθελε να χρησθεί ο ίδιος αρχηγός των επαναστατημένων όπλων της Ηλείας, χωρίς να έχει καμιά παλαιότερη ανάμιξη αλλά και σχέση με τα όπλα.
    Κατά την ιστορική μάχη στη θέση Πούσι της Δάρδιζας κοντά στο Λάλα, στις ελληνικές δυνάμεις έχουν ενσωματωθεί και όλοι οι Πηνειώτες με αρχηγό τον Γεώργιο Κρασάκη.

    Έλαβε εντολή από τον Γεώργιο Σισίνη μαζί με τους στρατιώτες του, να καταλάβει τη αμυντική θέση στην τοποθεσία Μποτίνι Μνήμα, του χωριού Πέρσαινα, να κατασκευάσουν ταμπούρια για ν’ αντιμετωπίσουν τυχόν επίθεση των Λαλαίων.
    Από τον Γεώργιο Σισίνη ειδικά επιλέχθηκε η θέση Μποτίνι, η οποία θεωρείτο η πιο ευάλωτη όπου και διατάχθηκε για να οχυρωθεί και να την υπερασπισθεί ο Γεώργιος Κρασάκης.

    Το δεύτερο έτος της επανάστασης ο Γεώργιος Σισίνης επιλέγει τον Κωσταντή Κρασάκη και τον αποστέλλει στην Ρούμελη με τους εκατόν είκοσι στρατιώτες του, με σκοπό ν’ αποδυναμώσει τον μεγαλύτερο αδελφό του Γιωργάκη. Στην συνέχεια επιχειρεί εναντίον του και με την βοήθεια του συνεργάτη του, Θανάση Καραμέρου από το Γαλούπι Ήλιδας, με δόλο του στήνει ενέδρα στην οικία του κουμπάρου και τον φονεύει.
    Έτσι ο Σισίνης έμεινε μόνος κυρίαρχος στην επαρχία της Γαστούνης.

    * * * *

    ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ :
    «Κοτζαμπάσηδες εναντίον οπλαρχηγών κατά την επανάσταση του 1821»
    http://androni.blogspot.com/2011/11/1821_29.html

  37. «Το ’21 ως μια χαμένη ευκαιρία πανβαλκανικής εξέγερσης» Συνέντευξη Λατσεζάρ Κράστεφ0
    στις 25 Μαρτίου 2022
    ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕ ΜΝΗΜΗ – ΙΣΤΟΡΙΚΑ
    ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
    Συζήτηση του αναρχικού ιστορικού Λατσεζάρ Κράστεφ με διοργανωτές και συμμετέχοντες του Διεθνούς Συνεδρίου για το 1821, που έλαβε χώρα στην Αθήνα τον 9-12 Δεκέμβρη του 2021. Απομαγνητοφώνηση: ελευθεριακός ιστότοπος Αυτολεξεί

    Πιάνοντας το νήμα από εκεί που το αφήσαμε με την εισήγησή σου στο συνέδριο, θα θέλαμε να μας μιλήσεις παραπάνω για αυτή τη «χαμένη ευκαιρία για μια βαλκανική επανάσταση», όπως μας ανέφερες. Γνωρίζουμε λοιπόν πως έγινε η σύγκρουση Υψηλάντη-Βλαδιμηρέσκου και λίγα χρόνια πριν πρόλαβε και έσφαξε τον Καραγιώργεβιτς ο αντίπαλος του, ο Ομπρένοβιτς. Δεν ξέραμε όμως ότι υπήρχε δυνατότητα επαναστατική στη Βουλγαρία την οποία την κλώτσησαν τελικά…

    Με σοκάρει που αυτό δεν είναι καθόλου γνωστό στο ελληνικό κοινό. Υπάρχουν αυτά στην ιστοριογραφία· στη Βουλγαρία ειδικά η γνώση μας αυτή έρχεται από Έλληνες ιστορικούς όπως ο Ιωάννης Φιλήμων. Αυτός όταν ήταν νέος συμμετείχε στη Φιλική Εταιρεία και έλαβε μέρος στα εν λόγω γεγονότα. Όσα γνώριζε τα έχει καταγράψει στο έργο του Δοκίμιον ιστορικόν περί της Eλληνικής Eπαναστάσεως[1] το οποίο είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα του 19ου αιώνα. Θέλω να πω πως αυτά τα γεγονότα δεν υπάρχουν σε κάποια μυστική βιβλιογραφία η οποία δεν είναι προσβάσιμη. Υπάρχουν, βεβαίως, και Έλληνες ιστοριογράφοι που συμφωνούν με αυτή την προσέγγιση και με αντικειμενικό τρόπο περιγράφουν την τότε κατάσταση.

    Υπήρχαν, λοιπόν, λάθη της Φιλικής Εταιρείας που απέτρεψαν την προοπτική της πανβαλκανικής εξέγερσης;

    https://www.aftoleksi.gr/2022/03/25/to-21-os-mia-chameni-eykairia-panvalkanikis-exegersis-synenteyxi-latsezar-krastef/

  38. Ανδρέας on

    Ποίημα του Αλέξανδρου Πούσκιν σε μετάφραση Κώστα Βάρναλη, στο οποίο συγκρίνει έναν νεκρό Έλληνα Επαναστάτη με τον Αριστογείτονα, παρηγορώντας τη χήρα του:

    Πιστή Γραικιά μην τον θρηνείς!
    Έχει σαν ήρωας πέσει
    βόλι πικρό του χώρισε τα στήθια
    μες` τη μέση… μην τον θρηνείς…
    Τάχατε συ δεν τούδειξες το δρόμο
    σαν κίνησε μ`όπλο βαρύ στον ώμο
    και τούπες με μελωδική φωνή:
    «Μπροστά σου, νάτος, ανοίγει ο δρόμος
    της τιμής, από θυσίες γεμάτος»;
    Σ` αποχαιρέτησε σεμνά
    κι αμίλητα ο καλός σου, ξέροντας
    πως παντοτινός θαν` ο αποχωρισμός σου.

  39. Agtzidis Vlassis on

    Κωνσταντίνος και γιανάκις του χαλίλη εφέντη

    μια

    Αναφορά, που έστειλαν δυό τουρκό-
    πουλα από την Κόρινθο στον Καποδίστρια και του ζητούν την προστα-
    σία. Είναι η παρακάτω:[διατηρώ την ορθογραφία , αλλά βάζω τόνους]
    ‘’ αφέντη σε προσκυνούμε οι δούλοι σου και σκλάβη σου
    αφέντη ο πατέρασμας και η μάναμας ήταν τούρκη από την Κόρινθο και
    είχαν τέσσερα παιδία. Και αφού έπεσαι το κάστρο εσκότωσαν τον
    πατέρα μας οι Έλληνες και εμάς τους δύο και τη μάνα μας μας επήρεν
    ένας χριστιανός και εβαπτισθήκαμε τόρα οκτώ χρόνους.Και το τρίτο
    αδέλφι μας το επήρε ένα τσομπάνης από τον Μορέα και το άλλο το
    επήρεν ένας από το άργος και το έδοσε μια γυναίκας αντριότησας[ εν-
    νοεί από την Άνδρο]και έχομε οκτώ χρόνους να ιδοθούμε. Εμάς το
    μικρό παιδί ο αφέντης μας το έβαλεν εις το σχολίον το εληνικόν. Εως εις
    τα τόρα, εγώ και η μάναμου του του έκανα χουσμέτι[ το φρόντιζα]και
    ετρόγαμαι ψωμή. Τώρα ο αφέντης μας εφτόχηνε. Του έκαψαν το σπήτη
    και τον έγδησαν ο κυρ παναγιωτάκης νοταράς [ ο προύχοντας των
    Τρικάλων Κορινθίας] και δεν έχει να μας δώση ψωμή και μας είπαι να
    φύγωμεν. Αμά που να πάμε; Εμείς δεν δυνόμεθα να δουλέψομεν και να
    βγάλομαι ψωμή και ήρθαμεν να σου πούμεν να μας βάλης και εμάς εις
    το δασκαλοιό[ εννοούν το ορφανοτροφείο ] όπου εφθίασε ο βασι-
    λέασμας και να μας δώσης και ψωμή να φάμε, όπος δίνηςκαι των
    αλουνόν παιδιόν, οπού είνε ορφανά και θα ήμασθε σκλάβη σου όλον
    τον καιρόν και να κόβη ο θεός από τις ημέρες μας να σου δίνει χρόνους.
    Και να ζήση ο βασιλιάσμας ο κυβερνήτης[Καποδίστριας] να μας δίνη
    ψωμή να τρώμε.
    Αφέντη να γράψης του ζαπήτη [χωροφύλακα] στην Ίδρα να το
    πάρη και
    το αδέλφι μας να σου το στείλη , οπού είναι σκλάβος και έχομε να τον
    ιδούμαι οκτό χρόνους και το έχη μια γυναίκα μαμή και την λένε κουτζο-
    κατερίνη. Και να το βάλης και εκείνο στο δασκαλοιό και είνε μικρότερο
    από μένα. Αφέντη εμείς δεν ηξεύρομεν να σου γράψομεν καλά καθώς
    πρέπει, Εμείς δεν έχομεν που να πάμεν παρα πρότα προσκυνούμε τον
    θεό και δεύτερα την ευγενίαν σου , οπού θα μας δώσης ψωμή να φάμε.
    Ακόμα αφέντη σου λέμε και τούτο. Ο πατέρασμας έδοσε πολλά γρόσια
    στο γένος και πράμα πολύ. Άφησε και ένα ζευγολατιό[ χωράφι που το
    καματεύουν] και σταφίδα και τατρόνε ο κόσμος και πότε ο ένας τα
    δουλεύη , ποτε ο άλλος και κοντέβουνε να ξεραθούναι. Και αν είνε
    ορισμός σου πάρτα από εκείνους να τα δώσης εμάς, οπού ναντά
    δουλεύη ο αδελφός μας και να ζήση και εκείνος και η μάναμας, οπού
    είνε γριά.
    Και θα παρακαλούμεν τον θεό να σου χαρίζη ζωήν πολύν , οπού θα μας
    κάμης και μας έληνες.
    και σε προσκυνούμεν οι δούλι σουκαι σκλάβη σου,γιανάκις του μπεηλή χαλήλη κορθηνού[ Κορίνθιου] , Κωνσταντίνος του χαλίλη.»

    Και από μονάχη της η επιστολή αυτή παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον ,
    έτσι που να περιττεύει κάθε υπομνηματισμός. Μας μιλάει για τον πόνο
    μιας πολύ ταραγμένης εποχής. Και για το διαχρονικό δράμα των
    ορφανών του πολέμου.

    Μίμης Β. Χριστοφιλάκης 28/4/2019

  40. Agtzidis Vlassis on

    Οι σχολές στον ελληνικό κόσμο την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας

    http://dlab.phs.uoa.gr/index.php/projects/scholes-tou-genous?resetfilters=0&clearordering=0&clearfilters=0

  41. https://dytistonniptiron.wordpress.com/2023/03/25/stefanopoli/

    Ελλάς-Γαλλία συμμαχία
    25 Μαρτίου, 2023 από Δύτης των νιπτήρων

    Κάτι πολλαπλά επίκαιρο σήμερα. Όλοι έχουμε ακούσει τη ρήση του Κολοκοτρώνη για τη Γαλλική Επανάσταση που «άνοιξε τα μάτια του κόσμου» και του έμαθε πως η τάξη των πραγμάτων κάθε άλλο παρά είναι αιώνια και αμετακίνητη. Αυτό που δεν πολυξέρουμε είναι το πώς οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης πέρασαν σε μερίδα έστω των ελληνικών πληθυσμών της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας, αν πράγματι μπορεί να στοιχειοθετηθεί αυτό. Εντάξει, ξέρουμε για τους Έλληνες έμπορους που μετακινούνταν ή είχαν επαφές με κέντρα της διασποράς που ήρθαν σε επαφή με την Επανάσταση, όπως λόγου χάριν η Τεργέστη· ξέρουμε για τους μισθοφόρους που υπηρέτησαν στο γαλλικό στρατό. Μιας και είναι της μόδας η πρακτορολογία όμως, να μην έπαιξαν κάποιο ρόλο και Γάλλοι πράκτορες;

    Να λοιπόν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον έγγραφο των αρχών του 1798, σημείωμα του διοικητή του Μοριά Χασάν Πασά προς τον Σουλτάνο, που μιλά για πράκτορες του Ναπολέοντα που διαδίδουν επαναστατικές ιδέες στην Πελοπόννησο (για αυτό και άλλα έγγραφα σχετικά με την ίδια υπόθεση, βλ. Yusuf Ziya Karabıçak, «“Why Would It Be Limberte?” Liberté in the Ottoman Empire, 1792-1798», Turcica 51 (2020), 219-253 και ιδίως 240-242). Ο Χασάν Πασάς λέει πως είχαν και προηγουμένως σταλεί από τον Βοναπάρτη δύο αξιωματούχοι (ofiçyal) στο Μοριά και τη Μάνη, οι οποίοι «ήλθαν στους προξένους τους που κατοικούν στο φρούριο της Κορώνης στην Πελοπόννησο, και από εκεί πήγαν στον πρώην αρχηγό της Μάνης». Επειδή όμως «απέτυχαν να ξεσηκώσουν τους ραγιάδες, όπως ήταν η αποστολή τους», επέστρεψαν στη Ζάκυνθο. Το έγγραφο εστιάζει σε μια νέα προσπάθεια των Γάλλων να ξεσηκώσουν τα γύρω νησιά, δηλαδή τις Σπέτσες και την Ύδρα, ώστε να διαδοθεί η αναταραχή στην Πελοπόννησο. Διαβάζουμε ότι ο Βοναπάρτης

    επιφόρτισε δυο Γάλλους, δίνοντάς τους οδηγίες για νέα τεχνάσματα και απάτες, και τους έστειλε στα νησιά. Έχοντας αυτοί μαζί τους θεραπείες και φάρμακα σοφών, δηλώνουν στις περιοχές όπου φτάνουν πως είναι γιατροί, σε περίπτωση που αντιληφθούν εμπόδια στην πραγματοποίηση των ταραχών και των δολιοτήτων τους. Εάν δεν αντιμετωπίσουν κανένα εμπόδιο, εμφανίζουν το δόλο και την απάτη τους και διαδίδουν μυθεύματα όπως τα εξής: «Κάποιοι από τους γιους του Αδάμ είναι πλούσιοι και κάποιοι φτωχοί, όμως όλοι οι εθιμικοί και έκτακτοι φόροι καταβάλλονται πάλι από τους φτωχούς. Και οι ομάδες (στις οποίες είναι χωρισμένοι) είναι επινόηση των αρχηγών τους μόνο και μόνο για να τους καταπιέζουν για ευχαρίστησή τους· όπως τα σώματα των απογόνων του Αδάμ έχουν δημιουργηθεί παρόμοια το ένα με το άλλο, έτσι και για την αποφυγή της καταπίεσης πλούσιοι και φτωχοί πρέπει να είναι ίσοι. Το ζήτημα αυτό εξαρτάται από τη φιλάνθρωπη θέληση του, και πράγματι για την πραγματοποίηση αυτής της ωραίας υπόθεσης, η Γαλλική Δημοκρατία ορίστηκε από τον Θεό και ενδυναμώθηκε· κάθε πρόταση που σας γίνει από την Δημοκρατία, να την πραγματοποιήσετε και να σπεύσετε να συμμορφωθείτε».
    Στη συνέχεια του εγγράφου, ο διοικητής του Μοριά σημειώνει και κάποια ακόμα στοιχεία που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον:

    Όταν ερευνήθηκε (από τους Γάλλους) η κατάσταση των ραγιάδων, (διαπιστώθηκε πως), επειδή οι ψευδείς θρησκείες και τελετές στις οποίες καταφεύγει η τάξη των Ρωμιών θεωρώντας τις αξιόπιστη συνθήκη (με το Θεό) είναι σε πλήρη διάσταση με τις πεποιθήσεις που έχουν επινοήσει οι Γάλλοι, για αυτό το λόγο η τάξη των Ρωμιών δεν έχει καμία συμπάθεια και κλίση προς τους Γάλλους, και αυτός είναι ο κύριος λόγος που οι δολιότητες και οι δολοπλοκίες τους δεν έχουν διαδοθεί. Ο προαναφερθείς Στρατηγός αντιλήφθηκε αυτό το λεπτό σημείο. Διέδωσε τη φήμη ότι «Δεν θα εμποδιστεί η εκτέλεση των παλαιών τελετών καμίας (θρησκευτικής) ομάδας» και έστειλε στα αυτιά και τις διάνοιες των ελαφρόμυαλων ραγιάδων το στρατήγημα ότι θα πάψουν οι καταπιέσεις και ότι πλούσιοι και φτωχοί θα γίνουν ίσοι και όμοιοι, ούτως ώστε να παραπλανήσει σε μεγάλο βαθμό τους ραγιάδες.
    Ωστόσο, όπως σημειώνει ο οθωμανός αξιωματούχος, το σχέδιο αυτό προσέκρουσε στην αντίδραση των προκρίτων με αποτέλεσμα οι πράκτορες των Γάλλων να εμποδιστούν διακριτικά από τις αρχές ενώ ετοιμάζονταν να εγκαταλείψουν την Ύδρα για τη Θεσσαλονίκη και να επιστρέψουν άπρακτοι στην Κέρκυρα:

    Οι αρχηγοί των ραγιάδων και οι επικεφαλής σκέφτηκαν και κατάλαβαν ότι αυτό το ζήτημα της ισότητας και της ομοιότητας θα προκαλούσε τη μείωση του σεβασμού στο πρόσωπό τους και θα έχαναν τα αξιώματά τους. Προσέχοντας πάνω απ’ όλα και φροντίζοντας […] να προστατέψουν τους ραγιάδες από αυτό το στρατήγημα, απέτρεψαν τελείως τη διάδοσή του στους ανθρώπους.
    Οι Γάλλοι πράκτορες, φυσικά, δεν κατονομάζονται στο έγγραφο. Τι πράκτορες θα ήταν άλλωστε! Μια ιδέα για το ποιον τους μας δίνει η σταδιοδρομία του Χριστόφορου Περραιβού, ο οποίος την ίδια ακριβώς περίοδο (Ιανουάριος 1798) έφυγε από την Τεργέστη με γαλλικά έγγραφα και χρήματα προκειμένου, με βάση την Κέρκυρα, να προπαγανδίσει τη γαλλική επαναστατική υπόθεση: σύμφωνα με ένα ανώνυμο λιβελλογράφημα, που διέσωσε ο Γιάνης Κορδάτος, «παραστήσας αυτώ εαυτόν ικανόν έμπηρον και άξιον όντα πολυτρόπως δια να απέλθη ης την ελλάδα, και να περιέλθη αποστολικώς, κηρίσσον το δόγμα της φρονίσεως των γάλλων» πέτυχε να περάσει στην Πάργα και την Πρέβεζα «κηρύττων τον εαυτόν του φιλόσοφον ρήτορα, γεωμέτρην και ενί λόγω άνδρα πολυμαθέστατον» και «διέσπειρε καθεκάστην τους φθοροποιούς λόγους του». Αν όμως πρέπει να επιχειρήσουμε μια ταύτιση, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι πρώτοι πράκτορες που αναφέρονται (εκείνοι που επέστρεψαν στη Ζάκυνθο) είναι οι αδελφοί Δήμος και Νικόλαος Στεφανόπολι, οι μανιατικής καταγωγής κορσικανοί που επισκέφθηκαν τη Μάνη σε μυστική αποστολή προκειμένου να διερευνήσουν τις προθέσεις του Τζανέτου Γρηγοράκη το καλοκαίρι και φθινόπωρο του 1797. Για την αποστολή τους δεν γνωρίζουμε πολλά, καθώς η αναφορά τους περιέχει πολλά μυθιστορηματικά στοιχεία, ωστόσο πέρασαν στη Μάνη από τα Κύθηρα, και μετά τη συνάντηση με το Γρηγοράκη αναχώρησαν και έφτασαν στη Ζάκυνθο μετά από μια σύντομη αναγκαστική στάση στην Αρκαδιά (Κυπαρισσία). Μάλιστα αναφέρεται ότι αρχικός σκοπός των αδελφών ήταν να συνεχίσουν στις Σπέτσες και την Ύδρα. Για την αντίδραση των προκρίτων που αναφέρεται στο έγγραφο, ξέρουμε και κάτι άλλο: υπάρχει μια αυτοβιογραφική επιγραφή του Παϊσίου, επισκόπου Σταγών και κατόπιν Σηλυμβρίας και Φιλιππουπόλεως, που σώζεται στη μονή των Αγίων Αποστόλων στον Κλεινοβό Καλαμπάκας (βλ. Μίλτος Γαρίδης, «Ο μητροπολίτης Παΐσιος και η βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό φρόνημα», Τα Ιστορικά 3 (1985), 183-203). Ο Παΐσιος λοιπόν δηλώνει ότι

    κατ’ υψηλήν επιταγήν του βασιλείου κράτους προς την αγιωτάτην εκκλησίαν απεστάλθην έξαρχος εις πελοπόνισον και λακωνικήν λέγω, την μάνην και περιήλθον ταύτας κατά πόλεις και κομοπόλεις δι’ υψηλού βασιλικού ορισμού και γραμμάτων πατριαρχικών συνοδικών διδάσκων και στηρίζων τον χριστεπόνυμο λαόν και υποτελή επ’ ευνομία ειρήνη και οφειλομένη υποταγή επί το βασίλειον κράτος, καθότι τότε ο εκ γης και χαμερπών ανυψωθείς γάλλος ναπολέων μπονεπάρτης, δυνάστης και βασιλεύς της Γαλλίας αυτονόμως αναγορευθείς […] δι’ οικείων κατασκόπων και σκευωριών ενέτεινε τα δολερά αυτού δίκτυα της ταραχής και αποστασίας και εν πελοπονήσω και λακωνία, της θείας δε προνοίας άλλως βουλευσαμένης τα κατ’ εκείνον τον χώρον ή εκείνος ηννόει ειρήνη πάλιν και ευνομία εγένετο εν τω πελοπονησιακώ και λακωνικώ λαώ και η πρέπουσα υποταγή και φορολογία επί το βασίλειον κράτος.
    Εν πάση περιπτώσει, τόσο η αποστολή του Παϊσίου όσο και η αναφορά του πασά δείχνουν ότι οι γαλλικές αποστολές θεωρήθηκαν δυνάμει επικίνδυνες και αποτελεσματικές όχι μόνο από τις οθωμανικές αλλά και από τις εκκλησιαστικές αρχές. Αν πιστέψουμε τον Κολοκοτρώνη, όχι άδικα!

  42. https://avgi-anagnoseis.blogspot.com/2023/04/blog-post_09.html?fbclid=IwAR21fvvRLLs5qq5RLCH2t5rIbl3_yO5kwQg61SRE_o1yon7eEK3v_uUg0Bc

    Του Αντώνη Χατζηκυριάκου*

    ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ, Χερσαίο νησί: Η Μεσόγειος και η Κύπρος στην οθωμανική εποχή των επαναστάσεων, εκδόσεις Ψηφίδες, Θεσσαλονίκη 2023

    Υπάρχει ένα γνωστικό κενό στις εθνικές ιστοριογραφίες σε σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, είτε μιλάμε για την Κύπρο, την Ελλάδα, τη Μεσόγειο, ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι Οθωμανοί παραμένουν ο στερεοτυπικός «άλλος», ένα παρείσακτο στοιχείο στην ευρωπαϊκή γεωγραφία, διαφορετικό, αντιθετικό και σε αντίστιξη προς τον ελληνικό, ευρωπαϊκό, δυτικό, ή χριστιανικό πολιτισμό. Άσχετα με το αν συμφωνούμε ή όχι με τη θέση αυτή, καμία από τις παραπάνω χώρες, αλλά ούτε και η Μεσόγειος ή η Ευρώπη δεν μπορούν να γίνουν πλήρως κατανοητές χωρίς την οθωμανική διάσταση της ιστορίας τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, ενώ το ίδιο γνωστικό κενό υπήρχε στη διεθνή ιστοριογραφία σε σχέση με τον οθωμανικό κόσμο, τις τελευταίες δεκαετίες έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό.
    Μολονότι δεν είναι πάντα αποδεκτό, είναι δεδομένο πως η Κύπρος και η Ελλάδα αποτελούν κομμάτι του οθωμανικού και του μετα-οθωμανικού κόσμου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια πολυεθνοτική και πολυθρησκευτική οντότητα· όμως, στην Τουρκία, την Ελλάδα, την Κύπρο, και στις περισσότερες μετα-οθωμανικές κοινωνίες, η οθωμανική ιστορία θεωρείται κατά βάση ως τουρκική εθνική ιστορία. Αυτή η αντίληψη συνιστά παραγραφή και εκχώρηση μιας σημαντικής ιστορικής παρακαταθήκης, της οποίας η Κύπρος και η Ελλάδα ήταν όχι απλώς αναπόσπαστο μέρος τους αλλά και συνδιαμορφώτριες. Από τα πληρώματα του οθωμανικού στόλου μέχρι τους ελληνορθόδοξους εμπόρους και τα οικονομικά δια- και ενδοαυτοκρατορικά τους δίκτυα, και από το Πατριαρχείο μέχρι τους Φαναριώτες, σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, κοινωνικής, διανοητικής και πολιτισμικής ιστορίας, ο βαθμός αλληλεπικάλυψης της οθωμανικής με τη νεοελληνική ιστορία δεν είναι απλώς διακριτός, αλλά εντυπωσιακός.
    Η θεώρηση που υπαγορεύει ότι η οθωμανική ιστορία αποτελεί ξένο σώμα είναι μια ιστοριογραφική επιλογή με καίριες παράπλευρες απώλειες. Ο Φωκίων Κοτζαγιώργης επεσήμανε ότι, παρά την πλούσια ελληνική οθωμανολογική ιστοριογραφική παραγωγή για τους κρατικούς θεσμούς, μέσα στους οποίους συγκροτήθηκαν τα νεοελληνικά ιστορικά υποκείμενα, το οθωμανικό κράτος παραμένει το πλέον άγνωστο κομμάτι για τις νεοελληνικές σπουδές. Παράλληλα, ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης σημειώνει ότι οι οθωμανικές πηγές έχουν συνεισφέρει πολλά για την καλύτερη αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων, της καθημερινότητας ή της οικονομικής ιστορίας του νέου και νεότερου ελληνισμού. Όπως η οθωμανική ιστορία είναι ελλιπής χωρίς τις πηγές σε γλώσσες πέραν της επίσημης οθωμανικής τουρκικής, όπως, λόγου χάρη, τα ελληνικά, τα εβραϊκά, τα αρμενικά, τα σέρβικα, τα βουλγάρικα, τα αραβικά, έτσι και με αντίστροφους, αλλά όχι πάντα ανάλογους τρόπους, η ελληνική και η κυπριακή ιστορία δεν μπορούν να γίνουν πλήρως κατανοητές αν αγνοηθούν οι οθωμανικές πηγές και το δικό της οθωμανικό της πλαίσιο.
    Αλλάζοντας χωρική κλίμακα, μπορούμε να θέσουμε το ίδιο ερώτημα για τη σημασία της οθωμανικής ιστορίας σε σχέση με τη Μεσόγειο. Ο Φερνάν Μπρωντέλ αμφισβήτησε το κυρίαρχο υπόδειγμα στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία της εποχής του, σύμφωνα με το οποίο οι μουσουλμάνοι έχουν μια εγγενή αδιαφορία για το εμπόριο. Έτσι, επιχειρηματολόγησε για την ανάγκη αναζήτησης της θέσης των Οθωμανών στα εμπορικά δίκτυα της Μεσογείου. Το ένστικτο του Μπρωντέλ αποδείχτηκε σωστό, και από τότε η ιστοριογραφία εξετάζει συστηματικά τον ρόλο του Ισλάμ στη συγκρότηση εμπορικών δικτύων, όχι μόνο στη Μεσόγει, αλλά και στην Ερυθρά θάλασσα και τον Ινδικό ωκεανό.
    Γιατί έχει σημασία η αναζήτηση του οθωμανικού στίγματος στον μεσογειακό κόσμο; Μια ματιά στον χάρτη αρκεί. Από τον 16ο μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα περίπου τα 2/3 των ακτών της Μεσογείου ήταν οθωμανικά. Η Μεσόγειος δεν ήταν ούτε ευρωπαϊκή, ούτε οθωμανική θάλασσα, αλλά σημείο συνάντησης και αλληλεπίδρασης, σύγκρουσης αλλά και σύνθεσης διαφορετικών πολιτισμών. Παρόλα αυτά, η οθωμανολογική παρουσία στις μεσογειακές σπουδές παραμένει δυσανάλογα περιορισμένη, παρά την αισθητά αυξημένη συμμετοχή των τελευταίων χρόνων. Ένας πιο συγκροτημένος και συστηματικός διάλογος, ο οποίος στηρίζεται στον αμφίδρομο χαρακτήρα των ιστορικών διεργασιών, παραμένει μείζον ζητούμενο.
    Τέλος, ποια είναι η σημασία της οθωμανικής ιστορίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Η κυρίαρχη αντίληψη στη δημόσια σφαίρα είναι ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι ένα γειτονικό μεν, εκτός της Ευρώπης δε, κράτος. Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Ένα σημαντικό κομμάτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν για αιώνες μέσα στην Ευρώπη. Δεκαπέντε, από τα περισσότερα από σαράντα σύγχρονα κράτη, των οποίων η επικράτεια υπήρξε κάποια στιγμή υπό οθωμανική κυριαρχία, βρίσκονται στην Ευρώπη και τα υπόλοιπα είναι είτε γειτονικά, είτε βρίσκονται σε περιοχές για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδεικνύει σήμερα ιδιαίτερο ενδιαφέρον (π.χ. Καύκασος, Μαύρη θάλασσα, Ερυθρά θάλασσα). Παλαιότερα, χωρισμένη σε Ανατολική και Δυτική -ένας διαχωρισμός που παραμένει μέχρι τώρα, αλλά με διαφορετικό πολιτικό πρόσημο- και σήμερα σε Βόρεια και Νότια, η Ευρώπη έχει βαθιές ιστορικές, αλλά και σύγχρονες σχέσεις με τον μετα-οθωμανικό κόσμο εντός και εκτός των συνόρων της. Μια χωρική προσέγγιση της οθωμανικής ιστορίας είναι απαραίτητη για την κατανόηση των παλαιότερων και σύγχρονων συγκροτήσεων του χώρου και των ανησυχιών που η διαδικασία αυτή γεννά σε πολιτικό, ιδεολογικό, αλλά και ιστορικό επίπεδο.
    Από μια γενική οπτική, η αναζήτηση απαντήσεων σε μεγάλα ερωτήματα της οθωμανολογικής ιστοριογραφίας ήταν ανέκαθεν πολύ πιο παραγωγική, καθώς περισσότερο συνέδεε τον οθωμανικό κόσμο με άλλες περιοχές του κόσμου και τον ενέτασσε σε παγκόσμιες ιστορικές διεργασίες, παρά αντιμετώπιζε ως δεδομένες την ιδιομορφία και τις ιδιαιτερότητές του. Πώς ένα τέτοιο εγχείρημα μπορεί να κάνει το ίδιο και για την ιστοριογραφία της εποχής των επαναστάσεων; Ο Φράνκο Βεντούρι (1914-1994) είχε από πολύ νωρίς επισημάνει την ανάγκη μελέτης της εποχής των επαναστάσεων στην περιοχή της Ευρασίας, όπου συναντιούνται ο ελληνικός, ο σλαβικός και ο ισλαμικός κόσμος. Πάνω από σαράντα χρόνια μετά την έκκληση του Βεντούρι, και παρά το ότι αυτή έχει εν μέρει εισακουστεί, η εστίαση στις αμιγώς ευρωπαϊκές διαστάσεις των διεργασιών αυτών παραμένει.

    *Ο Αντώνης Χατζηκυριάκου είναι ιστορικός, Πάντειο Πανεπιστήμιο


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: